ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδ. Υποθέσεις Αρ. 1514/2007 και 1515/2007)

 

5 Νοεμβρίου, 2010

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

(Υπόθεση Αρ. 1514/2007)

 

ΣΠΥΡΟΥΛΛΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,

 

Αιτήτρια,

-ν-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ης η Aίτηση.

- - - - - -

(Υπόθεση Αρ. 1515/2007)

 

ΣΠΥΡΟΥΛΛΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,

 

Αιτήτρια,

-ν-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ης η Aίτηση.

- - - - - -

Α. Παπαχαραλάμπους, για την Αιτήτρια.

 

Μ. Σπηλιωτοπούλου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Με τις συνεκδικασθείσες δύο αυτές προσφυγές η αιτήτρια προσβάλλει τη νομιμότητα δύο διοικητικών πράξεων με τις οποίες διορίσθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη μόνιμη θέση Τεχνικού Ανάπτυξης Υδάτων, στην ειδικότητα της Πολιτικής Μηχανικής, υπό δοκιμασία, αντί της αιτήτριας. Συγκεκριμένα, στην προσφυγή αρ. 1515/2007, η αιτήτρια προσβάλλει το διορισμό οκτώ συνολικά ενδιαφερομένων μερών στην προαναφερθείσα θέση από τις 17.9.2007, ενώ στην προσφυγή αρ. 1514/2007 προσβάλλει το διορισμό άλλων τεσσάρων ενδιαφερομένων μερών στην ίδια θέση, αντί της ίδιας, και πάλιν από τις 17.9.2007.

 

Θα εξετάσω στη συνέχεια τους λόγους ακύρωσης, τους οποίους έχει προβάλει η αιτήτρια, οι οποίοι είναι κοινοί και στις δύο προσφυγές.

 

1ος Λόγος Ακύρωσης - Η μη διεξαγωγή γραπτής εξέτασης.

 

Είναι κοινός τόπος μεταξύ των διαδίκων το ότι κατά τη διεξαχθείσα διαδικασία πλήρωσης των επίδικων θέσεων, έλαβε χώρα ομαδική προφορική εξέταση των υποψηφίων και όχι οποιαδήποτε γραπτή εξέταση. Σύμφωνα με την αιτήτρια, ενεργώντας έτσι, οι καθ΄ων η αίτηση παραβίασαν ρητή νομοθετική πρόνοια, ενώ έδωσαν και υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση των υποψηφίων. Επικαλείται προς τούτο τις πρόνοιες του άρθρου 3(2) του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου αρ. 6(Ι)/1998, με βάση τις οποίες αποτιμούνται τα λαμβανόμενα υπόψη κριτήρια, έτσι ώστε τα αποτελέσματα γραπτής εξέτασης να τυγχάνουν ανώτατου ορίου 100 μονάδων, τα αποτελέσματα προφορικής εξέτασης, αν έχει διαταχθεί από 1-10 μονάδες κλπ. Με τις προσβαλλόμενες αποφάσεις δεν επεξηγείται πώς λήφθηκαν υπόψη τα επί μέρους κριτήρια ή πόσες μονάδες κατανεμήθηκαν στον καθένα από αυτές. Περαιτέρω, σύμφωνα πάντα με την αιτήτρια, οι γραπτές εξετάσεις θεωρούνται ως το μόνο αντικειμενικό κριτήριο για την αξιολόγηση των υποψηφίων και το Σχέδιο Υπηρεσίας των συγκεκριμένων θέσεων, προέβλεπε ότι οι υποψήφιοι θα πρέπει να έχουν επιτύχει σε γραπτή εξέταση σύμφωνα με τις πρόνοιες του σχετικού Νόμου. Περαιτέρω, η αιτήτρια θεωρεί ότι η βαθμολόγηση η οποία δόθηκε για την προφορική εξέταση, η οποία ορίστηκε στις 95/100 μονάδες και 5/100 για το πλεονέκτημα, είναι παράνομη, ως αντίθετη με το άρθρο 3(1) του Νόμου 6(Ι)/1998, σύμφωνα με το οποίο η γραπτή εξέταση βαθμολογείται μέχρι 100 μονάδες και η προφορική εξέταση από 0-10. Σύμφωνα με την αιτήτρια είναι αναιτιολόγητη η παραχώρηση 5 μονάδων για το πλεονέκτημα στους εγκριθέντες προσοντούχους, ούτε γίνεται καμιά πρόνοια για όσους υποψηφίους είχαν μόνο μερικούς μήνες ή μέρες λιγότερες από τα δύο έτη της απαιτούμενης πείρας.

 

Διαφωνώντας με αυτή τη θέση, η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υπέβαλε ότι ο λόγος για τον οποίο δε διενεργήθηκε γραπτή εξέταση στην υπό εξέταση περίπτωση, όπως αναφέρεται στη Σημείωση (1) του Σχεδίου Υπηρεσίας, η πρόνοια περί γραπτής εξέτασης δε θα τυγχάνει εφαρμογής, επειδή κατά τον ουσιώδη χρόνο το Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων, με βάση απόφαση ημερομηνίας 24.6.2004 της Βουλής των Αντιπροσώπων, δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των Τμημάτων για τα οποία απαιτείται η διεξαγωγή γραπτής εξέτασης σύμφωνα με τον προαναφερθέντα Νόμο.

 

Η πιο πάνω θέση των καθ΄ων η αίτηση είναι ορθή και απαντά στον ισχυρισμό της αιτήτριας. Επίσης, είναι ορθή η περαιτέρω θέση τους σύμφωνα με την οποία η αιτήτρια δεν μπορεί να προβάλλει λόγους οι οποίοι καθάπτονται της διενέργειας προφορικής εξέτασης, δεδομένου ότι η ίδια συμμετέσχε σ΄ αυτή και έτυχε σύστασης από τη Συμβουλευτική Επιτροπή προς την ΕΔΥ. Έχει επομένως εδώ εφαρμογή η γνωστή αρχή περί του ανεπίτρεπτου της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας μιας διαδικασίας (Κυπριακά Διυλιστήρια Πετρελαίου Λτδ ν. Δήμου Λάρνακας κ.ά. (2000) 3 ΑΑΔ 345, Δημοκρατία ν. China Wanbao Engineering Corp. (2000) 3 ΑΑΔ 406).

 

Οι υπόλοιπες θέσεις της αιτήτριας, οι οποίες καταλογίζουν στους καθ΄ων η αίτηση αναιτιολόγητο ή αυθαίρετο καθορισμό των μονάδων βαθμολόγησης του αποτελέσματος της προφορικής εξέτασης και του προνοούμενου στο Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονεκτήματος της κατά τουλάχιστο διετούς πείρας στην εκτέλεση υδατικών έργων, απαντώνται με επάρκεια από το ακόλουθο απόσπασμα από την Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ημερομηνίας 6.7.2006, προς την ΕΔΥ:

 

". 5. Στη συνέχεια η Σ.Ε. καθόρισε την ποσοστιαία βαρύτητα που θα αποδοθεί στην όλη αξιολόγηση των υποψηφίων όπως πιο κάτω:

 

·         Προφορική εξέταση                    95%

·         Πλεονέκτημα πείρας                  5%

 

Για τον καθορισμό των πιο πάνω ποσοστών βαρύτητας η Σ.Ε. έλαβε υπόψη της τα ακόλουθα:

 

(i)                             Με την προφορική εξέταση του κάθε υποψηφίου ξεχωριστά, η Σ.Ε. θα είναι σε θέση να αξιολογήσει τόσο το επίπεδο γνώσεων του στο συγκεκριμένο τομέα των σπουδών του και της ειδικότητας του, όσο και την εν γένει προσωπικότητα του, την ευθυκρισία, ευχέρεια έκφρασης, πρωτοβουλία, υπευθυνότητα και θετικότητα του με απώτερο σκοπό την αξιολόγηση της ικανότητας του να ανταποκριθεί στα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης τα οποία όπως καθορίζονται από το Σχέδιο Υπηρεσίας καλύπτουν πολλούς τομείς και εμπεριέχουν πολλές απαιτήσεις τόσο σε γνώσεις όσο και πείρα. Ως εκ τούτου το αυξημένο (95%) για τη βαρύτητα που αποδίδεται στο αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης πρέπει να θεωρείται λογικό.

 

(ii)                           Για την προηγούμενη πείρα των υποψηφίων στην εκτέλεση υδατικών έργων για τουλάχιστο 2 χρόνια, που με βάση το Σχέδιο Υπηρεσίας αποτελεί πλεονέκτημα, θα δίδονται 5 εκατοστιαίες μονάδες που πιστεύεται ότι αποτελεί σημαντικό ποσοστό βαρύτητας καθότι με την πρόσθεση 5 μονάδων στη βαθμολογία των υποψηφίων που θα κατέχουν το πλεονέκτημα θα βελτιώνεται σε σημαντικό βαθμό η κατάταξη τους σε σύγκριση με τους άλλους υποψηφίους.

 

 

(iii) Δεδομένου ότι πρόκειται για θέση Τεχνικού (Κλίμακα Α2 ή Α5), δηλαδή μη επιστημονικό προσωπικό, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας η κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου ή άλλους ισότιμου προσόντος δεν αποτελεί πλεονέκτημα. Ως εκ τούτου αποφασίστηκε όπως μη αποδοθούν έξτρα μονάδες για την κατοχή ανώτερου επίπεδου ακαδημαϊκού προσόντος απ΄ ότι απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας. Εξ΄ άλλου, υποψήφιοι οι οποίοι υπερέχουν σε ακαδημαϊκά προσόντα, αναμένεται ότι θα είναι σε θέση να αποδώσουν καλύτερα στην προφορική εξέταση με αποτέλεσμα η βαθμολογία που θα εξασφαλίσουν θα αντανακλά σε μεγάλο βαθμό και την κατοχή των προσόντων αυτών."

 

Οι πιο πάνω εξηγήσεις και επαρκείς είναι και εύλογες.

 

Επομένως, ο πρώτος λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.

 

2ος Λόγος Ακύρωσης - Ισχυρισμός περί αναιτιολόγητης, ασαφούς και άνευ δέουσας έρευνας απόφασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

 

Σύμφωνα με την αιτήτρια, με δεδομένο το σκοπό της διεξαγωγής της προφορικής εξέτασης, ήταν αδύνατο η Συμβουλευτική Επιτροπή σε διάστημα 15 λεπτών να σχηματίσει αμερόληπτη γνώμη σχετικά με τις ευθύνες των υπό πλήρωση θέσεων, την πείρα, να κρίνει και να συγκρίνει την αξία, τα προσόντα και την καταλληλότητά τους για διορισμό, καθώς και την εκτίμηση της προσωπικότητας, ικανοτήτων και ιδιοτήτων τους. Σημειώνει δε ότι δόθηκε μεγάλη βαρύτητα στην προφορική εξέταση κατά την οποία η μεν αιτήτρια αξιολογήθηκε ως "Πάρα Πολύ Καλή", ενώ τα ενδιαφερόμενα μέρη ως "Εξαίρετοι".

 

Η αιτιολογία η οποία δόθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, σε σχέση με τη διεξαγωγή των προφορικών εξετάσεων και την αποτίμηση της βαρύτητάς τους, εμφαίνεται στην παράγραφο 5(i) του αποσπάσματος από τη σχετική Έκθεσή της, το κείμενο του οποίου έχει παραταθεί προηγουμένως. Πιστεύω ότι με σαφήνεια επεξηγείται εκεί το σκεπτικό και η αιτιολογία της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τόσο για τη σκοπιμότητα, όσο και τη βαρύτητα των διενεργηθησόμενων προφορικών εξετάσεων των υποψηφίων. Στην απουσία υπόδειξης οποιουδήποτε επιλήψιμου στοιχείου που περιβάλλει την όλη διαδικασία διεξαγωγής των προφορικών εξετάσεων, δεν μπορώ να συμφωνήσω ότι ο καθορισμός της χρονικής διάρκειας εκάστης σε 15 λεπτά αντιστρατεύεται, υποβιβάζει ή καθιστά ανέφικτο το σκοπό της εξέτασης.

 

Ως προς το γενικότερο ισχυρισμό της αιτήτριας περί του αναιτιολόγητου της απόφασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, παρατηρώ κατ΄ αρχάς ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν έλαβε, ούτε μπορούσε να λάβει απόφαση, παρά μόνο, αφού προέβηκε στη διερεύνηση του θέματος πλήρωσης των επίδικων θέσεων, υπέβαλε την Έκθεση της προς την ΕΔΥ, η οποία και είναι το αρμόδιο όργανο να αποφασίζει. Αυτό για σκοπούς ακριβείας, χωρίς προς στιγμή να σημαίνει ότι η Έκθεση και τα επί μέρους στοιχεία τα οποία περιλαμβάνει και κυρίως οι αξιολογήσεις των υποψηφίων, δεν πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένες και αποτέλεσμα διεξαγωγής δέουσας έρευνας. Εξετάζοντας δε το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της Έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, μπορεί να λεχθεί ότι κάθε άλλο παρά η Έκθεση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας ή ότι ήταν το αποτέλεσμα ανεπαρκούς έρευνας. Στην αρχική Έκθεση της Επιτροπής, καθώς επίσης και στη συμπληρωματική της Έκθεση, εξηγείται με σαφήνεια η μεθοδολογία την οποία ακολούθησε η Επιτροπή, ο τρόπος αξιολόγησης των υποψηφίων, η ποσοστιαία βαρύτητα που αποδίδεται στην όλη αξιολόγηση τους, τα κριτήρια που εφαρμόστηκαν, το πλεονέκτημα που ενδεχόμενα είχε ένας υποψήφιος, η απόδοσή του κατά την προφορική εξέταση, καθώς επίσης και επεξηγήσεις σε επιμέρους τομείς, όπως στην ποιότητα των απαντήσεων που έδιδε σε ερωτήσεις, στο χαρακτήρα, την προσωπικότητά του κλπ.

 

Δεν έχει υποδειχθεί από πλευράς αιτήτριας κανένας συγκεκριμένος τομέας στον οποίο δεν έγινε επαρκής διερεύνηση ή δεν δόθηκε ικανοποιητική αιτιολογία.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.

 

 

3ος Λόγος Ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό μη αντικειμενική, γενική και αόριστη σύσταση του Διευθυντή.

 

Σύμφωνα με την αιτήτρια, ο Διευθυντής του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, με προειλημμένη απόφαση, χωρίς να μελετήσει τους φακέλους των προσοντούχων, σύστησε πανομοιότυπα όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ως εξαίρετους, τη δε αιτήτρια ως πάρα πολύ καλή.

 

Κατ΄ αρχάς, δεν επρόκειτο για σύσταση στην οποία προέβηκε ο Διευθυντής, αλλά σε μια δική του αξιολόγηση της απόδοσης ενός εκάστου υποψηφίου, μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης. Επρόκειτο περί πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού. Όπως ορθά υπέδειξε και η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση, εφαρμόζονταν επομένως οι πρόνοιες του άρθρου 33(10) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/1999, οι οποίες έχουν ως ακολούθως:

 

". (10) Η Επιτροπή, πριν κάμει την τελική επιλογή, καλεί σε προφορική εξέταση τους υποψηφίους που περιλαμβάνονται στον τελικό κατάλογο. Κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων η Επιτροπή μπορεί να βοηθείται από λειτουργό ή λειτουργούς που λόγων των ειδικών τους γνώσεων είναι σε θέση να βοηθήσουν."

 

Ο ρόλος επομένως του Διευθυντή ήταν απλά υποβοηθητικός και όχι αποφασιστικός. Όπως άλλωστε καταγράφηκε και στο τηρηθέν πρακτικό, κατά την προφορική εξέταση, τόσο ο Διευθυντής, όσο και η Επιτροπή υπέβαλαν στους υποψηφίους ερωτήσεις. Μετά το πέρας της εξέτασης, ο Διευθυντής, αφού έδωσε τη δική του αξιολόγηση για κάθε ένα από τους υποψηφίους, αποχώρησε και στη συνέχεια η Επιτροπή, υπό το φως και των κρίσεων του Διευθυντή, προέβηκε στη δική της αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων. Δεν απαιτείτο επομένως η οποιαδήποτε αιτιολόγηση της κρίσης του Διευθυντή, του οποίου ο ρόλος ήταν καθαρά υποβοηθητικός. Ούτε και τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου οποιοδήποτε στοιχείο που να στοιχειοθετεί ισχυρισμό περί έλλειψης αντικειμενικότητας ή αμεροληψίας ή περί ειλημμένης εκ των προτέρων απόφασης.

 

Επομένως, ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης γίνεται δεκτός.

 

4ος Λόγος Ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό μη νόμιμη συγκρότηση της Επιτροπής.

 

Σύμφωνα με την αιτήτρια, οι συνεδρίες των καθ΄ων η αίτηση ήσαν πολλές, η δε απουσίες μελών της από κάποιες από αυτές ήσαν αλλεπάλληλες. Επικαλούμενη δε το άρθρο 22 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι, παρά τις πρόνοιες του άρθρου τούτου, η διαδικασία δεν επαναλήφθηκε, ούτε και μπορούσε να επαναληφθεί, εκεί όπου αφορούσε σε ομαδικές συνεντεύξεις. Η δε εκ των υστέρων ενημέρωση των μελών που απουσίαζαν ήταν αρκετά δύσκολη, έστω και αν σε μερικές περιπτώσεις αναφέρθηκε ότι είχαν ενημερωθεί τα απουσιάζοντα μέλη και συμφώνησαν. Ενδεικτικά, η αιτήτρια αναφέρει ότι απουσίαζαν από κάποιες συνεδριάσεις ο κ. Π. Παπαγεωργίου και ο κ. Μ. Στασόπουλος.

 

Το πλήρες κείμενο του άρθρου 22 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου έχει ως ακολούθως:

 

"22. Η διαδικασία συζήτησης και λήψης απόφασης για ορισμένο θέμα πρέπει να διεξάγεται από την αρχή μέχρι το τέλος από τα ίδια μέλη του συλλογικού οργάνου. Αν η διαδικασία παρατείνεται σε περισσότερες συνεδρίες και η σύνθεση του οργάνου μετά την πρώτη συνεδρία αλλάξει με τη συμμετοχή μελών που ήταν απόντα στις προηγούμενες συνεδρίες, το συλλογικό όργανο δεν μπορεί να λάβει έγκυρη απόφαση στην τελευταία συνεδρία, εκτός αν στη συνεδρία αυτή επαναληφθεί από την αρχή η διαδικασία και η συζήτηση που προηγήθηκε. Αυτό δεν απαιτείται, όταν πρόκειται για απουσία από συνεδρία που ασχολήθηκε με προκαταρκτικά θέματα ή όταν τα μέλη τα οποία λαμβάνουν την τελική απόφαση είναι πλήρως ενημερωμένα σχετικά με όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για τη λήψη απόφασης."

 

Όπως προκύπτει από το κείμενο του σχετικού άρθρου του Νόμου η απουσία μέλους ή μελών από συνεδρία δεν συνιστά κώλυμα στη λήψη έγκυρης απόφασης στην τελευταία συνεδρία και δεν χρειάζεται επανάληψη της διαδικασίας εκεί όπου η συνεδρία στην οποία σημειώθηκε απουσία, ασχολήθηκε με προκαταρκτικά θέματα ή όταν τα λαμβάνοντα την τελική απόφαση μέλη είναι πλήρως ενημερωμένα.

 

Στην παρούσα περίπτωση, δεν έχει υποδειχθεί ή συγκεκριμενοποιηθεί από την αιτήτρια ακριβώς ποιο μέλος απουσίαζε από ποια συγκεκριμένη συνεδρίαση, με τι είχε ασχοληθεί εκείνη η συνεδρίαση, γιατί δεν μπορούσε να ενημερωθεί πλήρως σε επόμενη συνεδρίαση, αν έλαβε μέρος στην τελευταία συνεδρίαση κλπ. Όλα αυτά τα στοιχεία ήταν απαραίτητο όπως υποδειχθούν για να ασκηθεί δικαστικός έλεγχος και δε νοείται όπως το ίδιο το Δικαστήριο εξιχνιάσει, εντοπίσει και αξιολογήσει τέτοια στοιχεία από μόνο του για να ασκήσει έλεγχο και κρίση.

 

Για τούτο ο λόγος αυτός ακύρωσης, με τη γενικότητα που έχει προβληθεί, δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί.

 

5ος Λόγος Ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό έλλειψη αιτιολογίας, αμεροληψίας και επαρκούς έρευνας κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Και αυτός ο ισχυρισμός προβάλλεται από την αιτήτρια με την ίδια γενικότητα και αοριστία που διακρίνει και τον προηγούμενο. Η βασική θέση της αιτήτριας συνίσταται στο ότι η εξέταση των υποψηφίων μόνο με ερωτήσεις στην προφορική εξέταση και γενικά η κατάργηση των γραπτών εξετάσεων, έχουν δημιουργήσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις για μη αντικειμενική αντιμετώπιση των υποψηφίων. Πιστεύει δε ότι η ΕΔΥ προσήλθε στις συνεντεύξεις με προειλημμένη απόφαση, την οποία προσπάθησε εκ των υστέρων να αιτιολογήσει.

 

Σε σχέση με αυτό το λόγο ακύρωσης θα πρέπει κατ΄ αρχάς να παρατηρηθεί ότι οποιαδήποτε αιχμή, σύμφωνα με την οποία η διεξαγωγή μόνο προφορικής εξέτασης και όχι γραπτής ή και γραπτής, είναι διαβλητή, ή ενέχει κινδύνους, δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αφού μια τέτοια επιλογή δίδεται από τον ίδιο το Νόμο. [άρθρο 34(4)].

 

Όπως δε καταγράφηκε και στο σχετικό πρακτικό, τόσο ο Διευθυντής όσο και οι καθ΄ων η αίτηση, κατά την προφορική εξέταση υπέβαλαν στους υποψηφίους ερωτήσεις σε θέματα που άπτονται των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης, καθώς επίσης και των απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας, με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων, της κρίσης, της προσωπικότητας, της πρωτοβουλίας, της ικανότητας επικοινωνίας, έκφρασης, σκέψης κλπ και γενικά της ικανότητας των υποψηφίων να ανταποκριθούν στα καθήκοντα και απαιτήσεις της θέσης.

 

Δεν μπορώ δε να συμφωνήσω ότι η κρίση των καθ΄ων η αίτηση είναι αναιτιολόγητη, τυποποιημένη κλπ. Παίρνω για παράδειγμα την κρίση ως προς την απόδοση κατά την εξέταση του πρώτου υποψηφίου που είχε ως εξής:

 

 

"1. Α.Α.Σ. . Πολύ καλός. Με άνεση στη χρήση της γλώσσας απάντησε ικανοποιητικά σε αρκετές από τις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, όμως επέδειξε αδυναμία σε θέματα που ανεμένετο και θα έπρεπε να γνωρίζει, καθότι άπτονταν βασικών απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας, σε σχέση με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης. Ικανοποιητικό επίπεδο κρίσης και αντίληψης. Ευγενικός, σεμνός και συμπαθής."

 

Συγκρίνοντας δε και αντιπαραβάλλοντας αυτό το σχολιασμό, με τις περιπτώσεις άλλων υποψηφίων που κρίθηκαν ως πολύ καλοί, αδυνατώ να διακρίνω οποιανδήποτε τυποποίηση στην κρίση των καθ΄ων η αίτηση. Δεν έχει δε προβληθεί ή εντοπισθεί οτιδήποτε από πλευράς της αιτήτριας το οποίο να οδηγεί σε συμπέρασμα ή έστω υποψία περί επίδειξης μεροληψίας προς όφελος κάποιων εκ των υποψηφίων ή εναντίον άλλων. Η όλη δε διαδικασία που ακολουθήθηκε παρουσιάζεται να είχε γίνει με τρόπο ορθό και δίκαιο, αλλά και με ανοικτό πνεύμα. Έγινε δε ικανοποιητική διερεύνηση κάθε σχετικού στοιχείου και δόθηκε τελικά επαρκής αιτιολογία για το αποτέλεσμα τόσο της τελικής απόφασης, όσο και ενδιάμεσων προπαρασκευαστικών ενεργειών.

 

Επομένως δεν μπορεί να ευσταθήσει αυτός ο λόγος ακύρωσης.

 

 

 

6ος Λόγος Ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό παραγνώριση πλεονεκτήματος της αιτήτριας.

 

Όπως διαπιστώνεται από τη σχετική Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αποφασίστηκε ότι θα δίδονται 5 εκατοστιαίες μονάδες σε κάθε υποψήφιο ο οποίος είχε το πλεονέκτημα το οποίο επρονοείτο στο Σχέδιο Υπηρεσίας, ήτοι την προηγούμενη πείρα στην εκτέλεση υδατικών έργων για τουλάχιστο 2 χρόνια.

 

Αποδεδειγμένα και παραδεδειγμένα, η αιτήτρια κατείχε αυτό το πλεονέκτημα, γεγονός το οποίο και αναγνωρίστηκε από την Επιτροπή και από τους καθ΄ων η αίτηση. Παρά το πλεονέκτημα όμως η αιτήτρια δεν διορίστηκε στην επίδικη θέση, στην οποία διορίστηκαν ενδιαφερόμενα μέρη τα οποία δεν κατείχαν το πλεονέκτημα.

 

Οι καθ΄ων η αίτηση δικαιολόγησαν αυτή τους την απόκλιση ως ακολούθως:

 

"Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ορισμένοι μη επιλεγέντες υποψήφιοι και συγκεκριμένα οι Αναστασίου Σπυρούλα (σημ. η εδώ αιτήτρια), Νεοκλέους Χρυσούλλης και Χριστοφίνας Χαράλαμπος διαθέτουν το πλεονέκτημα και, σε σύγκριση με τους επιλεγέντες που δε διαθέτουν το πλεονέκτημα και συγκεκριμένα τους Ανδρέου Βάσω, Κουρτελλίδη Ανδρέα, Παντελή και Πεμπέτσιο Πανταζή, αξιολογήθηκαν στο ίδιο ή/και σε υψηλότερο επίπεδο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στην τελική αξιολόγηση, εντούτοις, υστερούν όσον αφορά την αξιολόγηση ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, αξιολογηθέντες ως Πολύ Καλοί, όπου οι επιλεγέντες αξιολογήθηκαν ως Εξαίρετοι."

 

Εν ολίγοις δηλαδή, οι καθ΄ων η αίτηση προτίμησαν τα ενδιαφερόμενα μέρη και παραγνώρισαν το πλεονέκτημα το οποίο κατείχε η αιτήτρια και άλλοι υποψήφιοι, μόνο λόγω της καλύτερης απόδοσης των πρώτων στην προφορική συνέντευξη.

 

Οι καθ΄ων η αίτηση, όπως οι ίδιοι πρόσθεσαν στο τηρηθέν πρακτικό, κατέληξαν στην απόφαση αυτή, καθοδηγούμενοι από τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τις αρχές της οποίας και συνόψισαν. Έλαβαν μεταξύ άλλων υπόψη και την απόφαση μονομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Υπόθεση αρ. 700/2004, ημερομηνίας 11.8.2006, Μαρία Οικονόμου-Γεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, στην οποία, όπως ανέφεραν, κρίθηκε ικανοποιητική για παραγνώριση του πλεονεκτήματος αιτιολογία παρόμοια με εκείνη που αποφάσισε να δώσει εδώ η ΕΔΥ. Όμως, ο τρόπος προσέγγισης και η δοθείσα ερμηνεία στην απόφαση Μαρία Οικονόμου-Γεωργίου είναι εσφαλμένη. Κατ΄ αρχάς στην υπόθεση εκείνη το παράπονο και προβληθείς λόγος ακύρωσης από την αιτήτρια, δεν ήταν η παραγνώριση του πλεονεκτήματος που κατείχε. Το παράπονο ήταν ότι, ενώ η Συμβουλευτική Επιτροπή αναγνώρισε στην αιτήτρια την κατοχή του πλεονεκτήματος, η ΕΔΥ διαφώνησε και δεν το αναγνώρισε για λόγους οι οποίοι κρίθηκαν ορθοί από το Δικαστήριο. Είναι όμως γεγονός ότι, ασχολούμενη με το θέμα του πλεονεκτήματος αναφορικά με όλους τους υποψηφίους, η ΕΔΥ στην προαναφερθείσα απόφαση είχε αναφέρει και τα εξής:

 

"Η Επιτροπή, καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι ορισμένοι από τους μη επιλεγέντες υποψηφίους διαθέτουν το πλεονέκτημα της πείρας, ενώ ορισμένοι από τους επιλεγέντες δεν το διαθέτουν. Ωστόσο, η Επιτροπή, αφού συνεκτίμησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένης της υπεροχής των επιλεγέντων στην ενώπιον της προφορική εξέταση, έκρινε ότι το πλεονέκτημα από μόνο του δεν μπορεί υπερακοντίσει τη γενική υπεροχή των επιλεγέντων."

 

 

Από το πιο πάνω απόσπασμα, με το οποίο και συμφωνώ, το συμπέρασμα το οποίο εξάγεται είναι ότι η γενικότερη υπεροχή κάποιων υποψηφίων, σε άλλα μετρήσιμα στοιχεία, περιλαμβανομένης της απόδοσης σε προφορική εξέταση, δεν μπορεί να υπερακοντισθεί απλά και μόνο από την κατοχή πλεονεκτήματος από άλλους υποψηφίους. Όμως, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να ερμηνευτεί το απόσπασμα εκείνο κατά τρόπο ώστε η απλή καλύτερη απόδοση ενός υποψηφίου στην προφορική εξέταση να συνιστά από μόνη της καλή αιτιολογία για παραγνώριση του πλεονεκτήματος και επίδειξη προτίμησης προς άλλους υποψηφίους οι οποίοι στερούνται του πλεονεκτήματος και οι οποίοι δεν υπερέχουν γενικότερα, στο σύνολο των υπό αξιολόγηση στοιχείων. Πάγια και συνεπής νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επιτάσσει όπως, σε περίπτωση παραγνώρισης πλεονεκτήματος, το οποίο αναγνωρίζεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, δίδεται απαραίτητα ειδική και πειστική αιτιολογία. Στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Δέσποινα Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 1, αφού επιβεβαιώθηκε αυτή η αρχή, κρίθηκε πρωτόδικα ότι η εξήγηση της ΕΔΥ, σύμφωνα με την οποία το εκεί ενδιαφερόμενο μέρος είχε κριθεί ως "πάρα πολύ καλός" στην προφορική εξέταση ενώπιόν της, ενώ η εφεσείουσα ως "σχεδόν πολύ καλή", αυτό συνιστούσε επαρκή αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος. Όμως, το Εφετείο διαφώνησε και έκρινε ότι προσεκτική εξέταση της επίδικης απόφασης οδηγούσε στη διαπίστωση ότι η αιτιολόγησή της δεν εξειδίκευε τους λόγους που αντιστάθμιζαν το προσόν-πλεονέκτημα που κατείχε η εφεσείουσα. Ακριβώς την ίδια δε προσέγγιση ακολούθησε η Ολομέλεια του  Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Αναθεωρητικές Εφέσεις Δώρα Γερμανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 93. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εκεί, είχε επισημάνει ότι κακώς η ΕΔΥ προτίμησε ενδιαφερόμενα μέρη που δεν διέθεταν το πλεονέκτημα αντί των αιτητριών που το διέθεταν, λόγω της καλύτερης απόδοσης των πρώτων στην προφορική εξέταση. Το Εφετείο επικύρωσε αυτή την προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, κρίνοντας ότι το στοιχείο εκείνο που έλαβε υπόψη της η ΕΔΥ ως λόγο που υπερακόντιζε το πλεονέκτημα των αιτητών, δεν συνιστούσε αποδεκτή ειδική-πειστική αιτιολογία. Όπως τόνισε το Εφετείο, με αναφορά στην υπόθεση Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 1, η καλύτερη απόδοση ενός υποψηφίου κατά την προφορική εξέταση ή συνέντευξη, δεν εκτοπίζει την κατοχή του πλεονεκτήματος από ένα άλλο διεκδικητή μιας θέσης.

 

Λόγω των ανωτέρω, είναι φανερό ότι η δοθείσα από τους καθ΄ων η αίτηση αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος της αιτήτριας πάσχει και ο τελευταίος αυτός λόγος ακύρωσης ευσταθεί. Ευσταθεί βέβαια όσον αφορά στους υποψηφίους - ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία δεν κατείχαν το πλεονέκτημα, και των οποίων ο διορισμός προσβάλλεται από την αιτήτρια στο πλαίσιο των δύο συνεκδικασθεισών  προσφυγών. Συναφώς, παρατηρώ ότι από τα ενδιαφερόμενα μέρη στην προσφυγή αρ. 1514/2007 όλοι κατείχαν το πλεονέκτημα και, επομένως, ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης, που είναι και ο μόνος που επιτυγχάνει, δεν αφορά αυτή την προσφυγή, η οποία στην απουσία κατάδειξης άλλου λόγου ακύρωσης, θα πρέπει να αποτύχει.

 

Στην προσφυγή αρ. 1515/2007 πέντε από τα οκτώ ενδιαφερόμενα μέρη δεν κατείχαν το πλεονέκτημα και ο διορισμός τους αναπόφευκτα θα πρέπει να ακυρωθεί.

 

Ως αποτέλεσμα,

 

1.      Η προσφυγή αρ. 1514/2007 απορρίπτεται με €1.500 έξοδα εναντίον της αιτήτριας, πλέον ΦΠΑ.

 

2.      Η προσφυγή αρ. 1515/2007 επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται σε σχέση με το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών 1, 4, 5, 6 και 8, ήτοι Ανδρέου Βάσω, Κουρτελλίδη Ανδρέα, Κυριάκου Αναστασία, Παντελή Παντελή και Πεμπέτσιου Πανταζή. Επιδικάζονται €1.500 έξοδα υπέρ της αιτήτριας, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει.

 

 

   K. Κληρίδης,

Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο