ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1777/2009
9 Νοεμβρίου, 2011
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 23 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΦΟΙΒΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΛΗΡΙΔΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε
Αιτητές
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ, ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΦΠΑ
3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ
Καθ' ων η αίτηση
..............................
Χρ. Κληρίδης με Ν. Αγγελίδη, για τους αιτητές
Ελ. Συμεωνίδου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
............................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Οι αιτητές με την παρούσα προσφυγή ζητούν από το Δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία την οποία παραθέτω αυτούσια:
«Δήλωση και/ή Απόφαση/Διάταγμα ακυρώνων την απόφαση των καθ' ων ημερομηνίας κατά ή περί 5.11.2009 και η οποία κοινοποιήθηκε κατά ή περί τις 15.11.2009 στους αιτητές και η οποία διαλαμβάνεται στο επισυνημμένο σαν Παράρτημα Α στην παρούσα, σύμφωνα με την οποία απόφαση επιβεβαιώθηκε πρόσθετος φόρος και τόκος και διατέθηκε μονομερώς προηγούμενη καταβολή φόρων προς εξόφληση πρόσθετων φόρων και τόκων και απόφαση για άμεση καταβολή και εξόφληση.»
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Οι αιτητές εγγράφηκαν στο Μητρώο ΦΠΑ από 2/5/2009 ως αποτέλεσμα της ανάληψης των εργασιών του δικηγορικού γραφείου Φοίβος Ν. Κληρίδης και Χρίστος Φ. Κληρίδης ως δρώσα οικονομική μονάδα. Επίσης, οι αιτητές έχουν αναλάβει και τα φορολογικά δικαιώματα και υποχρεώσεις του δικηγορικού γραφείου Φοίβος Ν. Κληρίδης και Χρίστος Φ. Κληρίδης. Σημειώνεται ότι το δικηγορικό γραφείο Φοίβος Ν. Κληρίδης και Χρίστος Φ. Κληρίδης εγγράφηκε στο Μητρώο ΦΠΑ από τις 1/7/1992.
Λειτουργοί του Τομέα Διερευνήσεων της Υπηρεσίας ΦΠΑ ασκώντας τις εξουσίες τους με βάση τους περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμους του 2000 μέχρι 2009, πραγματοποίησαν επίσκεψη ελέγχου στην επιχείρηση των αιτητών. Ελέγχθηκαν οι φορολογικές περίοδοι από 1/3/2002 μέχρι 30/11/2007 με σκοπό να διαπιστωθεί η ορθότητα των φορολογικών δηλώσεων που υπέβαλαν στην Έφορο ΦΠΑ σε σχέση με τα βιβλία και αρχεία που τηρούσαν οι αιτητές για τις πιο πάνω φορολογικές περιόδους.
Οι αιτητές παρέλειψαν να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις που επιβάλλει η παράγραφος 6 του Δέκατου Παραρτήματος των περί ΦΠΑ Νόμων του 2000 μέχρι 2009 και δεν παρέδωσαν για έλεγχο όλα τα βιβλία, αρχεία και στοιχεία που όφειλαν να τηρούν οι αιτητές με βάση την παραγραφο (1) και (2) του Καν. 22 των περί ΦΠΑ (Γενικών) Κανονισμών του 2001-2008. Η Έφορος ΦΠΑ με βάση τα στοιχεία που είχε στη διάθεση της έκρινε ότι οι φορολογικές δηλώσεις που υπέβαλαν οι αιτητές είναι ελλιπείς ή ανακριβείς και βεβαίωσε, κατά την καλύτερη κρίση της, το ποσό του ΦΠΑ που είναι οφειλόμενο από τους αιτητές, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 49 των περί ΦΠΑ Νόμων του 2000 μέχρι 2009 και με επιστολή ημερ. 2/7/2009 η Έφορος ΦΠΑ ειδοποίησε τους αιτητές ότι βεβαιώθηκε, με βάση το άρθρο 49 των περί ΦΠΑ Νόμων του 2000 μέχρι 2009, το ποσό ΦΠΑ ύψους €48.558,45.
Σύμφωνα με την πιο πάνω επιστολή, κλήθηκαν με βάση την παράγραφο 4(1) του Δέκατου Παραρτήματος των περί ΦΠΑ Νόμων του 2000 μέχρι 2009 να καταβάλουν το εν λόγω ποσό. Επίσης ειδοποιήθηκαν οι αιτητές ότι η πληρωμή του ποσού αυτού δεν αποκλείει την επιβολή διοικητικών και ποινικών κυρώσεων.
Οι αιτητές με επιστολή τους ημερ. 25/7/2009 γνωστοποίησαν στην Έφορο ΦΠΑ την απόφαση τους να καταβάλουν το ποσό των €48.558,45 χωρίς παραδοχή και χωρίς βλάβη. Η Έφορος ΦΠΑ με νέα επιστολή της ημερ. 5/11/2009 απαίτησε πληρωμή οφειλόμενων ποσών από τους αιτητές συνολικού ύψους €20.093,74. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης που τους κοινοποιήθηκε με την επιστολή της 5/11/2009, οι αιτητές καταχώρησαν την παρούσα προσφυγή στις 31/12/2009.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Οι καθ' ων η αίτηση στην Ένσταση τους προέβαλαν 2 προδικαστικές ενστάσεις τις εξής: Πρώτον ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά πράξη εκτέλεσης της προηγηθείσας εκτελεστής βεβαίωσης φόρου ημερ. 2/7/2009 και δεύτερον ότι η προσβαλλόμενη απόφαση σε σχέση με την επιβολή τόκου δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά πράξη πληροφοριακού περιεχομένου.
Οι αιτητές με τη γραπτή τους αγόρευση (αρχική και απαντητική) ισχυρίζονται ότι ενώ αποδέχθηκαν να πληρώσουν το ποσό των €48.558,45 για πλήρη εξόφληση της οφειλής που τους καταλογίστηκε με τη βεβαίωση φόρου ημερ. 2/7/2009, πράγμα που έπραξαν στις 27/7/2009, οι καθ' ων η αίτηση δεν χρησιμοποίησαν το ποσό για πλήρη εξόφληση του οφειλόμενου ποσού φόρου, αλλά το διαμοίρασαν έναντι του οφειλόμενου ποσού και έναντι του πρόσθετου τόκου και φόρου, χωρίς να έχουν τέτοιο δικαίωμα. Επίσης δεν εξηγούν γιατί επιβάλλουν τόκο.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Προτού ασχοληθώ είτε με τις προδικαστικές ενστάσεις, είτε με την ουσία της υπόθεσης, προτιμώ να παραθέσω αυτούσια την απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερ. 5/11/2009 που προσβάλλεται με την προσφυγή. Αυτή έχει ως εξής:
«Αναφέρομαι στα φορολογικά θέματα του συνεταιρισμού: Φοίβος Ν. Κληρίδης & Χρίστος Φ. Κληρίδης, αριθμός Μητρώου Φ.Π.Α. 50170214Β, του οποίου τις υποχρεώσεις σε σχέση με την περί Φ.Π.Α. Νομοθεσία έχετε αναλάβει, και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:
Επί του ποσού των €48.558,45 που έχει βεβαιωθεί στις 2/7/2009, έχει επιβληθεί πρόσθεοτς φόρος ύψους €4.855,84 (10% Χ €48.558,45) με βάση τις διατάξεις του άρθρου 45(3)(γ) και 45(8) των περί Φ.Π.Α. Νόμων του 2000 μέχρι 2009.
Επί των πιο πάνω ποσών έχει, επίσης, επιβληθεί τόκος με βάση τις διατάξεις του άρθρου 45(4) των ιδίων νόμων. Ο τόκος αυτός, μέχρι τις 10/7/2009, υπολογίστηκε σε €14.893,77.
Το ποσό των €48.558,45 που έχει καταβληθεί στις 27/7/2009, διατέθηκε για εξόφληση των ακόλουθων ποσών:
€
Τόκος 14.893,77
Πρόσθετος Φόρος 4.855,84
Μέρος του βεβαιωθέντος ποσού 28.808,84
48.558,45
Επί του υπολοίπου του οφειλόμενου φόρου που ανέρχεται σε €19.749,61 (€48.558,45-€28.808,84) επιβλήθηκε τόκος με ετήσιο ποσοστό 8%, από την 10/8/2009 μέχρι την 10/10/2009,. Δηλαδή, επιβλήθηκε τόκος ύψους €344,13. Το οφειλόμενο ποσό την 10/10/2009 ανήλθε σε €20.093,74 (€19.749,61 + €344,13).
Με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 4(1) του Δέκατου Παραρτήματος των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 μέχρι 2009, καλείστε να καταβάλετε το οφειλόμενο ποσό των €20.093,74, εντός 30 ημερών από την ημερομηνία λήψεως της παρούσας επιστολής.
Το ποσό αυτό μπορείτε να το πληρώσετε σ' ένα από τα καταστήματα των εμπορικών τραπεζών/συνεργατικών ιδρυμάτων που συνεργάζονται με την Υπηρεσία Φ.Π.Α. συμπληρώνοντας το μέρος «Απόδειξη Πληρωμής» του συνημμένου Εντύπου Φ.Π.Α. 4. Μετά την πληρωμή το πρώτο αντίτυπο θα πρέπει να αποσταλεί ταχυδρομικώς στην Έφορο Φ.Π.Α., Υπηρεσία Φ.Π.Α., 1471 Λευκωσία.
Τυχόν παράλειψη σας να καταβάλετε το υπό αναφορά ποσό θα οδηγήσει στη λήψη δικαστικών μέτρων με σκοπό την είσπραξη του.»
Ενόψει των ισχυρισμών των αιτητών και της αναφοράς στην πιο πάνω απόφαση και στην επιστολή ημερ. 2/7/2009, παραθέτω και το κείμενο της εν λόγω επιστολής. Αυτό έχει ως εξής:
«Αναφέρομαι στη διερεύνηση των φορολογικών σας υποθέσεων που άρχισε στις 6/11/2008 και σας πληροφορώ ότι παραλείψατε να συμμορφωθείτε με τις υποχρεώσεις που επιβάλλει η παράγραφος 6 του Δέκατου Παραρτήματος των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 μέχρι 2009 να ανταποκριθείτε στις επιστολές μου με ημερομηνίες 18/11/2008 και 18/12/2008 (αντίγραφα των οποίων επισυνάπτονται ως Παραρτήματα 1 και 2 για δική σας αναφορά) και να παραδώσετε όλα τα βιβλία, αρχεία και στοιχεία που οφείλετε να τηρείτε και να φυλάγετε με βάση την παράγραφο (1) και (2) του κανονισμού 22 των περί φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Γενικών) Κανονισμών του 2001, Κ.Δ.Π. 314/2001.
2. Αντί των πιο πάνω, παραδώσατε 16 φακέλους (μπόξ φάιλς) που περιέχουν τιμολόγια/αποδείξεις αγορών και παροχής υπηρεσιών καθώς και 18 δεσμίδες αποδείξεων είσπραξης/πληρωμής, τα οποία δεν αποτελούν ολοκληρωμένα βιβλία αρχεία και στοιχεία όπως καθορίζει ο προαναφερόμενος κανονισμός, γεγονός που καθιστά αδύνατη την επαλήθευση των υποβληθεισών φορολογικών δηλώσεων.
3. Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω και κάνοντας χρήση των εξουσιών που παρέχονται από:
· το άρθρο 49(1) των υπό αναφορά νόμων, το ποσό των €39.644,54 (Λ.Κ. 23.202,92) βεβαιώνεται ως οφειλόμενος από εσάς φόρος για την περίοδο από 1/6/2003 μέχρι 30/11/2007.
· Το άρθρο 19(1) και 50(2) των υπό αναφορά νόμων, το ποσό των €8.913,91 (Λ.Κ. 5.217,08) βεβαιώνεται ως οφειλόμενος από εσάς φόρος για την περίοδο από 1/3/2002 μέχρι 31/5/2003 καθότι συνυπολογίζοντας όλα τα ενώπιον μου στοιχεία συνάγεται εύλογα ότι εσκεμμένα δεν τηρήσατε τα βιβλία, αρχεία και στοιχεία που οφείλετε να τηρείτε με βάση την παράγραφο (1) του κανονισμού 22 των περί φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Γενικών) Κανονισμών του 2001, Κ.Δ.Π. 314/2001.
4. Η μέθοδος που ακολουθήθηκε με σκοπό τον προσδιορισμό των ποσών που βεβαιώνονται πιο πάνω καταγράφεται στον συνημμένο Πίνακα 1. Η κατανομή των ποσών αυτών στις φορολογικές περιόδους φαίνεται στον Πίνακα 2.
5. Τα υπό αναφορά ποσά αποτελούν αστικό χρέος προς τη Δημοκρατία και καλείστε να τα καταβάλετε δυνάμει της παραγράφου 4(1) του Δεκάτου Παραρτήματος των περί Φ.Π.Α. Νόμων του 2000 μέχρι 2009. Η πληρωμή τους δεν αποκλείει την επιβολή διοικητικών και ποινικών κυρώσεων.
6. Η πληρωμή των εν λόγω ποσών πρέπει να γίνει μέσα σε 30 μέρες από την ημερομηνία της επιστολής αυτής σε ένα από τα καταστήματα των εμπορικών τραπεζών ή των συνεργατικών ιδρυμάτων που συνεργάζονται με την Υπηρεσία Φ.Π.Α., χρησιμοποιώντας το μέρος με την ένδειξη «Απόδειξη Πληρωμής» του εντύπου Φ.Π.Α. 4 που επισυνάπτεται στην παρούσα επιστολή. Μετά την πληρωμή το πρώτο αντίτυπο θα πρέπει να αποσταλεί στον Έφορο Φ.Π.Α., 1471 Λευκωσία.
7. Εναντίον της πιο πάνω διοικητικής πράξης μπορείτε:
(α) Να υποβάλετε γραπτώς ένσταση στον Έφορο ΦΠΑ εντός 60 ημερών από την ημερομηνία της παρούσας επιστολής, δυνάμει του άρθρου 51Α των περί ΦΠΑ Νόμων του 2000 μέχρι 2009.
(β) Να υποβάλετε γραπτώς ένσταση στον Υπουργό Οικονομικών εντός 60 ημερών από την ημερομηνία της παρούσας επιστολής, δυνάμει των άρθρων 52 και 53 των περί ΦΠΑ Νόμων του 2000 μέχρι 2009.
(γ) Να καταχωρήσετε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, εντός 75 ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος της Δημοκρατίας.»
Αρχίζω από την προδικαστική ένσταση. Εξέτασα για το σκοπό αυτό τους αντίστοιχους ισχυρισμούς. Όπως ήδη αναφέρθηκε το ποσό του φόρου των €39.644,54 πλέον €8.913,91 (σύνολο €48.558,45) που επιβλήθηκε με την απόφαση ημερ. 2/7/2009 καταβλήθηκε από τους αιτητές, με επιφύλαξη των δικαιωμάτων τους. Ήδη από τις 25/7/2009 (το αργότερο), φαίνεται ότι έλαβαν γνώση της απόφασης ημερ. 2/7/2009 και τούτο προκύπτει από την επιστολή των αιτητών προς τους καθ' ων η αίτηση της ίδιας ημερομηνίας με την οποία μάλιστα πληροφόρησαν τους καθ' ων η αίτηση ότι μελετούσαν το κατά πόσο θα καταχωρούσαν ένσταση ή προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Όμως προσφυγή κατά της απόφασης ημερ. 2/7/2009 δεν καταχωρήθηκε και έτσι η απόφαση αυτή, παρόλο που οι αιτητές δήλωσαν ότι διαφωνούν, παραμένει νόμιμη.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν η επιβολή του πρόσθετου φόρου €4.855,84 δηλαδή 10% στις €48.558,45 που επιβλήθηκε, όπως ισχυρίζονται οι καθ' ων η αίτηση με βάση τις διατάξεις του άρθρου 45(3)(γ) και 45(8) και ο τόκος ύψους €14.893,77 που επιβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 45(4) των περί ΦΠΑ Νόμων (α) αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και (β) αν ναι, κατά πόσο αυτή είναι νομικά ορθή.
Το άρθρο 45(3) των περί ΦΠΑ Νόμων διαλαμβάνει ως εξής:
«45(3) Αν
(α) Κατά την τελευταία ημέρα κατά την οποία υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο έχει υποχρέωση σύμφωνα με τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου να υποβάλει φορολογική δήλωση για καθορισμένη φορολογική περίοδο ο Έφορος έχει παραλάβει εκείνη τη φορολογική δήλωση αλλά δεν έχει λάβει, είτε ο ίδιος είτε εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του, το ποσό του Φ.Π.Α., που εμφαίνεται στη φορολογική δήλωση ως καταβλητέο από αυτό το πρόσωπο σε σχέση με εκείνη τη φορολογική περίοδο. ή
(β) κατά την τελευταία ημέρα κατά την οποία υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο έχει υποχρέωση σύμφωνα με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου να υποβάλει φορολογική δήλωση για καθορισμένη φορολογική περίοδο ο Έφορος ούτε έχει παραλάβει εκείνη τη φορολογική δήλωση ούτε έχει λάβει, είτε ο ίδιος είτε εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του, το ποσό του οφειλόμενου Φ.Π.Α., αλλά αποδέχεται φορολογική δήλωση που υποβάλλεται ύστερα από την προαναφερθείσα ημέρα και την οποία εμφαίνεται ποσό Φ.Π.Α. ως καταβλητέο από αυτό το πρόσωπο σε σχέση με εκείνη τη φορολογική περίοδο. ή
(γ) ο Έφορος βεβαιώνει ποσό Φ.Π.Α. ως οφειλόμενο από οποιοδήποτε πρόσωπο, τότε το πρόσωπο αυτό υπόκειται σε πρόσθετο φόρο ίσο προς δέκα τοις εκατόν (10%) του οφειλόμενου Φ.Π.Α.»
Το εδάφιο (8) του άρθρου 45 προνοεί τα εξής:
«(8) Οι πρόσθετοι φόροι και οι χρηματικές επιβαρύνσεις που προβλέπουν οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου επιβάλλονται από τον Έφορο χωρίς να εξετάζεται η ύπαρξη δόλου, απερισκεψίας ή αμέλειας του προσώπου του υπόχρεου στο φόρο και εισπράττονται ωσάν να ήταν Φ.Π.Α.»
Από τα αναντίλεκτα γεγονότα της υπόθεσης, προκύπτει ότι η Βεβαίωση Φόρου που έγινε με την απόφαση της 2/7/2009 ήταν εκ των υστέρων και καλύπτει αναδρομικά τα έτη 2003-2007 και δεν ήταν φορολογία στο τέλος κάθε φορολογικού έτους. Εφόσον λοιπόν η πληρωμή του αναλογούντος για κάθε έτος ποσού φόρου δεν είχε γίνει κατά το χρόνο που ήταν πληρωτέος, τότε κατ' εφαρμογή των άρθρων 45(3) και 45(8) και εφόσον το ποσό φόρου που αρχικά επιβλήθηκε (€48.558,45) δεν έχει προσβληθεί με προσφυγή, ο υπολογισμός του πρόσθετου φόρου από 10% και του τόκου επέρχεται αυτόματα από το νόμο και δεν είναι θέμα διακριτικής ευχέρειας του Εφόρου Φόρου Φ.Π.Α. Επομένως δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη με την έννοια που έχει διευκρινιστεί από τη νομολογία. (Βλ. μεταξύ άλλων, Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd. (1994) 3 A.A.Δ. 2631).
Με παρόμοια προδικαστική ένσταση ασχολήθηκα σε 4 προηγούμενες περιπτώσεις. (Βλ. μεταξύ άλλων Lavar Shipping Co Ltd. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 978/2007 ημερ. 27/4/2009, P.P Body Art Gym Ltd. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 444/2008 ημερ. 1/9/2009, Petrolina (Holdings) Public Ltd v. 1. Υπουργού Οικονομικών και 2. Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων, υποθ. αρ. 634/2008 ημερ. 7/10/2009 και Petrolina (Holdings) Public Ltd v. 1. Υπουργού Οικονομικών και 2. Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων, υποθ. αρ. 994/2008, ημερ. 21/10/2009).
Στις πιο πάνω υποθέσεις είχα απορρίψει την προδικαστική ένσταση για το λόγο ότι σε όλες τις εν λόγω υποθέσεις αμφισβητείτο και το αρχικό ποσό του φόρου στο οποίο είχε επιβληθεί ο πρόσθετος φόρος και τόκος. Στην παρούσα όμως υπόθεση όπου το ποσό των €48.558,45 δεν έχει προσβληθεί με προσφυγή με αποτέλεσμα η απόφαση για επιβολή του ποσού αυτού να έχει καταστεί τελική και νόμιμη, κρίνω ότι οι αιτητές δεν είχαν δικαίωμα να αμφισβητήσουν με προσφυγή μόνο την επιβολή τόκου και πρόσθετου φόρου η οποία επιβολή δεν εξαρτάται από τη βούληση του Εφόρου αλλά προκύπτει απευθείας από το νόμο. (Βλ. μεταξύ άλλων Καλαπαλίκη κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 818 και Ελευθερίου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 880). Θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα αν προσβαλλόταν η επιβολή φόρου στον οποίο υπολογίστηκε ο τόκος και ο πρόσθετος φόρος, αφού σε τέτοια περίπτωση αν ακυρωνόταν η αρχική φορολογία των €48.558,45 τότε θα συμπαρέσυρε αυτόματα και την απαίτηση για πρόσθετο φόρο και τόκο.
Ενόψει των πιο πάνω καταλήγω ότι η προδικαστική ένσταση ευσταθεί και η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί γι' αυτό το λόγο χωρίς την ανάγκη να εξετάσω αυτή στην ουσία της.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ' ων η αίτηση όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ