ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1178/2006)
12 Νοεμβρίου, 2010
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ν. ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΟΙΚΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Γ. Σεραφείμ, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
_____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του καθ' ου ημερ. 19.4.2006 και με την οποία διόρισαν τον Θωμά Μπαρτζάνα στη θέση Λέκτορα, στο Τμήμα Αγροτικής Παραγωγής και Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων στην ειδικότητα Κηπευτικές Καλλιέργειες, θερμοκήπια και Υδροπονικές Καλλιέργειες στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος».
Στις 29.7.2005 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, μια θέση για ακαδημαϊκό προσωπικό στη βαθμίδα Λέκτορα στην ειδικότητα Κηπευτικές Καλλιέργειες, Θερμοκήπια, Υδροπονικές Καλλιέργειες για τις ανάγκες του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου.
Για την επίδικη θέση υποβλήθηκαν τρεις αιτήσεις, μεταξύ των οποίων ήταν και εκείνη του αιτητή και του ενδιαφερομένου προσώπου.
Οι τρεις υποψήφιοι κλήθηκαν σε προσωπική συνέντευξη ενώπιον του Εκλεκτορικού Σώματος στις 24.3.2006. Το Εκλεκτορικό Σώμα πρότεινε, μετά τη διεξαγωγή προφορικής συνέντευξης των τριών υποψηφίων, το διορισμό του ενδιαφερόμενου προσώπου, κ. Θ. Μπαρτζάνα .
Κατά τη συνεδρία της ημερομηνίας 27.3.2006, η Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή επικύρωσε την απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος και στις 7.4.2006 προσφέρθηκε διορισμός στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο στην επίδικη θέση, από την 1η Ιανουαρίου 2007. Ο κ. Μπαρτζάνας με επιστολή του ημερομηνίας 18.4.2006 αποδέχτηκε τον προσφερθέντα διορισμό στην επίδικη θέση.
Στη συνέχεια όμως, συγκεκριμένα στις 28.3.2007, ο κ. Μπαρτζάνας υπέβαλε την παραίτησή του από το Τεχνολογικό πανεπιστήμιο, για προσωπικούς λόγους.
Ο Πρόεδρος ενημέρωσε την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή σχετικά με την υποβολή παραίτησης του κ. Μπαρτζάνα και στην 21η Συνεδρία της αποφασίστηκε η επαναπροκήρυξη της θέσης.
Στην εξεταζόμενη προσφυγή εγείρονται προδικαστικές ενστάσεις: (α) ότι η απόφαση διορισμού του ενδιαφερόμενου προσώπου κ. Μπαρτζάνα απώλεσε την εκτελεστότητά της καθότι έγινε ανάκληση της αποδοχής του διορισμού του και (β) ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος προώθησης της εξεταζόμενης προσφυγής δεδομένου ότι η θέση την οποία είχε διεκδικήσει έπαψε να υπάρχει πλέον και έγινε η επαναπροκήρυξή της σε άλλη ειδικότητα.
Ο αιτητής απο την άλλη πλευρά αντικρούει τις πιο πάνω προδικαστικές ενστάσεις με εύστοχη επιχειρηματολογία και με αναφορά στη νομολογία. Από τη στιγμή που λήφθηκε η επίδικη απόφαση διορισμού του κ. Μπαρτζάνα, υποστηρίζει ο αιτητής, υπήρξε προσφορά και αποδοχή της επίδικης θέσης σε διαδικασία όπου υποψήφιος ήταν και ο ίδιος. Συνεπώς ο αιτητής έχει έννομο συμφέρον να συνεχίσει την εμπρόθεσμη προσφυγή του έστω και αν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο παραιτήθηκε μετά από ένα χρόνο από την ημέρα που είχε αποδεχτεί το διορισμό του στην επίδικη θέση. Συνακόλουθα, η απόφαση δεν έχασε της εκτελεστότητά της. Άλλωστε, αναφέρει στη συνέχεια ο αιτητής, και πράξεις περιορισμένης χρονικής ισχύος δεν χάνουν το αντικείμενο τους, με τη λήξη τους, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις.
Το θέμα που εγείρεται με την προδικαστική ένσταση της καθ΄ ης η αίτηση έχει επιλυθεί από την Ελληνική Νομολογία, αναφέρει ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή.
Σύμφωνα με τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 242-243:
«δδ΄. Πράξεις Περιωρισμένης χρονικής ισχύος. Διοικητική πράξις, ισχύουσα εφ΄ ωρισμένον χρονικόν διάστημα, παραδεκτώς προσβάλλεται δι΄ αιτήσεως ακυρώσεως και μετά την παρέλευσιν του χρονικού διαστήματος καθ΄ ον ίσχυσεν, εφ΄ όσον κατέλιπε διοικητικής φύσεως συνεπείας, ων την άρσιν διώκει η αίτησις. Εφ΄ όσον όμως η προσβαλλόμενη πράξις δεν ίσχυεν πλέον κατά τον χρόνον της καταθέσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, ουδέ διετήρησε διοικητικής φύσεως αποτελέσματα έναντι του αιτούντος, δεν προσβάλλεται παραδεκτώς και η αίτησις στερείται αντικειμένου. Η πλέον πρόσφατος όμως νομολογία προσανατολίζεται προς την άποψιν, ότι εφ΄ όσον η προσβαλλομένη πράξις εφηρμόσθη και παρήγαγεν αποτέλεσμα καθ΄ ον χρόνον ίσχυσεν, παραδεκτώς προσβάλλεται δι΄ αιτήσεως ακυρώσεως, έστω και αν κατά την συζήτησιν έχη λήξει η ισχύς ταύτης, εφ΄ όσον δεν ήρθησαν τα κατά τον χρόνον της ισχύος της παραχθέντα έννομα αποτελέσματα.»
Η πιο πάνω θέση της Ελληνικής Νομολογίας έχει υιοθετηθεί και από τη δική μας Νομολογία (Δέστε: Maliotis v. Municipality of Nicosia (1965) 3 C.L.R. 75, 94, Kittou and Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 603, 609 και Christodoulides v. Republic (1978) 3 C.L.R. 193).
Η δυνατότητα ακύρωσης μιας πράξης, μετά τη λήξη της ισχύος της, υπάρχει και επειδή ο αιτητής μπορεί να επιδιώξει αποζημίωση δυνάμει του άρθρου 146.6 μόνο μετά την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης (Δέστε: Kyriakides v. The Republic, 1 R.S.C.C. 66, 74).
Συμφωνώ με τα όσα αναφέρθηκαν από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή με σκοπό την αντίκρουση των προδικαστικών ενστάσεων. Η πράξη που επηρέασε δυσμενώς τη διεκδίκηση του αιτητή, αφορούσε στο διορισμό που έγινε μετά τη συγκεκριμένη προκήρυξη της επίδικης θέσης στις 29.7.2005. Το θέμα θα ήταν διαφορετικό εάν η προσφορά της καθ΄ ης η αίτηση Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής δεν εγίνετο αποδεκτή από τον κ. Μπαρτζάνα επειδή, στην περίπτωση εκείνη, δεν θα υπήρχε τελική πράξη διορισμού. Η αποδοχή της επίδικης θέσης με την επιστολή του ημερομηνίας 18.4.2006 κατέστησε την πράξη διορισμού εκτελεστή και το ότι υπήρξε, μετά την προσφυγή, νέα επαναπροκήρυξη ημερομηνίας 21.4.2007, δεν επηρεάζει, κατά την κρίση μου, την εξεταζόμενη προσφυγή που είχε καταχωρηθεί στις 30.6.2006. Άλλωστε, η επαναποκήρυξη αφορά άλλον ουσιώδη χρόνο και περιλαμβάνει άλλη ειδικότητα από εκείνη που αναφέρεται στην προκήρυξη της επίδικης θέσης.
Θεωρώ επομένως ότι ο αιτητής έχει έννομο συμφέρον να επιδιώξει την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης ακόμη και μετά που έχει παύσει να ισχύει ο διορισμός του Ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση . Οι αποφάσεις στις οποίες αναφέρεται ο ευπαίδευτος συνήγορος της καθ΄ ης η αίτηση δεν βοηθούν καθότι διακρίνονται σε σχέση με τα γεγονότα και τα επίδικα θέματα .
Συνακόλουθα οι προδικαστικές ενστάσεις απορρίπτονται ως αβάσιμες και προχωρώ στην εξέταση των λόγων ακύρωσης.
Ισχυρίζεται αρχικά ο αιτητής ότι πάσχει η σύνθεση και λειτουργία του Εκλεκτορικού Σώματος γιατί κατά τις συνεδρίες του και κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης δεν τηρήθηκαν πρακτικά ή και ακόμη αν υπήρχε κάποιο πρακτικό, αυτό ήταν ελλιπές. Σύμφωνα με το άρθρο 24(1) του Νόμου 158(1)/99 πρέπει να τηρούνται λεπτομερή πρακτικά των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων, στα οποία να διατυπώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις που λαμβάνονται. Η τήρηση άρτιων πρακτικών είναι υποχρέωση κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία.
Είναι φανερό ότι η πιο πάνω διαπίστωση περί μη τήρησης άρτιων πρακτικών είναι ορθή. Παρόλον που υπάρχει κάποιο έγγραφο ημερομηνίας 24.3.2006
(Παράρτημα 7) εντούτοις αυτό δεν μπορεί, κατά την κρίση μου, να θεωρηθεί επαρκές πρακτικό της συνεδρίας, Ειδικής Επιτροπής του Εκλεκτορικού Σώματος, της ημερομηνίας εκείνης. Με το έγγραφο εκείνο δημιουργείται η εντύπωση ότι Ειδική Επιτροπή του Εκλεκτορικού Σώματος συνεδρίασε, για την πλήρωση της επίδικης θέσης, κατά την περίοδον από 23 Μαρτίου -25 Μαρτίου 2006. Ωστόσο παρατηρώ ότι δεν υπάρχουν πρακτικά των συνεδριάσεων της επιτροπής κατά τις ημερομηνίες εκείνες. Ούτε προκύπτει από το έγγραφο εκείνο κατά πόσο τα μέλη της επιτροπής κατά τη συνεδρίαση της 24.3.2006 ήταν όλα παρόντα, κατά πόσο η επιτροπή συνεδρίαζε πάντα με την ίδια σύνθεση όπως απαιτείται από το άρθρο 22 του Νόμου 158(1)/99, (Δέστε: Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών ν. Δρα Νίκου Παυλίδη κ.α., Α.Ε. 132/2007, ημερ. 20/5/2010) και κατά πόσον κατά τη συνεδρίαση της 24.3.2006 ήταν παρόντα και άλλα πρόσωπα. Ακόμα δεν υπάρχει καταγραφή της απόφασης των μελών της επιτροπής, ούτε και γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στον τρόπο λήψης της απόφασης της 24.3.2006.
Είναι επίσης ορθή η παρατήρηση ότι δεν υπήρξε αιτιολογημένη καταγραφή της κρίσης των μελών του Σώματος σχετικά με την απόδοση των υποψηφίων, κατά τις συνεντεύξεις που αναφέρεται ότι έγιναν στις 24 Μαρτίου 2006, κατά παράβαση του άρθρου 24(2) του Νόμου 158(1)/99, το οποίο ρητά απαιτεί την καταγραφή των αποτελεσμάτων της προφορικής εξέτασης.
Η μη τήρηση ξεχωριστών πρακτικών κατά τις συνεδριάσεις ενός συλλογικού οργάνου συνιστά παραβίαση του άρθρου 24(1) του Νόμου 158(1)/99, αλλά και της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Σύμφωνα με τη νομολογία όχι μόνο όταν ελλείπουν τα στοιχεία αλλά και όταν υπάρχει αβεβαιότητα ως προς το πλαίσιο και τις συνθήκες λήψης της διοικητικής απόφασης, η ακύρωση είναι αναπόφευκτη.
Η τήρηση πρακτικών και η καταγραφή των ουσιωδών γεγονότων που περιστοιχίζουν τη λήψη της διοικητικής απόφασης αποτελούν υποχρέωση της Διοίκησης την οποίαν επιβάλλουν οι κανόνες της χρηστής διοίκησης.
Στην απουσία τήρησης πρακτικού κατά τη συνεδρία της Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης του Εκλεκτορικού Σώματος στις 24.3.2006, στο οποίο να καταγράφεται και να αποτυπώνεται με σαφήνεια η αιτιολόγηση της απόφασής της, το έγγραφο ημερομηνίας 24.3.2006, που αποτελεί βασικά την έκθεση με την πρόταση της Ειδικής Επιτροπής του Εκλεκτορικού Σώματος και που τιτλοφορείται ως "Report of the Special Evaluation Committee for the appointment of Assistant Professor or Lecturer in the area of Vegetable Production, or Greenhouses or Hydroponics" και σε αυτό αναφέρεται η σχετική συνεδρία της επιτροπής και ότι οι συνεντεύξεις των υποψηφίων έλαβαν χώρα στις 24.3.2006, δεν μπορεί κατά την κρίση μου να διαφοροποιήσει την κατάσταση έστω και αν η έκθεση αυτή είναι υπογεγραμμένη από τα μέλη της Ειδικής Επιτροπής του Εκλεκτορικού Σώματος και περιέχει κάποια στοιχεία σε σχέση με τη σύνθεση, τη διαδικασία και την αξιολόγηση των υποψηφίων.
Η νομολογία απαιτεί την τήρηση άρτιων πρακτικών καθότι αυτά είναι που αποτελούν, τη μόνη αυθεντική πηγή για τα όσα συνθέτουν τη διαδικασία και είναι προϋπόθεση της χρηστής διοίκησης. Χωρίς την τήρηση ξεχωριστών και άρτιων πρακτικών καθίσταται ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος και η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση οδηγείται αναπόφευκτα σε ακύρωση (Δέστε: Medcon Construction and others ν. Republic (1968) C.L.R. 535 και Χρυσάφη ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 550).
Η αποδοχή του συγκεκριμένου λόγου ακύρωσης καθιστά αχρείαστη την εξέταση των υπολοίπων λόγων που προβάλλονται.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, η προσφυγή πετυχαίνει και εκδίδεται δηλωτική απόφαση του δικαστηρίου σύμφωνα με το αιτητικό της προσφυγής. Έξοδα €1.200.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ του αιτητή.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.