ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
PIERIS ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 1054
Λοΐζου Χριστάκης ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (2004) 3 ΑΑΔ 68
Κατσελλή Γιαννούλα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 585
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.158 /2009)
20 Μαρτίου, 2012
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ Γ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Αιτητή,
-και -
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟY ΥΔΡΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ
Καθ΄ου η αίτηση.
------------------------
(Υποθ. Αρ.213 /2009)
ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
Αιτητή,
-και -
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΡΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ
Καθ΄ου η αίτηση.
------------------------
κ.Α.Σ.Αγγελίδης, για τον αιτητή στην 158/2009
Α.Ευσταθίου, (κα.), για τον αιτητή στην 213/2009
Ρ.Ιάσωνος, (κα.), για τους καθ΄ων η αίτηση
Αλ.Κουντουρή, (κα.) για ενδιαφερόμενο μέρος
-----------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η διαδικασία πλήρωσης της θέσης του Βοηθού Αρχιεπιστάτη στο Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού («το Συμβούλιο»), που αρχικώς προκηρύχθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1996 δεν έμελλε μέχρι σήμερα να ολοκληρωθεί, αφού η παρούσα προσφυγή είναι η τέταρτη στη σειρά που καταχωρήθηκε με στόχο την αμφισβήτηση της νομιμότητας του εκάστοτε, υπό του Συμβουλίου, διορισθέντος για την πιο πάνω θέση.
Στις 15 Μαρτίου 1999, στα πλαίσια της προσφυγής υπ΄αριθμό 642/97 ο Θεόδωρος Παπαθεοδώρου, νυν ενδιαφερόμενος στην παρούσα προσφυγή, αμφισβήτησε τη νομιμότητα του διορισμού του Ανδρέα Αντωνίου, νυν αιτητή στην προσφυγή 213/2009. Πέτυχε την ακύρωση του διορισμού του Αντωνίου στη θέση του Βοηθού Αρχιεπιστάτη, λόγω ελλιπούς καταγραφής στα πρακτικά των διαμειφθέντων υπό του Συμβούλιου, που καθιστούσε ανέφικτο το δικαστικό έλεγχο.
Το Συμβούλιο προχώρησε σε επανεξέταση και στις 2 Σεπτεμβρίου 1999 επαναδιόρισε τον κ.Αντωνίου στη θέση του Βοηθού Αρχιεπιστάτη. Με την προσφυγή υπ΄αρθμό 1302/1999 ο κ.Παπαθεοδώρου αμφισβήτησε την ορθότητα του πιο πάνω διορισμού και πέτυχε ακύρωση επειδή, όπως αποφασίστηκε, έπασχε η σύσταση του διευθυντή του Συμβουλίου η οποία δεν αντικατόπτριζε τη πραγματική εικόνα ως προς τα προβλήματα σχέσεων, συνεργασίας του τότε αιτητή, κατ΄αντίθεση προς τις υφιστάμενες αιτιολογικές εκθέσεις της τότε περιόδου.
Μετά την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση το Συμβούλιο με απόφαση του ημερ. 22 Μαρτίου 2004, επαναδιόρισε τον κ.Παπαθεοδώρου στη θέση του Βοηθού Αρχιεπιστάτη. Οι νυν αιτητές Χαράλαμπος Χαραλάμπους και Ανδρέας Αντωνίου καταχώρισαν τις αντίστοιχες προσφυγές 479/2004 και 493/2004. Το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 8 Αυγούστου 2008 ακύρωσε τον πιο πάνω διορισμό γιατί, όπως αποφασίστηκε, δεν αιτιολογήθηκε επαρκώς η απόφαση του Συμβουλίου.
Όπως σημείωσα και προγενέστερα πιο πάνω και πάλιν το Συμβούλιο αποφάσισε, στις 20 Ιανουαρίου 2009 την προαγωγή του κ.Παπαθεοδώρου στη θέση του Βοηθού Αρχιεπιστάτη, αναδρομικώς από την 1 Ιουλίου 1997, το αντικείμενο των δύο προσφυγών που κατατέθηκαν από τους Χαράλαμπο Χαραλάμπους (159/2009) και Αντώνη Αντωνίου (213/2009).
Προβλήθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, στην προσφυγή 159/2009, ότι το Συμβούλιο ενήργησε κατά παράβαση του υφισταμένου δεδικασμένου το οποίο πηγάζει από την προσφυγή 479/2004. Στην εν λόγω προσφυγή, συνέχισε ο κ.Αγγελίδης, υιοθετήθηκε το σκεπτικό της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Χριστάκης Λοϊζου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (2004) 3 Α.Α.Δ. 68.
Στο σημείο αυτό επειδή γίνεται από όλες τις πλευρές αναφορά στην εν λόγω απόφαση, (Λοϊζου) θεωρώ απαραίτητο να παραθέσω τα στοιχεία τα οποία πηγάζουν από την εν λόγω απόφαση.
Το Συμβούλιο, νυν Καθ΄ων η αίτηση, είχε διορίσει τον Ανδρέα Παναγή στη θέση του Αρχιεπιστάτη. Στα πλαίσια της προσφυγής 59/2009 ο Χριστάκης Λοϊζου αμφισβήτησε την ορθότητα της απόφασης και ιδιαιτέρως κατά πόσο ο εν λόγω Παναγή διέθετε το προσόν «Απολυτήριο Αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης». Το Συμβούλιο είχε αποφασίσει ότι ο εν λόγω Παναγή είχε πτυχίο ισοδύναμο με απολυτήριο η κρίση του θεωρήθηκε ορθή και η προσφυγή απορρίφθηκε. Στα πλαίσια της Αναθεωρητικής ΄Εφεσης (Λοϊζου), που ανέφερα ανωτέρω, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε στη σελίδα 71 ότι:
«Αφ΄ης στιγμής το σχέδιο υπηρεσίας δεν άφηνε περιθώριο ικανοποίησης του απαιτουμένου προσόντος από άλλο ισοδύναμο προσόν, ήταν εκτός της διακριτικής ευχέρειας του διορίζοντος οργάνου να επεκτείνει με αυτό τον τρόπο την απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας και να κρίνει πως ισότιμο προσόν θα το ικανοποιούσε. ΄Ετσι, αφού δεν υπήρχε πρόβλεψη για ικανοποίηση του προσόντος με κατοχή άλλου ισότιμου προσόντος ή πτυχίου, κρίνουμε πως ο καθ΄ου η αίτηση ενήργησε σαφώς εκτός των ορίων της διακριτικής του ευχέρειας και καθ΄υπέρβαση εξουσίας και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι: «ερμήνευσε» το σχέδιο υπηρεσίας εντός των επιτρεπομένων ορίων».
Ως αποτέλεσμα τούτου η εν λόγω έφεση έγινε αποδεκτή και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώθηκε.
Αυτό το σκεπτικό της απόφασης Λοϊζου (ανωτέρω), υιοθετήθηκε, όπως υποστήριξε ο κ.Αγγελίδης και στην απόφαση του Δικαστηρίου στην προσφυγή 479/2004. Αντί το Συμβούλιο να εφαρμόσει την εν λόγω απόφαση ανεξήγητα, όπως ανέφερε, ζήτησε και έλαβε νέα επιβεβαίωση από το αρμόδιο Υπουργείο Παιδείας σε συνάρτηση με το δίπλωμα που κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος και αυτό είναι απολυτήριο πεντατάξιας Τεχνικής Σχολής. Η εν λόγω επιστολή του Υπουργείου Παιδείας δεν εισάγει οτιδήποτε το νέο έτσι ώστε να διαφοροποιεί την κατάσταση και η απόφαση θα πρέπει για το λόγο αυτό, όπως κατέληξε ο συνήγορος, να ακυρωθεί. Διαζευκτικώς, υποστήριξε ο κ.Αγγελίδης ότι υπήρχε έλλειψη δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ΄ων η αίτηση και τέλος εισηγήθηκε ότι κατά το στάδιο της επανεξέτασης οι καθ΄ων η αίτηση προχώρησαν στο διορισμό του ενδιαφερομένου χωρίς να αναζητήσουν νέα σύσταση από το διευθυντή.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, στην προσφυγή 213/2009, υποστήριξε ότι το Συμβούλιο ενήργησε καθ΄υπέρβαση εξουσίας γιατί προχώρησε στο διορισμό του ενδιαφερομένου χωρίς ο τελευταίος να πληροί την πρώτη προϋπόθεση του σχεδίου υπηρεσίας, η οποία απαιτεί ύπαρξη απολυτηρίου αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης. Το θέμα αυτό, συνέχισε η συνήγορος, είχε απασχολήσει το Ανώτατο Δικαστήριο στις προηγούμενες προσφυγές των αιτητών 479/2004 και 493/2004 και στην απόφαση καθορίστηκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε απολυτήριο πενταταξίου σχολείου συμπληρώνοντας πενταετή φοίτηση. Το Συμβούλιο, συνέχισε, αναζήτησε, με νέα επιστολή, γνωμάτευση από το Υπουργείο Παιδείας και χαρακτήρισε τους λόγους ακύρωσης, οι οποίοι προσδιορίζονται στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 8 Αυγούστου 2008, ως τυπικού χαρακτήρα και θεώρησε ότι το ενδιαφερόμενο κατέχει τα απαιτούμενα στο σχέδιο υπηρεσίας προσόντα.
Υπάρχει, πρόσθεσε η κα.Ευσταθίου, δικαστικό πλέον εύρημα, ότι το απολυτήριο του ενδιαφερόμενου δεν είναι ισότιμο του προσόντος που απαιτείται για τη θέση, ήτοι Απολυτήριο αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης με βάση την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Λοϊζου. Από το ίδιο το κείμενο της επιστολής του Υπουργείου Παιδείας αναφέρεται ότι ο κ.Παπαθεοδώρου «κατέχει απολυτήριο Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης διετούς φοίτησης». Αυτό είπε δεν αλλοιώνει την ουσία του θέματος και η απόφαση στην προσφυγή 479/2004 δεν άφηνε οποιονδήποτε περιθώριο διαφορετικής προσέγγισης από το Συμβούλιο.
΄Ενας περαιτέρω λόγος ακυρώσεως, εισηγήθηκε η συνήγορος του αιτητή, είναι το γεγονός ότι από την απόφαση του Συμβουλίου δεν φαίνεται πώς και γιατί είχε παραγνωριστεί η σύσταση του Διευθυντή, η οποία δόθηκε προς όφελος του αιτητή Αντωνίου. Δεν υπάρχει, κατέληξε, ειδική αιτιολόγηση παραγνώρισης της πιο πάνω σύστασης.
Η ευπαίδευτη συνήγορος για τους καθ΄ων η αίτηση εισηγήθηκε ότι το Συμβούλιο ενήργησε βασιζόμενο στο περιεχόμενο της βεβαιώσεως που δόθηκε από το Υπουργείο Παιδείας, με επιστολή ημερ. 2 Σεπτεμβρίου 2008. Η εν λόγω βεβαίωση εισηγήθηκε η κα.Ιάσωνος προσδιόρισε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει απολυτήριο διετούς φοίτησης. Το Συμβούλιο ενεργώντας μέσα στα πλαίσια της δικής του παρεχόμενης εξουσίας, κρίσεως των προσόντων κάθε υποψηφίου όπως καθορίζει η νομολογία, θεώρησε το εν λόγω προσόν ως ισοδύναμο και προχώρησε νομίμως στον επαναδιορισμό του ενδιαφερομένου στη θέση του Βοηθού Αρχιεπιστάτη.
Η ευπαίδευτη συνήγορος για το ενδιαφερόμενο μέρος εισηγήθηκε ότι μπορεί οι προσφυγές για την εν λόγω θέση να είναι τέσσερις στον αριθμό, πλην, όμως, οι δύο πρώτες δεν προήλθαν από αιτήσεις των αιτητών αλλά από αιτήσεις του ενδιαφερομένου μέρους.
Το Συμβούλιο, πρόσθεσε η κα.Κουντουρή υιοθέτησε, την καθοδήγηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και προχώρησε στη διερεύνηση του ζητήματος των προσόντων του ενδιαφερομένου και δη, το κατά πόσο κατέχει ή όχι το απαιτούμενο, με το σχέδιο υπηρεσίας, προσόν του Απολυτηρίου ανεγνωρισμένης Μέσης Σχολής Εκπαίδευσης. ΄Εκρινε δε ότι το εν λόγω προσόν ήταν ισοδύναμο και έτσι προχώρησε στο διορισμό του ενδιαφερομένου.
Στην προκείμενη υπόθεση διαπιστώνω, από πλευράς Συμβουλίου, μια επανάληψη της διαδικασίας, όπως αυτή εξελίχθηκε και αναλύθηκε με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στα πλαίσια της προσφυγής 479/2004.
Το Συμβούλιο με την τότε απόφαση του ημερ. 22 Μαρτίου 2004, που ήταν το αντικείμενο της πιο πάνω προσφυγής, έκρινε το απολυτήριο της πεντατάξιας Τεχνικής Σχολής που κατείχε ο ενδιαφερόμενος ως ισοδύναμο με το απαιτούμενο προσόν του Απολυτηρίου ανεγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης που απαιτούσε το σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης του Βοηθού Αρχιεπιστάτη, στηριζόμενο στην πληροφόρηση που έδωσε ο διευθυντής της Τεχνικής Σχολής στον Πρόεδρο του Συμβουλίου.
Στην παρούσα διαδικασία το Συμβούλιο βάσισε την κρίση του για το θέμα της κατοχής του απαιτουμένου προσόντος από το ενδιαφερόμενο μέρος, στην επιστολή του Διευθυντή Τεχνικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου παιδείας ημερ. 9 Σεπτεμβρίου 2008, που αναφέρει ότι «ο πιο πάνω κατέχει απολυτήριο Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης διετούς φοίτησης».
Το σκεπτικό της απόφασης στην προσφυγή 479/2004, δεν αφήνει περιθώρια ερμηνείας όπως εισηγείται η συνήγορος του ενδιαφερομένου. ΄Αφησε το Δικαστήριο ανοικτό το θέμα της δυνατότητας του Συμβουλίου να διεξάγει έρευνα για το θέμα των προσόντων των υποψηφίων, πλην όμως προχώρησε και ένα βήμα πιο κάτω εφαρμόζοντας την αρχή που διατύπωσε η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Λοϊζου πιο πάνω. Κρίθηκε κατά τη γνώμη μου τελεσιδίκως το θέμα της αναγκαιότητας ύπαρξης Απολυτηρίου αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης. Αυτό το σκέλος της δεσμευτικής κρίσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επέλεξε το Συμβούλιο να παραγνωρίσει σε μια προσπάθεια ικανοποίησης αλλότριου, όπως μπορεί να καταφανεί, λόγου. Η διατύπωση στην υπόθεση Λοϊζου ήταν σαφής, τονίζοντας ότι η «ερμηνεία» που τότε επιχείρησε το τότε Συμβούλιο ήταν, όπως και τώρα εκτός των ορίων της διακριτικής του ευχέρειας. Ως προς το δεδικασμένο η νομολογία επιβεβαιώθηκε πρόσφατα στην Α.Ε. 175/2007 Παρούτη ν. Δημοκρατίας, ημερ. 3 Φεβρουαρίου 2011, όπου αναφέρθηκε το εξής:
«Ως προς το δεδικασμένο τονίστηκαν τα εξής στην υπόθεση Κατσελλή ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 585, σελ.587.
«Το δεδικασμένο προϋποθέτει κατ΄αρχήν τη δικαστική απόφαση επί της ουσίας εγειρομένης διαφοράς και όχι επί καταλήξεων όταν αυτές είναι αποτέλεσμα της έλλειψης των προϋποθέσεων για την εξέταση της ουσίας (Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349, 360). Η δικαστική απόφαση δεν περιορίζεται σε μόνο το διατακτικό αλλά εκτείνεται και στην όποια διαπίστωση του δικαστηρίου επί επίδικου θέματος, πραγματικού ή νομικού, στο βαθμό που απαιτείται για την κατάληξη την οποία εκφράζει το διατακτικό (βλ.επίσης Pieris n. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054)."
Στην υπό εξέταση περίπτωση υπάρχει τελεσίδικη απόφαση επί του θέματος των προσόντων που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης του Βοηθού Αρχιεπιστάτη και δεν ακολουθήθηκε. Συνεπώς ο λόγος ακυρώσεως είναι βάσιμος. Ο λόγος αυτός είναι κοινός και στις δυο προσφυγές, συνακόλουθα, αμφότερες θα έχουν επιτυχή κατάληξη, χωρίς να παρίσταται ανάγκη να εξεταστούν οι υπόλοιποι λόγοι ακυρώσεως.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται με έξοδα υπέρ των αιτητών στις προσφυγές 158/2009 και 213/09 και εναντίον των καθ΄ων η αίτηση.
Κ.Παμπαλλής,
Δ.