ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                      (Συνεκδ. Υποθ. Αρ.

149/2010 και 150/2010)

8 Δεκεμβρίου, 2011

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

(Υπόθεση Αρ. 149/2010)

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑ,

Αιτητής,

ν.

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΤΩ ΠΥΡΓΟΥ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

Και όπως τροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος Δικαστηρίου ημερ. 5.9.2011

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΑΒΒΑ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΑΒΒΑ,

Αιτητής,

ν.

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΤΩ ΠΥΡΓΟΥ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 


(Υπόθεση Αρ. 150/2010)

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΠΛΑΣΤΗΡΑ,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΤΩ ΠΥΡΓΟΥ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Δ. Στεφανίδης, και για τους δύο Αιτητές.

Α. Ντορζής, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.Οι Αιτητές με τις προσφυγές τους ζητούν ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση, η οποία εκδόθηκε κατόπιν επανεξέτασης και με την οποία τους επέβαλε και πάλι την πειθαρχική ποινή της απόλυσης.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης

Κατά πάντα ουσιώδη χρόνο οι Αιτητές ήταν υπάλληλοι των Καθ' ων η αίτηση.  Το 2006, οι Αιτητές ήταν κατηγορούμενοι στην ποινική υπόθεση με αρ. 10866/01, ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου που συνεδρίαζε στη Πάφο, το οποίο τους έκρινε ένοχους σε κατηγορίες που αφορούσαν συνωμοσία προς καταδολίευση, κατά παράβαση των άρθρων 302 και 29 του περί Ποινικού Κώδικα και Αδικήματα Συγκάλυψης Έρευνας και Δημοσίων Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμου του 1996 άρθρα 2, 4 (1) (III), (2), 5 και 7.  Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο στις 3.10.2006 επέβαλε στους Αιτητές ποινή φυλάκισης 2 ετών.  Οι Αιτητές υπέβαλαν έφεση κατά της απόφασης, την οποία απέσυραν αργότερα.

 

Κατόπιν τούτου οι Καθ' ων η αίτηση στις 7.9.2007, σύμφωνα με τον Κανονισμό 65 των περί Κοινοτικής Υπηρεσίας Κανονισμών του Κοινοτικού Συμβουλίου Κ. Πύργου, εξασφάλισαν από το νομικό τους σύμβουλο γνωμοδότηση, ότι τα αδικήματα στα οποία καταδικάσθηκαν οι Αιτητές ενέχουν έλλειψη τιμιότητας.  Στις 28.9.2007 οι  Καθ' ων η αίτηση κάλεσαν τους Αιτητές ενώπιόν τους και τους επέβαλαν την πειθαρχική ποινή της απόλυσης, απόφαση η οποία ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 16.9.2009, όταν αποδέχθηκε τις συνεκδικαζόμενες προσφυγές  των δύο Αιτητών, με αρ. 9/08 και 10/08.

 

Μετά από αυτή την εξέλιξη, στις 7.11.2009 οι Καθ' ων η αίτηση κάλεσαν τους Αιτητές ενώπιόν τους και σε συμμόρφωση με το δεδικασμένο, τους επέδωσαν σχετική ειδοποίηση στην οποία περιλαμβάνονταν τα αδικήματα για τα οποία καταδικάσθηκαν από το Κακουργιοδικείο, καθώς και ότι δικαιούνταν να αντιπροσωπευθούν από δικηγόρο της εκλογής τους ή με εκπρόσωπο της συντεχνίας τους, με σκοπό να τους αναφέρουν οτιδήποτε επιθυμούσαν προτού τους επιβάλουν πειθαρχική ποινή ως αποτέλεσμα της ποινικής καταδίκης τους.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση, αφού προηγουμένως έλαβαν υπόψη τα όσα τους ανάφεραν οι δικηγόροι των Αιτητών, στις 21.11.2009 επέβαλαν στους Αιτητές την ποινή της απόλυσης.  Η απόφαση ελήφθη από το εννιαμελές Συμβούλιο των Καθ' ων η αίτηση κατά πλειοψηφία, 6 ψήφων υπέρ και 3 ψήφων εναντίον.  

 

Οι Αιτητές προβάλλουν 6 λόγους για ακύρωση της επίδικης απόφασης:- (1) ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση που περιλαμβάνεται στο πρακτικό της επίδικης συνεδρίας, δεν συνάδει με αυτήν που κοινοποιήθηκε στους Αιτητές, (2) η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση που περιλαμβάνεται στο πρακτικό της επίδικης συνεδρίας δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη και ότι η ποινή παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, (3) η απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε στους Αιτητές, παραβιάζει το πραγματικό καθεστώς κατά την επανεξέταση, (4) η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη λόγω κωλύματος συμμετοχής του Κοινοτάρχη των Καθ' ων η αίτηση στη λήψη της, και (5) κακή σύνθεση των Καθ' ων η αίτηση κατά τη συνεδρία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης.  Θα ξεκινήσω από τον τελευταίο λόγο, ο οποίος λόγω της φύσης του επιβάλλει την κατά προτεραιότητα εξέτασή του.

 

Κακή σύνθεση των Καθ' ων η αίτηση κατά την συνεδρία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης - Λόγος ακύρωσης 5

Συγκεκριμένα ο συνήγορος των Αιτητών προβάλλει ότι το Μέλος των Καθ' ων η αίτηση Ευάγγελος Σάββα, κατά τη συνεδρία στις 10.11.2009, στην οποία μάλιστα σημειώνεται στα πρακτικά ότι εξέφρασε τη σκέψη για επιβολή στους Αιτητές της ποινής της απόλυσης, στο σχετικό  πρακτικό δεν καταγράφεται ούτε παρόν ούτε απών.  Αυτό, κατά τον δικηγόρο των Αιτητών, καθιστά τη σύνθεση πάσχουσα.

 

Ο συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση διαφωνεί και προβάλλει ότι το συγκεκριμένο Μέλος θα πρέπει να θεωρηθεί ότι ήταν παρόν, αφού το επίδικο πρακτικό όχι μόνο φέρει την υπογραφή του, αλλά αναφέρει και την άποψη που εξέφρασε.  Η μη καταγραφή του ονόματός του στο σημείο που αναφέρονται οι παρόντες, οφειλόταν σε «καθαρή απροσεξία» και με κανένα τρόπο δεν αντανακλά στην έννομη σύνθεση του οργάνου.

 

Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.

Η υποχρέωση κάθε συλλογικού οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία, είναι να τηρεί λεπτομερή πρακτικά των συνεδριάσεων του, στα οποία να διατυπώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις που λαμβάνονται.  Η σχετική αρχή κωδικοποιείται στο άρθρο 24 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99).  Η υποχρέωση τήρησης άρτιων πρακτικών, επιβάλλεται από την ανάγκη διασφάλισης δικαστικού ελέγχου, τόσο για τη σύνθεση του διοικητικού οργάνου, όσο και για τον έλεγχο της αιτιολογίας της απόφασής του.  Όμως η τήρηση πρακτικών τα οποία περιέχουν κάποιο κενό ή ασάφεια, δεν οδηγεί αυτόματα σε ακύρωση της πράξης.  Μόνο αν το κενό ή η ασάφεια δημιουργεί εύλογα ερωτήματα είτε για τη σύνθεση, είτε για την αιτιολογία, ώστε ο δικαστικός έλεγχος να είναι ανέφικτος, μπορεί να οδηγήσει σε ακυρότητα (βλ. Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.α. (2002) 3 ΑΑΔ 345 και Κεννέ-Μαρμαρά ν. ΑΤΗΚ, Υπόθ. Αρ. 1225/07, ημερ. 14.4.2009 και Χρυσαφή ν. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 550).

 

Στην προκειμένη περίπτωση δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.  Το σχετικό πρακτικό είναι αρκετά λεπτομερές και αρκετά σαφές ως προς το τι διημείφθη μεταξύ των μελών στη συγκεκριμένη συνεδρία.  Στο πρακτικό καταγράφεται η θέση του κάθε Μέλους που ήταν παρών, το οποίο και υπογράφει στο τέλος.  Το γεγονός ότι στην αρχή του πρακτικού παραλείφθηκε να καταγραφεί το όνομα του Ευάγγελου Σάββα, δεν θεωρώ ότι είναι σημαντικό.  Ενόψει της καταγραφείσας θέσης του συγκεκριμένου Μέλους και της επιβεβαίωσης της με την υπογραφή τόσο του ίδιου όσο και των υπόλοιπων Μελών του Συμβουλίου, θεωρώ ότι δεν δημιουργείται οποιαδήποτε ασάφεια ως προς τη σύνθεση του Συμβουλίου.  Η υπόθεση Φωτιάδης Ζυθοβιομηχανία Λτδ ω. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 838/99, ημερ. 16.11.2000, αφορά σε εντελώς διαφορετική περίπτωση, αφού εκεί, πέραν του ότι παρευρισκόταν άτομο, η ιδιότητα του οποίου δεν διευκρινίζετο, το δικαστήριο προέβη σε εν παρόδω παρατήρηση ως προς την απαρτία της Επιτροπής, ενόψει της μη καταγραφής καθόλου της παρουσίας ή απουσίας ενός των Μελών, που κρίθηκε ότι ενδεχόμενα να αντανακλούσε στην έννομη σύνθεση της Επιτροπής.  Στην υπό εκδίκαση υπόθεση, το Μέλος Ευάγγελος Σάββα ήταν παρών και στις τρεις συνεδρίες που έγιναν για το συγκεκριμένο θέμα.

 

Κατά πόσον η απόφαση που περιλαμβάνεται στο πρακτικό συνάδει με αυτή που κοινοποιήθηκε στους Αιτητές και κατά πόσον η απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη - Λόγοι ακύρωσης 1 και 2

Ο δικηγόρος των Αιτητών προβάλλει ότι η δαχτυλογραφημένη απόφαση, ημερ. 21.11.2009 που κοινοποιήθηκε στους δύο Αιτητές και η οποία επισυνάπτεται ως Τεκμήριο Α στο δικόγραφο της προσφυγής, διαφέρει από την χειρόγραφη απόφαση που καταγράφεται στα πρακτικά ημερ. 21.11.2009, με αποτέλεσμα να μην φαίνεται ποιος συνέταξε την απόφαση και ποιος είναι υπεύθυνος για την αιτιολογία που αναφέρεται στη δαχτυλογραφημένη απόφαση, η οποία δεν περιλαμβάνεται στα όσα προκύπτουν από τη χειρόγραφη σημείωση.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.  Όπως αναφέρεται στο χειρόγραφο πρακτικό, ημερ. 21.11.2011, μετά την τοποθέτηση της πλειοψηφίας των Μελών του Συμβουλίου υπέρ της επιβολής στους Αιτητές της ποινής της απόλυσης, ο Πρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου ανέλαβε να ετοιμάσει το κείμενο της αιτιολογημένης απόφασης και να κληθούν σε άλλη συνεδρία οι Αιτητές, για να τους επιδοθεί η γραπτή αιτιολογημένη απόφαση.  Ο Πρόεδρος, αφού ετοίμασε το κείμενο της αιτιολογημένης απόφασης, αυτή υπογράφηκε από τον ίδιο τον Πρόεδρο και τα άλλα 5 Μέλη του Συμβουλίου που αποτελούσαν την πλειοψηφία.  Δεν βλέπω οτιδήποτε το μεμπτό.  Το Συμβούλιο είχε την εξουσία να εξουσιοδοτήσει τον Πρόεδρο για να ετοιμάσει αιτιολογημένη απόφαση, στηριζόμενη στα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιον του Συμβουλίου (βλ. άρθρο 30 του Νόμου 158(Ι)/99).  Η σχετική απόφαση με την αιτιολογία, είναι αυτή που περιέχεται στο δαχτυλογραφημένο κείμενο.  Η αιτιολογία της είναι επαρκής, αφού προσδιορίζει τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους λήφθηκε η απόφαση, η οποία συνάδει με τα πρακτικά των τριών συνεδριάσεων του Κοινοτικού Συμβουλίου.

 

Δεν συμφωνώ με την εισήγηση ότι στην αιτιολογημένη απόφαση δεν γίνεται λόγος για αξιολόγηση ή στάθμιση ελαφρυντικών και ότι η ποινή παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας.  Αντίθετα αναφέρεται ότι η πλειοψηφία των Μελών έλαβε σοβαρά υπόψη «κάθε τι το οποίο αφορά τις προσωπικές και οικογενειακές σας περιστάσεις και τις συνέπειες τις οποίες θα έχει σ' εσάς και στις οικογένειές σας η οποιαδήποτε ποινή σας επιβληθεί και γενικά οτιδήποτε άλλο προτάθηκε από τους δικηγόρους σας ως ελαφρυντικό και μετριαστικό για την ποινή παράγοντα».  Ως προς το είδος ή το ύψος της ποινής, είναι νομολογημένο ότι το διοικητικό δικαστήριο κατά κανόνα δεν επεμβαίνει, εκτός αν η ποινή δεν προβλέπεται από το νόμο ή το διοικητικό όργανο υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, κάτι που δεν συμβαίνει εδώ, αφού τα παραπτώματα των Αιτητών ήταν, αντικειμενικά κρινόμενα, πολύ σοβαρά (βλ. Θεότη ν. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 1144 και Μουρτζή ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 662).

 

 

 

Κατά πόσον η απόφαση παραβιάζει το πραγματικό καθεστώς και την επανεξέταση - Λόγος ακύρωσης 3

Ο δικηγόρος των Αιτητών παραπονείται ότι στην απόφαση ημερ. 21.11.2009 αναφέρεται ότι η ποινή επιβάλλεται «από σήμερα», δηλαδή από 21.11.2009, κάτι που «αντίκειται στην αρχή της λήψης υπόψη κατά την επανεξέταση του πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε κατά το χρόνο που εκδόθηκε η σχετική απόφαση της διοίκησης, δηλαδή αναδρομικά στις 27.10.2007 που εκδόθηκε η αρχική ακυρωθείσα απόφαση που αποτελεί και τον ουσιώδη χρόνο.»

 

Δεν συμφωνώ.  Η υποχρέωση της διοίκησης κατά την επανεξέταση να λάβει υπόψη το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο που εκδόθηκε η σχετική απόφαση, δεν παραβιάζεται με τη διαταγή όπως η ποινή της απόλυσης ισχύσει από 21.11.2009 που επιβλήθηκε κατά την επανεξέταση, αντί από 27.10.2007 που λήφθηκε η πρώτη απόφαση η οποία ακυρώθηκε, αφού η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση που προέκυψε μετά από εύλογη άσκηση διακριτικής ευχέρειας, είναι προς όφελος των Αιτητών.

 

 

 

Κατά πόσον η συμμετοχή του Κοινοτάρχη στη λήψη της απόφασης ήταν παράνομη - Λόγος ακύρωσης 4

Κατά τη συνεδρία των Καθ' ων η αίτηση στις 7.11.2009, οι συνήγοροι των Αιτητών έθεσαν θέμα διπλού κωλύματος του Κοινοτάρχη και εισηγήθηκαν ότι κατ' εφαρμογή της αρχής της αμεροληψίας, αυτός δεν θα έπρεπε να συμμετάσχει στη διαδικασία.  Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, ο Κοινοτάρχης είχε προσωπικό οικονομικό συμφέρον από την έκβαση αυτής της υπόθεσης, επειδή κατά την άσκηση των καθηκόντων του ως αναπληρωτής Γραμματέας, λάμβανε ωφελήματα τα οποία θα έχανε, αν οι Αιτητές επέστρεφαν στην εργασία τους.  Το δεύτερο κώλυμα, ήταν ότι ο Κοινοτάρχης διακατέχετο από οξεία έχθρα έναντι των Αιτητών.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.  Όπως προκύπτει από τα πρακτικά, ημερ. 7.11.2009, το συγκεκριμένο θέμα εξετάστηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και μετά από εξηγήσεις που δόθηκαν από τον Κοινοτάρχη, κρίθηκε ότι δεν υπήρχε κώλυμα.  Συγκεκριμένα ο Κοινοτάρχης πληροφόρησε τα υπόλοιπα Μέλη, που άλλωστε είχαν και ιδία γνώση, ότι από την 1.6.2009 ουδέποτε πήρε οποιαδήποτε αμοιβή για τη θέση του Γραμματέα.  Πέραν τούτου, απέρριψε ότι διακατεχόταν από έχθρα έναντι των Αιτητών.  Μετά την ενημέρωση των Μελών, ο Κοινοτάρχης απεχώρησε και άφησε τα Μέλη να αποφασίσουν στην απουσία του για το συγκεκριμένο θέμα.  Μετά την ανακοίνωση της απόφασης του Συμβουλίου, οι δικηγόροι των Αιτητών ζήτησαν και ενημερώθηκαν για τους ακριβείς λόγους που απορρίφθηκε η διπλή προδικαστική ένστασή τους και ο Κοινοτάρχης που στο μεταξύ επανήλθε ως Πρόεδρος του Συμβουλίου, τους έδωσε την απαιτούμενη πληροφόρηση.  Επομένως η εισήγηση του δικηγόρου των Αιτητών ότι οι ισχυρισμοί του Κοινοτάρχη ενώπιον του Συμβουλίου αποτελούσαν εκ των υστέρων ισχυρισμούς, δεν ευσταθεί.  Η αιτιολογία που καταγράφεται στα πρακτικά, είναι απόλυτα επαρκής.

 

Ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με €1.400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

/ΕΠς


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο