ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 11/2010)
8 Φεβρουαρίου, 2012
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΣΙΗΤΤΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ,
2. ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Γ. Βαλιαντής για Λ. Παπαφιλίππου, για τον Αιτητή.
Α. Μαππουρίδης, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο Αστυνομικός Διευθυντής Λευκωσίας ενασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 69(1) του περί της Πρόληψης και της Καταστολής της Βίας στους Αθλητικούς Χώρους Νόμου, Ν.48(1)/2008 (ο Νόμος) εξέδωσε προκήρυξη, εν ονόματι της Δημοκρατίας με την οποία διατάχθηκε η απαγόρευση εισόδου έντεκα οπαδών των ομάδων Ομόνοιας και ΑΠΟΕΛ στο στάδιο ΓΣΠ κατά την διεξαγωγή του μεταξύ τους ποδοσφαιρικού αγώνα στις 13.12.09. Ο αιτητής ήταν μεταξύ των ατόμων των οποίων απαγορεύθηκε, κατά τα ανωτέρω, η είσοδος στο ΓΣΠ. Η προαναφερόμενη απόφαση του Αρχηγού, κοινοποιήθηκε στον αιτητή δι΄ επιστολής και είναι αυτή η απόφαση που προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή.
Το άρθρο 69(1) του Νόμου προνοεί,
«69.(1) Ο Αστυνομικός Διευθυντής ή Βοηθός Αστυνομικός Διευθυντής, κατόπιν έγκρισης του Αρχηγού Αστυνομίας, ο οποίος έχει στην κατοχή του στοιχεία ή σοβαρές πληροφορίες με βάση τα οποία εκτιμά ότι ο αγώνας ή η εκδήλωση πιθανόν να καταστεί σκηνή εκδήλωσης βίας ή ανάρμοστης συμπεριφοράς, δύναται να προβεί σε προκήρυξη ή να μεριμνήσει για την έκδοση προκήρυξης, εν ονόματι της Δημοκρατίας, με την οποία διατάσσεται ο αποκλεισμός ή η απαγόρευση της εισόδου επικίνδυνων οπαδών στον αθλητικό χώρο στον οποίο θα διεξαχθεί ο αγώνας ή η εκδήλωση.»
Ο όρος «επικίνδυνος οπαδός» ερμηνεύεται στο άρθρο 2 ως το πρόσωπο για το οποίο υπάρχουν βάσιμες πληροφορίες ή εύλογη υποψία ότι ενδέχεται να αποτελέσει κίνδυνο για τη δημόσια τάξη ή την ασφάλεια σε αθλητικούς χώρους.
Σύμφωνα με τα παραδεκτά γεγονότα, ο αιτητής είχε συλληφθεί δυνάμει εντάλματος σύλληψης ημερ. 16.11.09 στη βάση μαρτυρίας συμμετοχής του σε σοβαρά επεισόδια που διαδραματίστηκαν στα γήπεδα futsall του Nuevo Campo στις 15.11.09 κατά τα οποία είχε προκληθεί σοβαρός τραυματισμός φιλάθλου του ΑΠΟΕΛ. Σε ανακριτική του κατάθεση ημερ. 21.11.09 πρόβαλε άλλοθι το οποίο επιβεβαιώθηκε από ανεξάρτητη μαρτυρία ημερ. 25.11.09. Στις φωτογραφίες του κλειστού κυκλώματος από το χώρο των επεισοδίων που είχαν ληφθεί κατά την ώρα των επεισοδίων και εξετάστηκαν μεταγενέστερα, δεν εντοπίστηκε να συμμετέχει ο αιτητής ούτε και εξασφαλίστηκε οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία εναντίον του αλλά ούτε και ασκήθηκε ποινική δίωξη εναντίον του για τα προαναφερόμενα επεισόδια.
Σύμφωνα με καταχώρηση του αστυνομικού Διευθυντή Λευκωσίας ημερ. 7.12.09 ανώνυμος πληροφοριοδότης τον ενημέρωσε τηλεφωνικά ότι ταραχοποιοί οπαδοί της Παρτιζάν Βελιγραδίου θα έφθαναν στην Κύπρο για να συμμετέχουν σε επεισόδια στον επικείμενο αγώνα και θα φιλοξενούνταν από φανατικούς οπαδούς του ΑΠΟΕΛ, συμπεριλαμβανομένου του αιτητή και του αδελφού του. Επίσης, συμφώνα με τον ίδιο πληροφοριοδότη και σχετική καταχώρηση ημερ. 11.12.09 στο σωματείο ΑΠΟΕΛ πραγματοποιείτο σύσκεψη φανατικών οπαδών του μαζί με οπαδούς της Παρτιζάν Βελιγραδίου και του ΠΑΟΚ Θεσσαλονίκης, με σκοπό την οργάνωση επεισοδίων στον επικείμενο αγώνα της 13.12.09. Οι δυο αστυνομικοί που διερεύνησαν τις πιο πάνω πληροφορίες με αντίστοιχες καταθέσεις τους (παράρτημα 1 και 2 στην γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση) διέψευσαν τις πιο πάνω πληροφορίες. Ανέφεραν ότι αφού έθεσαν υπό παρακολούθηση όλους τους χώρους του αεροδρομίου Λάρνακας στις 12.12.09 δεν διαπίστωσαν καμία τέτοια άφιξη ή εντοπισμό προσώπων γιουγκοσλαβικής καταγωγής, φιλάθλων ή μελών της Χρυσής Αυγής ή οργανωμένων φιλάθλων της Ομόνοιας ή του ΑΠΟΕΛ. Επιπλέον δεν εμφανίστηκε ο αιτητής για τον πιο πάνω σκοπό.
Ο αιτητής, στη βάση των πιο πάνω γεγονότων, θεωρεί ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε αναιτιολόγητα και καταχρηστικά. Από το ερευνητικό έργο της αστυνομίας στις 7.12.09, στις 12 και 13.12.09 καταρρίφθηκαν οι όποιες πληροφορίες είχαν δοθεί για οργανωμένα επεισόδια βίας στον επίδικο ποδοσφαιρικό αγώνα. Λέγει επίσης ότι δεν υπάρχει σε κανένα έγγραφο η απόφαση του Αστυνομικού Διευθυντή με την οποία να «εκτίμησε» ότι «πιθανόν να εκδηλωθεί βία ή ανάρμοστη συμπεριφορά» ούτε υπήρχε οποιαδήποτε βάσιμη πληροφορία που θα μπορούσε να οδηγήσει σε τέτοια υποψία. Υποβάλλει επίσης πως δεν υπήρχαν στοιχεία που δημιουργούσαν εύλογη υποψία ότι είναι «επικίνδυνος οπαδός» στην έννοια του Νόμου.
Ο συνήγορος των καθ' ων η αίτηση αντιτείνει ότι σκοπός του νομοθέτη στην προκειμένη περίπτωση είναι η πρόληψη και ότι οι προϋποθέσεις έκδοσης της προκήρυξης είναι η «υπόνοια» και η «εκτίμηση». Για τον αιτητή ήταν αρκετή, όπως υποστηρίζει, η υποψία ότι θεάθηκε στα σοβαρά επεισόδια του Nuevo Campo και ότι το όνομα του τέθηκε μέσα στο γραπτό κατάλογο υπόπτων που συνελήφθησαν (Παράρτημα Γ στην ένσταση). Δεν χρειάζεται οι πληροφορίες να δίδονται γραπτώς ούτε είναι αναγκαίο να αξιολογούνται πλήρως μέσω υπηρεσιακών εγγράφων αφού κάτι τέτοιο είναι πρακτικά αδύνατο. Παραδέχεται επίσης ότι οι πληροφορίες σχετικά με τον αιτητή δεν επιβεβαιώθηκαν εκ των υστέρων, αλλά αυτό δεν αναιρεί τη σημασία που είχαν κατά την ώρα έκδοσης της προκήρυξης.
Η απόφαση απαγόρευσης της εισόδου του αιτητή στον ποδοσφαιρικό αγώνα συνιστά επέμβαση στο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του αιτητή και συγκεκριμένα στην ελευθερία του συνέρχεσθαι όπως προβλέπεται στο άρθρο 21 παρ.3 του Συντάγματος, αφού περιορίζει έστω και μεμονωμένα τη συμμετοχή ενός ιδιώτη σε μια ειρηνική συγκέντρωση. Το δικαίωμα της ελεύθερης συγκέντρωσης και του ελεύθερου συνεταιρίζεσθαι προστατεύεται επίσης από το άρθρο 11 της ΕΣΔΑ. Η προστασία ωστόσο τέτοιου δικαιώματος στον πυρήνα του και η απόλαυση του από όλους, προϋποθέτει τη διαφύλαξη και την τήρηση της δημόσιας τάξης, προκειμένου να αποτρέπεται η παράνομη συνάθροιση και η οχλαγωγία. Γι΄ αυτό το δικαίωμα του συνέρχεσθαι δύναται να τεθεί σε περιορισμούς δια νόμου, όπως εξάλλου κάθε ατομικό δικαίωμα για συγκεκριμένους λόγους. (Βλ. σχετικά Παύλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 584). Μεταξύ των λόγων δημοσίου συμφέροντος που σύμφωνα με την παρ.3 του άρθρου 21 μπορούν να περιορίσουν την άσκηση τέτοιου δικαιώματος περιλαμβάνεται η δημόσια τάξη, η δημόσια ασφάλεια και η συνταγματική τάξη.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο Νόμος και το συγκεκριμένο άρθρο που αποβλέπουν στην πρόληψη και/ή καταστολή της βίας στους αθλητικούς χώρους, ιδιαίτερα λόγω της κατά γενική εκτίμηση δραματικής αύξησης παραβατικών συμπεριφορών και ακραίων επεισοδίων στους χώρους αυτούς, κρίνεται συνταγματικός.
Ωστόσο η ορθή διοικητική εφαρμογή τέτοιων μέτρων βάσει νόμου που συνεπάγεται ανάλογη εξισορρόπηση μεταξύ επιτακτικής κοινωνικής αναγκαιότητας και του δημοσίου συμφέροντος από τη μια και της ειρηνικής απόλαυσης ατομικού δικαιώματος από την άλλη, επιβάλλει σαφή αιτιολογία και προσήλωση στις αρχές της χρηστής διοίκησης.
Στο βαθμό που η εν λόγω προκήρυξη αφορά στην πρόληψη/αποφυγή βίας σε μελλοντικούς αγώνες και εκδίδεται κάτω από επείγουσες περιστάσεις, θεωρώ πως δεν χρειάζεται η απόλυτη εξακρίβωση των πληροφοριών ούτε κατ' ανάγκην να κατονομάζονται οι πηγές ή/και να καταχωρούνται γραπτώς.
Στην προκειμένη περίπτωση υπήρχαν ανώνυμες πληροφορίες (παραρτήματα 7 και 8 στην γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση) που σε συνδυασμό με την κρισιμότητα του επικείμενου ποδοσφαιρικού αγώνα αλλά και τα προηγούμενα εκτεταμένα επεισόδια στις 15.11.09 μεταξύ των οπαδών των δυο ομάδων, εύλογα αξιολογήθηκαν από τον Αρχηγό Αστυνομίας ως σοβαρές πληροφορίες στην βάση των οποίων μπορούσε να εκτιμηθεί ως πιθανή η εκδήλωση και/ή συνέχεια των εκδηλώσεων βίας ή ανάρμοστης συμπεριφοράς στο συγκεκριμένο αγώνα.
Δεν φαίνεται όμως να υπήρχαν ανάλογες πληροφορίες και στοιχεία ως προς την εμπλοκή του αιτητή. Η προκήρυξη εφόσον δεν επιβλήθηκε αόριστα αλλά σε συγκεκριμένο αριθμό οπαδών ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο αιτητής, όφειλε πέραν των πιο πάνω να αποκαλύπτει τους λόγους για τους οποίους ο αιτητής αποτελούσε «επικίνδυνο οπαδό».
Ο ίδιος ο Νόμος εδώ απαιτεί «βάσιμες πληροφορίες ή εύλογη υποψία». Η πρώτη πληροφορία, ως προς την συμμετοχή του αιτητή στα προηγούμενα γεγονότα του Nuevo Campo, κατόπιν των καταθέσεων που λήφθηκαν μετά τη σύλληψη του αλλά και τον έλεγχο των εικόνων από το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης καταρρίφθηκε πριν την έκδοση της επίδικης απόφασης.
Το ίδιο συνέβη και με την δεύτερη πληροφορία που αφορούσε στο πρόσωπο του αιτητή και την πιθανή υποδοχή ξένων φανατικών φιλάθλων με σκοπό την προετοιμασία βίαιων επεισοδίων, η οποία επίσης διαψεύστηκε κατόπιν διερεύνησης της από δυο αστυνομικούς στις 12.12.09 δηλαδή, μετά την έκδοση της απόφασης αλλά πριν τη διεξαγωγή του επίμαχου αγώνα.
Θεωρώ ότι η τελευταία αυτή πληροφορία δεν θα μπορούσε από μόνη της ακόμη και αν ευσταθούσε, να καταστήσει τον αιτητή επικίνδυνο οπαδό για τους σκοπούς του Νόμου και να οδηγήσει στην αιτιολογημένη συμπερίληψη του στην επίδικη προκήρυξη. Συμπερασματικά θεωρώ ότι η επίδικη απόφαση στο βαθμό που επεκτάθηκε στο πρόσωπο του αιτητή ως επικίνδυνου οπαδού είναι αναιτιολόγητη, προϊόν πλάνης και ελλιπούς έρευνας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Τα έξοδα πλέον ΦΠΑ επιδικάζονται υπέρ του αιτητή.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.