ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
OMEROS NISSIOTIS ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1977) 3 CLR 388
REPUBLIC ν. ROUSSOS (1987) 3 CLR 1217
Δημοκρατία ν. Σταύρου (1993) 3 ΑΑΔ 71
Γεωργιάδης Tάκης K. ν. Aρχής Hλεκτρισμού Kύπρου (1996) 3 ΑΑΔ 249
Kέντα Eλένη ν. Kυπριακής Δημοκρατίας μέσω Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας (1996) 3 ΑΑΔ 485
Mιχαηλίδου Kάννα Στέλλα ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 112
Πούρος Πανίκος και Άλλοι ν. Δημήτρη Πελεκάνου και Άλλων (2000) 3 ΑΑΔ 172
Aκκελίδου Kωνσταντία και Άλλη ν. Kωνσταντίνου Mιχαήλκαι Άλλων (2000) 3 ΑΑΔ 278
Μεστάνας Πέτρος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 213
Mουρτζή Φιλοθέη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 915
Βασιλειάδης Αντώνης και Άλλες ν. Mάρως Κληρίδου - Τσιάππακαι Άλλων (2005) 3 ΑΑΔ 403
Nαζίρης Pένος ν. Pαδιοφωνικού Iδρύματος Kύπρου (2007) 3 ΑΑΔ 38
Θεμιστοκλέους Mάρθα ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 495
Παναγή Λοΐζος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 639
Πατσαλίδης Σωφρόνης και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 738
Λεωνίδας Παπασάββα ν. Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 635/98, 16.6.00
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 165/2009 και 216/2009)
30 Δεκεμβρίου, 2011
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
(Υπόθεση Αρ. 165/2009)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΜΠΡΙΑΝΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η Αίτηση.
________________________
(Υπόθεση Αρ. 216/2009)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΑ ΠΑΠΑΘΕΟΔΟΤΟΥ ΦΑΙΔΩΝΟΣ,
Αιτήτρια,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η Αίτηση.
_________________________
Ξενής Ξενοφώντος, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 165/09.
Ιωνάς Νικολάου, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση Αρ. 216/09.
΄Αννα Χρίστου (κα), για Ιωαννίδης Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε., για την Καθ' ης η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με τις πιο πάνω προσφυγές, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, οι αιτητές αμφισβητούν τη νομιμότητα της απόφασης της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, (η «Αρχή»), ημερομηνίας 16/12/2008, με την οποία η Αναστασία Ευθυμίου, (το «ενδιαφερόμενο μέρος»), προήχθη στη θέση Υποτομεάρχη (Οικονομικό), Κλίμακα Α10, Επιχειρησιακή Μονάδα Εξυπηρέτησης Πελατών - Γραφείο Περιφέρειας Λεμεσού, (η «θέση»), από 1/1/2009.
Οι αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος είναι υπάλληλοι της Αρχής και, κατά τον ουσιώδη χρόνο, κατείχαν τη θέση του Βοηθού Υποτομεάρχη, (Κλίμακα Α8-Α9). Αποτάθηκαν για προαγωγή στη θέση, η οποία, σύμφωνα με τη σχετική γνωστοποίηση, επρόκειτο να κενωθεί την 1/1/2009.
Η Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής για Προαγωγές του Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού, (η «Επιτροπή Επιλογής»), σε πρώτο στάδιο, εξέτασε τις αιτήσεις αυτών που διεκδικούσαν τη θέση για προαγωγή - (άλλοι υποψήφιοι αποτάθηκαν για μετάθεση και μετονομασία). Κατά τη συνεδρία της στις 30/10/2008, αφού μελέτησε τα ενώπιόν της στοιχεία των υποψηφίων και διαπίστωσε ότι αυτοί διέθεταν τα απαιτούμενα προσόντα, κάλεσε ενώπιόν της για συστάσεις και απόψεις τους προϊσταμένους των υποψηφίων, (οι «προϊστάμενοι»), οι οποίοι ανέφεραν τα ακόλουθα:-
«79082 Αναστασία Ευθυμίου
Ο κ Ιωάννης Σιεκέρσαββας, Διευθυντής Περιφέρειας Αμμοχώστου-Λάρνακας, ανέφερε ότι η 79082 Αναστασία Ευθυμίου έχει ευρυτάτη πείρα στο Λογιστήριο, πείρα στο Τμήμα Εξυπηρέτησης Πελατών και ευρεία πείρα στον Τομέα Διασφάλισης Ποιότητας της Περιφέρειας. ΄Εχει εξαιρετικές οργανωτικές και πολύ καλές εποπτικές ικανότητες. Η απόδοσή της είναι εξαιρετική. Κρίνεται κατάλληλη για προαγωγή στην παρούσα θέση.»
«79132 Ανδρέας Λαμπριανίδης
Ο κ Σπύρος Πετούσης, Διευθυντής Περιφέρειας Πάφου, ανέφερε ότι ο 79132 Ανδρέας Λαμπριανίδης έχει ευρυτάτη πείρα στο Λογιστήριο και στο Τμήμα Εξυπηρέτησης Πελατών της Περιφέρειας. ΄Εχει εξαιρετικές οργανωτικές και πολύ καλές εποπτικές ικανότητες. Η απόδοσή του είναι εξαιρετική. Κρίνεται κατάλληλος για προαγωγή στην παρούσα θέση.»
«77244 Έλενα Φαίδωνος Παπαθεοδότου
Ο κ Ανδρέας Μαλιαλής, Διευθυντής Περιφέρειας Λεμεσού, ανέφερε ότι η 77244 Έλενα Φαίδωνος Παπαθεοδότου έχει ευρυτάτη πείρα στις Λογιστικές Υπηρεσίες της Περιφέρειας και ευρεία πείρα στον Τοπικό Τομέα Διασφάλισης Ποιότητας. Έχει εξαιρετικές οργανωτικές και πολύ καλές εποπτικές ικανότητες. Η απόδοσή της είναι εξαιρετική. Κρίνεται κατάλληλη για προαγωγή στην παρούσα θέση.»
Ακολούθως, η Επιτροπή Επιλογής, αφού, όπως σημείωσε, έλαβε δεόντως υπόψη τα παραδεδεγμένα κριτήρια προαγωγής - (πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα, προσόντα, επίδοση, Εμπιστευτικές Εκθέσεις/Φύλλα Αξιολόγησης και συστάσεις προϊσταμένων), επέλεξε ομόφωνα τους αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος, τους οποίους, στη συνέχεια, σύστησε στην Αρχή ως τους επικρατεστέρους για προαγωγή στη θέση.
Στη συνέχεια, επιλήφθηκε του θέματος η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Αρχής για Θέματα Προσωπικού, (η «Συμβουλευτική Υπεπιτροπή»), η οποία, στη συνεδρία της στις 14/11/2008, προέβη σε αξιολόγηση και σύγκριση όλων των υποψηφίων, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των απόψεων των προϊσταμένων και της εισήγησης της Επιτροπής Επιλογής.
Ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, παρέστη, για σκοπούς σύστασης, ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής, (ο «Διευθυντής»), ο οποίος ανέφερε τα ακόλουθα:-
«Με βάση όλα τα ενώπιον μου στοιχεία που αφορούν όλους τους υποψηφίους, θεωρώ ότι όλοι τους κατέχουν τα προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα και πληρούν τις προϋποθέσεις καταλληλότητας της υπό πλήρωση θέσης.
Σχετικά με την υποψήφια Ορθοδοξία Χατζηιωάννου αναφέρω ότι την έχω ήδη συστήσει για προαγωγή σε ομόβαθμη θέση, κατά τη σημερινή συνεδρία.
Είμαι της γνώμης ότι η καταλληλότερη υποψήφια για την κρινόμενη θέση είναι η Ελένη Φαίδωνος Παπαθεοδότου και ως εκ τούτου τη συστήνω για προαγωγή.
Καταλήγοντας στην πιο πάνω σύσταση μου υπέρ της προαγωγής της Ελένης Φαίδωνος Παπαθεοδότου έλαβα υπόψη μου το γεγονός ότι η Ελένη Φαίδωνος Παπαθεοδότου υπερέχει έναντι όλων των υποψηφίων σε βαθμολογημένη αξία και κατά συνέπεια υπερέχει έναντι τους σε ικανότητα και απόδοση στην υπηρεσία όπως προκύπτει από τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις τα τελευταία πέντε χρόνια.
Αναφορικά με τις υποψήφιες Θεοδώρα Πογιατζή, Βασούλλα Κωνσταντίνου, Αναστασία Ευθυμίου και Ευτυχία Ζαμπά, διαπιστώνω ότι υπερέχουν σε αρχαιότητα έναντι της Ελένης Φαίδωνος Παπαθεοδότου, υστερούν όμως έναντι της σε βαθμολογημένη αξία όπως προκύπτει από τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και κατά συνέπεια υστερούν έναντι της σε ικανότητα και επίδοση στην υπηρεσία.
Διαπιστώνω όμως ότι η αρχαιότητα των Βασούλλας Κωνσταντίνου και Αναστασίας Ευθυμίου ανάγεται στην ημερομηνία τελευταίας προαγωγής τους, ενώ η Ελένη Φαίδωνος Παπαθεοδότου υπερέχει έναντι τους σε αρχαιότητα στην υπηρεσία της Αρχής και ως εκ τούτου υπερέχει έναντι τους και σε πείρα.
Συγκρίνοντας την Ελένη Φαίδωνος Παπαθεοδότου με τον Ανδρέα Λαμπριανίδη παρατηρώ ότι η Ελένη Φαίδωνος Παπαθεοδότου υπερτερεί έναντι του σε αρχαιότητα και σε βαθμολογημένη αξία, όπως προκύπτει από τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και κατά συνέπεια υπερέχει έναντι του και σε πείρα, ικανότητα και απόδοση στην υπηρεσία.
Έλαβα επίσης υπόψη μου το γεγονός ότι η Ελένη Φαίδωνος Παπαθεοδότου ήδη εργάζεται στην Περιφέρεια Λεμεσού όπου βρίσκεται η κρινόμενη θέση και οι γνώσεις και οι εμπειρίες που έχει αποκτήσει κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας της στη συγκεκριμένη Περιφέρεια, την καθιστούν καταλληλότερη υποψήφια για τις ανάγκες της θέσης.
Έλαβα επίσης υπόψη μου όλα τα πρόσθετα προσόντα των υποψηφίων και τους έδωσα τη δέουσα βαρύτητα.»
Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή δεν υιοθέτησε την πιο πάνω σύσταση του Διευθυντή και, αντί της αιτήτριας Ε. Παπαθεοδότου Φαίδωνος, αποφάσισε, κατά πλειοψηφία, να προτείνει στην Αρχή την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους, επισημαίνοντας ότι οι δύο υποψήφιες ήταν περίπου ισοδύναμες ως προς τη βαθμολογημένη αξία και τα προσόντα, όμως, το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε της αιτήτριας σε αρχαιότητα και, κατ' επέκταση, σε πείρα.
Ο Αντιπρόεδρος της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής διαφώνησε τόσο με τη σύσταση του Διευθυντή υπέρ της Ε. Παπαθεοδότου Φαίδωνος όσο και με την εισήγηση της πλειοψηφίας για επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους και πρότεινε για προαγωγή στη θέση τον αιτητή Α. Λαμπριανίδη, λόγω της πείρας του στο Τμήμα Εξυπηρέτησης Πελατών και του πανεπιστημιακού του διπλώματος, που ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης.
Στη συνέχεια, κατά την τακτική συνεδρία της Αρχής στις 16/12/2008, κλήθηκε, για σκοπούς συστάσεων, ο Διευθυντής, ο οποίος, αφού έλαβε υπόψη του τους Προσωπικούς Φακέλους και τις Εμπιστευτικές Εκθέσεις/Φύλλα Αξιολόγησης όλων των υποψηφίων, υιοθέτησε τη σύσταση και τις απόψεις που είχε εκφράσει ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και πρότεινε για προαγωγή την αιτήτρια Ε. Παπαθεοδότου Φαίδωνος. Ακολούθησε γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων από την Αρχή, με βάση όλα τα σχετικά στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιόν της, συμπεριλαμβανομένων των απόψεων των προϊσταμένων και των συστάσεων της Επιτροπής Επιλογής, της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Διευθυντή.
Ακολούθως, επειδή διατυπώθηκαν τρεις διαφορετικές εισηγήσεις, αποφασίστηκε όπως γίνουν χωριστές ψηφοφορίες για τους τρεις προτεινόμενους υποψήφιους και η προαγωγή να προσφερθεί σ' εκείνον που θα πλειοψηφούσε στην αντίστοιχη ψηφοφορία. Σ' αυτές, έλαβαν: το ενδιαφερόμενο μέρος, τέσσερις ψήφους υπέρ, τρεις εναντίον και δύο αποχές και επελέγη για προαγωγή στη θέση, η αιτήτρια Ε. Παπαθεοδότου Φαίδωνος μία ψήφο υπέρ, επτά εναντίον και μία αποχή και ο αιτητής Α. Λαμπριανίδης τρεις ψήφους υπέρ, τέσσερις εναντίον και δύο αποχές. Η πλειοψηφία των μελών της Αρχής, αιτιολογώντας την επιλογή της, σημείωσε τα εξής:-
«Καταλήγοντας στην πιο πάνω κατά πλειοψηφία απόφασή τους, τα Μέλη παρεκκλίνοντας από τη σύσταση του Διευθυντή, υποστήριξαν τη θέση τους ότι, με βάση όλα τα ενώπιον τους στοιχεία και δη τους υπηρεσιακούς φακέλους των υποψηφίων, κρίνουν ότι η Αναστασία Ευθυμίου είναι κατά τη γνώμη τους η καλύτερη υποψήφια για προαγωγή στην κρινόμενη θέση.
Σχετικά με την υποψήφια Ορθοδοξία Χατζηιωάννου, τα Μέλη ανέφεραν ότι έχουν ήδη αποφασίσει την προαγωγή της σε ομόβαθμη θέση, κατά τη σημερινή τους συνεδρία.
Σ' ότι αφορά την υποψήφια Θεοδώρα Πογιατζή η οποία υπερέχει σε αρχαιότητα έναντι της Αναστασίας Ευθυμίου, τα Μέλη επεσήμαναν ότι η αρχαιότητα αυτή είναι μόνο 10 μήνες κατά την ημερομηνία πρόσληψης τους και ότι υστερεί έναντι της Αναστασίας Ευθυμίου σε βαθμολογημένη αξία, όπως προκύπτει από τους υπηρεσιακούς τους φακέλους.
Αναφορικά με τη Βασούλλα Κωνσταντίνου, τα Μέλη παρατήρησαν ότι υπερέχει σε αρχαιότητα έναντι της Αναστασίας Ευθυμίου, η οποία όμως αρχαιότητα ανάγεται στην ημερομηνία γέννησης τους και υστερεί έναντι της Αναστασίας Ευθυμίου σε βαθμολογημένη αξία, όπως προκύπτει από τους υπηρεσιακούς τους φακέλους.
Ως προς τα προσόντα των Θεοδώρας Πογιατζή και Βασούλλας Κωνσταντίνου, τα Μέλη παρατήρησαν ότι κατέχουν πρόσθετα προσόντα τα οποία όμως δεν προνοούνται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης και ούτε σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων της.
Ως προς τα προσόντα της Αναστασίας Ευθυμίου ήτοι Accounting Higher του London Chamber of Commerce & Industry, English as a Foreign Language - Advanced του Pitman Examinations Institute και TOEFL (Total Score 520), τα Μέλη παρατήρησαν ότι τα προσόντα αυτά σχετίζονται άμεσα με την άσκηση των καθηκόντων της θέσης και ως εκ τούτου την καθιστούν σε πλεονεκτικότερη θέση σε σχέση με τις Θεοδώρα Πογιατζή και Βασούλλα Κωνσταντίνου και κατά συνέπεια την καθιστούν καταλληλότερη υποψήφια για προαγωγή στην κρινόμενη θέση.
Συγκρίνοντας την Αναστασία Ευθυμίου με την Ελένη Φαίδωνος Παπαθεοδότου, τα Μέλη παρατήρησαν ότι και οι δύο υποψήφιες είναι περίπου ισοδύναμες ως προς τη βαθμολογημένη αξία και ως προς τα προσόντα, όπως προκύπτει από τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις. Τα Μέλη παρατήρησαν όμως ότι εφόσον οι Αναστασία Ευθυμίου και Ελένη Φαίδωνος Παπαθεοδότου είναι περίπου ισοδύναμες, κρίνουν ότι η Αναστασία Ευθυμίου η οποία υπερέχει έναντι της Ελένης Φαίδωνος Παπαθεοδότου σε αρχαιότητα, κατά συνέπεια υπερέχει έναντι της σε πείρα.»
Σύμφωνα με τον Κ. 23(2) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (΄Οροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, (Κ.Δ.Π. 291/86), (όπως έχουν τροποποιηθεί), (οι «Κανονισμοί»):-
«2. Προαγωγαί αποφασίζονται βάσει της πείρας, της αξίας, της ικανότητος, της αρχαιότητος παρά τη Αρχή, των προσόντων εν συσχετισμώ προς το εκάστοτε ισχύον διά την θέσιν σχέδιον υπηρεσίας, και της εν τη υπηρεσία επιδόσεως εκάστου υποψηφίου. Νοείται ότι η σειρά εν τη οποία τα κριτήρια ταύτα (τα οποία εν τοις παρούσι κανονισμοίς αναφέρονται ως 'τα παραδεδεγμένα κριτήρια') αναφέρονται ανωτέρω, ουδόλως καθορίζει ή υποδηλοί ιεράρχησιν, αξιολόγησιν ή υπερτέραν βαρύτητα οιουδήποτε των ως άνω κριτηρίων έναντι ετέρου.»
Ο Κ. 23(4) των Κανονισμών προβλέπει ότι:-
«(4) Κατά την προαγωγήν εις θέσιν ετέραν των εν τη παραγράφω (3) αναφερομένων θέσεων, η Αρχή λαμβάνει δεόντως υπ' όψιν -
(α) τας συστάσεις και απόψεις της αρμοδίας Επιτροπής Επιλογής, της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, του Διευθυντού και οιουδήποτε Διευθυντού Υπηρεσίας Περιφερείας ή Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού, η Αρχή ήθελε κρίνει σκόπιμον να συμβουλευθή·
(β) τας περί των υποψηφίων εμπιστευτικάς εκθέσεις,
και αποφασίζει εντός δύο μηνών από της υποβολής της 'Εισηγήσεως της Επιτροπής Επιλογής' ή εντός τριών μηνών από της υποβολής του 'Από Κοινού Εγγράφου', ως θα είναι η περίπτωσις.»
Στους Κ. 18 και 19 των Κανονισμών, οι οποίοι προβλέπουν τη συγκρότηση και τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Επιλογής και της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τονίζεται ότι ο ρόλος των εν λόγω Επιτροπών στην προαγωγική διαδικασία είναι «μόνον συμβουλευτικός» και ότι η λήψη τελικής απόφασης ανήκει στη δικαιοδοσία και αρμοδιότητα της Αρχής, η οποία δε δεσμεύεται από οποιαδήποτε σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής.
Η διαδικασία της Επιτροπής Επιλογής και της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής καθορίζεται, περαιτέρω, στα Μέρη Ι και ΙΙ του Δεύτερου Πίνακα των Κανονισμών, όπου προβλέπεται αιτιολόγηση των αποφάσεων και εκθέσεών τους.
Ο αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 165/09 Α. Λαμπριανίδης εισηγείται ότι η σύσταση του Διευθυντή υπέρ της αιτήτριας Ε. Παπαθεοδότου Φαίδωνος πάσχει, γιατί αυτή στηρίχτηκε στην εσφαλμένη θεώρηση του Διευθυντή ότι η εν λόγω αιτήτρια υπερείχε σε αξία, ενώ, στην πραγματικότητα, επρόκειτο για ένα εντελώς οριακό προβάδισμα, που δεν τεκμηρίωνε τέτοια υπεροχή. Εσφαλμένη είναι, επίσης, κατά τον ίδιο, και η επισήμανση του Διευθυντή περί υπεροχής της σε αρχαιότητα και ανεπίτρεπτη η αναφορά του, για αιτιολόγηση της προτίμησής του, σε καθήκοντα που αυτή ασκούσε στη θέση που ήταν τοποθετημένη. Ισχυρίζεται ότι, αν και η σύσταση δεν υιοθετήθηκε, θα πρέπει να εξεταστεί η νομιμότητά της, αφού, σε περίπτωση ακύρωσης της επίδικης απόφασης λόγω σφαλμάτων σε ενδιάμεσες πράξεις μεταγενέστερες αυτής, η διαδικασία θα επαναρχίσει από το στάδιο της σύστασης - (βλ. Ναζίρης ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 38). Επιπρόσθετα, προβάλλει ότι τόσο η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή όσο και η Αρχή δεν προέβησαν σε σύγκρισή του με το ενδιαφερόμενο μέρος, ενώ, για τους άλλους υποψήφιους υπάρχει συγκριτική αναφορά στα πρακτικά. Τέλος, ισχυρίζεται ότι το πανεπιστημιακό προσόν που κατέχει - (Πτυχίο του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Πανεπιστημίου Μακεδονίας) - αν και σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, ούτε εκτιμήθηκε, ούτε δόθηκε σ' αυτό η ανάλογη βαρύτητα.
Η αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 216/09 Ε. Παπαθεοδότου Φαίδωνος προβάλλει ότι η ΄Εκθεση και η σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής είναι αναιτιολόγητες, γενικές και αόριστες και δεν υποστηρίζονται από τα στοιχεία των φακέλων. Καίτοι, υποστηρίζει. αυτή υπερείχε του ενδιαφερομένου μέρους στη βαθμολογημένη αξία της τελευταίας πενταετίας - (2 «εξαίρετα» περισσότερα) - και σε πρόσθετα προσόντα συναφή με τα καθήκοντα της θέσης - (Απολυτήριο Λυκείου Οικονομικής Κατεύθυνσης, LCCI Accounting Higher, Πιστοποιητικό Αγγλικής Γλώσσας TOEFL και διάφορα άλλα Πιστοποιητικά Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και συμμετοχής σε σεμινάρια) - αυτά δε λήφθηκαν υπόψη. Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι η ίδια υπερείχε στα κριτήρια «ικανότητα» και «επίδοση» και είχε 14 μήνες προβάδισμα σε πείρα, λόγω ημερομηνίας πρόσληψης στην Αρχή, με αποτέλεσμα η κρίση της Υπεπιτροπής και, κατ' επέκταση, της Αρχής ότι αυτή και το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν, περίπου, ισοδύναμες σε αξία και προσόντα, να είναι το προϊόν νομικής και πραγματικής πλάνης. Εισηγείται, επίσης, ότι η αιτιολογημένη υπέρ της σύσταση του Διευθυντή παραγνωρίστηκε από την Αρχή, χωρίς να δοθεί αιτιολογία, και, τέλος, ότι δόθηκε υπερβολική βαρύτητα στην αρχαιότητα του ενδιαφερομένου μέρους, με αποτέλεσμα να παραβιαστεί η αρχή της επιλογής του καταλληλότερου υποψήφιου.
Οι ισχυρισμοί δεν ευσταθούν. Σύμφωνα με τα υπηρεσιακά στοιχεία, δεν υπήρχε σοβαρή διαφορά στις βαθμολογίες των αιτητών και του ενδιαφερομένου μέρους· ειδικότερα, για την περίοδο 2003 - 2007, τα «Φύλλα Αξιολόγησης» αποκαλύπτουν ότι είχαν συγκεντρώσει: το ενδιαφερόμενο μέρος 32 «εξαίρετα» και 18 «πολύ ικανοποιητικά», ο αιτητής Α. Λαμπριανίδης 33 «εξαίρετα» και 17 «πολύ ικανοποιητικά» και η αιτήτρια Ε. Παπαθεοδότου Φαίδωνος 34 «εξαίρετα» και 16 «πολύ ικανοποιητικά». Τα πιο πάνω δεν αποτελούν ουσιώδεις διαφορές, ώστε να προσδίδουν σε έναν υποψήφιο υπεροχή έναντι του άλλου στο κριτήριο της αξίας. Στη Σοφρώνης Πατσαλίδης κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 183/08, 2/11/11, τονίστηκε ότι:-
«Σύμφωνα με τη νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Republic v. Roussos (1987) 3 C.L.R. 1217, Κέντα ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 485, Βασιλειάδης ν. Τσιάππα (2005) 3 Α.Α.Δ. 403, Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 495 και Λοϊζος Παναγή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Α.Ε. 156/2008 ημερ. 29/9/2011) η διαφορά στην αξιολόγηση των υπαλλήλων σε 3 έως 5 «Εξαίρετος» περισσότερα ο ένας από τον άλλο σε μια πενταετία, δεν προσδίδουν σε αυτόν που έχει τα περισσότερα «Εξαίρετος» υπεροχή στην αξία έναντι των υπολοίπων, αλλά απλώς πρέπει οι υπάλληλοι να θεωρούνται ισοδύναμοι. Τονίστηκε ότι η ορθή αντιμετώπιση του θέματος είναι να εξετάζεται η γενική εικόνα ενός υποψηφίου και όχι να γίνεται αριθμητική φόρμουλα για να φανεί ποιος έχει τα περισσότερα «Εξαίρετος».
Εφόσον η πιο πάνω αρχή εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπου η μικρή αυτή διαφορά αφορά τα 5 πιο πρόσφατα έτη αξιολόγησης στα οποία, σύμφωνα με τη νομολογία, το διορίζον όργανο μπορεί να δίνει περισσότερη έμφαση, κρίνουμε ότι στην περίπτωση που η διαφορά αυτή αφορά πιο απομακρυσμένα έτη, η πιο πάνω αρχή εφαρμόζεται με πιο αυξημένη ισχύ. Ιδιαίτερα εδώ που οι εφεσείοντες και τα ενδιαφερόμενα μέρη κατά τα τελευταία 7 έτη είχαν ακριβώς την ίδια βαθμολογία (όλοι δηλαδή «Εξαίρετος» σε όλα τα στοιχεία αξιολόγησης), κρίνουμε ότι η άποψη της Διευθύντριας ότι υπερέχουν ουσιαστικά σε αξία τα ενδιαφερόμενα μέρη αποτελεί νομική πλάνη.»
Επομένως, στην παρούσα περίπτωση, ορθά η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και, στη συνέχεια, η Αρχή θεώρησαν τους αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος ως ισοδύναμους σε αξία. Σε ό,τι αφορά το παράπονο του αιτητή Α. Λαμπριανίδη ότι δεν έγινε συγκριτική αναφορά μεταξύ του ιδίου και του ενδιαφερομένου μέρους, αρκεί να λεχθεί ότι το διορίζον όργανο δεν είναι υποχρεωμένο, κάθε φορά, να προβαίνει σε ρητή αναφορά στο όνομα υποψήφιου που δε θα επιλέξει - (βλ. Omeros Nissiotis v. Republic (Public Service Commission) (1977) 3 C.L.R. 388).
Αιτητές και ενδιαφερόμενο μέρος είχαν προσόντα, πέραν των απαιτούμενων, πρόσθετα, σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, με αποτέλεσμα να μην προκύπτει ουσιαστική υπεροχή οποιουδήποτε σ' αυτό το κριτήριο. Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και, ακολούθως, η Αρχή, που υιοθέτησε την ΄Εκθεσή της, σχολίασαν ειδικά τα πρόσθετα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους, τα οποία θεώρησαν ότι «... σχετίζονται άμεσα με την άσκηση των καθηκόντων της θέσης ...» και ότι, κατά συνέπεια, την έθεταν σε πλεονεκτικότερη θέση σε σχέση με δύο άλλες υποψήφιες που δεν διέθεταν παρόμοια προσόντα και την καθιστούσαν «καταλληλότερη υποψήφια για προαγωγή». Η πάγια νομολογία σε σχέση με τα πρόσθετα προσόντα απαιτεί όπως αυτά αξιολογούνται από το διορίζον όργανο, για να διαπιστωθεί η σχετικότητά τους προς τα καθήκοντα της θέσης και, αναλόγως της περίπτωσης και των απαιτήσεων της, τους δίδεται η δέουσα βαρύτητα. Αυτά, εφ' όσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης, αποτελούν ουσιώδη και σχετικό παράγοντα στη διαδικασία σύγκρισης και αξιολόγησης των υποψηφίων - (βλ. Πούρος κ.ά. ν. Πελεκάνου κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 172).
Στην παρούσα περίπτωση, τόσο η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή όσο και η Αρχή δεν παρέλειψαν να ασχοληθούν με αυτόν τον παράγοντα. Το γεγονός ότι δεν προέβησαν σε ξεχωριστή μνεία για τα πρόσθετα προσόντα των υπολοίπων υποψηφίων δεν συνιστά πλημμελή άσκηση της διακριτικής ευχέρειάς τους. Η αναφορά στα πρόσθετα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους έγινε με σκοπό τη σύγκρισή του με άλλες υποψήφιες, που δε διέθεταν τέτοια.
Η εικόνα της αρχαιότητας των αιτητών και του ενδιαφερομένου μέρους, όπως αυτή προκύπτει μέσα από τους φακέλους, δίδει στο ενδιαφερόμενο μέρος προβάδισμα δέκα μηνών, ως προς την ημερομηνία προαγωγής στην προηγούμενη θέση του Λογιστικού Λειτουργού, στην οποία είχαν προαχθεί: το ενδιαφερόμενο μέρος την 1/2/2001, ενώ οι αιτητές την 1/12/2001.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό της αιτήτριας Ε. Παπαθεοδότου Φαίδωνος ότι αυτή υπερτερούσε σε πείρα, λόγω του ότι είχαν διοριστεί στην Αρχή, ως Γραφείς 2ης Τάξης: η ίδια την 1/8/1991, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος την 1/10/1992, έχει νομολογηθεί ότι η πείρα, για να είναι αποφασιστικής σημασίας, πρέπει να έχει αποκτηθεί κατά την εκτέλεση καθηκόντων σε θέση αμέσως προηγούμενη της επίδικης - (βλ. Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 112· Ακκελίδου κ.ά. ν. Μιχαήλ κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 278 και Μεστάνας ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 213).
΄Οταν υποψήφιοι σε μια θέση είναι, περίπου, ισότιμοι σε αξία, η αρχαιότητα, ως ένα από τα τρία νομοθετημένα κριτήρια, μπορεί να αποτελέσει λόγο για απόκλιση από τη σύσταση του προϊσταμένου τους - (βλ. Δημοκρατία ν. Σταύρου (1993) 3 Α.Α.Δ. 71· Μουρτζή ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 915).
Στην παρούσα περίπτωση, ο Κ. 23(4)(α) των Κανονισμών δεν απαιτεί αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή. Είναι, όμως, απαραίτητο αυτή, όταν παρέχεται, να είναι σύμφωνη με το περιεχόμενο των φακέλων - (βλ. Λεωνίδα Παπασάββα ν. Α.Η.Κ., Υπόθεση Αρ. 635/98, 16/6/00).
Ο Διευθυντής σύστησε την αιτήτρια Ε. Παπαθεοδότου Φαίδωνος, στη βάση της εκτίμησής του ότι αυτή υπερείχε των ανθυποψηφίων της σε βαθμολογημένη αξία και, ένεκα τούτου, σε ικανότητα και απόδοση, καθώς και σε πείρα, λόγω ημερομηνίας πρόσληψής της στην Αρχή. Αναφέρθηκε, επίσης, στην υπηρεσία της σε συγκεκριμένη περιφέρεια, από την οποία, κατά την άποψή του, απέκτησε γνώσεις και εμπειρίες, που την καθιστούσαν καταλληλότερη.
Οι διαπιστώσεις του Διευθυντή περί υπεροχής της αιτήτριας Ε. Παπαθεοδότου Φαίδωνος σε αξία και σε πείρα δε βρίσκουν έρεισμα στους φακέλους, ενώ η επιλεκτική αναφορά του στην υπηρεσία της σε συγκεκριμένο τομέα παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων για προαγωγή - (βλ. Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 249).
Ως εκ τούτου, η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και η Αρχή εύλογα αποφάσισαν να μην υιοθετήσουν τη σύσταση και επέλεξαν, με βάση τα στοιχεία που έχουν εκτεθεί πιο πάνω, το ενδιαφερόμενο μέρος ως το καταλληλότερο για προαγωγή.
Οι προσφυγές απορρίπτονται, με έξοδα υπέρ της καθ' ης η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΚΧ"Π, ΜΠ