ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
REPUBLIC (MINISTRY OF FINANCE) ν. NISHAN ARAKIAN AND OTHERS (1972) 3 CLR 294
ANANDA MARGA LTD. ν. REPUBLIC (1985) 3 CLR 2583
REPUBLIC ν. CHRISTOUDIA (1988) 3 CLR 2622
Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ν. Αντέννα Λίμιτεδ (2005) 3 ΑΑΔ 383
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1161/2009)
30 Δεκεμβρίου 2010
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
M.K.C. CITY COLLEGE ΛΑΡΝΑΚΑ,
Αιτητές,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
-----------------------------------
Α. Ποιητής, για τους Αιτητές.
Ρ. Βραχίμη-Πετρίδου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, με
Ν. Πετρίδου, ασκούμενη δικηγόρο, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Οι αιτητές παραπονούνται για τη γνωστοποιηθείσα σ΄ αυτούς απόφαση του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού με σχετική επιστολή του ημερ. 10.7.2009, η οποία απέρριψε εννέα φοιτητές από του να δυνηθούν να φοιτήσουν στο κολλέγιο τους στην Κύπρο και δη στη Λάρνακα όπου το κολλέγιο λειτουργεί. Ο ισχυρισμός που προβάλλεται από τους αιτητές είναι ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την πραγματοποίηση συνεντεύξεων των υποψηφίων φοιτητών ήταν λανθασμένη και παράτυπη ενόψει του ότι οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, αντί από αρμόδια και υπεύθυνα άτομα των ίδιων των αιτητών. Οι αιτητές διατείνονται ότι την ευθύνη των συνεντεύξεων για τους δικούς τους φοιτητές έχουν τα ίδια τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια της Κύπρου και επομένως η μη εφαρμογή του ιδίου συστήματος και για τα κολλέγια, όπως οι αιτητές, αποτελεί άνιση μεταχείριση.
Ακόμη, συνεχίζει η θέση των αιτητών και αν ορθά προέβη σε συνεντεύξεις το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, τότε θα έπρεπε εκ των προτέρων να καθοριστούν τα θέματα εξέτασης ώστε να υπήρχαν ίσες ευκαιρίες προετοιμασίας όπως θα ήταν η περίπτωση εάν επρόκειτο για εισαγωγικές εξετάσεις σε Πανεπιστήμιο της Κύπρου. Ως προς τα κριτήρια που αποτέλεσαν τη βάση του καθορισμού των ερωτήσεων, οι αιτητές διατείνονται ότι αυτά ήταν λανθασμένα και άσχετα, ενώ τίθεται και ζήτημα του τρόπου διορισμού των εξεταστών, αν τα άτομα αυτά ήταν κατάλληλα, πώς είχαν καταλήξει οι εξεταστές σε συγκεκριμένα πορίσματα και ποίος ο λόγος που οι εξετάσεις ήταν στα μαθηματικά και όχι στο θέμα που οι φοιτητές προτίθεντο να ακολουθήσουν.
Οι καθ΄ ων εξηγούν μέσω της ενστάσεως και της αγόρευσης τους, ότι το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση του ημερ. 6.10.2008 ανέθεσε στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού τη διενέργεια συνεντεύξεων με σκοπό την παραχώρηση άδειας εισόδου σε υποψήφιους φοιτητές από τρίτες χώρες. Προς το σκοπό αυτό ενέκρινε την απόσπαση πέντε εκπαιδευτικών λειτουργών για την εξέταση αιτήσεων και τη διενέργεια συνεντεύξεων που θα γίνονταν σε πρεσβείες και προξενεία της Δημοκρατίας στο εξωτερικό. Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου καθόρισε επίσης ότι τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια της Κύπρου θα είχαν την ευθύνη των συνεντεύξεων για τους δικούς τους φοιτητές. Δεν παραχώρησε όμως την ίδια ευθύνη σε ιδιωτικές σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που δεν είναι ισοδύναμες με ιδιωτικά Πανεπιστήμια και δεν έχουν αξιολογημένα και πιστοποιημένα προγράμματα σπουδών όπως αυτά.
Προς τον ως άνω σκοπό τρεις λειτουργοί του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, δύο από τη διεύθυνση Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και μια από τη Μέση Εκπαίδευση, μετέβησαν στην Ινδία από τις 25.5.2009 μέχρι τις 2.6.2009, για τη διεξαγωγή συνεντεύξεων υποψηφίων φοιτητών με βάση συγκεκριμένο πρόγραμμα συνεντεύξεων ανάλογα και με τις θέσεις που παρείχε κάθε κολλέγιο. Σύμφωνα με το πρόγραμμα αυτό οι συνεντεύξεις για τους 66 υποψήφιους που ήθελαν να παρακολουθήσουν μαθήματα στους αιτητές καθορίσθηκαν για τις 27 και 28.5.2009. Προσήλθαν στη συνέντευξη μόνο 34, απορρίφθηκαν 27 και παραχωρήθηκε θεώρηση εισόδου στη Δημοκρατία στους υπόλοιπους επτά. Οι λόγοι για τους οποίους οι λειτουργοί απέρριψαν τις διάφορες αιτήσεις υποψηφίων φοιτητών για φοίτηση με τους αιτητές, ήταν ότι είτε δεν παρουσίασαν όλα τα αναγκαία έγγραφα σύμφωνα με τις οδηγίες του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, είτε παρουσίασαν έγγραφα που δεν ήταν επικυρωμένα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εν λόγω Τμήματος, ακόμη και πλαστά ή παραποιημένα έγγραφα (διπλώματα, πτυχία, πιστοποιητικά υγείας, τραπεζικά έγγραφα κλπ.), εικονικούς τραπεζικούς λογαριασμούς, ενώ δεν ήταν και σε θέση να επιλύσουν απλές μαθηματικές πράξεις που είχαν επιλεγεί από το βιβλίο Μαθηματικών της Στ΄ Δημοτικού, οι οποίες μαθηματικές πράξεις δόθηκαν στα πλαίσια της προσωπικής συνέντευξης και δεν είχαν την έννοια της αυτοτελούς εξέτασης.
Οι καθ΄ ων εγείρουν επίσης και δύο προδικαστικές ενστάσεις ως προς το ότι η προσφυγή δεν στρέφεται εναντίον εκτελεστής διοικητικής πράξης, οι δε αιτητές στερούνται άμεσου ενεστώτος συμφέροντος να προσβάλουν την απόφαση των καθ΄ ων.
Προέχει επομένως η εξέταση τους. Παρατηρείται πρώτιστα ότι η προσφυγή στρέφεται εναντίον της «Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργικού Συμβουλίου», ενώ η απόφαση την οποία στην ουσία προσβάλλουν οι αιτητές, όπως αναφέρεται και στην παρ. 1 του αιτητικού, είναι αυτή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού όπως τους γνωστοποιήθηκε με την επιστολή ημερ. 10.7.2009. Η επιστολή-απόφαση του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού δεν προσβάλλεται με την προσφυγή επί του τίτλου της εφόσον δεν αναφέρεται το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού ως καθ΄ ου η αίτηση. Ορθά λοιπόν οι καθ΄ ων εγείρουν το θέμα και εφόσον στον τίτλο δεν εμφανίζεται το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού ως διάδικος, αλλά μόνο το Υπουργικό Συμβούλιο, η προσφυγή είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Παρόλον που το θέμα ηγέρθηκε στην ένσταση και στη γραπτή αγόρευση των καθ΄ ων, εν τούτοις με την απαντητική τους αγόρευση οι αιτητές επιμένουν στην ορθότητα του τρόπου έγερσης της προσφυγής και της προσθήκης του Υπουργικού Συμβουλίου μόνο ως διαδίκου χωρίς οποτεδήποτε στην πορεία να ζητήσουν οποιαδήποτε τροποποίηση. Δεν υπάρχει απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που να προσβάλλεται εδώ, λανθασμένα δε οι αιτητές απαντούν αορίστως ότι είναι η Δημοκρατία που είναι η καθ΄ ης η αίτηση και όχι το Υπουργικό Συμβούλιο ή (αντιφατικά), ότι η Δημοκρατία είναι η καθ΄ ης, μέσω του Υπουργικού Συμβουλίου. Ακόμη η προσφυγή πάσχει εκ του γεγονότος ότι δεν επισυνάπτεται η σχετική προσβαλλόμενη πράξη ως προσδιοριστική του υπόβαθρου νομιμοποίησης των αιτητών να την προσβάλουν με προσφυγή. Πουθενά δεν εμφανίζεται η επίδικη επιστολή ημερ. 10.7.2009, ούτε και οι καθ΄ ων την ενσωμάτωσαν είτε στην ένσταση τους, είτε στον κατατεθέντα διοικητικό φάκελο. Ορθά δε περαιτέρω παρατηρούν οι καθ΄ ων ότι ενώ στο αιτητικό της προσφυγής γίνεται λόγος για επιστολή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ημερ. 10.7.2009, υπάρχει η ταυτόχρονη και σαφής αναντίστοιχη ημερολογιακά θέση, περί απόρριψης υποψηφίων φοιτητών μετά από συνεντεύξεις που έγιναν στις 18.7.2009, οκτώ ολόκληρες μέρες μετά τη γνωστοποίηση της απόρριψης στους αιτητές. Ήταν λοιπόν και αναγκαία και ιδιαίτερης σημασίας η επισύναψη της επιστολής στην αίτηση ακύρωσης ώστε να υπάρχει το βάθρο της εκτελεστής διοικητικής πράξης.
Ανεξαρτήτως του πιο πάνω προβλήματος, η προσφυγή είναι απορριπτέα και λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος στη βάση γνωστής νομολογίας ότι οι ίδιοι οι αιτητές δεν είναι δυνατό να έχουν άμεσο ενεστώς έννομο συμφέρον ως κολλέγιο για να ενστούν στην όλη διαδικασία ή στη μη χορήγηση σε αριθμό υποψηφίων φοιτητών θεώρησης για εισδοχή στη Δημοκρατία και φοίτηση στο εν λόγω κολλέγιο. Σχετική με το θέμα είναι η απόφαση της Ολομέλειας The Philips College v. Δημοκρατίας διά του Υπουργείου Εσωτερικών (2008) 3 Α.Α.Δ. 129, όπου απορρίφθηκε η έφεση και επικυρώθηκε η πρωτόδικη θέση ότι η προσφυγή που ασκήθηκε από τους εφεσείοντες σε σχέση με την απόρριψη αριθμού αδειών σε αλλοδαπούς για φοίτηση στην ιδιωτική σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης των εφεσειόντων, με αναφορά στη μέγιστη καθορισμένη δυναμικότητα των κτιρίων της εκεί σχολής, δεν αφορούσε σε εκτελεστή διοικητική πράξη. Αυτό, διότι οι εφεσείοντες δεν νομιμοποιούνταν να εγείρουν θέμα ως προς την απόρριψη της θεώρησης εισόδου σε αλλοδαπούς φοιτητές από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης για να φοιτήσουν στο εκπαιδευτικό τους ίδρυμα. Με αναφορά και σε προηγηθείσα νομολογία όπως την Ananda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583, Τύμβιου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 656/01, ημερ. 2.9.2002 και Εσπερινό Λύκειο ΚΑΣΑ ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 988/03, ημερ. 15.3.2004, κρίθηκε ότι το συμφέρον στις παρόμοιες αυτές υποθέσεις των κολλεγίων ήταν έμμεσο, προερχόμενο από την κατ΄ ισχυρισμόν παραβίαση δικαιώματος ή συμφέροντος του ιδίου του αλλοδαπού, ο οποίος και μόνο θα νομιμοποιείτο και όχι το κολλέγιο, να προσφύγει προς έλεγχο της ορθότητας της διοικητικής άρνησης.
Παρά την μη παρουσίαση λοιπόν της ίδιας της προσβαλλόμενης πράξης, απορρέει από το σύνολο των ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότων, ότι οι αιτητές ως κολλέγιο δεν νομιμοποιούνται στην έγερση της παρούσας προσφυγής. Κακώς δε συμπλέκουν και τα δεδομένα της, κατά τον ισχυρισμόν τους, παρόμοιας υπόθεσης στην A.C. Travel Planners College of Tourism and Hotel Management κ.α. ν. Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου, υπόθ. αρ. 141/2009, ημερ. 1.7.2010, (Φωτίου, Δ.), όπου, σε αντίθεση με τα παρόντα γεγονότα, η προσβληθείσα πράξη ήταν η ίδια η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 6.10.2008, ως δημιουργούσα συνθήκες άνισης μεταχείρισης μεταξύ ιδιωτικών κολλεγίων και ιδιωτικών Πανεπιστημίων. Η προσφυγή εκείνη απερρίφθη επί της ουσίας της επί τω ότι δεν υπήρχε έννομο συμφέρον στα κολλέγια τα οποία είχαν γνώση προηγουμένως, από το 2004, απόφασης ότι οι υποψήφιοι φοιτητές θα έπρεπε να υποβληθούν σε προσωπικές συνεντεύξεις στις χώρες τους, ενώ με τη μεταγενέστερη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, απλώς δεν επεκτάθη και στα κολλέγια η ανάθεση ευθύνης για συνεντεύξεις και στα ιδιωτικά κολλέγια.
Τα όσα αποφασίστηκαν στην ως άνω υπόθεση ισχύουν βέβαια και εδώ. Οι αιτητές δεν έχουν έννομο συμφέρον, αλλά εν πάση περιπτώσει και επί της ουσίας των πραγμάτων δεν διαπιστώνεται καμιά απολύτως ανισότητα. Άνιση μεταχείριση νοείται όταν άνευ νομίμου ερείσματος άτομα, φυσικά ή νομικά, που βρίσκονται σε ομοειδή θέση τυγχάνουν διαφορετικής ρύθμισης. Το Άρθρο 28, δεν διασφαλίζει απόλυτη ισότητα, αλλά ισότητα μεταξύ ομοίων καταστάσεων. Δεν απαγορεύεται διαφορετική αντιμετώπιση και μεταχείριση όταν η αντικειμενική εκτίμηση των πραγμάτων θεμελιώνει εγγενώς τη διαφορετικότητα. Όταν η διάκριση είναι εύλογη και αντικειμενική, τότε δεν παραβιάζεται η αρχή της ισότητας. (Republic v. Christoudia (1988) 3 C.L.R. 2622, Γιασεμίδου ν. Δημοτικού Συμβουλίου (αρ. 2) (1996) 3 Α.Α.Δ. 491, Δημοκρατία ν. Αρακιάν (1972) 3 Α.Α.Δ. 294 και Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ν. Αντένα Λτδ (2005) 3 Α.Α.Δ. 383).
Αρκεί να λεχθεί, ως αντικειμενικό διαφοροποιητικό στοιχείο, ότι τα κολλέγια, σ΄ αντίθεση με τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια, διέπονται από διαφορετικό Νόμο, τον περί Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης Νόμο αρ. 67(Ι)/96, ως τροποποιήθηκε, αντί του περί Ιδιωτικών Πανεπιστημίων (Ίδρυση, Λειτουργία και Έλεγχος) Νόμου αρ. 109(Ι)/05. Έπεται ότι και η διαφοροποίηση που αποφασίστηκε από την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, που υπενθυμίζεται δεν είναι εδώ η προσβαλλόμενη πράξη, σε σχέση με τις συνεντεύξεις από λειτουργούς του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού στο εξωτερικό για τα κολλέγια και εύλογη και νόμιμη είναι.
Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1.500 έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ΄ ων.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ