ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1267/2009)

 

29 Φεβρουαρίου, 2012

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ «ΟΡΟΣ» (ΙΑΚΩΒΟΣ ΣΚΟΥΦΑΡΗΣ) ΛΤΔ,

 

Αιτήτρια,

 

-ν-

 

1.    ΕΠΑΡΧΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

2.    ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΙΝΑ ΟΡΟΥΣ,

 

Καθ΄ων η Aίτηση.

 

- - - - - -

 

Θ. Κουσπή για Ι. Νικολάου, για την Αιτήτρια.

 

Β. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ΄ου η Αίτηση αρ.1.

 

Σπ. Χριστοδούλου-Γεωργίου, για τους Καθ΄ων η Αίτηση αρ. 2.

 

Καμιά εμφάνιση, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

- - - - - -                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια εταιρεία ήταν ένας από τους τέσσερις προσφοροδότες που υπέβαλαν προσφορά κατόπιν προκήρυξης από τους καθ΄ων η αίτηση αρ. 2, για εργασίες επένδυσης υφιστάμενων τοίχων αντιστήριξης στον υπεραστικό δρόμο Αστρομερίτη-Τροόδους. Η προσφορά της αιτήτριας ήταν σημαντικά χαμηλότερη από εκείνη του ενδιαφερόμενου μέρους που έπετο. Οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 2, σε συνεδρία τους ημερομηνίας 5.6.2009, κατά την αξιολόγηση των προσφορών, αποφάσισαν όπως διεξαγάγουν έρευνα κατά πόσο η προσφορά της αιτήτριας μπορούσε να γίνει αποδεκτή "...γιατί η σύζυγος του κυρίου Σκουφάρη είναι μέλος του Κ.Σ. και μέτοχου της εν λόγω εταιρείας."

 

Σημειώνεται ότι η αναφορά στη "σύζυγο του κυρίου Σκουφάρη" ήταν για την κα Αστέρω Σκουφάρη, η οποία παρουσιάζεται στο τηρηθέν πρακτικό της 5.6.2009 ως Μέλος του Κ.Σ. (Κοινοτικού Συμβουλίου) το οποίο ήταν απών από τη συνεδρία, ενώ ο κ. Σκουφάρης είναι ο Διευθυντής και μέτοχος της αιτήτριας. Ακολούθως, το Συμβούλιο των καθ΄ων η αίτηση αρ. 2, με επιστολή του ημερομηνίας 29.6.2009, πληροφόρησε το Διευθυντή της αιτήτριας εταιρείας ότι η προσφορά του, "δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή και να εξεταστεί από το Συμβούλιο, γιατί η σύζυγος σας είναι μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου."

 

Ο δικηγόρος της αιτήτριας, με επιστολή του προς τους καθ΄ων η αίτηση αρ. 2, η οποία δε φέρει ημερομηνία αλλά σφραγίδα λήψης ημερομηνίας 9.7.2009, γνωστοποίησε την πρόθεσή της αιτήτριας όπως καταχωρήσει ιεραρχική προσφυγή εναντίον της απόφασής τους, προβάλλοντας κατά κύριο λόγο τον ισχυρισμό ότι η σύζυγος του Διευθυντή της αιτήτριας είχε παραιτηθεί από τη θέση της ως μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου των καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 με επιστολή της ημερομηνίας 7.11.2008, αντίγραφο της οποίας και επεσύναπτε. Προβαλλόταν περαιτέρω ο ισχυρισμός ότι η απόφαση για αποκλεισμό της αιτήτριας από το διαγωνισμό ήταν παράνομη και/ή προϊόν πλάνης, αφού η σύζυγος του Διευθυντή της Εταιρείας δεν είχε παραστεί στη συνεδρία ημερομηνίας 5.6.2009 όπου λήφθηκε η απόφαση. Λόγω τούτων, εζητείτο όπως αναθεωρηθεί η αρχική απόφαση των καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 και ανακληθεί η επίδικη απόφαση.

 

Η επίδικη απόφαση όμως δεν ανακλήθηκε και οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 με επιστολή της δικηγόρου τους ημερομηνίας 9.7.2009, απέρριψαν τους ισχυρισμούς της αιτήτριας. Ως προς το εγερθέν θέμα της παραίτησης της κας Σκουφάρη, ήταν η θέση των καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 ότι το Κοινοτικό Συμβούλιο ουδέποτε είχε οποιανδήποτε γραπτή παραίτησή της ή γνώση τέτοιου θέματος και ότι από έρευνα η οποία έγινε στα αρχεία του Εφόρου Εκλογών, η κα Σκουφάρη ήταν και εξακολουθούσε να είναι Μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου.

 

Θα προσπαθήσω να είμαι σύντομος.

 

Ο κύριος ισχυρισμός της αιτήτριας στον οποίο στήριξε επιχειρήματα και λόγο ακύρωσης περί παραίτησής της ως Μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου είναι αβάσιμος.

 

Όπως διαπιστώνεται από τη μελέτη των εγγράφων που περιέχονται στον κατατεθέντα στο Δικαστήριο διοικητικό φάκελο, η επιστολή παραίτησης ημερομηνίας 7.11.2008 την οποία επικαλείται η αιτήτρια, δεν είχε ποτέ το αποτέλεσμα που ισχυρίζεται, δηλαδή την παραίτησή της. Η επιστολή εκείνη είναι μια χειρόγραφη επιστολή, την οποία η κα Σκουφάρη απηύθυνε προς τον Έπαρχο Λευκωσίας, στην οποία αυτή παραθέτει κάποια προσωπικά παράπονα περί παρενόχλησής της από ένα άλλο Μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου. Το κείμενο της επιστολής άρχιζε ως εξής:

 

"Όπως σας ανέφερα σε συνάντηση που είχαμε στις 4.11.08 στο γραφείο σας πρόθεση μου ήταν και είναι να παραιτηθώ από μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου Σινά Όρους."

 

Αφού δε εκθέτει τα παράπονά της η κα Σκουφάρη, αναφέρει ως κατακλείδα:

 

". ντρέπομαι να λέω ότι είμαι μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου Σινά-Όρος και για αποφυγήν χειρότερων καταστάσεων, θέτω την παραίτηση μου στην διάθεση σας."

 

Το ασφαλές συμπέρασμα το οποίο εξάγεται από το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής δεν είναι άλλο παρά η έκφραση της πρόθεσης του Μέλους όπως παραιτηθεί, πρόθεση που είχε και προηγουμένως, όπως η ίδια ανέφερε, χωρίς όμως να έχει υποβάλει παραίτηση. Καταλήγει δε και πάλι χωρίς να υποβάλλει παραίτηση, παρά μόνο να θέτει την παραίτησή της στη διάθεση του Επάρχου. Ο δε Έπαρχος σε καμιά ενέργεια προφανώς δεν προέβηκε, με αποτέλεσμα η κα Σκουφάρη να παρέμενε Μέλος του Κοινοτικού  Συμβουλίου κατά πάντα ουσιώδη χρόνο.

 

Το παράπονο της αιτήτριας ότι η αιτιολογία πως η κα Σκουφάρη ήταν Μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου δεν αρκούσε, δεν έχει έρεισμα. Παρόλον ότι πράγματι αυτή ήταν η πληροφόρηση που περιείχετο στην κοινοποίηση της επίδικης απόφασης προς την αιτήτρια με την επιστολή ημερομηνίας 29.6.2009, εν τούτοις, το πλήρες κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, όπως αυτό καταγράφηκε στο τηρηθέν πρακτικό ημερομηνίας 5.6.2009, ξεκάθαρα ανέφερε ότι παράλληλα προς το γεγονός ότι η κα Σκουφάρη ήταν Μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου, ήταν και μέτοχος της αιτήτριας εταιρείας. Σύμφωνα δε με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σε περίπτωση κατά την οποία η δοθείσα ή κοινοποιηθείσα αιτιολογία είναι ελλιπής, αναγνωρίζεται η δυνατότητα συμπλήρωσής της άλλ΄ όχι αναπλήρωσής της, από στοιχεία υπάρχοντα εντός του διοικητικού φακέλου. [Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ. (2000) 3 ΑΑΔ 438 και Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 145].

 

Θα εξετάσω στη συνέχεια τη νομική πτυχή της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Νομική βάση για την απόφαση των καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 δεν παρατίθεται είτε στην ίδια την απόφασή τους είτε στην επιστολή κοινοποίησής της προς την αιτήτρια. Όπως όμως διαφαίνεται τόσο από τις παραστάσεις στις οποίες προέβηκαν οι αντίδικες πλευρές, όσο και από την αλληλογραφία μεταξύ των καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 και του καθ΄ου η αίτηση αρ. 1, η βάση στην οποία στηρίχτηκε η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν οι πρόνοιες του Άρθρου 16(2)(στ) του περί  Κοινοτήτων Νόμου (Νόμος αρ. 86(Ι)/1999), όπως τροποποιήθηκε. Συγκεκριμένα, στην επιστολή του καθ΄ου η αίτηση αρ. 1 Επάρχου προς τους καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 ημερομηνίας 24.7.2009 γινόταν αναφορά στην προσβαλλόμενη απόφαση ως εξής:

 

"(α) Έχετε αποφασίσει να προβείτε στην απόρριψη της προσφοράς της εργοληπτικής εταιρείας «Όρος» Ιάκωβος Σκουφάρης Λτδ, με την αιτιολογία ότι η σύζυγος του Διευθυντή της εν λόγω εταιρείας κα Αστέρω Σκουφάρη είναι μέλος του Κοινοτικού σας Συμβουλίου, βασιζόμενοι απ΄ ότι αντιλαμβάνομαι στο άρθρο 16(2)(στ) του περί Κοινοτήτων Νόμου 86(Ι) του 1999 σύμφωνα με το οποίο δεν μπορεί να διατελεί κοινοτάρχης ή μέλος Συμβουλίου πρόσωπο που έχει οποιαδήποτε συμβατική σχέση με το Συμβούλιο για την εκτέλεση εργασιών ή την παροχή υπηρεσιών."

 

 

Το ακριβές κείμενο του προαναφερόμενου άρθρου του Νόμου έχει ως εξής:

 

16. - (1) Κοινοτάρχης ή μέλος Συμβουλίου μπορεί να εκλεγεί πρόσωπο το οποίο έχει το δικαίωμα του εκλέγειν και του οποίου το όνομα είναι καταχωρημένο στον εκλογικό κατάλογο, έχει συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας του κατά την ημέρα που έχει οριστεί για την υποβολή υποψηφιοτήτων και δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε από το ακόλουθα κωλύματα εκλογιμότητας:

 

(α)  ............................................

(β)  .............................................

(γ)  ............................................

 

 

(2) Δεν μπορεί να διατελεί κοινοτάρχης ή μέλος Συμβουλίου πρόσωπο το οποίο -

 

(α)   ..........................................

(β)   ..........................................

(γ)   ..........................................

(δ)   ..........................................

(ε)   ..........................................

(στ) έχει οποιαδήποτε συμβατική σχέση με το Συμβούλιο για την εκτέλεση εργασιών ή την παροχή υπηρεσιών με αμοιβή."

 

Είναι φανερό από τις πρόνοιες του προαναφερθέντος άρθρου ότι με αυτό δημιουργείται ένα νομικό εμπόδιο στην εκλογή προσώπου στη θέση Μέλους Κοινοτικού Συμβουλίου, ή στη συνέχιση της υπηρεσίας του ως Μέλους μετά την εκλογή του, στην περίπτωση κατά την οποία ενυπάρχει ή επισυμβαίνει ένα από τα εκτιθέμενα στο άρθρο κωλύματα. Όμως, είναι καθαρό ότι εκείνο το οποίο απαγορεύει το άρθρο δεν είναι την ίδια την επέλευση ή δημιουργία των συνθηκών που θα συνιστούσαν το κώλυμα. Απλά λέγει ότι αν διαπιστώνεται τέτοιο κώλυμα, τότε ένα πρόσωπο δεν μπορεί να εκλεγεί, ή αν εκλεγεί ως Μέλος, δεν μπορεί να διατηρήσει τη θέση του.

 

Αυτό είναι που άλλωστε ρητά αναφέρουν οι πρόνοιες των εδαφίων (3) και (4) του ίδιου άρθρου που ακολουθούν και έχουν ως εξής:

 

"(3) Σε περίπτωση που κατά τη διάρκεια της θητείας κοινοτάρχη ή μέλους Συμβουλίου υπάρξει οποιοδήποτε από τα κωλύματα εκλογιμότητας ή τα ασυμβίβαστα που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου, το εν λόγω πρόσωπο παύει να είναι κοινοτάρχης ή μέλος του Συμβουλίου, ανάλογα με την περίπτωση. Η θέση του κενώνεται και πληρούται σύμφωνα με τη διαδικασία που προνοείται στα άρθρα 36 και 40 του παρόντος Νόμου."

 

(4) Το Συμβούλιο και ο γραμματέας έχουν υποχρέωση να γνωστοποιούν στον Έπαρχο κάθε περίπτωση όπου παρουσιάζεται σε κοινοτάρχη ή μέλος του Συμβουλίου οποιοδήποτε κώλυμα εκλογιμότητας ή ασυμβίβαστο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου."

 

Είναι επομένως φανερό ότι η σύναψη συμβατικής σχέσης μεταξύ ενός Μέλους και του Συμβουλίου, δεν απαγορεύεται από το Νόμο εκείνο παρά μόνο, εάν αυτή πραγματωθεί, τότε θέτει άμεσα στο προσκήνιο θέμα νόμιμης παραμονής του Μέλους στη θέση του. Άρα, το Συμβούλιο των καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 δεν εδικαιολογείτο ή νομιμοποιείτο να απορρίψει την προσφορά της εταιρείας στην οποία ήταν Μέλος του Συμβουλίου. Όφειλε να εξετάσει την προσφορά και να προχωρήσει στη διαδικασία κατακύρωσης, εάν δε κατέληγε στην κατακύρωση του διαγωνισμού στην αιτήτρια εταιρεία, τότε θα εγειρόταν θέμα ασυμβίβαστου και συνέχισης παραμονής της κας Σκουφάρη στη θέση του Μέλους. Σε μια τέτοια περίπτωση, το Συμβούλιο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του προαναφερθέντος εδαφίου (4) του άρθρου 16 του Νόμου, θα έπρεπε να γνωστοποιούσε στον καθ΄ου η αίτηση αρ. 1 Έπαρχο, την επέλευση του ασυμβιβάστου, έτσι ώστε αυτός να ασκήσει τις αρμοδιότητές του για τα περαιτέρω.

 

Η εισήγηση του συνηγόρου της αιτήτριας ότι η προσφορά της θα μπορούσε νόμιμα να εξετασθεί από το Συμβούλιο, αφού η κα Σκουφάρη δεν παρίστατο στις συνεδρίες του Συμβουλίου που επιλαμβανόταν του διαγωνισμού, είναι ορθή και υποστηρίζεται από τις πρόνοιες του άρθρου 42 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Νόμος αρ. 158(Ι)/1999), οι οποίες διασφαλίζουν την εφαρμογή των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης σε τέτοιες περιπτώσεις. Πιο συγκεκριμένα, το άρθρο 42(1) και (2) του Νόμου προβλέπει τα ακόλουθα:

 

"42.(1) Κάθε διοικητικό όργανο που μετέχει στην παραγωγή διοικητικής πράξης, πρέπει να παρέχει τα εχέγγυα της αμερόληπτης κρίσης.

 

(2) Δε μετέχει στην παραγωγή διοικητικής πράξης, πρόσωπο που έχει ιδιάζουσα σχέση ή συγγενικό δεσμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχι και του τέταρτου βαθμού ή βρίσκεται σε οξεία έχθρα με το άτομο που αφορά η εξεταζόμενη υπόθεση ή που έχει συμφέρον για την έκβαση της."

 

 

Η διαδικασία την οποία ακολούθησαν επομένως οι καθ΄ων η αίτηση ήταν εσφαλμένη και νομικά τρωτή.

 

Παρεμπιπτόντως, αναφέρω ότι δε συμφωνώ πως το γεγονός ότι το Μέλος του Συμβουλίου κα Σκουφάρη ήταν και μέτοχος της αιτήτριας εταιρείας, δεν μπορούσε να είχε ληφθεί υπόψη επειδή η έρευνα και έκδοση των σχετικών πιστοποιητικών έρευνας από το γραφείο του Εφόρου Εταιρειών έγινε μεταγενέστερα της προσβαλλόμενης απόφασης. Αυτές οι ενέργειες απλά επιβεβαίωσαν την πληροφόρηση την οποία είχε και έλαβε υπόψη το Συμβούλιο κατά το χρόνο της λήψης της απόφασης. Όμως, η πληροφόρηση και το στοιχείο τούτο ήταν ορθά και μπορούσαν να ληφθούν υπόψη.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, διαπιστώνεται ότι οι καθ΄ων η αίτηση ενήργησαν κάτω από νομική πλάνη ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του Νόμου και ο σχετικός λόγος ακύρωσης επιτυγχάνει.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται και τα έξοδα της προσφυγής επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των δύο καθ΄ων η αίτηση, ενώ σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος δεν εκδίδεται διαταγή εξόδων.

 

 

   K. Κληρίδης,

                                                                          Δ.

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο