ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 32/2010)

 

 

11 Φεβρουαρίου, 2011

 

 

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΙΤΑ,

 

Αιτητής,

 

ν. 

 

       ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

   1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ,

 

Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Αίτηση ημερομηνίας 9/9/2010

 

Δ. Στεφανίδης για Ιεροθέου & Καμπέρης, για τον Αιτητή.

 

Μ. Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα ενδιάμεση αίτηση του ο αιτητής επιδιώκει αριθμό τροποποιήσεων του υπό στοιχείο «Β» αιτητικού της κύριας αίτησης του, έτσι ώστε «να μην εμποδισθεί», σύμφωνα με τον ενόρκως δηλούντα για λογαριασμό του, «τις πράγμασιν, ή επί της ουσίας εξέταση της ασκηθείσας προσφυγής του Αιτητή και να μην θιγεί στην ίδια την ουσία το δικαίωμα πρόσβασης του Αιτητή στο Δικαστήριο».

 

Κατ' αρχή θα πρέπει να λεχθεί ότι της καταχώρισης της πιο πάνω αίτησης προηγήθηκε η καταχώριση της ένστασης των καθ'ων η αίτηση στην κυρίως αίτηση, όπως και οι καταχωρίσεις των γραπτών αγορεύσεων τόσο για τον αιτητή όσο και για τους καθ'ων η αίτηση. Θα πρέπει επίσης να λεχθεί ότι της καταχώρισης της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης προηγήθηκε επίσης, με τη συγκατάθεση της άλλης πλευράς, έγκριση προφορικού αιτήματος που υποβλήθηκε από πλευράς συνηγόρων του αιτητή για τροποποίηση του τίτλου, έτσι ώστε να διορθωθεί η σειρά με την οποία ο Υπουργός Οικονομικών και το Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού αναφέροντο στον αρχικό τίτλο.

 

Το κείμενο το αιτητικού «Β», του οποίου την τροποποίηση ο αιτητής επιδιώκει, έχει ως πιο κάτω: Να σημειωθεί ότι τα μεν αποσπάσματα, των οποίων επιδιώκεται η διαγραφή, εμφανίζονται στο πιο κάτω κείμενο διαγραμμένα, οι δε επιδιωκόμενες προσθήκες με έντονα γράμματα:

 

"Β. Δήλωση και/ή Απόφαση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη του Καθ'ου η αίτηση αρ. 1 2 να εφαρμόσει το Άρθρο 122 του Συντάγματος, την απόφαση 43.054/14.9.1995 του Υπουργικού Συμβουλίου και την εγκύκλιο 1091/13.10.1995 του Διευθυντή Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, σε συνδυασμό με την επιφύλαξη του Κανονισμού 7(1) της ΚΔΠ 175/95, τον Κανονισμό (8)(γ)(ιιι) της ΚΔΠ 175/95 και τον Κανονισμό 12 ή 11 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Απολαβές, Επιδόματα και άλλα Οικονομικά Ωφελήματα των Δημοσίων Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1995 έως 1996 όπως αντικαταστάθηκε από τον Κανονισμό 2 ή 3 της ΚΔΠ 146/2000 για διατήρηση και/ή τοποθέτηση του αιτητή, Μόνιμου Λειτουργού Επιθεώρησης Εργασίας, Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας, Κλίμακα Α5 (2η βαθμίδα), από τις 15.1.2009, στην 11η βαθμίδα της Κλίμακας Α5, ως εκ του μισθού που ελάμβανε από την προηγούμενη εργασία του ως ωρομίσθιος Τακτικός Συνεργάτης Βοηθός Μηχανικός στο Τμήμα Τεχνικών Υπηρεσιών στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου, υπό την καταληκτική μισθοδοσία του στην Κλίμακα Α6 (6η βαθμίδα), με ό,τι τούτο συνεπάγεται ως προς τα δικαιώματα και ωφελήματά του, συνιστά ουσιαστικά δέσμια ενέργεια και συναφώς αποτελεί παράλειψη και συνιστά οφειλόμενη ενέργεια, η οποία θα έπρεπε να είχε διενεργηθεί και που δεν μπορεί να συνεχίσει και άρα θα πρέπει να διαταχθεί όπως διενεργηθεί από πλευράς του καθ'ου η αίτηση αρ. 1 2 παν ό,τι πρέπει να διενεργηθεί κατά το Νόμο."

 

 

Με την αίτηση επιδιώκονται επίσης ανάλογες τροποποιήσεις στα νομικά σημεία (σημεία 6, 7 και 8) που υποστηρίζουν την κυρίως αίτηση του αιτητή.

 

Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, διατυπώνεται η θέση ότι «είναι σκόπιμο και ορθό να γίνουν οι αντικαταστάσεις, η διαγραφή και οι προσθήκες .. για σκοπούς καταχώρησης αναδιαμορφωμένης, ακριβέστερης και/ή διαφωτιστικότερης, νεότερης γραπτής αγόρευσης εκ μέρους του Αιτητή, η οποία εν πολλοίς θα είναι η ίδια με την ήδη καταχωρηθείσα, λόγω της παραδρομής που αφορά στις πιο πάνω αντικαταστάσεις, διαγραφές και προσθήκες».

 

Η αίτηση για τροποποίηση αντιμετώπισε την ένσταση της άλλης πλευράς, η οποία στο κύριο σώμα της ένστασης της προβάλλει επτά συνολικά λόγους ένστασης, τους οποίους θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω:

 

"1. Με την αίτηση τροποποίησης επιχειρείται η καταχώρηση νέας Προσφυγής εναντίον ισχυριζόμενης παράλειψης του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.

 

2. Τυχόν έγκριση της αίτησης τροποποίησης θα απέληγε στην ανεπίτρεπτη προσβολή με ενιαίο δικόγραφο μιας πράξης του Υπουργού Οικονομικών και μιας παράλειψης του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.

 

3.  Η αίτηση του Αιτητή γίνεται κατά κατάχρηση της δικαιοδοσίας και των εξουσιών του Δικαστηρίου.

 

4.  Τυχόν έγκριση της αίτησης θα οδηγήσει σε επανακρόαση της υπόθεσης και/ή τον εκτροχιασμό της δίκης από τα παραδεκτά και/ή διαδικαστικά πλαίσια εξέτασης Προσφυγών.

 

5. Τυχόν έγκριση της αίτησης θα οδηγήσει σε ουσιαστική αλλαγή της εμβέλειας της Προσφυγής και/ή ριζική μεταβολή της βάσης αυτής.

 

6. Τυχόν έγκριση της αίτησης θα οδηγήσει έμμεσα και/ή συγκεκαλυμμένα σε αίτημα για αναθεώρηση της απόφασης ημερομηνίας 24.4.09 του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, εκτός των χρονικών ορίων που θέτει το Σύνταγμα.

 

7.  Η αίτηση γίνεται παράτυπα."

 

 

Ήταν η θέση των ευπαίδευτων συνηγόρων του αιτητή ότι με την αίτηση τροποποίησης δεν επιδιώκεται, ως η άλλη πλευρά υποστηρίζει, «συγκεκαλυμμένο αίτημα» για αναθεώρηση της απόφασης ημερομηνίας 24/4/2009 του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού εκτός των χρονικών ορίων που θέτει το Σύνταγμα. Εκείνο που ο αιτητής επιδιώκει, σύμφωνα πάντα με τους ευπαίδευτους συνηγόρους του, είναι η προσβολή παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας της διοίκησης, στοιχείο που τοποθετεί την παρούσα περίπτωση εκτός της εμβέλειας του χρονικού περιορισμού των             75 ημερών που θέτουν οι πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος. Παράλληλα, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του αιτητή, υποστηρίζουν ότι με τις προβαλλόμενες ενστάσεις τους, οι καθ'ων η αίτηση παραβιάζουν το δικαίωμα του αιτητή για πρόσβαση στο Δικαστήριο, καθώς επίσης και τις αρχές της δίκαιης δίκης.

 

Τις αντίθετες απόψεις υποστηρίζει η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ'ων η αίτηση, η οποία κάμνοντας ιδιαίτερη αναφορά στην προσφυγή 689/09 που ο αιτητής είχε καταχωρίσει αλλά στη συνέχεια απέσυρε, κάλεσε το Δικαστήριο να απορρίψει την αίτηση με έξοδα.

 

Η εξουσία του Δικαστηρίου σε τέτοιες περιπτώσεις είναι ευρεία, οι δε αρχές που την διέπουν πολύ καλά γνωστές, γι' αυτό θεωρώ περιττό να αναφερθώ σ' αυτές με λεπτομέρεια. Περιορίζομαι να υπενθυμίσω ότι σύμφωνα με τις εν λόγω αρχές, δεν επιτρέπεται η τροποποίηση, αν έγκριση της θα οδηγήσει στην καταχώριση άλλης, νέας προσφυγής εναντίον διοικητικής απόφασης, η οποία αν καταχωρείτο κατά το χρόνο της τροποποίησης θα ήταν εκπρόθεσμη. (Paralimni Bros. Co. v. Republic (1967) 3 C.L.R. 559 και Lanitis Farm Ltd. v. Republic (1982) 3 C.L.R. 124).

 

Στην περίπτωση μας ο αιτητής, αρχικά καταχώρισε την προσφυγή 689/09, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται στην ένσταση. Είναι αρκετό να διεξέλθει ένας τις αιτούμενες με την εν λόγω προσφυγή θεραπείες, για να καταλήξει με ασφάλεια ότι με την εν λόγω προσφυγή προσβαλλόταν η απόφαση του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, δηλαδή των καθ'ων η αίτηση 2 στην παρούσα προσφυγή, ημερομηνίας 24/4/2009, με την οποία αποφασίστηκε ότι η τοποθέτηση του αιτητή στη μισθολογική βαθμίδα της θέσης που διορίστηκε ήταν ορθή και συνεπώς το αίτημα του για διατήρηση του μισθού που λάμβανε στην προηγούμενη εργασία του ως ωρομίσθιος Τακτικός Συνεργάτης Βοηθός Μηχανικός στο Τμήμα Τεχνικών Υπηρεσιών του ΡΙΚ, θα έπρεπε να απορριφθεί και απορρίφθηκε.

 

Κεντρικό άξονα γύρω από τον οποίο περιστρέφοντο οι προβαλλόμενες στα πλαίσια της προσφυγής 689/2009 θέσεις του αιτητή, ήταν ότι η εκεί προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο. Ως αποτέλεσμα, το θέμα παραπέμφθηκε στον Υπουργό Οικονομικών, στον οποίο παρέχεται δυνάμει του Κανονισμού 7(1) της Κ.Δ.Π. 175/95, η εξουσία να εξετάζει και να αποφαίνεται επί του συγκεκριμένου θέματος. Ο Υπουργός Οικονομικών με απόφαση του, την προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση ημερομηνίας 6/11/2009, απέρριψε το αίτημα του αιτητή για διατήρηση της μισθοδοσίας του για σκοπούς μισθοδοτικής του τοποθέτησης με το διορισμό του από 15/1/2009 στη θέση Επιθεωρητή Εργασίας, Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας, στη Δημόσια Υπηρεσία.

 

Προς ολοκλήρωση της εικόνας που αναδύεται μέσα από τα γεγονότα, θα πρέπει να λεχθεί ότι στην επιστολή των δικηγόρων του αιτητή ημερομηνίας 16/3/2009, στην οποία απάντησε με την προσβαλλόμενη με την προσφυγή 689/2009 απόφαση του το Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, δεν γινόταν οποιαδήποτε αναφορά στον Κανονισμό 7 της Κ.Δ.Π. 175/95.

 

Είναι προφανές ότι έγκριση της παρούσας αίτησης αναπόφευκτα θα οδηγήσει στη συμπερίληψη στην παρούσα προσφυγή και του αιτήματος να ακυρωθεί η απόφαση ημερομηνίας 24/4/2009 της οποίας την ακύρωση ο αιτητής επεδίωκε με την προσφυγή του 689/09, την οποία απέσυρε στις 5/2/2010. Αυτό όμως θα ισοδυναμούσε με έγκριση αιτήματος για εκπρόθεσμη αναθεώρηση της απόφασης ημερομηνίας 24/4/2009 του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.

 

Η θέση του αιτητή ότι με την παρούσα αίτηση δεν επιδιώκεται αναθεώρηση διοικητικής απόφασης, αλλά η προσβολή συνεχούς παράλειψης της διοίκησης να τοποθετήσει τον αιτητή σε άλλη μισθολογική κλίμακα και συνεπώς πρόκειται για συνεχή παράλειψη της διοίκησης να προβεί σε οφειλόμενη ενέργεια, δεν με βρίσκει σύμφωνο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η                    κατ' ισχυρισμό παράλειψη της διοίκησης να τοποθετήσει τον αιτητή σε συγκεκριμένη μισθολογική κλίμακα, εμπεριέχει αίτημα για αναθεώρηση της απόφασης να τοποθετηθεί σε άλλη κλίμακα. Η τοποθέτηση του αιτητή στην κλίμακα Α5, 2η βαθμίδα, στις 15/1/2009, αποτελεί σαφέστατα θετική εκτελεστή διοικητική πράξη, η οποία όμως δεν προσβλήθηκε με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο εντός της προθεσμίας που καθορίζεται από το άρθρο 146.3 του Συντάγματος. Επομένως, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για συνεχή παράλειψη. (Βλ. Κωνσταντίνος Μεσαρίτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 694).

 

Ενόψει των πιο πάνω κρίνω ότι έγκριση της παρούσας αίτησης θα οδηγούσε στην ουσία σε καταχώριση άλλης νέας προσφυγής εναντίον διοικητικής απόφασης, η οποία θα ήταν εκπρόθεσμη.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή, υπέρ των καθ'ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή. Θα καταβληθούν όμως στο τέλος της υπόθεσης.

 

 

 

 

 

                                                       Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,

                                                                  Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο