ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1564/2009)
31 Ιανουαρίου, 2012
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΣΤΙΚΑ ΛΕΩΦΟΡΕΙΑ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΛΤΔ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ/Ή
2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΟΔΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Ξένια Ευγενίου (κα), για Α.Σ. Αγγελίδη, για τους Αιτητές.
Αλεξία Καλησπέρα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι αιτητές διατείνονται ότι η απόφαση του Τμήματος Οδικών Μεταφορών, ημερομηνίας 12/10/2009, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα τους για τρεις νέες άδειες «Ε», για την εκτέλεση τακτικών οδικών γραμμών σε οποιαδήποτε διαδρομή εκτελείτο από αυτούς στην επαρχία Λάρνακας, είναι άκυρη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.
Οι αιτητές, οι οποίοι επαγγελματικά δραστηριοποιούνται στο πεδίο των οδικών μεταφορών και, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν κάτοχοι άδειας οδικού μεταφορέα για εσωτερικές οδικές επιβατικές μεταφορές, στις 23/5/2008, υπέβαλαν αίτηση για χορήγηση σ' αυτούς δεκατριών νέων αδειών «Ε», κατά τα προβλεπόμενα στο ΄Αρθρο 15 του περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Νόμου του 2001, (Ν. 101(Ι)/2001), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»). Οι πέντε από αυτές αφορούσαν μεγάλα λεωφορεία (>=18 θέσεων), με χώρο αποσκευών κάτω από το πάτωμα τους και προορίζονταν για οδική μεταφορά επιβατών σε έκτακτες γραμμές, ενώ οι υπόλοιπες αφορούσαν μεγάλα λεωφορεία (>=18 θέσεων), χωρίς χώρο αποσκευών κάτω από το πάτωμά τους και θα χρησιμοποιούνταν για οδική μεταφορά επιβατών σε τακτικές γραμμές.
Στις 11/7/2008, το Τμήμα Οδικών Μεταφορών ενέκρινε την αίτηση τους, τόσο για τις τακτικές όσο και για τις έκτακτες γραμμές.
Από τις οκτώ άδειες που αφορούσαν μεταφορές επιβατών σε τακτικές γραμμές, οι αιτητές υλοποίησαν μόνο τις πέντε, με αποτέλεσμα η ισχύς των υπολοίπων τριών που εγκρίθηκαν και δεν υλοποιήθηκαν - (΄Αδειες «Ε» με Αρ. 6294, 6298 και 6301) - να τερματιστεί οριστικά στις 11/1/2009, μετά την παρέλευση έξι μηνών από την έκδοσή τους, όπως ορίζεται στον Κ. 24(3) των περί Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Κανονισμών του 2002, Κ.Δ.Π. 457/2002, (όπως έχουν τροποποιηθεί), (οι «Κανονισμοί»).
Στις 5/3/2009, οι αιτητές καταχώρισαν νέα αίτηση για επτά άδειες «Ε» - αφορούσαν: οι τέσσερεις έκτακτες γραμμές και οι τρεις τακτικές.
Το Τμήμα Οδικών Μεταφορών, (η «Αρμόδια Αρχή»), απέρριψε το αίτημά τους για τις άδειες τακτικών γραμμών, με την ακόλουθη επιστολή, ημερομηνίας 12/10/2009, που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής:-
«Θέμα: Αίτηση της εταιρείας σας με ημερομηνία 05/03/2009 για τη χορήγηση τριών αδειών «Ε για εκτέλεση τακτικών γραμμών
Αναφέρομαι στην πιο πάνω αίτηση σας με την οποία ζητάτε τρεις νέες άδειες για την εκτέλεση τακτικών οδικών γραμμών σε οποιανδήποτε διαδρομή που εκτελείται από τα Αστικά Λεωφορεία Λάρνακας Λτδ στην Επαρχία Λάρνακας.
2. Η αρμόδια αρχή έχοντας ασκήσει τις εξουσίες της που απορρέουν από τον περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Νόμο του 2001 (Νόμος 101(Ι)/2001), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί μέχρι σήμερα και συγκεκριμένα από την παράγραφο (ε) της δεύτερης επιφύλαξης του εδαφίου (4) του άρθρου 15 αποφάσισε να απορρίψει την αίτηση σας διότι κρίνεται ότι η συγκεκριμένη τροποποίηση της πιο πάνω άδειας, την παρούσα χρονική περίοδο, που η Αναθέτουσα Αρχή έχει ήδη εκδώσει Προκήρυξη Σύμβασης Παραχώρησης Υπηρεσίας για τη γεωγραφική περιοχή Λάρνακας, δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε επιθυμητή για το δημόσιο συμφέρον.»
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο, είναι το αποτέλεσμα νομικής πλάνης και εσκεμμένης καθυστέρησης των καθ' ων η αίτηση, στερείται δέουσας έρευνας και ειδικής αιτιολογίας και παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης. Προβάλλουν ότι η επίδικη απόφαση, η οποία υπογράφεται από το Σ. Κολέττα για «Αρμόδια Αρχή», ελήφθη αναρμοδίως, καθότι, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 2 του Νόμου, «αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων, (ο «Υπουργός»), και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο γενικά ή ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό. Εφόσον, καταλήγουν, δεν έχει παρουσιαστεί πρακτικό τέτοιας απόφασης ή οποιαδήποτε εξουσιοδότηση προς τον εν λόγω λειτουργό, συντρέχει λόγος ακυρότητας.
Ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί. Οι καθ' ων η αίτηση έχουν παρουσιάσει, με τη γραπτή τους αγόρευση, αντίγραφο «Εκχώρησης Εξουσιών/Εξουσιοδότησης», ημερομηνίας 9/6/2008, του Υπουργού, με την οποία παρέχεται εξουσιοδότηση στο Διευθυντή του Τμήματος Οδικών Μεταφορών Σωτήρη Κολέττα και σε άλλους πέντε λειτουργούς, που κατονομάζονται, όπως ασκούν, εκ μέρους του, τις εξουσίες που πηγάζουν από τα ΄Αρθρα 13(3), (4), (5), (7)(γ), (9), (10), 13Α(3), (4), (5), (6), (8), 15(3), (4), (5), (6), (7), (9) και 22(3) του Νόμου. Συνεπώς, ο Σ. Κολέττας, που υπέγραψε την επιστολή με την οποία γνωστοποιήθηκε στους αιτητές η προσβαλλόμενη απόφαση, ήταν δεόντως εξουσιοδοτημένος, ενώ η εισήγηση των αιτητών ότι θα έπρεπε να συνυπέγραφαν και οι υπόλοιποι λειτουργοί προς τους οποίους εκχώρησε τις εξουσίες του ο Υπουργός, είναι παντελώς αβάσιμη.
Με την ένστασή τους, οι καθ' ων η αίτηση, μεταξύ άλλων, αναφέρουν ότι:-
«Η καθυστέρηση στην εξέταση της αίτησης ημερομηνίας 5.3.2009 οφείλεται στο γεγονός ότι οι διαβουλεύσεις με τους εμπλεκόμενους φορείς που θα αναλάμβαναν την εκτέλεση των επιβατικών μεταφορών για την εφαρμογή του Κοινοτικού Κανονισμού 1370/2007 είχαν εισέλθει σε ένα τελικό στάδιο με αποκορύφωμα την ψήφιση του περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου αρ. 101(Ι)/2009.»
Οι αιτητές, επικαλούμενοι την πιο πάνω αναφορά, ισχυρίζονται ότι υπήρξε σκόπιμη καθυστέρηση εξέτασης της αίτησής τους, ώστε να ψηφιστεί ο περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα (Τροποποιητικός) Νόμος του 2009, (Ν. 101(Ι)/2009), και να τεθεί η αίτηση τους στην εμβέλεια των προνοιών του. Είναι η θέση τους ότι η αίτησή τους έπρεπε να εξεταστεί με βάση το νομοθετικό καθεστώς του χρόνου της υποβολής της. Εισηγούνται, περαιτέρω, ότι η επίδικη απόφαση βρίσκεται σε αντίθεση με την πρώτη επιφύλαξη του ΄Αρθρου 15(4) του Νόμου, σύμφωνα με την οποία:-
«... η αρμόδια αρχή δε δύναται να αρνηθεί τη χορήγηση άδειας «Ε», εκτός εάν -
(α) Ο αιτητής δεν είναι αδειούχος·
(β) ο αιτητής έπαυσε να είναι αδειούχος για οποιοδήποτε λόγο·
(γ) ο αριθμός των αιτούμενων αδειών «Ε» είναι μεγαλύτερος από αυτό που καλύπτεται από την οικονομική επιφάνεια του αιτητή, οπότε χορηγείται τόσος αριθμός αδειών «Ε» όσος καλύπτεται από την οικονομική επιφάνεια του αιτητή όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 8, και έχει αποφασίσει σχετικά η αρμόδια αρχή:»
Οι πιο πάνω προϋποθέσεις άρνησης χορήγησης άδειας «Ε», συνεχίζει η εισήγηση, δεν εξετάστηκαν από την Αρμόδια Αρχή, αλλά η αίτηση τους απορρίφθηκε για αλλότριο σκοπό, ενώ και η αιτιολογία που δόθηκε είναι εξωγενής.
Ο ισχυρισμοί των αιτητών δεν ευσταθούν. Η Αρμόδια Αρχή, στην προσβαλλόμενη απόφασή της, παραπέμπει ευθέως στη νομοθετική διάταξη, που αυτή στηρίχτηκε. Πρόκειται για την παράγραφο (ε) της δεύτερης επιφύλαξης του άρθρου 15(4) του Νόμου, όπως αυτή ίσχυε πριν την τροποποίησή της από το Ν. 101(Ι)/2009, η οποία προνοούσε τα εξής:-
«Νοείται περαιτέρω ότι η αρμόδια αρχή στα πλαίσια άσκησης της εξουσίας της να χορηγεί άδειες «Ε» για την οδική χρήση της οδικής μεταφοράς επιβατών σε τακτικές γραμμές θα λαμβάνει υπόψη της:
(α) .....................................................................................................
(ε) αν η άδεια «Ε» που ζητείται είναι αναγκαία ή επιθυμητή για το δημόσιο συμφέρον:»
Η πιο πάνω επιφύλαξη διαγράφηκε από το Ν. 101(Ι)/2009, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ, με σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, στις 11/9/2009 - (βλ. Κ.Δ.Π. 322/09). Βέβαια, κατά τον ουσιώδη χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης, βρίσκονταν σε ισχύ και οι Κανονισμοί, στους οποίους, επίσης, περιέχονται ρυθμίσεις για το θέμα της άδειας «Ε». Ο Κ. 24 προβλέπει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:-
«(2) Η αρμόδια αρχή, προτού αποφασίσει αναφορικά με την αίτηση χορήγησης άδειας «Ε» -
(α) .........................................................................................................
(ε) αποφασίζει ότι οι μεταφορικές υπηρεσίες που θα εξυπηρετούνται με την αιτούμενη άδεια είναι αναγκαίες ή επιθυμητές για το δημόσιο συμφέρον.»
Στην παρούσα περίπτωση, η αίτηση υποβλήθηκε στις 5/3/2009 και απορρίφθηκε, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, στις 12/10/2009, ενώ είχε, ήδη, προκηρυχθεί, σύμβαση παραχώρησης υπηρεσίας για τη γεωγραφική περιοχή Λάρνακας. Συνεπώς, η εισήγηση των αιτητών ότι υπήρξε εσκεμμένη καθυστέρηση, με σκοπό την αλλαγή του νομοθετικού καθεστώτος, και αλλότριος σκοπός, με προσθήκη εξωγενών στοιχείων, είναι αβάσιμη, αφού το δημόσιο συμφέρον ήταν ένας παράγοντας που έπρεπε να ληφθεί υπόψη κατά την εξέταση του αιτήματος, σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που ίσχυε στη συγκεκριμένη περίπτωση, τόσο κατά την υποβολή του όσο και κατά το χρονικό σημείο έκδοσης της απόφασης για την απόρριψή του.
΄Αλλος ισχυρισμός των αιτητών είναι ότι η Αρμόδια Αρχή έπρεπε να εξετάσει τους λόγους για τους οποίους δεν κατέστη δυνατή η έγκαιρη υλοποίηση όλων των αδειών που τους είχαν παραχωρηθεί και να σταθμίσει, πάλι, κατά την εξέταση του νέου αιτήματος, τις μεταφορικές ανάγκες, τις διαδρομές, τα ωράρια, κ.λπ., όπως είχε πράξει κατά τη διαδικασία που κατέληξε στην έγκριση των 13 αδειών «Ε» στις 11/7/2008. Η παράλειψή της αυτή συνιστά αντιφατική συμπεριφορά, η οποία παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης. Υποστηρίζουν, περαιτέρω, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν περιέχει νόμιμη αιτιολογία, ότι η αίτησή τους δεν εξετάστηκε με βάση το ΄Αρθρο 15 του Νόμου και ότι απορρίφθηκε ως αποτέλεσμα αβάσιμων και αντιφατικών αναφορών.
Οι εισηγήσεις των αιτητών δεν ευσταθούν. Η Αρμόδια Αρχή δεν είχε οποιαδήποτε υποχρέωση να διερευνήσει τους λόγους για τους οποίους αυτοί δεν είχαν υλοποιήσει έγκαιρα τις τρεις άδειες για τακτικές γραμμές, η ισχύς των οποίων έληξε οριστικά, όπως λέχθηκε, μετά την πάροδο της εξάμηνης προθεσμίας από την έκδοσή τους. Η νέα αίτηση, όταν υποβλήθηκε στις 5/3/2009, εξετάστηκε στα πλαίσια του ΄Αρθρου 15 του Νόμου και των Κανονισμών και απορρίφθηκε, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι εξειδικεύθηκαν με αναφορά στην Προκήρυξη Σύμβασης Παραχώρησης Υπηρεσίας, που είχε, ήδη, εκδοθεί από την Αναθέτουσα Αρχή για την ίδια γεωγραφική περιοχή, γεγονός που καθιστούσε τυχόν νέα έγκριση αδειών για τακτικές γραμμές για την περιοχή Λάρνακας μη αναγκαία. Σε ό,τι αφορά την αιτιολογία, αυτή θεωρώ ότι συμπληρώνεται επαρκώς από τα στοιχεία του φακέλου.
Αναφορικά με την αρχή της καλής πίστης, στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 191, τονίστηκαν τα ακόλουθα:- (σελ. 196)
«Ούτε η καλή πίστη συναρτάται με τον υπερακοντισμό της νομιμότητας στη λειτουργία της Διοίκησης. ΄Οπως διευκρινίζεται στην Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, η αρχή της καλής πίστης σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία. Δεν υπερφαλαγγίζει όμως την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, που είναι συνυφασμένη, όπως και κάθε κρατική λειτουργία, με την αρχή του κράτους δικαίου. ΄Οπως υποδεικνύεται στην Παμπόρη ν. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 164/95, 15.12.1995, η αρχή της καλής πίστης δε μεταβάλλει τις αρχές δικαίου που διέπουν την άσκηση των εξουσιών, που εναποτίθενται σε διοικητικό όργανο, ούτε προεξοφλεί την άσκηση της εξουσίας η οποία παρέχεται. (Βλ. επίσης Vasiliou v. Republic (1982) 3 C.L.R. 220· Papadopoulou v. Republic (1984) 3 C.L.R. 332· Droussiotis v. C.B.C. (1984) 3 C.L.R. 546· Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 573/94 - 8.3.1996.)»
Η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.200,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΚΑΣ, ΜΠ