ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 602/2009)
31 Μαΐου, 2011
[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
MARINA BREAZU,
Αιτήτρια,
-ν-
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ΄ης η Aίτηση.
- - - - - -
Χρ. Αδάμου, για την Αιτήτρια.
Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Σύμφωνα με το αδιαμφισβήτητο ιστορικό της παρούσας υπόθεσης, η αιτήτρια, η οποία κατάγεται από τη Μολδαβία, αφίχθηκε στην Κύπρο για πρώτη φορά κατά το 1999, για να εργασθεί ως καλλιτέχνιδα σε νυκτερινό κέντρο στη Λεμεσό. Μετά τη λήξη της ολιγόμηνης άδειας παραμονής που της παραχωρήθηκε, αναχώρησε από την Κύπρο, για να επανέλθει όμως ως τουρίστρια το Σεπτέμβριο 2001. Της παραχωρήθηκε σχετική άδεια μέχρι 25.9.2001, πλην όμως, μετά τη λήξη της άδειάς της, παρέμεινε στη Δημοκρατία μέχρι την 16.2.2002, οπότε και αναχώρησε, αφού όμως τα στοιχεία της καταχωρήθηκαν στον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών, λόγω παράνομης παραμονής. Στις 2.8.2002 η αιτήτρια τέλεσε πολιτικό γάμο στη Μολδαβία με Κύπριο υπήκοο με τον οποίο, όπως ο δεύτερος είχε δηλώσει, διατηρούσε δεσμό ενόσω η αιτήτρια βρισκόταν στην Κύπρο. Αργότερα, η αιτήτρια επανέκαμψε στην Κύπρο, και στις 14.1.2003, αφού τα στοιχεία της αφαιρέθηκαν από τον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών, της παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής με εργοδότη το ξενοδοχείο "Four Seasons" στη Λεμεσό, και ως σύζυγος Κύπριου πολίτη. Η ισχύς της άδειας ήταν μέχρι τις 3.12.2003. Στις 16.6.2004 εκδόθηκε στο όνομα της αιτήτριας άδεια προσωρινής παραμονής μέχρι την 16.6.2004 ως επισκέπτριας και για να παραμείνει στην Κύπρο με τον Κύπριο σύζυγό της. Η άδεια αυτή παρατάθηκε στις 10.4.2006, έτσι ώστε να ίσχυε μέχρι τις 30.3.2008.
Στις 19.7.2007 ο Κύπριος σύζυγος της αιτήτριας ενημέρωσε την καθ΄ης η αίτηση, με επιστολή του δικηγόρου του, ότι η αιτήτρια τον εγκατέλειψε στις 13.7.2007. Με βάση αυτή την πληροφορία, η άδεια της αιτήτριας ακυρώθηκε και δόθηκαν οδηγίες για τον εντοπισμό και σύλληψη της αιτήτριας για σκοπούς απέλασής της. Όταν, όμως, εντοπίστηκε το ζεύγος, η Αστυνομία διαπίστωσε ότι η αιτήτρια είχε επιστρέψει στη συζυγική κατοικία και έτσι δεν προέβηκε σε καμιά ενέργεια εναντίον της. Την επιστροφή της αιτήτριας και την αρμονική συμβίωση του ζεύγους επιβεβαίωσε και ο σύζυγος της αιτήτριας, μέσω επιστολής του δικηγόρου του. Συνακόλουθα, η άδεια παραμονής της αιτήτριας ανανεώθηκε μέχρι 30.5.2009 με καθεστώς επισκέπτη, για να διαμένει στη Δημοκρατία με το σύζυγό της. Όμως, λίγο αργότερα, ο σύζυγος της αιτήτριας, μέσω επιστολής του δικηγόρου του ημερομηνίας 10.9.2008, πληροφόρησε την καθ΄ης η αίτηση ότι η αιτήτρια τον εγκατέλειψε από τις 15.8.2008 και ότι ο ίδιος δεν επιθυμούσε πλέον να συγκατατεθεί προς οποιαδήποτε ανανέωση άδειας παραμονής της αιτήτριας, ενώ θα προχωρούσε με αίτηση διαζυγίου. Μετά και από αυτή την εξέλιξη, η άδεια παραμονής της αιτήτριας ακυρώθηκε ξανά και ο φάκελος στάληκε στην Αστυνομία στις 2.10.2008 για να καλέσει την αιτήτρια όπως αναχωρήσει από τη Δημοκρατία. Η αιτήτρια κατά τον εντοπισμό της παρέδωσε επιστολή του δικηγόρου της ημερομηνίας 24.11.2008 προς τον Υπουργό Εσωτερικών, με την οποία ζητούσε όπως ανακληθεί η απόφαση για ακύρωση της άδειας παραμονής της, καθότι αυτή διέμενε μόνιμα και νόμιμα στην Κύπρο για 6 ½ και πλέον χρόνια και, με βάση τη νομοθεσία, έχει θεμελιώσει αυτοτελές δικαίωμα παραμονής της στην Δημοκρατία. Επικαλείτο ακόμα το γεγονός ότι δεν είχε εκδοθεί διαζύγιο της αιτήτριας με το σύζυγό της, ούτε και είχε υποβληθεί αίτηση για έκδοσή του. Η περίπτωση της αιτήτριας μετά ταύτα, επανεξετάστηκε από την καθ΄ης η αίτηση, πλην όμως το αίτημά της δεν εισακούσθηκε και κλήθηκε να αναχωρήσει από τη Δημοκρατία με επιστολή ημερομηνίας 16.3.2009, πράγμα όμως που δεν έπραξε και καταχώρησε την παρούσα προσφυγή.
Με την Ένστασή της, η καθ΄ης η αίτηση, πέραν των διαφωνιών ως προς θέματα ουσίας τα οποία εγείρει η αιτήτρια, ήγειρε και δύο προδικαστικές ενστάσεις. Με την πρώτη προδικαστική ένσταση, η καθ΄ης η αίτηση ισχυρίζεται ότι η καταχώρηση της παρούσας προσφυγής αποτελεί κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας, αφού ήδη η αίτητρια είχε καταχωρήσει την προσφυγή αρ. 1929/2008 για το ίδιο αντικείμενο. Με τη δεύτερη προδικαστική ένσταση, η καθ΄ης η αίτηση ισχυρίζεται ότι με την παρούσα προσφυγή δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη.
Θα πρέπει όμως να παρατηρήσω ότι με την πολυσέλιδη γραπτή αγόρευση την οποία καταχώρησε, η συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση δεν ανέπτυξε καθόλου επιχειρηματολογία σχετικά με τις προδικαστικές ενστάσεις, ούτε καν προέβηκε σε αναφορά σ΄ αυτές. Αντίθετα, ανέπτυξε πλήρη επιχειρηματολογία, υποστηρίζοντας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη και επιτρεπτή, χωρίς να θέσει θέμα περί μη εκτελεστότητάς της ή περί κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας ως εκ της καταχώρησης της παρούσας προσφυγής.
Επομένως, θεωρώ ότι οι προδικαστικές ενστάσεις έχουν εγκαταλειφθεί και δεν θα ασχοληθώ με αυτές.
Περαιτέρω, θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο συνήγορος της αιτήτριας στο στάδιο των Διευκρινίσεων, δήλωσε ότι δεν θα επέμενε στους λόγους ακύρωσης που αφορούσαν σε ισχυρισμούς ότι η καθ΄ης η αίτηση δεν εφάρμοσε το Νόμο και Ευρωπαϊκή Οδηγία που αφορούν στην ελεύθερη διακίνηση Ευρωπαίων πολιτών και ότι περιόριζε τους εγειρόμενους λόγους ακύρωσης στη μη ύπαρξη αιτιολογημένης απόφασης και στην πλάνη της καθ΄ης η αίτηση ως προς την ερμηνεία του θέματος της διακοπής της έγγαμης συμβίωσης και των νομικών της επιπτώσεων.
Θα εξετάσω, επομένως, στη συνέχεια μόνο το λόγο τούτο ακύρωσης.
Η κατ΄ ισχυρισμό έλλειψη αιτιολογίας και έρευνας η οποία συναρτάται με πλάνη και κατάχρηση εξουσίας.
Σύμφωνα με την αιτήτρια, στην υπό εξέταση περίπτωση, δεν υπάρχει νόμιμη αιτιολογία η οποία να καλύπτει την προσβαλλόμενη απόφαση της καθ΄ης η αίτηση, ούτε και έγινε η δέουσα έρευνα προς εξακρίβωση των γεγονότων, παρά μόνο η καθ΄ης η αίτηση βασίστηκε στο περιεχόμενο της επιστολής του δικηγόρου του συζύγου της αιτήτριας, ημερομηνίας 10.9.2008. Επικαλέστηκε δε, προς ενίσχυση της θέσης του, ο συνήγορος της αιτήτριας την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναθ. Έφεση αρ. 72/2008, Υπουργός Εσωτερικών κ.ά. ν. Svetlana Shalaeva, ημερομηνίας 22.12.2010.
Από την άλλη, η συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση τόνισε ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, κάθε κράτος έχει τη διακριτική εξουσία να αποφασίζει επί θεμάτων που αφορούν είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στο έδαφός τους και η αρμόδια αρχή έχει καθήκον να εξετάζει την κάθε περίπτωση με καλή πίστη. Εφόσον δε η διακριτική ευχέρεια της διοίκησης ασκείται με καλή πίστη, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει για να κρίνει την ορθότητά της. Ως προς την αιτιολογία, η συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση υπέβαλε ότι η διοίκηση, για τους λόγους που ρητά αναφέρονται στην επιστολή της προς την αιτήτρια αλλά και εκτενέστερα στο σημείωμα - Τεκμήριο 24 στην Ένσταση της καθ΄ης η αίτηση.
Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, η διακριτική ευχέρεια της διοίκησης σε κάθε κράτος, όπως ρυθμίζει την είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στην επικράτειά της, είναι ευρεία και, εφόσον αυτή η εξουσία ασκείται με καλή πίστη, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στο πλαίσιο της ακυρωτικής του δικαιοδοσίας. (Mayo and another v. The Republic (1988) 3 CLR 1203, Ήρωα ν. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 307).
Αναφορικά προς το θέμα της επάρκειας της παρεχόμενης αιτιολογίας, η οποία συνοδεύει την απόφαση της διοίκησης, και πάλι σειρά αποφάσεων από την Κυπριακή νομολογία υποδεικνύει ότι η αιτιολογία κάθε πράξης ή απόφασης δεν είναι απαραίτητο να φαίνεται εξ ολοκλήρου στο ίδιο το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά μπορεί να συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου. (Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 ΑΑΔ 574).
Στην υπό εξέταση περίπτωση, με την επιστολή η οποία αποστάληκε προς την αιτήτρια με ημερομηνία 16.3.2009, αυτή επληροφορείτο ότι η άδεια η οποία της είχε παραχωρηθεί για να δυνηθεί να παραμείνει ως επισκέπτρια μαζί με το σύζυγό της, ακυρώθηκε επειδή από τις 15.8.2008 δεν ζούσε με τον Κύπριο σύζυγό της.
Είναι γεγονός ότι η αιτήτρια δεν κλήθηκε ώστε να εκφέρει τις απόψεις της και να ακουσθεί επί του θέματος που είχε εγερθεί. Όμως, και πάλι σύμφωνα με τη νομολογία, η ακύρωση άδειας παραμονής αλλοδαπού ή η άρνηση ανανέωσής της δεν μπορεί να θεωρηθεί ούτε ως τιμωρία, ούτως ως πειθαρχική κύρωση, ώστε να προκύπτει άμεσα η ανάγκη όπως ακουστεί και ο αιτητής. (Abdulkader Majed v. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1099/2009, ημερομηνίας 7.2.2011).
Εν πάση όμως περιπτώσει, στην υπό εξέταση περίπτωση, το γεγονός της διακοπής της έγγαμης συμβίωσης της αιτήτριας με το σύζυγό της ήταν και παρέμεινε ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός. Περαιτέρω δε, η αιτήτρια άδραξε την ευκαιρία όπως εκφέρει τις δικές της απόψεις επί του θέματος της διακοπής της άδειας παραμονής της μέσω της επιστολής του δικηγόρου της ημερομηνίας 24.11.2008 και οι απόψεις αυτές λήφθηκαν υπόψη από τη διοίκηση.
Υπό τις περιστάσεις, καμιά περαιτέρω διερεύνηση των περιστατικών της υπόθεσης απαιτείτο και το μόνο εγειρόμενο ζήτημα είναι κατά πόσο νόμιμα είχε ακυρωθεί η άδεια προσωρινής παραμονής της αιτήτριας στην Κύπρο για το λόγο που αυτή έγινε. Όσον αφορά την επάρκεια της αιτιολογίας, πέραν της απλής διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, στο σημείωμα της καθ΄ης η αίτηση ημερομηνίας 16.3.2009, με το οποίο αποφασίστηκε η ανάκληση της άδειας της αιτήτριας, αναφέρονταν περαιτέρω και τα εξής, τα οποία συναποτελούν μέρος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης.
". Η αλλοδαπή ήρθε 3 φορές ως τουρίστρια και την τρίτη φορά δεν αναχώρησε κανονικά αλλά παρέμεινε παράνομα για 5 μήνες, γεγονός που την κατέστησε απαγορευμένη μετανάστρια και τα στοιχεία της τοποθετήθηκαν στο stop-list. Στη συνέχεια τέλεσε γάμο στη χώρα της με Κύπριο πολίτη (στις 2.8.02) και τον ίδιο μήνα της επιτράπηκε επανείσοδος ως σύζυγος και της εκδίδονταν άδειες παραμονής ως επισκέπτριας και για απασχόληση, για να συνεχίσει να μένει με το σύζυγο της. Η σχέση του ζεύγους κατέστη προβληματική με αποτέλεσμα να διακοπεί η συμβίωση δύο φορές.
Το ανωτέρω ιστορικό και η μη ύπαρξη παιδιών, εύκολα θεωρώ ότι οδηγεί στο συμπέρασμα ότι σκοπός της αλλοδαπής ήταν από την αρχή, η παραμονή της στη Δημοκρατία και χρησιμοποίησε και το γάμο της για να τα καταφέρει."
Υπό το φως των πιο πάνω στοιχείων και δεδομένου ότι στην παραχωρηθείσα προς την αιτήτρια Άδεια Προσωρινής Παραμονής ρητά αναφερόταν ότι "Η παρούσα άδεια παραχωρείται για παραμονή του/της κατόχου στην Κύπρο με τον/την Κύπριο/α σύζυγο του/της", αδυνατώ να συμφωνήσω ότι απαιτείτο η διεξαγωγή οποιασδήποτε περαιτέρω έρευνας και/ή ότι η δοθείσα αιτιολογία, όπως αυτή συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου δεν ήταν νόμιμη ή επαρκής.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της αιτήτριας, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
K. Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ