ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                (Υπόθεση Αρ. 954/2009)

 

9 Μαρτίου, 2011

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΘΩΜΑΣ ΓΙΩΡΓΑΛΛΑΣ,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Δ. Κωνσταντίνου (κα), για τον Αιτητή.

Β. Χριστοφόρου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Στις 28.11.08 η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας με επιστολή της προς την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, στο εξής «η ΕΕΥ», ζήτησε την  πλήρωση 3 θέσεων Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Τεχνικής Εκπαίδευσης, για τη Μηχανολογία/Μηχανική Αυτοκινήτων.  Επειδή πρόκειται για θέσεις προαγωγής, οι θέσεις δημοσιεύτηκαν στις 5.12.2008 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με αποτέλεσμα να υποβάλουν αιτήσεις 12 πρόσωπα μεταξύ των οποίων και ο Αιτητής.

 

Στη συνέχεια ο Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής, προς τον οποίο διαβιβάστηκαν όλα τα στοιχεία, με επιστολή του ημερ. 17.3.2009 διαβίβασε στον Πρόεδρο της ΕΕΥ έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τις θέσεις που προκηρύχθηκαν, καθώς και Κατάλογο έξι υποψηφίων τους οποίους σύστηνε για προαγωγή στην επίδικη θέση.  Ο Αιτητής και άλλοι τρεις υποψήφιοι οι οποίοι δεν συμπεριλαμβάνονταν στον Κατάλογο, υπέβαλαν ενστάσεις.

 

Η ΕΕΥ, σε συνεδρίαση της στις 13.5.2009, εξέτασε τις 4 ενστάσεις που υποβλήθηκαν, εκ μέρους των ενδιαφερομένων μερών, για αναθεώρηση του σχετικού Καταλόγου που κατάρτισε η Συμβουλευτική Επιτροπή.  Αναφορικά με τον Αιτητή, η ΕΕΥ αναφέρει στην απόφασή της:-

«Γεωργαλλάς Θωμάς

Με επιστολή του ημερομηνίας 30.3.2009 υπέβαλε ένσταση για την έκθεση και τον κατάλογο των συστηνομένων που κατήρτισε η Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Η Επιτροπή απέρριψε την ένστασή του που αφορούσε τη μη συμπερίληψή του στον κατάλογο των συστηνομένων για προαγωγή στην αναφερόμενη θέση, που κατήρτισε η Συμβουλευτική Επιτροπή, επειδή δεν κατέχει «τίτλο/πτυχίο πανεπιστημίου ή ανώτατης σχολής ισοδύναμης με πανεπιστήμιο» σε ειδικότητα που να του δίνει δικαίωμα διορισμού σε θέση Εκπαιδευτή στις Κλίμακες Α8-Α10, όπως απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης [παρ. 3(1)].

 

Συναφώς αναφέρεται ότι η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, με απόφαση της ημερομηνίας 29.1.2009, είχε απορρίψει αίτημα ημερομηνίας 13.11.2008 το οποίο είχε υποβάλει ο Γεωργαλλάς για κατάταξή του στη θέση Εκπαιδευτή Μηχανολογίας (Γενική) στις Κλ. Α8-Α10-Α11, επικαλούμενος τον περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών (Τροποποιητικό) Νόμο του 2004 [Ν. 1(Ι)/2004].

 

Η Επιτροπή είχε εξετάσει το αίτημά του, αφού έλαβε υπόψη την Απόφαση Πολιτικής ημερομηνίας 18.11.2008, στην οποία είχε καταλήξει ύστερα από σχετική γραπτή πληροφόρηση που είχε από το ΚΥΣΑΤΣ.

 

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή, με αφορμή αιτήματα που υπέβαλλαν κάτοχοι διπλωμάτων του Α.Τ.Ι. οι οποίοι επικαλούμενοι τον πιο πάνω Νόμο, ζητούσαν αναγνώριση των διπλωμάτων τους ως τίτλων πανεπιστημιακού επιπέδου, με επιστολή της ημερομηνίας 5.5.2008, είχε ζητήσει από το ΚΥΣΑΤΣ να την πληροφορήσει κατά πόσο οι τίτλοι σπουδών που απονέμει το Α.Τ.Ι. μπορούν να αναγνωριστούν ως τίτλοι ισότιμοι προς:

 

(i)                 Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή τίτλο, ή

(ii)               Τίτλο/Πτυχίο πανεπιστημίου ή ανώτατης σχολής ισοδύναμης με πανεπιστήμιο.

Στην απάντηση του ημερομηνίας 7.10.2008, το ΚΥΣΑΤΣ ανέφερε ότι, σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει τη λειτουργία του:

(i)                 οι τίτλοι σπουδών του Α.Τ.Ι. αναγνωρίζονται ως διπλώματα Ανώτερης Εκπαίδευσης

(ii)               οι ίδιοι τίτλοι αναγνωρίζονται ως προσόν πρόσβασης σε μεταπτυχιακά προγράμματα και συνεπώς σε αντίθεση με τα υπόλοιπα διπλώματα Ανώτερης Εκπαίδευσης, οι εν λόγω τίτλοι έχουν το προνόμιο ότι αποτελούν επαρκή προϋπόθεση για την αναγνωρισιμότητα των μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών που αποκτώνται με βάση τους τίτλους αυτούς.

 

Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, κατέληξε στην άποψη ότι σκοπός του τροποποιητικού Νόμου 1(Ι)/2004 δεν ήταν να αναβαθμίσει το ακαδημαϊκό επίπεδο των τίτλων σπουδών που απονέμει το Α.Τ.Ι., από τίτλους ανώτερης εκπαίδευσης σε τίτλους πανεπιστημιακού επιπέδου, αλλά να δώσει στους κατόχους των τίτλων αυτών τη δυνατότητα πραγματοποίησης μεταπτυχιακών σπουδών, οι οποίες να οδηγούν στην απόκτηση μεταπτυχιακών τίτλων που να μπορούν να αναγνωριστούν ως τέτοιοι.

 

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή με Απόφαση Πολιτικής ημερομηνίας 18.11.2008, αποφάσισε να μην αναγνωρίζει τους τίτλους σπουδών του Α.Τ.Ι. ως τίτλους πανεπιστημιακού επιπέδου, αλλά ως τίτλους Ανώτερης Εκπαίδευσης, για όλους τους σκοπούς των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων και των Κανονισμών που έχουν εκδοθεί δυνάμει των εν λόγω νόμων.»

 

Έτσι η ΕΕΥ, αφού εξέτασε τη νομιμότητα του Καταλόγου και αποφάσισε στις 13.5.2009 ποιοι από τους υποψήφιους πληρούσαν τις πρόνοιες του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας, στη συνέχεια κατάρτισε Κατάλογο με τους προσοντούχους υποψήφιους και όρισε την 26.5.2009 ως ημερομηνία κατά την οποία αυτοί θα εμφανίζονταν ενώπιον της για συνέντευξη.  Με το πέρας των συνεντεύξεων, η ΕΕΥ σε συνεδρία της στις 26.5.2009 αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή σε 3 υποψήφιους από την 1.9.2009.  Η σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα έγινε στις 18.9.2009.

 

Ο Αιτητής, ζητά τις πιο κάτω δύο θεραπείες:-

(α) Ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση, σύμφωνα με την οποία απορρίπτετο η ένστασή του για τη μη συμπερίληψη του στον Κατάλογο υποψηφίων για προαγωγή στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Τεχνικής Εκπαίδευσης για τη Μηχανολογία/Μηχανική Αυτοκινήτων, καθότι δεν πληρούσε την πρόνοια (1) της παραγράφου (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, ήτοι δεν κατείχε τίτλο πανεπιστημίου ή ανώτατης σχολής ισοδύναμης με πανεπιστήμιο, και

(β) ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση η οποία δημοσιεύθηκε την 13.5.2009 στην ιστοσελίδα της ΕΕΥ, με βάση την οποία το όνομα του Αιτητή δεν συμπεριλαμβανόταν στον Κατάλογο υποψηφίων για προαγωγή στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Τεχνικής Εκπαίδευσης για τη Μηχανολογία/Μηχανική Αυτοκινήτων.

 

Για ακύρωση της επίδικης απόφασης, ο Αιτητής προβάλλει 9 λόγους ακύρωσης, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση:- (1) είναι αποτέλεσμα πλάνης περί το νόμο και τα πράγματα, (2) λήφθηκε καθ' υπέρβαση ή/και κατάχρηση εξουσίας και κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, του διοικητικού δικαίου και των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, παραγνωρίζοντας τόσο το νόμο, τη νομολογία αλλά και τα προσόντα, πείρα και ικανότητα του Αιτητή, (3) λήφθηκε κατά παράβαση του Άρθρου 28 του Συντάγματος καθ' ότι ο Αιτητής έτυχε άδικης ή/και άνισης μεταχείρισης ή/και υπέστη δυσμενή διάκριση από τους Καθ' ων η αίτηση, (4) έρχεται σε σύγκρουση με τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, (5) με την επίδικη απόφαση δίδεται υπερνομοθετική ισχύς και αρμοδιότητα ερμηνείας του νόμου σε σώμα (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.) το οποίο δεν έχει τέτοιες αρμοδιότητες, (6) λήφθηκε κατόπιν πλάνης περί τα πράγματα ως προς τα προσόντα, πείρα και ικανότητα του Αιτητή, (7) είναι αναιτιολόγητη, (8) πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, και (9) παρέβηκαν το καθήκον τους από το Νόμο, να συμπεριλάβουν τον Αιτητή στον Κατάλογο υποψηφίων για προαγωγή στην επίδικη θέση, αφού αυτός πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις.

 

Σε σχέση με τους λόγους ακύρωσης 1 και 8, η συνήγορος του Αιτητή προβάλλει ότι λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, η ΕΕΥ οδηγήθηκε σε νομική πλάνη ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του Νόμου, κρίνοντας ότι το πτυχίο του ΑΤΙ το οποίο κατείχε ο Αιτητής δεν ήταν ισότιμο με αντίστοιχα πτυχία πανεπιστημιακού επιπέδου.  Όπως ισχυρίζεται, ενώ το άρθρο 14Α(1) και (2) του Νόμου αναγνωρίζει το πτυχίο του ισότιμο με πανεπιστημιακό τίτλο, οι Καθ' ων η αίτηση θεώρησαν λόγω εσφαλμένης ερμηνείας του Νόμου, ότι δεν ήταν προσοντούχος για εγγραφή στον επίδικο Κατάλογο.  Περαιτέρω ισχυρίζεται, σε σχέση με το λόγο ακύρωσης 7, ότι η επίδικη απόφαση δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη και ότι η διοίκηση όφειλε να δώσει επαρκή αιτιολογία.

 

Από την άλλη, οι Καθ' ων η αίτηση προβάλλουν ότι ορθά εφάρμοσαν το Νόμο, αφού σύμφωνα με τις διατάξεις του οι τίτλοι σπουδών που παρέχει το ΑΤΙ, αναγνωρίζονται ως Διπλώματα Ανώτερης Εκπαίδευσης που παρέχουν πρόσβαση σε μεταπτυχιακά προγράμματα και όχι ως πτυχία πανεπιστημιακού επιπέδου.  Έτσι ορθά έκριναν ότι ο Αιτητής, με βάση το πτυχίο που κατέχει, δεν πληροί το απαιτούμενα προσόντα.

 

Οι λόγοι ακύρωσης δεν ευσταθούν.

 

Κατ' αρχάς θα πρέπει να γίνει αναφορά στη Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (2008) 3 ΑΑΔ 100, στην οποία κρίθηκε ότι σύμφωνα με τον περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμο του 1996 (Ν.68(Ι)/96), όπως τροποποιήθηκε, το ΚΥΣΑΤΣ παρουσιάζεται να είναι το αρμόδιο όργανο για επίλυση ζητημάτων που αφορούν στην αναγνώριση και πιστοποίηση ισοτιμίας τίτλων σπουδών.  Το δεύτερο που πρέπει να αναφερθεί είναι ότι σύμφωνα με την πιο πάνω απόφαση της Ολομέλειας, δεν εναπόκειται στη διοίκηση να αναζητήσει οποιαδήποτε πιστοποίηση ισοτιμίας, αλλά στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, ο Αιτητής, παρά την απόρριψη προηγούμενου παρόμοιου αιτήματος του (18.11.2008), δεν αποτάθηκε στο ΚΥΣΑΤΣ ώστε να αναγνωριστεί σύμφωνα με το Ν. 68(Ι)/96, το δίπλωμα του ΑΤΙ που κατείχε, ως ισότιμο με «τίτλο πανεπιστημίου ή ανώτατης σχολής ισοδύναμης με πανεπιστήμιο».  Παρά ταύτα, επειδή επρόκειτο για θέσεις προαγωγής, η ΕΕΥ διερεύνησε το θέμα ενόψει της ένστασης του Αιτητή για μη συμπερίληψη στον Κατάλογο και ιδιαίτερα του ισχυρισμού του ότι το δίπλωμά του θα έπρεπε να αναγνωριστεί δυνάμει του άρθρου 14Α του Νόμου.  Η ΕΕΥ κατά τη διερεύνηση του θέματος έλαβε υπόψη:- (α) ότι το αίτημα απορρίφθηκε σε προγενέστερη διαδικασία[1], και (β) την «Απόφαση Πολιτικής», ημερ. 18.11.2008 στην οποία είχε καταλήξει ύστερα από επιστολή του ΚΥΣΑΤΣ ημερ. 7.10.2008, με την οποία πληροφορούσε την ΕΕΥ ότι οι τίτλοι σπουδών του ΑΤΙ αναγνωρίζονται ως διπλώματα ανώτερης εκπαίδευσης και ως προσόν πρόσβασης σε μεταπτυχιακά προγράμματα.  Υπό τις περιστάσεις, δεν βλέπω πώς μπορεί να ευσταθήσει το παράπονο του Αιτητή περί έλλειψης έρευνας και πλάνης περί το Νόμο, κατά την εξέταση της ένστασής του.  Ο ίδιος δεν αποτάθηκε στο ΚΥΣΑΤΣ για αναγνώριση.  Προφανώς αν αποτείνετο, θα έπαιρνε την ίδια απάντηση που το ΚΥΣΑΤΣ έδωσε στην ΕΕΥ με την επιστολή του ημερ. 7.10.2008, σχετικά με την ερμηνεία που το ίδιο έδιδε στις πρόνοιες του άρθρου 14Α(1) και (2), οπότε και θα μπορούσε να την προσβάλει.  Στην προκειμένη περίπτωση, είναι προφανές ότι η ΕΕΥ κατά την εξέταση της ένστασης του Αιτητή για μη συμπερίληψη στον Κατάλογο, αφού διεξήγαγε δέουσα έρευνα, δέχθηκε ως όφειλε την ερμηνεία που έδωσε στο άρθρο 14Α το ΚΥΣΑΤΣ, το οποίο ήταν και το πλέον αρμόδιο όργανο, σύμφωνα με το Νόμο, να αποφασίσει επί του θέματος της ισοτιμίας.  Καμιά πλάνη δεν διαπιστώνεται.

 

Επίσης, η απόφαση της ΕΕΥ είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη, αναφορικά με τους λόγους που οδήγησαν την Επιτροπή να θεωρήσει ότι ο Αιτητής δεν πληρούσε τα προσόντα.  Οι Καθ' ων η αίτηση δεν είχαν οποιαδήποτε υποχρέωση να δώσουν ειδική αιτιολογία, εφόσον η απόφαση τους να μην εγγράφουν στον Κατάλογο μη προσοντούχους υποψήφιους ήταν δέσμια, όπως δέσμια ήταν και η υποχρέωση τους να εγγράψουν μόνο όσους πληρούσαν τις προϋποθέσεις του Νόμου.  Δεν ετίθετο θέμα διακριτικής ευχέρειας.   

 

Ενόψει της πιο πάνω κατάληξής μου, δεν ευσταθεί ούτε ο λόγος ακύρωσης 2 που αφορά στην υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας, των αρχών της χρηστής διοίκησης και φυσικής δικαιοσύνης.  Αντίθετα, η ΕΕΥ ενήργησε με απόλυτα καλή πίστη και ταυτίστηκε τόσο με προηγούμενες αποφάσεις της, όσο και με την «Απόφαση Πολιτικής» που είχε πάρει επί του θέματος σε προγενέστερη ημερομηνία.  Ούτε μπορεί να τεθεί δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης, αφού όχι μόνο δεν προβλέπεται από το Νόμο, αλλά η επίδικη απόφαση δεν ανέτρεπε μια ήδη κεκτημένη κατάσταση υπέρ του Αιτητή και ούτε θα μπορούσε να θεωρηθεί ως κύρωση (βλ. Χατζηλούκας ν. Δημοκρατίας (1969) 3 ΑΑΔ 570).  Η εγγραφή του στους Καταλόγους, προϋπόθετε την κατοχή συγκεκριμένου προσόντος, το οποίο ο Αιτητής δεν κατείχε.  Η ΕΕΥ απλά έκρινε με βάση κριτήρια που ίσχυαν για όλους, ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Νόμου.

 

Αναφορικά με τον λόγο ακύρωσης 3, ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι οι Καθ' ων η αίτηση κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης, αποδέχτηκαν τους τίτλους σπουδών των υπόλοιπων υποψηφίων οι οποίοι προέρχονταν από τα ΤΕΙ Ελλάδος, χωρίς όμως να αναγνωρίσουν, ως είχαν υποχρέωση και τους τίτλους σπουδών του ΑΤΙ, οι οποίοι είχαν εξομοιωθεί με τους τίτλους σπουδών των ΤΕΙ Ελλάδος, ώστε όλοι να θεωρούνται τίτλοι σπουδών Ανώτατης Εκπαίδευσης.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί.  Κατά την άποψή μου, εκτός του ότι ο Αιτητής προβάλλει ζήτημα παραβίασης της αρχής της ισότητας κατά τρόπο γενικό και αόριστο γιατί, όπως αναφέρει, αναγνωρίστηκαν ως προσοντούχοι οι υποψήφιοι οι οποίοι κατείχαν τίτλο σπουδών από τα ΤΕΙ Ελλάδος, δεν εξηγεί σε τι συνίσταται η παράνομη διάκριση, όταν ο ίδιος αποδέχεται ότι τα πτυχία τους έχουν αναγνωριστεί ως πανεπιστημιακού επιπέδου, ενώ το πτυχίο του είναι αναγνωρισμένο ως ανώτερου επιπέδου.

 

Υπήρξε επίσης ισχυρισμός ότι οι Καθ' ων η αίτηση με την απόφαση τους έρχονται σε σύγκρουση με τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (λόγος ακύρωσης 4).  Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί.  Η συνήγορος του Αιτητή συγκεκριμένα προβάλλει ότι στην πρωτόδικη απόφαση στην Σάββας Σαββίδης ν. ΕΔΥ, Υπόθ. Αρ. 1419/06, ημερ. 6.2.2008, κρίθηκε ότι ο επίδικος Νόμος όταν αναφέρει ότι οι τίτλοι σπουδών θεωρούνται ισότιμοι και αντίστοιχοι, εννοεί αυτό που λέει και δεν παραπέμπει σε αναγνώριση από το ΚΥΣΑΤΣ.  Η συγκεκριμένη υπόθεση έχει εφεσιβληθεί και επομένως δεν θα ήταν ορθό να αποτελέσει προηγούμενο.  Στη δεύτερη υπόθεση, Τάσος Κωνσταντίνου ν. ΕΕΥ, Υπόθ. Αρ. 1517/06, ημερ. 3.4.2008, κρίθηκε ότι η απόφαση της ΕΕΥ να θεωρήσει τον τίτλο σπουδών του Αιτητή από το ΑΤΙ, ο οποίος έχει αναγνωριστεί ως ισότιμος και αντίστοιχος, τόσο από το Επιστημονικό Συμβούλιο του Ελληνικού Ινστιτούτου Εκπαίδευσης του Ελληνικού Υπουργείου Εθνικής Παιδείας, όσο και από το Γερμανικό Τεχνικό Επιμελητήριο, ως μη πανεπιστημιακού επιπέδου, ήταν αναιτιολόγητη και το αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας.  Δεν κρίθηκε όμως ότι ο τίτλος του συγκεκριμένου Αιτητή ή γενικά ότι οι τίτλοι του ΑΤΙ, είναι ισότιμοι με τίτλους πανεπιστημίου.  Σχετική είναι και η προσέγγιση στην υπόθεση Πέρδικου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 267/2009, ημερ. 8.10.2010 (Παμπαλλής, Δ.), με την οποία συμφωνώ.

 

Αναφορικά με τον λόγο ακύρωσης 5, ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι παρά το ξεκάθαρο γράμμα του Νόμου και των αποφασισθέντων από το Ανώτατο Δικαστήριο, οι Καθ' ων η αίτηση παραχώρησαν αυθαίρετα υπερνομοθετική ισχύ και αρμοδιότητα ερμηνείας του Νόμου στο ΚΥΣΑΤΣ, χωρίς το σώμα αυτό να έχει τέτοια εξουσία. 

 

Οι Καθ' ων η αίτηση απορρίπτουν το συγκεκριμένο ισχυρισμό και προβάλλουν ότι σύμφωνα με τον Ν. 68(Ι)/96, το ΚΥΣΑΤΣ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα αναγνώρισης τίτλων σπουδών.  Το άρθρο 14Α(2) του Νόμου δεν προνοεί την εκ του Νόμου αυτόματη αναγνώριση της ισοτιμίας των πτυχίων του ΑΤΙ με τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, αλλά δίνει τη δυνατότητα ενδεχόμενης αναγνώρισης τους από το ΚΥΣΑΤΣ, μετά από σχετική διαδικασία.  

 

 Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.  Όπως έχω ήδη αναφέρει κατά την εξέταση του λόγου ακύρωσης 1, με αναφορά στα νομολογηθέντα στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου, ανωτέρω, αρμόδιο όργανο για επίλυση ζητημάτων αναγνώρισης και ισοτιμίας τίτλων σπουδών, είναι το ΚΥΣΑΤΣ, προς το οποίο έχει υποχρέωση να απευθύνεται ο κάτοχος του τίτλου και όχι η διοίκηση.  Όπως έχει νομολογηθεί, δεν υπάρχει αυτόματη αναγνώριση ως εκ του Νόμου.

 

Ο Αιτητής, με τον λόγο ακύρωσης 6, προβάλλει επίσης ότι οι Καθ' ων η αίτηση, λόγω πλάνης κατά την έκδοση της απόφασής τους, παρέκαμψαν το Νόμο και τη νομολογία,  έλαβαν υπόψη στοιχεία και γνωματεύσεις,  οι οποίες σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν το Νόμο και εν πάση περιπτώσει να έχουν υπερνομοθετική ισχύ.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί.  Η ΕΕΥ φαίνεται να εφάρμοσε πιστά το Νόμο και τα νομολογηθέντα στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου, ανωτέρω.  Με βάση την πληροφόρηση που είχε από το ΚΥΣΑΤΣ, έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν προσοντούχος.  Ως εκ τούτου δεν εξέτασε περαιτέρω την ικανότητα, πείρα και προσόντα του, καθότι αυτός δεν πληρούσε την πιο πάνω βασική προϋπόθεση του Σχεδίου Υπηρεσίας, αφού δεν κατείχε Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή ισότιμο προσόν, ώστε να εγγραφεί στον επίδικο Κατάλογο.  Η περαιτέρω αξιολόγηση των προσόντων του ήταν κατά την άποψή μου, άνευ σημασίας.  Εν πάση περιπτώσει, η χρησιμοποίηση της γραπτής πληροφόρησης από το ΚΥΣΑΤΣ καθώς και της «Απόφασης Πολιτικής» της ίδιας της ΕΕΥ, δεν ήταν μεμπτή, αφού τα εργαλεία αυτά χρησιμοποιήθηκαν για να ερμηνεύσουν και εφαρμόσουν το Νόμο κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο.  Δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε πλάνη ως προς τα πράγματα ή ως προς την ερμηνεία του Νόμου.

 

Με την απορριπτική κατάληξή μου στους πιο πάνω λόγους ακύρωσης, αναπόφευκτα καταρρέει και ο λόγος ακύρωσης 9, με τον οποίο ο Αιτητής παραπονείται ότι λανθασμένα και αντινομικά δεν συμπεριλήφθηκε στον Κατάλογο υποψηφίων για προαγωγή.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με €1300 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επιβεβαιώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠς



[1] Ο Αιτητής στις 13.1.2008 υπέβαλε αίτηση στην ΕΕΥ όπως αναγνωριστεί το Δίπλωμα που κατείχε από το ΑΤΙ, ως ισότιμο πτυχίο και όπως ο ίδιος καταταχθεί στην Κλίμακα Α8-Α10-Α11.  Το αίτημα του απορρίφθηκε από την ΕΕΥ στις 29.1.2009.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο