ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Xρίστου Δημήτρης ν. Eφόρου Φόρου Προστιθέμενης Aξίας (2004) 2 ΑΑΔ 240
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 95(I)/2000 - Ο περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμος του 2000
Ν. 95(I)/2004 - Ο περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τροποποιητικός) Νόμος του 2004
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1599/2008)
20 Απριλίου, 2011
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
D.N.P. PROPERTY DEVELOPERS LIMITED,
Αιτήτρια,
ν.
ΕΦΟΡΟΥ Φ.Π.Α., ΤΜΗΜΑ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
ΥΠΗΡΕΣΙΑ Φ.Π.Α., ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΑΦΟΥ,
Καθ'ου η αίτηση.
Ε. Κορακίδης, για την Αιτήτρια.
Ελ. Συμεωνίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τον Καθ'ου η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι δραστηριοποιημένη στον τομέα ανάπτυξης γης. Ο καθ'ου η αίτηση με απόφαση του που κοινοποίησε στην αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 30/7/2008, αποφάσισε την υποχρεωτική εγγραφή της αιτήτριας στο Μητρώο Φ.Π.Α. από 1/5/2004 και την επιβολή χρηματικής επιβάρυνσης ύψους €4.250. Με την παρούσα προσφυγή της η αιτήτρια επιδιώκει την ακύρωση της εν λόγω απόφασης.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα προσφυγή έχουν συνοπτικά ως πιο κάτω:
Στα πλαίσια των δραστηριοτήτων της για σκοπούς πολεοδομικής ανάπτυξης του ακινήτου της με αριθμό τεμαχίου 157, Φ/Σχ. LI/47 που βρίσκεται στο χωριό Μανδριά της Πάφου, η αιτήτρια υπέβαλε στις 30/4/2004, την υπ' αριθμό ΠΑΦ 1558/2004 αίτηση για πολεοδομική άδεια, στην Πολεοδομική Αρχή Πάφου.
Η αίτηση αφορούσε την οικοδόμηση 85 κατοικιών με πισίνα σε κάθε κατοικία. Με γνωστοποίηση της Πολεοδομικής Αρχής, ημερομηνίας 28/3/2005, απορρίφθηκε η εν λόγω αίτηση, πρώτον, γιατί δεν υπήρχε το κατάλληλο οδικό δίκτυο και οι προτεινόμενοι χώροι πρασίνου δεν συνήδαν με τη σχετική Πολιτική Σχεδιασμού και δεύτερο, έκταση που υπερέβαινε το ήμισυ του τεμαχίου, δεν διέθετε επαρκή, κατάλληλη και συνεχή δημόσια υδατοπρομήθεια. Στο παρόν στάδιο θεωρώ σκόπιμο να διευκρινίσω ότι στην εξέλιξη των πραγμάτων, διαπιστώθηκε το ανεδαφικό του δεύτερου λόγου απόρριψης της αίτησης των αιτητών.
Η αιτήτρια άσκησε ιεραρχική προσφυγή κατά της άρνησης χορήγησης της πολεοδομικής άδειας που είχε ζητήσει. Τρεις μήνες αργότερα και συγκεκριμένα στις 12/7/2005 υποβλήθηκε από την εταιρεία D.N.P. Enterprises Ltd η αίτηση ΠΑΦ 1162/2005 για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για σκοπούς οικοδομικής ανάπτυξης με την ανέγερση διαμερισμάτων, 204 συνολικά, επί του γειτονικού με το τεμάχιο 157, τεμαχίου 194, Φ/Σχ. LI/47, το οποίο είχε στο μεταξύ αποκτήσει η αιτήτρια, πλην όμως δεν ήταν εγγεγραμμένο στο όνομά της.
Στις 22/12/2005 εγκρίθηκε η ιεραρχική προσφυγή της αιτήτριας υπό τις εξής τρεις προϋποθέσεις: (α) να μην αυξηθεί το εμβαδόν και ο αριθμός των οικοδομών που προνοούντο στην αίτηση ΠΑΦ 1558/2004, (β) να τροποποιηθεί η αίτηση ΠΑΦ 1162/2005 έτσι ώστε να επιλυθούν συνολικά τα θέματα του οδικού δικτύου και των δημόσιων ανοικτών χώρων που αφορούσαν και τις δύο αιτήσεις, ενώ κατά τα άλλα οι δύο αιτήσεις θα παρέμεναν ανεξάρτητες και η κάθε μια θα εξεταζόταν στη βάση των δικών της δεδομένων που ίσχυαν κατά την ημερομηνία υποβολής της και (γ) το τεμάχιο με αριθμό 194 θα εγγραφόταν στο όνομα των ιδιοκτητών του τεμαχίου 157, δηλαδή της αιτήτριας.
Με γνωστοποίηση ημερομηνίας 30/3/2007, κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια η απόφαση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για την αίτηση ΠΑΦ 1558/2004. Στην εν λόγω γνωστοποίηση αναφερόταν ρητά ότι η απόφαση αφορούσε τόσο το τεμάχιο 157, όσο και το τεμάχιο 194, το οποίο υπενθυμίζω ότι δεν περιλαμβανόταν στην αίτηση ΠΑΦ 1558/2004, όταν η εν λόγω αίτηση αρχικά υποβλήθηκε.
Ακολούθησε επίσκεψη ελέγχου από λειτουργό του καθ'ου η αίτηση, στα γραφεία της αιτήτριας. Στα πλαίσια του εν λόγω ελέγχου ηλέγχθησαν τα βιβλία και τα αρχεία της αιτήτριας, με σκοπό τη διαπίστωση κατά πόσο η αιτήτρια, η οποία δεν είχε εγγραφεί στο Μητρώο Φ.Π.Α., είχε υποχρέωση να το πράξει ενόψει της οικοδομικής ανάπτυξης του συγκεκριμένου ακινήτου της.
Πέραν των πιο πάνω, η έρευνα έφερε σε φως και τα πιο κάτω:
Μετά την επιτυχή έκβαση της ιεραρχικής προσφυγής της αιτήτριας και συγκεκριμένα στις 22/5/2007, υπεβλήθη η αίτηση ΠΑΦ 827/2007 για ενοποίηση των τεμαχίων 157 και 194 και την εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας για διαχωρισμό τους σε έξι οικόπεδα.
Η αιτήτρια μεταξύ της περιόδου 1/5/2004 - 31/12/2005 είχε αποπερατώσει και παραδώσει σε αγοραστές αριθμό κατοικιών και είχε εισπράξει το συνολικό ποσό των Λ.Κ.6.192.985,12.
Στις 9/7/2008 ο καθ'ου η αίτηση με επιστολή του προς την αιτήτρια την πληροφορούσε τα εξής:
"Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι μετά από έρευνα που έχω διενεργήσει και με βάση τα στοιχεία που έλαβα σχετικά με τις δραστηριότητες της εταιρείας σας, διαπιστώθηκε ότι προκύπτει υποχρέωση εγγραφής σας στο Μητρώο Φ.Π.Α. από 01/05/2004.
Οι δραστηριότητες σας που κρίθηκε ότι αποτελούν φορολογητέες συναλλαγές και δημιουργούν την υποχρέωση εγγραφής σας στο Μητρώο Φ.Π.Α. αφορούν την ανάπτυξη γης που πραγματοποιήσατε στα Μανδριά και σχετίζεται με τον Πολεοδομικό Φάκελο με αριθμό ΠΑΦ 1558/2004.
Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που συνθέτουν την αίτηση σας για πολεοδομική άδεια (ΠΑΦ 1558/2004), παρόλο που αυτή υποβλήθηκε στην αρμόδια Πολεοδομική Αρχή πριν τη 01/05/2004, κατά τον ουσιώδη χρόνο που κατατέθηκε δεν ήταν δεόντως συμπληρωμένη, όπως προβλέπεται στις διατάξεις των παραγράφων 1(β) και 4(α) του Ογδόου Παραρτήματος των περί Φ.Π.Α. Νόμων του 2000 - 2008.
Συγκεκριμένα για να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα της πολεοδομικής αίτησης ΠΑΦ 1558/2004 απαιτήθηκε η υποβολή της πολεοδομικής αίτησης ΠΑΦ 827/2007 με την οποία ενοποιήθηκαν τα τεμάχια 157 και 194 και διαχωρίστηκαν σε 6 οικόπεδα. Αυτό απαιτήθηκε να γίνει για να λυθούν τα προβλήματα που είχε η αίτηση ΠΑΦ 1558/2004, όσον αφορά την χάραξη οδικού δικτύου και την χωροθέτηση χώρων πρασίνου. Επίσης, κατά τον ουσιώδη χρόνο, το μέρος της εν λόγω ανάπτυξης που περιλαμβανόταν στην ζώνη Η4 δεν διέθετε επαρκή, κατάλληλη και συνεχή δημόσια υδατοπρομήθεια.
Συνεπώς, η παράδοση των 85 κατοικιών που αφορούν την συγκεκριμένη ανάπτυξη ΠΑΦ 1558/2004, εφόσον πραγματοποιούνται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ' αυτές, αποτελούν φορολογητέες συναλλαγές που δημιουργούν την υποχρέωση σας για εγγραφή στο Μητρώο Φ.Π.Α.
Η υποχρέωση εγγραφής σας στο Μητρώο Φ.Π.Α. από την 01/05/2004, προκύπτει διότι διαπιστώθηκε ότι κατά το χρονικό εκείνο σημείο υπήρχαν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αξία των φορολογητέων συναλλαγών σας κατά την περίοδο των τριάντα ημερών που αρχίζει από το χρονικό αυτό σημείο θα υπερέβαινε τις £9.000. Επομένως είχατε υποχρέωση εγγραφής στο Μητρώο Φ.Π.Α. από την 01/05/2004 δυνάμει της παραγράφου 1(1)(β) του Μέρους Ι, του Πρώτου Παραρτήματος των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 μέχρι 2008 (Ν.95(Ι)/2000-2008).
Ως εκ τούτου καλείστε όπως εντός οκτώ ημερών από την ημερομηνία της παρούσας επιστολής προσκομίσετε οποιαδήποτε στοιχεία έχετε στην κατοχή σας που να συνηγορούν περί του αντιθέτου.
Σε αντίθετη περίπτωση θα εγγραφείτε στο Μητρώο Φ.Π.Α. αναδρομικά από την 01/05/2004.
Τα στοιχεία αυτά να διαβιβασθούν στο Επαρχιακό Γραφείο Φ.Π.Α. Πάφου υπόψη του κυρίου Γεώργιου Περικλέους.
Για οποιαδήποτε διευκρίνιση αναφορικά με τα στοιχεία που απαιτούνται, επικοινωνήστε με το Λειτουργό Γεώργιο Περικλέους, στο Επαρχιακό Γραφείο της Υπηρεσίας στην Πάφο, στο τηλέφωνο που αναφέρεται πιο πάνω."
Την πιο πάνω επιστολή ακολούθησε η κοινοποίηση στην αιτήτρια της προσβαλλόμενης απόφασης με την επιστολή 30/7/2008. Παραθέτω αυτούσιο το περιεχόμενο της εν λόγω επιστολής:
"Κύριοι,
Θέμα: Υποχρεωτική εγγραφή στο Μητρώο Φ.Π.Α.
Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και στην επιστολή μου ημερομηνίας 09/07/2008 και σας πληροφορώ ότι ασκώντας τις εξουσίες που μου παρέχονται από την παράγραφο 6(2) του Μέρους Ι, του Πρώτου Παραρτήματος των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 μέχρι 2008 (Ν.95(Ι)/2000-2008) έχω προχωρήσει σε υποχρεωτική εγγραφή σας στο Μητρώο Φ.Π.Α. από 01/05/2004.
Πληροφορείστε επίσης ότι σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 μέχρι 2008 (Ν.95(Ι)/2000-2008) υποχρεούστε να συμπληρώσετε τις φορολογικές δηλώσεις που θα σας αποσταλούν και να αποδόσετε τον φόρο που αναλογεί στις φορολογητέες συναλλαγές που έχετε πραγματοποιήσει από την 01/05/2004.
Το πιστοποιητικό εγγραφής σας εσωκλείεται. Εν τω μεταξύ ο αριθμός εγγραφής σας στο Μητρώο Φ.Π.Α. εμφαίνεται πιο πάνω. Ο αριθμός αυτός πρέπει να εμφαίνεται σε όλα τα τιμολόγια που εκδίδετε.
Επίσης σας πληροφορώ ότι σας έχει επιβληθεί χρηματική επιβάρυνση ύψους €4.250,00 δυνάμει του άρθρου 45(1) των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 μέχρι 2008 (Ν.95(Ι)/2000-2008) διότι καθυστερήσατε 50 μήνες να γνωστοποιήσετε την υποχρέωση εγγραφής σας. Η πληρωμή του εν λόγω ποσού μπορεί να γίνει σε οποιοδήποτε κατάστημα εμπορικής τράπεζας ή συνεργατικού ιδρύματος χρησιμοποιώντας σαν απόδειξη πληρωμής οποιοδήποτε Έντυπο ΦΠΑ 9 ή ΦΠΑ 4 που θα σας αποσταλεί από την Υπηρεσία.
2. Εναντίον της πιο πάνω διοικητικής πράξης της υποχρεωτικής εγγραφής σας στο Μητρώο Φ.Π.Α. και της επιβολής χρηματικής επιβάρυνσις μπορείτε να υποβάλετε γραπτώς ένσταση στον Υπουργό Οικονομικών εντός 60 ημερών από την ημερομηνία της παρούσας επιστολής δυνάμει του άρθρου 53 των περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμων του 2000 μέχρι 2008 (Ν.95(Ι)/2000-2008) και των δυνάμει αυτών εκδοθέντων Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 320/2001). Πρόσθετα μπορείτε να καταχωρήσετε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος εντός 75 ημερών από την ημερομηνία της παρούσας επιστολής."
Είναι η θέση της αιτήτριας ότι η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας και ως τέτοια θα πρέπει να ακυρωθεί. Η επίδικη απόφαση θα πρέπει, σύμφωνα πάντα με την αιτήτρια, επίσης να ακυρωθεί γιατί είναι προϊόν εσφαλμένης ερμηνείας των σχετικών νομοθετικών διατάξεων, καθώς επίσης και γιατί είναι καταστροφική για την ίδια και ως τέτοια παραβιάζει τα κατοχυρωμένα με τις πρόνοιες του άρθρου 24 του Συντάγματος δικαιώματα της. Επί του τελευταίου λόγου ακύρωσης η θέση της αιτήτριας είναι η εξής: Ο καθ'ου η αίτηση δεν άσκησε τις αρμοδιότητες που του παρείχαν οι σχετικές νομοθετικές διατάξεις εντός ευλόγου χρόνου, με αποτέλεσμα η αιτήτρια να υποχρεωθεί, σε περίπτωση που η επίδικη απόφαση δεν ακυρωθεί, να καταβάλει Φ.Π.Α. επί πωλήσεων στις οποίες είχε ήδη προβεί πριν τη λήψη της απόφασης και για τις οποίες δεν χρέωσε, ούτε και επομένως εισέπραξε, Φ.Π.Α., γεγονός το οποίο θα την οδηγήσει σε οικονομική κατάρρευση, δοθέντος ότι πρόκειται για ποσό που υπερβαίνει τις Λ.Κ.1.300.000,00.
Τις αντίθετες βέβαια απόψεις ενστερνίζεται η πλευρά του καθ'ου η αίτηση, η οποία υποστηρίζει ότι η επίδικη απόφαση όχι μόνο είναι αιτιολογημένη, αλλά και προϊόν ορθής ερμηνείας των σχετικών νομοθετικών διατάξεων είναι. Αναφορικά με τη θέση της αιτήτριας ότι εφαρμογή της επίδικης απόφασης θα σημαίνει την οικονομική καταστροφή της, είναι η θέση του καθ'ου η αίτηση ότι η αναδρομική επιβολή φορολογίας δεν παραβιάζει τις πρόνοιες του άρθρου 24 του Συντάγματος, ούτε και είναι καταστρεπτικής φύσης.
Επειδή ένα πολύ μεγάλο μέρος, αν όχι το μεγαλύτερο, της επιχειρηματολογίας των ευπαίδευτων συνηγόρων των δύο πλευρών αναλώθηκε στην ερμηνεία των σχετικών νομοθετικών προνοιών και στις συνέπειες τους, θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω τις εν λόγω πρόνοιες, στο βαθμό και την έκταση βέβαια που μας αφορούν, αυτούσιες. Πρόκειται για τις πρόνοιες του άρθρου 4(α) του Όγδοου Παραρτήματος του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2004 (Ν. 95(Ι)/2004):
"Οι διατάξεις των παραγράφων 1(β)(i) και (ii), 2 και 3 του παρόντος Παραρτήματος δεν εφαρμόζονται για τα κτίρια για τα οποία έχει κατατεθεί δεόντως συμπληρωμένη αίτηση έκδοσης πολεοδομικής άδειας πριν την 1ην Μαϊου 2004."
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Οι πρόνοιες των παραγράφων 1(β)(i) και (ii), όπως και αυτές των παραγράφων 2 και 3 του Όγδοου Παραρτήματος έχουν ως εξής:
"1. Οι ακόλουθες συναλλαγές είναι εξαιρούμενες συναλλαγές:
(α) ..........................
(β) παράδοση ακίνητης ιδιοκτησίας εξαιρουμένων των πιο κάτω συναλλαγών:
(i) μεταβίβαση κτιρίων ή τμημάτων τους και του οικοπέδου που μεταβιβάζεται μαζί με αυτά ή και εξ' αδιαιρέτου ιδανικής μερίδας επ' αυτών εφόσον πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ' αυτά,
(ii) μεταβίβαση της κατοχής κτιρίων ή τμημάτων τους και του οικοπέδου που μεταβιβάζεται μαζί με αυτά ή εξ' αδιαιρέτου ιδανικής μερίδας επ' αυτών, δυνάμει σύμβασης πώλησης τους ή δυνάμει συμφωνίας που ρητά προβλέπει ότι θα μεταβιβαστούν και τα κτίρια μαζί με το οικόπεδο που μεταβιβάζεται μαζί με αυτά σε κάποιο χρόνο στο μέλλον ή δυνάμει μίσθωσης τους με δικαίωμα εξαγοράς, εφόσον πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ' αυτά.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, κτίρια θεωρούνται τα κτίσματα γενικά και κάθε είδους κατασκευές που συνδέονται με τα κτίσματα ή με το έδαφος κατά τρόπο σταθερό και μόνιμο.
3. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, πρώτη εγκατάσταση σημαίνει την πρώτη χρησιμοποίηση, με οποιοδήποτε τρόπο, των κτιρίων ύστερα από την ανέγερση τους, περιλαμβανομένων της ιδιοκατοίκησης, ιδιόχρησης, μίσθωσης ή οποιασδήποτε άλλης χρήσης."
Για σκοπούς ολοκλήρωσης της εικόνας θα πρέπει να λεχθεί ότι οι πριν τη θεσμοθέτηση των εν λόγω προνοιών, νομοθετικές πρόνοιες που ίσχυαν, ήταν αυτές της παραγράφου (β) του Όγδοου Παραρτήματος του άρθρου 39 του Νόμου 95(Ι)/2000, σύμφωνα με τις οποίες η «παράδοση ακίνητης ιδιοκτησίας», εξαιρείτο του Νόμου και συνεπώς της επιβολής Φ.Π.Α.
Αρχικά θα πρέπει να λεχθεί ότι, εφόσον οι πιο πάνω πρόνοιες αφορούν πρόνοιες Νόμου φορολογικής υφής και φύσης, η ερμηνεία τους εμπίπτει στις αρμοδιότητες του καθ'ου η αίτηση και όχι στις αρμοδιότητες των πολεοδομικών αρχών, ως η πλευρά της αιτήτριας εισηγείται. Επομένως, η επί του προκειμένου θέση της αιτήτριας απορρίπτεται.
Πυρήνα της επιχειρηματολογίας της αιτήτριας συνιστά η θέση ότι η ερμηνεία της φράσης «δεόντως συμπληρωμένη αίτηση» που χρησιμοποιείται στο άρθρο 4(α) του Νόμου, θα πρέπει να αναζητηθεί στη «φυσική σημασία» των λέξεων. Δεν παρέχεται περιθώριο, σύμφωνα με τον κ. Κορακίδη, «αντιμετώπισης των λέξεων» ειμί μόνο «με τη φυσική τους σημασία». Επομένως, εισηγείται ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, η συγκεκριμένη φράση αναφέρεται και καλύπτει την τυπική συμμόρφωση με το περιεχόμενο της αίτησης. Από τη στιγμή που η αιτήτρια είχε συμμορφωθεί με το τυπικό μέρος της αίτησης ΠΑΦ 1558/2004, τότε η αίτηση ήταν, σύμφωνα πάντα με τον κ. Κορακίδη, «δεόντως συμπληρωμένη».
Αντίθετη είναι η θέση της κας Συμεωνίδου. Πυρήνα της επί του προκειμένου επιχειρηματολογίας της ευπαίδευτης συνηγόρου του καθ'ου η αίτηση συνιστά η θέση ότι η ερμηνεία που θα πρέπει να δοθεί στη συγκεκριμένη φράση πρέπει να είναι τέτοια, που όχι μόνο να καλύπτει υποχρέωση συμμόρφωσης με το τυπικό μέρος της αίτησης, αλλά και υποχρέωση συμμόρφωσης με το ουσιαστικό μέρος της. Με άλλα λόγια, το κατά πόσο κατά τον ουσιώδη χρόνο υποβολής της αίτησης, η αίτηση ήταν δεόντως συμπληρωμένη μέσα στην έννοια της σχετικής νομοθετικής πρόνοιας, συναρτάται με το κατά πόσο πληρούνταν ή όχι κατά τον εν λόγω χρόνο οι προϋποθέσεις για χορήγηση πολεοδομικής άδειας. Αν οι εν λόγω προϋποθέσεις δεν πληρούνταν τότε, έστω και αν υπήρξε συμμόρφωση με το τυπικό μέρος της αίτησης, η αίτηση δεν μπορούσε, σύμφωνα πάντα με την κα Συμεωνίδου, να θεωρηθεί «δεόντως συμπληρωμένη».
Για τους πιο κάτω λόγους η θέση της κας Συμεωνίδου αναφορικά με την ερμηνεία που η συγκεκριμένη φράση επιδέχεται, με βρίσκει σύμφωνο.
Δυνάμει των νομοθετικών προνοιών που ίσχυαν πριν τη θέσπιση και εφαρμογή των επίμαχων προνοιών (άρθρο 4(α) του Όγδοου Παραρτήματος του Νόμου 95(Ι)/2004), η παράδοση ακίνητης ιδιοκτησίας οποιασδήποτε μορφής, εξαιρείτο του Νόμου. Με τη θέσπιση και εφαρμογή των προνοιών της παραγράφου 1(β)(i) και (ii) και των παραγράφων 2 και 3 του Όγδοου Παραρτήματος, ο νομοθέτης, ουσιαστικά έκαμε στροφή επί του συγκεκριμένου θέματος 180°. Συγκεκριμένα, η μεταβίβαση ακινήτων εξακολουθούσε μεν να μην υπόκειται στις διατάξεις του Νόμου και συνεπώς σε Φ.Π.Α., όμως συγκεκριμένης μορφής μεταβιβάσεις ακίνητης ιδιοκτησίας, ήτοι αυτές που εμπίπτουν στις πρόνοιες των παραγράφων 1(β)(i) και (ii), 2 και 3 του νέου Όγδοου Παραρτήματος, εξαιρούνται της απαλλαγής και υπόκεινται σε Φ.Π.Α., εκτός εκείνων των μεταβιβάσεων που, σύμφωνα με την παράγραφο 4, αφορούν σε κτίρια για τα οποία είχε κατατεθεί δεόντως συμπληρωμένη αίτηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας πριν την 1η Μαΐου 2004.
Έχω λάβει υπόψη το λεκτικό της επίμαχης πρότασης, «δεόντως συμπληρωμένη αίτηση έκδοσης πολεοδομικής άδειας». Ταυτόχρονα έδωσα ιδιαίτερη βαρύτητα στη φράση «αίτηση έκδοσης». Θεωρώ ότι η εν λόγω πρόταση περιλαμβάνει μόνο αίτηση η οποία στο στάδιο της υποβολής της - 30/4/2004 - ικανοποιεί τους όρους και τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από το Νόμο για την έκδοση της άδειας. Σημαίνει αίτηση της οποίας η εξέταση θα οδηγήσει, χωρίς οτιδήποτε άλλο, στην έκδοση πολεοδομικής άδειας. Το ακόλουθο παράδειγμα καταδεικνύει ότι η ερμηνεία που εισηγείται η αιτήτρια, οδηγεί σε παράλογα και άτοπα αποτελέσματα:
Ένας αιτητής υποβάλλει στις 30/4/2004 μια αίτηση, η οποία στο στάδιο της υποβολής της και αναφορικά με το ουσιαστικό μέρος της πληρεί όλες τις προϋποθέσεις του Νόμου. Λόγω παραδρομής δεν συμπληρώθηκε στο έντυπο της αίτησης η στήλη που αναφέρεται στο εμβαδόν της οικοδομής και στα υλικά της οροφής, πλην όμως στα έγγραφα που συνοδεύουν την αίτηση υπάρχουν όλες οι πληροφορίες που έχουν παραληφθεί.
Σε μια άλλη περίπτωση, ο αιτητής συμπληρώνει ορθώς και δεόντως το έντυπο της αίτησης. Πλην όμως στο στάδιο της υποβολής της, 30/4/2004, η αίτηση του πάσχει από τα εξής ελαττώματα: α) Το τεμάχιο δεν διαθέτει πρόσβαση σε δημόσιο δρόμο. β) Η αίτηση δεν συνοδεύεται από στατική μελέτη. γ) Η αίτηση δεν συνοδεύεται από περιβαλλοντολογική μελέτη. δ) Στην αίτηση δεν υποδεικνύεται η πηγή υδατοπρομήθειας. Κατά την εξέταση της αίτησης η διοίκηση υποδεικνύει στον αιτητή όλα τα ανωτέρω. Με τις κατάλληλες ενέργειες η αίτηση συμπληρώνεται μετά την παρέλευση τριών ετών και χορηγείται η αιτούμενη άδεια.
Τίθεται το ερώτημα, ποιος από τους δύο αιτητές θα τύχει των ευεργετημάτων του πιο πάνω Νόμου; Είναι βέβαιο, κατά την κρίση μου, ότι αυτός θα είναι ο πρώτος αιτητής, γιατί απόρριψη της αίτησης του θα ισοδυναμούσε με επιβαλλόμενη τυπολατρεία και αυτή δεν ήταν η πρόθεση του νομοθέτη, όπως η εν λόγω πρόθεση εκφράζεται μέσα από το λεκτικό του Νόμου. Στο στάδιο της υποβολής της η αίτηση ικανοποιούσε όλες τις απαιτήσεις και προϋποθέσεις του Νόμου. Επομένως, έστω και αν η αίτηση έπασχε ως προς τη συμπλήρωσή της, η εξέταση της δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει στην έκδοση της άδειας και συνακόλουθα να τύχει των ευεργετημάτων του περί Φ.Π.Α. Νόμου.
Ο δεύτερος αιτητής δεν μπορεί να τύχει των ευεργετημάτων του Νόμου περί Φ.Π.Α., γιατί στο στάδιο της υποβολής της αίτησης - στις 30/4/2004 - δεν ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του Νόμου για την έκδοση της άδειας. Τις ικανοποίησε τρία χρόνια αργότερα.
Σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία της, η επίμαχη διάταξη στοχεύει αποκλειστικά στο να διασφαλίσει, όπως οι πιο κάτω τάξεις τύχουν των ευεργετημάτων που παρέχονται από τις σχετικές διατάξεις του περί Φ.Π.Α. Νόμου: α) Όσους κατείχαν πολεοδομική άδεια πριν την 1/5/2004. β) Όσους υπέβαλαν πριν την 1/5/2004 αίτηση για πολεοδομική άδεια η οποία ικανοποιούσε, κατά το χρόνο της υποβολής της, όλες τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από το Νόμο για τη χορήγηση της.
Υιοθέτηση της εισήγησης της αιτήτριας θα κάλυπτε και όλες εκείνες τις περιπτώσεις που θα ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις του Νόμου σε χρόνο κατά πολύ μεταγενέστερο της 1/5/2004. Τέτοια ερμηνεία δεν δικαιολογείται από το λεκτικό του Νόμου.
Στην περίπτωση μας οι παραδόσεις ακινήτων οι οποίες είχαν οδηγήσει στην επιβολή της επίδικης φορολογίας αφορούσαν και ακίνητα που είχαν ανεγερθεί δυνάμει της αίτησης για πολεοδομική άδεια, με αριθμό ΠΑΦ 1162/2005, η οποία υποβλήθηκε στις 12/7/2005, ήτοι ένα και πλέον χρόνο μετά τις 30/4/2004. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν η υποβληθείσα στις 30/4/2004 αίτηση να θέτει εντός της εμβέλειας της και τη μεταγενεστέρως υποβληθείσα αίτηση; Και πώς είναι δυνατόν αίτηση που υποβλήθηκε μετά τις 30/4/2004 να ενταχθεί εντός των προνοιών του Νόμου;
Ως εκ των πιο πάνω, η ερμηνεία των επίμαχων προνοιών που εισηγείται ο κ. Κορακίδης δεν με βρίσκει σύμφωνο και απορρίπτεται.
Το επόμενο ερώτημα που εγείρεται και στο οποίο στρέφω την προσοχή μου είναι κατά πόσο η αίτηση ΠΑΦ 1558/2004, η οποία συνιστά κοινό έδαφος ότι καταχωρήθηκε πριν την 1η Μαΐου 2004, συνιστούσε «δεόντως συμπληρωμένη αίτηση» εντός των προνοιών του άρθρου 4 του Όγδοου Παραρτήματος. Υπενθυμίζω επίσης ότι στην αίτηση ΠΑΦ 1558/2004 δεν περιλαμβανόταν, όταν η εν λόγω αίτηση υποβλήθηκε, το τεμάχιο 194.
Εκείνο που με ασφάλεια προκύπτει από το ενώπιον μου υλικό είναι ότι για να ικανοποιηθούν οι προϋποθέσεις για χορήγηση της αιτούμενης με την αίτηση ΠΑΦ 1558/2004 πολεοδομικής άδειας, κατέστη αναγκαίο όπως για σκοπούς επίλυσης των αναγκών σε χώρους πρασίνου και δημιουργία ικανοποιητικού οδικού δικτύου, προβλήματα που συνιστούσαν ανασταλτικό παράγοντα στην έκδοση της πολεοδομικής άδειας, εισαχθεί άλλο ακίνητο και συγκεκριμένα ολόκληρο το τεμάχιο 194, χωρίς το οποίο οι συγκεκριμένες ανάγκες δεν θα ικανοποιούντο και η αίτηση θα οδηγείτο σε απόρριψη. Με άλλα λόγια, η αίτηση για πολεοδομική άδεια ήταν καταδικασμένη σε απόρριψη αν δεν λαμβάνοντο οι διορθωτικές κινήσεις στις οποίες η αιτήτρια προέβη με υπόδειξη της Πολεοδομικής Αρχής σχετικά με το τεμάχιο 194.
Ενόψει των πιο πάνω, βρίσκω ότι η αίτηση ΠΑΦ 1558/2004 δεν πληρούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο, που υπενθυμίζω είναι ο χρόνος υποβολής της, τις προϋποθέσεις για χορήγηση πολεοδομικής άδειας. Επομένως, ορθά κρίθηκε ως μη δεόντως συμπληρωμένη.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται επίσης ότι επειδή ο καθ'ου η αίτηση δεν ενήργησε έγκαιρα και/ή εντός ευλόγου χρόνου, η προσβαλλόμενη απόφαση και ειδικότερα η επιβολή Φ.Π.Α. αναδρομικά θα έχει καταστροφικές για την ίδια συνέπειες, γεγονός που συνιστά παραβίαση των κατοχυρωμένων δυνάμει του άρθρου 24.3 και 24.4 του Συντάγματος δικαιωμάτων της, γιατί σημαντικός αριθμός κατοικιών είχαν ήδη πωληθεί σε τρίτους χωρίς να χρεωθεί Φ.Π.Α.
Για τους πιο κάτω λόγους, η πιο πάνω θέση δεν με βρίσκει σύμφωνο.
Για τις οποιεσδήποτε οδυνηρές οικονομικές συνέπειες η απόφαση του καθ'ου η αίτηση συνεπάγεται για την αιτήτρια, την ευθύνη φέρει αποκλειστικά η ίδια η οποία προχώρησε στην οικοδομική ανάπτυξη του τεμαχίου της και τη διάθεση κατοικιών σε τρίτους πριν την εξασφάλιση της πολεοδομικής άδειας. Πέραν τούτου, ο καθ'ου η αίτηση, ασκούσε δικαίωμα που βρίσκει έρεισμα στο Νόμο. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η καλή πίστη δεν μπορεί να αφεθεί να καταλήξει σε κατάργηση της νομιμότητας στη λειτουργία της διοίκησης (Δημοκρατία ν. Παπαφώτη (1997) 3 Α.Α.Δ. 196), ούτε και υπερφαλαγγίζει, όπως τονίσθηκε στην υπόθεση Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, την αρχή της σύννομης λειτουργίας της διοίκησης που είναι συνυφασμένη, όπως και κάθε κρατική λειτουργία, με την αρχή του κράτους δικαίου. Η υπηρεσία Φ.Π.Α. δεν μπορούσε και δεν δικαιούτο να απαλλάξει την αιτήτρια, δραστηριοποιημένη στον τομέα ανάπτυξης γης, από την πληρωμή νόμιμα οφειλομένου φόρου προστιθέμενης αξίας που αποτελεί απαράγραπτο χρέος προς το Κράτος και η υποχρέωση αυτή δεν μπορεί να μεταβληθεί με διοικητική απόφαση.
Τέλος επισημαίνω ότι η χρονική περίοδος που ο Νόμος τάσσει στον Έφορο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας να ασκήσει την αρμοδιότητα του είναι έξι χρόνια «από το τέλος της καθορισμένης φορολογικής περιόδου ή εισαγωγής ή απόκτησης την οποία αφορά». Και στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Έφορος ενήργησε εντός της συγκεκριμένης χρονικής προθεσμίας (άρθρο 50(1) του Νόμου).
Ειδικότερα σε σχέση με τη θέση της αιτήτριας ότι η αναδρομική επιβολή φόρου είναι αντισυνταγματική, παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση James Peters ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, Υπόθεση Αρ. 491/97, ημερομηνίας 30/12/1999, το οποίο υιοθετήθηκε από το Εφετείο στην υπόθεση Χρίστου ν. Εφόρου Φ.Π.Α. (2004) 2 Α.Α.Δ. 240:
"Δεν μπορώ να δεχθώ αυτή την προσέγγιση. Δεν υπεισέρχεται εδώ θέμα αναδρομικότητας. Το αρ. 13 θεσπίζει ότι υπάρχει υποχρέωση εγγραφής με βάση τις ήδη πραγματοποιηθείσες παροχές υπηρεσιών μετά το τέλος οποιασδήποτε φορολογικής περιόδου. Περαιτέρω επιβάλλει την ίδια υποχρέωση για παροχή υπηρεσιών που πρόκειται να πραγματοποιηθούν μελλοντικά. Επομένως, δεν εγείρεται θέμα λανθασμένης επίκλησης ή εφαρμογής των προνοιών του αρ. 14 του νόμου. Διαφορετικά η παράλειψη εκπλήρωσης της υποχρέωσης εγγραφής θα έδινε δικαίωμα φοροαποφυγής για όσο διάστημα διαρκούσε.
Με βάση τα ως άνω θεωρώ ότι οι ως άνω εισηγήσεις της υπεράσπισης στερούνται νομικού ερείσματος."
Τέλος, σχετικό με τα ζητήματα που εξετάζουμε είναι και το πιο κάτω απόσπασμα από το σύγγραμμα «Σύνταγμα Κυπριακής Δημοκρατίας» του Α. Λοΐζου, σελ. 101:
"Η αρχή της βεβαιότητας στο φόρο είναι σε αντιδιαστολή προς τον αυθαίρετο και αβέβαιο φόρο. Εκείνο που χρειάζεται να είναι βέβαιο είναι ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής και το πληρωτέο ποσό. Αυτή η αρχή δεν πηγάζει από την παράγραφο 4 του Άρθρου 24, αλλά από απαίτηση για βεβαιότητα του νόμου κάτω από την εξουσιοδότηση του οποίου επιβάλλεται ο φόρος. Σχετική είναι η παράγραφος 2 του Άρθρου αυτού."
Ενόψει των πιο πάνω και η συγκεκριμένη θέση της αιτήτριας απορρίπτεται.
Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του καθ'ου η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ