ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1/2009
18 Φεβρουαρίου, 2011.
[ Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Αιτήτρια
- ΚΑΙ -
1. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
..........................................
Κ. Χατζηιωάννου, για την αιτήτρια
Μ. Θεοκλήτου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
................................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή, η Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (αιτήτρια) ζητά δήλωση του δικαστηρίου ότι η απόφαση της καθ' ης η αίτηση 1 Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (η Επιτροπή), με αρ. 132/2008 και ημερ. 27/11/2008 που της κοινοποιήθηκε στις 11/12/2008 και με την οποία της επιβλήθηκε πρόστιμο ύψους €75.000 είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς έννομο αποτέλεσμα.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Κατόπιν σχετικών επιστολών της εταιρείας Thunderworx Ltd. ημερ. 6/4/2004 και 20/7/2004 αντίστοιχα, η Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού (καθ' ης η αίτηση αρ. 1) (πιο κάτω η «Επιτροπή»), τροχιοδρόμησε προκαταρκτική έρευνα σχετικά με πιθανή κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της αιτήτριας στην αγορά κινητών υπηρεσιών κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 6 του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 1989 (Ν. 207/89 όπως τροποποιήθηκε), και έδωσε οδηγίες στην Υπηρεσία για ετοιμασία σχετικού σημειώματος το οποίο να υποβληθεί σ' αυτή.
Η Thunderworx Ltd., ως εταιρεία παροχής τηλεφωνικών υπηρεσιών, παραπονέθηκε ότι η άρνηση της αιτήτριας, κατά την περίοδο μεταξύ Μαρτίου 2002 και Μαϊου 2005, να της παράσχει πρόσβαση και σύνδεση στο Κέντρο Αποστολής Σύντομων Γραπτών Μηνυμάτων (SMSC) του κινητού της δικτύου, της στέρησε τη δυνατότητα να είναι σε θέση και η ίδια να παράσχει ανάλογες υπηρεσίες κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, υπηρεσίες δηλαδή υπερτιμημένων γραπτών μηνυμάτων, (Premium SMS), με αποτέλεσμα την παρεμπόδιση της ανάπτυξης ενός ελάχιστου υγιούς ανταγωνισμού. Εδώ, θα πρέπει να επισημανθεί, ότι η αιτήτρια, για σκοπούς αποστολής αμφίδρομων μηνυμάτων έχει την υπηρεσία Cybee η οποία κατά την υπό αναφορά περίοδο είχε το αποκλειστικό δικαίωμα προσφοράς τέτοιων υπηρεσιών. Επισημαίνεται επίσης ότι η καταγγελία εναντίον της αιτήτριας είχε γίνει μεν με βάση το Ν. 207/89, αλλά η προσβαλλόμενη απόφαση (αφού προηγήθηκαν άλλες αποφάσεις που ανακλήθηκαν) λήφθηκε με βάση τις πρόνοιες του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 2008 (Ν. 13(Ι)/2008) που κατάργησε τον προαναφερθέντα Νόμο. (Βλ. άρθρο 53(4) του Ν. 13(Ι)/2008).
Ακολούθως στις 3/4/2007 η Υπηρεσία υπέβαλε το ζητηθέν σημείωμα με το οποίο, για τους λόγους που με λεπτομέρεια εξηγεί, εισηγείτο «ότι η ΑΤΗΚ κατά την υπό εξέταση περίοδο παραβίαζε το άρθρο 6(1) και 6(2) (β) του Νόμου». Στη συνέχεια, η Επιτροπή σε συνεδρία της ημερ. 25/5/2007 αφού έλαβε υπόψη όλο το ενώπιον της υλικό περιλαμβανομένου του πιο πάνω σημειώματος αλλά και όλων των εγγράφων και πληροφοριών που δόθηκαν από τα εμπλεκόμενα μέρη, αποφάσισε ότι προκύπτει εκ πρώτης όψεως παράβαση του Νόμου. Αποφάσισε ακόμη την ετοιμασία και αποστολή Έκθεσης Αιτιάσεων προς τους καταγγελλόμενους.
Στο μεταξύ, εκδόθηκε η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση ΑΤΗΚ ν. Δημοκρατίας κ.α. (2007) 3 Α.Α.Δ. 560 που κρίθηκε ότι η συμμετοχή του κ. Κωστή Ευσταθίου, ως μέλους της Επιτροπής ήταν παράνομη και έτσι αποφασίστηκε εξέταση της υπόθεσης εξ' υπαρχής από τη νέα Επιτροπή που διορίστηκε, και αφού στο μεταξύ τέθηκε σε ισχύ ο νέος περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος του 2008 (Ν. 13(1)/2008 που κατήργησε το Ν. 207/1989 με τις σχετικές μέχρι τότε τροποποιήσεις του. Γιαυτό υπήρξε και νέο σημείωμα της Υπηρεσίας ημερ. 26/2/2008 του οποίου η κατάληξη, για τους λόγους που με λεπτομέρεια καταγράφονται σ' αυτό, ήταν ότι «... οι πράξεις και/ή παραλείψεις της ΑΤΗΚ συνιστούν, εκ πρώτης όψεως κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης που κατέχει στην αγορά, κατά παράβαση του άρθρου 6 του Νόμου και ειδικότερα του άρθρου 6(1)(2)(α) και (β) του Νόμου».
Η πρώτη συνεδρία της Επιτροπής υπό τη νέα της σύνθεση πραγματοποιήθηκε την 1/7/2008. Αφού προηγήθηκε μελέτη του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης και αφού συνεκτιμήθηκαν όλα τα δεδομένα, η Επιτροπή, ομόφωνα διαπίστωσε ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση. Επίσης αποφάσισε όπως διατυπωθούν εναντίον της αιτήτριας οι πιο κάτω αιτιάσεις:
«(α) Παράβαση του άρθρου 6(1)(α) του Νόμου, από μέρους της ΑΤΗΚ, για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης που κατέχει στην αγορά της σύνδεσης με το κέντρο μηνυμάτων (εφεξής «SMS Center") του κινητού της δικτύου, ως επακόλουθο των τιμών και όρων που πρόσφερε στην Thunderworx.
(β) Παράβαση του άρθρου 6(1)(β) του Νόμου, από μέρους της ΑΤΗΚ, για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης που κατέχει στην αγορά της σύνδεσης με το SMS Center του κινητού της δικτύου, ως επακόλουθο των πρακτικών στην απαραίτητη κατάλληλη τηλεπικοινωνιακή σύνδεση, η οποία θα καθιστούσε δυνατή την προσφορά των εν λόγω υπηρεσιών με αποτέλεσμα τον περιορισμό της παραγωγής ή της διάθεσης ή της τεχνολογικής ανάπτυξης προς ζημιά των καταναλωτών.»
Ακολούθησε η επόμενη συνεδρία της Επιτροπής στις 28/7/2008 κατά την οποία εγκρίθηκε το κείμενο της Έκθεσης Αιτιάσεων και δόθηκαν οδηγίες για επίδοσή της αφού πρώτα καθορίστηκε χρονικό διάστημα 21 ημερολογιακών ημερών από την επίδοση, προκειμένου η αιτήτρια να υποβάλει τις γραπτές της θέσεις. Ορίστηκε επίσης η 11/9/2008 ως ημέρα ακρόασης της υπόθεσης στην παρούσα όλων των εμπλεκομένων μερών.
Μετά την κατάθεση των γραπτών θέσεων της αιτήτριας την 1/9/2008 και των προφορικών και γραπτών διευκρινίσεων που ακολούθησαν και από τις δυο πλευρές, η Επιτροπή, με βάση τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες και τη νομολογία του Δικαστηρίων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ), κατέληξε ότι η υπό εξέταση συμπεριφορά της αιτήτριας συνιστούσε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της και παραβίαση του άρθρου 6(1)(β) του Ν. 13(1)/2008. Στο σκεπτικό δε της προσβαλλόμενης απόφασης, επισημαίνεται ειδικότερα από μέρους της, πως στην προκείμενη περίπτωση η αιτήτρια,
(α) απέτυχε να ανταποκριθεί στην ιδιαίτερη υποχρέωση της να παράσχει στην καταγγέλλουσα εταιρεία Thunderworx Ltd, πρόσβαση και σύνδεση στο SMSC η οποία χαρακτηρίζεται ως βασική υποδομή, και
(β) απέτυχε να προσφέρει μια αντικειμενικά εύλογη εναλλακτική λύση, υπό δίκαιους όρους και σε δίκαιη τιμή, ώστε η Thunderworx Ltd. να είναι σε θέση να παρέχει υπηρεσίες Premium SMS σε λιανικό επίπεδο, περιορίζοντας έτσι τη διάθεση και/ή την τεχνολογική ανάπτυξη της αγοράς προς ζημιά των καταναλωτών.
Η πιο πάνω κατάληξη οδήγησε και στην επιβολή διοικητικού προστίμου ύψους €75.000, το οποίο οδήγησε στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της αιτήτριας με τις γραπτές τους αγορεύσεις (αρχική και απαντητική) προωθούν ουσιαστικά τους εξής λόγους ακύρωσης:
(α) η επίδικη απόφαση λήφθηκε υπό καθεστώς νομικής πλάνης και/ή πλάνης περί τα πράγματα, (β) η επίδικη απόφαση λήφθηκε ως αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας και στερείται αιτιολογίας, (γ) υπήρξε παρερμηνεία του άρθρου 6 του Νόμου και (δ) η επίδικη απόφαση παραβιάζει το Άρθρο 12 του Συντάγματος.
Από πλευράς των καθ' ων η αίτηση απορρίπτονται οι πιο πάνω ισχυρισμοί της αιτήτριας και υποστηρίζεται η ορθότητα και νομιμότητα της απόφασης.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Αναφορικά με τον (α) πιο πάνω λόγο, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της αιτήτριας ισχυρίζονται πως η επίδικη απόφαση είναι προϊόν πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο. Διατείνονται ειδικότερα, πως στην προκείμενη περίπτωση οι καθ' ων η αίτηση, δεν εξέτασαν και δεν αξιολόγησαν ορθά, ως όφειλαν, τα ενώπιον τους τεθέντα πραγματικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, αλλά ούτε και έλαβαν υπόψη τα ορθά κριτήρια. Είναι η θέση τους, πως η συγκεκριμένη συμπεριφορά των καθ' ων η αίτηση είχε ως αποτέλεσμα να καταλήξουν σε σειρά λανθασμένων συμπερασμάτων τα οποία επισημαίνουν και αναλύουν με λεπτομέρεια στις σελίδες 11 μέχρι 18 της γραπτής τους αγόρευσης. Περιληπτικά ισχυρίζονται οι αιτητές ότι η Επιτροπή κατέληξε εν προκειμένω στα ακόλουθα λανθασμένα συμπεράσματα:
(α) Στο ότι η παροχή πρόσβασης και σύνδεσης στο SMSC της ΑΤΗΚ με δυνατότητα αμφίδρομης αποστολής μηνυμάτων, συνιστά ουσιώδη διευκόλυνση, καθώς και στο ότι η μη παραχώρηση αυτής συνιστά καταχρηστική εκμετάλλευση.
(β) Στο ότι η καταγγέλουσα εταιρεία Thunderworx Ltd και η ΑΤΗΚ θεωρήθηκαν στη συγκεκριμένη περίπτωση ως ανταγωνιστές, και
(γ) Στο ότι προσδιόρισε λανθασμένα τη σχετική αγορά.
Είναι πάγια νομολογημένο, αλλά προβλέπεται και ρητά από το άρθρο 46(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/99 ως έχει τροποποιηθεί), ότι πλάνη περί τα πράγματα υπάρχει, όταν η διοίκηση, κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας, στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα και προϋποθέσεις, εξ' αντικειμένου ανύπαρκτα ή παραλείπει να λάβει υπόψη της ουσιώδη πραγματικά γεγονότα. Δεν υπάρχει, όμως πλάνη, όταν η διοίκηση αξιολογεί και εκτιμά στοιχεία και γεγονότα που παρουσιάζονται μπροστά της για κρίση, εφόσον τα συμπεράσματά της είναι εύλογα.
Κατά τη γνώμη μου, οι καθ' ων η αίτηση προτού καταλήξουν στην απόφασή τους εξέτασαν με προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιόν τους. Έλαβαν υπόψη τις σχετικές παραστάσεις της ΑΤΗΚ και της καταγγέλουσας εταιρείας, ασχολήθηκαν με την εξακρίβωση και αξιολόγηση των πραγματικών γεγονότων και περιστατικών της υπόθεσης, όπως αυτά περιέχονται στους σχετικούς διοικητικούς φακέλους και επίσης έλαβαν υπόψη τα ορθά κριτήρια. Θερώ λοιπόν ότι η αιτήτρια όχι μόνο δεν απέδειξε την ύπαρξη πλάνης αλλά ούτε και στοιχειοθέτησε ότι η τυχόν πλάνη επέδρασε στην τελική κρίση των καθ' ων η αίτηση κατά τρόπο ουσιώδη, ώστε η απόφασή τους να καθίσταται άκυρη.
Όσον αφορά τώρα την επόμενη εισήγηση της αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι το αποτέλεσμα ελλιπούς έρευνας και αιτιολογίας, δεν βρίσκω ούτε αυτή να ευσταθεί. Σύμφωνα με τη νομολογία η αιτιολογία πρέπει να παρέχει στο Δικαστήριο τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για τη διακρίβωση της νομιμότητας της. (βλ. μεταξύ άλλων Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Στην παρούσα περίπτωση η επίδικη απόφαση της Επιτροπής ημερ. 27/11/2008 περιλαμβάνει το ιστορικό της υπόθεσης, τη σύνοψη της μαρτυρίας, τη νομική επιχειρηματολογία των δικηγόρων των μερών, τις νομικές εκτιμήσεις και ανάλυση της ερμηνείας όλων των κρίσιμων νομοθετικών όρων από την Επιτροπή, αναφορά στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (ΔΕΚ), το τελικό συμπέρασμα της Επιτροπής και τους ελαφρυντικούς παράγοντες που λήφθηκαν υπόψη. Σημειώνεται ότι η Επιτροπή προς το σκοπό λήψης της απόφασής της είχε ενώπιον της και το εμπεριστατωμένο Υπηρεσιακό Σημείωμα της 26/2/2008. Όλα τα πιο πάνω καταδεικνύουν ότι είχε διεξαχθεί η δέουσα έρευνα και ότι η επίδικη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη.
Με τον επόμενο ισχυρισμό της η αιτήτρια υποστηρίζει ότι παρερμηνεύτηκε το άρθρο 6 του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 2008 (Ν. 13(1)/2008).
Κατά την άποψη μου τα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω κατά την εξέταση των εισηγήσεων της αιτήτριας περί ύπαρξης πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο και έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας θεωρώ ότι απαντούν και τον εν λόγω ισχυρισμό, αφού από το σύνολο των ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχείων φαίνονται με σαφήνεια τόσο οι νομικοί όσο και οι πραγματικοί λόγοι για τους οποίους η Επιτροπή κατέληξε στην προσβαλλόμενη απόφαση. Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι η ουσία της επίδικης απόφασης είναι η κατάληξη των καθ' ων η αίτηση ότι η υπό εξέταση συμπεριφορά της αιτήτριας συνιστούσε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της και παραβίαση του άρθρου 6(1)(β) του σχετικού Νόμου θεωρώ απαραίτητη την παράθεση του συγκεκριμένου άρθρου:
«6.(1) Απαγορεύεται η καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων, που κατέχει ή κατέχουν δεσπόζουσα θέση στο σύνολο ή μέρος της εγχώριας αγοράς ενός προϊόντος, ιδιαίτερα εάν η πράξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα ή ενδεχόμενο αποτέλεσμα -
(α) τον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό αθέμιτων τιμών αγοράς ή πώλησης ή άλλων μη θεμιτών υπό τις περιστάσεις όρων συναλλαγής,
(β) τον περιορισμό της παραγωγής ή της διάθεσης ή της τεχνολογικής ανάπτυξης, προς ζημιά των καταναλωτών,
(γ) την εφαρμογή ανόμοιων όρων για ισοδύναμες συναλλαγές, με συνέπεια ορισμένες επιχειρήσεις να τίθενται σε μειονεκτική στον ανταγωνισμό θέση,
(δ) την εξάρτηση της σύναψης συμφωνιών από την αποδοχή εκ μέρους των αντισυμβαλλόμενων πρόσθετων υποχρεώσεων, οι οποίες, εκ της φύσεως τους ή σύμφωνα με τις εμπορικές συνήθειες, δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο των συμφωνιών αυτών.
(2).......................................
«Δεσπόζουσα θέση» σύμφωνα με το άρθρο 2 του ιδίου Νόμου ερμηνεύεται ως ακολούθως:
«Δεσπόζουσα θέση», αναφορικά με επιχείρηση, σημαίνει τη θέση οικονομικής δύναμης που απολαμβάνει η επιχείρηση, που την καθιστά ικανή να παρακωλύει τη διατήρηση αποτελεσματικού ανταγωνισμού στη σχετική αφορά και της επιτρέπει να ενεργεί σε αισθητό βαθμό ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές και τους πελάτες της και σε τελική ανάλυση ανεξάρτητα από τους καταναλωτές.»
Από τα εκτεθέντα ενώπιον μου κρίνω ότι οι καθ' ων η αίτηση εξέτασαν στην προκείμενη περίπτωση το όλο θέμα ενδελεχώς. Άλλωστε η ανάλυση της αγοράς είναι και θέμα τεχνικής φύσης και συνεπώς η εξουσία του Δικαστηρίου για αναθεώρηση της απόφασης είναι περιορισμένη. (Βλ. δική μου απόφαση Άκης Ιωάννου ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού υποθες. Αρ. 612/2009 ημερ. 23/9/2010).
Η καθ' ης η αίτηση 1 στην εμπεριστατωμένη απόφαση της αφού ανέλυσε τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες ως προς το τι αποτελεί δεσπόζουσα θέση στην αγορά και αφού ορθά επισήμανε ότι η κατοχή δεσπόζουσας θέσης δε σημαίνει από μόνη της ότι παραβιάζεται το άρθρο 6 του Νόμου αλλά επίσης θα πρέπει να αποδεχθεί ότι ο κάτοχος τέτοιας θέσης καταχράστηκε αυτή, κατάληξε ως εξής:
«Υπό το φως όλων των πιο πάνω, η Επιτροπή καταλήγει στην απόφαση ότι, η ΑΤΗΚ ως κατέχουσα δεσπόζουσα θέση στην Χονδρική Αγορά Απόληξης (Τερματισμού) Φωνητικών Κλήσεων σε Μεμονωμένα Δίκτυα Κινητών Επικοινωνιών στο δίκτυο της, κατέχει δεσπόζουσα θέση και στην παροχή πρόσβασης και σύνδεσης με το SMS Centre του κινητού της δικτύου, απέτυχε να ανταποκριθεί στην ιδιαίτερη υποχρέωσή της να παράσχει στην καταγγέλλουσα εταιρεία Thunderworx πρόσβαση και σύνδεση στο SMS Centre, υποδομή που χαρακτηρίζεται ως βασική, ή υπαλλακτικά απέτυχε να προσφέρει μια αντικειμενικά εύλογη εναλλακτική λύση, υπό δίκαιους όρους και σε δίκαιη τιμή, ώστε η Thunderworx να είναι σε θέση να παρέχει υπηρεσίες Premium SMS σε λιανικό επίπεδο κατά παράβαση του άρθρου 6(1)(β) του Νόμου, περιορίζοντας έτσι τη διάθεση και/ή την τεχνολογική ανάπτυξη της αγοράς, του υγιούς ανταγωνισμού και προς ζημιά των καταναλωτών.»
Σημειώνω εδώ ότι στην απαντητική του αγόρευση ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών ανάφερε ότι «ουδείς αμφιβάλλει ότι η άρνηση παροχής πρόσβασης σε ουσιώδη διευκόλυνση συνιστά κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης όταν η επιχείρηση κατέχει δεσπόζουσα θέση», αλλά απλώς διαφωνεί ως προς τα γεγονότα.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω θεωρώ πως το σύνολο των στοιχείων που παρουσιάστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου δείχνουν ότι η κατάληξη των καθ' ων η αίτηση ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Τέλος η αιτήτρια υποστηρίζει ότι η επίδικη απόφαση είναι παράνομη και κατά παράβαση των προνοιών του Άρθρου 12 του Συντάγματος που ισχύουν κατ' αναλογία και στην προκείμενη περίπτωση, καθώς και των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.
Υποβάλλεται ειδικότερα από μέρους της, ότι ίδιο θέμα με το εξεταζόμενο στην παρούσα περίπτωση εξετάστηκε από την Επιτροπή σε προηγούμενη έρευνα της και η αιτήτρια καταδικάστηκε να καταβάλει διοικητικό πρόστιμο ύψους £22,000 με την απόφαση της Επιτροπής ημερ. 19/12/2006. Συνεπώς συνεχίζει η εισήγηση της δεν δύναται η αιτήτρια να καταδικάζεται δύο φορές για τα ίδια γεγονότα.
Από εξέταση των ενώπιον μου γεγονότων που αφορούν την παρούσα και την εν λόγω υπόθεση, προκύπτει ότι (α) εκεί ήταν άλλη εταιρεία από την Thunderworx Ltd. και (β) η προσφυγή εναντίον της υπό αναφορά απόφασης της Επιτροπής ημερ. 26/2/2006 είχε επιτυχή κατάληξη έστω και αν ο λόγος ήταν η κακή συγκρότηση της Επιτροπής. (βλ. Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού κ.α. υπόθ. αρ. 658/2007 ημερ. 15/12/2009). Παραπέμπω ειδικότερα στις υποπαραγράφους 3 έως 6 της τελευταίας παραγράφου της απόφασης υπό τον τίτλο «Διοικητικό Πρόστιμο» στις οποίες οι καθ' ων η αίτηση σχολιάζουν τις θέσεις της αιτήτριας σε σχέση με το πρόστιμο που θα της επιβάλλετο και αιτιολογούν πλήρως την απόφασή τους για την επιβολή του προστίμου.
Ενόψει όλων των πιο πάνω η παρούσα προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑς