ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 140/2010)

 

 

1 Μαρτίου 2011

 

 

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ,  Δ/στής.]

 

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 & 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 33 ΤΟΥ 1964 ΟΠΩΣ ΑΥΤΟΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΤΣΙΑΤΤΑΛΟΥ ΓΙΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIΟRARI

ΚΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 30/9/2010 ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΣΤΗ ΜΟΝΟΜΕΡΗ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΑΙΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 249/2010 ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ

_________________

 

Α. Γιωρκάτζης με Ν. Θρασυβούλου, για τον Αιτητή.

Α. Δημητρίου (κα) για Α. Νεοκλέους & Σία ΔΕΠΕ, για την Καθ΄ης η αίτηση.

______________

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ:   Την 23.9.2010 η Καθ΄Ης η Αίτηση, σύζυγος του Αιτητή, κατεχώρησε αίτηση δια κλήσεως ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου ζητώντας να της ανατεθεί η φύλαξη και επιμέλεια του ανηλίκου υιού τους και να ορισθεί ως τόπος διαμονής του ο εκάστοτε τόπος διαμονής της, όπως και να ρυθμιστεί η επικοινωνία του με τον Αιτητή.  Ζητούσε επίσης όπως απαγορευθεί η έξοδος του ανηλίκου από την Κύπρο χωρίς τη συγκατάθεσή της ή την άδεια του Δικαστηρίου και όπως το όνομα του ανηλίκου τεθεί στον κατάλογο των προσώπων των οποίων η έξοδος από την Κύπρο απαγορεύεται.  Την ίδια μέρα, με μονομερή αίτηση της στα πλαίσια της αίτησης δια κλήσεως, η Καθ΄Ης η Αίτηση ζήτησε την έκδοση προσωρινού διατάγματος για τις ίδιες θεραπείες.  Την επομένη ημέρα, 24.9.2010, το Δικαστήριο, επιλαμβανόμενο της μονομερούς αίτησης, εξέδωσε διάταγμα ως προς τις θεραπείες που αφορούσαν την έξοδο του ανηλίκου από την Κύπρο και έδωσε οδηγίες όπως, κατά τα λοιπά, η μονομερής αίτηση επιδοθεί, καθιστάμενη έτσι δια κλήσεως, ορίζοντας την την 30.9.2010 που ορίστηκε και το διάταγμα για αναθεώρηση.  Την 30.9.2010 κατετέθη στο Δικαστήριο ένορκη δήλωση επίδοσης του προσωρινού διατάγματος και της μονομερούς αίτησης.  Δεν υπήρξε εμφάνιση εκ μέρους του Αιτητή, οπότε η Καθ΄ης η Αίτηση, εγκαταλείποντας ορισμένες θεραπείες της ενδιάμεσης αίτησης που αφορούσαν την ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου και τη ρύθμιση της επικοινωνίας με τον Αιτητή, ζήτησε όπως το ex parte εκδοθέν διάταγμα γίνει απόλυτο και όπως της δοθεί και η άλλη θεραπεία που ζητούσε μονομερώς, δηλαδή η φύλαξη του ανηλίκου και ο καθορισμός ως τόπος διαμονής του ο εκάστοτε τόπος διαμονής της Καθ΄Ης η Αίτηση.  Το Δικαστήριο εξέδωσε τα διατάγματα αυτά και κατέστησε απόλυτο το ήδη εκδοθέν διάταγμα.

 

Αίτηση του Αιτητή, καταχωρηθείσα ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου την 13.10.2010 για παραμερισμό της επίδοσης που έγινε την 28.9.2010 καθώς και του εκδοθέντος την 30.9.2010 διατάγματος, επιπρόσθετα δε και εναλλακτικά ακύρωση του διατάγματος της 30.9.2010 με το οποίο ανατίθετο στην Καθ΄Ης η Αίτηση η φύλαξη του ανηλίκου και καθορίζετο ως τόπος διαμονής του ανηλίκου ο εκάστοτε τόπος διαμονής της Καθ΄Ης η Αίτηση.  Το Δικαστήριο, με απόφαση ημερομηνίας 18.11.2010, εκλαμβάνοντας ότι η αίτηση δεν αφορούσε το εκδοθέν την 24.9.2010 και καταστέν απόλυτο την 30.9.2010 διάταγμα, απέρριψε την εισήγηση του Αιτητή για παραμερισμό του.  Εξέτασε ακολούθως το αίτημα για παραμερισμό της επίδοσης της 28.9.2010 και των ακολούθως εκδοθέντων την 30.9.2010 νέων διαταγμάτων, απορρίπτοντας το εφ΄όσον έκρινε ότι ο λόγος που ο Αιτητής επικαλέστηκε για τη μη εμφάνιση του, ότι δηλαδή θεώρησε την επίδοση κακή διότι δεν έγινε τέσσερις μέρες πριν την 30.9.2010, δεν ήταν επαρκής αφού θα μπορούσε να είχε εμφανισθεί και να ζητήσει χρόνο για την ένσταση του ή για να καταχωρήσει αίτηση δια κλήσεως για παραμερισμό της επίδοσης, με αποτέλεσμα να μην στερήθηκε του δικαιώματος ακρόασης και να μην επηρεάσθηκε δυσμενώς.

 

Την 1.12.2010 ο Αιτητής ζήτησε και πήρε την άδεια αυτού του Δικαστηρίου για καταχώρηση αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari προς ακύρωση του διατάγματος ημερομηνίας 30.9.2010 για ανάθεση της φύλαξης του ανηλίκου και καθορισμό του τόπου διαμονής του.  Η άδεια εδόθη στη  βάση της θέσης του ότι, εφ΄όσον το διάταγμα της 24.9.2010, με το οποίο εξεδόθη το διάταγμα που αφορούσε την έξοδο του ανηλίκου από την Κύπρο και διετάσσετο η επίδοση της υπόλοιπης μονομερούς αίτησης, συνετάχθη, όπως προκύπτει από το φάκελο, την 28.4.2010 και επεδόθη την ίδια μέρα, η επίδοση δεν ήταν καλή εφ΄όσον δεν παρείχετο ο προνοούμενος στους θεσμούς χρόνος των τεσσάρων ημερών για να εμφανίζετο ο Αιτητής και να αμφισβητούσε το διάταγμα και την αίτηση.  Καθώς και στη βάση της περαιτέρω θέσης του ότι το ίδιο το εκδοθέν την 30.9.2010 διάταγμα για τη φύλαξη του ανηλίκου και τον τόπο διαμονής του, αν και εκδοθέν στα πλαίσια ενδιάμεσης αίτησης, είναι στο διηνεκές αφού δεν καθορίζει τη διάρκεια της ισχύος του.

 

Τις ίδιες θέσεις έχει και αναπτύσσει ο Αιτητής στην τώρα ενώπιον μου Αίτηση για έκδοση διατάγματος Certiorari.  Εισηγείται ότι, εφ΄όσον η επίδοση δεν ήταν σύμφωνη με τους θεσμούς, αυτή θα πρέπει να παραμερισθεί ex debito justitiae, ώστε το Οικογενειακό Δικαστήριο να ενήργησε υπό προφανή πλάνη ως προς τη δικαιοδοσία του.  Και ότι η έκδοση των διαταγμάτων της 30.4.2010 με ισχύ στο διηνεκές, εφ΄όσον η ισχύς τους δεν συναρτάται ούτε προσδιορίζεται, είναι παράνομη ως αντιστρατευόμενη την ίδια τη βάση τους ως προσωρινά.

 

Η Καθ΄Ης η Αίτηση υποστηρίζει ότι δεν υπήρξε οτιδήποτε το μεμπτό και μάλιστα αφού, όπως ήταν και το σκεπτικό της απόφασης, ο Αιτητής είχε τη δυνατότητα να εμφανισθεί την 30.9.2010.  Ο «αναγκαίος χρόνος», λέγει, στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 9(3), δεν συναρτάται προς το χρόνο των τεσσάρων ημερών που ορίζεται στη Δ.48 θ.3, και εδώ ο χρόνος που εδόθη, δηλαδή μία εβδομάδα, δεν ήταν πέραν του αναγκαίου.  Ο αιτητής θα μπορούσε, λοιπόν, να εμφανίζετο την 30.9.2010 εφ΄όσον δεν του είχε παρασχεθεί επαρκής χρόνος για την ένσταση του και την ακρόαση, να ζητούσε χρόνο και να δοθεί αναβολή αναλόγως.  Κάνει, προς τούτο, αναφορά στην υπόθεση επί τοις Αφορώσι την Shipon Ltd, Αίτηση 71/2000, 15.6.2000, η οποία κάνει αναφορά στη δυνατότητα του επηρεαζόμενου να εμφανίζετο όπως εισηγείται η Καθ΄Ης η Αίτηση και η υπόθεση να ακολουθούσε την πορεία της αναλόγως.  Δεν υπάρχει λοιπόν, εισηγείται η Καθ΄Ης η Αίτηση, εμφανές νομικό σφάλμα στη διαδικασία που ακολούθησε το Οικογενειακό Δικαστήριο που να δικαιολογεί την έκδοση προνομιακού διατάγματος, ούτε καταδεικνύονται εξαιρετικές περιστάσεις που να το δικαιολογούν, ενώ ο Αιτητής θα είχε και άλλο ένδικο μέσο, εκείνο της έφεσης, την οποία δεν άσκησε.

 

Σε πρόσφατες αποφάσεις είχα την ευκαιρία να επισημάνω τις δυσχέρειες, καθυστερήσεις και υπερβάσεις που προκύπτουν από την εύκολη έκδοση διαταγμάτων ex parte από το Οικογενειακό Δικαστήριο, και μάλιστα όπου το αντικείμενο του διατάγματος είναι πανομοιότυπο εν όλω ή εν μέρει με τη θεραπεία που ζητείται με την κυρίως αίτηση.  Επαναλαμβάνω τα λεχθέντα στην Αναφορικά με την Αίτηση της Βαλεντίνας Θεοφάνους, 27/2010, 23.2.2010:

 

«Η ευχέρεια με την οποία γίνονται αιτήσεις ex parte, και ακόμα περισσότερο η ευχέρεια με την οποία τα Δικαστήρια είναι διατεθειμένα να εγκρίνουν αιτήσεις ex parte, είναι το πιο ανησυχητικό φαινόμενο στην υπόθεση.    Δυστυχώς έχει γίνει κατάχρηση και κακή αντίληψη της κατ΄εξαίρεση πρόνοιας η οποία παρέχει την ευχέρεια για έκδοση ex parte διαταγμάτων κατά παρέκκλιση κάθε κανόνα φυσικής δικαιοσύνης.  Αν δεν ήταν για την πάγια νομολογία η οποία επιτρέπει να αναγνώριση της ισχύος ex parte διατάγματος, δεν μπορεί να διαπιστωθεί έρεισμα στο Σύνταγμα ή στους κανονισμούς της φυσικής δικαιοσύνης για διάταγμα το οποίο να επηρεάζει και μάλιστα να επηρεάζει σοβαρότατα τα δικαιώματα των δύο πλευρών σε μια υπόθεση χωρίς η άλλη πλευρά να ακουστεί. 

 

Δεν θα εξετάσω όμως το θέμα αυτό περαιτέρω από τη θεμελιακή πτυχή, πέραν του να παρατηρήσω ότι θα πρέπει τα Δικαστήρια να προβληματίζονται στο έπακρον όταν εκδίδουν ex parte διατάγματα.  Είναι πολύ πιο απλό και πολύ πιο πρόσφορο η ex parte αίτηση να ορίζεται σε χρονικό διάστημα ολίγων ημερών, να επιδίδεται στην άλλη πλευρά και το Δικαστήριο να ακούσει και τις δύο πλευρές και να αποφασίσει οριστικά.  Δεν ωφελεί να εκδίδεται διάταγμα το οποίο να διαιωνίζει την υπόθεση, όπως συνέβη στην παρούσα υπόθεση, ώστε να χρειάζεται να εμφανίζεται η άλλη πλευρά και να ακολουθεί ακρόαση με την ένστασή της και τα πράγματα να παρατείνονται, ή να αναβάλλεται για επίδοση αν η άλλη πλευρά δεν έχει ειδοποιηθεί.  Τα Δικαστήρια οφείλουν, εφ΄όσον θεωρούν το θέμα ως επείγον, να σκέπτονται περισσότερο την απλή αυτή εναλλακτική οδό η οποία είναι και η ενδεδειγμένη ούτως ώστε να ακούουν και τις δύο πλευρές πριν εκδώσουν διάταγμα, έστω και ενδιάμεσο, επί μονομερούς αίτησης.  Για να μην επεκταθώ, να πω ότι ο ενδιάμεσος επηρεασμός δικαιωμάτων μπορεί να έχει και δυσμενές αποτέλεσμα ως προς το μόνιμο επηρεασμό δικαιωμάτων.»

 

 

 

Τα ίδια επισημάνθησαν στην Αναφορικά με την Αίτηση της Έλενας Κυριάκου, 73/2010, 19.7.2010.

 

Δεν είναι, πλην σε όντως εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, ορθό να καταχωρείται η κυρίως αίτηση και την ίδια μέρα να καταχωρείται ex parte αίτηση με την οποία να ζητείται πανομοιότυπα η ίδια θεραπεία, όπως φαίνεται να είναι σύνηθες στο Οικογενειακό Δικαστήριο, ούτε ορθόδοξο για το Δικαστήριο να εγκρίνει την ex parte αίτηση, εν όλω ή εν μέρει, με ευκολία, δημιουργώντας έτσι μια κατάσταση υπέρ ενός των διαδίκων, για να ακολουθεί μια δυνητικά απρόβλεπτα αναβαλλόμενη και μακρά διαδικασία προς αναθεώρηση του ex parte εκδοθέντος διατάγματος.  Αν, όπως είναι βεβαίως η νομική και νομολογιακή αρχή, το οποιοδήποτε ex parte διάταγμα πρέπει να ορισθεί για αναθεώρηση σε πολύ σύντομο χρόνο, είναι πολύ πιο ορθό και προοπτικά ευχερές προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να ορίζεται το ίδιο σύντομα και απ΄ευθείας η ενδιάμεση ex parte αίτηση ως αίτηση δια κλήσεως για να ακουσθούν οριστικώς και χωρίς απρόβλεπτες καθυστερήσεις και οι δύο πλευρές.

 

Θεώρησα ορθό να αναφέρω τα πιο πάνω, έστω και αν δεν είναι στο επίκεντρο της ενώπιον μου υπόθεσης αφού εδώ το Οικογενειακό Δικαστήριο, ορθώς ενεργώντας, διέταξε όπως η ex parte αίτηση επιδοθεί ως προς το ουσιαστικό μέρος της, που ήταν το αίτημα για τη φύλαξη και επιμέλεια του ανηλίκου και τον καθορισμό του τόπου διαμονής του όπως και τη ρύθμιση της επικοινωνίας του πατέρα με αυτόν, εκδίδοντας διάταγμα ex parte μόνο ως προς την έξοδο του ανηλίκου από την Κύπρο.  Περαιτέρω, όπως ορθώς παρατηρεί η Καθ΄Ης η Αίτηση, η Αίτηση, όπως συνεπώς και η αίτηση για άδεια, αφορούσε μόνο το διάταγμα που εξεδόθη την 30.9.2010 και όχι το διάταγμα της 24.9.2010.  Ως εκ τούτου, θα απέχω να εξετάσω το διάταγμα της 24.9.2010 ως εκτός της εμβέλειας της Αίτησης, δεν θα παραλείψω όμως, προς συμπλήρωση των ανωτέρω λεχθέντων ως προς την ορθή πρακτική, να επισημάνω ότι το σκεπτικό του Οικογενειακού Δικαστηρίου στην αίτηση για παραμερισμό, στο οποίο βασίζεται και η Καθ΄Ης η Αίτηση, αντιστρέφει, ως προς ex parte εκδοθέν διάταγμα, την ορθή διάσταση των πραγμάτων αφού επιβάλλει στον κατά παράβαση του θεμελιώδους κανόνα επηρεαζόμενο με το ex parte διάταγμα διάδικο να ζητήσει ο ίδιος αναβολή για να διορθώσει την καθυστέρηση στην επίδοση, και έτσι να επιβαρυνθεί με περαιτέρω καθυστέρηση στην προσπάθεια του να ανατρέψει το διάταγμα, με αποτέλεσμα και ο χρόνος αναθεώρησης του διατάγματος να παρατείνεται πέραν του ήδη ορισθέντος ως αναγκαίου δυνάμει του άρθρου 9(3).  Τούτο ενδεχομένως να ήταν καλός λόγος για να ελεγχθεί το ex parte διάταγμα.

 

Ως προς το πρώτο θέμα που εγείρει ο Αιτητής, είναι γεγονός ότι η επίδοση της ex parte αίτησης που του έγινε την 28.9.2010 ήταν αντικανονική εφ΄όσον ήταν κατά παράβαση της Δ.51(3) όσο και της Δ.48 θ.3, της ex parte αίτησης καταστάσας με τις οδηγίες του Οικογενειακού Δικαστηρίου αίτησης δια κλήσεως.  Οι συνέπειες όμως τούτου διέφεραν από τις συνέπειες της μη σύννομης επίδοσης του ex parte εκδοθέντος την 24.9.2010 διατάγματος, στις οποίες και αναφέρθηκα πιο πάνω.  Εδώ η μη τήρηση των προνοιών των θεσμών δεν επηρέαζε τον Αιτητή εφ΄όσον δεν τον εβάρυνε, ως προς την υπόλοιπη επιδοθείσα αίτηση, οποιοδήποτε διάταγμα του οποίου η ισχύς θα παρατείνετο ανεπίτρεπτα αν ο ίδιος εμφανίζετο και ζητούσε αναβολή για να καταχωρήσει ένσταση.  Η καθυστέρηση θα επηρέαζε την Καθ΄Ης η Αίτηση και μόνο, η οποία επιδίωξε την έκδοση των υπολοίπων διαταγμάτων.  Δεν θα θεωρούσα λοιπόν το μη σύννομο της επίδοσης της υπόλοιπης αίτησης, την οποία και μόνο αφορά η Αίτηση, ως καλό λόγο για την έκδοση διατάγματος Certiorari.

 

Ο Αιτητής όμως έχει δίκαιο ως προς την άλλη εισήγηση του, η οποία και ουσιαστικά δεν απαντάται από την Καθ΄Ης η Αίτηση.  Τα εκδοθέντα διατάγματα για τη φύλαξη του ανηλίκου και τον καθορισμό του τόπου διαμονής του, αν και εκδοθέντα επί ενδιάμεσης αίτησης, δεν έχουν χρονικό περιορισμό.  Στο ίδιο το πρακτικό του Δικαστηρίου αναφέρονται οι πρόνοιες των διαταγμάτων χωρίς οτιδήποτε που να τα συσχετίζει με την κυρίως αίτηση, ώστε όντως να είναι διατυπωμένα στο διηνεκές.  Τούτο συνιστά υπέρβαση δικαιοδοσίας και νομικό σφάλμα που είναι εκδήλως έτσι στην ίδια την όψη του φακέλου και αρμόζει να ελεγχθεί με διάταγμα Certiorari, το οποίο και ακολούθως εκδίδεται ώστε να ακυρώνονται τα εν λόγω διατάγματα.

 

 

 

                                                      Δ. Χατζηχαμπής, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ»Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο