ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 677/2009)
30 Δεκεμβρίου, 2011
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΥΣΩ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Ορέστης Νικήτας, για Μιχάλη Πική, για την Αιτήτρια.
Πόλυς Πολυβίου μαζί με τη Μαρία Αντωνίου (κα), για Χρυσαφίνη και Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε., για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, αμφισβητείται η νομιμότητα της ανάκλησης από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, («το Συμβούλιο»), στις 26/3/2009, της προκήρυξης μιας θέσης Διευθυντή Προγραμμάτων Τηλεόρασης, Κλίμακα Α15+2, (η «θέση»).
Το Συμβούλιο, με απόφαση του ημερομηνίας 4/4/2008, προχώρησε στην προκήρυξη τριών κενών διευθυντικών θέσεων, μεταξύ των οποίων και η επίδικη.
Η προκήρυξη γνωστοποιήθηκε στο προσωπικό με σχετική εγκύκλιο του Γενικού Διευθυντή του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, (ο «Γενικός Διευθυντής»), στην οποία, μεταξύ άλλων, σημειώνονταν τα ακόλουθα:-
«Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΡΙΚ στη συνεδρία του στις 31.05.2007, αποφάσισε την μισθολογική αναβάθμιση των Διευθυντών / Τμηματαρχών από Α14+2: £24471-£32902 ισάξιο σε ευρώ Α14+2: €41811,19-€56216,40 σε Α15+2: £27743-£35606 ισάξιο σε ευρώ Α15+2: €47401,73-€60836,46, νοουμένου ότι το άτομο που θα διοριστεί θα είναι κάτοχος Πανεπιστημιακού Διπλώματος.
Με βάση την πιο πάνω απόφαση τα άτομα που θα διοριστούν θα ενταχθούν στην μισθολογική κλίμακα Α15+2, εάν είναι κάτοχοι Πανεπιστημιακού Διπλώματος, σε ενάντια περίπτωση θα ενταχθούν στην μισθολογική κλίμακα Α14+2.»
Η αιτήτρια, κάτοχος της θέσης Πρώτου Λειτουργού Προγραμμάτων Τηλεόρασης, υπέβαλε σχετική αίτηση μέσα στην καθορισμένη προθεσμία. Οι υποψήφιοι, σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, έπρεπε να διαθέτουν πολύ καλή γνώση της ελληνικής και της αγγλικής γλώσσας. Επειδή, όπως διαπιστώθηκε από το Τμήμα Προσωπικού και Διοίκησης του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, (Ρ.Ι.Κ.), ότι αριθμός υποψηφίων δεν κατείχε αποδεκτό τεκμήριο γνώσης της Αγγλικής στο απαιτούμενο επίπεδο, το Συμβούλιο, στις 5/6/2008, αποφάσισε να ειδοποιήσει τους συγκεκριμένους υποψηφίους να προσκομίσουν πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία για το πιο πάνω προσόν και, περαιτέρω, να ζητήσει από το Υπουργείο Παιδείας τη διεξαγωγή σχετικής εξέτασης γι' αυτούς που δεν κατείχαν αποδεικτικά στοιχεία. Η εξέταση έγινε στις 26/6/2008 και το Συμβούλιο ενημερώθηκε για τα αποτελέσματά της κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 3/7/2008, στην οποία αποφασίστηκε να ζητηθεί γνωμάτευση του Νομικού Συμβούλου του Ρ.Ι.Κ. αναφορικά με τα πιο κάτω ερωτήματα:-
«1. Μπορούσε η προκήρυξη να απευθυνόταν σε δύο κατηγορίες υποψηφίων με διαφορετικά προσόντα (με ή χωρίς πτυχίο); Μπορεί το Δ.Σ. κατά το διορισμό να καθορίσει την κλίμακα εισδοχής και αν ο διοριζόμενος κατέχει πτυχίο να τοποθετηθεί στην κλίμακα Α15+2 και αν όχι στην κλίμακα Α14+2;
2. Σε περίπτωση που κάποιος υποψήφιος απέτυχε στη γραπτή εξέταση που έγινε για διαπίστωση της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, μπορεί το Δ.Σ. να διαφοροποιήσει το αποτέλεσμα αυτό με προφορική εξέταση ή με τα πρόσθετα στοιχεία τα οποία υπέβαλε ο υποψήφιος ή και με στοιχεία τα οποία βρίσκονται στον προσωπικό φάκελο του υποψηφίου;»
Απαντώντας στα πιο πάνω ερωτήματα, ο Νομικός Σύμβουλος του Ρ.Ι.Κ., με επιστολή του ημερομηνίας 24/7/2008, επεσήμανε ότι, με βάση τον εγκεκριμένο προϋπολογισμό, δεν ήταν δυνατή η ύπαρξη δύο κλιμάκων για τις διευθυντικές θέσεις, ότι θα έπρεπε να ισχύσει η κλίμακα Α15+2 και ότι θα έπρεπε να γίνουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις στα σχέδια υπηρεσίας. ΄Ηταν, επίσης, η άποψή του ότι το θέμα της μισθοδοτικής κλίμακας δεν επηρέαζε, υπό τις περιστάσεις, τη νομιμότητα της προκήρυξης των τριών διευθυντικών θέσεων.
Παρόμοια ερωτήματα τέθηκαν από το Γενικό Διευθυντή, με επιστολή του ημερομηνίας 11/11/2008 προς το Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών, το οποίο εισηγήθηκε τη διακοπή της διαδικασίας πλήρωσης των θέσεων, την τροποποίηση των οικείων σχεδίων υπηρεσίας και την επαναπροκήρυξη των θέσεων.
Ενόψει των δύο πιο πάνω απόψεων, το Συμβούλιο, σε συνεδρία του στις 26/3/2009, αποφάσισε, κατά πλειοψηφία, την ανάκληση της προκήρυξης των τριών διευθυντικών θέσεων. Η απόφαση κοινοποιήθηκε στο προσωπικό με εγκύκλιο του Γενικού Διευθυντή ημερομηνίας 27/3/2009.
Η αιτήτρια, με την προσφυγή της, ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τις αρχές της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, είναι αναιτιολόγητη και παραβιάζει το ΄Αρθρο 29(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90), λόγω μη ύπαρξης αποχρώντος λόγου για απόσυρση της πρότασης για πλήρωση της επίδικης θέσης.
Οι καθ' ων η αίτηση ήγειραν προδικαστικά ότι η αιτήτρια:-
(i) Στερείται εννόμου συμφέροντος να εγείρει την παρούσα προσφυγή.
(ii) Ουδεμία βλάβη υπέστη από την επίδικη ανάκληση και ουδέν έννομο συμφέρον έχει να την προσβάλει.
(iii) Ουδεμία εκτελεστή πράξη και/ή παράλειψη καθήκοντος προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή· και ότι
(iv) Το επίδικο θέμα βρίσκεται εκτός της Αναθεωρητικής Δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάση το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος.
Προς ενίσχυση της επιχειρηματολογίας τους, οι καθ' ων η αίτηση επικαλούνται τα αποφασισθέντα στη Δικωμίτης κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ. (1992) 4 Α.Α.Δ. 402, στην οποία επισημάνθηκε ότι οι υποψήφιοι δεν έχουν κεκτημένο δικαίωμα προαγωγής ή διορισμού πριν την πραγμάτωση των πράξεων διορισμού ή προαγωγής· το μόνο που έχουν είναι απλή προσδοκία και ότι η ανάκληση προκήρυξης θέσης και η ματαίωση της διαδικασίας επιλογής σε αρχικό στάδιο δε θίγει το έννομο τους συμφέρον. Επίσης, παραπέμπουν στη Χατζηθεωρής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 4 Α.Α.Δ. 799, όπου, με αναφορά σε προγενέστερη νομολογία - (Matsoukari v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1469) - κρίθηκε πως η απόσυρση πρότασης της αρμόδιας αρχής για πλήρωση κενών θέσεων δε συνιστά εκτελεστή πράξη.
Η αιτήτρια, στα πιο πάνω, απαντά ότι η περίπτωσή της διαφοροποιείται. Η προκήρυξη, ισχυρίζεται, ανακλήθηκε προς το σκοπό τροποποίησης του σχεδίου υπηρεσίας της επίδικης θέσης, με αποτέλεσμα η ίδια, στη βάση του νέου σχεδίου, να καθίσταται μη προσοντούχος και να υφίσταται, κατά συνέπεια, άμεση και βέβαιη βλάβη στα συμφέροντα και τη σταδιοδρομία της, αφού δεν θα μπορούσε να διεκδικήσει προαγωγή. Εισηγείται ότι, στην παρούσα, τυγχάνουν άμεσης εφαρμογής τα νομολογηθέντα στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495, στην οποία κρίθηκε ότι η απόσυρση της πρότασης για πλήρωση της επίδικης θέσης από την αρμόδια αρχή, με αποτέλεσμα τη ματαίωση του διορισμού του επιλεγέντα, συνιστούσε υπέρβαση εξουσίας και παραβίαση των κανόνων της χρηστής διοίκησης και στην οποία διαπιστώθηκαν αλλότρια κίνητρα, άσχετα με τις υπηρεσιακές ανάγκες και συμφέροντα, όπως, επίσης, και τα νομολογηθέντα στη Χατζόγλου ν. Πανεπιστημίου Κύπρου κ.ά. (Αρ. 1) (2001) 3 Α.Α.Δ. 687, στην οποία κρίθηκε ότι ήταν εκτελεστή η απόφαση αποκλεισμού υποψηφίου για διορισμό ως ακατάλληλου και ότι ο αποκλεισθείς είχε έννομο συμφέρον να την προσβάλει.
Οι προδικαστικές ενστάσεις είναι βάσιμες. Στη Χατζόγλου ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, (πιο πάνω), τονίστηκε ότι η απόφαση ήταν καθοριστική για τις διεκδικήσεις του εφεσείοντος, κατόχου των προβλεπομένων προσόντων για διορισμό στη θέση Επίκουρου Καθηγητή, γιατί, με αυτήν, είχε κριθεί ως ακατάλληλος, ενώ στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη, (πιο πάνω), η απόσυρση της πρότασης πλήρωσης της θέσης που οδήγησε στην αναστολή του διορισμού εξωτερικού υποψηφίου που είχε ήδη επιλεγεί από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ως ο καταλληλότερος, ήταν το αποτέλεσμα απαράδεκτης, όπως αποφάνθηκε το Δικαστήριο, παρέμβασης του Γενικού Διευθυντή του Τμήματος.
Οι πιο πάνω αποφάσεις αφορούν σε διαφορετικά γεγονότα. Στην παρούσα περίπτωση, η διαδικασία επιλογής βρισκόταν σε αρχικό στάδιο, η δε απόφαση για ανάκληση της προκήρυξης δεν έθιξε οποιοδήποτε δικαίωμα της αιτήτριας, ούτε απέβλεπε σε αλλότριο σκοπό.
Η εισήγησή της ότι με τη σκοπούμενη τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας της επίδικης θέσης θα επηρεαστεί η σταδιοδρομία της γιατί δε θα μπορεί να διεκδικήσει, ως μη προσοντούχος, προαγωγή, βασίζεται σε υποθετικό συλλογισμό και δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της παρούσας, στην οποία αντικείμενο είναι η ανάκληση της προκήρυξης της επίδικης θέσης, για την οποία η αιτήτρια είχε μόνο απλή προσδοκία προαγωγής και όχι κεκτημένο δικαίωμα.
Ακριβώς το ίδιο ζήτημα συζητήθηκε στη Δημήτρης Σιδηρόπουλος ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 567/09, 31/1/11, όπου ο Κληρίδης, Δ., μετά από ανασκόπηση της νομολογίας, αποδεχόμενος τις προδικαστικές ενστάσεις, ανέφερε τα πιο κάτω, με τα οποία συμφωνώ και τα οποία υιοθετώ για τους σκοπούς της παρούσας:-
«Επανερχόμενος στα ιδιαίτερα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, είναι πιστεύω πρόδηλο ότι ο αιτητής, κατ' εφαρμογή των πιο πάνω αρχών, δεν έχει δικαίωμα και έννομο συμφέρον να προσβάλλει την απόφαση για ανάκληση της προκήρυξης πλήρωσης της επίδικης θέσης. Το μόνο ίσως έρεισμα το οποίο έχουν οι θέσεις του αιτητή, το οποίο θα μπορούσε να προσδώσει βάση στον ισχυρισμό ότι διαφοροποιεί την περίπτωση του από άλλες περιπτώσεις στη νομολογία, είναι το γεγονός ότι, ενώ ο ίδιος παρουσιάζεται να πληρούσε όλα τα προαπαιτούμενα για διορισμό στην υπό πλήρωση θέση, η μόνη ανθυποψήφιός του είχε αντιμετωπίσει πρόβλημα με το προαπαιτούμενο της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, η διερεύνηση του οποίου δημιούργησε κάποια εμπλοκή. Αυτά τα στοιχεία μπορεί να λεχθεί ότι έδιδαν στον αιτητή αυξημένες πιθανότητες επιτυχίας του, πλην όμως, απόφαση για επιλογή του ίδιου ή για αποκλεισμό της ανθυποψηφίου του δεν είχε ληφθεί από το καθ' ου η αίτηση ΄Ιδρυμα.
Επομένως, δεν μπορεί να λεχθεί ότι η όλη διαδικασία βρισκόταν στο πλέον προχωρημένο στάδιό της, δημιουργώντας υπέρ του αιτητή κεκτημένο δικαίωμα.
Εκείνο δε το οποίο σίγουρα μπορεί να λεχθεί ήταν ότι η απόφαση για ανάκληση της πλήρωσης της επίδικης θέσης ουδόλως μπορεί να ερμηνευθεί ως αποδίδουσα στο καθ' ου η αίτηση οποιαδήποτε πρόθεση για αποφυγή ή καταστρατήγηση της προαγωγής του αιτητή ή για θυματοποίησή του.
Οι μόνοι λόγοι οι οποίοι προβλήθηκαν για δικαιολόγηση της ανάκλησης ήσαν καθαρά και τεκμηριωμένα υπηρεσιακής και νομικής φύσεως ή ακόμα και λόγοι χρηστής διοίκησης. Αλλότριος λόγος δεν καταδείχθηκε να υπήρχε, ούτε και ηγέρθηκε προς τούτο σχετικός ισχυρισμός.
Επομένως, η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη δεν παρήγαγε έννομα αποτελέσματα ως προς τον αιτητή, ο οποίος και δεν κέκτηται εννόμου συμφέροντος να ζητά την αναθεώρησή της.»
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΔΓ, ΜΠ