ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[Υπόθεση Αρ. 444/2010]
12 Απριλίου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΦΑΣ
Αιτητής
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ' ων η αίτηση
Α. Κωνσταντίνου για τον αιτητή
Δ. Λυσάνδρου για τους καθ' ων η αίτηση
Α.Σ. Αγγελίδης για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την απόφαση της Ολομέλειας στην Αντώνης Καφά ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ΑΕ. 103/2005, ημερομηνίας 1.2.10 ακυρώθηκε η προαγωγή του Ι. Μοδίτη (ο ενδιαφερόμενος) στη θέση (πρώτου διορισμού και προαγωγής) Διευθυντή Κέντρου Παραγωγικότητας επειδή, όπως διαπιστώθηκε, έπασχε η έρευνα και η αιτιολογία σε σχέση με την κατοχή, από τον ενδιαφερόμενο, προσόντων που απαιτούνταν από το σχέδιο υπηρεσίας. Κατά την επανεξέταση η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ερεύνησε και αιτιολόγησε την κρίση της σε σχέση με την πράγματι κατοχή εκείνων των προσόντων, κατά συμμόρφωση προς την ακυρωτική απόφαση και δεν εγείρεται πλέον ζήτημα συναφώς. Ο αιτητής προσβάλλει την εκ νέου προαγωγή του ενδιαφερομένου για λόγους διαφορετικούς, ειδικά αναφερομένους στα στοιχεία κρίσης και στους συσχετισμούς τους.
Ως προς την αξία, με γνώμονα τις υπηρεσιακές εκθέσεις, οι δυο ήταν ισοδύναμοι. Κατά τα τελευταία χρόνια είχαν αξιολογηθεί ως εξαίρετοι σε όλα τα σημεία. Ως προς την αρχαιότητα, υπερείχε ο αιτητής κατά πέντε χρόνια. Ως προς τα προσόντα θεωρήθηκε ότι υπερείχε ο ενδιαφερόμενος και επ' αυτού ο αιτητής ανέπτυξε βασικό ισχυρισμό.
Είχαν και οι δυο το πανεπιστημιακό και το μεταπτυχιακό δίπλωμα που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας αλλά θεωρήθηκε ότι ο ενδιαφερόμενος υπερείχε επειδή κατείχε, περαιτέρω, διδακτορικό. Αυτό δεν απαιτείτο από το σχέδιο υπηρεσίας αλλά η ΕΔΥ το έκρινε σχετικό προς τα καθήκοντα της θέσης και σημείωσε πως του πρόσδωσε την ανάλογη βαρύτητα. Ότι η κατοχή του διδακτορικού, ως σχετικού, περιλήφθηκε στα στοιχεία κρίσης και, επομένως, ότι ήταν και μέσα από την «ανάλογη βαρύτητα» που του προσδόθηκε που εν τέλει επελέγη ο ενδιαφερόμενος, δεν αμφισβητείται. Σημειώνω πως η ΕΔΥ είχε συναφώς συνυπολογίσει και την καλύτερη απόδοση του ενδιαφερομένου στην προφορική εξέταση, (εξαίρετη έναντι πολύ καλή του αιτητή) και, εν τέλει, τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας, η οποία ας σημειωθεί, δεν είχε αιτιολογηθεί.
Είναι πάγια νομολογημένο πως ακαδημαϊκό προσόν που δεν απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας είναι δυνατό να προσμετρήσει εφόσον είναι σχετικό προς τα καθήκοντα της θέσης. Η ΕΔΥ θεώρησε το διδακτορικό του ενδιαφερομένου ως σχετικό προς τα καθήκοντα της θέσης αλλά δεν αιτιολόγησε αυτή την εκτίμησή της. Είναι η θέση του αιτητή πως όφειλε να είχε αιτιολογήσει τουλάχιστον εφόσον το διδακτορικό του ενδιαφερομένου, ως εκ της όψεως του, αφήνει ισχυρά ερωτηματικά αναφορικά με τη σχετικότητά του προς τα καθήκοντα της θέσης. Το διδακτορικό του ενδιαφερομένου ήταν στις Technical Sciences με την εξήγηση, που δέχεται και ο ενδιαφερόμενος, πως επρόκειτο για «Έρευνα στον τομέα της Τεχνολογίας Τροφίμων - Οινολογίας». Η θέση ήταν διευθυντική και θεωρεί ο αιτητής πως χωρίς την απαιτούμενη αιτιολογία δεν είναι δυνατό να ασκηθεί δικαστικός έλεγχος αναφορικά με το τι θεωρήθηκε ότι ικανοποιεί την απαίτηση για σχετικότητα.
Οι καθ' ων η αίτηση επιχειρηματολογούν πως η παράγραφος (β) του Σχεδίου Υπηρεσίας με την οποία περιλαμβάνονται στα καθήκοντα της θέσης, η «υλοποίηση των στόχων και επιδιώξεων του Κέντρου Παραγωγικότητας για αύξηση της παραγωγικότητας σε σχέση με την εκμετάλλευση κεφαλαίου, πρώτων υλών, εγκαταστάσεων και εξοπλισμού του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα», πρέπει να θεωρηθεί ότι συσχετίζεται προς το διδακτορικό του ενδιαφερομένου. Πρόκειται, όπως αναφέρεται, για παραγωγή βιομηχανικού προϊόντος. Ο ενδιαφερόμενος προχωρεί ένα ακόμα βήμα υποστηρίζοντας πως «η ΕΔΥ περιέλαβε σαφή και πλήρως αιτιολογημένη κρίση περί τούτου». Αιτιολογία, βεβαίως, δεν υπήρχε και όσα αναπτύσσονται στη συνέχεια στην αγόρευση για τον ενδιαφερόμενο αφορούν δικές του εκτιμήσεις και συλλογισμούς σε σχέση με το πώς θα πρέπει να συσχετισθεί το προσόν προς τα καθήκοντα της θέσης, ειδικά προς την παράγραφο (β) που επικαλέστηκαν και οι καθ' ων η αίτηση. Σ' αυτό το πλαίσιο ανέπτυξε θέσεις σε σχέση με τη μεθοδολογία και το αντικείμενο της διατριβής του υποστηρίζοντας πως ο αιτητής δεν κατανόησε το περιεχόμενο της εργασίας του και συνεπώς αυθαίρετα, στηριζόμενος στον τίτλο του προσόντος του, υπέβαλε την εισήγηση πως αυτό ήταν άσχετο.
Είναι στοιχειώδες πως το Δικαστήριο δεν αξιολογεί ή εκτιμά πρωτογενώς ώστε το θέμα να τέμνεται με δική του διαπίστωση επί των δεδομένων. Σε συμφωνία προς την εισήγηση του αιτητή θεωρώ πως η ΕΔΥ θα έπρεπε να είχε αιτιολογήσει την κρίση της ως προς τη σχετικότητα του διδακτορικού ώστε να είναι δυνατός και ο δικαστικός έλεγχος. Στοιχειοθετείται, επομένως, λόγος ακυρότητας.
Εφόσον δε μόνο υποθετικές θα ήταν οι σκέψεις αναφορικά με τη συγκριτική καταλληλότητα στη βάση των άλλων στοιχείων κρίσης, χωρίς δηλαδή την επενέργεια της κρίσης περί την υπεροχή στα προσόντα, δεν παρέχεται δυνατότητα για εξέταση των υπόλοιπων ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής.
Προβλήθηκε και ο ισχυρισμός πως ήταν δεδικασμένο το ζήτημα του διδακτορικού ενόψει της κατάληξης της προηγούμενης προσφυγής του ενδιαφερομένου εναντίον άλλης, αναφορικά με την κατώτερη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Παραγωγικότητας. (Βλ. Ιωάννη Μοδίτη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 696/2001, ημερομηνίας 18.9.02). Δεν μπορώ να συμφωνήσω πως με τον τρόπο που είναι διατυπωμένη η πιο πάνω απόφαση θα ετίθετο θέμα δεδικασμένου σε σχέση με το ζήτημα που εδώ απασχολεί.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα πλέον ΦΠΑ. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/μσιαμπαρτά