ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δρουσιώτης ν. Δήμου Δατσιών (1992) 3 ΑΑΔ 437
Παπαδόπουλος Mάριος ν. Oργανισμού Xρηματοδοτήσεως Στέγης (1998) 3 ΑΑΔ 608
Nαζίρης Pένος ν. Pαδιοφωνικού Iδρύματος Kύπρου (2007) 3 ΑΑΔ 38
Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας ν. Αναθεωρητικής ΑρχήςΠροσφορών (2007) 3 ΑΑΔ 568
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 537/2009)
31 Μαρτίου, 2011
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28, 29, 30, 35 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/Ή
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ/Ή
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Ανδρέας Αποστολίδης, για Α.Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή.
Μαριλένα Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, αμφισβητείται η απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας, (ο «Διευθυντής»), ημερομηνίας 6/3/2009. Σύμφωνα με αυτήν, δεν ήταν δυνατό να γίνει επανεξέταση του διαγωνισμού Αρ. Τ.Π.Α. 10/2007 για την παροχή υπηρεσιών ενός Εμπειρογνώμονα Ανάπτυξης Λειτουργικών Διαδικασιών (Εναέριας Κυκλοφορίας). Ενόψει του χρόνου που διέρρευσε από την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, (η «Αναθεωρητική Αρχή»), δεν ήταν δυνατό να γίνει επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση.
Το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, (το «Τμήμα»), με προκήρυξη που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 23/3/2007, ζήτησε προσφορές για την παροχή διαφόρων υπηρεσιών, μεταξύ των οποίων και ενός Εμπειρογνώμονα Ανάπτυξης Λειτουργικών Διαδικασιών (Εναέριας Κυκλοφορίας), για περίοδο τριών χρόνων, με δικαίωμα ανανέωσης για ακόμα δύο χρόνια.
Κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των προσφορών - (11/5/2007), υποβλήθηκε μία μόνο προσφορά, από τον αιτητή, ο οποίος, σύμφωνα με την ΄Εκθεση της τριμελούς Επιτροπής Αξιολόγησης, (η «Επιτροπή»), που καθορίστηκε, πληρούσε όλους τους όρους της προσφοράς. Ο Διευθυντής ενημερώθηκε για την αξιολόγηση, ενώ, σε επιστολή που υπεγράφη από τον Πρώτο Λειτουργό Αεροπορικών Κινήσεων - μέλος της Επιτροπής, επισημάνθηκε η επείγουσα ανάγκη στελέχωσης των υπηρεσιών με εξειδικευμένο προσωπικό, ώστε να αντιμετωπιστεί ο μεγάλος όγκος των εργασιών που εκκρεμούσε. Στη συνέχεια, όμως, η Επιτροπή ετοίμασε ΄Εκθεση, ημερομηνίας 31/8/2007, σύμφωνα με την οποία, το Τμήμα αποφάσισε όπως ακυρώσει το διαγωνισμό, καθότι οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες αυτός προκηρύχθηκε είχαν διαφοροποιηθεί, σε βαθμό που το αντικείμενό του δεν ήταν πλέον αναγκαίο - (όρος 16 του εντύπου της προσφοράς και Κ. 26(4)(δ) της Κ.Δ.Π. 71/2004). Σύμφωνα πάντα με την ΄Εκθεση, δύο μόνιμοι έμπειροι Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας ήταν σε θέση να διεκπεραιώνουν τα καθήκοντα στα οποία αφορούσε ο διαγωνισμός, σε συνεργασία με λειτουργούς της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας της Ελλάδας, στα πλαίσια του Μνημονίου Συνεργασίας των αρμοδίων υπηρεσιών των δύο χωρών. Η ΄Εκθεση κατέληγε στο συμπέρασμα ότι, με την πιο πάνω διευθέτηση, αντιμετωπίζονταν και ικανοποιούνταν επαρκώς οι ανάγκες του Τμήματος στο συγκεκριμένο τομέα με τον πλέον συμφέροντα, οικονομικό και λειτουργικό τρόπο.
Ο αιτητής πληροφορήθηκε την πιο πάνω απόφαση με σχετική επιστολή του Διευθυντή, ημερομηνίας 6/9/2007. Αρχικά, υπέβαλε, μέσω συνηγόρου, γραπτή ένσταση, ημερομηνίας 10/9/2007, και, στη συνέχεια, ιεραρχική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής - (Αρ. Ιεραρχικής Προσφυγής 68/2007) - ισχυριζόμενος ότι η ακύρωση της προσφοράς έγινε από αναρμόδιο πρόσωπο - μόνο αρμόδιο όργανο ήταν το Υπουργικό Συμβούλιο - η ακύρωση ή/και ανάκλησή της ήταν αναιτιολόγητη και βρισκόταν σε διάσταση με τις καθιερωμένες νομολογιακές αρχές και, τέλος, ότι ο ίδιος στερήθηκε του δικαιώματος ακρόασης, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/99).
Η Αναθεωρητική Αρχή, αφού άκουσε την υπόθεση, αποφάσισε, στις 9/11/2007, την αποδοχή της ιεραρχικής προσφυγής και την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης της Αναθέτουσας Αρχής. ΄Εκρινε ότι η αιτιολογία που δόθηκε για την ακύρωση του διαγωνισμού δεν ήταν «ούτε ικανοποιητική ούτε επαρκής».
Προσφυγή την οποία καταχώρισε ο αιτητής εναντίον της, κατ' ισχυρισμό, παράλειψης των καθ' ων η αίτηση να προχωρήσουν σε επανεξέταση του θέματος και κατακύρωση της προσφοράς - (Προσφυγή Αρ. 62/08) - αποσύρθηκε στις 3/9/2009, αφού, στο μεταξύ, ο Διευθυντής, με επιστολή του ημερομηνίας 24/2/2009, κάλεσε τα μέλη της Επιτροπής να συνεδριάσουν για την επανεξέταση του επίδικου διαγωνισμού.
Η Επιτροπή συνεδρίασε στις 4/3/2009, και, όπως κατέγραψε στα πρακτικά της, δεν ήταν εφικτή οποιαδήποτε επανεξέταση του διαγωνισμού, ενόψει του χρόνου που διέρρευσε από την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής. Οι ανάγκες, έκρινε, του Τμήματος για μίσθωση υπηρεσιών ενός Εμπειρογνώμονα Ανάπτυξης Λειτουργικών Διαδικασιών είχαν εκλείψει, καθώς είχαν καλυφθεί από τους δύο μόνιμους Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας, τους οποίους το Τμήμα είχε εκπαιδεύσει στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας της Ελλάδας και σε άλλους Διεθνείς Οργανισμούς και οι οποίοι είχαν οργανώσει ομάδα και είχαν πλήρη θεωρητική γνώση και πρακτική εξάσκηση επί του αντικειμένου. Κατά την Επιτροπή, δεν υπήρχε δυνατότητα αποκατάστασης των πραγμάτων όπως αυτά είχαν πριν την έκδοση της ακυρωθείσας απόφασης, εφόσον ο σκοπός της προκήρυξης του διαγωνισμού, δηλαδή η άμεση και προσωρινή κάλυψη μονίμων αναγκών του Τμήματος μέσω της προσωρινής παροχής με τη μορφή Συμβολαίου Αγοράς Υπηρεσιών, δεν υφίστατο πλέον, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει αντικείμενο επανεξέτασης. ΄Εκρινε, επίσης, ότι υπήρχε αδυναμία επανεξέτασης και για το λόγο ότι το Γενικό Λογιστήριο, ως αρμόδια αρχή των δημοσίων συμβάσεων, με σχετική επιστολή του προς το Τμήμα, ημερομηνίας 7/2/2008, είχε τονίσει πως η διαδικασία που χρησιμοποιήθηκε για τη μίσθωση υπηρεσιών παραβίαζε τις βασικές αρχές των δημοσίων συμβάσεων και του περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημόσιων Συμβάσεων Προμηθειών, ΄Εργων και Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2006, (Ν. 12(Ι)/2006), και ότι δε θα έπρεπε αυτή να χρησιμοποιείται για την πρόσληψη προσωπικού για την κάλυψη μονίμων υπηρεσιακών αναγκών, εφιστώντας την προσοχή του σε μελλοντικούς διαγωνισμούς.
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω απόφαση είναι παράνομη, για τους πιο κάτω λόγους:-
(α) Οι καθ' ων η αίτηση δε συμμορφώθηκαν με την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής και δεν προέβησαν σε επανεξέταση.
(β) Είναι αποτέλεσμα υπέρβασης ή κατάχρησης εξουσίας και παραβίασης των αρχών της χρηστής διοίκησης, λήφθηκε δε, κάτω από συνθήκες πλάνης.
(γ) Δε δόθηκε ειδική αιτιολογία· και
(δ) Ο αιτητής στερήθηκε του δικαιώματος ακρόασης.
Από την πλευρά των καθ' ων η αίτηση, εγείρεται προδικαστικά θέμα μη ύπαρξης αμέσου και ενεστώτος εννόμου συμφέροντος του αιτητή, στη βάση εκπνοής της ισχύος της προσφοράς του. Υποστηρίζουν ότι, σύμφωνα με τον όρο 13 των εγγράφων του διαγωνισμού, οι προσφορές θα ίσχυαν για περίοδο 120 ημερών από την τελευταία ημερομηνία λήξης της προθεσμίας για την υποβολή τους, η οποία, σύμφωνα με την προκήρυξη ήταν η 11/5/2007, εκτός εάν διδόταν κάποια παράταση, κάτι που δε συνέβη στην παρούσα. Επομένως, η προσφορά του αιτητή κατέστη ανίσχυρη από τις 11/9/2007, πριν, ακόμα, από την καταχώριση της ιεραρχικής προσφυγής του - (19/9/2007). Επιπρόσθετα, υποβάλλεται από τους καθ' ων η αίτηση, ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται μετά τη λήξη της ισχύος των προσφορών είναι, ουσιαστικά, ανύπαρκτες και/ή δεν αποτελούν πράξεις που μπορεί να προσβληθούν με προσφυγή. Συνεπώς, στην παρούσα περίπτωση, μετά τις 11/9/2007, δεν μπορούσε να ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση κατακύρωσης, αφού δεν υπήρχε σε ισχύ προσφορά και ο αιτητής δεν έχει έννομο συμφέρον να αξιώνει είτε την ακύρωση της απόφασης για τη μη διενέργεια επανεξέτασης είτε την κατακύρωση της προσφοράς σε αυτόν, μετά την έκδοση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής - (βλ. Peratica Trading Co Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 11/02, 20/6/03· Χρίστος Χριστάκης Atlas Beton Ltd κ.ά. ν. Γενικού Λογιστή Προέδρου Προσφορών, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1186/02 και 1187/02, 23/4/04).
Ο αιτητής, στα πιο πάνω, αντιτείνει ότι οι αποφάσεις της Αναθεωρητικής Αρχής είναι απόλυτα δεσμευτικές και αποτελούν δεδικασμένο για την εκάστοτε Αναθέτουσα Αρχή - (βλ. Συμβ. Αποχετεύσεων Λ/σίας v. Αναθ. Αρχής Προσφορών (2007) 3 Α.Α.Δ. 568 και AGF Trading & Engineering Ltd ν. Υπουργείου Υγείας, Υπόθεση Αρ. 1253/05, 7/3/07). Επίσης, ισχυρίζεται ότι αυτός προέβη σε διαβήματα εναντίον της απόφασης για ακύρωση του διαγωνισμού πριν τη λήξη της ισχύος της προσφοράς του και ότι, στην παρούσα υπόθεση, ο ουσιώδης χρόνος είναι εκείνος της έκδοσης της απόφασης του Τμήματος που ακυρώθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή, δηλαδή η 6/9/2007, στον οποίο όφειλε να ανατρέξει η Αναθέτουσα Αρχή κατά την επανεξέταση. Η λήξη της ισχύος της προσφοράς του, καταλήγει, δεν τον εμποδίζει να αμφισβητήσει μετ' εννόμου συμφέροντος τόσο την αρχική απόφαση που κρίθηκε ως αναιτιολόγητη από την Αναθεωρητική Αρχή όσο και τη μεταγενέστερη (επίδικη) απόφαση, η οποία, μάλιστα, εκδόθηκε με καθυστέρηση, λόγω της άρνησης των καθ' ων η αίτηση να προβούν σε έγκαιρη επανεξέταση.
Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί. Η προσφορά του αιτητή, η οποία ήταν και η μοναδική που υποβλήθηκε, κρίθηκε ότι πληρούσε όλους τους όρους του διαγωνισμού. Εκκρεμούσης της κατακύρωσης και ενώ ο Πρώτος Λειτουργός Αεροπορικών Κινήσεων και μέλος της Επιτροπής, στις 13/6/2007, ενημέρωσε το Διευθυντή ότι υπήρχε επείγουσα ανάγκη στελέχωσης των Υπηρεσιών με το απαραίτητο εξειδικευμένο προσωπικό, φαίνεται ότι υπήρξε μεταβολή των συνθηκών, η οποία οδήγησε στην ακύρωση του διαγωνισμού, λόγω κάλυψης των αναγκών για τις οποίες αυτός είχε προκηρυχθεί - (Κ. 26(4)(δ) της Κ.Δ.Π. 71/2004). Ο αιτητής, στις 10/9/2007, δηλαδή μία μέρα πριν τη λήξη της ισχύος της προσφοράς του, υπέβαλε στο Τμήμα, μέσω του συνηγόρου του, γραπτή ένσταση εναντίον της ακύρωσης του διαγωνισμού και, στις 19/9/2007, καταχώρισε ιεραρχική προσφυγή, η απόφαση στην οποία είχε ως αποτέλεσμα την ακύρωση της απόφασης της Αναθέτουσας Αρχής, η οποία, στη συνέχεια, έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση. Αδυνατώ να αντιληφθώ πώς ο αιτητής δε νομιμοποιείται να επιδιώκει την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού η προσφορά του είχε αξιολογηθεί ως πληρούσα τις προδιαγραφές και ο ίδιος, πριν από την εκπνοή της ισχύος της, με άμεσο γραπτό διάβημά του στην Αναθέτουσα Αρχή, αμφισβήτησε τη νομιμότητα της ακύρωσης του διαγωνισμού. Επιπρόσθετα, οι καθ' ων η αίτηση, κατά τη διαδικασία ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής, δεν ήγειραν ζήτημα νομιμοποίησής του λόγω λήξης της ισχύος της προσφοράς του. Οι πρωτόδικες αποφάσεις που αυτοί επικαλέστηκαν - (Χρίστος Χριστάκης Atlas Beton Ltd κ.ά. ν. Γενικού Λογιστή Προέδρου Προσφορών, (πιο πάνω), και Peratica Trading Co Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (πιο πάνω)) - διαφοροποιούνται, γιατί, σε εκείνες τις περιπτώσεις, η απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών για ακύρωση των προσφορών είχε ληφθεί μετά τη λήξη των προσφορών. Στην Peratica Trading Co Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο, ο λόγος ακύρωσης του διαγωνισμού ήταν ότι δεν υπήρχαν πλέον προσφορές σε ισχύ, λόγω λήξης του προκαθορισμένου χρόνου ισχύος τους. Στη Χρίστος Χριστάκης Atlas Beton Ltd κ.ά. ν. Γενικού Λογιστή Προέδρου Προσφορών, όπου, εκ παραδρομής, η ενδιαφερόμενη υπηρεσία παρέλειψε να ζητήσει από τους προσφοροδότες ανανέωση της ισχύος των προσφορών, κρίθηκε ότι η αναφορά του Συμβουλίου σε ακύρωση του διαγωνισμού, ενώ είχαν ήδη λήξει οι προσφορές, τέθηκε εκ περισσού και, επιπρόσθετα, διαπιστώθηκε απόκλιση της προσφοράς των αιτητών από συγκεκριμένο ουσιώδη όρο του διαγωνισμού, γεγονός που τους αποστερούσε το αναγκαίο έννομο συμφέρον για προώθηση των προσφυγών τους.
Εισηγείται, μεταξύ άλλων, ο αιτητής, ότι οι καθ' ων η αίτηση παρέλειψαν να συμμορφωθούν με τη δεσμευτική γι' αυτούς απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής, καθυστέρησαν αδικαιολόγητα να μελετήσουν το ζήτημα και, τελικά, κατέληξαν στην προσβαλλόμενη απόφασή τους της 6/3/2009, στην οποία, μάλιστα, ως λόγο αδυναμίας επανεξέτασης, επικαλέστηκαν την πάροδο του χρόνου από την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής. Επιπρόσθετα, ο αιτητής υποστηρίζει ότι η επίδικη απόφαση παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης και στερείται αιτιολογίας.
Οι καθ' ων η αίτηση παραπέμπουν στα πρακτικά της Επιτροπής ημερομηνίας 4/3/2009, με την εισήγηση ότι διατυπώθηκαν σε αυτά πολύ σοβαροί λόγοι, που αιτιολογούσαν την κατάληξη περί αδυναμίας επανεξέτασης. Επισημαίνουν, κυρίως, την επιστολή του Αν. Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 7/2/2008, προς το Τμήμα, με την οποία σημειώνεται ότι η διαδικασία που αυτό χρησιμοποιούσε για τη μίσθωση υπηρεσιών παραβίαζε βασικές αρχές των δημοσίων συμβάσεων και τη νομοθεσία και ότι δε θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί σε μελλοντικούς διαγωνισμούς.
Οι λόγοι ακύρωσης που επικαλείται ο αιτητής είναι βάσιμοι. ΄Οπως, ήδη, αναφέρθηκε, ενώ, αρχικά, η Επιτροπή αξιολόγησε την προσφορά του και κατέληξε ότι αυτή πληρούσε όλους τους όρους και ενώ ο Πρώτος Λειτουργός Αεροπορικών Κινήσεων και μέλος της Επιτροπής, ενημέρωσε στις 13/6/2007 το Διευθυντή για την ολοκλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης και επεσήμανε την «επείγουσα ανάγκη για στελέχωση των Υπηρεσιών με εξειδικευμένο προσωπικό», στη συνέχεια και αφού παρήλθε άπρακτος χρόνος δυόμιση μηνών, προέκυψε διαφοροποίηση των περιστάσεων κάτω από τις οποίες προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός, η οποία οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση, με την αιτιολογία ότι:-
«Το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας (ΤΠΑ) αποφάσισε σύμφωνα με τον όρο 16 του Έντυπου της Προσφοράς και σύμφωνα με τον Κανονισμό 26(4)(δ) της ΚΔΠ 71/2004, να ακυρώσει την προσφορά, καθότι οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός έχουν διαφοροποιηθεί σε βαθμό που το αντικείμενο του διαγωνισμού να μην είναι πλέον αναγκαίο. Έχει οργανωθεί ομάδα από δύο μόνιμους έμπειρους Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας, με πλήρη και επαρκή πρακτική εξάσκηση, οι οποίοι μπορούν να διεκπεραιώνουν τα καθήκοντα των εκπόνητων διαδικασιών σε συνεργασία με αντίστοιχους Λειτουργούς της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) της Ελλάδος μέσα στα πλαίσια του Μνημονίου συνεργασίας που έχει υπογραφεί μεταξύ ΤΠΑ και ΥΠΑ Ελλάδος. Με τη διευθέτηση αυτή αντιμετωπίζονται και ικανοποιούνται επαρκώς οι ανάγκες του Τμήματος στον τομέα αυτό, με τον πλέον συμφέροντα, οικονομικό και λειτουργικό τρόπο και η κάλυψη της ανάγκης για την οποία προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός έχει εκλείψει.»
Η Αναθεωρητική Αρχή, αποδεχόμενη, ουσιαστικά, τις θέσεις του αιτητή, επεσήμανε, μεταξύ άλλων, στην ακυρωτική απόφασή της, τα ακόλουθα:-
«Είναι εύλογο το ερώτημα ότι από τις 14.5.2007 που έγινε η αξιολόγηση των προσφορών μέχρι τις 13.6.2007 που διαπιστώνεται επείγουσα ανάγκη για στελέχωση των Υπηρεσιών και μέχρι την 6.9.2007 που αποφασίστηκε η ακύρωση του διαγωνισμού, γιατί δεν επληρώθη η θέση. Τονίζεται και πάλιν ότι το επείγον της πλήρωσης των αναφερομένων θέσεων υπήρχε ευθύς εξ αρχής και λόγω του χρονοβόρου των διαδικασιών για πλήρωση θέσεων επί μονίμου βάσεως επροτιμήθη η μίσθωση υπηρεσιών για περίοδο τριών ετών με πρόνοια ανανέωσης για άλλα δύο χρόνια.
(γ) Το Τ.Π.Α. ισχυρίστηκε ότι η διάρκεια της εκπαίδευσης των δύο Ελεγκτών Εναέριας Εκπαίδευσης δεν μπορούσε να προσδιοριστεί επακριβώς. Δεν μας πείθει ο ισχυρισμός αυτός διότι έστω και αν δεχθούμε ότι δεν μπορούσε να προσδιοριστεί επακριβώς ο χρόνος, γεγονός για το οποίο έχουμε σοβαρές αμφιβολίες, και πάλιν δεν δικαιολογείται η πάροδος τόσου χρόνου από την προκήρυξη των προσφορών, την 23.3.2007, την αξιολόγηση των προσφορών την 14.5.2007 και την ακύρωση του διαγωνισμού την 6.9.2007.
(δ) Το Τ.Π.Α. ισχυρίζεται ότι η πλήρωση της υπό αναφορά θέσης θα αποτελούσε διασπάθιση δημοσίου χρήματος. Σημειώνουμε ότι η κλίμακα της υπό αναφορά θέσης είναι Α8. Ταυτόχρονα το Τ.Π.Α. παραδέχεται ότι θα γίνουν διευθετήσεις μεταξύ των δύο Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας και της Διεύθυνσης του Τμήματος για την καταβολή επιδόματος καθότι οι υπηρεσίες τους θα προσφέρονται εκτός των προκαθορισμένων ωρών του προγράμματος τους.
Είναι καλά νομολογημένη αρχή ότι δεν αναγνωρίζεται απεριόριστο δικαίωμα ανάκλησης ή ακύρωσης δημόσιου διαγωνισμού αλλά απαιτείται αιτιολογία ούτως ώστε να μπορεί να ασκείται ο δικαστικός έλεγχος. Στην προκείμενη περίπτωση κρίνουμε ότι η ισχυριζόμενη αιτιολογία δεν είναι ούτε ικανοποιητική ούτε επαρκής. Η απόφαση επί του συγκεκριμένου θέματος είναι ουσιαστικά αναιτιολόγητη.
Ως εκ τούτου, θεωρούμε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση και για τον συγκεκριμένο και πιο πάνω αναφερόμενο λόγο παραβιάζει το ισχύον δίκαιο. Σαν συνέπεια του πιο πάνω ευρήματος μας δεν θεωρούμε σκόπιμο να ασχοληθούμε με τον τρίτο επικληθέντα από τον Αιτητή λόγο ακυρότητας δηλαδή την παράβαση των προνοιών του Νόμου 158(Ι)/99 λόγω του ότι δεν έχει ακουστεί ο Αιτητής πριν τη λήψη της απόφασης.»
Κατά την επανεξέταση, η Αναθέτουσα Αρχή ήταν δεσμευμένη να συμμορφωθεί με τις υποδείξεις της Αναθεωρητικής Αρχής και να θεραπεύσει το σημείο που κρίθηκε τρωτό, που, στη συγκεκριμένη περίπτωση, αφορούσε την ανεπάρκεια της αιτιολογίας. Ο έλεγχος διοικητικής απόφασης, μετά από επανεξέταση, διενεργείται μόνο με βάση τα όσα προκύπτουν από το ακυρωτικό αποτέλεσμα - (βλ. Παπαδόπουλος v. Οργ. Χρημ. Στέγης (1998) 3 Α.Α.Δ. 608 και Ναζίρης v. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 38). Μετά από ακύρωση ή ανάκληση απόφασης, η διοίκηση είναι υποχρεωμένη να εφαρμόσει το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, δηλαδή στο χρόνο λήψης της πρώτης απόφασης (βλ. Δρουσιώτης v. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437).
Στην παρούσα περίπτωση, η Επιτροπή, η οποία συνεδρίασε στις 4/3/2009, για να επανεξετάσει το ζήτημα υπό το φως της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής, κατέληξε ως εξής στο τιτλοφορούμενο ως «Πρακτικό Επανεξέτασης»:-
«Η επιτροπή Αξιολόγησης αποφάσισε ότι η επανεξέταση της απόφασης της ημερομηνίας 31 Αυγούστου 2007 για ακύρωση του διαγωνισμού δεν είναι εφικτή για το λόγο ότι ενόψει του χρόνου που διέρρευσε από την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών οι ανάγκες του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας για μίσθωση υπηρεσιών ενός Εμπειρογνώμονα Ανάπτυξης Λειτουργικών Διαδικασιών είχαν εκλείψει καθώς έχουν καλυφθεί από τους δύο μόνιμους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, τους οποίους το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας έχει εκπαιδεύσει στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας της Ελλάδος και άλλους Διεθνείς Οργανισμούς και οι οποίοι έχουν οργανώσει ομάδα και έχουν πλήρη θεωρητική γνώση και πρακτική εξάσκηση επί του αντικειμένου. Συνεπώς, δεν υπάρχει δυνατότητα αποκατάστασης των πραγμάτων στην αρχική κατάσταση πριν την έκδοση της ακυρωθείσας απόφασης. Ο σκοπός που προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός όπως έκρινε η επιτροπή, ήταν η άμεση και προσωρινή κάλυψη μονίμων αναγκών του Τμήματος μέσω της παροχής προσωρινά υπό τη μορφή Συμβολαίου υπηρεσιών, οι οποίες έχουν καλυφθεί με αποτέλεσμα να μην υπάρχει αντικείμενο επανεξέτασης.
Επιπλέον, η Επιτροπή έκρινε ότι υπάρχει αδυναμία για επανεξέταση για τον επιπρόσθετο λόγο ότι το Γενικό Λογιστήριο, Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων, με επιστολή του προς το Τμήμα ημερ. 07 Φεβρουαρίου 2008 τόνισε ότι η διαδικασία που το Τμήμα χρησιμοποιεί για τη μίσθωση υπηρεσιών παραβιάζει τις βασικές αρχές των Δημοσίων Συμβάσεων και τη Νομοθεσία 12(Ι)/2006 και ότι δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται η διαδικασία των δημοσίων Συμβάσεων για την πρόσληψη προσωπικού για την κάλυψη μονίμων υπηρεσιακών αναγκών του Τμήματος σε προσωπικό, εφιστώντας την προσοχή του Τμήματος σε μελλοντικούς Διαγωνισμούς. Ο διαγωνισμός ΤΠΑ 10/2007 προκηρύχθηκε με βάση αυτή τη διαδικασία με αποτέλεσμα τόσο το Συμβόλαιο που επισυνάπτεται στα έγγραφα των προσφορών, όσο και άλλοι όροι των εγγράφων του διαγωνισμού να παραβιάζουν, όπως το Γενικό Λογιστήριο τόνισε, τις βασικές αρχές των Δημοσίων Συμβάσεων και την Νομοθεσία 12(Ι)/2006.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να είναι αδύνατον να γίνει επαναφορά των πραγμάτων εις την προτέρα κατάσταση και να εξαλειφθούν ολοσχερώς οι πραγματικές καταστάσεις που έχουν δημιουργηθεί καθ' όλο το χρονικό διάστημα που παρήλθε από την απόφαση ακύρωσης του διαγωνισμού.»
Από τα πιο πάνω, προκύπτει, αφενός, ότι η Επιτροπή θεώρησε ότι η επανεξέταση δεν ήταν δυνατή, προβάλλοντας ως λόγο το χρόνο που μεσολάβησε από την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής μέχρι την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης και, αφετέρου, ότι η αιτιολογία που δόθηκε στην αρχική απόφαση για την ακύρωση της προσφοράς - (κάλυψη των τρεχουσών αναγκών από δύο μόνιμους υπαλλήλους που έτυχαν της σχετικής εκπαίδευσης) - η οποία είχε κριθεί ως μη ικανοποιητική και ανεπαρκής από την Αναθεωρητική Αρχή, επαναλαμβάνεται σχεδόν αυτούσια, προς υποστήριξη της κατάληξης περί αδυναμίας αποκατάστασης των πραγμάτων, όπως αυτά ίσχυαν πριν την έκδοση της ακυρωθείσας απόφασης. Εδώ, βέβαια, δεν ετίθετο ζήτημα αποκατάστασης, αλλά επανεξέτασης με βάση τα ευρήματα της Αναθεωρητικής Αρχής, που αφορούσαν κενά στην αιτιολόγηση που δόθηκε για την ακύρωση του διαγωνισμού.
Σύμφωνα με τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929 - 1959:- (σελ. 201)
«Η ύπαρξις λόγων δημοσίου συμφέροντος (ως λόγοι τάξεως, ασφαλείας, δημοσίας υγείας κλπ) έχει ως συνέπειαν το ελευθέρως ανακλητόν των νομίμων διοικητικών πράξεων, και δη εις οιονδήποτε χρόνον : 1355 (55), 920 (56) ασχέτως των ανωτέρω περιορισμών. Ούτω, οσάκις η Διοίκησις, ωθουμένη εκ λόγων εξυπηρετήσεως του δημοσίου συμφέροντος, εκτιμήση άλλως τας υφισταμένας πραγματικάς καταστάσεις και αναθεωρήση προτέραν της γνώμην, νομίμως ανακαλεί την εκδοθείσαν διοικητικήν πράξιν, υπό την προϋπόθεσιν όμως, αφ' ενός μεν ότι αιτιολογεί ειδικώς και πλήρως την ανακλητικήν πράξιν : 264 (55), αφ' ετέρου δε ότι, κατά την τοιαύτην νέαν εκτίμησιν, δεν εμφιλοχωρεί κακή χρήσις διακριτικής εξουσίας ή κατάχρησις εξουσίας : 1355 (55).»
Στην παρούσα περίπτωση, η ακυρωτική απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής αλλά και η νομολογία επέβαλλαν περαιτέρω εξειδίκευση των λόγων που οδήγησαν στην ακύρωση ή ανάκληση του διαγωνισμού. Η επίκληση του χρόνου που διέρρευσε από την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής μέχρι την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δεν έχει νόημα. Επιπρόσθετα, η επιστολή του Γενικού Λογιστηρίου ημερομηνίας 7/2/2008, στην οποία γίνεται αναφορά ως μέρος της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, εκτός του ότι αφορούσε άλλη προσφορά, δεν υπήρχε κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Η εισήγηση της συνηγόρου των καθ' ων η αίτηση, κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, ότι λόγοι ακύρωσης, μεταξύ των οποίων και η έλλειψη αιτιολογίας, είχαν εγερθεί για πρώτη φορά στην απαντητική αγόρευση του αιτητή και, συνεπώς, υπάρχει κώλυμα εξέτασής τους δεν ευσταθεί. Ο συγκεκριμένος λόγος καλύπτεται από τα νομικά σημεία της αίτησης και αναπτύσσεται στα πλαίσια ανάπτυξης του λόγου «Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα υπέρβασης ή κατάχρησης εξουσίας - Παραβίαση των Αρχών της Χρηστής Διοίκησης», σχετίζεται δε και με την επιχειρηματολογία που αφορά την παράλειψη επανεξέτασης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα υπέρ του αιτητή, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΣ, ΜΠ