ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1225/2010

 

31 Iανουαρίου, 2011

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

M. D. CYPRUS SOYA LTD

Αιτητές

 

- ΚΑΙ -

 

ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ

Καθ' ης η αίτηση

 

..............................

Κ. Κακουλλή (κα), για τους αιτητές

Αλ. Κουντουρή (κα) για Τ. Παπαδόπουλο και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για την καθ' ης η αίτηση

 

................................

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Οι αιτητές με την παρούσα προσφυγή ζητούν από το δικαστήριο την πιο κάτω θεραπεία, που παραθέτω αυτούσια:

 

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση της καθ' ης η αίτηση που στάληκε μ' επιστολή της ημερομηνίας 26/7/2010 στο Γενικό Διευθυντή Τσιμεντοποιίας Βασιλικού Λτδ και κοινοποιήθηκε στους αιτητές, με την οποία κάλεσε τη Τσιμεντοποιία Βασιλικού όπως στο εξής, μη δέχεται για φορτοεκφόρτωση πλοία (με φορτία) των αιτητών προσωρινά και μέχρι νεότερης ειδοποίησης, είναι άκυρη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.»

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η Αρχή Λιμένων Κύπρου (πιο κάτω η «Αρχή» ή «καθής η αίτηση») αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ασκεί αρμοδιότητα και εξουσία δυνάμει του περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμου του 1973 (Ν. 38/73 όπως αυτός τροποποιήθηκε) και των δυνάμει τούτου εκδοθέντων Κανονισμών.

 

Με βάση έγγραφη συμφωνία ημερ. 14/8/87 μεταξύ της Αρχής και της εταιρείας Τσιμεντοποιία Βασιλικού Λτδ, το λιμάνι Βασιλικού μισθώθηκε στην εταιρεία.  Με μεταγενέστερη συμφωνία ημερ. 20/12/2002 μεταξύ των ίδιων μερών συμφωνήθηκε μεταξύ άλλων ότι η χρήση του λιμανιού Βασιλικού από τρίτους στη διάρκεια της μίσθωσης θα διενεργείται ύστερα από σχετική γραπτή άδεια της Αρχής, ενώ με βάση σχετικό όρο της συμφωνίας, η Αρχή θα χορηγεί άδεια σε τρίτους για φορτοεκφορτώσεις.

 

Με βάση τα πιο πάνω παραχωρήθηκε το 2004 στους αιτητές (Μ.D. Cyprus Soya Ltd) από την καθ' ης η αίτηση Αρχή άδεια για χρήση του λιμανιού Βασιλικού για εισαγωγή σόγιας και πρώτων υλών ζωοτροφών και σιτηρών. Η άδεια ανανεώθηκε διαδοχικά, η τελευταία δε ανανέωση φέρει ημερ. 18/12/2008 και καλύπτει την περίοδο μέχρι και την 31/12/2011.

 

Η Αρχή, με επιστολή της ημερ. 26/7/2010 προχώρησε στην ανάκληση της πιο πάνω άδειας.  Η εν λόγω απόφαση λήφθηκε μετά από σχετική εξουσιοδότηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής προς τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρο της Αρχής για να χειριστούν το θέμα, σε συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου ημερ. 16/6/2010.  Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής σε συνεδρία του ημερ. 29/9/2010 παρείχε την καλυπτική έγκριση του για τον χειρισμό του θέματος.

 

Οι αιτητές με επιστολή τους ημερ. 26/7/2010 προς την Αρχή εξέφρασαν τη διαμαρτυρία τους για την επίδικη απόφαση και με επιστολή των δικηγόρων τους ημερ. 29/7/2010 ανέφεραν ότι υπόκεινται μεγάλη ζημιά και ζήτησαν την επανεξέταση του θέματος.

 

Η Αρχή με επιστολή της ημερ. 3/8/2010 απέρριψε το αίτημα των αιτητών για επανεξέταση με το ακόλουθο αιτιολογικό:

 

«Πήραμε την επιστολή σας της 26/7/2010 και σημειώσαμε το περιεχόμενο της.  Αντιλαμβανόμαστε τα προβλήματα που δημιουργεί στην εταιρεία σας η απόφαση για μη εξυπηρέτηση των πλοίων σας στο λιμάνι του Βασιλικού, μέχρι την επίλυση του προβλήματος της απασχόλησης λιμενεργατών στο λιμάνι του Βασιλικού.

 

Ωστόσο, για την ώρα, η απόφαση που έχει ληφθεί δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί, αλλά το όλο θέμα μελετάται από την Αρχή και αν υπάρχουν οποιεσδήποτε εξελίξεις θα σας ενημερώσουμε σχετικά.»

 

Αποτέλεσμα των πιο πάνω είναι η καταχώρηση από τους αιτητές της παρούσας προσφυγής στις  10/9/2010.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η ευπαίδευτη δικηγόρος των αιτητών ισχυρίζεται στη γραπτή της αγόρευση (αρχική και απαντητική) ότι (α) η προσβαλλόμενη απόφαση αντίκειται στις αρχές της χρηστής διοίκησης, στα άρθρα 50, 51, 52 και 54 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου 158(1)/99, (β) οι αιτητές στερήθηκαν του δικαιώματος ακρόασης κατά παράβαση του άρθρου 43 του Ν. 158(1)/99 και (γ) η προσβαλλόμενη απόφαση είναι χωρίς αιτιολογία.

 

Η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση αναφέρει ότι η απόφαση τους πάρθηκε για λόγους δημοσίου συμφέροντος, δεν έχει τεκμηριωθεί κανένας λόγος ακύρωσης και εισηγείται την απόρριψη της προσφυγής.

 

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Ξεκινώ την εξέταση της υπόθεσης με την παράθεση του κειμένου της επιστολής ημερ. 26/7/2010 που προσβάλλουν οι αιτητές με την παρούσα προσφυγή.  Απευθύνεται στο Γενικό Διευθυντή Τσιμεντοποιϊας Βασιλικού Λτδ (κοινοποιείται και στους αιτητές) και έχει ως ακολούθως:

 

«Απασχόληση λιμενεργατών στο λιμάνι του Βασιλικού

 

      Αναφέρομαι στις τηλεφωνικές διαβουλεύσεις που έγιναν το περασμένο Σαββατοκυρίακο σχετικά με το πιο πάνω θέμα και επιβεβαιώνω και γραπτώς τη συμφωνία όπως από τώρα και στο εξής μη δέχεστε για φορτοεκφόρτωση πλοία των πιο κάτω εταιρειών προσωρινά και μέχρι νεώτερης ειδοποίησης:

 

Epiphaniou Scrap Metals Ltd.

MD Cyprus Soya Ltd.

MS (Skyra) Vassas Ltd.

Garona Ltd.

Economides Metal Recycling Ltd.

Cylubs Company Ltd.

 

 

 

Με τιμή

 

Γ. Κουρσάρος

Διευθυντής Επιχειρήσεων

Για το Γενικό Διευθυντή»

 

 

Με επιστολή της Αρχής ημερ. 27/7/2010 προς το Γενικό Διευθυντή Τσιμεντοποιίας Βασιλικού Λτδ. διευκρινίζεται ότι οι εταιρείες Garona Ltd. και Cylubs Company Ltd. αναφέρονται στον κατάλογο απαγόρευσης εκ παραδρομής και γιαυτό θα πρέπει να αφαιρεθούν.

 

Ταυτόχρονα με την καταχώρηση της προσφυγής οι αιτητές καταχώρησαν και αίτηση για προσωρινό διάταγμα που να αναστέλλει την προσβαλλόμενη απόφαση μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής, την οποία όμως τελικά (23/9/2010) απέσυραν με συνεννόηση όπως προωθήσουν την κυρίως προσφυγή αφού συντμηθούν οι χρόνοι αγορεύσεων, πράγμα που έγινε.

 

Μελετώντας την υπόθεση έχω καταλήξει να εξετάσω πρώτα τον ισχυρισμό των αιτητών ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας.  Αν δούμε την απόφαση με βάση το κείμενο της επιστολής της 26/7/2010 (που παράθεσα πιο πάνω) τότε σίγουρα ο ισχυρισμός των αιτητών ευσταθεί αφού η εν λόγω επιστολή δεν περιέχει καμιά αιτιολογία με την έννοια που απαιτούν οι αρχές του διοικητικού δικαίου, όπως αυτές προκύπτουν από τα σχετικά συγγράμματα και τη νομολογία.

 

Στην υπόθεση Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270, 273 διαβάζουμε σχετικά τα ακόλουθα:

 

«Αιτιολογία μιας διοικητικής πράξεως αποτελεί την έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων που οδήγησαν τη διοίκηση στην απόφαση της καθώς και παράθεση των κριτηρίων βάσει των οποίων άσκησε η διοίκηση τη διακριτική της ευχέρεια.  Η ανάγκη της αιτιολογίας των ατομικών διοικητικών πράξεων απορρέει από την έννοια του κράτους δικαίου.  Εκ της φύσεως τους αιτιολογητέες είναι όλες οι πράξεις των οποίων ο έλεγχος είναι αδύνατος ή ατελής χωρίς την αναφορά των λόγων που τις στηρίζουν.  Γενικά, αιτιολογία που δεν παρέχει στον δικαστή τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για την διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης ή είναι τόσο αόριστη και ασαφής ώστε να καθιστά ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο, δεν είναι νόμιμη και οδηγεί στην ακύρωση της πράξης (βλ. Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574 και Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, 1992, παρα. 636, 646 και 647).

 

Τότε μόνον είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη η διοικητική πράξη όταν παρέχεται στον ακυρωτικό δικαστή η δυνατότης να αντιληφθή επί τη βάσει ποιών στοιχείων κατέληξε η Διοίκηση στο συμπέρασμα που έγινε δεκτό (Βλ. Ιωάννη Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σελ. 130).

 

Το κατά πόσο μια διοικητική πράξη είναι αιτιολογημένη ή όχι εξαρτάται από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της (βλ. Πισσάς ν. Δημοκρατίας (1974) 3 Α.Α.Δ. 476).

 

Η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση και δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου.  Η επανάληψη των γενικών όρων του Νόμου ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία.  «Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, μη εκθέτουσα τα γεγονότα, εξ ών εμορφώθη, η κρίσις της Διοικήσεως, ή δυναμένη να εφαρμοσθή εις πάσαν περίπτωσιν» (βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ. 186-87, Πιπερίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, 141 και Κυριακίδης (πιο πάνω)).»

 

 

Βέβαια υπάρχει νομολογία και συγγράμματα που υποστηρίζουν ότι η αιτιολογία μπορεί να συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των φακέλων της διοίκησης.  Όμως αυτό τότε μόνο πρέπει να γίνεται «εφόσον ευθέως και αμέσως προκύπτει από το φάκελο χωρίς περαιτέρω διερεύνηση και στάθμιση των στοιχείων του φακέλου».  Αυτά υποστηρίζονται, μεταξύ άλλων υποθέσεων και από την απόφαση του Καλλή Δ. στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 1223/03-1227/03 Χαράλαμπος Πετεινός κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου, ημερ. 4/6/04 με αναφορά σε σχετικές αυθεντίες μεταξύ των οποίων και στην προαναφερθείσα υπόθεση Φράγκου ν. Δημοκρατίας.

 

Το θέμα διέπεται και από τα άρθρα 26-28 του προαναφερθέντος Ν. 158(1)/99.  Στο άρθρο 28(2) διαλαμβάνεται ρητά ότι δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία η αναφορά σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοστούν και να ισχύουν για κάθε περίπτωση, ούτε και η απλή αναφορά των γενικών όρων του Νόμου που μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε οποιαδήποτε περίπτωση.

 

Το ερώτημα που τίθεται είναι αν η περίπτωση μας είναι τέτοια που η αιτιολογία συμπληρώνεται από το φάκελο της διοίκησης. 

 

Διευκρινίζω εδώ ότι δεν παρουσιάστηκε φάκελος αλλά δηλώθηκε και από τις δυο πλευρές ότι όλα τα σχετικά γεγονότα που αφορούν τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης βρίσκονται στο φάκελο του δικαστηρίου στην αίτηση και ένσταση αντίστοιχα. 

 

Εξέτασα τους αντίστοιχους ισχυρισμούς και γιαυτή την πτυχή της υπόθεσης, ιδιαίτερα τα όσα επικαλείται η πλευρά της καθ' ης η αίτηση που, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει ότι σύμφωνα και με το άρθρο 54 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/1999 όπως έχει τροποποιηθεί) η καθ' ης η αίτηση μπορούσε να ανακαλέσει την άδεια χρήσης του λιμανιού από τους αιτητές για λόγους δημοσίου συμφέροντος.  Έχω καταλήξει ότι η περίπτωση είναι τέτοια που η προφανής απουσία αιτιολογίας της απόφασης της 26/7/2010 δεν μπορεί να συμπληρωθεί από τα έγγραφα που είναι ενώπιον του Δικαστηρίου τα οποία θεωρώ ως «φάκελο», αφού η αιτιολογία «δεν προκύπτει ευθέως και αμέσως από τα στοιχεία του φακέλου» χωρίς να γίνει περαιτέρω διερεύνηση και στάθμιση των στοιχείων που περιέχονται σ' αυτό. 

 

Περαιτέρω σύμφωνα με τη νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Ζίττης κ.α. ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 198) η απλή επίκληση δημοσίου συμφέροντος δεν είναι αρκετή αλλά πρέπει να εξειδικεύεται, ειδικά στην παρούσα περίπτωση που πρόκειται για ανάκληση μιας νόμιμης διοικητικής πράξης.  Η αόριστη και γενική αναφορά σε «τηλεφωνικές διαβουλεύσεις το περασμένο Σαββατοκυρίακο» δεν είναι αρκετή.

 

Εφόσον η έλλειψη αιτιολογίας αποτελεί από μόνη της λόγο για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, δεν το θεωρώ αναγκαίο να εξετάσω τους υπόλοιπους ισχυρισμούς των αιτητών.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ των αιτητών και εναντίον της καθ' ης η αίτηση τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

                                                                                   Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑΣ

 

 

Η


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο