ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1656/2007
10 Αυγούστου, 2011.
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΤΤΟΦΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ & ΥΙΟΣ ΛΤΔ.
Αιτητές
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
.....................
Α. Μαρκίδης με Π. Παναγιώτου για τους αιτητές
Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄με Θ. Πιπερή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
Γ. Σεραφείμ, για το ενδιαφερόμενο μέρος ΤΕΠΑΚ
..............................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν από το δικαστήριο διακήρυξη ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 19/19/2007, με την οποία διατάχθηκε η απαλλοτρίωση της ακίνητης ιδιοκτησίας με αρ. εγγραφή 3/49102, 3/43392, 3/49651, 3/49652 και 3/61814, τεμ. 514, 515, 516, 517 και 685, Φ/Σχ. 54/580504, Τμήμα 3, ιδιοκτησία των αιτητών που βρίσκεται στην οδό Σαριπόλου 39, στην ενορία Αγ. Νάπας Λεμεσός, είναι άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Στα πλαίσια υλοποίησης της πολιτικής απόφασης για στέγαση του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου (το «Πανεπιστήμιο»), στο αστικό κέντρο της πόλης της Λεμεσού, συστάθηκε Συντονιστική Επιτροπή (η «Επιτροπή»), υπό την αιγίδα του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, με σκοπό να μελετήσει τη χωροθέτηση και μελλοντική ανάπτυξη του Πανεπιστημίου.
Στην Επιτροπή συμμετείχαν ο Διευθυντής Πολεοδομίας και Οικήσεως ο οποίος ασκούσε καθήκοντα προέδρου και εκπρόσωποι των Τμημάτων Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, Δημοσίων Έργων, Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, Τεχνικών Υπηρεσιών και Διεύθυνσης Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, Γραφείου Προγραμματισμού, Δήμου Λεμεσού και Πανεπιστημίου.
Μετά από σειρά συνεδριάσεων κατά τις οποίες εξετάστηκε διεξοδικά το όλο θέμα της χωροθέτησης του Πανεπιστημίου, η Επιτροπή αποφάσισε όπως εισηγηθεί στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού την παραχώρηση της μέγιστης διαθέσιμης κρατικής γης αλλά και την απαλλοτρίωση και επίταξη συγκεκριμένων ιδιωτικών τεμαχίων, περιορισμένων στον αριθμό, τα οποία είναι απαραίτητα για τη στέγαση και λειτουργία του Πανεπιστημίου. Μεταξύ των ιδιωτικών περιουσιών που κρίθηκαν κατάλληλες και προτάθηκαν για απαλλοτρίωση γιατί πληρούσαν τα απαιτούμενα κριτήρια ήταν και το κτίριο της αιτήτριας εταιρείας (η «αιτήτρια»).
Όπως προκύπτει από τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία, η Επιτροπή κατέληξε στην επιλογή του κτιρίου της αιτήτριας, αφού έλαβε υπόψη τα ακόλουθα χαρακτηριστικά του:
(α) Βρίσκεται στην κατάλληλη τοποθεσία σε σχέση με τα κρατικά κτίρια που παραχωρήθηκαν σε πρώτη φάση (παλαιό ταχυδρομείο, παλαιό δικαστήριο και παλαιό κτηματολόγιο). Τα γειτονικά του ακίνητα τελούν ήδη υπό απαλλοτρίωση και επομένως εξασφαλίζεται συνοχή του χώρου του Πανεπιστημίου η οποία είναι αναγκαία και χρήσιμη για λειτουργικούς σκοπούς.
(β) Αποτελείται από υπόγειο, ισόγειο και πέντε ορόφους. Επίσης διαθέτει δικό του χώρο στάθμευσης με θέσεις για 40 αυτοκίνητα. Προσφέρει δηλαδή μεγάλους ενιαίους χώρους που θα μπορούσαν άμεσα να χρησιμοποιηθούν ως χώροι διδασκαλίας και εργαστηρίων του Πανεπιστημίου, και
(γ) Η έκταση του κτιρίου είναι 2.500 m2. Για να εξασφαλιστεί ο αντίστοιχος αριθμός τετραγωνικών μέτρων από άλλες ιδιοκτησίες, θα έπρεπε να απαλλοτριωθούν πολλά άλλα μικρότερα ιδιωτικά τεμάχια και να αναγερθούν εκ νέου πολυώροφα κτίρια, γεγονός που σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι εφικτό ούτε και επιτρεπτό, αφού στην περιοχή τα περισσότερα κτίρια έχουν κηρυχτεί διατηρητέα ή έχουν χαμηλό συντελεστή δόμησης, ο οποίος περιορίζει την ανέγερση πολυώροφων κτιρίων. Συνεπώς, η μη απαλλοτρίωση του κτιρίου της αιτήτριας θα οδηγούσε σε πολύ περισσότερες απαλλοτριώσεις και δαπάνη πολλών εκατομμυρίων για οικοδομήσεις. Η επιλογή του κτιρίου της αιτήτριας, ήταν η λιγότερη επαχθής για το σύνολο των ιδιοκτητών ακινήτων στην υπό απαλλοτρίωση περιοχή, αφού αυτό ευνοείται και από το μέγεθος της κρατικής γης η οποία θα παραχωρείτο στο υπό ίδρυση πανεπιστήμιο.
Επιπρόσθετα επισημαίνεται πως η αιτήτρια δήλωσε από πολύ νωρίς την πρόθεση της να συνεργαστεί με το Πανεπιστήμιο αφού,προτού ακόμα ληφθεί η απόφαση για τη χωροθέτηση του, με σχετική επιστολή της ημερ. 14/11/2005, πρότεινε στο Πανεπιστήμιο την αγορά ή ενοικίαση του υπό αναφορά κτιρίου της. Η απάντηση του Πανεπιστημίου για αξιολόγηση της συγκεκριμένης πρότασης δόθηκε την 1/12/2005.
Ακολούθησε στις 9/8/2006 η σύναψη συμφωνίας ενοικίασης μεταξύ του Πανεπιστημίου και της αιτήτριας. Όροι της συμφωνίας ήταν, μεταξύ άλλων, η ενοικίαση του κτιρίου και του χώρου στάθμευσης για περίοδο δέκα ετών (1/9/2006-31/8/2016), με δικαίωμα ανανέωσης για άλλα δέκα έτη με αναθεώρηση του ενοικίου. Επιπλέον ο ιδιοκτήτης θα αναλάμβανε την υποχρέωση και τα έξοδα μετατροπής του κτιρίου, βάσει αρχιτεκτονικών σχεδίων που εκπονήθηκαν σύμφωνα με τις ανάγκες του Πανεπιστημίου.
Να σημειωθεί πως με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου αρ. 64.390 και ημερ. 29/9/2006 είχαν ήδη παραχωρηθεί για σκοπούς λειτουργίας του Πανεπιστημίου το παλαιό ταχυδρομείο, το παλαιό δικαστήριο και το παλαιό κτηματολόγιο, ενώ αργότερα παραχωρήθηκε και ο χώρος του παλαιού νοσοκομείου, της αστυνομικής διεύθυνσης Λεμεσού και της τεχνικής σχολής.
Στη συνέχεια και πιο συγκεκριμένα στις 3/11/2006 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης και διάταγμα επίταξης, μεταξύ άλλων και των τεμαχίων 514, 515, 516, 517 και 685 Φ/Σχ. 580540 ιδιοκτησίας της αιτήτριας, με απαλλοτριούσα και επιτάσσουσα αρχή αντίστοιχα, το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.
Στις 28/11/2006, η αιτήτρια καταχώρησε ένσταση κατά της αναφερόμενης γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης και του διατάγματος επίταξης. Μετά την πιο πάνω δημοσίευση, η αιτήτρια, παρά τα όσα είχαν συμφωνηθεί, δεν πλήρωνε τον εργολάβο στον οποίο ανατέθηκαν οι εργασίες μετατροπής του κτιρίου, με αποτέλεσμα να σταματήσουν οι εργασίες. Πρόσθετα ζητούσε να υπογραφεί νέα συμφωνία ενοικίασης που να τροποποιεί την προηγούμενη συμφωνία, ειδικά ως προς τις υποχρεώσεις που ανέλαβε ο ιδιοκτήτης για τη διαρρύθμιση του κτιρίου και το πανεπιστήμιο να καταβάλει σ' αυτή όλα τα ποσά που είχαν καταβληθεί από μέρους της και σχετίζονταν με τις ήδη εκτελεσθείσες εργασίες στο ενοικιασμένο ακίνητο. Ζητούσε επίσης να ανακληθεί το εκδοθέν διάταγμα επίταξης.
Ακολούθως στις 17/1/2007 υπογράφτηκε μεταξύ της αιτήτριας και του Πανεπιστημίου τροποποιητική συμφωνία της συμφωνίας ενοικίασης ημερ. 9/8/2006.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί πως με την υπ' αρ. 4165 διοικητική πράξη που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 18/5/2007 το αναφερόμενο πιο πάνω διάταγμα επίταξης ανακλήθηκε. Η γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας ημερ. 30/11/2006 είναι απόλυτα σχετική.
Μετά την υπογραφή της τροποποιητικής συμφωνίας το πανεπιστήμιο συνεχίζει τις εργασίες επί του ακινήτου καταβάλλοντας όλα τα έξοδα και έχοντας εξ ολοκλήρου την ευθύνη για τις εργασίες αυτές.
Η απόρριψη της ένστασης της αιτήτριας κατά της προαναφερόμενης γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης είχε ως αποτέλεσμα να δημοσιευτεί στις 19/10/2007 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας το σχετικό διάταγμα απαλλοτρίωσης για τα πιο πάνω ακίνητα με τη διοικητική πράξη αρ. 1115 με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας στην μακροσκελή και εμπεριστατωμένη αγόρευση του (αρχική και απαντητική) εισηγείται την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης για τους εξής λόγους:
(α) Η απόφαση των καθ' ων η αίτηση παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας,
(β) είναι αντίθετη με τα άρθρα 6(1) και 6(4)(α) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962, (Ν. 15/1962 όπως έχει τροποποιηθεί) και με το άρθρο 3(3) (β) του περί Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου Νόμου του 2003 (Ν. 198(1)/2003, όπως έχει τροποποιηθεί),
(γ) στερείται της δέουσας έρευνας καθώς και οποιασδήποτε επαρκούς και/ή νόμιμης και/ή ειδικής αιτιολογίας, και
(δ) παραβιάζει τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης και της χρηστής διοίκησης.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Από τους πιο πάνω λόγους ακύρωσης που παρατέθηκαν, προέχει κατά την άποψη μου, η εξέταση του ισχυρισμού της αιτήτριας ότι δε διενεργήθηκε δέουσα έρευνα αναφορικά με την προσβαλλόμενη πράξη.
Σύμφωνα με τη νομολογία δέουσα έρευνα είναι η από μέρους του αποφασίζοντος οργάνου, συλλογή των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης ώστε να τα αξιολογήσει και να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Κατά την άποψη μου οι καθ' ων η αίτηση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία των φακέλων, έχουν προβεί σε εξαντλητική έρευνα και συλλογή των αναγκαίων στοιχείων, ώστε η απόφαση που έλαβαν να είναι, από αυτής της άποψης, νόμιμη. Το περιεχόμενο των εγγράφων που έχουν επισυναφθεί στην ένσταση και τις αγορεύσεις των διαδίκων αποκαλύπτουν μια ολοκληρωμένη έρευνα πριν τη δημοσίευση της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης. Δεν αμφισβητείται από την αιτήτρια ότι η απαλλοτρίωση αφορούσε σκοπό δημόσιας ωφέλειας. Άλλωστε αναφέρεται ρητά στη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης ότι ο λόγος ήταν η στέγαση και η λειτουργία του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου.
Η ουσία των εγγράφων στα οποία στηρίζεται η απαλλοτρίωση έγκειται στην αναγκαιότητα χωροθέτησης του Πανεπιστημίου στο συγκεκριμένο αστικό κεντρικό σημείο της πόλης της Λεμεσού, προς αυτή δε την κατεύθυνση συνέτεινε τα μέγιστα το γεγονός της παραχώρησης διαθέσιμης κρατικής γης ώστε να ήταν δυνατή η απαλλοτρίωση των λιγότερων ιδιωτικών τεμαχίων. Τα κρατικά κτίρια που παραχωρήθηκαν σε πρώτη φάση, τα οποία έχουν ήδη αναφερθεί, οριοθετούσαν και τα κριτήρια επιλογής των υπόλοιπων τεμαχίων γης εφόσον, καθώς ειπώθηκε αναζητείτο η λειτουργία του Πανεπιστημίου σε ένα όσο το δυνατό ενιαίο χώρο με πολεοδομική συνοχή. Η ένταξη επομένως του ακινήτου της αιτήτριας στον ευρύτερο χώρο του προτεινόμενου Πανεπιστημίου ήταν κατά τη γνώμη μου μια φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων, όπως προκύπτει από τα πρακτικά του συνόλου των συνεδριάσεων της Επιτροπής για τη στέγαση του Πανεπιστημίου στην οποία λάμβαναν μέρος όλοι οι αρμόδιοι φορείς του δημοσίου. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί πως η αιτήτρια εδράζει την εισήγηση της αυτή για έλλειψη δέουσας έρευνας της προσβαλλόμενης απόφασης στα ακόλουθα τέσσερα επιχειρήματα:
(α) στο ότι «...............η υποεπιτροπή αξιολόγησης αφού περιέλαβε το κτίριο της αιτήτριας στην Α΄Φάση αναφέρει ότι υπάρχει κενό εξασφάλισης χώρων για τη Σχολή Τεχνολογικών Εφαρμογών και ότι τα κτίρια των αιτήτριας δεν περιλαμβάνονται στο πλαίσιο της Β΄Φάσης»,
(β) για τη σχολή Τεχνολογικών Εφαρμογών ως επιλέξιμοι χώροι κρίνονται εκείνοι της περιοχής «Βερεγγάρια» ή του ερευνητικού Τεχνολογικού Πάρκου λόγω της μεγάλης έκτασης που απαιτεί η συγκεκριμένη σχολή,
(γ) «....σε όλα τα στάδια των συνεδριάσεων της Επιτροπής υπήρχε δεδομένη και καταγεγραμμένη η θέση ότι το κτίριο της αιτήτριας δεν μπορούσε για διάφορους λόγους να εξυπηρετήσει μόνιμα τις ανάγκες στέγασης του Πανεπιστημίου, παρά μόνο για 4-5 χρόνια», και
(δ) «................το maser plan, το οποίο θα καθόριζε επακριβώς τους χώρους στέγασης της κάθε σχολής του Πανεπιστημίου, δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί».
Κατά την άποψη μου τα υπό αναφορά επιχειρήματα της αιτήτριας προς υποστήριξη του εξεταζόμενου ισχυρισμού περί έλλειψης δέουσας έρευνας της προσβαλλόμενης πράξης δεν ευσταθούν.
Όμως πολύ σωστά τονίζει η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση στη γραπτή της αγόρευση, το γεγονός ότι το κτίριο της αιτήτριας κρίθηκε κατάλληλο για την Α΄Φάση δηλαδή έως το 2012, δεν σημαίνει ότι όλα τα κτίρια που δεσμεύτηκαν για τους σκοπούς του Πανεπιστημίου θα αποδεσμευθούν μετά. Κάτι τέτοιο θα ήταν εντελώς παράλογο αφού ένα Πανεπιστήμιο δεν είναι δυνατό να έχει ορίζοντα ζωής μόνο 6 έτη. Στην προκείμενη περίπτωση οι διάφορες φάσεις που περιγράφονται αφορούν τον προγραμματισμό ανάπτυξης με βάση τον αναμενόμενο αριθμό φοιτητών και όχι με βάση την περίοδο χρήσης ενός ακινήτου. Στην Α΄Φάση εντοπίστηκαν ουσιαστικά τα κτίρια που θα αποτελούσαν τον πυρήνα της ανάπτυξης ώστε να καλυφθούν οι άμεσες ανάγκες του Πανεπιστημίου για το 2007.
Όσον αφορά το υπό (β) πιο πάνω επιχείρημα της αιτήτριας, κρίνω ότι ούτε αυτό ευσταθεί. Κατ' αρχάς δεν είναι αρμοδιότητα της αιτήτριας να υποδείξει το χώρο λειτουργίας του Πανεπιστημίου, πόσο μάλλον να καθορίζει πού θα χωροθετηθεί η κάθε σχολή. Άλλωστε το επίδικο ακίνητο δεν απαλλοτριώθηκε για σκοπούς στέγασης μιας συγκεκριμένης σχολής, αλλά για τη στέγαση και λειτουργία του Πανεπιστημίου, ως ενιαίο ίδρυμα.
Ούτε όμως και οι επόμενες αιτιάσεις της αιτήτριας υπό (γ) και (δ) πιο πάνω, έχουν οποιαδήποτε δυνατότητα επιτυχίας. Σε ότι αφορά ειδικότερα το (γ) επιχείρημα, αυτό προβάλλεται εντελώς αόριστα χωρίς να βασίζεται σε συγκεκριμένα στοιχεία και γεγονότα.
Σε σχέση τώρα με το (δ) επιχείρημα, όπως πολύ ορθά τονίζεται από τους καθ' ων η αίτηση, το Master Plan δεν πρέπει να ταυτίζεται με τη μελέτη για την ανάπτυξη του έργου που προηγήθηκε της επίδικης απόφασης. Το Master Plan αφορά τον τρόπο ενοποίησης και επικοινωνίας των χώρων ανάπτυξης του Πανεπιστημίου και τη διασύνδεσή τους, αλλά κυρίως την τελική χωροθέτηση των σχολών του Πανεπιστημίου. Έχει νομολογηθεί πως η διαδικασία και ο τρόπος έρευνας υπάγεται στην ευχέρεια της διοίκησης (Ράφτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345) και εφόσον η έρευνα αποδεικνύεται επαρκής, η εκτίμηση των πραγματικών δεδομένων αφορά τη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης που είναι γενικά ανέλεγκτη από το Δικαστήριο. Καταλήγω πως υπήρξε πλήρης έρευνα και ανάλυση των σχετικών δεδομένων.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό της αιτήτριας περί έλλειψης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, κατά την άποψή μου ούτε αυτός ευσταθεί. Ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμος του 1962, Ν. 15/62, όπως έχει τροποποιηθεί, δεν επιβάλλει όπως το διάταγμα απαλλοτρίωσης είναι αιτιολογημένο. Συνεπώς, η παρεχόμενη από τη διοίκηση αιτιολογία δεν είναι απαραίτητο να περιέχεται στο ίδιο το διάταγμα, αλλά μπορεί να συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου. Στην προκείμενη περίπτωση η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης που προηγήθηκε του σχετικού διατάγματος αναφέρει ρητά το σκοπό της απαλλοτρίωσης που δεν είναι άλλος από «.... τη στέγαση και λειτουργία του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου». Πέρα όμως από αυτό, αν ανατρέξουμε στα ενυπάρχοντα στους φακέλους στοιχεία, θα διαπιστώσουμε πως συμπληρώνεται η απαραίτητη και αναγκαία αιτιολογία με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. Ιδιαίτερα διαφωτιστικά είναι τα όσα αναφέρονται στα πρακτικά εξέτασης της ένστασης της αιτήτριας τα οποία επισυνάπτονται ως Παράρτημα 9 στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση. Οι υπό αναφορά φάκελοι περιλαμβάνουν σωρεία εγγράφων ως προς την αναγκαιότητα λήψης της επίδικης απόφασης.
Με τον επόμενο ισχυρισμό της η αιτήτρια υποστηρίζει πως με την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης έχει παραβιασθεί η αρχή της αναλογικότητας με αποτέλεσμα να υιοθετηθεί από τη διοίκηση άδικη και ανεπιεικής λύση. Σύμφωνα με την αιτήτρια ο σκοπός ο οποίος επιδιώκετο με την απαλλοτρίωση είχε ήδη επιτευχθεί με τη συμφωνία ενοικίασης του κτιρίου της ημερομηνίας 9/8/2006, αφού δυνάμει της συγκεκριμένης συμφωνίας το Πανεπιστήμιο είχε ήδη αποκτήσει κατοχή του επίδικου χώρου. Η διοίκηση, επισημαίνει η αιτήτρια, παράλειψε να ερευνήσει κατά πόσο η απαλλοτρίωση ήταν πραγματικά ο λιγότερο επαχθής τρόπος απόκτησης του ακινήτου.
Δεν θα συμφωνήσω ούτε με αυτή την εισήγηση της αιτήτριας. Κατά την άποψη μου, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, οι καθ' ων η αίτηση έλαβαν υπόψη όλα τα ενώπιον τους δεδομένα, για να καταλήξουν στην επίδικη απόφαση και προέβησαν σε πλήρη έρευνα, εξετάζοντας με κάθε επιμέλεια όλες τις άλλες πιθανές λύσης, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη το δημόσιο, ως όφειλαν, συμφέρον. Άλλωστε συμφωνα με τη νομολογία το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε τεχνικά θέματα εκτός αν παράλογα καθοδηγήθηκε η αρμόδια αρχή ή ήταν προϊόν παρανομίας. (Προσφ. αρ. 323/2002 Σάββας Νεοφύτου Χατζηαλεξάνδρου και άλλος ν. Δημοκρατίας ημερ. 23/6/2004). Δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο στην εξεταζόμενη περίπτωση.
Προβάλλεται ακόμη από την αιτήτρια ότι η επίδικη απόφαση παραβιάζει τα άρθρα 6(1) και 6(4)(α) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962, (Ν. 15/62 όπως έχει τροποποιηθεί).
Ούτε αυτός ο ισχυρισμός έχει κατά την άποψη μου οποιαδήποτε δυνατότητα επιτυχίας. Το άρθρο 6(1) του υπό αναφορά Νόμου καθορίζει ως αρμόδιο για την εξέταση των τυχόν υποβληθεισών ενστάσεων τον αρμόδιο Υπουργό. Υποστηρίζει λοιπόν η αιτήτρια πως παρότι στην εξεταζόμενη περίπτωση αρμόδιος Υπουργός ήταν ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού η ένσταση της κατά της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης εξετάστηκε από Υπουργική Επιτροπή και όχι από τον Υπουργό. Προς ενίσχυση δε του ισχυρισμού της αυτού παραπέμπει στο ίδιο το διάταγμα απαλλοτρίωσης στο οποίο αναφέρεται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο ανέθεσε στην Υπουργική Επιτροπή την εξέταση των ενστάσεων. Κρίνω ότι νόμιμα εξετάστηκε η ένσταση που υπέβαλε η αιτήτρια από την Υπουργική Επιτροπή αφού δυνάμει του περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου του 1962 (Ν. 32/1962), το Υπουργικό Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Υπουργική Επιτροπή για την εξέταση τέτοιων ενστάσεων. Απόλυτα σχετικά είναι τα αντίγραφα των σχετικών αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου που εκδόθηκαν βάσει του υπό αναφορά Ν. 32/1962 και αφορούν την αναγκαστική απαλλοτρίωση, τα οποία επισυνάπτονται ως τεκμ. 3 στην γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση.
Με το ίδιο σκεπτικό κρίνω ότι δεν ευσταθεί ούτε η εισήγηση της αιτήτριας για παραβίαση του άρθρου 6(4) (α) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου 15/62 όπως έχει τροποποιηθεί, σύμφωνα με το οποίο στην περίπτωση που απαλλοτριούσα αρχή είναι η Δημοκρατία, το διάταγμα απαλλοτρίωσης εκδίδεται από το Υπουργικό Συμβούλιο. Εδώ το διάταγμα απαλλοτρίωσης εκδόθηκε από τον Υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού βάσει και πάλι του Ν. 32/1962.
Η αιτήτρια επικαλείται περαιτέρω αντίθεση της επίδικης απόφασης με το άρθρο 3(3)(β) του περί Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου Νόμου του 2003 (Ν. 198(1)/2003 όπως έχει τροποποιηθεί). Έρεισμα για την εισήγηση της αυτή αποτελεί η ίδια η διατύπωση του εν λόγω άρθρου με την οποία προβλέπεται ότι:
«Το Πανεπιστήμιο αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και μπορεί, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών -
(α) ..................................................................................................
(β) να αποδέχεται, κατέχει και αποκτά με αγορά, μίσθωση, ανταλλαγή, δωρεά, ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, ακίνητη ή κινητή περιουσία, για εκπλήρωση των σκοπών του.»
Πιο συγκεκριμένα η αιτήτρια ισχυρίζεται πως το Πανεπιστήμιο δεν δύναται να αποδεχθεί ακίνητη ιδιοκτησία με απαλλοτρίωση παρά τη γενική αναφορά στο συγκεκριμένο εδάφιο «ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο». Είναι η θέση της πως εφόσον πρόκειται για αποδοχή περιουσίας που προκύπτει κατόπιν στέρησης και/ή περιορισμού συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος (του δικαιώματος της ιδιοκτησίας), η δυνατότητα αποδοχής περιουσίας με τέτοιο τρόπο, θα έπρεπε να περιλαμβάνεται ρητά στο κείμενο του σχετικού νόμου.
Δεν θα συμφωνήσω ούτε με αυτό τον ισχυρισμό. Το σύνολο των διατάξεων του συγκεκριμένου άρθρου και ιδιαίτερα της φράσης «με οποιονδήποτε άλλο τρόπο» δεν αφήνουν οποιαδήποτε περιθώρια αμφιβολίας ως προς τη βούληση του νομοθέτη. Το λεκτικό είναι τέτοιο, που μπορεί να περιλαμβάνει και απόκτηση ιδιοκτησίας με απαλλοτρίωση. Επομένως απορρίπτεται και αυτός ο ισχυρισμός.
Η αιτήτρια υποστηρίζει περαιτέρω πως η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης και της χρηστής διοίκησης. Ειδικότερα σε ότι αφορά την παραβίαση της φυσικής δικαιοσύνης η αιτήτρια επικαλείται παραβίαση της αρχής της προηγούμενης ακρόασης. Είναι η θέση της πως, ως άμεσα επηρεαζόμενη, θα έπρεπε η διοίκηση να παρέχει στους δικηγόρους της το δικαίωμα ακρόασης επιπλέον του δικαιώματος καταχώρησης ένστασης. Επικαλείται ουσιαστικά παράλειψη της διοίκησης που εντοπίζεται στο πλαίσιο της διαδικασίας για υποβολή ένστασης που καθορίζει ο Ν. 15/1962 όπως έχει τροποποιηθεί.
Από τη στιγμή που δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 4 και 6 του υπό αναφορά Νόμου δίδεται η δυνατότητα και το δικαίωμα στους επηρεαζόμενους ιδιοκτήτες γης να υποβάλουν ένσταση κατά της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης και να προβάλουν τις απόψεις τους, δυνατότητα που επωφελήθηκε η αιτήτρια στην προκείμενη περίπτωση, αδυνατώ να αντιληφθώ πώς παραβιάστηκε το δικαίωμα της σε προηγούμενη ακρόαση.
Τέλος ως προς τον ισχυρισμό για παραβίαση της χρηστής διοίκησης θεωρώ πως με όσα έχουν ήδη αναφερθεί, καθίσταται σαφές πως δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα στην εξεταζόμενη περίπτωση. Οι καθ' ων η αίτηση εξέτασαν ενδελεχώς όλα τα ενώπιον τους δεδομένα.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, καταλήγω ότι η προσφυγή δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το δικαστήριο. Μεταξύ αιτήτριας και ενδιαφερόμενου μέρους καμιά διαταγή για έξοδα.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ