ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1357/2009)

 

18 Μαΐου, 2012

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡΑ 20, 24, 25, 26, 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΑΥΡΟΜΟΥΣΤΑΚΗΣ,

 

Αιτητής,

 

-ν-

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΑ ΜΕΣΟΥ ΤΗΣ

ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΧΟΡΗΓΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ,

 

Καθ΄ων η Aίτηση.

- - - - - -

Χρ. Ρασπόπουλος, για τον Αιτητή.

 

Ζ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

- - - - - -                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                            

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Σύμφωνα με τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της παρούσας προσφυγής, ο αιτητής είναι φοιτητής στο Cyprus Institute of Marketing και υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση προς αυτόν της ειδικής φοιτητικής χορηγίας για το ακαδημαϊκό έτος 2008/2009.

 

Η αίτηση του αιτητή εξετάστηκε και απορρίφθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση, με επιστολή ημερομηνίας 26.8.2009, δίδοντας την ακόλουθη αιτιολογία:

 

"2. Σύμφωνα με τους περί Παροχής Ειδικών Χορηγιών Νόμου του 1996 έως (αρ. 2) του 2007, η Ειδική Χορηγία παραχωρείται στις οικογένειες που έχουν τέκνα που φοιτούν τακτικά σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή σε εκπαιδευτικά αξιολογημένο - πιστοποιημένο κλάδο σπουδών, όπως τούτο βεβαιώνεται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, σύμφωνα με τις αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων του Κυπριακού Συμβουλίου Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥΣΑΤΣ) και του Συμβουλίου Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης Πιστοποίησης (ΣΕΚΑΠ), αντίστοιχα.

 

3. Το αίτημα σας εξετάστηκε προσεκτικά, σε συνεννόηση με το ΣΕΚΑΠ και το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, δυστυχώς όμως, δεν μπορεί να εγκριθεί γιατί σύμφωνα με στοιχεία που έχετε προσκομίσει, κατά το ακαδημαϊκό έτος 2008/2009 φοιτούσατε σε κλάδο σπουδών που δεν είναι εκπαιδευτικά αξιολογημένος - πιστοποιημένος. Η μη παραχώρηση της φοιτητικής χορηγίας θα ισχύει καθόλη τη διάρκεια των σπουδών σας στο υπό αναφορά εκπαιδευτικό ίδρυμα."

 

Τη νομιμότητα της αρνητικής απόφασης των καθ΄ων η αίτηση προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή του ο αιτητής, προβάλλοντας προς τούτο διάφορους λόγους ακύρωσης, τους οποίους θα εξετάσω στη συνέχεια.

 

Λόγος ακύρωσης 1 - Η κατ΄ ισχυρισμό πεπλανημένη ερμηνεία και/ή εφαρμογή του Νόμου από τους καθ΄ων η αίτηση.

 

Το άρθρο 2 του περί Παροχής Ειδικής Χορηγίας Νόμου - Νόμος αρ. 77(Ι)/1996, όπως τροποποιήθηκε, έχει ως εξής:

 

"«εκπαιδευτικό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» σημαίνει ανώτερο ή ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, στον οποίο γίνονται δεκτά μόνο πρόσωπα που αποφοίτησαν από σχολείο μέσης εκπαίδευσης εξαετούς τουλάχιστο φοίτησης, ή που κατέχουν άλλο ισοδύναμο προσόν, και στο οποίο σχολείο οι κλάδοι σπουδών έχουν διάρκεια τουλάχιστον ενός ακαδημαϊκού έτους πλήρους φοίτησης ή, στην περίπτωση μερικής φοίτησης, οι κλάδοι αυτοί έχουν διάρκεια που αντιστοιχεί σε ένα πλήρες ακαδημαϊκό έτος και απολήγουν σε ακαδημαϊκά ή επαγγελματικά προσόντα, ανώτερα από εκείνα των σχολείων μέσης εκπαίδευσης. .."

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις του ίδιου άρθρου:

 

"«φοιτητής» σημαίνει κύπριο πολίτη μόνιμο κάτοικο της Δημοκρατίας, που έχει συμπληρώσει το δέκατο έβδομο έτος της ηλικίας του κατά την έναρξη του ακαδημαϊκού έτους και ο οποίος φοιτά τακτικά σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή σε αξιολογημένο - πιστοποιημένο κλάδο σπουδών, όπως τούτο βεβαιώνεται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, σύμφωνα με τις αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων του Κυπριακού Συμβουλίου Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥΣΑΤΣ) και του Συμβουλίου Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης Πιστοποίησης (ΣΕΚΑΠ), αντίστοιχα."

 

 

 Σύμφωνα λοιπόν με τον αιτητή, οι συνδυασμένες πρόνοιες των άρθρων 2 και 4 του Νόμου έχουν ως αποτέλεσμα το ότι η ειδική φοιτητική χορηγία χορηγείται σε οικογένεια η οποία έχει φοιτητή σε αναγνωρισμένο από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στη Δημοκρατία ή πιστοποιημένους κλάδους σπουδών. Ο Νόμος, δηλαδή, θέτει δύο διαζευκτικές προϋποθέσεις. Η πρώτη απαιτεί όπως ο φοιτητής φοιτά τακτικά σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και η δεύτερη, η οποία τίθεται διαζευκτικά, αναφέρεται σε φοίτηση σε αξιολογημένο - πιστοποιημένο κλάδο σπουδών. Όμως, οι καθ΄ων η αίτηση προαπέκλεισαν τον αιτητή λόγω του ότι η φοίτησή του δεν αφορά σε πιστοποιημένο κλάδο σπουδών, χωρίς καν να εξετάσουν τη διαζευκτική προϋπόθεση της φοίτησης σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, ενώ η σχολή στην οποία φοιτούσε ο αιτητής είναι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, λειτουργούσα νομίμως, δεν υπέβαλε μέχρι σήμερα αίτηση στον Υπουργό Παιδείας για αξιολόγηση - πιστοποίηση, πλην όμως κάτι τέτοιο δεν είναι υποχρεωτικό και πουθενά στην κείμενη νομοθεσία δε συναντάται ο όρος "αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα".

 

Οι θέσεις αυτές του αιτητή απαντώνται με επάρκεια και πειστικότητα στην αγόρευση της συνηγόρου των καθ΄ων η αίτηση. Γίνεται κατ΄ αρχάς αποδεκτό ότι, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα άρθρα του Νόμου, ο φοιτητής θα πρέπει να φοιτά σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή σε εκπαιδευτικά αξιολογημένο - πιστοποιημένο κλάδο σπουδών. Όμως, όπως ορθά υποδεικνύεται στην αγόρευση των καθ΄ων η αίτηση, και οι δύο διαζευκτικές προϋποθέσεις εξετάστηκαν στην περίπτωση του αιτητή. Πράγματι δε, όπως διαφαίνεται από το συμπληρωμένο έντυπο της αίτησης του αιτητή, που επισυνάπτεται στην Ένσταση, κάτω από το μέρος της αίτησης με την επικεφαλίδα "ΓΙΑ ΕΠΙΣΗΜΗ ΧΡΗΣΗ" έχει αναγραφεί στις "Παρατηρήσεις": "Μη αναγν. εκπ. ιδρ.". Εξετάστηκε επομένως και διακριβώθηκε ότι ο αιτητής δε φοιτούσε σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Είναι δε ξεκάθαρο ότι το Cyprus Institute of Marketing δεν είναι αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα.

 

Εκείνο το οποίο αναφέρει ο αιτητής σύμφωνα με το οποίο ο όρος "αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα" δε συναντάται πουθενά στη νομοθεσία, είναι εσφαλμένο. Σύμφωνα με τον περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης Νόμο, Νόμος αρ. 68(Ι)/1996, "αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα" σημαίνει ίδρυμα που έχει τύχει αναγνώρισης ως ίδρυμα ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης από τους αρμόδιους εθνικούς φορείς της χώρας στην οποία λειτουργεί. (άρθρο 2 του Νόμου). Στην υπό εξέταση περίπτωση, η σχολή στην οποία φοιτά ο αιτητής είναι πράγματι σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά δεν είναι αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα, όπως ορθά διαπιστώθηκε, και αναγράφηκε από τους καθ΄ων η αίτηση στο έντυπο αίτησης του αιτητή ως παρατήρηση. Με αυτό λοιπόν ως δεδομένο, ορθά ήταν που οι καθ΄ων η αίτηση προχώρησαν και εξέτασαν την άλλη διαζευκτική προϋπόθεση του Νόμου.

 

Επομένως, ο λόγος τούτος ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.

 

Λόγος ακύρωσης 2 - Ισχυρισμός ότι η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση στηρίχτηκε σε αντισυνταγματική διάταξη νόμου ή σε αντισυνταγματική ερμηνεία η οποία της αποδόθηκε.

 

Όπως ισχυρίζεται ο αιτητής, κάτω από αυτό το λόγο ακύρωσης, η προσβαλλόμενη πράξη αντίκειται προς το Σύνταγμα της Δημοκρατίας, προς το 12ο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Συνθήκης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και προς τη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Πιο συγκεκριμένα, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι παραβιάσθηκε στην υπό εξέταση περίπτωση η πρόνοια στο Άρθρο 20 του Συντάγματος της Δημοκρατίας και ιδιαίτερα η πρόνοια στην παρα. 4 του Άρθρου τούτου με την οποία θα πρέπει να είναι προσιτή, πλην της στοιχειώδους και η περαιτέρω εκπαίδευση. Περαιτέρω, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι παραβιάζεται το Άρθρο 2 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση περί Προασπίσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (Κυρωτικός Νόμος αρ. 157/1962), το οποίο προνοεί ότι "Ουδείς δύναται να στερηθεί του δικαιώματος όπως εκπαιδευθεί". Παραβιάζεται ακόμα το Άρθρο 14 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο και πάλι κατοχυρώνει το δικαίωμα στην εκπαίδευση και την ελευθερία ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Ο αιτητής στη συνέχεια προβαίνει σε μια εμπεριστατωμένη μεν, αλλ΄ αχρείαστη κατά την άποψή μου, ανάλυση αρχών, και άλλων θεσμικών διασφαλίσεων ως προς το ότι η ανώτερη εκπαίδευση πρέπει να παρέχεται σε όλους ισότιμα, με τα κατάλληλα μέσα και με την προοδευτική θέσπιση της δωρεάν παιδείας. Με άλλη, επίσης εμπεριστατωμένη ανάλυση στην οποία προβαίνει ο αιτητής, εγείρει και αναπτύσσει τη θέση του περί παραβίασης και της αρχής της ισότητας, η οποία διασφαλίζεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος, καθώς και του Άρθρου 24, ως προς την υποχρέωση εκάστου να συνεισφέρει στα δημόσια βάρη, αναλόγως των δυνάμεων αυτού.

 

Κατά την άποψή μου, το σύνολο των όσων εγείρει ο αιτητής κάτω από αυτό το λόγο ακύρωσης, δεν παρέχουν έρεισμα και δεν μπορούν να στοιχειοθετήσουν τις θέσεις του περί οποιασδήποτε παρανομίας ή αντισυνταγματικότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Εδώ οι καθ΄ων η αίτηση εφάρμοσαν τις ρητές πρόνοιες της κειμένης νομοθεσίας, όπως αυτές παρατέθηκαν προηγουμένως, και καμιά διακριτική ευχέρεια δεν είχαν να αποφασίσουν διαφορετικά είτε μη εφαρμόζοντας τις είτε αποστασιοποιούμενοι από αυτές.

 

Η θέση ότι οι πρόνοιες της νομοθεσίας είναι άδικες ή αντισυνταγματικές κατ΄ αρχάς αντιφάσκει με την προηγούμενη θέση του αιτητή ότι κακώς η περίπτωση του ιδίου δεν καλύφθηκε από αυτές. Εν πάση δε περιπτώσει, εδώ το θέμα δεν αφορά παρεμβολή οποιωνδήποτε εμποδίων στην άσκηση ελευθερίας πρόσβασης σε οποιοδήποτε εκπαιδευτικό ίδρυμα. Το θέμα είναι ότι οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, στην προσπάθειά τους όπως υποβοηθήσουν φοιτητές να φοιτήσουν σε ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, στα οποία δυστυχώς η φοίτηση δεν παρέχεται δωρεάν, αλλ΄ αντίθετα είναι οικονομικά δυσβάστακτη, προέβηκαν στη θέσπιση της επίδικης νομοθεσίας, με την οποία παρέχεται ειδική οικονομική χορηγία στις οικογένειες φοιτητών οι οποίοι φοιτούν σε κάποια ιδρύματα ή κλάδους σπουδών. Προς αποφυγή δε της ανεξέλεγκτης παροχής χορηγιών, κρίθηκε ότι τα μεν ιδρύματα στα οποία φοιτούν φοιτητές που θα τύχουν της χορηγίας θα πρέπει να είναι αναγνωρισμένα, δυνάμει των διαδικασιών του κράτους, οι δε κλάδοι σπουδών να είναι δεόντως αξιολογημένοι ή πιστοποιημένοι. Πρόκειται για καθόλα θεμιτές νόμιμες και επιτρεπόμενες προϋποθέσεις.

 

Εν πάση όμως περιπτώσει, όπως ορθά υποδεικνύει και η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση, είναι τελείως ανώφελο για τον αιτητή να εγείρει και ανεπίτρεπτο για το παρόν Δικαστήριο να εξετάσει, τα θέματα αντισυνταγματικότητας των επίδικων διατάξεων, είτε του Κυπριακού Συντάγματος, είτε άλλων διεθνών συμβάσεων ή νομικών προνοιών. Κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε πρόβλημα αλυσιτέλειας.

 

Σε πολύ πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη σύνθεση της οποίας είχα συμμετάσχει και είχα συντάξει την ομόφωνη απόφαση, το επίδικο θέμα ήταν η μη έγκριση καταβολής της ειδικής φοιτητικής χορηγίας σε Τουρκοκύπριο φοιτητή, ο οποίος διαμένει στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου, στις οποίες η Δημοκρατία δεν μπορεί να ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο. Όπως ρητά προνοεί η περί Παροχής Ειδικών Χορηγιών νομοθεσία, αυτή η χορηγία καταβάλλεται μόνο σε οικογένειες οι οποίες έχουν τη μόνιμη διαμονή τους στην Κύπρο, στις περιοχές που ελέγχονται από τη Δημοκρατία. (Αναθεωρητική Έφεση αρ. 73/2009, Nebil Yilmaz Aziz Guvenler κ.ά. ν. Υπουργείου Οικονομικών, απόφαση ημερομηνίας 6.2.2012). Η επιχειρηματολογία των αιτητών περιστράφηκε γύρω από την κατ΄ ισχυρισμό παραβίαση της αρχής της ισότητας που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος, παραβίαση του 12ου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συνθήκης για την προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κλπ. Στην απόφαση αυτή γίνεται αναφορά και σε τρεις άλλες αποφάσεις της Ολομέλειας στις οποίες είχαν αποτύχει ισάριθμες εφέσεις αιτητών με παρόμοια γεγονότα και με το ίδιο σκεπτικό. [Tomris Orses κ.ά. ν. Υπουργείου Οικονομικών (2010) 3 ΑΑΔ 567, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 104/2008, Gonul Ertalu κ.ά. ν. Υπουργείου Οικονομικών, ημερομηνίας 17.11.2011 και Αναθεωρητική Έφεση αρ. 147/2008, Fatma Igdir κ.ά. ν. Υπουργείου Οικονομικών, ημερομηνίας 12.12.2011]. Και στις τρεις προηγηθείσες εφέσεις, όπως και στην τελευταία, ημερομηνίας 6.2.2012, επιβεβαιώθηκε η καλά νομολογημένη προσέγγιση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως προς το αλυσιτελές της δικαστικής κρίσης, επί τέτοιας φύσεως θεμάτων και ειδικότερα των θεμάτων συνταγματικότητας των προνοιών περί της ειδικής φοιτητικής χορηγίας. Όπως τονίζεται με συνέπεια στη νομολογία, "ο έλεγχος της συνταγματικότητας δε μπορεί μέσω της αρχής της ισότητας να μετατραπεί σε μέθοδο διερεύνησης του πεδίου ισχύος του Νόμου σε περιοχές άσχετες με τη βούληση του νομοθέτη ή και ρητά επιφυλαγμένες από το Σύνταγμα στη νομοθετική εξουσία. Η κήρυξη νόμου ως αντισυνταγματικού, στο πλαίσιο της άσκησης της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επάγεται τη μη εφαρμογή του στην περίπτωση και, συνακόλουθα, την ακύρωση της πράξης που εκδόθηκε, δυνάμει των διατάξεων του. Δεν θα ήταν δυνατό δια της κρίσεως του Ανωτάτου Δικαστηρίου πως νόμος είναι αντισυνταγματικός, να προστεθούν σ΄ αυτόν πρόνοιες που δε θέλησε ο νομοθέτης. (Βλ. Dias United Publishing Co. Ltd, ανωτέρω)" [απόσπασμα από την Ertalu κ.ά. (ανωτέρω)].

 

Κατ΄ ανάλογο δε τρόπο η σχετική πρόνοια στο Νόμο είναι ενιαία και δεν μπορεί να λειτουργήσει αν αφαιρεθεί ο όρος "αναγνωρισμένο" ίδρυμα, αφού κάτι τέτοιο θα συνεπαγόταν αλλοίωση της πρόθεσης του νομοθέτη και θα οδηγούσε στην ουσία, σε μετατροπή του συνταγματικού ελέγχου που ασκεί το Ανώτατο Δικαστήριο σε τροποποίηση της νομοθεσίας.

 

Επομένως, ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης μπορεί να επιτύχει.

 

 Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

   K. Κληρίδης,

/ΧΤΘ                                                               Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο