ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 408/2010 )

 

2 Νοεμβρίου, 2011

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΘΕΟΔΟΥΛΙΔΗΣ,

Αιτητής,

ν.

 

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Καθ΄ ου η αίτηση.

_ _ _ _ _ _

Μ. Βορκάς, για τον Αιτητή.

Μ. Ιεροκηπιώτου για Α. Τριανταφυλλίδη, για τον Καθ΄ ου η αίτηση.

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας (ΣΥΛ) ημερ. 12.3.10 με την οποία τέθηκε σε διαθεσιμότητα εκ νέου για λόγους δημοσίου συμφέροντος μέχρι την τελική συμπλήρωση της σε βάρος του υπόθεσης. Συνακόλουθα αξιώνει την ακύρωση της ίδιας απόφασης αναφορικά με την καταβολή σε αυτόν του 50% των απολαβών του μόνο και αναστολής των προνομιών και ωφελημάτων του.

 

Ο αιτητής είναι Προϊστάμενος Τεχνικών Υπηρεσιών στο ΣΥΛ. Αντιμετωπίζει από το 2006 οκτώ κατηγορίες για πειθαρχικά αδικήματα. Στις 6.6.06 το Διοικητικό Συμβούλιο του ΣΥΛ ανέθεσε στο Διευθυντή ως ερευνώντα λειτουργό τη διεξαγωγή πειθαρχικής έρευνας και έθεσε τον αιτητή σε διαθεσιμότητα για περίοδο τριών μηνών, περίοδος που παρατάθηκε για ακόμα τρεις μήνες. Στα πλαίσια της έρευνας λήφθηκαν 31 καταθέσεις από το υπαλληλικό προσωπικό του ΣΥΛ, τις οποίες κλήθηκε να σχολιάσει ο αιτητής. Με επιστολή του ημερ. 5.9.06 απέρριψε τις κατηγορίες ως ψευδείς και ανυπόστατες ενώ αναφορικά με τα περιστατικά/γεγονότα που σημείωναν στις καταθέσεις εναντίον του τα χαρακτήρισε μεμονωμένα. Μετά από την έκθεση του Διευθυντή που διαπίστωνε εκ πρώτης όψεως ότι έχουν διαπραχθεί αδικήματα, οι καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν στις 14.11.06 την έναρξη διαδικασίας για την εκδίκαση της υπόθεσης εναντίον του αιτητή σύμφωνα με το άρθρο 77(7)(β) του Πειθαρχικού Κώδικα. Κατά την ίδια συνεδρία αποφασίστηκε όπως ο αιτητής τεθεί σε διαθεσιμότητα μέχρι την πλήρη συμπλήρωση της υπόθεσης. Η απόφαση αυτή, κατόπιν προσφυγής του αιτητή, ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 5.2.08. Βλ. υπόθ. αρ. 2350/06. Η απόφαση ακυρώθηκε επειδή, καθώς διαπιστώθηκε, δεν δόθηκε δικαίωμα ακρόασης στον αιτητή πριν τεθεί σε διαθεσιμότητα.
Ενόψει τούτου δεν εξετάστηκαν άλλοι λόγοι ακυρώσεως. Μετά από ακρόαση της  πειθαρχικής υπόθεσης, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΣΥΛ στις 4.10.2007 κατά πλειοψηφία βρήκε ένοχο τον αιτητή σε όλες τις κατηγορίες. Ο  δικηγόρος του αιτητή αγόρευσε για μετριασμό της ποινής και στις 3.12.07 το Συμβούλιο του ΣΥΛ επέβαλε στον αιτητή την ποινή της αναγκαστικής αφυπηρέτησης. Εναντίον της τελευταίας απόφασης ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή αρ. 103/08 στην οποία εκδόθηκε ακυρωτική απόφαση ημερ. 11.12.09, λόγω της συμμετοχής του κ. Ανδρέου, έμμισθου εργοδοτούμενου της ΠΕΟ στην ακρόαση της πειθαρχικής δίκης, με δεδομένη την  προηγούμενη καταγγελία εναντίον του αιτητή από την εν λόγω συνδικαλιστική  οργάνωση.

 

Ακολούθησε επανεξέταση της υπόθεσης κατάς την οποία το Διοικητικό Συμβούλιο άκουσε το δικηγόρο του αιτητή αναφορικά με την πιθανή απόφαση του Συμβουλίου να τον θέσει σε διαθεσιμότητα. Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα των πρακτικών εκείνης της συνεδρίας ημερ. 15.12.09.

 

«Το λόγο πήρε ο κύριος Βορκάς ο οποίος τόνισε ότι η θέση του είναι ότι κατ΄ αρχάς με την απόφαση 2350/06 κρίθηκε άκυρη η διαθεσιμότητα του κυρίου Θεοδουλίδη το Νοέμβριο του 2007. Επίσης είπε ότι δεν συντρέχει κανένας λόγος για όσα κατηγορείται ο κύριος Θεοδουλίδης να τεθεί σε διαθεσιμότητα. Στη συνέχεια είπε ότι διερωτάται ποιο είναι το δημόσιο συμφέρον πλέον για διαθεσιμότητα. Επίσης ανέφερε ότι το Συμβούλιο δεν μπορεί να επικαλεστεί την κλήση μαρτύρων και το φόβο για επηρεασμό τους και αυτή η απόφαση θεωρείται παράνομη και άδικη και θα πέσει στο Δικαστήριο.

 

Είπε ότι είναι δικαίωμα του Διοικητικού Συμβουλίου να προχωρήσει σε επανεκδίκαση της υπόθεσης αλλά θεωρεί ότι δεν υπάρχει σοβαρός λόγος για τα αδικήματα που κατηγορείται ο κύριος Θεοδουλίδης να καλείται να υποστεί τη βάσανο της διαδικασίας για δεύτερη φορά. Επίσης ανάφερε ότι δεν πρέπει να τεθεί σε αυτή τη διαδικασία γιατί είναι αντισυνταγματικό και ανθρώπινο δικαίωμα του να προστατευθεί γι΄ αυτό και είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν μέχρι το τέλος. Το Συμβούλιο είπε πρέπει να δει την υπόθεση της προσβολής των ατομικών δικαιωμάτων του κυρίου Θεοδουλίδη. Επίσης ανάφερε ότι εξετάζει το ενδεχόμενο για έφεση αναφορικά με τους λόγους που δεν εξέτασε το Δικαστήριο.»

 

 

Το Συμβούλιο αποφάσισε ομόφωνα να θέσει τον αιτητή σε τρίμηνη διαθεσιμότητα για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος και ειδικότερα:

 

·         «τη διασφάλιση μιας δίκαιης και αντικειμενικής δίκης

·         την αποφυγή ύπαρξης αναταραχής και σύγκρουσης μεταξύ των υπαλλήλων και του κ. Θεοδουλίδη

·         την αποφυγή πιθανού επηρεασμού ή εκφοβισμού υπαλλήλων/συναδέλφων του κ. Θεοδουλίδη

·         την αποφυγή επηρεασμού της αποδοτικότητας των υπαλλήλων και γενικότερα του Οργανισμού.»

 

 

 

Στις 12.3.10 αποφασίστηκε η παράταση της διαθεσιμότητας του αιτητή μέχρι τη συμπλήρωση της υπόθεσης του για λόγους δημοσίου συμφέροντος, γεγονός που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 15.3.2010.

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρώτη απόφαση της τρίμηνης διαθεσιμότητας ημερ. 15.12.09, ήταν το αντικείμενο προσφυγής του αιτητή (υπόθ. αρ. 1717/09)  η οποία όμως, απορρίφθηκε λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος.

 

Οι καθ' ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι ο αιτητής δεν έχει πλέον έννομο συμφέρον να προωθεί την προσφυγή καθότι το αντικείμενο της έχει χαθεί με τη συμπλήρωση της πειθαρχικής υπόθεσης και την έκδοση καταδικαστικής απόφασης στις 9.12.10 με την οποία του επιβλήθηκε η ποινή της αναγκαστικής αφυπηρέτησης, την οποία ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή αρ. 70/2011.

 

O αιτητής αντιτείνει ότι υπέστη ζημιά αυτοτελώς λόγω της προσβαλλόμενης απόφασης κατά τρόπο ουσιαστικό. Συγκεκριμένα με την προσβαλλόμενη απόφαση από τις 12.3.10 μέχρι τις 9.12.10, έγινε αποκοπή του 50% του μισθού του και αποστερήθηκε των υπαλληλικών δικαιωμάτων του, όπως η μη καταβολή του 13ου μισθού για το έτος 2010 κλπ τα οποία απώλεσε. Θέτει επίσης θέμα ηθικής ζημιάς εξαιτίας της παρατεταμένης διαθεσιμότητας και αποχής από τα καθήκοντα του.

 

Το γεγονός της εκπνοής της χρονικής διάρκειας ισχύος της προσβαλλόμενης διαθεσιμότητας με τη συμπλήρωση της πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον του αιτητή, δηλαδή με την έκδοση της σχετικής απόφασης αναγκαστικής αφυπηρέτησης του στις 9.12.10, δεν μπορεί να  αποτελεί αντικειμενικό λόγο έκλειψης του εννόμου συμφέροντος του δίχως άλλο. Η δίκη θα μπορούσε να καταργηθεί σύμφωνα με τις καθιερωμένες νομολογιακές αρχές, εφόσον συνεπάγεται την εξαφάνιση του αντικείμενου της προσφυγής χωρίς να προκύπτουν οποιεσδήποτε  ζημιογόνες συνέπειες από την διοικητική πράξη ενώ ακόμη βρισκόταν σε ισχύ. (Στράκκα Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ  643.)

 

Στην Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 973, 979 η Πλήρης Ολομέλεια αναφέρθηκε σε αριθμό υποθέσεων όπου κρίθηκε ότι δεν καταργήθηκε η δίκη, παρά το ότι έπαψε να είναι σε ισχύ η προσβαλλόμενη απόφαση. Ως προς το θέμα του κατά πόσο υπήρξε ζημιά στον αιτητή που να του δίνει το δικαίωμα να επιμένει στη συνέχιση της  υπόθεσης, σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα στη σελ. 984:

 

«Το ερώτημα που τίθεται είναι:  Το Ανώτατο Δικαστήριο μετά από ανάκληση εξ ολοκλήρου της προσβαλλόμενης πράξης  ερευνά ή όχι εάν η ανάκληση άφηκε την προσφυγή χωρίς αντικείμενο, ή εάν ο αιτητής έχει υποστεί οποιαδήποτε ζημιά, η οποία δεν εξαφανίστηκε από την ανάκληση, ή/και εάν συνεχίζει να έχει έννομο συμφέρον;

 

Αφού λάβαμε υπόψη μας τις πρόνοιες των σχετικών παραγράφων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, τις βασικές αρχές του Διοικητικού Δικαίου και τη νομολογία του Δικαστηρίου τούτου, καταλήξαμε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν εξετάζει την έκταση των ζημιών, αλλά ερευνά αν εκ πρώτης όψεως παραμένει ζημία ή βλάβη, η οποία δεν εξαλείφθηκε από την ανάκληση, για να αποφασίσει αν η δίκη καταργείται ή συνεχίζεται.»

 

(Η υπογράμμιση είναι δική μας)

 

 

Σχετική είναι η υπόθεση Αφρόκηπος Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ και το πιο κάτω απόσπασμα από το σύγγραμμα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959 σελ. 242-243:

 

 

«δδ΄.  Πράξεις Περιωρισμένης χρονικής ισχύος.  Διοικητική πράξις, ισχύουσα εφ' ωρισμένον χρονικόν διάστημα, παραδεκτώς προσβάλλεται δι' αιτήσεως ακυρώσεως και μετά την παρέλευσιν του χρονικού διαστήματος καθ' ον ίσχυσεν, εφ' όσον κατέλιπε διοικητικής φύσεως συνεπείας, ων την άρσιν διώκει η αίτησις.  Εφ' όσον όμως η προσβαλλόμενη πράξις δεν ίσχυεν πλέον κατά τον χρόνον της καταθέσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, ουδέ διετήρησε διοικητικής φύσεως αποτελέσματα έναντι του αιτούντος, δεν προσβάλλεται παραδεκτώς και η αίτησις στερείται αντικειμένου.  Η πλέον πρόσφατος όμως νομολογία προσανατολίζεται προς την άποψιν, ότι εφ' όσον η προσβαλλομένη πράξις εφηρμόσθη και παρήγαγεν αποτέλεσμα καθ' ον χρόνον ίσχυσεν, παραδεκτώς προσβάλλεται δι' αιτήσεως ακυρώσεως, έστω και αν κατά την συζήτησιν έχη λήξει η ισχύς ταύτης, εφ' όσον δεν ήρθησαν τα κατά τον χρόνον της ισχύος της παραχθέντα έννομα αποτελέσματα.»

 

 

 

Οι υλικές ζημιές που επικαλείται ο αιτητής ανωτέρω στοιχειοθετούν εκ πρώτης όψεως ζημιογόνο κατάλοιπο της διαθεσιμότητας του κάτω από το άρθρο 146.6 του Συντάγματος που προέκυψαν άμεσα από την προσβαλλόμενη απόφαση και σε αιτιώδη συνάφεια με αυτήν. Θα πρέπει εξάλλου να σημειωθεί ότι ο αιτητής αρκεί να επικαλεστεί και να αποδείξει  εκ πρώτης όψεως τέτοιες ζημιές.

 

 Οι καθ' ων η αίτηση επικαλούνται την απόφαση του Δ. Ναθαναήλ στην Π. Θεοδουλίδης ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, υποθ. αρ.  1717/09, ημερ. 28.9.10 στην οποία έγινε δεκτή παρόμοια προδικαστική ένσταση. Η απόφαση δεν κατέστη τελεσίδικη, αφού εκκρεμεί έφεση, και σαφώς δεν είναι δεσμευτική. Εκεί εξάλλου κρινόταν η αρχική απόφαση για τρίμηνη διαθεσιμότητα του αιτητή όπου τέθηκε θέμα εννόμου συμφέροντος ενόψει και της παράλληλης καταχώρησης της παρούσας προσφυγής.

 

Θα προχωρήσω με την εξέταση της ουσίας της προσφυγής ξεκινώντας από τον ισχυρισμό του αιτητή ότι η απόφαση, στη βάση του πρακτικού ημερ. 12.3.10, φαίνεται να περιέχει αντιφατική αιτιολογία και /ή να είναι αναιτιολόγητη. Σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα:

 

«Σύμφωνα με τον Κανονισμό 78 (2) των Περί Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας Ορων Υπηρεσίας Υπαλλήλων Κανονισμών (ΚΔΠ 111/96) το Συμβούλιο μπορεί, αν το δημόσιο συμφέρον το απαιτεί, να θέσει σε διαθεσιμότητα τον υπάλληλο μέχρι την τελική συμπλήρωση της υπόθεσης.

 

Η τρίμηνος περίοδος διαθεσιμότητας του κυρίου Π. Θεοδουλίδη λήγει την 16η Μαρτίου 2010 γι΄ αυτό το Συμβούλιο θα πρέπει να αποφασίσει κατά πόσο συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος για παράταση της διαθεσιμότητας του μέχρι την τελική συμπλήρωση της υπόθεσης.

 

Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να διερευνήσει περαιτέρω το θέμα με την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας προτού τοποθετηθεί. Οσον αφορά την επιστροφή του φιλοδωρήματος θα απαιτηθεί από τον κύριο Θεοδουλίδη.

 

Τέλος αποφασίστηκε η παράταση της διαθεσιμότητας του κυρίου Θεοδουλίδη μέχρι την τελική συμπλήρωση της υπόθεσης για λόγους δημοσίου συμφέροντος.»

 

 

Είναι σαφές ότι ενώ το Διοικητικό Συμβούλιο αυτοδεσμεύτηκε να διερευνήσει το θέμα της συνδρομής λόγων δημοσίου συμφέροντος για τηνπαράταση της διαθεσιμότητας του αιτητή με την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, πριν λάβει οποιαδήποτε απόφαση για  παράταση μέχρι την τελική συμπλήρωση της υπόθεσης του, ωστόσο, κατά τρόπο αντιφατικό και χωρίς να προηγηθεί τέτοια διερεύνηση, λαμβάνει τελικά την επίδικη απόφαση. Η διατύπωση του πρακτικού αφήνει χωρίς έρεισμα την αιτιολογία και δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά ως προς την αναγκαία προηγούμενη έρευνα που το ίδιο το Διοικητικό Συμβούλιο επεσήμανε ότι θα έκανε μέσω της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας. Επίσης, σε περίπτωση που το Συμβούλιο υιοθετούσε τους λόγους δημοσίου συμφέροντος που ρητά περιέγραψε στο πρακτικό ημερ. 15.12.09, όφειλε να κάνει παραπομπή σε αυτούς και να τους υιοθετήσει. Η απλή αναφορά σε λόγους δημοσίου συμφέροντος χωρίς εξειδίκευση, έστω και αν επαναλαμβάνονταν οι συγκεκριμένοι λόγοι που συνέτρεχαν κατά τη λήψη της προηγούμενης απόφασης για διαθεσιμότητα, δεν ικανοποιεί τις ανάγκες αιτιολόγησης.

 

Αναφορικά με το βασικό λόγο ακύρωσης που προώθησε ο αιτητής και αφορά στο ότι δεν του δόθηκε το δικαίωμα ακρόασης πριν τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, με προβλημάτισε η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι εφόσον ο αιτητής είχε ακουστεί στη συνεδρία ημερ. 15.12.09 πριν ληφθεί η πρώτη απόφαση για τρίμηνη διαθεσιμότητα οι καθ' ων η αίτηση δεν ήταν υποχρεωμένοι να δώσουν ξανά το δικαίωμα ακρόασης πριν τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Παράλληλα όμως, οι καθ' ων η αίτηση δέχονται ότι η απόφαση ημερ. 15.12.09 που αφορούσε στην τρίμηνη διαθεσιμότητα του αιτητή είναι ξεχωριστή και αυτοτελής εκτελεστή πράξη από την εδώ προσβαλλόμενη.

 

Στην υπόθεση Λοϊζος Παναγή ν. Δημοκρατίας, συνεκδ. υποθ. αρ. 823/2005, 1087/2005, 64/2006 και 561/2006, ημερ. 22.1.2009. εξετάστηκε το θέμα της αυτοτέλειας ή μη των παρατάσεων της διαθεσιμότητας δημοσίων υπαλλήλων. Χρήσιμα είναι τα σχόλια που έγιναν ως προς την έννοια της παράτασης σε αντιδιαστολή με τη θέση σε διαθεσιμότητα, τα οποία είχαν ως εξής:

 

«Η ίδια η έννοια της παράτασης είναι αρρήκτως συνδεδεμένη με την αρχική θέση σε διαθεσιμότητα προς την οποία και συναρτάται. Η απόφαση για παράταση δεν είναι απόφαση για εξ υπαρχής θέση σε διαθεσιμότητα αλλά για συνέχιση της ήδη θέσης σε διαθεσιμότητα και έτσι έχει εκείνη ως βάση και προϋπόθεσή της, όπως διατυπώνεται η γενική αρχή και στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας στα οποία αναφέρονται οι ευπαίδευτοι συνήγοροι για τον Αιτητή. Είναι με δεδομένη τη θέση σε διαθεσιμότητα, η οποία απεφασίσθη στα πλαίσια των δικών της παραμέτρων που μπορεί να είναι ευρύτερες των εκάστοτε αποφάσεων για παράταση, που αποφασίζεται η παράτασή της, ώστε η εξαφάνιση της θέσης σε διαθεσιμότητα να στερεί τη βάση στην οποία η παράταση  εστηρίχθη.»

 

 

Στην προκειμένη περίπτωση ο Καν.78(2) που επικαλέστηκαν οι καθ' ων η αίτηση δεν αφορά σε παράταση αλλά σε νέα απόφαση διαθεσιμότητας μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, γι' αυτό και δεν υπόκειται στον χρονικό περιορισμό του Καν.78(1). Παρατίθενται οι εν λόγω Κανονισμοί προς διαπίστωση των διαφορών:

 

«78.(1) Αν διαταχθεί έρευνα πειθαρχικού παραπτώματος δυνάμει των διατάξεων των        παρόντων κανονισμών εναντίον κάποιου υπαλλήλου ή με την έναρξη αστυνομικής έρευνας με σκοπό την ποινική δίωξη εναντίον του, το Συμβούλιο, αν το δημόσιο συμφέρον το απαιτεί, μπορεί να θέσει σε διαθεσιμότητα τον υπάλληλο κατά τη διάρκεια της έρευνας:

            Νοείται ότι η διάρκεια της διαθεσιμότητας στην οποία τίθεται ο υπάλληλος κατά τη διάρκεια της έρευνας δεν μπορεί να υπερβεί τους τρεις μήνες, μπορεί όμως να παραταθεί αν συντρέχει σοβαρός λόγος, για άλλους τρεις μήνες.

 

    (2)    Αν μετά το τέλος της έρευνας αποφασιστεί η ποινική ή πειθαρχική δίωξη του υπαλλήλου, το Συμβούλιο μπορεί, αν το δημόσιο συμφέρον το απαιτεί, να θέσει σε διαθεσιμότητα τον υπάλληλο μέχρι την τελική συμπλήρωση της υπόθεσης.»

    

 

Σε κάθε περίπτωση η απόφαση για διαθεσιμότητα λαμβάνεται «όταν το δημόσιο συμφέρον το απαιτεί» ενώ για παράταση της αρχικής τρίμηνης διαθεσιμότητας κατά την διάρκεια της έρευνας  χρειάζεται να καταδειχθεί  επιπλέον «σοβαρός λόγος».

 

Με το πιο πάνω σκεπτικό, παρά το ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίχθηκε στην προηγούμενη απόφαση της αρχικής διαθεσιμότητας και σε ένα βαθμό συνδέεται με αυτή, ωστόσο πρόκειται για αυτοτελή απόφαση. Το Συμβούλιο αποφάσισε την διαθεσιμότητα για πολύ μεγαλύτερη διάρκεια (μέχρι την τελική συμπλήρωση της υπόθεσης) και για λόγους δημοσίου συμφέροντος που ίσχυαν τη δεδομένη χρονική στιγμή. Συνεπώς όφειλε, έστω και αν δεν προνοείται ρητά στον Καν.78(2), να δώσει ξανά την ευκαιρία στον αιτητή να ακουστεί.

 

Ο Στασινόπουλος στο «Το Δικαίωμα της Υπερασπίσεως ενώπιον των Διοικητικών Αρχών», συζητεί το θέμα αναγνώρισης του δικαιώματος ακρόασης κατά την λήψη δυσμενών διοικητικών μέτρων  και τη στροφή στη νομολογία. Όπως αναφέρει στη σελ. 134:

 

 

 

«V. Η στροφή της νομολογίας. - Αι δικαιολογίαι της παραλείψεως της απολογίας και της ακροάσεως επί δυσμενών διοικητικών μέτρων, εάν εγκλείουν εντός αυτών θεωρητικήν τινα κατασκευήν, πάντως όμως δεν δύνανται να ικανοποιήσουν τας πρακτικάς ανάγκας του δικαίου, εν αις και η προστασία παντός προσώπου απειλουμένου υπό δυσμενούς μέτρου, το οποίον ενδεχομένως δύναται να αποτρέψη, εάν εκθέση τους ισχυρισμούς του.

Ένεκα τούτου, η νομολογία αύτη έχει υποστή κάμψιν. Κατά την στροφήν της νομολογίας, χρησιμοποιείται ακριβώς το στοιχείον, το οποίον και η γαλλική νομολογία είχε χρησιμοποιήσει. Δηλαδή το στοιχείον της προσαπτομένης υπαιτιότητος εις τον διοικούμενον και ο εντεύθεν πηγάζων χαρακτήρ του μέτρου ως κυρώσεως. Ούτως, η αποφ. 1711 (1965) σκέπτεται ως εξής: Εφ΄όσον η κρίσις περί του σκοπίμου της επιβολής εις βάρος του αιτούντος του μέτρου της διαθεσιμότητος, κατ΄εφαρμογήν του άρθρου 9 του Ν.Δ. 2500/53, ερείδεται κυρίως επί αποδιδομένων εις αυτόν συγκεκριμένων υπαιτίων παραβάσεων, έδει, κατά την αληθή έννοιαν του ρηθέντος άρθρου, να προηγηθεί κλήσις αυτού προς παροχήν εξηγήσεων επί των ως είρηται αιτιάσεων ίνα ούτω το Υπουργικόν συμβούλιον, εν όψει των εξηγήσεων τούτων, αποφασίση περί της ανάγκης της επιβολής του δυσμενούς μέτρου της διαθεσιμότητος.»

 

 

 

 

Και ο Σπηλιωτόπουλος, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», 6η έκδοση (1993), αναφέρει στη σελ. 159:

 

"Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης συνίσταται στη δυνατότητα του διοικουμένου, πριν από την έκδοση δυσμενούς γι΄αυτόν διοικητικής πράξης, να διατυπώσει τις απόψεις του, ύστερα από σχετική κλήση του από το διοικητικό όργανο. Το δικαίωμα αυτό είχε καθιερωθεί από γενική αρχή του διοικητικού δικαίου (ΣΕ 1009, 3034/1972). Ήδη προβλέπεται από το άρθρο 20 §2 του Συντάγματος και πρέπει να παρέχεται στον διοικούμενο σε όλα τα στάδια της διοικητικής διαδικασίας ακόμη και αν δεν προβλέπεται ρητά από τις σχετικές διατάξεις (ΣΕ 657/1976)."

 

 

 

 

 

Η προσφυγή για όλους τους πιο πάνω λόγους επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.

 

 

 

                                                                         Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

ΣΦ.

                                                                        

 

.

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο