ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ.  1588/2008)

 

5 Οκτωβρίου, 2010

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ ης η αίτηση.

_ _ _ _ _ _

Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Μ. Σπηλιωτοπούλου, για την Καθ΄ ης η αίτηση.

Α. Παπαντωνίου, για το Ενδ. Μέρος 1.

Σ. Ανδρέου, για το Ενδ. Μέρος 2.

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Αντικείμενο της προσφυγής είναι η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερ. 29.07.08 με την οποία προάχθηκαν στη μόνιμη θέση Λειτουργού Πληροφορικής Α', Τμήμα Υπηρεσιών Πληροφορικής από 15.8.08 οι Ιωάννης Καρασιαλής (ενδ. μέρος 1) και Αιμίλιος Αλεξάνδρου (ενδ. μέρος 2).

 

Ο Διευθυντής Τμήματος Υπηρεσιών Πληροφορικής σύστησε τρεις υποψηφίους μεταξύ των οποίων και τα δυο ενδ. μέρη, με την ακόλουθη αιτιολογία:

 

«Αφού έλαβα υπόψη μου την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα των υποψηφίων, καθώς και το περιεχόμενο των Φακέλων, συστήνω τους υποψήφιους με αύξοντα αριθμό 10, 11 και 12, Αλεξάνδρου Αιμίλιο, Κλίππη Νόρμα και Καρασιαλή Ιωάννη, αντίστοιχα. Ο υποψήφιος με αύξοντα αριθμό 5, Στέλιου Κύπρος, δε συστήνεται, παρά το γεγονός ότι υπερτερεί των υποψηφίων με α/α 10, 11 και 12 σε αρχαιότητα, καθότι υστερεί καταφανώς στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις.

 

Ο υποψήφιος με α/α 10, Αλεξάνδρου Αιμίλιος, είναι βασικό στέλεχος της ομάδας μηχανογράφησης του Κτηματολογίου. Σε σύγκριση με το Στέλιου Κύπρο, που υπερέχει σε αρχαιότητα, ο Αλεξάνδρου Αιμίλιος υπερέχει ουσιωδώς σε αξία καθόλα τα τελευταία έτη, στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα. Σε σύγκριση με όσους υστερούν σε αρχαιότητα, ο Αλεξάνδρου υπερέχει ή δεν υστερεί σε αξία.

 

........................................................................

 

Ο υποψήφιος με α/α 12, Καρασιαλής Ιωάννης, εργάζεται για αρκετά χρόνια στη Στατιστική Υπηρεσία και αποτελεί βασικό στέλεχος αυτής της ομάδας. Σε σύγκριση με το Στέλιου Κύπρο, που υπερέχει σε αρχαιότητα, ο Καρασιαλής Ιωάννης υπερέχει ουσιωδώς σε αξία καθόλα τα τελευταία έτη. Σε σύγκριση με όσους υστερούν σε αρχαιότητα, ο Καρασιαλής υπερέχει ή δεν υστερεί σε αξία.

 

Προβαίνοντας στη σύστασή μου έλαβα υπόψη ότι τα μεταπτυχιακά προσόντα που διαθέτουν τόσο ο υποψήφιος με αύξοντα αριθμό 12, Καρασιαλής Ιωάννης, που συστήνω, όσο και οι υποψήφιοι με αύξοντα αριθμό 5, 14, 19, 24, 25, 26, 27, 33 και 34, Στέλιου Κύπρος, Χαραλαμπίδου Χριστίνα, Πιερή Κυριάκος, Ιωάννου Γρηγόριος, Κουτσοπαπά Κυριάκος, Χοππάς Λάζαρος, Τζιαπούρας Μάριος, Παπανδρέου Λουϊζα και Ολυμπίου Χαρίκλεια, αντίστοιχα, που δε συστήνω, είναι άμεσα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, αλλά δεν αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης και, ως εκ τούτου, τα συνεκτίμησα με τα άλλα κριτήρια και τους απέδωσα την ανάλογη βαρύτητα.»

 

 

 

Η Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη τις υπηρεσιακές εκθέσεις στο σύνολο τους, με έμφαση στα τελευταία χρόνια, τα προσόντα  και την αρχαιότητα   καθώς και τη δοθείσα σύσταση, έκρινε  ότι τα ενδ. μέρη υπερείχαν και τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους για προαγωγή.

 

Η αιτήτρια προβάλλει ως πρώτο λόγο ακύρωσης ότι η σύσταση είναι αναιτιολόγητη και ότι πάσχει διότι αποτελεί αναπαραγωγή των νομοθετημένων κριτηρίων. Συγκεκριμένα η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι οι αναφορές του Διευθυντή δεν έγιναν συγκριτικά, παραγνωρίστηκε η υπεροχή της σε προσόντα έναντι του ενδ. μέρους 2 και ότι η προτίμηση των ενδ. μερών στηρίχθηκε στο είδος των καθηκόντων που εκτελούσαν, γεγονός το οποίο προκάλεσε τη θυματοποίηση της. Τέλος, θεωρεί ότι η σύσταση διαπνέεται από γενικότητα και αοριστία και δεν υποβοηθά την Επιτροπή στο έργο της με την φρασεολογία «υπερέχει ή δεν υστερεί σε αξία» ούτε εξειδικεύει ποια από τα στοιχεία των φακέλων διαμόρφωσαν την απόφαση του Διευθυντή να συστήσει τα ενδ. μέρη.

 

Το θέμα τύπου της σύστασης και του πλαισίου μέσα στο οποίο πρέπει να διαμορφώνεται, έχει διευκρινιστεί μέσω της νομολογίας. (Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 695). Το γεγονός ότι ο Διευθυντής δεν αναφέρθηκε διεξοδικά στα καθήκοντα της θέσης της αιτήτριας ή στο μεταπτυχιακό της ειδικά, παρόλο που έκανε αναφορά γενικά στους υποψηφίους που ήταν κάτοχοι  πρόσθετων προσόντων, δεν επενεργεί στο κύρος της σύστασης. Μια σύσταση δεν πάσχει επειδή ο Διευθυντής δεν αναφέρεται ονομαστικά σε όλους τους υποψηφίους, αρκεί να εμπεριέχεται σ΄ αυτή συγκριτική αξιολόγηση των δεδομένων που ο Διευθυντής έλαβε υπόψη. (Καψοσιδέρης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 170).

 

Το κατά πόσο η σύσταση συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων, η απάντηση είναι καταφατική και καθόσον αφορά στο ενδ. μέρος 1 αυτή φαίνεται απόλυτα αιτιολογημένη. Στο κριτήριο της αξίας όπως αυτή προκύπτει από τις αξιολογικές εκθέσεις και τους προσωπικούς φακέλους, προκύπτει απόλυτη ισοδυναμία. Σε ότι αφορά τα προσόντα τόσο η αιτήτρια όσο και το ενδ. μέρος 1 κατείχαν μεταπτυχιακούς τίτλους στη  Διεύθυνση και Δημόσια Διοίκηση και Διοίκηση Επιχειρήσεων αντίστοιχα. Εχουν επίσης την ίδια αρχαιότητα αφού και οι δυο υπηρετούσαν ως Λειτουργοί Μηχανογράφησης 2ης τάξης από 17.6.97, με το ενδ. μέρος 1 να έχει και προηγούμενη σχετική υπηρεσία/πείρα από το 1993 ως Βοηθός Λειτουργός Μηχανογράφησης.

 

Εφόσον δεν υπάρχει ισχυρισμός από την αιτήτρια για έκδηλη υπεροχή,  η δε εικόνα που αποκαλύπτουν τα στοιχεία των φακέλων συνάδουν με τα όσα έλαβε υπόψη ο Διευθυντής, θεωρώ πως δεν προκύπτει λόγος επέμβασης του Δικαστηρίου στη σύσταση υπέρ του ενδ. μέρους 1 η οποία είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Εξάλλου, ο προϊστάμενος ενός τμήματος βρίσκεται σε μοναδική θέση να εκτιμά τις ανάγκες της υπό πλήρωση θέσης και την καταλληλότητα των υποψηφίων ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης. (Λύωνας ν. Δημοκρατίας, ΑΕ 107/2007 Δημοκρατία ν. Κουππάρη, ημερ. 4.6.10). Εχοντας υπόψη την πιο πάνω αρχή έχω τη γνώμη ότι η αναφορά στα καθήκοντα που εκτελούσε το ενδ. μέρος 1 στη Στατιστική Υπηρεσία και στο ότι ήταν βασικό στέλεχος αυτής της ομάδας δεν επηρεάζει το κύρος της σύστασης ούτε προκύπτει οποιαδήποτε θυματοποίηση της αιτήτριας. Το  συγκεκριμένο  σχόλιο του Διευθυντή αποσκοπούσε στην έκφραση της προσωπικής, και πλέον αρμόδιας άποψης του, για την ικανότητα του ενδ. μέρους  να ανταποκριθεί στις ανάγκες της θέσης.

 

Ωστόσο δεν καταλήγω στα ίδια συμπεράσματα σε ότι αφορά τη σύσταση υπέρ του ενδ. μέρους 2. Φαίνεται από τα στοιχεία των φακέλων και των εκθέσεων ότι η αιτήτρια υπερτερεί στα προσόντα, αφού κατέχει μεταπτυχιακό προσόν άμεσα σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, όπως ο Διευθυντής και η Επιτροπή αναγνωρίζουν. Αναφορικά με τη βαρύτητα τέτοιων προσόντων σχετικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3(Α) ΑΑΔ 374:

 

«Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής· και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.»

 

 

 

 

Αναφορικά με την αξία στη χρονολογική βάση των τελευταίων ετών  που βασίστηκε και ο Διευθυντής, τόσο η αιτήτρια όσο και το ενδ. μέρος 2 είναι καθόλα εξαίρετοι με μόνη διαφορά στα έτη  2000 και 2001 (το ενδ. μέρος 2 υστερεί έναντι της αιτήτριας κατά 1 ΠΙ αντίστοιχα). Αντίστοιχη διαφορά προκύπτει και για το έτος 1999, η οποία ωστόσο, θεωρείται απομακρυσμένη. Βέβαια τέτοια βαθμολογική διαφορά, σύμφωνα με την κρατούσα νομολογία είτε χαρακτηρισθεί οριακή είτε άκρως περιορισμένη, δεν στοιχειοθετεί από μόνη της υπολογίσιμη υπεροχή της αιτήτριας σε αξία. Βλ. Μ. Θεμιστοκλέους  ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ΑΕ 9/2007, ημερ. 17.07.09, Μεστάνας ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 213, Βασιλειάδης Αντώνης κ.α. ν. Μ. Κληρίδου -Τσιάππα κ.α., (2005) 3 ΑΑΔ 403.

 

Το ενδ. μέρος 2  υπερείχε μόνο σε  αρχαιότητα που ανέρχεται σε 3 ½ περίπου χρόνια. Θεωρώ ότι ισχύει εδώ η εμπεδωμένη πλέον αρχή ότι η αρχαιότητα σε θέσεις προαγωγής που βρίσκονται ψηλά στην ιεραρχία λαμβάνεται υπόψη μόνο, όταν τα άλλα δυο κριτήρια είναι ίσα ή περίπου ίσα (Δημοκρατία ν. Χρ. Γεωργίου (1991) 3 ΑΑΔ, Δημοκρατία ν. Ιακώβου Φέσσα, ΑΕ 122/2006, ημερ. 18.3.09). Εχοντας υπόψη το ισοζύγιο των κριτηρίων της αξίας και των προσόντων που, σύμφωνα με τα όσα έχω ήδη προαναφέρει, κλίνει υπέρ της αιτήτριας, η σύσταση υπέρ του ενδ. μέρους 2 δεν κρίνεται αιτιολογημένη.

 

Το ίδιο εκτιμώ και ως προς την τελική κρίση της Επιτροπής που υιοθέτησε τη σύσταση υπέρ του ενδ. μέρους 2, επαναλαμβάνοντας ουσιαστικά ως μείζον κριτήριο αυτό της αρχαιότητας και παρατηρώντας διαζευκτικά ότι το ενδ. μέρος 2 «υπερέχει ή δεν υστερεί σε αξία». Με δοσμένη την υπεροχή της αιτήτριας στα προσόντα και την εικόνα που παρουσίαζαν συγκριτικά οι αξιολογικές εκθέσεις, η συγκεκριμένη αναφορά καταλήγει ασαφής.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή, καθόσον αφορά στην προαγωγή του ενδ. μέρους 2 επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση στην έκταση που αναφέρεται στην προαγωγή αυτή ακυρώνεται. Η προσφυγή κατά το μέρος που αφορά στο ενδ. μέρος 1 αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση επιδικάζονται €700 έξοδα πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει.

 

 

 

                                                                         Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

ΣΦ.

 

­­

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο