ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
VASSO TOURPEKI ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1973) 3 CLR 592
Χατζηγιάννη και άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 317
Δημοκρατία ν. Υψαρίδη & άλλου (Αρ.2) (1993) 3 ΑΑΔ 347
Φιλίππου Δέσποινα ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας (1997) 3 ΑΑΔ 1
Mιχαηλίδου Kάννα Στέλλα ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 112
Ευαγγέλου Ευάγγελος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 570
Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλοι ν. Φίλιππου Μιχαηλίδη και Άλλων (1999) 3 ΑΑΔ 756
Aκκελίδου Kωνσταντία και Άλλη ν. Kωνσταντίνου Mιχαήλκαι Άλλων (2000) 3 ΑΑΔ 278
Χατζηκυριάκου Διονυσία ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (2001) 3 ΑΑΔ 491
Παπαδόπουλος Μάριος και Άλλος ν. OργανισμούΧρηματοδοτήσεως Στέγης (2002) 3 ΑΑΔ 276
Moδίτης Ιωάννης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695
Χαραλάμπους Κώστας ν. Γεώργιου Πουλλικά και Άλλης (2003) 3 ΑΑΔ 221
Ζωδιάτης Γιώργος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 406
Χριστοδούλου Ειρήνη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 164
Κουτσουπίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 4 ΑΑΔ 2935
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση αρ. 810/2009, 12 Μαϊου 2010
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1438/2010)
25 Οκτωβρίου, 2011
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΤΡΕΑΣ ΠΑΠΑΕΥΣΤΑΘΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Θ. Κουσπή (κα) για Ι. Νικολάου, για τον Αιτητή.
Κ. Σταυρινός, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής ζητά ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση, στο εξής «η ΕΔΥ», που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 3.9.2010 με την οποία, κατόπιν επανεξέτασης προήγαγαν στη μόνιμη θέση Ανώτερου Κτηνιατρικού Λειτουργού, Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, αναδρομικά από 15.5.2009 το Ενδιαφερόμενο Μέρος, Αντώνη Α. Μιχαηλίδη, στο εξής «το ΕΜ».
Τα γεγονότα της υπόθεσης
Στις 12.5.2010 το Ανώτατο Δικαστήριο αποδεχόμενο την προσφυγή με αρ. 810/09, ακύρωσε την απόφαση της ΕΔΥ ημερ. 15.5.2009 με την οποία προήγαγε το ΕΜ στην επίδικη θέση. Ως εκ τούτου η ΕΔΥ αποφάσισε να προχωρήσει στην επανεξέταση της πλήρωσης της θέσης, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο. Η ΕΔΥ, προχώρησε στη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Στη συνέχεια, αφού έλαβε υπόψη τα τρία αξιολογικά κριτήρια και τη σύσταση του Διευθυντή, έκρινε ότι το ΕΜ υπερείχε γενικά έναντι των άλλων υποψηφίων και ήταν καταλληλότερο για τη θέση. Κατόπιν τούτου αποφάσισε να του προσφέρει και πάλι, προαγωγή στην επίδικη θέση.
Η νομική πτυχή
Ο Αιτητής προβάλλει ουσιαστικά τρεις λόγους ακύρωσης:- (α) ότι τόσο η σύσταση του Διευθυντή όσο και η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομες, αφού παραβιάζουν το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης, (β) ότι η απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης και (γ) ότι υπάρχει έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας.
Οι Καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν ότι τόσο η σύσταση του Διευθυντή, όσο και η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένες, ως προς τη μεγαλύτερη αρχαιότητα του ΕΜ, η οποία επαυξάνει την πείρα του και κατ' επέκταση την αξία του έναντι του Αιτητή και ως εκ τούτου καμιά πλάνη και καμιά παραβίαση δεδικασμένου δεν υπάρχει.
Έχω εξετάσει τους τρεις λόγους ακύρωσης μαζί και κατά την κρίση μου αυτοί ευσταθούν.
Κατ' αρχάς θα ήθελα να αναφέρω ότι το δεδικασμένο αφορά μόνο στα ζητήματα τα οποία εξέτασε και αποφάσισε το ακυρωτικό Δικαστήριο στην Παπαευσταθίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 810/09, ημερ. 12.5.2010, στην οποία κρίθηκε ότι:-
«Σύμφωνα με τη νομολογία η σύσταση του Διευθυντή αποτελεί ξεχωριστό στοιχείο κρίσης και το διορίζον όργανο, για να την παραγνωρίσει, πρέπει να δώσει ειδική αιτιολογία. (βλ. μεταξύ άλλων, Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 862/07 ημερ. 3/4/09, απόφαση πλειοψηφίας). Πρέπει όμως η σύσταση να μην πάσχει νομικά.
Στη δική μας περίπτωση, οι ετήσιες εκθέσεις αποκαλύπτουν στο κριτήριο «αξία» δυο καθόλα ισοδύναμους υπαλλήλους αφού για μια μεγάλη περίοδο έχουν και οι δυο την ίδια ακριβώς βαθμολογία, «Εξαίρετος». Η σύσταση όμως του Διευθυντή είναι με τέτοιο τρόπο διατυπωμένη, που κατά τη γνώμη μου είναι αντίθετη με τα όσα αποφασίστηκαν στην Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695, αφού στο καταληκτικό μέρος της σύστασης, όπου ο Διευθυντής αναφέρει «λαμβανομένου υπόψη και του παράγοντα αξία», δίνει έμφαση στην αξία του ενδιαφερόμενου μέρους, ενώ την ίδια ακριβώς αξία είχε και ο αιτητής. Ο τρόπος διατύπωσης είναι ωσάν το ενδιαφερόμενο μέρος να είχε αξία που δεν είχε ο αιτητής. Όμως ο αιτητής είχε την ίδια αξία και υπέρ του το πλεονέκτημα, για το οποίο καμιά αναφορά δεν έκαμε ο Διευθυντής. Αναφέρθηκε απλώς στο ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν έχει το πλεονέκτημα αλλά έλαβε υπόψη την αξία του και την αρχαιότητά του που την καθόρισε μάλιστα σε 3 χρόνια ενώ αυτή ήταν 2 χρόνια και 5 μήνες. Τη σύσταση του Διευθυντή υιοθέτησε κατά την λήψη της τελικής της απόφασης, και η ΕΔΥ.
Σύμφωνα με τη νομολογία, η κατοχή του πλεονεκτήματος που διαλαμβάνει το σχέδιο υπηρεσίας, είναι παράγων που για να παραγνωριστεί πρέπει να υπάρχει ειδική και επαρκής αιτιολογία. (βλ. μεταξύ άλλων Ευαγγέλου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 570, Ακκελίδου ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 278, Χατζηκυριάκου ν. ΡΙΚ (2001) 3 Α.Α.Δ. 491, Παπαδόπουλος ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης (2002) 3 Α.Α.Δ. 276, 280 και Ζωδιάτης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406).
Στην τελευταία πιο πάνω υπόθεση κρίθηκε επαρκής αιτιολογία η πολύ μεγάλη αρχαιότητα (16½ χρόνια) του ενδιαφερόμενου μέρους. Στη δική μας όμως περίπτωση η αρχαιότητα των 2 χρόνων και 5 μηνών, κατά την άποψη μου, δεν είναι τέτοια που να εξουδετερώνει το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας που ικανοποιούσε ο αιτητής. Περαιτέρω η αρχαιότητα τότε μόνο υπερισχύει όταν στα άλλα δυο κριτήρια (αξία και προσόντα) οι υποψήφιοι είναι ίσοι (βλ. μεταξύ άλλων, Δημοκρατία κ.α. ν. Μιχαηλίδη κ.α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 756 και Δημοκρατίας κ.α. ν. Αδάμου κ.α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 125). Εδώ ο αιτητής, όπως δέχεται και ο ευπαίδευτος δικηγόρος της καθ' ης η αίτηση, υπερείχε σε προσόντα, αφού είχε το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας.»
Εφόσον η αρχική σύσταση θεωρήθηκε παράνομη, κατά την επανεξέταση ο Διευθυντής αναγκάστηκε να δώσει νέα σύσταση. Ανάμεσα σε άλλα, αναφέρει τα ακόλουθα:-
«Όσον αφορά το πλεονέκτημα που προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, κρίνω ότι το κατέχουν οι υποψήφιοι Ιωάννου Μιχαλάκης, Παπαευσταθίου Ανδρέας (Αιτητής) και Στυλιανού Στέλιος. Οι υποψήφιοι Μιχαηλίδης Αντώνης (ΕΜ), Αναστασίου Χριστάκης, Φυλακτού Ανδρέας και Παπαδόπουλος Ραμών δεν το κατέχουν, διότι δεν κατέχουν συνεχή μεταπτυχιακή εκπαίδευση ή ειδική εκπαίδευση διάρκειας τουλάχιστον ενός ακαδημαϊκού έτους σε θέματα της Κτηνιατρικής Επιστήμης.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, καθώς και τη γενική εικόνα εκάστου των υποψηφίων, ως επίσης τα νομολογημένα κριτήρια στο σύνολο τους -αξία, προσόντα, αρχαιότητα - τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης, καθώς και την καταλληλότητα των υποψηφίων να αναλάβουν τα καθήκοντα και τις ευθύνες που απορρέουν από αυτή, με βάση τον ουσιώδη χρόνο, συστήνω το Μιχαηλίδη Αντώνη.
Συστήνοντας το Μιχαηλίδη Αντώνη, έλαβα υπόψη ότι αυτός, όσον αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στα τελευταία, προ του ουσιώδους χρόνου, έτη, αλλά και σε βάθος χρόνου, είναι ίσος ή και υπερέχει, έστω και οριακά, των μη συστηνομένων υποψηφίων, παρουσιάζοντας καθόλα εξαίρετη υπηρεσιακή εικόνα. Όσον αφορά την αρχαιότητα, ο Μιχαηλίδης υπερέχει των Ιωάννου, Παπαευσταθίου και Στυλιανού, που κατέχουν το πλεονέκτημα, κατά δύο χρόνια και πέντε μήνες στην παρούσα θέση και κατά τέσσερα χρόνια περίπου στην προηγούμενη θέση, στοιχείο το οποίο θεωρώ πολύ σημαντικό και το οποίο επαυξάνει την πείρα του υπαλλήλου. Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, θεωρώ ότι η κατοχή του πλεονεκτήματος δεν μπορεί να υπερακοντίσει το στοιχείο της σημαντικής αρχαιότητας του Μιχαηλίδη, τον οποίο θεωρώ καταλληλότερο για προαγωγή.»
Η ΕΔΥ στην απόφαση της αναφέρει τα ακόλουθα:-
«Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη τα τρία κριτήρια - αξία, προσόντα, αρχαιότητα -, σταθμίζοντας και συνεκτιμώντας αυτά στο σύνολο τους και αποδίδοντας σ' αυτά και σε καθένα από αυτά την ανάλογη βαρύτητα, και αφού έλαβε υπόψη και τη σύσταση του Διευθυντή, έκρινε ότι ο ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ Αντώνης υπερέχει των άλλων υποψηφίων, τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο και αποφάσισε να προσφέρει σ' αυτόν προαγωγή στη μόνιμη θέση Ανώτερου Κτηνιατρικού Λειτουργού, Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, αναδρομικά από 15.5.09.
Η Επιτροπή, επιλέγοντας το Μιχαηλίδη Αντώνη, έλαβε υπόψη ότι αυτός, όσον αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση σ' αυτές της τελευταίας προ του ουσιώδους χρόνου δεκαετίας, λόγω ισοπέδωσης που παρατηρείται στην τελευταία επίσης προ του ουσιώδους χρόνου πενταετία, είναι ίσος ή και υπερέχει των άλλων υποψηφίων που δεν επιλέγηκαν, παρουσιάζοντας καθόλα εξαίρετη υπηρεσιακή εικόνα, υπερέχει έναντι όλων όσον αφορά την αρχαιότητα (κατά δύο χρόνια και πέντε μήνες στην παρούσα θέση καθώς και τέσσερα χρόνια και τρεις μήνες στην προηγούμενη θέση) και, επιπλέον, διαθέτει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή, η οποία συνάδει με τα στοιχεία των Φακέλων.
Επιλέγοντας το Μιχαηλίδη, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι οι Ιωάννου Μιχαλάκης, Παπαευσταθίου Ανδρέας και Στυλιανού Στέλιος κατέχουν το πλεονέκτημα που προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, το οποίο ο επιλεγείς δεν κατέχει. Εντούτοις, αυτοί δεν υπερέχουν σε αξία και υστερούν σε αρχαιότητα έναντι του Μιχαηλίδη (κατά δύο έτη και πέντε μήνες στην παρούσα τους θέση καθώς και τέσσερα χρόνια και τρεις μήνες στην προηγούμενη θέση) και, επιπλέον, δεν διαθέτουν τη σύσταση του Διευθυντή, την οποία διαθέτει ο επιλεγείς. Ως εκ τούτου, σε μια συνεκτίμηση όλων των στοιχείων, ο Μιχαηλίδης κρίνεται καταλληλότερος για προαγωγή.»
Κατά την άποψή μου, τα όσα αναφέρει ο Διευθυντής στη σύστασή του, την οποία υιοθέτησε η ΕΔΥ στην προσβαλλόμενη απόφασή της, αποτελούν προσπάθεια παράκαμψης του δεδικασμένου. Κατ' αρχάς ο Αιτητής και το ΕΜ σύμφωνα με το δεδικασμένο είναι ίσοι σε αξία. Όμως ο Διευθυντής με τη σύστασή του κατά την επανεξέταση, παρουσίασε το ΕΜ να έχει «καθόλα εξαίρετη υπηρεσιακή εικόνα», αφήνοντας να νοηθεί ότι ο Αιτητής υστερεί, ενώ σύμφωνα με το δεδικασμένο και τα στοιχεία των φακέλων αυτός ήταν ίσος σε αξία με το ΕΜ. Δεύτερον, προσπάθησε να προσδώσει περισσότερη αρχαιότητα στο ΕΜ, συμπλέκοντας την αρχαιότητα του ΕΜ στην παρούσα θέση (2 χρόνια και 5 μήνες), με την αρχαιότητα του σε προηγούμενη θέση (4 χρόνια και 3 μήνες) και πάλιν κατά παράβαση του δεδικασμένου στην υπόθεση 810/09, στην οποία η αρχαιότητα καθορίστηκε στα 2 χρόνια και 5 μήνες. Τρίτον, ούτε ο Διευθυντής, ούτε η ΕΔΥ έδωσαν επαρκή και ειδική αιτιολογία για την απόφασή τους να παρακάμψουν το πλεονέκτημα που κατείχε ο Αιτητής και δεν κατείχε το ΕΜ. Η αιτιολογία τόσο του Διευθυντή όσο και της ΕΔΥ, ότι η αρχαιότητα, όπως οι ίδιοι την εκτίμησαν, δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε ειδική, ούτε και επαρκής, ώστε να παρακαμφθεί το πλεονέκτημα του Αιτητή. Αυτό κρίθηκε στην υπόθεση 810/09 και αποτελεί μέρος του δεδικασμένου. Η προσπάθεια του Διευθυντή, μέσα από τη σύστασή του, να επαυξήσει την αρχαιότητα του ΕΜ, επικαλούμενος αρχαιότητα κατά 4 χρόνια στην προηγούμενη θέση, ξεφεύγει των όσων προστάσσει η νομολογία. Στην υπόθεση Κουτσουπίδη κ.α. ν. Δημοκρατίας (1997) 4Ε ΑΑΔ 2935 η οποία επιβεβαιώθηκε στην Χαραλάμπους ν. Πουλλίκα κ.α. (2003) 3 ΑΑΔ 221, νομολογήθηκε ότι η αρχαιότητα κρίνεται με βάση την τελευταία θέση και όχι με βάση την προηγούμενη θέση, εκτός και αν οι υποψήφιοι στην τελευταία θέση είναι ισοδύναμοι (βλ. επίσης Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 112, στη σελ. 118). Στην προκειμένη περίπτωση, ο Αιτητής και το ΕΜ είναι ισοδύναμοι σε αξία, ο Αιτητής υπερέχει σε προσόντα, ενώ πρόκειται για θέση ψηλά στην ιεραρχία, όπου τα προσόντα παίζουν σημαντικό ρόλο στην καλύτερη άσκηση των καθηκόντων της θέσης. Κατά την άποψή μου η σύσταση του Διευθυντή ενώ έγινε πιο εκτεταμένη κατά την επανεξέταση, εντούτοις το περιεχόμενο της στην ουσία, παρέμεινε το ίδιο με αυτό της ακυρωθείσας σύστασης. Ιδιαίτερα σε σχέση με την παράκαμψη του πλεονεκτήματος του Αιτητή, είναι σχετικά τα σχόλια της Ολομέλειας στην απόφαση Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 1:-
«Η αρχή της Γεωργίου (πιο πάνω) στην οποία αναφέρθηκε το πρωτόδικο δικαστήριο αποτελεί αταλάντευτη και απαρασάλευτη αρχή της νομολογίας μας. Αφετηρία της ήταν η υπόθεση Τουρπέκη ν. Δημοκρατίας (1973) 3 Α.Α.Δ. 592, η οποία - έκτοτε - έχει υιοθετηθεί από μεγάλη σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στη Χατζηγιάννη κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317 (απόφαση της ολομέλειας) υποδεικνύεται ότι η αρχή είναι πως όταν το διορίζον όργανο αποφασίσει να επιλέξει υποψήφιο που δεν έχει το πρόσθετον προσόν, πρέπει να δώσει πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία γι΄ αυτή του την απόφαση. Οι λόγοι δε αυτοί πρέπει να εμφαίνονται στην αιτιολογία της απόφασης της Επιτροπής. Δεν μπορεί να συναχθούν από τα πρακτικά της Επιτροπής. Στην Δημοκρατία κ.α. ν. Υψαρίδη κ.α. (Αρ. 2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 347 (απόφαση της ολομέλειας) επισημαίνεται ότι η ειδική αιτιολόγηση σκοπεί στην εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που παρέχει το πρόσθετο προσόν για την εκτέλεση των καθηκόντων της πληρούμενης θέσης.»
Στην προκειμένη περίπτωση, η απόφαση της ΕΔΥ για τους λόγους που εξήγησα, παραβιάζει το δεδικασμένο, είναι πεπλανημένη ως προς την αρχαιότητα του ΕΜ, παρακάμπτει το πλεονέκτημα του Αιτητή, χωρίς να δίδει επαρκή και ειδική αιτιολογία που να δικαιολογεί την ενέργειά της.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με €1.400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ