ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1028/2010)

 

18 Μαΐου, 2012

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡΑ 1 A, 9, 23, 25, 28, 33, 35, 169(3), 179 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ.

 

1.     ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΑΤΖΙΑΝΗΣ,

2.     ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΤΖΙΑΝΗΣ,

Αιτητές,

 

-ν-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ,

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

 

Καθ΄ου η Aίτηση.

- - - - - -

Γ. Πολυχρόνης, για τους Αιτητές.

 

Α. Μαππουρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Καθ΄ου η Αίτηση.

- - - - - -                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                            

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η απόφαση του καθ΄ου η αίτηση Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερομηνίας 16.6.2010, με την οποία υπήρξε άρνηση όπως επιστραφεί στους αιτητές ένα μεγάλο μέρος της ακίνητης περιουσίας τους η οποία είχε απαλλοτριωθεί από τη Δημοκρατία, με διάταγμα απαλλοτρίωσης υπ΄ αρ. 1318, ημερομηνίας 26.7.1991, για να καταστεί δυνατή η κατασκευή του υπεραστικού δρόμου Λάρνακας-Κοφίνου.

 

Το ακίνητο για μέρος του οποίου ζητήθηκε η κήρυξή του σε πλεονάζουσα ιδιοκτησία με σκοπό και αίτημα την επιστροφή του στους προηγούμενους ιδιοκτήτες, έχει εγγεγραμμένη έκταση 11.037τ.μ., από τα οποία επηρεάστηκαν 9.467τ.μ. Η επηρεαζόμενη έκταση χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του υπεραστικού δρόμου, αλλά και για τη νησίδα στο μέσο των λωρίδων, αφού το ακίνητο βρίσκεται στη συμβολή των δρόμων σε ανισόπεδο κόμβο.

 

Για την απόκτηση της απαλλοτριωθείσας έκτασης καταβλήθηκε στους αιτητές-ιδιοκτήτες από την απαλλοτριούσα αρχή το ποσό των €59.185,51. Σύμφωνα με το καθ΄ου η αίτηση, για σκοπούς του έργου, έχουν απαλλοτριωθεί όλα ανεξαιρέτως τα κτήματα που εμπίπτουν στη νησίδα του κόμβου, για σκοπούς οδικής ασφάλειας και ορατότητας των χρησιμοποιούντων το δρόμο.

 

Ο αιτητής αρ. 1 είχε σε κάποιο στάδιο ζητήσει να του παραχωρηθεί άδεια χρήσης του περίκλειστου μέρους του ακινήτου έκτασης 6.264τ.μ., στο οποίο υπάρχουν 200 ελαιόδεντρα και 2 διατρήσεις, πράγμα το οποίο και έγινε με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 16.2.2000. Για κάποιο χρονικό διάστημα, ο αιτητής 1 χρησιμοποιούσε το χώρο, δυνάμει άδειας, για σκοπούς καλλιέργειας. Η διευθέτηση αυτή τερματίστηκε με μεταγενέστερη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 19.6.2007. Το Ανώτατο Δικαστήριο, με απόφασή του ημερομηνίας 15.10.2009, ακύρωσε την απόφαση ανάκλησης του Υπουργικού Συμβουλίου αφού, όπως είχε δεχτεί και ο συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση Δημοκρατίας, δεν είχαν τηρηθεί ορθά πρακτικά. Η απραξία της διοίκησης κατόπιν τούτου, οδήγησε τους αιτητές σε αίτημα για την επιστροφή σ΄ αυτούς της προαναφερθείσας έκτασης γης, αίτημα το οποίο απορρίφθηκε και οδήγησε στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.

 

Παραπέμποντας στις πρόνοιες του Άρθρου 23.5 του Συντάγματος και του άρθρου 14 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου αρ. 15/1962, καθώς και σε σχετική επί του θέματος νομολογία, οι αιτητές ισχυρίζονται ότι το διεκδικούμενο προς επιστροφή μέρος της απαλλοτριωθείσας ιδιοκτησίας τους, υπερβαίνει τις πραγματικές ανάγκες του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Υπαλλακτικά, οι αιτητές ισχυρίζονται ότι, μετά τη χρησιμοποίηση ενός μόνο μέρους του ακινήτου και την παραχώρηση άδειας χρήσης του υπολοίπου μη χρησιμοποιηθέντος, στον ένα αιτητή, καταδεικνύεται ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης σε σχέση με το μη χρησιμοποιηθέν μέρος, έχει εγκαταλειφθεί. Ή ακόμα ότι αυτός ο σκοπός κατέστη ανέφικτος.

 

Στην σημαίνουσα απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στη γνωστή υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ ν. Υπουργικού Συμβουλίου (2006) 3 ΑΑΔ 166, διευκρινίστηκε ότι το βάρος που εναποτίθεται στον πρώην ιδιοκτήτη απαλλοτριωθείσας ιδιοκτησίας, δεν είναι όπως αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκαταλείφθηκε ή κατέστη ανέφικτος, αλλ΄ ότι η διοίκηση δεν προέβηκε στις ενέργειες εκείνες οι οποίες, αναλόγως της περίπτωσης, θα κρίνονταν ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου. Η ορθή διατύπωση του Συνταγματικού κριτηρίου συναρτά την εφαρμογή του Άρθρου 23.5 προς τη διαρκή υποχρέωση της διοίκησης να χρησιμοποιεί το κτήμα για το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε και έτσι να καθιστά συνεχώς και όχι μόνο μέσα στην περίοδο των τριών ετών από την απαλλοτρίωση, εφικτά πραγματοποιήσιμο το σκοπό αυτό. (Βλ. επίσης Μιχαλιάς ν. Δήμου Λακατάμιας, Αναθ. Έφ. 176/2008, ημερομηνίας 7.11.2011, στην οποία το θέμα διατυπώθηκε από την Ολομέλεια ως ακολούθως:

 

"Είναι πρόδηλο ότι με την υπόθεση Ευθυμιάδης επαναπροσδιορίστηκαν οι βάσεις του θέματος. Το βάρος στον ιδιοκτήτη δεν είναι πλέον να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί ή κατέστη ανέφικτος, αλλά αν η διοίκηση δεν προέβη σε όλες τις εύλογα αναγκαίες υπό τις περιστάσεις ενέργειες, για την υλοποίηση των σκοπών της απαλλοτρίωσης. Με άλλα λόγια, έργο του δικαστηρίου είναι να διαπιστώσει, στη βάση των εκάστοτε ενώπιον του δεδομένων, κατά πόσο η διοίκηση δεν προέβη στις εν λόγω ενέργειες. Και το κριτήριο στο οποίο τα δεδομένα μιας εκάστης των περιπτώσεων θα πρέπει να υπάγονται, είναι αντικειμενικό."

 

Στην υπό εξέταση περίπτωση, όπως ορθά επισημαίνει και ο συνήγορος του καθ΄ου η αίτηση, δεν τίθεται θέμα μη υλοποίησης του σκοπού της απαλλοτρίωσης ή μη λήψης μέτρων για την υλοποίησή του, ούτε και ασφαλώς, όπως ισχυρίζονται οι αιτητές, τίθεται θέμα εγκατάλειψης του σκοπού ή ότι αυτός κατέστη ανέφικτος εν όλω ή εν μέρει. Εδώ, ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, που ήταν η κατασκευή του υπεραστικού δρόμου σύμφωνα με τους σχεδιασμούς που περιλάμβαναν και τον ανισόπεδο κόμβο στον οποίο ενέπιπτε και το ακίνητο των αιτητών, υλοποιήθηκε και συμπληρώθηκε εδώ και χρόνια. Κρίθηκε δε αναγκαία η παραμονή ενός ανοιχτού χώρου, περί τα μέσα του κόμβου, για σκοπούς οδικής ασφάλειας.

 

Έτσι προβλεπόταν και στον αρχικό σχεδιασμό και σ΄ εκείνη τη βάση ήταν που προχώρησε η απαλλοτρίωση την οποία και οι αιτητές αποδέχθηκαν, χωρίς να προσβάλουν το γενόμενο σχεδιασμό. Αυτό που τώρα επιχειρούν να επιτύχουν είναι ουσιαστικά να αμφισβητήσουν το ότι η ένταξη εκείνου του μέρους του ακινήτου στο γενικότερο σχεδιασμό του κυκλικού κόμβου δεν ήταν απαραίτητη, επειδή σ΄ αυτό δεν θα κατασκευαζόταν οτιδήποτε το συγκεκριμένο. Παραβλέπουν όμως ότι από μόνη της, η διατήρηση του μέρους εκείνου του ακινήτου στον όλο σχεδιασμό, κρίνεται ως απαραίτητη, εξυπηρετώντας την ορθή λειτουργία ολόκληρου του έργου στην περιοχή εκείνη.

 

Με αυτά ως δεδομένα, αυτός ο λόγος ακύρωσης δεν φαίνεται να ευσταθεί, ούτε και ο άλλος λόγος μπορεί να ευσταθήσει περί έλλειψης δέουσας έρευνας και/ή αιτιολογίας.

 

Επίσης δεν μπορεί να ευσταθήσει, ο ισχυρισμός περί παραβίασης της αρχής της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης λόγω του τερματισμού της άδειας χρήσης του μέρους του ακινήτου που είχε παραχωρηθεί για καλλιέργεια στον αιτητή. Μια τέτοια άδεια δίδεται και ισχύει ενόσω δεν ανακαλείται και δε δημιουργεί δεσμευτικά δικαιώματα, είτε προς επιστροφή ιδιοκτησίας της γης, είτε προς επ΄ αόριστον ανανέωση της άδειας.

 

Η προσφυγή αναπόφευκτα απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

   K. Κληρίδης,

                                                                        Δ.

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο