ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1238/2008)
7 Φεβρουαρίου, 2011
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΚΑΡΑΟΓΛΑΝΙΑΝ ΧΑΚΟΠ ΑΧΑΡΟΝ,
2. ΚΑΡΑΟΓΛΑΝΙΑΝ ΧΑΚΟΠ ΑΡΑ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Αντ. Δημητρίου, για τους Αιτητές.
Θ. Πιπερή-Χριστοδούλου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Η ανάπλαση του παραδοσιακού πυρήνα Κιτίου περιλαμβάνει τον επανασχεδιασμό του δημόσιου χώρου και τη δημιουργία πεζοδρομίων, τη διαμόρφωση δημόσιων υπαίθριων χώρων, τη δημιουργία χώρων στάθμευσης, καθώς και προτάσεις για την αποκατάσταση και τον εξωραϊσμό των όψεων επιλεγμένων οικοδομών αρχιτεκτονικής αξίας. Το έργο θα υλοποιηθεί στα πλαίσια του κρατικού προϋπολογισμού με κυβερνητική συνεισφορά των 2/3 της συνολικής δαπάνης.
Η μελέτη ανατέθηκε σε ιδιωτικό γραφείο μελετών, ενώ εργοδότης του έργου είναι το Κοινοτικό Συμβούλιο Κιτίου. ΄Εχει καθοριστεί επιτροπή παρακολούθησης από λειτουργούς του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων και της Επαρχιακής Διοίκησης Λάρνακας, η οποία παρακολουθεί και εγκρίνει τα διάφορα στάδια της μελέτης.
Για τη δημιουργία των απαραίτητων για το έργο χώρων στάθμευσης απαιτήθηκε η απαλλοτρίωση ιδιωτικών τεμαχίων. Η επιλογή των τεμαχίων έγινε μετά από εισήγηση των ιδιωτών μελετητών.
Με βάση τα σχέδια που ετοιμάστηκαν, το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας προχώρησε στη δημοσίευση Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης και Διατάγματος Επίταξης ακινήτων, μεταξύ των οποίων και των τεμαχίων των αιτητών.
Εναντίον της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης υποβλήθηκαν δύο ενστάσεις οι οποίες απορρίφθηκαν από την εξ υπουργών επιτροπή στη συνεδρία της ημερομηνίας 4.6.2008. Έτσι δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4241 και ημερομηνία 13.6.2008 Διάταγμα Απαλλοτρίωσης, με αριθμό Α.Δ.Π. 542. Οι ιδιοκτήτες ειδοποιήθηκαν από το Υπουργείο Εσωτερικών εγγράφως.
Με την παρούσα προσφυγή αξιώνεται απόφαση του δικαστηρίου ότι το διάταγμα απαλλοτρίωσης με το οποίο διατάσσεται η απαλλοτρίωση της ιδιωτικής ακίνητης ιδιοκτησίας των αιτητών στην κοινότητα Κιτίου της επαρχίας Λάρνακας, με αριθμό τεμαχίων 350, 351, 352, Φ/Σχέδιο 50/4110V01, Τμήμα 1, είναι άκυρο.
Υποστηρίζοντας οι αιτητές ότι η απόφαση απαλλοτρίωσης ελήφθη από αναρμόδιο όργανο, ισχυρίζονται ότι η απαλλοτριούσα αρχή θα έπρεπε να είναι το Κοινοτικό Συμβούλιο Κιτίου και όχι η Κυπριακή Δημοκρατία. Βασίζουν τη θέση τους στο ότι δεν θεωρούν σαφή το χαρακτηρισμό του έργου ως «πολεοδομικού» και κατά συνέπεια το έργο θα έπρεπε να προωθηθεί από το Κοινοτικό Συμβούλιο και όχι από την πολεοδομική αρχή.
Οφείλω να ομολογήσω ότι δυσκολεύτηκα να ακολουθήσω την επιχειρηματολογία των αιτητών. Ο ισχυρισμός τους δεν βασίζεται σε καμιά νομοθετική διάταξη, ούτε σε νομολογιακή αρχή. Εξ άλλου αβίαστα προκύπτει από το φάκελο της υπόθεσης ο χαρακτήρας του έργου ως «πολεοδομικού».
Στο κάτω κάτω θα τολμούσα να πω ότι αν η απαλλοτρίωση γίνεται για σκοπούς δημόσιας ωφέλειας μέσα στα πλαίσια του Νόμου και του Συντάγματος, ίσως και να μην ενδιαφέρει στην ουσία ποια συγκεκριμένη υπηρεσία προχώρησε στη Γνωστοποίηση της απαλλοτρίωσης. Σίγουρα μέσα στους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας όπως παρατίθενται στο άρθρο 3 (2) του Νόμου περιλαμβάνεται και η πολεοδομία.
Οι καθ΄ ων η αίτηση στη γραπτή τους αγόρευση επισημαίνουν ότι οι αιτητές εμμέσως αιτιώνται τη διοίκηση για παράλειψη νόμιμης ενέργειας. Ότι δηλαδή υπήρξε παράλειψη της διοίκησης ως προς την ανάληψη της ευθύνης προώθησης του έργου και διενέργειας των απαλλοτριώσεων από τον Υπουργό Εσωτερικών, αντί από το Κοινοτικό Συμβούλιο Κιτίου. Εκτός του ότι στην παρούσα υπόθεση είναι άσχετο ποιος έχει την ανάληψη της ευθύνης προώθησης του έργου, παράλειψη διοικητικού οργάνου να εκπληρώσει καθήκον υπόκειται σε αναθεώρηση μόνο όπου αυτή συνίσταται στη μη εκπλήρωση θετικής υποχρέωσης την οποία επιβάλλει ο νόμος. Σ΄ αυτή την περίπτωση η αδράνεια ελέγχεται εφ΄ όσον η παράλειψη της διοίκησης την εκτρέπει από το νομοθετημένο της καθήκον. Αυτή είναι σύμφωνα με την υπόθεση Δήμος Λάρνακας ν. Mobil Oil Cyprus Ltd (1995) 3 Α.Α.Δ. 400, 402, η έννοια την οποία ενέχει ο όρος «παράλειψη» στο ΄Αρθρο 146.1 του Συντάγματος, γιατί μόνο σ΄ αυτή την περίπτωση η παράλειψη είναι αφ΄ εαυτής παραγωγός εννόμων αποτελεσμάτων και συνεπώς, εκτελεστή (βλέπε ακόμα Mustafa Hamza Uludag and The Republic 3 R.S.C.C. 131, The Police Association and Others v. Republic (1972) 3 C.L.R. 1, 23 και Cyprus Tannery Ltd v. Republic (1980) 3 C.L.R. 405, 415).
Τα πιο πάνω βεβαιώνονται και στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1928-1959, σελ. 243, όπου αναφέρεται ότι παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας προσβλητής επί ακυρώσει δύναται να υπάρξει μόνο όταν με σαφή διάταξη η διοίκηση υποχρεούται σε συγκεκριμένη ενέργεια προς ρύθμιση ορισμένης σχέσης. Αν η ενέργεια δεν επιβάλλεται ρητώς από το νόμο και συνεπώς δεν είναι υποχρεωτική για τη διοίκηση, η παράλειψη της διοίκησης να ενεργήσει ή η εκ της παράλειψης τεκμαιρόμενη άρνηση δεν συνιστά εκτελεστή πράξη. ΄Αλλως τεκμαίρεται ότι η ενέργεια ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης, εντός της σφαίρας της οποίας δεν είναι νοητή παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας. Άλλη προϋπόθεση της δημιουργίας παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, σύμφωνα πάντα με τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, είναι η υποβολή αίτησης προς τη διοίκηση και η υπό αυτής πάροδος ορισμένης απράκτου προθεσμίας. Η υποβολή της αίτησης και η πάροδος χωρίς αποτέλεσμα της προθεσμίας απαιτείται για να συγκροτηθεί η έννοια της παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας η οποία δεν υφίσταται εφ΄ όσον δεν έχει προηγηθεί η αίτηση.
Προς ξεκαθάρισμα τυχόν αμφιβολιών θα πρέπει να σημειώσω ότι όταν στο άρθρο 63(1) του περί Κοινοτήτων Νόμου του 1999, Ν.86(Ι)/1999, αναφέρεται ότι αν η ακίνητη ιδιοκτησία που απαιτείται για την πραγματοποίηση οποιουδήποτε σκοπού δημόσιας ωφέλειας, που εμπίπτει στις εξουσίες του Κοινοτικού Συμβουλίου, δεν μπορεί να αποκτηθεί με συμφωνία, το Συμβούλιο μπορεί να λάβει απόφαση για απαλλοτρίωση της πιο πάνω ιδιοκτησίας, δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι το Κοινοτικό Συμβούλιο έχει το ίδιο δικαίωμα να απαλλοτριώνει ακίνητη περιουσία. Μπορεί να το ζητήσει από το αρμόδιο υπουργείο. Τα πιο πάνω ενισχύονται με τη συνέχεια του άρθρου 63 (1) στο οποίο αναφέρεται ότι κάθε αναγκαίο στοιχείο για την απαλλοτρίωση διαβιβάζεται στον ΄Επαρχο για να μελετηθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Εξ ίσου αβάσιμος και απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός ότι δεν έγινε τεχνικοοικονομική μελέτη για το έργο και την αναγκαιότητά του και ότι η επιλογή του ήταν δυσμενής για τους αιτητές. Υποστηρίζεται παράλληλα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας. Ειδικότερα υποστηρίζουν ότι η μελέτη των εμπειρογνωμόνων δεν αναφέρεται στα τεμάχια που απαλλοτριώθηκαν, ούτε σε εναλλακτικές λύσεις, ότι το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας δεν ετοίμασε εκτίμηση και τέλος ότι δεν υπήρξε τεχνικοοικονομική μελέτη, ούτε και εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Η μελέτη ανατέθηκε σε ιδιωτικό γραφείο μελετών μέσω εγκεκριμένων διαδικασιών. Καθορίστηκε επίσης επιτροπή παρακολούθησης του έργου από λειτουργούς του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, του Τμήματος Δημοσίων Έργων και της Επαρχιακής Διοίκησης Λάρνακας, ενώ τα αρχιτεκτονικά σχέδια ετοιμάστηκαν από ιδιώτες μελετητές. Η επιλογή των τεμαχίων για τη δημιουργία των απαραίτητων για το έργο χώρων στάθμευσης έγινε μετά από εισήγηση των ιδιωτών μελετητών οι οποίοι ετοίμασαν και πρόταση κυκλοφοριακής διαχείρισης για την περιοχή του έργου, όπου υποδεικνύεται η καταλληλότητα ορισμένων ιδιωτικών τεμαχίων ως χώροι στάθμευσης και καταγράφονται οι λόγοι για την επιλογή τους.
Για τον ισχυρισμό για έλλειψη αιτιολογίας δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Όπως καθορίζεται και από το άρθρο 28(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.158(Ι)/99, η αιτιολογία μιας πράξης δεν πρέπει να αφήνει αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασής του. Στον ίδιο νόμο, στο άρθρο 29, προνοείται ακόμα ότι η αιτιολογία μπορεί να συμπληρωθεί ή αναπληρωθεί και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου.
Όπως έχει λεχθεί και στην υπόθεση Σταυρίδη ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 303, 319, για την αιτιολόγηση απαλλοτρίωσης, η παραπομπή στα στοιχεία που υπάρχουν, έχοντας υπ΄ όψιν τη φύση του θέματος, προσφέρει την αναγκαία αιτιολόγηση και επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο (βλέπε ακόμα Latomia Estate Ltd κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672 όπου επικυρώθηκε κατ΄ έφεση ο τρόπος προσέγγισης του δικαστηρίου).
Ο Νόμος 15/1962 δεν απαιτεί όπως το διάταγμα απαλλοτρίωσης είναι αιτιολογημένο. Έτσι η αιτιολογία αυτή μπορεί να συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του φακέλου. Η συγκεκριμένη απαλλοτρίωση έγινε για τη διαμόρφωση πλατείας και τη δημιουργία χώρων στάθμευσης για σκοπούς αναβάθμισης του περιβάλλοντος και των ανέσεων της περιοχής.
Ως προς την έλλειψη δέουσας έρευνας που επίσης υπονοείται από το επιχείρημα ότι δεν έγινε τεχνικοοικονομική μελέτη για το έργο και την αναγκαιότητά του, θα πρέπει και πάλι να αναφερθούμε στις γενικές αρχές που διέπουν το θέμα. Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί κατά πόσο έρευνα είναι επαρκής εξαρτάται από τα συγκεκριμένα περιστατικά της υπόθεσης και εναπόκειται στη διοίκηση να καταλήξει ποιος είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος εκπλήρωσης της πιο πάνω υποχρέωσής της σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση. Η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης συνιστά καθήκον του αρμόδιου οργάνου.
Η διαδικασία και ο τρόπος έρευνας που θα ακολουθηθεί ανάγεται στην ευχέρεια της διοίκησης (Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345). Το δικαστήριο δεν επεμβαίνει όταν η έρευνα είναι επαρκής. Ακόμα έχει τονιστεί ότι η εκτίμηση των πραγματικών στοιχείων ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης η οποία ως τέτοια είναι ανέλεγκτη από το ακυρωτικό δικαστήριο (Atamanine v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1197/98, ημερ. 29.11.1999. Βλέπε επίσης Τσάτσος, Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 250, Republic v. Georghiades (1972) 3 C.L.R. 394).
Η διοίκηση έχει κατά τεκμήριο την ευθύνη για την επιλογή της καταλληλότερης τεχνικής επιλογής και είναι σε θέση να σταθμίζει στο σύνολό τους όλα τα δεδομένα που αφορούν ένα έργο. Αν δεν θεμελιωθεί από τους αιτητές πλάνη ή υπέρβαση εξουσίας της διοίκησης, το δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στο σχεδιασμό και υλοποίηση του έργου, θέματα τεχνικά (Πέτσα κ.α. ν. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 1485. Βλέπε ακόμα Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1175. Βλέπε ακόμα Σχίζας ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 691/2002, ημερ. 16.9.2004).
Στην υπόθεση C.M.P. Αρχιτέκτονες και Σύμβουλοι Μηχανικοί Λτδ κ.α. ν. Α.Η.Κ. (1998) 4 Α.Α.Δ. 1175 γίνεται αναφορά στην υπόθεση 1014/71, Αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (1971) Τόμος Β΄, η οποία αφορούσε αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την εκπόνηση σχεδίων του δικαστικού μεγάρου Αθηνών, κρίθηκε ότι μόνο ισχυρισμοί που σχετίζονται με θέματα διαδικασίας και παράβασης γενικών όρων του διαγωνισμού μπορούσαν να προβληθούν και όχι ισχυρισμοί που σχετίζονται με το τεχνικό μέρος της προκήρυξης, ακόμα κι΄ αν μπορούσε να ήταν ακριβείς. Ισχυρισμοί οι οποίοι δεν θεμελιούνται σε παράβαση κανόνων δικαίου, αλλά των τεχνικών και επιστημονικών κανόνων περί τη διατύπωση των αρχιτεκτονικών σχεδίων, η εφαρμογή των οποίων ανάγεται σε τεχνική κρίση της επιτροπής είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.
Ούτε ο ισχυρισμός ότι τα συγκεκριμένα τεμάχια δεν περιλαμβάνονται σε μελέτη εμπειρογνωμόνων είναι αληθής. Στη μελέτη «Πρόταση Κυκλοφοριακής Διαχείρισης» για το έργο, γίνεται ενδελεχής ανάλυση του ζητήματος. Εξετάζονται όλες οι εναλλακτικές λύσεις και γίνεται επιστημονική και τεκμηριωμένη εισήγηση από τους μελετητές στην οποία τα επηρεαζόμενα ακίνητα εμφαίνονται με ακρίβεια στους συνοδευτικούς χάρτες. Ούτε είναι αληθής ο ισχυρισμός ότι οι μελετητές είναι ιδιώτες τους οποίους εργοδότησε το Κοινοτικό Συμβούλιο. Η μελέτη αυτή ανατέθηκε σε συγκεκριμένο οίκο ύστερα από προκήρυξη σχετικού δημόσιου διαγωνισμού, με νόμιμη διαδικασία. ΄Οσο δε αφορά τον ισχυρισμό για παράλειψη του Κτηματολογίου να εκτιμήσει την αξία του ακινήτου, αρκεί να γίνει αναφορά στην επιστολή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ημερομηνίας 2.11.2006, στην οποία καταγράφεται η κατά προσέγγιση αγοραία αξία των υπό απαλλοτρίωση ακινήτων.
Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί ότι τα έργα του τύπου που αφορά η προσβαλλόμενη απαλλοτρίωση δεν εμπίπτουν στην κατηγορία των έργων για τα οποία βάσει του εφαρμοστέου νόμου απαιτείται η εκπόνηση περιβαλλοντικής μελέτης, διότι εκ της φύσης τους έχουν χαρακτήρα που προάγει την ποιότητα του περιβάλλοντος και σε καμιά περίπτωση δεν το θέτουν σε κίνδυνο.
Εν όψει όλων των ανωτέρω τα επιχειρήματα των αιτητών για έλλειψη δέουσας έρευνας, αιτιολογίας και παράλειψη ετοιμασίας τεχνικοοικονομικής μελέτης απορρίπτονται.
Οι αιτητές προβάλλουν τέλος τον ισχυρισμό ότι υπήρξε υπέρβαση και ή κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους της διοίκησης. Οι καθ΄ ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί πρέπει να απορριφθούν γιατί δεν περιλαμβάνονται στην αίτηση ακύρωσης. Η ένσταση δεν ευσταθεί. Επισημαίνω την παράγραφο 3 της προσφυγής. Σαφώς οι αιτητές υποστηρίζουν ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε καθ΄ υπέρβαση και ή κατάχρηση εξουσίας, κατά παράβαση του νόμου, αλλά και των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου.
Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι ο επιδιωκόμενος σκοπός της απαλλοτρίωσης είναι κατάδηλα ξένος προς το σκοπό του νόμου και έγινε προς εξυπηρέτηση αλλότριου σκοπού γιατί τα τεμάχια των αιτητών εφάπτονται τριών άλλων τεμαχίων, τα οποία ανήκουν σε μέλη του Κοινοτικού Συμβουλίου Κιτίου. Σύμφωνα πάντα με τους αιτητές η απαλλοτριούσα αρχή έπρεπε να προβεί σε απαλλοτρίωση αυτών των τεμαχίων ή τουλάχιστον να τα συμπεριλάβει στην απαλλοτρίωση.
Κατ΄ αρχάς θα πρέπει να λεχθεί ότι τα υποστατικά τα οποία επισημαίνονται ότι ανήκουν σε μέλη του Κοινοτικού Συμβουλίου Κιτίου, είναι καταστήματα και δύο κατοικίες και σύμφωνα με τα πρακτικά της εξ Υπουργών Επιτροπής αποφασίστηκε ότι δεν μπορούν να απαλλοτριωθούν γι΄ αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Αντίθετα, τα υποστατικά που είναι κτισμένα στα τεμάχια των αιτητών είναι μία οικία η οποία βρίσκεται σε άθλια κατάσταση και εγκαταλελειμμένη, ενώ στον περιβάλλοντα χώρο υπάρχουν βοηθητικές οικοδομές από ευτελή υλικά. Τα υποστατικά κρίθηκαν από τον Επαρχιακό Μηχανικό του Τμήματος Δημοσίων ΄Εργων ως ετοιμόρροπες οικοδομές, ήδη από το 1999. Οι αιτητές ουδέποτε είχαν διαμείνει στην εν λόγω κατοικία, ούτε μία φορά εδώ και τριάντα χρόνια.
Εν όψει όλων των πιο πάνω δεν αποδεικνύεται ικανοποιητικά μέσα από το διοικητικό φάκελο η κατάχρηση εξουσίας, η οποία θα πρέπει να αποδεικνύεται ενώπιον του δικαστηρίου από τον αιτητή. Η υπόνοια για ύπαρξη κατάχρησης εξουσίας δεν είναι αρκετή και ουδέποτε εξετάζεται από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως (Koukoullis and others and the Republic 3 R.S.C.C. 134 και Χαριθέα Νικολαΐδη ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 210). Πολλώ δε μάλλον όταν η επιλογή της περιουσίας των αιτητών, αλλά και η εξαίρεση των τεμαχίων στα οποία αναφέρθηκαν οι αιτητές για να αποδείξουν την κατάχρηση εξουσίας, φαίνεται να είναι απόλυτα αιτιολογημένη από τα πρακτικά της εξ υπουργών επιτροπής.
Εν όψει των πιο πάνω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται, με €1.400 έξοδα εναντίον των αιτητών.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ