ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 393/2008)

 

3 Φεβρουαρίου, 2011

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΑΡΘΡΟ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ  ΛΕΑΝΔΡΟΥ  ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ,

 

Αιτήτρια,

ν.

 

 

ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ  ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

 

Καθ' ου η Αίτηση.

________________________

 

Επαμεινώνδας Κορακίδης, για την Αιτήτρια.

Θεοδώρα Πιπερή-Χριστοδούλου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τον Καθ' ου η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Η αιτήτρια, με την παρούσα προσφυγή, ζητά από το Δικαστήριο όπως κηρύξει άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 5/12/2007, με την οποία εγκρίθηκαν τα Σχέδια των Πολεοδομικών Ζωνών της Περιφέρειας ΧΙΙ της Επαρχίας Πάφου, και με την οποία το μεγαλύτερο μέρος του κτήματός της, με Αρ. Εγγραφής 5045, στο χωριό Αναρίτα, εντάχθηκε στην Πολεοδομική Ζώνη Ζ3.  Η Γνωστοποίηση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου - (΄Αρθρο 34Α(12) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972, (Ν. 90/72), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος») - έγινε στις 21/12/2007.

 

Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, όπως αυτό δίδεται με την ένσταση των καθ' ων η αίτηση και δεν αμφισβητείται, στις 24/1/2003, δημοσιεύτηκε, με βάση το εδάφιο (6) του ΄Αρθρου 34Α του Νόμου, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, η Γνωστοποίηση Αρ. 84, για την αναθεώρηση των Πολεοδομικών Ζωνών της κοινότητας Αναρίτας, της επαρχίας Πάφου.  Εντός της οκτάμηνης προθεσμίας, η οποία τάσσεται από το Νόμο, υποβλήθηκαν εννέα εμπρόθεσμες ενστάσεις.  Η αιτήτρια δεν υπέβαλε ένσταση.  Στη συνέχεια, το Υπουργείο Εσωτερικών απέστειλε τις ενστάσεις στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, για να ετοιμαστούν τα έντυπα μελέτης τους, τα οποία αποτελούν απαραίτητα στοιχεία για τη διεκπεραίωση της διαδικασίας μελέτης, όπως αυτή καθορίζεται σε σχετική εγκύκλιο του Υπουργού Εσωτερικών, (ο «Υπουργός»).  Οι ενστάσεις μελετήθηκαν από την Επιτροπή Μελέτης Ενστάσεων, (η «Επιτροπή»), στην οποία συμμετέχουν ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ή εκπρόσωπός του, ο οικείος ΄Επαρχος ή εκπρόσωπός του και ο Πρόεδρος της ΄Ενωσης Κοινοτήτων ή εκπρόσωπός του.  Αφού εξετάστηκαν οι ενστάσεις, η Επιτροπή τις υπέβαλε, μαζί με τις εισηγήσεις της, στον Υπουργό, ο οποίος, μαζί με τις δικές του συστάσεις ή παρατηρήσεις, τις υπέβαλε στο Υπουργικό Συμβούλιο, όπως προβλέπεται στο ΄Αρθρο 34Α(10) του Νόμου.

 

Στις 5/12/2007, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε να εγκρίνει τα Σχέδια των Πολεοδομικών Ζωνών - (΄Αρθρο 34Α(11) του Νόμου) - σύμφωνα με τις συστάσεις του Υπουργού, όπως αυτές, συνοπτικά, περιγράφονταν στον Πίνακα της Πρότασης.  Ακολούθησε η σχετική Γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ως πιο πάνω. 

 

Η αιτήτρια, για ακύρωση της απόφασης, προβάλλει ότι αυτή είναι αυθαίρετη και/ή λήφθηκε καθ' υπέρβαση του Νόμου, αφού δεν της  δόθηκε το δικαίωμα να ενστεί, λήφθηκε χωρίς τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας και είναι αποτέλεσμα πεπλανημένης αντίληψης των πραγμάτων.  Η ίδια, καθώς αναφέρει, από το 1998 είναι ιδιοκτήτρια του κτήματος με Αρ. Εγγραφής 5045, τεμάχια 211 και 212, Φύλλο/Σχέδιο LΙ/23, στο χωριό Αναρίτα.  Δεν υπέβαλε ένσταση για την αναθεώρηση των Πολεοδομικών Ζωνών, αφού το κτήμα της, το οποίο βρισκόταν σε Πολεοδομική Ζώνη Γ3 - Γεωργική, με συντελεστή δόμησης 10%, δεν επηρεάστηκε καθ' οιονδήποτε τρόπο.  Παρέμεινε στην ίδια Πολεοδομική Ζώνη.  Στη συνέχεια, όμως, με την ολοκλήρωση της διαδικασίας υποβολής και εξέτασης των ενστάσεων και τη δημοσίευση της Γνωστοποίησης, το μεγαλύτερο μέρος του εντάχθηκε σε Ζώνη Προστασίας - Ζ3, με συντελεστή δόμησης 1%, ένα μέρος του σε Οικιστική Ζώνη - Η3 και ένα μέρος του σε Παραθεριστική Ζώνη - Π1.  Η ένταξή του στη Ζώνη Προστασίας Ζ3, καταλήγει, μειώνει την αξία του σημαντικά.  Μεταξύ των δύο τεμαχίων του κτήματός της διέρχεται μικρού πλάτους αργάκι, το οποίο συνεχίζει τόσο βόρεια όσο και νότια.  Τα γειτονικά του τεμάχια δεν εντάχθηκαν σε ζώνη προστασίας αλλά βρίσκονται είτε σε οικιστική είτε σε γεωργική ζώνη.  Η επιτόπου κατάσταση δεν υποδηλώνει ότι υπάρχει αργάκι, ώστε να τίθεται ζήτημα προστασίας του.  Περαιτέρω, το εν λόγω αργάκι συνεχίζει προς το κέντρο του χωριού, όπου η ζώνη είναι οικιστική, χωρίς να υπάρχει ζώνη προστασίας του.

 

  Οι καθ' ων η αίτηση, με τη γραπτή τους αγόρευση, εγείρουν προδικαστικά ζήτημα εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.  Αυτή, ισχυρίζονται, είναι κανονιστικού χαρακτήρα και, ως τέτοια, εκφεύγει του Αναθεωρητικού Ελέγχου του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος.  Είναι η θέση τους ότι το Πολεοδομικό Σχέδιο δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά πράξη κανονιστικού χαρακτήρα, ως εκ του ρυθμιστικού περιεχομένου της.  Προς ενίσχυση του ισχυρισμού τους, παραπέμπουν στο Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Πέμπτη ΄Εκδοση, Ενημερωμένη, από Π.Μ. Ευστρατίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα 2004.  Παράλληλα, θέτουν ζήτημα εννόμου συμφέροντος της αιτήτριας να προωθήσει την προσφυγή της, δεδομένου ότι αυτή δε συμμετείχε στη διαδικασία εξέτασης των ενστάσεων, όπως καθορίζεται από το Νόμο.

 

Ο συνήγορος της αιτήτριας, στα πιο πάνω, αντιτείνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι γενικού και αόριστου χαρακτήρα, εφόσον η οριστικοποίηση των Σχεδίων Πολεοδομικών Ζωνών έχει ειδικό χαρακτήρα.  Επηρεάζει συγκεκριμένα ακίνητα, παρά το γεγονός ότι ο αριθμός τους είναι μεγάλος, και, ως εκ τούτου, πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελεί το σύνολο πολλών ατομικών διοικητικών πράξεων.  Ο τρόπος, υποβάλλει, με τον οποίο επηρεάστηκε το κτήμα της αιτήτριας - από τη μια, δεν της δόθηκε η ευκαιρία να ενστεί και, από την άλλη, δε φαίνεται τι λήφθηκε υπόψη και τι μεσολάβησε για τον επηρεασμό του - καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση παράνομη.  Από το διοικητικό φάκελο δεν προκύπτει το Υπουργικό Συμβούλιο να ασχολήθηκε, καθ' οιονδήποτε τρόπο, με το συγκεκριμένο κτήμα, το οποίο, όμως, τελικά, επηρεάστηκε.  Το γεγονός αυτό, καταλήγει, συνιστά όχι μόνο υπέρβαση εξουσίας αλλά και πλάνη ως προς τα γεγονότα.  Προφανώς, το Υπουργικό Συμβούλιο, όταν ενέκρινε τα αναφερόμενα στην Πρόταση από τον Υπουργό, στην οποία δεν υπάρχει αναφορά στο κτήμα της αιτήτριας, τελούσε υπό πλάνη.  Τέλος, προβάλλει ότι ούτε δέουσα έρευνα ούτε αιτιολογία υπάρχει στην προσβαλλόμενη απόφαση. 

 

Το επιχείρημα των καθ' ων η αίτηση για έλλειψη εννόμου συμφέροντος της αιτήτριας δεν ευσταθεί.  ΄Εχοντας ως δεδομένο ότι το καθεστώς του κτήματος της αιτήτριας, με τη δημοσίευση στις 24/1/2003 της Γνωστοποίησης, δε διαφοροποιήθηκε, αφού αυτό παρέμεινε στη ζώνη στην οποία βρισκόταν και προηγουμένως, η ίδια δεν είχε λόγο να ενστεί και να λάβει μέρος στη διαδικασία εξέτασης των ενστάσεων.  Λόγο απέκτησε μετά την οριστικοποίηση των Σχεδίων, αφού τότε το κτήμα της επηρεάστηκε.

 

Η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή, επίσης, δεν ευσταθεί.  Με τη δημοσίευση του Σχεδίου Πολεοδομικής Ζώνης για συγκεκριμένη περιοχή μέσω της Γνωστοποίησης, η οποία γίνεται σύμφωνα με το ΄Αρθρο 34Α(11) του Νόμου, φαίνεται ότι η διαδικασία, η οποία προβλέπεται στο Νόμο, ολοκληρώνεται.  Η οριστικοποίηση του Σχεδίου, μετά την επικύρωσή του από το Υπουργικό Συμβούλιο, αποτελεί την τελική πράξη σύνθετης διοικητικής ενέργειας, τη μόνη, πλέον, εκτελεστή, και δεκτική προσβολής δι' αιτήσεως ακυρώσεως.  Καταλήγω ότι η Γνωστοποίηση της 21/12/2007, εφόσον, με αυτήν, το κτήμα της αιτήτριας επηρεάστηκε ως προς το καθεστώς ανάπτυξής του, έστω και αν επηρεάζονται και κτήματα άλλων ιδιοκτητών, παραδεκτά προσβάλλεται.  Η προσβολή της διαπιστώνεται ότι έγινε εμπροθέσμως και, ως εκ τούτου, προχωρώ να εξετάσω τους λόγους ακυρότητας που προβάλλονται.

 

Στην υπόθεση Ιωσηφίδης ν. Γεν. Εισαγγελέως (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599, σε σχέση με την επιλογή λύσεων, αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 4608)

 

«Εφόσον η επιλογή της Διοίκησης ήταν αποτέλεσμα της διεξαγωγής δέουσας έρευνας, στην απουσία οποιωνδήποτε ενδείξεων ότι η Διοίκηση ενήργησε κάτω από το βάρος πλάνης ή καθ' υπέρβαση εξουσίας, το Δικαστήριο αρνείται να επέμβει και αντικαταστήσει έτσι τη διακριτική εξουσία της Διοίκησης με τη δική του.  Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε περιπτώσεις επιλογής ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες εφικτές λύσεις, στις οποίες υπεισέρχονται τεχνικά ζητήματα ή ζητήματα που χρειάζονται εξειδικευμένη γνώση.»

 

 

 

Προβάλλει η αιτήτρια ότι ο επηρεασμός του κτήματός της έγινε χωρίς να προηγηθεί οποιαδήποτε έρευνα, αλλά και χωρίς αυτός να αιτιολογείται, καθ' οιονδήποτε τρόπο, είτε με την απόφαση είτε με το περιεχόμενο του φακέλου.

 

Αντίθετη, βέβαια, είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση, οι οποίοι, με αναφορά σε νομολογία, υποστηρίζουν ότι την ευθύνη του καταρτισμού της γενικής και ευρύτερης πολεοδομικής ρύθμισης τη φέρει η διοίκηση και ότι το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται σε θέματα που εμπίπτουν στη σφαίρα εμπειρογνωμόνων, εκτός εάν πεισθεί ότι υπάρχει πλάνη περί τα πράγματα, γιατί η διοίκηση έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής της εξουσίας.  Η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, καταλήγουν, συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου.

 

΄Εχω εξετάσει όσα οι συνήγοροι προώθησαν με τις γραπτές και προφορικές αγορεύσεις τους και έχω διεξέλθει με προσοχή τα επισυνημμένα στην ένσταση έγγραφα και το διοικητικό φάκελο.  Δεν υπάρχει σε αυτά οτιδήποτε που να αφορά το κτήμα της αιτήτριας.   Εκείνο το οποίο προκύπτει είναι ότι μερικές από τις ενστάσεις, κατά τη διαδικασία εξέτασής τους, έγιναν αποδεκτές, για λόγους που δεν αφορούν την παρούσα διαδικασία.  Πώς προέκυψε ο επηρεασμός του κτήματος της αιτήτριας δε φαίνεται, ούτε και αιτιολογείται.  Οι εισηγήσεις προς τον Υπουργό δεν περιέχουν οτιδήποτε, που είτε να αποκαλύπτουν δέουσα έρευνα, είτε να συνιστούν αιτιολογία για τον επηρεασμό του συγκεκριμένου κτήματος.  Πώς υποστηρίχθηκε η Πρόταση από τον Υπουργό προς το Υπουργικό Συμβούλιο, παραμένει, επίσης, άγνωστο, παρά την υποχρέωση τήρησης άρτιων πρακτικών κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία - (΄Αρθρο 23(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/99), Medcon Construction and Others v. Republic (Mimister of Finance and Others) (1968) 3 C.L.R. 535).  Τα στοιχεία ενώπιόν μου είναι ελλιπή, σε βαθμό που δεν αποκαλύπτουν έρευνα, ούτε συνιστούν αιτιολογία, με αποτέλεσμα να πλήττεται το κύρος της προσβαλλόμενης απόφασης, στην έκταση που αυτή αφορά τα τεμάχια της αιτήτριας.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα υπέρ της αιτήτριας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 

                                                                         Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                                      Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο