ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 821/2008)
29 Σεπτεμβρίου, 2011
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΡΟΤΗ,
Αιτήτρια,
ν.
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ' ου η Αίτηση.
________________________
Λεύκος Κληρίδης, για την Αιτήτρια.
Αριάδνη Ζερβού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ' ου η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια, με την παρούσα προσφυγή, αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης ημερομηνίας 20/5/2008, με την οποία απορρίφθηκε, κατόπιν επανεξέτασης, αίτημά της σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ειδικής Χορηγίας (Αγορά ή Ανέγερση Κατοικίας) Νόμου του 2006 (Ν. 91(Ι)/2006), (όπως έχει τροποποιηθεί), (ο «Νόμος»).
Αίτημα, που υπέβαλε η αιτήτρια στις 29/11/2007, απορρίφθηκε με την ακόλουθη επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών ημερομηνίας 24/1/2008:-
«Κυρία,
Αίτηση για ειδική χορηγία για την αγορά κατοικίας
Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην αίτηση που υποβάλατε στο Υπουργείο Οικονομικών για ειδική χορηγία για ανέγερση ή αγορά κατοικίας και να σας πληροφορήσω τα ακόλουθα:
α) Σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Ειδικής Χορηγίας (Ανέγερση ή Αγορά Κατοικίας) Νόμου, η ειδική χορηγία παραχωρείται για κτήρια για τα οποία έχει κατατεθεί στην 'αρμόδια αρχή' δεόντως συμπληρωμένη αίτηση για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας (ή άδειας οικοδομής όπου δεν απαιτείται η εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας) μετά την 1η Μαΐου 2004.
β) Με βάση τα στοιχεία που έχετε δηλώσει στην αίτησή σας καθώς και τα συνημμένα σ' αυτήν δικαιολογητικά έγγραφα, η πιο πάνω πρόνοια του Νόμου δεν πληρείται καθώς η αίτηση για εξασφάλιση της υπ' αριθμό ΛΕΥ/2845/2003 πολεοδομικής άδειας έχει υποβληθεί στην αρμόδια αρχή πριν την 1η Μαΐου 2004 και συγκεκριμένα στις 2.12.2003.
2. Υπό το φως των πιο πάνω, η αίτησή σας για παραχώρηση ειδικής χορηγίας δεν μπορεί να εγκριθεί.»
Η αιτήτρια επανήλθε, με επιστολή του δικηγόρου της ημερομηνίας 22/4/2008, υποβάλλοντας νέα αίτηση και επισυνάπτοντας διάφορα έγγραφα. ΄Οπως σημειώθηκε στην εν λόγω επιστολή:-
«Η παρούσα αίτηση είναι η δεύτερη αίτηση την οποίαν η πελάτιδα μας έχει καταχωρήσει για το ίδιο αντικείμενο διότι η πρώτη αίτηση απερρίφθη και η πελάτις μας κατεχώρησε μέσω του γραφείου μας την αγωγή με αρ. 717/07 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας την οποία απέσυρε στις 28.9.2007.
Ο λόγος για τον οποίον απεσύρθη η αίτηση ήτο καθαρά νομοτεχνικός και πιστεύουμε ότι είναι δικαίωμα της να υποβάλλει νέα αίτηση την οποίαν επισυνάπτουμε».
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, με επιστολή του ημερομηνίας 20/5/2008, πληροφόρησε το δικηγόρο της αιτήτριας τα ακόλουθα:-
«Κύριε,
Επανεξέταση του αιτήματος της κας Κατερίνας Αγρότη (Α.Δ.Τ. 1019839) για παραχώρηση της ειδικής χορηγίας για αγορά ή ανέγερση κατοικίας
Έχω οδηγίες ν' αναφερθώ στην σχετική πιο πάνω θέμα επιστολή σας με ημερομηνία 22.04.2008 να σας πληροφορήσω ότι το αίτημα της κας Κ. Αγρότη έχει επανεξεταστεί από την Υπηρεσία μας. Από την πιο πάνω εξέταση δεν έχουν προκύψει πρόσθετα στοιχεία που να δικαιολογούν αλλαγή στην αρχική μας απόφαση για απόρριψη του αιτήματος της κας Κ. Αγρότη.
2. Ενόψει των πιο πάνω εξακολουθεί να ισχύει η αρχική απόφαση της Υπηρεσίας μας, όπως αυτή κοινοποιήθηκε στην πελάτισσά σας, με επιστολή ημερομηνίας 24.01.2008.»
Η αιτήτρια επιδιώκει ακύρωση της πιο πάνω απόφασης.
Ο καθ' ου η αίτηση ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά αυτή είναι βεβαιωτική της προηγούμενης απόφασης, η νομιμότητα της οποίας δεν αμφισβητήθηκε από την αιτήτρια. Με την επιστολή του δικηγόρου της, υπέβαλε η συνήγορός του, δεν υποβλήθηκαν οποιαδήποτε νέα στοιχεία, τα οποία θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη και να οδηγήσουν στην έκδοση νέας εκτελεστής απόφασης. Στην παρούσα περίπτωση, καταλήγει, συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις που καθιστούν την προσβαλλόμενη πράξη βεβαιωτική και, ως τέτοια, δεν μπορεί να προσβληθεί με αίτηση ακύρωσης - (βλ. Ζίττης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394).
Η αιτήτρια απαντά ότι ο πιο πάνω προδικαστικός ισχυρισμός δε συμπεριλήφθηκε στην απορριπτική του αιτήματός της επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών ημερομηνίας 24/1/2008, με αποτέλεσμα η έγερσή του για πρώτη φορά στην ένσταση και στη γραπτή αγόρευση του καθ' ου η αίτηση να είναι αντικανονική, ότι «Η νέα αίτηση της αιτήτριας για επιδότηση κατεχωρήθη στις 5.5.2008 ήτοι μετά την 1.5.2004 όπως προνοεί ο Κανονισμός.» και ότι προηγούμενες δικαστικές ενέργειές της - (πολιτική αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας) - αποσύρθηκαν.
Είναι νομολογημένο ότι οι βεβαιωτικές πράξεις στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα και δεν προσβάλλονται με αίτηση ακύρωσης. Απόφαση θεωρείται βεβαιωτική προγενέστερης εκτελεστής πράξης, όταν αυτή εκδίδεται από την ίδια αρχή, απευθύνεται στο ίδιο πρόσωπο, σκοπεί στη ρύθμιση της ίδιας σχέσης, εδράζεται στην ίδια νομική και πραγματική βάση με προεκδοθείσα πράξη και παράγει ταυτόσημα με αυτή νομικά αποτελέσματα - (βλ., μεταξύ άλλων, Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 364· Ζίττης ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω)· Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 507).
Πράξη θεωρείται βεβαιωτικού χαρακτήρα, αν δεν έχουν μεσολαβήσει νέα έρευνα ή νέα στοιχεία, ενώ πράξη που δηλοί απλή εμμονή της διοίκησης στην προηγούμενη πράξη, ακόμα και αν δεν επαναλαμβάνει το περιεχόμενό της, είναι βεβαιωτική - (βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 240-241).
Η διενέργεια νέας έρευνας προϋποθέτει την παρουσίαση νέων στοιχείων, μη προβληθέντων κατά την αρχική εξέταση. ΄Οπως υποδείχθηκε στη Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω):- (σελ. 367-368)
«Τη γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία διέπει το ζήτημα, που ενστερνίστηκε η νομολογία μας, εξηγεί ο Μ.Δ. Στασινόπουλος 'Δίκαιον των Διοικητικών Διαφορών', 4η έκδοση (1964) στη σελ. 176, με τη συνηθισμένη καθαρότητα έκφρασης του συγγραφέα:
'Πότε υπάρχει νέα έρευνα, είναι ζήτημα πραγματικόν. Θεωρείται όμως γενικώς νέα έρευνα η λήψις υπ' όψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων, κρίνεται δε αυστηρώς το χρησιμοποιηθέν νέον υλικόν, διότι δεν πρέπει ο απωλέσας την προθεσμίαν διά την προσβολήν μιας εκτελεστής πράξεως, να δύναται να καταστρατηγή την προθεσμίαν ταύτην διά της δημιουργίας νέας πράξεως, η οποία εξεδόθη κατ' επίφασιν μεν κατόπιν νέας ερεύνης, κατ' ουσίαν όμως επί τη βάσει των αυτών στοιχείων.'
Τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929 έως 1959) στη σελ. 241 υποστηρίζουν την παραπάνω διατύπωση του κανόνα:
'Νέα έρευνα υπάρχει εάν, προ της εκδόσεως της νεωτέρας πράξεως, λαμβάνη χώραν εξέτασις νεωστί προκυπτόντων, ή προϋπαρχόντων μεν αλλά τέως αγνώστων κυρίων στοιχείων κρίσεως, άτινα νυν λαμβάνονται προσθέτως υπ' όψιν.'»
Εξέταση του διοικητικού φακέλου, που κατατέθηκε, αποκαλύπτει ότι η αιτήτρια, με την αίτησή της ημερομηνίας 22/4/2008, δεν έθεσε ενώπιον της διοίκησης οποιαδήποτε νέα στοιχεία. Τα συνοδευτικά σ' αυτήν έγγραφα είναι φωτοτυπίες εγγράφων που είχαν επισυναφθεί στην αρχική αίτηση ημερομηνίας 29/11/2007. Ούτε υπήρξε αλλαγή του νομικού καθεστώτος, αφού και οι δύο αιτήσεις έγιναν με βάση τις πρόνοιες του Νόμου και απορρίφθηκαν επειδή δεν πληρούσαν την απαραίτητη προϋπόθεση της επιφύλαξης του ΄Αρθρου 3(1) αυτού για υποβολή αίτησης για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας ή άδειας οικοδομής μετά την 1η Μαΐου 2004.
Αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι η προδικαστική ένσταση θα έπρεπε να είχε συμπεριληφθεί στην επιστολή απόρριψης του αιτήματός της. Η εκτελεστότητα απόφασης, ως ζήτημα δημόσιας τάξης, μπορεί να εξεταστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της δίκης, ακόμα και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο - (βλ. Δημοκρατία ν. Ματθαίου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2452).
Ούτε ο ισχυρισμός ότι κακώς απερρίφθη η δεύτερη αίτηση επειδή αυτή υποβλήθηκε στις 5/5/2008, δηλαδή μετά την 1/5/2004, όπως προνοείται στο ΄Αρθρο 3(1) του Νόμου, ευσταθεί. Η εν λόγω πρόνοια αναφέρεται όχι στην αίτηση για χορηγία αλλά στην αίτηση για πολεοδομική άδεια.
Στην παρούσα υπόθεση, η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά εμμονή της διοίκησης στην προηγούμενη απόφασή της της 24/1/2008, στην οποία και παραπέμπει.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του καθ' ου η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΚΧ"Π, ΜΠ