ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

[Υπόθεση Αρ. 625/2010]

 

3 Νοεμβρίου, 2011

 

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ALAN IBRAHIM

 

Αιτητής

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ

Καθ' ων η αίτηση

 

 

Χρίστος Πατσαλίδης για τον αιτητή.

Λουΐζα Γρηγορίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,  Δ.:  Ο αιτητής είναι Σύρος υπήκοος.  Το 2003 ήλθε στην Κύπρο ως τουρίστας και απελάθηκε αφού είχε παραμείνει και μετά τη λήξη της άδειας παραμονής του.  Επανήλθε στη συνέχεια στις 4.11.04 και υπέβαλε αίτηση για άσυλο.  Ισχυρίστηκε πως εγκατέλειψε τη Συρία στις 19.7.04 και πως, μέσω Τουρκίας και εν τέλει των κατεχομένων, κατέληξε στις περιοχές που ελέγχει η Κυπριακή Δημοκρατία.

 

Δεν ήταν η εκδοχή του πως ο ίδιος υπέστη κάποιας μορφής δίωξη, στην πράξη, στη Συρία.  Επικαλέστηκε φόβο δίωξης.  Αυτό επειδή, όντας ενεργό μέλος του κόμματος Yekiti οργάνωσε τη διαδήλωση στο Qamishli το Μάρτιο του 2004.  Κατά τη διάρκεια των επεισοδίων που ακολούθησαν, όπως ισχυρίστηκε, έκαψε συριακή σημαία και ύψωσε την κουρδική σε κτίριο, ενώ τον φωτογράφιζαν.

 

Η Υπηρεσία Ασύλου, με αναφορά στα πιο πάνω ως προκύπτοντα από τη συνέντευξη στην οποία υποβλήθηκε στις 14.6.06, για  λόγους που εξήγησε, τον έκρινε αναξιόπιστο.  Ήταν ασαφής και αόριστος στην αναφορά του στη διαδήλωση και, παρά τις επανειλημμένες σχετικές ερωτήσεις, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τον τρόπο με τον οποίο οργάνωσε τη διαδήλωση.  Ρωτήθηκε αν είδε ποτέ φωτογραφία του, παραδέχτηκε βεβαίως πως δεν είδε και, αμέσως προέβη σε αναφορά σε φίλο του που τον βασάνισαν μέχρι θανάτου επειδή βοήθησε τραυματισμένους.  Εν τούτοις, εξασφάλισε θεώρηση από την πρεσβεία της Τουρκίας για να εγκαταλείψει τη χώρα του νόμιμα και σχολιάστηκε συναφώς και η αναφορά του σε καταβολή χρημάτων, δωροδοκία όπως χαρακτηρίστηκε, για να επιτύχει έξοδό του από τη χώρα του προς την Τουρκία.  Αυτή η ενέργεια εξασφάλισης θεώρησης σε συνδυασμό προς την παραμονή του στη χώρα του επί τέσσερις μήνες μετά τα επεισόδια στα οποία αναφερόταν, συνιστούσαν πρόσθετα στοιχεία αναξιοπιστίας.

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης παρουσίασε έγγραφο που φερόταν να είναι βεβαίωση από αντιπροσώπους του κόμματος στη Σουηδία, πως ήταν ενεργό μέλος του. Επισημάνθηκαν τα εμφανή άλλωστε ορθογραφικά λάθη σ' αυτό και θεωρήθηκε πως δημιουργούνταν ερωτηματικά για την «αξιοπιστία».  Επομένως, η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το αίτημα.  Ο αιτητής, μέσω δικηγόρου, άσκησε διοικητική προσφυγή με την οποία, όμως, δεν είχε  εγείρει οποιαδήποτε ειδικά θέματα.  Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέτασε τη διοικητική προσφυγή και την απέρριψε.  Εξέτασε και η ίδια τα δεδομένα και έκρινε ορθή την αιτιολόγηση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.  Προσθέτοντας και πως το έγγραφο που παρουσίασε ο αιτητής, που βεβαίωνε πως ήταν ενεργό μέλος του κόμματος Yekiti, δεν έφερε ημερομηνία, με ερωτηματικά να αναδύονται και από το ότι αυτό φερόταν να εκδόθηκε στη Σουηδία.

 

Η απορριπτική απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερομηνίας 26.2.2010, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.  Ο αιτητής υποστηρίζει συλλήβδην πως η απόφαση παραβιάζει την αρχή της ισότητας των όπλων, τα Άρθρα 28, 29, 30 και 32 του Συντάγματος, το διεθνές δίκαιο, τις αρχές της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, το νόμο και τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και τις σχετικές οδηγίες και/ή κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Όλα αυτά χωρίς καμιά απολύτως συγκεκριμενοποίηση ή ανάπτυξη, εκτός αν θεωρήσουμε πως διασυνδέονται προς τους περαιτέρω ισχυρισμούς του για έλλειψη αιτιολογίας, επαρκούς έρευνας, αποτυχία άσκησης των εξουσιών της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής και, συναφώς, για  αυθαίρετη απόφαση κατά κατάχρηση εξουσίας.

 

Προς υποστήριξη αυτών των τελευταίων ισχυρισμών, ο αιτητής αφιέρωσε μεγάλο μέρος της αγόρευσής του στη θέση του πως η μετάφραση της συνέντευξής του ήταν λανθασμένη.  Οπότε η περίπτωση του κρίθηκε πάνω σε λανθασμένη βάση.  Άλλα έλεγε ο αιτητής και άλλα καταγράφηκαν στη συνέντευξή του, όπως υποστήριξε στην αγόρευσή του.  Ποια ήταν αυτά τα άλλα δεν συγκεκριμενοποιήθηκαν η δε ειδική αναφορά του στο ότι θεωρήθηκε ότι ανέφερε ότι δωροδόκησε για  να εξασφαλίσει έξοδό του από τη Συρία, ενώ αυτός είπε πλήρωσε χρήματα γι' αυτό το σκοπό, δεν αντιλαμβάνομαι να δημιουργεί οποιοδήποτε πρόβλημα ουσίας.  Άλλωστε στη συνέντευξη δεν αναφέρεται δωροδοκία αλλά πληρωμή χρημάτων.  Συνεχίζει, λοιπόν, ο ισχυρισμός του αιτητή, για την κακή ποιότητα της μετάφρασης, πως «αυτός ο λόγος έπρεπε να ελεγχθεί και να δοθεί η ευκαιρία στον αιτητή να καταδείξει ακριβώς ποιες είναι οι διαφορές που νομίζει ότι ο μεταφραστής μετέφρασε λανθασμένα». Όμως, όπως αναγνώρισε και ο ίδιος κατά τις διευκρινήσεις, και όπως ακριβώς είχαν επισημάνει οι καθ' ων η αίτηση, δεν περιλήφθηκε τέτοιος λόγος στη διοικητική προσφυγή που άσκησε ώστε να ήταν νοητό να στραφεί η προσοχή προς τέτοια κατεύθυνση.  Το θέμα έχει επιλυθεί από τη νομολογία μας.  Τέτοιοι ισχυρισμοί δεν εξετάζονται από το Ανώτατο Δικαστήριο πρωτογενώς.   (Βλ. Zahmatkesh v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α. (2006) 3 ΑΑΔ 376, Postolachi Konstantin ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1458/2009, ημερομηνίας 25.2.2011 και Μοhamad Alnader v. Kυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1308/2009 ημερομηνίας 20.6.2011).

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση, αντίθετα προς την αντίληψη του αιτητή, είναι δεόντως αιτιολογημένη.  Ήταν το αποτέλεσμα της διαπίστωσης πως είναι αναξιόπιστος για λόγους που παρατέθηκαν.  Υποστηρίζει ο αιτητής πως θα έπρεπε να είχε αναληφθεί περαιτέρω έρευνα από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, πέραν της εξέτασης του περιεχομένου της συνέντευξης και των άλλων που παρουσιάστηκαν στην Υπηρεσία Ασύλου ώστε να μην είναι η προσβαλλόμενη απόφαση απλώς μια επισφράγιση ήδη αποφασισθέντων, κατά παραγνώριση και της γενικής κατάστασης στη Συρία σε σχέση με Κούρδους.  Θεωρεί πως θα πρέπει να  εξεταστούν και τα αφορώντα στην παραμονή του αιτητή στην Κύπρο, κατά τη μεγάλη περίοδο μεταξύ της υποβολής της αίτησης του και, σ' αυτό το πλαίσιο, αναφέρθηκε και σε αλλαγή της πίστης του.  Παρουσίασε συναφώς έγγραφα που έδειχναν πως στις 26.10.06 βαπτίστηκε χριστιανός αλλά αυτό το τελευταίο με την εν τέλει αναγνώριση και από τον ίδιο πως αυτό είναι άσχετο με την περίπτωση, ως μεταγενέστερη εξέλιξη.

 

Δεν έχω ικανοποιηθεί ότι στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας.  Οι επισημάνσεις ως προς την αξιοπιστία του αιτητή στηριγμένες στα όσα προέκυπταν από τη συνέντευξη στην οποία υποβλήθηκε, με αναφορά και στο υπόλοιπο υλικό, ήταν ευλόγως επιτρεπτές και δεν παρέχεται δυνατότητα υποκατάστασής τους.  Δεν προέκυπτε, ως εκ τούτου, ανάγκη για  περαιτέρω έρευνα, πολύ λιγότερο προς τις κατευθύνσεις στις οποίες αναφέρθηκε ο αιτητής.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με €500 έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

 

/μσιαμπαρτά


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο