ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 1636/2011)

 

 

18 Ιανουαρίου, 2012

 

 

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

GES (GLOBAL ENVIRONMENTAL SOLUTIONS LTD.),

 

Αιτήτρια,

 

ν. 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,

                          2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΥΔΑΤΩΝ,

 

Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Αίτηση ημερομηνίας 13/12/2011

 

Α.Σ. Αγγελίδης με Στ. Αγγελίδη (κα), για την Αιτήτρια.

 

Ρ. Παπαέτη (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

Κ. Αδαμίδης για Σκορδής, Παπαπέτρου & Σία, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Το Φεβρουάριο 2011, προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός ΤΑΥ 57/10 από το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων, με τίτλο "Renovations and Operation of the Larnaca Desalination Plant". Το έργο στο οποίο ο διαγωνισμός αφορούσε ήταν πολυδάπανο.

 

Μεταξύ αυτών που υπέβαλαν προσφορές ήταν και η Ισραηλινή εταιρεία GES (Global Environmental Solutions Ltd.) - οι Αιτητές.

 

Με επιστολή της ημερομηνίας 4/7/2011, η Αναθέτουσα Αρχή γνωστοποίησε στους αιτητές την κατακύρωση του διαγωνισμού σε άλλο από τους ίδιους προσφοροδότη. Παράλληλα, τους πληροφορούσε ότι η δική τους προσφορά απορρίφθηκε.

 

Αντιδρώντας οι αιτητές καταχώρισαν ιεραρχική προσφυγή, η οποία όμως απορρίφθηκε την 1/12/2011. Εναντίον της απορριπτικής απόφασης οι αιτητές καταχώρισαν την πιο πάνω προσφυγή, με την οποία ζητούν:

 

"Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ'ης η αίτηση αρ. 1 ημερ. 1.12.2011 με την οποία απέρριψε την Ιεραρχική Προσφυγή των Αιτητών για ότι αφορά την πάσχουσα και προηγηθείσα απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής (Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων), καθ'ου η αίτηση 2, με την οποία αφ' ενός απέκλεισαν την προσφορά των αιτητών στο διαγωνισμό με αριθμό ΤΑΥ 57/10 και αφ' ετέρου κατακύρωσαν τον εν λόγω διαγωνισμό στην κατά πολύ ψηλότερη προσφορά της M.N. Larnaca Desalination Co, είναι άκυρη, παράνομη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος."

 

 

Ταυτόχρονα με την καταχώριση της προσφυγής οι αιτητές καταχώρισαν και μονομερή ενδιάμεση αίτηση, την παρούσα αίτηση, η οποία αφού με οδηγίες του Δικαστηρίου επιδόθηκε στην άλλη πλευρά, τους καθ'ων η αίτηση, εκδικάστηκε ως αίτηση δια κλήσεως. Στη διαδικασία ακρόασης της αίτησης έλαβε μέρος και το ενδιαφερόμενο μέρος, στο οποίο η αίτηση επίσης επιδόθηκε. Με την εν λόγω ενδιάμεση αίτηση οι αιτητές ζητούν:

 

"Α. Την έκδοση Διατάγματος το οποίο προσωρινά να διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης και/ή ισχύος της απόφασης της καθ'ης η αίτηση αρ. 1 στην Ιεραρχική Προσφυγή αρ. 34/11 ημερομηνίας 1.12.2011 και άρα να ανασταλεί η μετά τον παράνομο αποκλεισμό της προσφοράς των Αιτητών, η απόφαση του καθ'ου η αίτηση 2 περί την κατακύρωση του Διαγωνισμού ΤΑΥ 57/10, μέχρι και την έκδοση απόφασης στη με τον πιο πάνω με αριθμό και τίτλο προσφυγή και/ή μέχρι την εκδίκαση της παρούσης ενδιάμεσης αίτησης."

 

 

Η αίτηση εδράζεται βασικά στους Διαδικαστικούς Κανονισμούς του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, 13, 17, 18 και 19 και συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του εκ των δικηγόρων των αιτητών Λάμπρου Κοιλανιώτη. Στην εν λόγω ένορκη δήλωση προβάλλεται αριθμός ισχυρισμών και θέσεων, σύμφωνα με τους οποίους η έκδοση του προσωρινού διατάγματος καθίσταται επιβεβλημένη «λόγω έκδηλης παρανομίας και ανεπανόρθωτης βλάβης δημόσιου και ιδιωτικού συμφέροντος». Σ' αυτό το στάδιο θεωρώ σκόπιμο να διευκρινίσω ότι στο στάδιο της ακρόασης, ο ισχυρισμός περί πρόκλησης στους αιτητές, σε περίπτωση μη έκδοσης του αιτούμενου ενδιάμεσου διατάγματος, ανεπανόρθωτης ζημιάς, εγκαταλείφθηκε, γι' αυτό και θα αγνοηθεί. Συνοψίζω τους ισχυρισμούς και τις θέσεις των αιτητών, όπως αυτοί προκύπτουν μέσα από το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτησή τους.

 

(α) Η Επιτροπή Αξιολόγησης που συστάθηκε για σκοπούς αξιολόγησης των προσφορών, στη σχετική με την προσφορά των αιτητών έκθεση της, το περιεχόμενο της οποίας υιοθετήθηκε από την Αναθέτουσα Αρχή, ενήργησε υπό «προφανή» και «έκδηλη» παρανομία, η οποία συνίστατο, σύμφωνα με τον ενόρκως δηλούντα:

 

(i)     στην ανάμειξη στοιχείων από προηγηθείσα άλλη προσφορά με άλλα δεδομένα - λεπτομέρειες παρατίθενται στην ένορκη δήλωση - τα οποία οδήγησαν παράνομα όμως και με βάση και υποθετικούς συλλογισμούς, στην τελική απόρριψη της προσφοράς των αιτητών και

 

(ii)    χωρίς μάλιστα να παρασχεθεί στους αιτητές η δυνατότητα/ ευκαιρία να ακουστούν.

 

 

(β) Ενώ η προσφορά των αιτητών αποκλείστηκε από την Αναθέτουσα Αρχή, με εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, για τέσσερις λόγους, στο στάδιο εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής έγινε παραδεκτό ότι δύο από αυτούς τους λόγους ήταν εσφαλμένοι.

 

Ήταν η θέση των αιτητών, όπως αυτή εκφράζεται από τον ενόρκως δηλούντα για λογαριασμό τους, ότι η Αναθεωρητική Αρχή, ως διοικητικό όργανο, αντί να ερευνήσει σφαιρικά όλα τα ζητήματα, προχώρησε και δεν αποφάσισε επί των δύο ζητημάτων που είχαν εγερθεί σχετικά με την κατ' ισχυρισμό έκδηλη παρανομία της Αναθέτουσας Αρχής (στοιχεία (i) και (ii) πιο πάνω). Παραγνώρισε επίσης και/ή αγνόησε το γεγονός ότι δύο από τους λόγους για τους οποίους η προσφορά των αιτητών δεν έγινε δεκτή, αποδείχθηκαν εσφαλμένοι και συνεπώς «επηρέασαν», σύμφωνα με την ένορκη δήλωση, «την όλη απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής».

 

(γ) Ενώ μετά την καταχώριση της ιεραρχικής προσφυγής υποβλήθηκε στην Αναθεωρητική Αρχή από το συνήγορο των αιτητών γραπτή καταγγελία «για μεροληπτική για αλλότριους λόγους αντίληψη» κατά των αιτητών, η Αναθεωρητική Αρχή αγνόησε την καταγγελία «με αποτέλεσμα να υπάρξει η απόφαση διάσωσης της κατακύρωσης υπέρ ακριβότερης προσφοράς σε περίοδο μάλιστα οικονομικής κρίσης, χωρίς να προχωρήσει σε πλήρη έρευνα όλων των νόμιμων ισχυρισμών της αιτήτριας». Η σχετική «καταγγελία» αφορούσε, σύμφωνα με τον ενόρκως δηλούντα, «αναληθή δημοσιεύματα που αποκαλύπτουν ότι δήθεν η αιτήτρια ασχολήθηκε ήδη με έργα στην υπό παράνομη Τουρκική κατοχή, περιοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας». (Η έμφαση είναι του κειμένου). Είναι η επί του προκειμένου θέση των αιτητών ότι το όλο ζήτημα τέθηκε από το δικηγόρο τους ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής «για διερεύνηση αφού τέτοια πληροφορία μπορούσε να είχε προέλθει από την Αναθέτουσα Αρχή, η οποία και να αποφάσισε υπό την επίδραση της».

 

(δ) Η απόφαση αποκλεισμού των αιτητών πάσχει και γιατί δεν τηρήθηκαν οι κανόνες χρηστής διοίκησης, είναι το προϊόν ελλιπούς έρευνας και τέλος, γιατί είναι αναιτιολόγητη.

 

(ε) Με επιστολή του ημερομηνίας 23/11/2011, ο Πρόεδρος της Αναθεωρητικής Αρχής απέρριψε, χωρίς να διευκρινίζει κατά πόσο η σχετική απόφαση αντικατόπτριζε απόλυτα την προσωπική του άποψη ή συνιστούσε συλλογική απόφαση της Αρχής, γραπτό διάβημα των συνηγόρων των αιτητών με το οποίο οι τελευταίοι επιχείρησαν να διευκρινίσουν την τελική τοποθέτηση τους σε σχέση με παραπομπή του συνηγόρου της Αναθέτουσας Αρχής σε προγενέστερη απόφαση της Αρχής, η οποία όμως, ως εκ των υστέρων, οι συνήγοροι των αιτητών διαπίστωσαν «δεν ήταν εκείνη που εκάλυπτε την όλη αναγκαία εικόνα». Η σχετική παραπομπή έγινε από το συνήγορο της Αναθέτουσας Αρχής στα πλαίσια της προφορικής αγόρευσης του ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής και είχε κατά τον εν λόγω χρόνο εκληφθεί από τους συνήγορους των αιτητών ως ορθή.

 

(στ) Τέλος, στο βαθμό και την έκταση που μας αφορά, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση διατυπώνεται η θέση ότι εάν δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα, η απονομή της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο θα καταστεί αδύνατη. Διατυπώνεται επίσης η θέση ότι σε περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής, χωρίς όμως να έχει στο μεσοδιάστημα ανασταλεί η κατακύρωση του έργου στο ενδιαφερόμενο μέρος, «θα επηρεαστεί δυσμενώς το δημόσιο συμφέρον καθότι θα επιβαρυνθεί το Κράτος με ποσό ως θα κριθεί υπό μορφή αποζημίωσης κατά το Άρθρο 146(6) του Συντάγματος η σχετική διεκδίκηση της αιτήτριας, ενώ θα εκτελεστεί το έργο από προσφοροδότη, κατά πολύ ακριβότερο από αυτό που πρόσφερε η Αιτήτρια».

 

Όπως έχω ήδη αναφέρει, η αίτηση αντιμετώπισε την ένσταση τόσο των καθ'ων η αίτηση, όσο και του ενδιαφερόμενου μέρους. Οι λόγοι ένστασης που προβάλλονται στις δύο ενστάσεις ουσιαστικά συμπίπτουν και βασικά αλληλοκαλύπτονται και στο βαθμό και την έκταση δε που μας αφορούν, έχουν ως κεντρικό άξονα τη θέση ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα, είναι πλήρως αιτιολογημένη και συνεπώς δεν πάσχει από οποιαδήποτε παρανομία και ειδικά έκδηλη παρανομία. Ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη με την προσφυγή επίδικη απόφαση πάσχει λόγω έκδηλης παρανομίας, άπτεται άμεσα των επίδικων θεμάτων στην προσφυγή και ως εκ τούτου τυχόν έκδοση του αιτούμενου διατάγματος θα αποτελούσε ουσιαστικά επέμβαση στην ουσία των επίδικων θεμάτων της προσφυγής, τα οποία δεν εξετάζονται σ' αυτό το προδικαστικό στάδιο.

 

Προτού ασχοληθώ με την ουσία των εκατέρωθεν επιχειρημάτων και σκιαγραφήσω το νομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αιτήσεις όπως η παρούσα εξετάζονται, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι η πλευρά των καθ'ων η αίτηση, με τη μορφή προδικαστικής ένστασης, πρόβαλε επίσης τον ισχυρισμό ότι το αιτούμενο διάταγμα δεν μπορεί να εκδοθεί επειδή η θεραπεία που επιδιώκεται με την παρούσα αίτηση «ισοδυναμεί με αίτημα για αναστολή αρνητικής πράξης της διοίκησης», πράγμα ανεπίτρεπτο. Επειδή όμως η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ'ων η αίτηση στο στάδιο ακρόασης της αίτησης επέλεξε να μην προωθήσει τον εν λόγω ισχυρισμό της, θεωρώ άσκοπο να ασχοληθώ με την ουσία του.

 

Οι ενόρκως δηλούντες για λογαριασμό τόσο των καθ'ων η αίτηση όσο και του ενδιαφερόμενου μέρους, στις ένορκες δηλώσεις τους αφού κάμνουν εκτεταμένη αναφορά στα γεγονότα που περιβάλλουν την προσφυγή, επαναλαμβάνουν τους λόγους ένστασης με ιδιαίτερη αναφορά στην κεντρική θέση τους ότι η διερεύνηση των ισχυρισμών που οι αιτητές προβάλλουν, προϋποθέτει στάθμιση γεγονότων και έκφραση κρίσης επί των επίδικων στην προσφυγή θεμάτων. Θα πρέπει να πω ότι και στις δύο ενστάσεις επισυνάπτεται όγκος εγγράφων, τα οποία βασικά είναι τα ίδια και το περιεχόμενο τους ελάχιστα, αν όχι καθόλου, έχει να προσφέρει για σκοπούς της παρούσας διαδικασίας.

 

Και οι τρεις συνήγοροι στις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τους - θα πρέπει να λεχθεί ότι το έργο του Δικαστηρίου κατέστη κατά μεγάλο βαθμό ευκολότερο λόγω της πρωτοβουλίας τους να ετοιμάσουν γραπτές αγορεύσεις και για τούτο τους ευχαριστώ - υποστηρίζουν η κάθε μια τις δικές τους θέσεις, όπως αυτές προκύπτουν μέσα από την αίτηση και τις ενστάσεις, αντίστοιχα.

 

Σχετικά πρόσφατα (βλ. Logicom Public Ltd. v. Δημοκρατίας κ.ά., Υπόθεση Αρ. 1433/2009, ημερομηνίας 18/11/2009), είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με τις αρχές και γενικά το νομικό πλαίσιο που διέπει την παροχή προσωρινής προστασίας, σε υποθέσεις διοικητικής φύσεως. Επειδή η νομολογιακή προσέγγιση εξακολουθεί να παραμένει αναλλοίωτη, παραθέτω και για σκοπούς της παρούσας απόφασής μου, το σχετικό απόσπασμα. Θα πρέπει να πω ότι επί των νομικών αρχών που διέπουν το θέμα, οι απόψεις και των τριών πλευρών συμπίπτουν απόλυτα.

 

     "Το δικονομικό πλαίσιο για την παροχή προσωρινής προστασίας σε υποθέσεις διοικητικής φύσης, προσφέρεται από τις πρόνοιες του Κ. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962. Η παροχή τέτοιας εξουσίας τελεί κάτω από προϋποθέσεις τις οποίες έθεσε η νομολογία. Αυτές είναι δύο, δεν είναι όμως απαραίτητο να συντρέχουν (Αντωνίου ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου (2001) 3 Α.Α.Δ. 164, 167). Ικανοποίηση οποιασδήποτε από αυτές είναι αρκετή για να ενεργοποιήσει θετικά για τον αιτητή τη συγκεκριμένη εξουσία του Δικαστηρίου. Μια από τις εν λόγω προϋποθέσεις, η οποία να σημειωθεί είναι και αυτή που έχει προωθηθεί στην υπό κρίση περίπτωση, είναι «η έκδηλη παρανομία της πράξης». Η άλλη είναι η πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς νοουμένου ότι δεν δημιουργούνται ανυπέρβλητα εμπόδια στη διοίκηση, οπότε λόγοι δημόσιου συμφέροντος επενεργούν ανασταλτικά στην έκδοση του προσωρινού διατάγματος (Moyo and another v. The Republic (1988) 3 C.L.R. 1203).

 

     Ως προς τα όρια της έννοιας «έκδηλη παρανομία», σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Α.ΤΗ.Κ. ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 248, 252, 253, στην οποία οι αρχές της νομολογίας επιβεβαιώθηκαν με αναφορά στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση, επίσης της Ολομέλειας, στην υπόθεση Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233, 240.

 

"Προτού ασχοληθούμε με τους επί μέρους λόγους που συνθέτουν την πρώτη ενότητα, προτάσσουμε συντομογραφικά, την έννοια της έκδηλης παρανομίας. Εξετάστηκε από την Ολομέλεια στις υποθέσεις Economides v. Republic (1982) 3 C.L.R. 837, Moyo and Another v. Republic (1988)               3 C.L.R. 1203 και Κροκίδου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, υπ' αρ. 741/89, ημερομηνίας 29 Μαΐου 1990, όπου επιδοκιμάστηκε ο ακόλουθος γενικός ορισμός που δόθηκε από τον νυν Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου             κ. Γ. Πική, στην υπόθεση Frangos and Others v. The Republic (1982)                 3 C.L.R. 53 (στη σελ. 57):

 

"Although what amounts to flagrant illegality is nowhere exhaustively defined, it appears to me to involve a clear violation of the procedure envisaged by the law or unquestionable disregard of the fundamental precepts of administrative law. The notion does not encompass any defective exercise of discretionary powers vested in an organ of public administration."

 

Είχε πιο πριν στην ίδια απόφαση δηλωθεί ότι έκδηλη παρανομία είναι παρανομία "palpably identifiable without having to probe into disputed facts". Έπειτα, η προσέγγιση από τον νυν Πρόεδρο στην υπόθεση Πολύβιος Νικολάου ν. ΕΔΥ, Υπ' Αρ. 692/92, ημερομηνίας 22 Οκτωβρίου 1992, προσφέρει καθοδήγηση ως προς τα όρια της έννοιας. Τη συνοψίζουμε με τα εξής. Έκδηλη παρανομία είναι εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης."

 

 

     Αναφορικά με την έννοια του όρου «έκδηλη παρανομία», σχετική είναι               και η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Co. Ltd. (2007) 3 A.A.Δ. 32, 36, στην οποία υιοθετήθηκε με ρητή αναφορά η έννοια του όρου που δόθηκε στην υπόθεση Λοϊζίδης (πιο πάνω).

 

     Για σκοπούς ολοκλήρωσης του νομολογιακού πλαισίου που διέπει το θέμα, θα πρέπει να αναφερθεί επίσης πως το προσωρινό διάταγμα του διοικητικού δικαίου διαφέρει από το αντίστοιχο του ιδιωτικού δικαίου και συνεπώς οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν. 14/60, δεν τυγχάνουν εφαρμογής και πως η εξουσία που παρέχεται στο Δικαστήριο από τις πρόνοιες του Κ. 13, του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, θα πρέπει να χρησιμοποιείται με πολλή φειδώ. Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί πως τα στενά πλαίσια της ενδιάμεσης διαδικασίας που προβλέπει ο Κ. 13, δεν προσφέρονται για σκοπούς επίλυσης της ουσίας της διαφοράς ή των νομικών ζητημάτων που εγείρονται. Όπως έχει νομολογηθεί, επίλυση νομικών ζητημάτων στο στάδιο της διαδικασίας για χορήγηση προσωρινού διατάγματος αποτελεί σοβαρή επέμβαση στην πορεία της δίκης και στα επίδικα θέματα τα οποία θα εξεταστούν από το δικάζοντα Δικαστή (Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 837 (Απόφαση Ολομέλειας))."

 

 

Εξέτασα τους προβαλλόμενους από τους αιτητές λόγους για έκδοση του αιτούμενου διατάγματος και τις επί του προκειμένου θέσεις τους (βλ. υπό στοιχεία (α), (β), (γ), (δ), (ε) και (στ), σελ. 3, 4 και 5 (πιο πάνω)), υπό το φως των πιο πάνω νομολογιακών αρχών και έχοντας κατά νου τη σχετική επιχειρηματολογία των ευπαίδευτων συνηγόρων τους. Δεν έχω ικανοποιηθεί ότι τα γεγονότα αναδεικνύουν έκδηλη παρανομία, με την έννοια του όρου όπως αυτός ερμηνεύθηκε στην πιο πάνω νομολογία. Έχω την άποψη ότι το κατά πόσο οι προβαλλόμενες από τους αιτητές συγκεκριμένες θέσεις και ισχυρισμοί μπορούν να δικαιολογηθούν στη βάση των γεγονότων, επιβάλλει στάθμιση και κρίση των διαφορετικών απόψεων που έχουν αναπτυχθεί, ακόμα αξιολόγηση γεγονότων και γενικά του αποδεικτικού υλικού, περιλαμβανομένων των κατά καιρούς δηλώσεων και χειρισμών και τα στενά πλαίσια της παρούσας ενδιάμεσης διαδικασίας δεν προσφέρονται για το σκοπό αυτό. Είναι πιστεύω αρκετό να επισημάνω το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των ενώπιον μου αγορεύσεων, σε ουσιαστικές πτυχές των γεγονότων διαπιστώθηκε διαφωνία, με αποκορύφωμα τη διαφωνία που προέκυψε ως προς τα γεγονότα που περιβάλλουν συγκεκριμένη πτυχή της υπόθεσης μεταξύ των καθ'ων η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους. Το κατάλληλο πλαίσιο να εξεταστούν τα όσα έχουν αποτελέσει αντικείμενο διαφωνίας στην παρούσα διαδικασία είναι το πλαίσιο εξέτασης της ουσίας της προσφυγής.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω, η παρούσα ενδιάμεση αίτηση δεν μπορεί να πετύχει και θα πρέπει να απορριφθεί.

 

Η αποτυχία των αιτητών να θεμελιώσουν το αίτημα τους για έκδοση προσωρινού διατάγματος στη βάση της έκδηλης παρανομίας δεν προδικάζει, με οποιοδήποτε τρόπο, την τύχη της προσφυγής, η οποία θα αποφασιστεί κατά την ακρόαση της ουσίας της. Όμως, έστω και αν η θέση για ύπαρξη έκδηλης παρανομίας δεν έχει γίνει δεκτή, κρίνω ότι ενόψει των όσων έχω αναφέρει πιο πάνω και ιδιαίτερα ενόψει του δεδομένου ότι πρόκειται για ένα πολυδάπανο έργο και τυχόν επιτυχία των αιτητών στην προσφυγή ενδεχομένως να καταστήσει το κράτος υπόλογο για καταβολή μεγάλων αποζημιώσεων, όπως και του δεδομένου ότι τα σχετικά συμβόλαια με το ενδιαφερόμενο μέρος στο οποίο η προσφορά έχει κατακυρωθεί αναμένεται να υπογραφούν μέχρι τις 19/3/2012, θα ήταν ορθό να επιληφθώ της ουσίας της προσφυγής το συντομότερο δυνατό, εν πάση δε περιπτώσει, πριν τις 19/3/2012 (βλ. Lanitis Bros. Ltd. (No.1) v. Central Bank of Cyprus (1974)  3 C.L.R. 160). Ως εκ τούτου, η προσφυγή ορίζεται για διευκρινίσεις στις 5/3/2012. Παράλληλα, ορίζεται για οδηγίες στις 18/1/2012 για να δοθούν οδηγίες αναφορικά με την καταχώριση ένστασης και γραπτών αγορεύσεων.

 

Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται. Υπό τις περιστάσεις, κρίνω ότι δεν ενδείκνυται η έκδοση οποιασδήποτε διαταγής αναφορικά με τα έξοδα.

 

 

      

                                                      

                                                                   Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,

                                                                               Δ.

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο