ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 812/2010)

 

 

5 Μαρτίου, 2012

 

 

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΜΙΧΑΛΗΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ,

 

Αιτητής,

 

ν. 

 

ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ'ης η αίτηση.

 

 

Δ. Καλλής, για τον Αιτητή.

 

Δ. Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Καθ'ης η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα προσφυγή έχουν συνοπτικά ως πιο κάτω.

 

Με επιστολή της ημερομηνίας 24/11/2009, η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού υπέβαλε πρόταση στους καθ'ων η αίτηση για την πλήρωση πέντε θέσεων Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης για την Πληροφορική/Επιστήμη Ηλεκτρονικών Υπολογιστών.

 

Σε συνεδρία που έλαβε χώρα στις 30/11/2009, οι καθ'ων η αίτηση αποφάσισαν την προκήρυξη των πιο πάνω θέσεων οι οποίες δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα ημερομηνίας 4/12/2009. Τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος Άννα Χαραλάμπους[1], υπέβαλαν αίτηση. Σύμφωνα με το άρθρο 35 Β(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, Ν. 10/69 (όπως τροποποιήθηκε), κατάλογος όλων των αιτητών μαζί με τις αιτήσεις τους καθώς και οι φάκελοι των υπηρεσιακών εκθέσεων των αιτητών, διαβιβάστηκαν στον Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

 

Η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού μελέτησε τους φακέλους των υποψηφίων προέβηκε σε αριθμητική αποτίμηση της αξίας, της αρχαιότητας και των προσόντων τους. Στη συνέχεια κατάρτισε κατάλογο όλων των προτεινόμενων για προαγωγή, τον οποίο απέστειλε στους καθ'ων η αίτηση. Ο αιτητής                είχε ψηλότερη βαθμολογία από το ενδιαφερόμενο μέρος. Συγκεκριμένα, ο αιτητής συγκέντρωσε 192.83 μονάδες, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος Άννα Χαραλάμπους 189.83 μονάδες.

 

Οι καθ'ων η αίτηση σε συνεδρία τους ημερομηνίας 29/3/2010 εξέτασαν               τη νομιμότητα του καταλόγου που κατάρτισε η Συμβουλευτική Επιτροπή              και όπως διαπίστωσαν, λανθασμένα είχαν παραχωρηθεί στον αιτητή δύο μονάδες για τα πρόσθετα προσόντα του, εφόσον ο μεταπτυχιακός τίτλος που κατείχε ήταν Postgraduate Certificate για το οποίο, σύμφωνα με το Νόμο, παραχωρείται μια μονάδα. Ως εκ τούτου, προέβηκαν σε μείωση της βαθμολογίας του, με αποτέλεσμα το σύνολο των μονάδων που του είχε παραχωρήσει η Συμβουλευτική Επιτροπή να μειωθεί σε 191.83 μονάδες.

 

Στην ίδια συνεδρία αποφάσισαν όπως οι υποψήφιοι κληθούν σε προσωπική συνέντευξη καθορίζοντας τα κριτήρια αναφορικά με την αξιολόγηση της απόδοσης τους στη συνέντευξη.

 

Οι υποψήφιοι κλήθηκαν σε συνέντευξη στις 15/4/2010 στην οποία παρευρίσκετο και ο Γενικός Επιθεωρητής Α΄ Μέσης Εκπαίδευσης, ως εκπρόσωπος της Διευθύντριας Μέσης Εκπαίδευσης. Μετά το πέρας των συνεντεύξεων, οι καθ'ων η αίτηση προέβηκαν σε αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων. Για τον αιτητή ανέφεραν τα ακόλουθα:

 

"Διονυσίου Μιχάλης (ΠΜΠ 10596)

i. Ενημέρωση σε παιδαγωγικά και μεθοδολογικά θέματα: (0,10 μονάδες)

   Η από μέρους του παρακολούθηση των παιδαγωγικών και μεθοδολογικών εξελίξεων, σχετικά με την κοινωνική και συναισθηματική αγωγή, είναι μέτρια και περιορισμένη.

 

ii. Κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης: ( 0,05 μονάδες)

   Έχει μέτρια αντίληψη του ρόλου και των ευθυνών της θέσης και, κυρίως όσον αφορά στο στρατηγικό σχέδιο για ανάπτυξη του προσωπικού του σχολείου, περιορίζεται σε απλή επισήμανση μεμονωμένων και αόριστων ενεργειών, χωρίς οποιαδήποτε κατηγοριοποίηση ή μεθοδική κατάταξη.

 

iii.Κριτική ανάλυση διοικητικών και οργανωτικών προβλημάτων:                 (0,05 μονάδες)

    Η από μέρους του προσέγγιση των προβλημάτων του κλάδου των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών ήταν αποσπασματική και νεφελώδης, χωρίς οποιαδήποτε κριτική εμβάθυνση σε επί μέρους πτυχές.

 

iv.Αποτελεσματικότητα επικοινωνίας και επάρκεια τεκμηρίωσης θέσεων και απόψεων: (0,10 μονάδες)

    Έχει μέτριο βαθμό επικοινωνίας λόγω αρκετών δυσκολιών στην κατανόηση των ερωτήσεων και στη διατύπωση σαφών και καίριων απαντήσεων.

 

v. Προσωπικότητα (άνετη παρουσία, προσαρμοστικότητα, ευελιξία):

   (0,10 μονάδες)

    Η παρουσία του χαρακτηριζόταν από κάποια αμηχανία, ενώ οι απόψεις που εξέφρασε δεν ήταν συγκροτημένες.

 

vi. Γλωσσική επάρκεια (λεξιλόγιο, σύνταξη, ορθοφωνία, ορθοέπεια):          (0,10 μονάδες)

      Χειρίζεται τη γλώσσα με εμφανή σημεία δυστοκίας και πλημμελή κατοχή του αναγκαίου λεξιλογίου.

 

Γενικός χαρακτηρισμός: Σχεδόν Μέτριος (0,50)."

 

 

Στη συνέχεια, οι καθ'ων η αίτηση, αφού έλαβαν υπόψη τις μονάδες του κάθε υποψηφίου, οι οποίες του είχαν δοθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως και τις μονάδες που οι ίδιοι του έδωσαν κατά την αξιολόγηση στη συνέντευξη, διαμόρφωσαν το σύνολο των μονάδων για τον κάθε υποψήφιο χωριστά. Ακολούθως, με βάση το αποτέλεσμα, αποφάσισαν την προαγωγή πέντε υποψηφίων, μεταξύ των οποίων και το ενδιαφερόμενο μέρος. Με βάση το σύνολο των μονάδων, ο αιτητής κατατάχθηκε έκτος. Συγκεκριμένα ο αιτητής, συγκέντρωσε 192.33 μονάδες, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος 192.83 μονάδες.

 

Αντιδρώντας ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή. Υπενθυμίζεται ότι ενώ αρχικά η προσφυγή στρεφόταν εναντίον τριών συνυποψηφίων του αιτητή, στη συνέχεια αποσύρθηκε εναντίον των δύο.

 

Ο πρώτος λόγος ακύρωσης περιστρέφεται γύρω από τη θέση ότι η απόφαση πάσχει λόγω αναιτιολόγητης και/ή εσφαλμένης αξιολόγησης της απόδοσης των υποψηφίων, όπως και από τη θέση ότι δόθηκε αυξημένη βαρύτητα στην προφορική συνέντευξη που ήταν ο αποφασιστικός παράγοντας επιλογής, εξουδετερώνοντας έτσι την αξία του αιτητή όπως αυτή αναδυόταν μέσα από τις ετήσιες υπηρεσιακές του εκθέσεις. Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η αξιολόγηση των καθ'ων η αίτηση αναφορικά με την απόδοση του στην προφορική συνέντευξη έρχεται σε αντίθεση με τις ετήσιες βαθμολογίες του σε στοιχεία κρίσεως παρόμοια με εκείνα της συνέντευξης. Τονίζει ότι σε σχέση με τα στοιχεία κριτική ανάλυση διοικητικών και οργανωτικών προβλημάτων και γλωσσική επάρκεια, είναι στοιχεία για τα οποία βαθμολογείται ετήσια. Συγκεκριμένα για το στοιχείο «Οργάνωση - Διοίκηση - Ανθρώπινες Σχέσεις» βαθμολογήθηκε με 10 και για την «επάρκεια στην εργασία» με 9.

 

Οι πιο πάνω θέσεις δεν με βρίσκουν σύμφωνο. Σύμφωνα με το άρθρο 35Β(10), η απόδοση των υποψηφίων λαμβάνεται υπόψη μόνο ως συμπληρωματικό στοιχείο της αξίας του. Η Ε.Ε.Υ. μπορεί, ανάλογα με την απόδοση του υποψηφίου στη συνέντευξη, να αυξήσει τις μονάδες του καταλόγου μέχρι 5. Επομένως, με τη δοθείσα βαθμολογία δεν αποδίδεται υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση στις συνεντεύξεις. Σχετικό με το θέμα που εξετάζουμε, είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στην Υπόθεση Αρ. 616/2004, Τριανταφυλλίδης ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 4/11/2005, το οποίο με βρίσκει σύμφωνο και για σκοπούς της παρούσας περίπτωσης το υιοθετώ:

 

"Λαμβάνοντας υπόψη το λεκτικό του άρθρου 35Β(10)(β) που ισχύει στη δική μας περίπτωση όπως τροποποιήθηκε με το Ν.44(Ι)/99 σε αντιδιαστολή με το άρθρο 35(10)(α) του ιδίου Νόμου, η ΕΕΥ δεν είναι υπόχρεη να αναφέρει στην τελική της κρίση ότι έλαβε υπόψη και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων καθώς και των φακέλων των εμπιστευτικών εκθέσεων και γενικά τα προσόντα και τη πείρα των υποψηφίων. Συναφώς είναι αρκετό να βασίσει την τελική της κατάληξη μόνο στο ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο συγκέντρωσε τις περισσότερες μονάδες (όπως έπραξε εν προκειμένω) έστω και αν το προβάδισμα του ενδιαφερόμενου προσώπου ήταν ελάχιστο (0,50 μονάδες)."

 

 

Χρήσιμη αναφορά μπορεί επίσης να γίνει και στην Υπόθεση Αρ. 1341/2006, Σοφοκλή ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 4/9/2009.

 

Με βάση το άρθρο 35Β(10) η προφορική συνέντευξη αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, η οποία ανάλογα με την δοθείσα αιτιολογία μπορεί να επιφέρει αλλαγές στην τελική κατάταξη όπως συνέβηκε στην παρούσα περίπτωση (Υπόθεση Aρ. 1439/2008, Ιερείδου ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 31/3/2011).

 

Ούτε θεωρώ ότι η αξιολόγηση των καθ'ων η αίτηση πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Οι καθ'ων η αίτηση έχουν αιτιολογήσει επαρκώς τις κρίσεις τους αναφορικά με την κατανομή μονάδων σε κάθε ένα από τα κριτήρια που έθεσαν, παρέχοντας τα στοιχεία με βάση τα οποία η βαθμολογία του αιτητή ήταν χαμηλή. Τα όσα καταγράφονται ως αξιολόγηση συνάδουν με τις μονάδες που του έχουν δοθεί.

 

Αναφορικά με τη βαθμολογία που έπρεπε να είχε, σύμφωνα με τους ευπαίδευτους συνηγόρους του, δοθεί στον αιτητή για την απόδοση του, αυτό συνιστά θέμα που ανάγεται στην υποκειμενική κρίση των αξιολογούντων και το δικαστήριο δεν επεμβαίνει. Νοητική λειτουργία των μελών δεν ελέγχεται. Ελέγχεται η απόφαση και η αιτιολογία, όπως διαμορφώνεται μετά από τη συζήτηση του συλλογικού οργάνου (Σωτηρίου ν. Κολοκοτρώνη (1998)              3 Α.Α.Δ. 452).

 

Τέλος, επισημαίνεται η μεγάλη διαφορά μεταξύ της κρίσης του εκπρόσωπου της Διευθύντριας Μέσης Εκπαίδευσης και των καθ'ων η αίτηση και υποβάλλεται ότι η κρίση του εκπρόσωπου αγνοήθηκε ουσιαστικά, παντελώς. Να σημειωθεί ότι ο μεν εκπρόσωπος βαθμολόγησε τον αιτητή με             2 μονάδες, ενώ οι καθ'ων η αίτηση με 0.50.

 

Σύμφωνα με το Νόμο, η κρίση του λειτουργού δεν αποτελεί κριτήριο επιλογής παρά μόνο παράγοντα για τη διαμόρφωση κρίσης από την Επιτροπή για την απόδοση των υποψηφίων και δεν είναι δεσμευτική για αυτήν. Όπως αναφέρεται στην Υπόθεση Αρ. 1341/2006, Σοφοκλή ν. Δημοκρατίας, 4/9/2009:

 

 "Η διαφορά που παρατηρήθηκε στην αριθμητική αξιολόγηση της απόδοσής του από την εκπρόσωπο του Διευθυντή και την Ε.Ε.Υ. δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αξιολόγηση της τελευταίας, ως χαμηλότερη, στερείτο αντικειμενικότητας. Η παρουσία του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ή του Διευθυντή του οικείου Τμήματος ή του εκπροσώπου τους κατά τη διαδικασία των συνεντεύξεων ενώπιον της Ε.Ε.Υ. προβλέπεται στο άρθρο 35Β(9) του Νόμου και έχει δυνητικό χαρακτήρα - («μπορεί να παρευρίσκεται») - οι κρίσεις δε που εκφέρονται από αυτούς για την απόδοση των υποψηφίων δεν αποτελούν στοιχείο κρίσης αλλά μόνο παράγοντα βοηθητικό του έργου της Ε.Ε.Υ., την οποία και δε δεσμεύουν. Η τελευταία διατηρεί τη δυνατότητα να καταλήξει σε δικά της διαφορετικά συμπεράσματα, χωρίς να απαιτείται αιτιολόγηση της τυχόν διαφορετικής της άποψης - (βλ. Γιώργος Νεάρχου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1372/07, 6/7/09)."

 

 

Στα πλαίσια του δεύτερου λόγου ακύρωσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν προέβηκαν σε δέουσα έρευνα αναφορικά με τα προσόντα του και επομένως λειτούργησαν υπό πλάνη. Είναι η θέση του αιτητή ότι εσφαλμένα οι καθ'ων η αίτηση απέδωσαν μόνο μια μονάδα για το πρόσθετο προσόν το οποίο κατείχε. Ισχυρίζεται ότι είχε θέσει τόσο ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσο και ενώπιον των καθ'ων η αίτηση το Postgraduate Diploma το οποίο κατείχε και γι' αυτό το λόγο η Συμβουλευτική Επιτροπή του έδωσε, όπως αναφέρει στην έκθεση της, 2 μονάδες. Οι καθ'ων η αίτηση εσφαλμένα και υπό πλάνη δεν έλαβαν υπόψη τους το Diploma του, αλλά μόνο το Certificate και γι' αυτό του έδωσαν μόνο μια μονάδα. Από την άλλη, οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι το συγκεκριμένο πτυχίο (Postgraduate Diploma) δεν λήφθηκε υπόψη γιατί δεν ήταν ενώπιον τους κατά το χρόνο λήψης της επίδικης απόφασης. Θεωρώ ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν προέβηκαν, υπό τις περιστάσεις, στη δέουσα έρευνα αναφορικά με τα προσόντα του αιτητή. Στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η οποία όπως πολύ ορθά και ο αιτητής επισημαίνει απαρτίζετο από ειδικούς οι οποίοι ήταν σε θέση να διακρίνουν μεταξύ του τίτλου Certificate και Diploma, γίνεται ρητή αναφορά σε Postgraduate Diploma. Αυτό ήταν αρκετό για να πυροδοτήσει την υποχρέωση των καθ'ων η αίτηση να προβούν στη δέουσα έρευνα για σκοπούς διακρίβωσης των πραγματικών γεγονότων που περιέβαλλαν το συγκεκριμένο ζήτημα και με βάση το αποτέλεσμα της έρευνας τους να αιτιολογήσουν την απόφαση τους να μειώσουν κατά μία μονάδα τον αριθμό των μονάδων που η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε δώσει στον αιτητή για το συγκεκριμένο πτυχίο, πράγμα όμως που δεν έπραξαν. Αντ' αυτού, οι καθ'ων η αίτηση, χωρίς να δώσουν οποιαδήποτε αιτιολογία, μείωσαν τη βαθμολογία του αιτητή επειδή έκριναν ότι εσφαλμένα του δόθηκαν δύο μονάδες εφόσον το πτυχίο του ήταν μόνο Certificate. Διεξήλθα προσεκτικά το υλικό που τέθηκε ενώπιον μου. Πουθενά δεν έχω εντοπίσει οποιαδήποτε αναφορά σε διεξαγωγή έρευνας με αντικείμενο το συγκεκριμένο θέμα, παρά την ύπαρξη ρητής αναφοράς στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής σε Postgraduate Diploma. Η συγκεκριμένη παράλειψη των καθ'ων η αίτηση σφραγίζει και τη μοίρα της επίδικης απόφασης, η οποία και θα πρέπει να ακυρωθεί. Το γεγονός ότι στην αίτηση του ο αιτητής δεν έκαμε αναφορά σε Postgraduate Diploma, δεν αναιρεί τα όσα έχω ήδη αναφέρει πιο πάνω και συνακόλουθα την κατάληξη μου ότι, υπό τις περιστάσεις, επιβαλλόταν η διεξαγωγή έρευνας. Το γεγονός και μόνο ότι στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής γίνεται ρητή αναφορά σε Diploma αντί Certificate, ήταν αρκετό, έστω και αν στην αίτηση του αιτητή δεν γινόταν αναφορά σε Diploma, να πυροδοτήσει τη διεξαγωγή έρευνας.

 

Η επίδικη απόφαση υπόκειται σε ακύρωση και για ακόμα ένα λόγο, αυτόν της έλλειψης πρακτικών των συνεδριάσεων της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ο οποίος επίσης προβάλλεται ως αυτοτελής λόγος ακύρωσης.

 

 

 

Η Συμβουλευτική Επιτροπή ετοίμασε έκθεση ημερομηνίας 26/2/2010, την οποία υπογράφουν όλα τα μέλη της. Στην προκείμενη περίπτωση, δεν υπάρχουν πρακτικά των συνεδριάσεων της. Υπάρχει μόνο αναφορά ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή μελέτησε τους φακέλους των υποψηφίων και προέβηκε σε αριθμητική αποτίμηση όλων των στοιχείων και ετοίμασε σχετικό κατάλογο. Δεν γίνεται αναφορά σε συνεδρία που έγινε και ποιοι ήσαν παρόντες. Ούτε και μπορώ να θεωρήσω την έκθεση ως πρακτικό συνεδρίας. Με δεδομένη την έλλειψη των πρακτικών, δεν είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος της απόφασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Στην υπόθεση Χρυσάφη ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 550, εξετάστηκε παρόμοιο θέμα και αποφασίστηκε ότι:

 

"Την ανεπάρκεια της Έκθεσης, σε ό,τι αφορά την πληροφόρηση ως προς τα όσα ενδιαφέρουν σε σχέση με τη σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, την αναφέρουμε ως μέρος της περιγραφής του προβλήματος. Γιατί και πλήρη στοιχεία να παρείχε, αυτό δεν θα ήταν αρκετό. Η νομολογία απαιτεί σε τέτοιες περιπτώσεις την τήρηση πρακτικών: βλ. Medcon Construction and others v. Republic (1968) C.L.R. 535. Το ίδιο και το άρθρο 24(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99) σύμφωνα με το οποίο:

«24. - (1) Πρέπει να τηρούνται λεπτομερή πρακτικά των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων, στα οποία να διατυπώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις που λαμβάνονται. Η τήρηση άρτιων πρακτικών είναι υποχρέωση κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία.»

 

Τα πρακτικά αποτελούν, ως η μόνη αυθεντική πηγή για τα όσα συνθέτουν τη διαδικασία, προϋπόθεση της χρηστής διοίκησης. Χωρίς αυτά καθίσταται εν προκειμένω ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος και η προσβληθείσα διοικητική απόφαση οδηγείται αναπόφευκτα σε ακύρωση."

 

 

(Σχετική είναι η Yπόθεση Αρ. 1149/2005 κ.ά, Κούμα κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 29/5/2009).

 

 

 

 

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

 

                                                       Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,

                                                                    Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ



[1] Αρχικά η προσφυγή στρεφόταν εναντίον τριών ενδιαφερόμενων μερών, αλλά στη συνέχεια αποσύρθηκε εναντίον των δύο.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο