ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1652/2009

 

 

1 Σεπτεμβρίου, 2011

 

[ Μ ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΣΑΒΒΑΣ ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟΥ

Αιτητής

 

- ΚΑΙ -

 

ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ

Καθ' ου η αίτηση

..........................

 

I. Τυπογράφος, για τον αιτητή

Π. Πολυβίου με Μ. Αντωνίου (κα) για τον καθ' ου η αίτηση

Α. Κωνσταντίνου, για το ενδιαφερόμενο μέρος Δέσπω Καρπή

 

..............................

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή ζητά από το δικαστήριο δήλωση ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου η αίτηση, η οποία γνωστοποιήθηκε στις 21/10/2009 με εγκύκλιο του Γενικού Διευθυντή αρ. 51/2009 προς όλο το προσωπικό του ΡΙΚ και με την οποία προήγαγαν την Δέσπω Καρπή στη μόνιμη θέση Ανώτερου Λειτουργού Προγραμμάτων Τηλεόρασης από 1/11/2009 αντί του αιτητή, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο αιτητής είναι υπάλληλος του ΡΙΚ (καθ' ου η αίτηση) και κατέχει τη θέση Λειτουργού Προγραμμάτων Τηλεόρασης.  Κατά ή περί την 14/4/2009 ο καθ' ου η αίτηση προκήρυξε κενές θέσεις μεταξύ των οποίων και μια μόνιμη θέση Ανώτερου Λειτουργού Προγραμμάτων Τηλεόρασης. Υπέβαλαν σχετική αίτηση τρεις υπάλληλοι μεταξύ των οποίων ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος.  Το Διοικητικό Συμβούλιο του καθ' ου η αίτηση σε συνεδρία του ημερ. 13/10/2009 αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον του στοιχεία και τα κριτήρια της αξίας, προσόντων και αρχαιότητας, κατάληξε στην προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους.  Κατά ή περί τις 21/10/2009 ο Γενικός Διευθυντής του ΡΙΚ με την εγκύκλιο του αρ. 51/2009 γνωστοποίησε προς όλο το προσωπικό του καθ' ου η αίτηση ότι προήχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στην επίδικη θέση από 1/11/2009.  Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή στις 9/12/2009.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Παρόλο που με την προσφυγή προβάλλονται 10 λόγοι ακύρωσης, ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή, με τη γραπτή του αγόρευση (αρχική και απαντητική) προωθεί τους εξής λόγους:  Ότι η προσβαλλόμενη απόφαση (α) λήφθηκε καθ' υπέρβαση ή/και κατάχρηση εξουσίας καθ' ότι παραβιάζει την αρχή της τήρησης άρτιων πρακτικών ή/και της ειδικής και πλήρους αιτιολογίας, (β)  είναι αναιτιολόγητη ή/και η αιτιολογία της είναι ασαφής και ανεπαρκής, (γ) λήφθηκε χωρίς τη δέουσα ή/και επαρκή έρευνα, (δ) λήφθηκε με παραγνώριση της αρχαιότητας του αιτητή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους και (ε) λήφθηκε κατά παράβαση της αρχής της αμεροληψίας, της αρχής της ίσης μεταχείρισης και της αρχής της χρηστής διοίκησης.

 

Οι ευπαίδευτοι δικηγόροι του καθ' ου η αίτηση ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη και ορθή και ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή δεν έχουν τεκμηριωθεί.

 

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους, με δική του ξεχωριστή αγόρευση, ισχυρίζεται ότι η απόφαση του καθ' ου η αίτηση είναι νόμιμη και ορθή, σύμφωνα με το τεκμήριο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι ο αιτητής υπερέχει έκδηλα του ενδιαφερόμενου μέρους, από τα ενώπιον μου γεγονότα και έχοντας υπόψη τί σημαίνει έκδηλη υπεροχή σύμφωνα με τη νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Hjsavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76, ΡΙΚ ν. Κωνσταντινίδου (1997) 3 Α.Α.Δ. 338 και Δημοκρατία ν. Παπαχριστοδούλου κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 329),  κρίνω με ευκολία ότι αυτός δεν ευσταθεί.  Επομένως προχωρώ να εξετάσω τους υπόλοιπους ισχυρισμούς με υπόβαθρο ότι οι υποψήφιοι είναι περίπου ισοδύναμοι, όπως έκρινε ο καθ' ου η αίτηση. 

 

Αναφορικά με τον (α) πιο πάνω λόγο, είναι ο ισχυρισμός του ευπαιδεύτου δικηγόρου του αιτητή ότι ενώ ουσιαστικό κριτήριο για την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους αποτέλεσε η προφορική συνέντευξη, το Διοικητικό Συμβούλιο δεν τήρησε πρακτικά που να δικαιολογούν το χαρακτηρισμό των υποψηφίων σε «καλός», «πολύ καλός» και «εξαίρετος».  Επικαλέστηκε το άρθρο 24 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/1999 ως έχει τροποποιηθεί) και νομολογία.  Δε φαίνεται, ισχυρίστηκε, στην απόφαση ημερ. 13/10/2009 αν τηρήθηκαν πρακτικά ή προσωπικές σημειώσεις για τις εντυπώσεις που σχημάτισαν για τον κάθε υποψήφιο. 

 

Στον πιο πάνω ισχυρισμό ο ευπαίδευτος δικηγόρος του καθ' ου η αίτηση με αναφορά στα πρακτικά της 13/10/2009 που αφορούν τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης απαντά ότι αυτός δεν ευσταθεί.  Στην ίδια εισήγηση προβαίνει και ο συνήγορος του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

Κατ' αρχήν σημειώνω ότι στους νομικούς λόγους της προσφυγής δεν υπάρχει ισχυρισμός για παραβίαση του άρθρου 24 του Ν. 158(Ι)/1999 ή ότι δεν τηρήθηκαν πρακτικά.  Τέτοια δικογράφηση ήταν αναγκαία εν' όψει των προνοιών του Καν. 7 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962 (βλ. μεταξύ άλλων Latomia Estates Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 672, 685-686, Πετρίδου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 636, Γιασουμή ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 27 και Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 8, 16-17).  Έτσι κανονικά ο ισχυρισμός αυτός δεν πρέπει να εξεταστεί.  Εν πάση περιπτώσει, όπως ορθά αναφέρει και ο ευπαίδευτος δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους με βάση το άρθρο 24(2) του Ν. 158(Ι)/1999 είναι σαφές ότι η καταγραφή του αποτελέσματος της προφορικής εξέτασης είναι αρκετή και δεν απαιτείται η καταγραφή των ερωτήσεων και των απαντήσεων.  Σχετική είναι και η υπόθεση Εκτωρίδης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 (Β) Α.Α.Δ. 922. Επομένως απορρίπτεται ο ισχυρισμός περί μη τήρησης άρτιων πρακτικών. 

 

Αναφορικά με τους υπόλοιπους λόγους, όπως προωθούνται με τη γραπτή αγόρευση του αιτητή, που αφορούν έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. κρίνω επίσης ότι δεν ευσταθούν.  Από απλή ανάγνωση των πρακτικών ημερ. 13/10/2009, φαίνονται οι λόγοι γιατί προτιμήθηκε το ενδιαφερόμενο  μέρος και ότι εξετάστηκαν όλα τα σχετικά στοιχεία. 

 

Ο επόμενος ισχυρισμός είναι ότι ο αιτητής υπερέχει του ενδιαφερόμενου μέρους σε πείρα και αυτό αγνοήθηκε από τον καθ' ου η αίτηση.  Από τα ενώπιον μου γεγονότα προκύπτει ότι ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχουν την προηγούμενη από την επίδικη θέση από την ίδια ημερομηνία, γεγονός που δείχνει ότι η πείρα τους είναι η ίδια, όπως έκρινε και ο καθ' ου η αίτηση.  Επομένως απορρίπτεται και αυτός ο ισχυρισμός.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα, από τα ενώπιον μου γεγονότα, τα οποία φαίνεται να είναι κοινώς παραδεκτά, προκύπτει ότι η αρχαιότητα που επικαλείται είναι απλώς με βάση την ημερομηνία γέννησης, κάτι όμως που σύμφωνα με τη νομολογία είναι μικρής σημασίας και μπορεί εύκολα να εξουδετερωθεί από την καλύτερη απόδοση στη συνέντευξη, κάτι που ίσχυσε στην παρούσα περίπτωση αφού ο αιτητής είχε μόνο 3 «εξαίρετος», ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος 5.

 

Άλλος ισχυρισμός του αιτητή είναι ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του καθ' ου η αίτηση δεν ήταν αμερόληπτο για το λόγο ότι πριν την διεξαγωγή της προφορικής συνέντευξης δέχθηκε την προϊστάμενη των 3 υποψηφίων κα Χρύσω Κωνσταντινίδου με το ενδιαφερόμενο μέρος να παρουσιάσουν για μια και πλέον ώρα νέα σειρά που ετοίμασε το ενδιαφερόμενο μέρος και θα παρουσιαζόταν εβδομαδιαίως από το ΡΙΚ.  Κρίνω ότι ισχύουν και εδώ τα όσα ανάφερα πιο πάνω σχετικά με τον ισχυρισμό για μη τήρηση πρακτικών, ότι δηλαδή ο ισχυρισμός αυτός δεν δικογραφείται με τρόπο που απαιτεί ο Καν. 7 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962.  Πολύ ακροθιγώς γίνεται αναφορά στον 7ο νομικό λόγο της προσφυγής για «προκατάληψη» και στον 10(δ) ότι υπήρχαν αξιολογήσεις «με βάση μεροληπτικά ή μη αντικειμενικά κριτήρια».  Επομένως ο ισχυρισμός απορρίπτεται γιαυτό και μόνο το λόγο.  Εν πάση όμως περιπτώσει, και αν εξέταζα τον ισχυρισμό, θα κατέληγα σε απόρριψή του  αφού σύμφωνα με τη νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Πετρίδου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω) και Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω), η αμεροληψία πρέπει να αποδεικνύεται με ικανοποιητική βεβαιότητα, είτε με μαρτυρία, είτε από τα γεγονότα που προκύπτουν από τους φακέλους και με ασφαλή συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν από την ύπαρξη τέτοιων γεγονότων.  Εζετάζοντας εδώ την απόφαση της 13/10/2009 δε φαίνεται να λήφθηκε υπόψη υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους η πιο πάνω ενέργεια για την οποία παραπονείται ο αιτητής.

 

Από τα γεγονότα της υπόθεσης όπως είναι ενώπιον μου κρίνω ότι ο αιτητής τότε μόνο θα μπορούσε να επιτύχει, αν αποδείκνυε έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους που όπως ήδη ανάφερα απέτυχε να πράξει.  Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν έχει τέτοιο βάρος (Βλ. Δημοκρατία κ.α. ν. Παπαχριστοδούλου (πιο πάνω).

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) εναντίον του αιτητή και υπέρ του καθ' ου η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Μεταξύ αιτητή και ενδιαφερόμενου μέρους καμιά διαταγή για έξοδα.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με τον Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑΣ

  

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο