ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                   

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

       

                                   &nb sp;                             Υπóθεση  αρ. 1855/2008

 

 

14 Φεβρουαρίου, 2011

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 TOY ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.                CYBARCO PLC

2.                FRANCOUDI & STEFANOU LTD

3.                ΑΘΗΝΑ Α.Τ.Ε.

4.                J & P AVAX SA

5.                JOANNOU & PARASKEVAIDES LTD

6.                PANDORA INVESTMENTS PUBLIC LTD

7.                C.A.D.S. HOLDINGS LTD

                                                                   Aιτητές

 

-         ΚΑΙ  -

 

1.  ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ

2.  ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η/ΚΑΙ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ,

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

Καθών η αίτηση

........

Λ. Παπαφιλίππου με Χρ. Χριστοφίδη,  Γ. Βαλιαντή και Π. Χριστοφίδη  για τους αιτητές

Χρ. Μ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Κλεάνθους (κα), για την καθής η αίτηση 1

Ρ. Παπαέτη (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον καθ' ου η  αίτηση 2

Ν. Παπαευσταθίου για το ενδιαφερόμενο μέρος Κοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos

 

A Π Ο Φ Α Σ Η

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Την 1/12/2008 οι αιτητές καταχώρησαν την υπό τον άνω αριθμό και τίτλο προσφυγή με την οποία (όπως αυτή τροποποιήθηκε με διάταγμα του Δικαστηρίου ημερ. 19/2/2009) ζητούν δήλωση του δικαστηρίου ότι η απόφαση της καθής η αίτηση αρ. 1 ημερ. 27/11/2008 με την οποία ακύρωσε την απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής, ήτοι του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερ. 10/6/2008 για την ανάθεση στους αιτητές ή στην Κοινοπραξία τους, της Σύμβασης για το Σχεδιασμό, Κατασκευή, Χρηματοδότηση, Λειτουργία και Μεταβίβαση της Προτεινόμενης Μαρίνας Πάφου (Ανάπτυξη Τύπου D.B.F.O.T. αρ. Προκήρυξης Y.E.Β & T./AM/1/2006) είναι άκυρη και στερημένη κάθε έννομου αποτελέσματος.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Τα γεγονότα αυτής της υπόθεσης περιληπτικά έχουν ως ακολούθως:  Στις 30/9/2005 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ο διαγωνισμός για την επιλογή αναδόχου με διαπραγμάτευση και κριτήριο επιλογής την πλέον συμφέρουσα προσφορά που αφορούσε «Σύμβαση για τον Σχεδιασμό, Κατασκευή, Χρηματοδότηση, Λειτουργία και Μεταβίβαση της Προτεινόμενης Μαρίνας Πάφου».  Τελευταία ημερομηνία υποβολής των προσφορών ήταν η 22/12/2005.  Η Αναθέτουσα Αρχή (Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού) στις 3/6/08 αποφάσισε την κατακύρωση της προσφοράς και την ανάθεση της Σύμβασης για το πιο πάνω έργο στους αιτητές, οι οποίοι, σύμφωνα με την Αναθέτουσα Αρχή, είχαν λάβει τη ψηλότερη συνολική βαθμολογία (84%) με προσφερόμενο ετήσιο μίσθωμα £2.225.000 (ευρώ 3.801.638) σύν 15% ΦΠΑ ή το εκάστοτε σε ισχύ ποσοστό ΦΠΑ με βάση την νομοθεσία.  Η εν λόγω απόφαση κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή του Υπουργείου Εμπορίου ημερ. 10/6/08 (τεκμ. 3 στην αίτηση).

 

Με επιστολή ίδιας ημερομηνίας (10/6/2008) προς το ενδιαφερόμενο μέρος Κοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos, η Αναθέτουσα Αρχή τους πληροφόρησε ότι η δική τους προσφορά δεν έχει επιλεγεί για τους εξής λόγους:

 

«Η συνολική βαθμολογία της προσφοράς σας, σύμφωνα με τον όρο Γ4, Τρόπος Αξιολόγησης και Βαθμολόγησης των Προσφορών (Τεχνικό και Οικονομικό Μέρος) παράγραφος 3 - Συνολική Βαθμολογία του Μέρους Γ. Όροι Εντολής Διαγωνισμού - Σχέδιο Δράσης και του Όρου Α.5.4 Ανάθεση Σύμβασης τους Μέρους Α. Γενικοί Όροι Διαγωνισμού ανέρχεται σε 83,61% ενώ η ψηλότερη συνολική βαθμολογία ανέρχεται στο 84,00% της Κοινοπραξίας Cybarco Plc, Francoudi & Stephanou Ltd, Αθήνα Α.Τ.Ε., J& P / Avax S.A., Joannou & Paraskevaides Ltd, Pandora Investments Public Ltd, C.A.D.S. Holdings Ltd

 

Μετά από καταχώρηση στις 20/6/2008 ιεραρχικής προσφυγής από την Κοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos (πιο κάτω Κοινοπραξία Poseidon), στην οποία εξέθεταν αριθμό λόγων γιατί η προσφορά των αιτητών στην παρούσα (τότε αποκαλουμένων ως ενδιαφερομένων μερών στην ιεραρχική προσφυγή) δεν έπρεπε να γίνει αποδεκτή από την Αναθέτουσα Αρχή, η καθής η αίτηση αρ. 1 Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών  εξέδωσε προσωρινό μέτρο για την μη κατακύρωση της προσφοράς στους αιτητές, το οποίο, στις 24/6/2008 παρατάθηκε μέχρι την έκδοση της τελικής απόφασης.  Στις 27/11/2008 η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών εξέδωσε την τελική απόφασή της με την οποία έκρινε βάσιμη την ιεραρχική προσφυγή και ακύρωσε την υπέρ των αιτητών απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής, με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.

 

Με μονομερή αίτηση ημερ. 1/12/2008 εκδόθηκε και προσωρινό διάταγμα για αναστολή της προσβαλλόμενης με την προσφυγή απόφασης το οποίο αφού αρχικά έγινε επιστρεπτέο, ούτως ώστε να έχουν την ευκαιρία να απαντήσει η καθ' ης η αίτηση 1, (όπως επίσης και το ενδιαφερόμενο μέρος  στους οποίους επιτράπηκε να λάβουν μέρος στη διαδικασία), με απόφαση μου ημερ. 9/1/2009 και για τους λόγους που εκεί αναφέρονται, αυτό έγινε απόλυτο.  Εναντίον αυτής  της απόφασής μου καταχωρήθηκε έφεση η Α.Ε. 6/09, στην οποία εκδόθηκε απόφαση στις 17/7/2009 με την οποία το εκδοθέν προσωρινό διάταγμα ακυρώθηκε, τόσο για την καθ' ης η αίτηση αρ. 1, όσο και για τον καθ' ου η αίτηση 2, που είχε δεχθεί το προσωρινό διάταγμα.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Εκ μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους και της καθ' ης η αίτηση αρ. 1 υπάρχει προδικαστική ένσταση ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής ή/και στην προσβολή της επίδικης διοικητικής πράξης. 

 

Οι αιτητές στην αγόρευση τους για την προδικαστική ένσταση επικαλούνται το άρθρο 60 του περί της Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, Έργα και Υπηρεσίες) Νόμου του 2003 (Ν. 101(Ι)/2003 ως έχει τροποποιηθεί) ο οποίος ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο  και αναφέρουν ότι έχουν κάθε έννομο συμφέρον να προσβάλουν την απόφαση της καθ' ης η αίτηση 1.

 

Αναφορικά με την ουσία της προσφυγής οι λόγοι ακυρώσεως που επικαλούνται οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των αιτητών με τη γραπτή τους αγόρευση είναι: (α) η καθ' ης η αίτηση 1 ενήργησε υπό καθεστώς πλάνης περί τα πράγματα και περί το νόμο, (β) η καθ' ης η αίτηση 1 ενήργησε κατά παράβαση των κανόνων που διέπουν τα της σύνθεσης και λειτουργίας των συλλογικών διοικητικών οργάνων και κατά παράβαση του Ν. 158(1)/99 και την Κ.Δ.Π. 745/2003, (γ) η καθ' ης η αίτηση 1 ενήργησε υπό καθεστώς έλλειψης και/ή υπέρβασης και/ή κατάχρησης εξουσίας και/ή functus officio, (δ) η καθ' ης η αίτηση 1 ενήργησε κατά νόσφιση εξουσίας και/ή υπό καθεστώς έλλειψης εξουσίας και/ή αρμοδιότητας και/ή functus officio διότι έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση μετά τη λήξη της θητείας της, (ε) η συγκρότηση και η σύνθεση της καθ' ης η αίτηση 1 πάσχει γιατί ο Πρόεδρος της δεν έχει «τα ίδια νομικά και επαγγελματικά προσόντα με τους δικαστές» όπως προβλέπει η κοινοτική οδηγία ημερ. 21/12/1989 (89/665/ΕΟΚ).

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος του καθ' ου η αίτηση 2 με τη δική της αγόρευση εγείρει προδικαστική ένσταση ότι κακώς και/ή εσφαλμένα η παρούσα προσφυγή στρέφεται εναντίον του και ότι δεν πρέπει να είναι διάδικος στην παρούσα προσφυγή και επικαλείται την προαναφερθείσα απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Κοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos κα. ν. Cybarco Plc & άλλοι, Α.Ε. 6/2009 ημερ. 17/7/2009.

 

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος της καθ' ης η αίτηση αρ. 1, αφού ισχυρίζεται κι' αυτός ότι ο καθ' ου η αίτηση αρ. 2 δεν είναι αναγκαίος διάδικος, επί της ουσίας της υπόθεσης προωθεί τα ακόλουθα:  (α) ότι η καθ' ης η αίτηση αρ. 1 ορθά έκρινε ότι οι αιτητές δεν είχαν έννομο συμφέρον να ακουστούν κατά την ενώπιον της διαδικασία που οδήγησε στην προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση, (β) ότι ορθά κρίθηκε ότι η προσφορά των αιτητών δεν ικανοποιούσε τους όρους των εγγράφων Προσφοράς (τους οποίους και παραθέτει στην αγόρευση), (γ) δεν παραβιάζονται οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης και το θέμα τούτο ξεκαθάρισε με την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση G. P. Iron & Wood Makers Ltd. v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 155, (δ) ότι ο ισχυρισμός ότι πάσχει η απόφαση καθότι υπογράφεται μόνο από τον Πρόεδρο δεν ευσταθεί αφού τυγχάνει το τεκμήριο της νομιμότητας, (ε) ότι η μη έκδοση απόφασης εντός 30 ημερών δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της και (στ) δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός των αιτητών ότι η απόφαση εκδόθηκε μετά τη λήξη της θητείας της καθ' ης η αίτηση αρ. 1.  Περαιτέρω ισχυρίζονται ότι ούτε ο ισχυρισμός ότι ο Πρόεδρος της Αρχής δεν ικανοποιεί τις προϋποθέσεις της Κοινοτικής Οδηγίας 89/625/ΕΟΚ ημερ. 21/12/1989 ευσταθεί.

 

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του ενδιαφερομένου μέρους (Κοινοπραξία Poseidon) με τη δική του αγόρευση προβάλλει ουσιαστικά τους ίδιους λόγους που προέβαλε και ο δικηγόρος της καθ' ης η αίτηση αρ. 1 αλλά ανέπτυξε αυτούς με περισσότερη λεπτομέρεια.  Πολύ περιληπτικά επανέλαβε και αυτός ότι (α) οι αιτητές δεν έχουν έννομο συμφέρον να προωθούν την προσφυγή για το λόγο η προσφορά τους δεν πληρούσε ουσιώδεις όρους, (β) ότι ο καθ' ου  η αίτηση 2 δεν ήταν αναγκαίος διάδικος και (γ) η σύνθεση και συγκρότηση της καθ' ης αίτηση αρ. 1 ήταν καθόλα νόμιμη όταν λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.  Επομένως εισηγείται ότι η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.

 

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Αξιολογώντας τους πιο πάνω νομικούς λόγους επιβάλλεται όπως εξετάσω πρώτα τον ισχυρισμό ότι ο καθ' ου η αίτηση 2 δεν μπορεί να είναι διάδικος στην παρούσα διαδικασία.   Η θέση του ενδιαφερόμενου μέρους και των καθ' ων η αίτηση είναι ότι σύμφωνα με την προαναφερθείσα απόφαση της Ολομέλειας στην Α.Ε. 6/2009 ημερ. 17/7/2009 είναι σαφές ότι ο καθ' ου η αίτηση 2, δεν μπορούσε και δεν μπορεί να είναι διάδικος.  Πιο συγκεκριμένα, αφού η Ολομέλεια επικαλέστηκε την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών (2007) 3 Α.Α.Δ. 568, ανάφερε τα ακόλουθα:

 

«Πρωτοδίκως το θέμα αυτό, αν και ηγέρθη από το Ενδιαφερόμενο Μέρος, δεν εξετάσθηκε, αυτό δε είναι και το παράπονο στην έφεση.  Και δεν βλέπουμε πως θα μπορούσαμε να μην συμφωνήσουμε με τη θέση του Ενδιαφερόμενου Μέρους.  Η Δημοκρατία, αναφερόμενη στην προσφυγή ως καθ' ης η αίτηση διάδικος μέσω του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, δηλαδή της Αναθέτουσας Αρχής, δεν μπορούσε να είναι τέτοιος διάδικος.  Το σκεπτικό της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας σαφώς την αποκλείει από τη διαδικασία αφ' ης στιγμής η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής απορροφήθηκε στην απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών ως της θεσμικώς προβλεπόμενης δεύτερης βαθμίδας άσκησης διοικητικής εξουσίας στη σύνθετη διοικητική διεργασία που καθιερώθηκε για εξυπηρέτηση του δημοσίου σκοπού.  Έκτοτε, ουδένα λόγο είχε η Αναθέτουσα Αρχή παρά μόνο η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών.  Όλες οι εισηγήσεις της Αιτήτριας προσκρούουν στη δεδομένη ισχύ του λόγου της απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας.  Ούτε, λοιπόν, το οποιοδήποτε διάταγμα μπορούσε να αφορά ευθέως την Αναθέτουσα Αρχή ως διάδικο, ούτε και οι απόψεις της Αναθέτουσας Αρχής μπορούσαν να εκφράζονται εκ μέρους συννόμου διαδίκου στη διαδικασία της προσφυγής.  Σχετικές θα ήσαν βεβαίως οι απόψεις της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών ως εκ του μόνου ορθού διαδίκου στην προσφυγή, και έχει δίκαιο το ενδιαφερόμενο μέρος να παραπονείται ότι οι απόψεις αυτές, όπως διατυπώθησαν στην ένσταση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, δεν ελήφθησαν καθόλου υπ' όψη πρωτοδίκως. 

 

Καταλήγοντας, λοιπόν, ακυρώνονται τα διατάγματα καθ' όσον στρέφονται κατά της Δημοκρατίας.»

 

Με το πιο πάνω σκεπτικό η Ολομέλεια ακύρωσε το προσωρινό διάταγμα στην έκταση που στρεφόταν εναντίον της Αναθέτουσας Αρχής (καθ' ου η αίτηση 2) παρόλο που αυτή είχε δεχθεί τούτο, χωρίς να το εξετάσει στην ουσία του, κάτι που τελικά έπραξε όσον αφορά το προσωρινό διάταγμα εναντίον της καθ' ης η αίτηση αρ. 1 το οποίο εφεσίβαλε το ενδιαφερόμενο μέρος. 

 

Σημειώνω εδώ ότι με ενδιάμεση απόφαση μου ημερ. 16/3/2009 απέρριψα αίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους για διαγραφή του καθ' ου η αίτηση 2 από διάδικος, αναφέροντας και τους λόγους για τους οποίους η παρούσα περίπτωση διαφοροποιείτο από την υπόθεση Κοινοπραξία Carl Bros A/S, Ldk Consultants Engineers and Planners S.A. και Roikos Engineering Consultants S.A. v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω 1. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών και/ή 2. Συμβουλίου Αποχετεύσεως Λεμεσού-Αμαθούντας, υπόθ. αρ. 674/2007 ημερ. 13/1/2009, και την υπόθεση Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών (2007) 3 Α.Α.Δ.568 (Πλήρους Ολομέλειας).  Παρόμοιο αίτημα απέρριψα και σε αίτηση του καθ' ου η αίτηση αρ. 2 με ενδιάμεση απόφαση μου ημερ. 29/5/2009 για τους ίδιους λόγους.  Οι ενδιάμεσες αυτές αποφάσεις εφεσιβλήθηκαν με τις Α.Ε. 41/2009 και Α.Ε. 88/2009 αντίστοιχα, οι οποίες εκκρεμούν.  Παρά ταύτα, στην προαναφερθείσα απόφαση στην Α.Ε. 6/2009 που αφορούσε το προσωρινό διάταγμα, η Ολομέλεια  επιλήφθηκε και αυτού του θέματος.  Παρόλο που διαφωνώ με το σκεπτικό εντούτοις η απόφαση είναι δεσμευτική για το δικαστήριο τούτο, και με τα όσα έχουν εκεί αποφασιστεί, και ανεξάρτητα από το ότι δεν προχώρησε η Ολομέλεια να διαγράψει τον καθ' ου η αίτηση 2 από διάδικο, καταλήγω ότι αυτός δεν έχει λόγο στην παρούσα υπόθεση και γιαυτό δε θα ληφθεί υπόψη η δική του θέση.  Κατά συνέπεια στην έκταση που η προσφυγή στρέφεται εναντίον του καθ' ου η αίτηση αρ. 2, αυτή θα απορριφθεί.

 

Εξέτασα επί του προκειμένω και την απόφαση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώην ΔΕΚ) στην υπόθεση C570/2008 ημερ. 21/10/2010 Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας ν. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών που εκδόθηκε σε προδικαστική παραπομπή με βάση το άρθρο 234 της Συνθήκης, που επικαλέστηκε η πλευρά των αιτητών, αλλά δε βρίσκω να έχει αποφασιστεί οτιδήποτε που να μου επιτρέπει να διαφοροποιήσω τα όσα αποφάσισε η Ολομέλεια στην προαναφερθείσα υπόθεση Α.Ε. 6/2009 ημερ. 17/7/2009 σχετικά με το ότι η Αναθέτουσα Αρχή δεν μπορεί να είναι διάδικος στην παρούσα υπόθεση.  Θα μπορούσα να πράξω τούτο μόνο αν η ουσία της απόφασης του ΔΕΚ ήταν ότι η Δημοκρατία (ως κράτος μέλος) ήταν υπόχρεη να παρέχει και στις Αναθέτουσες Αρχές δυνατότητα άσκησης ένδικης προσφυγής, κάτι όμως που δεν ισχύει.  Το σχετικό μέρος έχει ως εξής:

 

«Το άρθρο 2, παράγραφος 8, της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως έχει τροποποιηθεί με την οδηγία 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, πρέπει να ερμηνευθεί κατά την έννοια ότι τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να παρέχουν και στις αναθέτουσες αρχές δυνατότητα ασκήσεως ένδικης προσφυγής κατά αποφάσεων των κατά βάση αρμοδίων, μη δικαστικών αρχών που είναι υπεύθυνες για τις διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων.  Η διάταξη αυτή δεν απαγορεύει, πάντως, στα κράτη μέλη να παρέχουν τέτοια δυνατότητα, στο πλαίσιο της εθνικής έννομης τάξης, και στις αναθέτουσες αρχές.»

(Η υπογράμμιση είναι δική μου)

 

Με βάση τα πιο πάνω θα προχωρήσω στην εξέταση της υπόθεσης θεωρώντας ως διαδίκους τους αιτητές από τη μια και την καθ' ης η αίτηση 1 και ενδιαφερόμενο μέρος Κοινοπραξία Poseidon από την άλλη.

 

Ως πρώτο θέμα που πρέπει να εξεταστεί είναι ο ισχυρισμός της καθ' ης η αίτηση 1 και ενδιαφερόμενου μέρους ότι οι αιτητές δεν έχουν έννομο συμφέρον να προωθούν την προσφυγή για το λόγο ότι, σύμφωνα με τον ισχυρισμό τους, η προσφορά τους παραβιάζει ουσιώδεις όρους των Εγγράφων των Προσφορών.  Όπως ήδη ανάφερα, η πλευρά του ενδιαφερόμενου μέρους ανάπτυξε τον ισχυρισμό αυτό με περισσότερη λεπτομέρεια.  Για το σκοπό αυτό το ενδιαφερόμενο μέρος επεκτείνεται και σε λόγους άλλους από αυτό που επικαλέστηκε η καθ' ης η αίτηση 1, τους οποίους όπως ισχυρίζεται προέβαλαν ενώπιον της, αλλά δεν εξετάστηκαν.

 

Η καθ' ης η αίτηση 1 με την απόφαση της ημερ. 27/11/2008 επί της ιεραρχικής προσφυγής που άσκησε το ενδιαφερόμενο μέρος και αφού άκουσε την Αναθέτουσα Αρχή και ενδιαφερόμενο μέρος (όχι όμως τους αιτητές), κατέληξε να ακυρώσει την απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής για κατακύρωση της προσφοράς στους αιτητές για τους εξής βασικά λόγους, που παραθέτω αυτούσιους, (σελ. 44-47 της Απόφασης) έστω και αν έτσι μακρυγορώ κάπως:

 

«Οι Αιτητές επικαλέστηκαν τόσο νομικούς όσο και πραγματικούς λόγους για την ακύρωση της απόφασης της Αναθέτουσας Αρχής.  Οι πραγματικοί λόγοι αφορούν την τεχνική πρόταση της επιτυχούσας Κοινοπραξίας.  Πέραν του ότι επί τεχνικών θεμάτων και ιδίως εξειδικευμένων τεχνικών θεμάτων δεν μπορούμε να υποκαταστήσουμε την κρίση των τεχνικών εμπειρογνωμόνων με τη δική μας, κατά πάγια νομολογία, η κρίση αυτή επί καθαρά τεχνικών θεμάτων είναι ανέλεγκτη εκτός εάν διαπιστώνεται πλάνη περί τα πράγματα, έλλειψη αιτιολογίας ή κακή χρήση της διακριτικής εξουσίας της διοίκησης.  Στην παρούσα υπόθεση δεν έχουμε διαπιστώσει πλάνη περί τα πράγματα, έλλειψη αιτιολογίας ή κακή χρήση της διακριτικής εξουσίας κατά την τεχνική αξιολόγηση των προσφορών.  Σχετική είναι η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3017 Αντώνης Ράφτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (5.6.2002) 3 Α.Α.Δ. 345.

 

Ο πρώτος νομικός λόγος που επικαλούνται οι αιτητές αναφέρεται στη μη υποβολή αποσπάσματος ποινικού μητρώου από τις εταιρείες που αποτελούσαν την επιτυχούσα Κοινοπραξία.  Το γεγονός αυτό είναι παραδεκτό και από την Αναθέτουσα Αρχή.  Στα έγγραφα του Διαγωνισμού, Γενικοί Όροι Μέρος Α, στον όρο Α2.1.2.2 «Αποκλεισμός διαγωνιζομένου» στην παράγραφο 2(γ) αναφέρονται τα εξής:

 

«(2)   Οποιοσδήποτε διαγωνιζόμενος αποκλείεται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας από το διαγωνισμό ο οποίος:

      (γ) έχει καταδικαστεί βάσει απόφασης η οποία έχει ισχύ δεδικασμένου, και η οποία διαπιστώνει αδίκημα σχετικό με την επαγγελματική του διαγωγή.»

 

Για να αποδείξουν οι διαγωνιζόμενοι (προσφέροντες) ότι, δεν υπάγονται στην πιο πάνω παράγραφο (γ) έπρεπε σύμφωνα με τον όρο Α2.1.2(5)(α) να προσκομίσουν απόσπασμα ποινικού μητρώου, ή ελλείψει αυτού, ισοδύναμου εγγράφου που εκδίδεται από την αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή της χώρας καταγωγής ή προέλευσης του προσφέροντος.

 

Στον όρο Α2.1.2.(6) προνοείται ότι σε περίπτωση που το οικείο κράτος δεν εκδίδει έγγραφο ή πιστοποιητικό ή σε περίπτωση που το έγγραφο ή πιστοποιητικό αυτό δεν καλύπτει όλες τις περιπτώσεις δηλαδή και την παράγραφο Α2.1.2.2.(γ) αυτό δύναται να αντικαθίσταται από Ένορκη Βεβαίωση του ενδιαφερομένου.  Στην παρούσα υπόθεση η επιτυχούσα Κοινοπραξία υπέβαλε πιστοποιητικά ποινικού μητρώου μόνο για τους διευθυντές των εταιρειών που αποτελούσαν την Κοινοπραξία.  Για τις ίδιες τις εταιρείες που αποτελούσαν την Κοινοπραξία υποβλήθηκαν ένορκες δηλώσεις.

 

Από τους όρους του διαγωνισμού προκύπτει ότι το πιστοποιητικό ποινικού μητρώου έπρεπε να υποβληθεί από τον προσφέροντα.  Στη συγκεκριμένη υπόθεση η Κοινοπραξία είναι ο προσφέρων και όχι οι διευθυντές των εταιρειών που την αποτελούν.  Επομένως το απόσπασμα ποινικού μητρώου έπρεπε να υποβληθεί από τις εταιρείες που αποτελούσαν την επιτυχούσα Κοινοπραξία.  Η ένορκη δήλωση υποβάλλεται μόνο στις περιπτώσεις που το οικείο κράτος δεν εκδίδει πιστοποιητικά ποινικού μητρώου.  Η Κυπριακή Δημοκρατία εκδίδει τέτοια πιστοποιητικά τόσο για τα φυσικά πρόσωπα όσο και για τα νομικά.

Το επιχείρημα της Αναθέτουσας Αρχής ότι τα πιστοποιητικά ποινικού μητρώου θα μπορούσαν να υποβληθούν αργότερα στο στάδιο της διαπραγμάτευσης ή και πριν την υπογραφή της σύμβασης δεν ευσταθεί.  Ο όρος Α4.7 «Περιεχόμενο Υποφακέλων Προσφορών», Α4.7.1 «περιεχόμενα Υποφακέλων «Δικαιολογητικά & Τεχνική Προσφορά», Α4.7.1.1 «Δικαιολογητικά», στην παράγραφο (1) αναφέρεται ότι: «Ο κάθε προσφέρων οφείλει να καταθέσει τα ακόλουθα δικαιολογητικά:  (α) Την εγγύηση συμμετοχής (Παράρτημα 1) (β)  Τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στις παραγράφους Α2.1.2.(5) και (6)».  Ένα από τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στην παράγραφο Α2.1.2(5) είναι και το απόσπασμα ποινικού μητρώου.

 

Είναι φανερό από τον πιο πάνω όρο ότι, ένα από τα δικαιολογητικά που οφείλετο να κατατεθεί με την προσφορά αφού περιλαμβάνετο στον Υποφάκελο «Δικαιολογητικά & Τεχνική Προσφορά» ήταν το απόσπασμα ποινικού μητρώου.  Ο όρος είναι ουσιώδης και αυτό προκύπτει από την επιτακτική διατύπωση του «οφείλει να καταθέσει» αλλά και από το γεγονός ότι περιλαμβάνεται στον ίδιο όρο Α4.7.1.1. με το πολύ σημαντικό έγγραφο που είναι η Εγγύηση Συμμετοχής.

 

Επίσης ο όρος Α4.7.1.1.(2) κάμνει ειδική αναφορά στις κοινοπραξίες:

 

      «2.  Σε περίπτωση κοινοπραξίας φυσικών ή νομικών προσώπων που υποβάλλουν κοινή προσφορά, θα πρέπει να κατατεθούν τα παραπάνω δικαιολογητικά για κάθε συμμετέχοντα στην κοινοπραξία ......» δηλαδή και το απόσπασμα ποινικού μητρώου.»

 

Η μη υποβολή του αποσπάσματος ποινικού μητρώου είναι λόγος αποκλεισμού αφού περιλαμβάνεται στα έγγραφα του όρου Α2.1.2.2 «Αποκλεισμός Διαγωνιζομένου» αλλά και στα δικαιολογητικά που έπρεπε να ευρίσκονται στον υποφάκελο «Δικαιολογητικά & Τεχνική Πρόταση» που κατατέθηκε με την υποβολή της προσφοράς.  Σχετικός είναι ο όρος Α.5.5 «Απόρριψη προσφορών» όπου στην παράγαφο 2(β) αναφέρονται τα εξής:  2.  Μεταξύ άλλων οι πιο κάτω λόγοι αποτελούν λόγο απόρριψης προσφοράς:  (β) όταν δεν υποβληθούν τα δικαιολογητικά που προβλέπουν τα έγγραφα του Διαγωνισμού ή όταν αυτά έχουν υποβληθεί και είναι ανακριβή.

 

Στην παρούσα υπόθεση η προσφορά της επιτυχούσας Κοινοπραξίας δεν ανταποκρίνετο σε ουσιώδη όρο του διαγωνισμού, υπήρχε δηλαδή απόκλιση και μη συμμόρφωση στον ουσιώδη όρο Α4.7.1.1(β) των εγγράφων του διαγωνισμού.

 

Είναι πάγια νομολογημένη αρχή ότι, απόκλιση από ουσιώδεις όρους προσφορών καθιστά την προσφορά άκυρη.  Προσφορά η οποία δεν πληροί και δεν ανταποκρίνεται σε ουσιώδη όρο του Διαγωνισμού είναι άκυρη και δεν μπορεί να εξεταστεί (Αναθεωρητική Έφεση αρ. 903 Τamasos Tobacco Supplier's and Co v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60).

 

Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μας, δεν κρίνουμε σκόπιμο να εξετάσουμε τους υπόλοιπους νομικούς λόγους που επικαλέστηκαν οι Αιτητές για την ακύρωση της απόφασης της Αναθέτουσας Αρχής.  Ως εκ τούτου η Προσφυγή κρίνεται βάσιμη και επιτυγχάνει και η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής ακυρώνεται.»

 

 

Ενόψει των πιο πάνω αυτό που θα εξεταστεί πρώτα είναι η απόφαση της καθ' ης η αίτηση 1 ότι οι αιτητές στην παρούσα παρέβησαν ουσιώδη όρο των προσφορών, δηλαδή την απαίτηση για παρουσίαση πιστοποιητικών ποινικού μητρώου, θέμα που καλύπτεται και από τους νομικούς λόγους της προσφυγής που αφορούν πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο που αναπτύσσονται στη σελ. 20-27 της γραπτής τους αγόρευσης. 

 

Εξέτασα τους αντίστοιχους ισχυρισμούς.  Καταρχήν σημειώνω ότι η παρούσα υπόθεση δεν είναι η περίπτωση όπου η προσφορά κατακυρώθηκε σε κάποιο άλλο από τους αιτητές πρόσωπο (νομικό ή φυσικό) και ζητείται η ακύρωση της, αλλά περίπτωση όπου απλώς ακυρώθηκε η κατακύρωση στους αιτητές για τον προαναφερθέντα λόγο και οι αιτητές αμφισβητούν την ορθότητα του λόγου ακύρωσης της προσφοράς που τους είχε κατακυρωθεί.  Επομένως κρίνω ότι ενόψει και των προνοιών του Άρθρου 60 του προαναφερθέντος Νόμου 101(Ι)/2003 έχουν το δικαίωμα να προσβάλουν τη νομιμότητα της απόφασης της καθ' ης η αίτηση αρ. 1, δικαίωμα άλλωστε που έχουν εν πάση περιπτώσει με βάση το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος εφόσον η απόφαση επηρεάζει άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον τους.  Σχετική είναι και η υπόθεση Δημοκρατία ν. Μάριος Θεοχαρίδης Λτδ. (2008) 3 Α.Α.Δ. 488, όπου αποφασίστηκε ότι:

 

«ένας αποκλεισθείς προσφοροδότης νομιμοποιείται, κατ' αρχήν, να θέσει προς εξέταση ζητήματα που αφορούν στον αποκλεισμό του, η προσφυγή όμως επιτυγχάνει ή αποτυγχάνει με αναφορά αποκλειστικά στη νομιμότητα ή όχι του αποκλεισμού και δεν εξετάζεται οτιδήποτε άλλο αναφορικά με τη διαδικασία».

 

Στην υπόθεση Εταιρεία Γενικών Κατασκευών Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 80 σελ. 87 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

«πότε ένας όρος σε προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού έχει το χαρακτήρα ουσιώδους τύπου εξετάστηκε και πολύ πρόσφατα από την Ολομέλεια στην Α.Ε. 903 Τamassos Tobacco Suppliers & Co v. Republic (1992) 3 Α.Α.Δ. 60Ο δικαστής Πικής επαναδιατυπώνει τη διάκριση τέτοιων όρων σε ουσιώδεις και μη ως εξής:

 

«Τι συνιστά ουσιώδη όρο πλειοδοτικού διαγωνισμού, αποτέλεσε το αντικείμενο μεγάλου αριθμού δικαστικών αποφάσεων.  Η κρίση κατά πόσο τύπος ο οποίος παραβιάζεται αποτελεί ουσιώδη ή επουσιώδη πρόνοια, ανήκει στο δικαστή.  (βλ. Σπηλιωτόπουλος Εγχειρίδικον Διοικητικού Δικαίου έκδοση 1977 σσ 404-405).  Η νομολογία βεβαιώνει ότι το κριτήριο για τον καθορισμό της σημασίας και υπόστασης όρου πλειοδοτικού διαγωνισμού, είναι η σημασία που ενέχει η τήρηση του για την απόφαση για κατακύρωση της προσφοράς.  Ουσιώδης είναι ο όρος η τήρηση του οποίου είναι αποφασιστικής σημασίας για τη λήψη και το περιεχόμενο της απόφασης για την κατακύρωση της προσφοράς.  (βλ. μεταξύ άλλων Medcon Construction & Others v. Republic (1968) 3 C.L.R. 535, Kounnas & Sons v. Republic (1972) 3 C.L.R. 542, Papadopoulos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 154, Vouniotis v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2355, K.& M. Transport Ltd. v. Eteria Fortigon Aftokiniton (EFA) & others (1987) 3 C.L.R. 1939, Μανουτράκο Λτδ. ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας Υπόθεση 1010/87, η απόφαση εκδόθηκε στις 24/3/90 και θα δημοσιευθεί στο (1990) 3 Α.Α.Δ. P Steff & Co. v. Δημοκρατίας - Υπόθεση 891/88, η απόφαση εκδόθηκε στις 11/10/90 και θα δημοσιευθεί στο (1990) 3 Α.Α.Δ.  και Κ.Π. Ιωάννου Λτδ. ν. Δημοκρατίας - Υπόθεση 833/89, η απόφαση εκδόθηκε στις 20/5/91 και θα δημοσιευθεί στο (1991) 4 Α.Α.Δ. )» 

(Η υπογράμμιση είναι δική μου)

 

Στην υπόθεση Ε. Φιλίππου Λτδ. ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 389, 394 αναφέρθηκε ξανά ότι το κατά πόσο ο όρος που παραβιάζεται είναι  ουσιώδης ή μη πρόνοια, ανήκει στο Δικαστή.

 

Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Α.Κ. Χατζηιωάννου & Υιοί (2005) 3 Α.Α.Δ. 467, 472-473 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

 

«Αναφορικά με προσφορές, έχει κριθεί νομολογιακά ότι προσφορά που δεν πληροί ουσιώδη όρο ή όρους του διαγωνισμού είναι άκυρη και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης. (Κ. & Μ. Transport v. E.F.A. & Others (1987) 3 C.L.R. 1939, P. Steff & Co. v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α. Α.Δ. 3343).  Το κριτήριο για να καθοριστεί αν ο όρος της προσφοράς είναι ουσιώδης, είναι η σημασία που ενέχει η συμμόρφωση με αυτό για να αποφασισθεί η κατακύρωση της προσφοράς και ουσιώδης είναι ο όρος του οποίου η τήρηση είναι σημασίας αποφασιστικής για την λήψη και το περιεχόμενο της απόφασης (Tamassos Tobacco Suppliers and Co v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60).  Έχει επίσης επανειλημμένα αποφασισθεί ότι προσφοροδότης που δεν έχει υποβάλει έγκυρη προσφορά στερείται έννομου συμφέροντος να προσβάλει την απόφαση κατακύρωσής της (Atlantic Insurance Ltd v. Συμβουλίου Εμπορίας Κυπριακών Πατατών (1990) 3 Α.Α.Δ. 173, Tylson Engineering Ltd v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 963, Kanika Hotels Ltd v. Δήμου Πάφου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2487).»

 

Προχωρώ λοιπόν στην εξέταση του κατά πόσον η προσφορά των αιτητών παραβίαζε ουσιώδη όρο του διαγωνισμού όπως είχε κρίνει η καθ' ης η αίτηση αρ. 1.

 

Μελέτησα τις αντίστοιχες θέσεις όπως αυτές έχουν αναπτυχθεί, πολύ εμπεριστατωμένα μπορώ να πω, από τους συνηγόρους των διαδίκων.  Από τη διατύπωση των όρων περί παρουσίασης πιστοποιητικού ποινικού μητρώου οι οποίοι φαίνονται και στο σχετικό απόσπασμα που παράθεσα πιο πάνω από την απόφαση της καθ' ης η αίτηση αρ. 1, προκύπτει ότι η απαίτηση είναι επιτακτικής μορφής.  Η ανάγκη για τέτοια παρουσίαση είναι για να διαφαίνεται ότι ο προσφοροδότης δεν έχει καταδικαστεί για αδίκημα όπως εκεί περιγράφεται περιλαμβανομένης και επαγγελματικής διαγωγής του. Η σχετική πρόνοια είναι ότι αποκλείεται από το διαγωνισμό οποιοσδήποτε ο οποίος «έχει καταδικαστεί για τέτοιο αδίκημα».  Με βάση τις αυθεντίες που παράθεσα πιο πάνω, η απόφαση ότι ο όρος είναι ουσιώδης και αν υπήρξε παράβαση του, είναι στο Δικαστή.  Αυτό έχει ιδιαίτερη εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση αφού ο όρος δεν αφορά τεχνικά θέματα.  Από τη στιγμή που οι αιτητές έχουν παρουσιάσει πιστοποιητικά ποινικού μητρώου σχετικά με τους διευθυντές της κάθε εταιρείας που αποτελούσε την Κοινοπραξία και επιπρόσθετα ένορκες δηλώσεις εκ μέρους της κάθε εταιρείας που έδειχναν ότι είχαν λευκό ποινικό μητρώο, είμαι της άποψης ότι δεν έχει διαπιστωθεί ουσιώδης παράβαση του όρου.  Θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα αν οι αιτητές δεν παρουσίαζαν καθόλου τέτοια πιστοποιητικά.  Περαιτέρω ενόψει και της πρόνοιας του Όρου Α5.8.2 που διαλαμβάνει ότι ο προσφέρων στον οποίο θα ανατεθεί η σύμβαση είναι υποχρεωμένος να προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης προσκομίζοντας τα πιστοποιητικά που καθορίζονται στην παράγραφο Α2.1(5), πιο πάνω, μεταξύ των οποίων είναι και τα πιστοποιητικά που αφορούν το ποινικό μητρώο, θα μπορούσε η Αναθέτουσα Αρχή, όπως η ίδια υποστήριξε, αν θεωρούσε ότι τα προσκομισθέντα πιστοποιητικά άφηναν αμφιβολίες για το λευκό μητρώο των αιτητών, να ζητήσει πιστοποιητικά και για τις εταιρείες πέραν αυτών που επισύναψαν οι αιτητές στην προσφορά τους για τους διευθυντές της κάθε εταιρείας και τις ένορκες δηλώσεις.  Αντίθετα η Αναθέτουσα Αρχή τα έχει αποδεχθεί και προχώρησε στην εξέταση της ουσίας της προσφοράς.  Κρίνω ότι τυγχάνουν εφαρμογής τα όσα αποφασίστηκαν στην υπόθεση Zittis v. Republic (1973) 3 C.L.R. 37 που επικαλέστηκαν οι αιτητές.

 

Η εξουσία αποκλεισμού του προσφοροδότη σχετικά με το θέμα του ποινικού μητρώου, όπως διατυπώνεται στους όρους των προσφορών, είναι να έχει καταδικαστεί για αδίκημα όπως περιγράφεται στις σχετικές παραγράφους στις οποίες έγινε αναφορά.  Από τα ενώπιον της καθ' ης η αίτηση 1 γεγονότα, ούτε καν υποψία μπορούσε να υπάρξει για τέτοια καταδίκη.  Εν πάση περιπτώσει μέχρι και την ολοκλήρωση της δίκης δεν έγινε ισχυρισμός ότι οποιαδήποτε από τις εταιρείες της Κοινοπραξίας είχε καταδίκη η οποία, σύμφωνα με τους όρους των προσφορών, αποτελούσε λόγο αποκλεισμού. Ούτε και υπήρξε ισχυρισμός ότι το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων ήταν ανακριβές.  Η περίπτωση διαφοροποιείται πλήρως από την υπόθεση Tamassos πιο πάνω, στην οποία βασίστηκε η καθ' ης η αίτηση 1, αφού εκεί αυτό που απουσίαζε ήταν η εγγυητική και ορθά κρίθηκε ότι δε θα κατακυρώνετο η προσφορά σε πρόσωπο που δεν εγγυάτο την πιστή εκτέλεση του έργου της προσφοράς.

 

Το ίδιο ισχύει και για την υπόθεση Α.Η.Κ. ν. Bulk Oil A.g. (1997) 3 Α.Α.Δ. 182, αφού και εκεί, όπως και στην Tamassos, δεν υπήρξε συμμόρφωση με όρο για παροχή τραπεζικής εγγύησης αλλά απλώς επιστολή από την Συριακή πρεσβεία ότι σε περίπτωση που θα κατακυρώνετο η προσφορά, η Συριακή κυβέρνηση θα ήταν έτοιμη να εγγυηθεί την εκτέλεση της προσφοράς.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω κρίνω ότι με βάση τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης που οι αιτητές δεν απέφυγαν ή παρέλειψαν τελείως να παρουσιάσουν πιστοποιητικά ποινικού μητρώου, η απόφαση της καθ' ης η αίτηση αρ. 1 να ακυρώσει την κατακυρωθείσα από την Αναθέτουσα Αρχή προσφορά στους αιτητές, θα πρέπει να ακυρωθεί.

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πιο πάνω λόγος ήταν και ο μόνος για τον οποίο με την προσβαλλόμενη απόφασή της ημερ. 27/11/2008 η καθ' ης η αίτηση αρ. 1 ακύρωσε την προσφορά των αιτητών, δεν το θεωρώ αναγκαίο να εξετάσω άλλους λόγους που έχουν εγερθεί από τους αιτητές (με εξαίρεση  το λόγο που θα αναφέρω πιο κάτω) και το ενδιαφερόμενο μέρος. 

 

Ο λόγος τον οποίο θα εξετάσω έστω και εκ περισσού είναι ο ισχυρισμός των αιτητών ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει για το λόγο ότι αυτή δεν έχει εκδοθεί μέσα σε 30 ημέρες από την άσκηση της ιεραρχικής προσφυγής όπως προβλέπεται από το άρθρο 56(12) του Ν. 101(Ι)/2003.  Έχω καταλήξει ότι ενόψει των προνοιών του άρθρου 11(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/99 ως έχει τροποποιηθεί) αλλά και της απόφασης της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Pharmanet Ltd κ.α. Α.Ε. 67/2008, 68/2008 και 70/2008 της 10/1/2011, ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) υπέρ των αιτητών και εναντίον της καθ' ης η αίτηση αρ. 1, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Αναφορικά με τον καθ' ου η αίτηση αρ. 2 η προσφυγή απορρίπτεται αλλά υπό τις περιστάσεις χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

 

Μεταξύ αιτητών και ενδιαφερόμενου μέρους επίσης δεν εκδίδω οποιαδήποτε διαταγή αναφορικά με τα έξοδα.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑΣ

 

                            

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο