ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1720/2011)
29 Δεκεμβρίου, 2011
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ,
Καθ΄ου η Αίτηση.
Μονομερής αίτηση ημερ. 27.12.2011 για αναστολή απόφασης
Α. Σ. Αγγελίδης με Σ. Α. Αγγελίδη προσωπικά και για Μ. Βορκά, για τον Αιτητή.
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Μετά την έκρηξη στο Μαρί, ο Αιτητής στις 27.7.2011 τέθηκε σε διαθεσιμότητα για τρεις μήνες. Εναντίον της απόφασης αυτής, καταχώρησε την προσφυγή 1086/11, η οποία όμως, σε κατοπινό στάδιο, απορρίφθηκε (βλ. Ανδρέας Νικολάου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1086/2001, ημερ. 14.12.2011). Μετά τη λήξη της προθεσμίας των τριών μηνών, η διαθεσιμότητά του παρατάθηκε για άλλους τρεις μήνες. Εναντίον αυτής της απόφασης, καταχώρησε δεύτερη προσφυγή. Πρόκειται για την προσφυγή Ανδρέας Νικολάου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1452/11, ημερ. 14.12.2011, η οποία έγινε δεχτή από το Δικαστήριο, το οποίο και ακύρωσε την παράταση της διαθεσιμότητας του Αιτητή, για τους λόγους που εξηγούνται στην απόφαση.
Στις 16.12.2011 έγινε προσπάθεια για περαιτέρω παράταση της διαθεσιμότητας. Μετά από ένσταση του δικηγόρου του Αιτητή, ο Υπουργός στις 20.12.2011 απέσυρε την ειδοποίηση για παράταση της διαθεσιμότητας και την ίδια ημέρα απέστειλε νέα ειδοποίηση στον Αιτητή, για την πρόθεσή του να τον θέσει σε διαθεσιμότητα. Στις 22.11.2011 ο Αιτητής μέσω του δικηγόρου του, υπέβαλε ένσταση. Ο Υπουργός, αφού έλαβε υπόψη τα όσα τέθηκαν ενώπιόν του από το δικηγόρο του Αιτητή, στις 23.12.2011 έθεσε εκ νέου τον Αιτητή σε διαθεσιμότητα για περίοδο τριών μηνών. Όπως αναφέρει στη σχετική Ειδοποίηση που επιδόθηκε στον Αιτητή, η διαθεσιμότητα ήταν αναγκαία γιατί:-
«.. η διερεύνηση της ποινικής όσο και πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον σας δεν έχει ολοκληρωθεί και το ενδεχόμενο επηρεασμού μαρτύρων, αρκετοί των οποίων είναι πρόσωπα υφιστάμενά σας ιεραρχικά στην υπηρεσία, αλλά και της ομαλής διεξαγωγής και ολοκλήρωσης των ερευνών, δεν μου αφήνει άλλη επιλογή από το να σας θέσω σε διαθεσιμότητα. Επίσης την απόφασή μου έλαβα υπόψη τη θέση που κατέχετε στην Υπηρεσία καθώς και το ότι δεν θα υπάρξουν επιπτώσεις στη λειτουργία της Υπηρεσίας από τη μη άσκηση των καθηκόντων της θέσης σας.»
Ο Αιτητής αντέδρασε με την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής, με την οποία ζητά την ακύρωση της απόφασης του Υπουργού να τον θέσει εκ νέου σε διαθεσιμότητα. Ταυτόχρονα, καταχώρησε μονομερή αίτηση για παρεμπίπτον διάταγμα, που να διατάσσει την αναστολή της απόφασης για διαθεσιμότητά του. Ενόψει της χρονικής διάρκειας της διαθεσιμότητας, το Δικαστήριο εισηγήθηκε στο δικηγόρο του Αιτητή, ότι θα ήταν καλύτερα, αντί να εκδικαστεί η ενδιάμεση αίτηση, να γίνει σύντμηση των προθεσμιών, ώστε να ακουστεί το συντομότερο δυνατό η ουσία της προσφυγής. Ο κ. Αγγελίδης επέλεξε να αγορεύσει προς υποστήριξη της μονομερούς αίτησης. Ανέφερε ότι στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει έκδηλη παρανομία και αυτή συνίσταται στο ότι, μετά τη λήξη της τρίμηνης περιόδου διαθεσιμότητας και της παράτασης για άλλους τρεις μήνες, δεν χωρεί νέα περίοδος διαθεσιμότητας. Με αναφορά στον Κανονισμό 47(1) των περί Αστυνομίας (Πειθαρχικών) Κανονισμών του 1989 (ΚΔΠ 53/1989) και στις υποθέσεις Πολύβιος Νικολάου ν. Δημοκρατίας (1992) 4(Ε) ΑΑΔ 3959, Λοΐζος Παναγή ν. Αστυνομίας, Υπόθ. Αρ. 1602/07, ημερ. 18.3.2009, Χαράλαμπος Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1147/09, ημερ. 4.9.2009 και Αβραάμ Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 1148/09, ημερ. 30.9.2009, υποστήριξε ότι το ανώτατο όριο που μπορεί κάποιος να τεθεί σε διαθεσιμότητα είναι 6 μήνες. Σύμφωνα με τον κ. Αγγελίδη, ο ίδιος ο Κανονισμός 47(1) θέτει το καταληχτικό όριο.
Προτού προχωρήσω, θα παραθέσω αυτούσιο τον Κανονισμό 47(1), όπως τροποποιήθηκε, ο οποίος προβλέπει ότι:-
«47.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία διεξάγεται αστυνομική έρευνα εναντίον οποιουδήποτε Ανώτερου Αξιωματικού για τους σκοπούς ποινικής δίωξής του ή διατάσσεται η έρευνα εναντίον του για πειθαρχικό αδίκημα ο Υπουργός, κατόπιν διαβουλεύσεων με τον Αρχηγό, μπορεί να τον θέσει σε διαθεσιμότητα κατά τη διάρκεια της έρευνας:
Νοείται ότι η περίοδος της διαθεσιμότητας δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες, εκτός αν ο Υπουργός με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας αποφασίσει να παρατείνει τη διαθεσιμότητα για περαιτέρω περίοδο όχι μεγαλύτερη των τριών μηνών:
Νοείται περαιτέρω ότι, αν μετά το τέλος της έρευνας αποφασιστεί ποινική ή πειθαρχική δίωξη του μέλους και συντρέχουν ειδικοί λόγοι, ο Υπουργός με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας παρατείνει τη διαθεσιμότητα του μέλους μέχρι τη συμπλήρωση της υπόθεσης.»
Σύμφωνα με τη νομολογία, η εξαιρετική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την έκδοση προσωρινού διατάγματος, ασκείται με φειδώ και αναλαμβάνεται μόνο εφόσον διαπιστωθεί ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι έκδηλα παράνομη ή πιθανολογείται ανεπανόρθωτη βλάβη (βλ. απόφαση Πλήρους Ολομέλειας στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Company Limited (2007) 3 AAΔ 402). Όπως προσδιορίστηκε από τον Νικολάου, Δ., στην απόφαση της Ολομέλειας Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233:- «έκδηλη παρανομία είναι εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό, εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης.» Όπως επίσης τονίστηκε στην υπόθεση Πολύβιος Νικολάου ν. ΕΔΥ, ανωτέρω, η έκδηλη παρανομία μπορεί να έχει τη μορφή της καθαρής παραβίασης της διαδικασίας που προβλέπεται από το νόμο ή της εξόφθαλμης παραβίασης των αρχών του διοικητικού δικαίου.
Στην παρούσα περίπτωση, δεν διαπιστώνεται «έκδηλη» παρανομία. Υπάρχει συζητήσιμο θέμα, σε σχέση με την ερμηνεία των επιφυλάξεων του Κανονισμού 47(1), αλλά δεν θα έλεγα ότι η απόφαση του Υπουργού να εκδώσει καινούργια πράξη, εδράζεται σε τέτοια παρανομία που να μπορεί μάλιστα να χαρακτηριστεί και ως «έκδηλη». Όπως αναφέρεται στην επιστολή του Υπουργού ημερ. 23.12.2011 που αποτελεί και την προσβαλλόμενη απόφαση, η ποινική και πειθαρχική έρευνα δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί. Ο Υπουργός δεν φαίνεται να προχώρησε σε ανανέωση της διαθεσιμότητας. Η προηγούμενη ανανέωση ακυρώθηκε από το Δικαστήριο και δύο μέρες αργότερα ο Υπουργός προχώρησε στην έκδοση νέου διατάγματος διάρκειας τριών μηνών, ώστε να ολοκληρωθεί η έρευνα.
Ο κ. Αγγελίδης εισηγήθηκε ότι το νέο διάταγμα διαθεσιμότητας είναι κακόπιστο και αποτελεί «μια καθαρά καταδιωχτική ενέργεια του Υπουργού». Ανεξάρτητα αν ευσταθούν ή όχι τα επιχειρήματα που προβάλλει ο κ. Αγγελίδης, ένα είναι το σίγουρο, ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «έκδηλα» παράνομο, μέσα στην έννοια που ο όρος προσδιορίζεται από τη νομολογία. Αναμφίβολα, η νομιμότητα της πράξης θα εξεταστεί κατά την εκδίκαση της προσφυγής και ενδεχομένως ορισμένα από τα επιχειρήματα που πρόβαλε ο κ. Αγγελίδης, αφού ακουστεί και η άλλη πλευρά, να γίνουν δεχτά.
Όμως, στο στάδιο που εξετάζεται η παροχή ή όχι προσωρινής θεραπείας, η προσοχή του Δικαστηρίου εστιάζεται στη διαπίστωση «έκδηλης» παρανομίας ή ανεπανόρθωτης ζημιάς. Στην προκειμένη περίπτωση, ο ισχυρισμός περιορίζεται στην έκδηλη παρανομία. Οι πλείστες των υποθέσεων στις οποίες έκανε αναφορά ο κ. Αγγελίδης, αφορούν στη δεύτερη επιφύλαξη του Κανονισμού 47(1), δηλαδή στο στάδιο μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, ενώ η παρούσα περίπτωση σχετίζεται με την πρώτη επιφύλαξη, η οποία αφορά στη διαθεσιμότητα υπαλλήλου κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής της έρευνας.
Ο κ. Αγγελίδης αναφέρθηκε ειδικά στη Λοΐζος Παναγή ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, για να υποστηρίξει τη θέση ότι δεν είναι δυνατή η διαθεσιμότητα προσώπου για χρόνο που υπερβαίνει το ανώτατο όριο των 6 μηνών που θέτει ο συγκεκριμένος Κανονισμός. Εκείνη η υπόθεση, βέβαια, αφορούσε στο άρθρο 85(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90) και όχι στους περί Αστυνομίας (Πειθαρχικούς) Κανονισμούς, ΚΔΠ 53/89. Επίσης, στην υπόθεση Παναγή το επίδικο θέμα δεν εξετάστηκε στα πλαίσια παροχής ή όχι προσωρινής θεραπείας, αλλά στα πλαίσια της ουσίας της προσφυγής και επομένως, δεν τέθηκε θέμα «έκδηλης» παρανομίας. Όμως ακόμη και αν παραλληλιστούν οι δύο πρόνοιες και πάλι δεν προκύπτει έκδηλη παρανομία, αφού εκείνο που κρίθηκε στην Παναγή σε τελικό στάδιο, είναι ότι το ανώτατο χρονικό όριο που θα μπορούσε να τεθεί κάποιος σε διαθεσιμότητα, συμπεριλαμβανομένης και της τρίμηνης παράτασης, δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 6 μήνες. Όμως το Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με το κατά πόσο υπήρχε η δυνατότητα έκδοσης νέας πράξης για διαθεσιμότητα, όπως είναι η περίπτωση στην υπό εκδίκαση προσφυγή. Δεν μου έχει υποδειχθεί νομολογία και δεν έχω εντοπίσει τέτοια, που να ερμηνεύει την πρώτη επιφύλαξη του Κανονισμού 47(1) της ΚΔΠ 53/89, με τον τρόπο που την ερμηνεύει ο κ. Αγγελίδης, ώστε το ανώτατο χρονικό όριο να καλύπτει και την περίπτωση που εκδίδεται νέα πράξη, αντί παράταση.
Υπό αυτές τις περιστάσεις, δεν μπορώ να θεωρήσω ότι πρόκειται για «έκδηλη», δηλαδή για εξόφθαλμη παρανομία. Το θέμα αφορά στην ερμηνεία του Κανονισμου 47(1) και θα πρέπει να αφεθεί να εξεταστεί κατά την εκδίκαση της ουσίας της προσφυγής, αφού βέβαια ακουστεί και η άλλη πλευρά.
Η μονομερής αίτηση για αναστολή της απόφασης, απορρίπτεται.
Η προσφυγή ορίζεται για επίδοση στις 9.1.2011.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ