ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[Συνεκδικαζόμενες Προσφυγές Αρ.496/2008 και 497/2008]
13 Σεπτεμβρίου, 2010
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
[Υπόθεση Αρ. 496/2008]
ΣΟΦΡΩΝΗΣ ΤΣΙΑΡΤΑΣ
Αιτητής
ν.
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
Καθ' ων η αίτηση
-----------------
[Υπόθεση Αρ. 497/2008]
ΜΑΡΙΝΟΣ ΚΟΡΤΑΣ
Αιτητής
ν.
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
Καθ' ων η αίτηση
Α.Σ. Αγγελίδης για τους αιτητές.
Θ. Ραφτοπούλου για Α. Ευαγγέλου για τους καθ' ων η αίτηση.
Α. Κλεάνθους για το ΕΜ Α. Νικολαΐδη.
Μ. Παπαντωνίου για Γ. Παπαντωνίου για τα ΕΜ Κ. Παναγίδη και Α. Τρόπη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την απόφαση των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 13.11.07, διορίστηκαν στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας οι Α. Νικολαΐδης, Κ. Παναγίδης και Α. Τρόπης (οι ενδιαφερόμενοι). Οι αιτητές, στις παρούσες συνεκδικασθείσες προσφυγές, ήταν συνυποψήφιοι και προσβάλλουν το κύρος των διορισμών. Οι προσφυγές καταχωρίστηκαν στις 26.3.08 και είναι η προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση πως είναι εκπρόθεσμες. Θέμα το οποίο, βεβαίως, θα εξετάσω ως πρώτο.
Κατά τη θέση των καθ' ων η αίτηση, η προθεσμία των 75 ημερών του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος άρχιζε από τις 18.12.07 όταν γραπτώς ενημερώθηκαν. Οι αιτητές ανέπτυξαν δυο επιχειρήματα. Κατά το πρώτο, αφού η απόφαση για την προαγωγή δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 18.1.08, με βάση τις διατάξεις του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος είναι από εκείνη την ημερομηνία που ενεργοποιείται η προθεσμία. Κατά το δεύτερο, ούτως ή άλλως, η γνώση που απέκτησαν με την επιστολή ημερομηνίας 18.12.07 δεν ήταν πλήρης.
Το ζήτημα της δημοσίευσης
Είναι η άποψη των αιτητών πως η προθεσμία αρχίζει από την ημερομηνία της δημοσίευσης η οποία, αφού έγινε, «συνιστούσε συστατικό στοιχείο της ύπαρξης τελικής απόφασης» όπως το θέτουν στην κύρια αγόρευσή τους ή «συστατικό στοιχείο της ολοκλήρωσης» όπως το θέτουν στην απαντητική τους αγόρευση. Επικαλούνται, σ' αυτό το πλαίσιο, κατ' αρχάς την απόφαση της Ολομέλειας στην Τριμιθιώτης ν. Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης (2003) 3 ΑΑΔ 422. Αλλά εκεί το θέμα ήταν διαφορετικό. Δεν αφορούσε στην προθεσμία αλλά στο κατά πόσο υπήρχε αντικείμενο κατά το χρόνο καταχώρησης της προσφυγής, αφού, μέχρι τότε, δεν είχε εξωτερικευθεί επισήμως η απόφαση για προαγωγή που είχε ληφθεί. Αποφασίστηκε ότι η απόφαση δεν είχε τελειωθεί παρά το ότι ο αιτητής είχε ανεπισήμως πληροφορηθεί ότι λήφθηκε απόφαση και κρίθηκε πως ορθά απορρίφθηκε η προσφυγή ως αφορώσα σε μη εκτελεστή διοικητική πράξη. Είναι σε σχέση με αυτή την τελική κρίση που αναφέρθηκε από την Ολομέλεια η φράση που εδώ επικαλούνται οι αιτητές ότι «εν ολίγοις η ημέρα γνώσης του προσφεύγοντος συναρτάται ευθέως με την ύπαρξη εκτελεστής πράξης» και πως «η γνώση της πράξης από τον προσφεύγοντα διακρίνεται του θέματος της εξωτερίκευσης της πράξης ως στοιχείου τελείωσής της δια του οποίου καθίσταται εκτελεστή προς εκείνο στον οποίο αφορά». Περαιτέρω, οι αιτητές επικαλούνται την απόφαση της Ολομέλειας στην Αναστασιάδης ν. Δημοκρατίας (2003) 3 ΑΑΔ 385 με την εισήγηση ότι «ισχύει απόλυτα και στην παρούσα υπόθεση». Όμως η κατάληξη πως η προθεσμία, σε εκείνη την υπόθεση, άρχιζε από την ημέρα της δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, είχε στη βάση της το γεγονός ότι η δημοσίευση των προαγωγών απαιτείτο από το Νόμο και, ακριβώς, είναι η βασική θέση των καθ' ων η αίτηση στην παρούσα υπόθεση πως ούτε ο περί Γενικού Συστήματος Υγείας Νόμος του 2001 (Ν. 89(Ι)/2001) ούτε άλλη νομοθετική διάταξη απαιτούσαν τη δημοσίευση των επίμαχων διορισμών. Με επιπρόσθετη παραπομπή στον Επ. Σπηλιωτόπουλο, Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου, 1977, σελ. 163, και στο άρθρο 4 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99) που προβλέπει τα ακόλουθα:
«Η ουσιαστική ισχύς μιας διοικητικής πράξης αρχίζει από την ημέρα που η δήλωση της βούλησης του διοικητικού οργάνου κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο. Όταν ο νόμος καθιστά συστατικό στοιχείο της πράξης τη δημοσίευση της στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, η ουσιαστική ισχύς της αρχίζει από την ημέρα της δημοσίευσης.»
Επομένως, υπό το δεδομένο ότι δεν απαιτείται νομοθετικά δημοσίευση της απόφασης, πράγμα το οποίο δεν αμφισβήτησαν οι αιτητές, το επιχείρημα απολήγει μετέωρο. Θα μπορούσε και να μη γίνει καθόλου δημοσίευση, χωρίς επίπτωση είτε ως προς την τελείωση της πράξης είτε ως προς την προθεσμία. Αυτό, πέρα από το ότι και το κατά πόσο η δημοσίευση, όταν αυτή απαιτείται, είναι συστατικό στοιχείο της πράξης, εξαρτάται από την ερμηνεία της σχετικής νομοθετικής διάταξης. (Βλ. Δημοκρατία ν. Παπαευριπίδη (1993) 3 ΑΑΔ 129 και Δημοκρατία ν. Πιπερίδη κ.α. (1995) 3 ΑΑΔ 21). Θέμα που εδώ δεν εγείρεται για να μας απασχολήσει.
Η γνώση των αιτητών
Με πανομοιότυπη επιστολή, ημερομηνίας 18.12.07, οι αιτητές ενημερώθηκαν ως ακολούθως:
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην αίτησή σας σχετικά με την πλήρωση κενών θέσεων Ανώτερου Λειτουργού ΟΑΥ που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4190 και ημερομηνία 18 Μαΐου 2007 (αρ. γνωστοποίησης 3002) και να σας πληροφορήσω ότι η διαδικασία πλήρωσης των εν λόγω θέσεων έχει ολοκληρωθεί και οι υποψήφιοι που έχουν επιλεγεί, έχουν ήδη ενημερωθεί.
Ευχαριστώ για το ενδιαφέρον που έχετε επιδείξει.».
Επομένως, όπως προκύπτει, οι αιτητές πληροφορήθηκαν πως λήφθηκε απόφαση για διορισμό, πως οι ίδιοι δεν διορίστηκαν και πως διορίστηκαν άλλοι οι οποίοι και ενημερώθηκαν.
Οι αιτητές εισηγούνται πως αυτή η γνώση ήταν ελλιπής επειδή δεν περιλάμβανε και αναφορά στα ονόματα των διορισθέντων. Γνώση που απέκτησαν μόνο με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Η πρώτη απόφαση που επικαλούνται είναι η Ιάκωβος Θεμιστοκλέους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 508/97, ημερομηνίας 27.3.1998. Αλλά σε εκείνη ο αιτητής απλώς είχε πληροφορηθεί ότι δεν επελέγη ο ίδιος. Δεν μπορούσε να τίθεται ζήτημα γνώσης ονόματος αφού δεν γνώριζε καν αν υπήρχε ενδιαφερόμενος. Δεν ήταν, επομένως, ενήμερος για κάθε ουσιώδη πτυχή της υπόθεσης. Το γεγονός ότι, εν προκειμένω, γνώριζε ότι συμπληρώθηκε η διαδικασία και επιλέγησαν άλλοι που ενημερώθηκαν με αποτέλεσμα την απόκτηση γνώσης για την έκδοση της σχετικής εκτελεστής διοικητικής πράξης, αποτελεί κρίσιμο διαφοροποιητικό στοιχείο. Στην πιο πάνω υπόθεση αναφέρθηκε ότι στην Pittas Dairy Industr. Ltd v. Δήμου Λατσιών (1994) 4(Δ) ΑΑΔ 2433 «έχει νομολογηθεί ότι η έλλειψη ενημέρωσης για την ταυτότητα του ενδιαφερόμενου μέρους δεν ενεργοποιεί την προθεσμία». Δεν έχω εντοπίσει τέτοια αναφορά στην πιο πάνω υπόθεση. Εκείνη αφορούσε σε όρους άδειας οικοδομής που επιβλήθηκαν και δεν υπήρχαν ενδιαφερόμενοι και το ερώτημα ήταν αν η κρίσιμη ημερομηνία, για την έναρξη της προθεσμίας, ήταν η ημερομηνία κατά την οποία ο αιτητής ενημερώθηκε για την απόφαση ή η ημερομηνία κατά την οποία πράγματι εκδόθηκε η άδεια οικοδομής. Αποφασίστηκε πως η προθεσμία άρχιζε από την ημερομηνία της ενημέρωσης και, σ' αυτό το πλαίσιο, έγινε αναφορά και στην πάγια νομολογία μας πως γενικά, για την έναρξη της προθεσμίας, απαιτείται «γνώση για κάθε ουσιώδη πτυχή της απόφασης». Σημειώνω, σε σχέση με τις γενικές αρχές, και την απόφαση της Ολομέλειας στην Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας (Αρ. 1) (1998) 3 ΑΑΔ 197 απόσπασμα από την οποία παραθέτουν οι αιτητές στην αγόρευσή τους σύμφωνα με το οποίο,
«η επάρκεια της γνώσης που κτάται κρίνεται κατά περίπτωση στο πλαίσιο των περιστατικών της κάθε υπόθεσης. Η γνώση τεκμαίρεται ότι υπάρχει όταν ο διοικούμενος έχει γνώση των στοιχείων που επηρεάζουν τη θέση του . . .» και «η αμφιβολία ενεργεί υπέρ του διοικουμένου».
Η δεύτερη υπόθεση την οποία ειδικώς επικαλούνται οι αιτητές είναι η Θεοπέμπτου ν. Συμβ. Αποχετεύσεων Λάρνακας (1995) 4(Β)ΑΑΔ 1190 αλλά και εκεί ο αιτητής ενημερώθηκε γραπτώς μόνο πως δεν είχε επιλεγεί. Οπότε δεν γνώριζε «αν υπήρχε και ποιο ήταν το ενδιαφερόμενο μέρος». Επομένως, ούτε και με αναφορά στην πιο πάνω θεμελιώνεται πως έχουμε νομολογία ότι απαιτείται γνώση, ως απαραίτητο στοιχείο αυτοτελώς, και του ονόματος του ενδιαφερομένου. Τα υπόλοιπα από την απόφαση, όπως τα καταγράφει και το απόσπασμα από την απόφαση που παραθέτουν οι αιτητές στην αγόρευσή τους, δεν δικαιολογούν τέτοια θέση. Πρόκειται για γενική παραπομπή στη νομολογία αναφορικά με την έννοια της πλήρους γνώσης με εξειδίκευση από τον Τσάτσο, Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Τρίτη έκδοση, σελ. 74. Σύμφωνα με το απόσπασμα που παρατίθεται,
«πλήρης είναι η γνώσις η επιτρέπουσα στον ενδιαφερόμενο να διαγνώση μετά βεβαιότητος και ακριβείας την υλικήν ή την ηθικήν ζημίαν, την οποία ούτος υφίσταται εκ της δημοσιευμένης ή κοινοποιουμένης πράξης».
Ασφαλώς, εδώ, οι αιτητές είχαν τέτοια γνώση αφού πληροφορήθηκαν ότι δεν επιλέγησαν οι ίδιοι αλλά άλλοι οι οποίοι, κατά τελείωση και της διοικητικής πράξης, ενημερώθηκαν. Στην ίδια υπόθεση γίνεται αναφορά και στην Ploussiou v. Central Bank (1982) 3 CLR 230 στην οποία, κατ' αρχάς εξηγήθηκε και πως δεν απαιτείται, για να είναι πλήρης η γνώση, και γνώση της αιτιολογίας της διοικητικής πράξης. Παρεμβάλλω, εν προκειμένω, πως ο αιτητής Σ. Τσιάρτας, με την επιστολή του ημερομηνίας 14.11.07, δηλαδή μια μέρα μετά τη λήψη της απόφασης για τους διορισμούς, παραπονέθηκε στους καθ' ων η αίτηση. ΄Εμαθε ότι αποκλείστηκε, άρα γνώριζε και την αιτιολογία, επειδή θεωρήθηκε ότι δεν διέθετε το απαιτούμενο προσόν της πείρας και ζήτησε επανεξέταση. Με αποτέλεσμα την επιβεβαίωση της απόφασης όπως του γνωστοποιήθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 18.12.07. Στην πιο πάνω υπόθεση εξετάστηκε το θέμα της γνώσης, χωρίς να υπήρχε ειδοποίηση προς τον αιτητή για την απόφαση για διορισμό άλλων. Προσάχθηκε μαρτυρία και στη βάση της κρίθηκε ότι αποδείχθηκε η απαιτούμενη γνώση για τους τρεις ενώ αυτό δεν ήταν βέβαιο για τον τέταρτο.
Μπορούσαν, όμως, οι αιτητές να ασκήσουν προσφυγή χωρίς να γνωρίζουν τα ονόματα των διορισθέντων; Ασφαλώς όχι, αφού θα ήταν ο διορισμός τους που θα προσβαλλόταν ως η σχετική εκτελεστή διοικητική πράξη. Ήταν, όμως, δικαιολογημένο να παραμείνουν αδρανείς οι αιτητές; Αναμένοντας τι; Δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας δεν απαιτείτο και δεν θα ήταν δυνατό να προγραμματίζουν στη βάση τέτοιου αβέβαιου ενδεχόμενου το οποίο θα ήταν άγνωστο αν θα επακολουθούσε. Περαιτέρω πληροφόρηση στη βάση όμως ποιάς λογικής αφού η επιστολή ημερομηνίας 18.12.07 εμφανώς προοριζόταν ως τελική λέξη των καθ' ων η αίτηση προς τους ίδιους; Η πάγια νομολογία μας τέμνει το θέμα. Εφόσον κατά τα άλλα κτάται γνώση της πράξης που επάγεται τη ζημιά στον αιτητή, «η ουχί εντός ευλόγου χρόνου ενέργεια των απαιτουμένων προς λήψη πλήρους γνώσης της πράξης, αποτελεί παράλειψη της οποίας οι συνέπειες εξομοιώνονται προς τη μη εμπρόθεσμο άσκηση της αίτησης ακύρωσης». (Βλ. την απόφαση της Ολομέλειας στην Γεωργίου (ανωτέρω)). Όπως είχε νομολογηθεί και στην υπόθεση Ακίνητα Λούλλας Ιωνίδου Λτδ ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (2001) 3 ΑΑΔ 1011 (βλ. και L'Union Nat. Ltd κ.α. ν. Συμβ. Αποχ. Λ/σού-Αμαθούντας (1998) 3 ΑΑΔ 513). Εκεί η Ολομέλεια προσέγγισε το ζήτημα της έλλειψης γνώσης για ορισμένα στοιχεία, στη βάση αποσπάσματος από το Θ.Δ. Τσάτσο, Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Τρίτη έκδοση, σελ. 76 - 77, ως ακολούθως:
«Η ορθή λύση των πιο πάνω ζητημάτων - συνεχίζει ο ευπαίδευτος συγγραφέας - είναι η υπαγωγή τους στο γενικό κανόνα του υπολογισμού της προθεσμίας από την ημέρα που ο ενδιαφερόμενος έλαβε γνώση του εκτελεστού περιεχομένου της πράξης και της ζημιάς την οποία υφίσταται, "ώστε επιμελούμενος του ιδίου συμφέροντος να λάβει γνώσιν και των στοιχείων των απαραιτήτων και των ειδικώς εκάστοτε δυνάμενων να χρησιμοποιηθώσιν, ίνα θεμελιώσει ούτος την κατά της ζημιούσης αυτόν πράξεως αίτησιν ακυρώσεως". Αν η δημοσίευση ή κοινοποίηση γίνεται μόνο σε περίληψη και η περίληψη τυγχάνει ελλιπής τόσο, ώστε να μη προκύπτει σαφώς και με βεβαιότητα η ζημιά που επέρχεται με τη δημοσιευόμενη ή κοινοποιούμενη πράξη, η γνώση από μια τέτοια δημοσίευση ή κοινοποίηση δεν είναι πλήρης.
Ο ευπαίδευτος συγγραφέας κάμνει διάκριση ανάμεσα στην περίπτωση όπου ορισμένα στοιχεία είναι προσιτά στον ενδιαφερόμενο αν καταβάλει την οφειλόμενη επιμέλεια ανάλογα με τις περιστάσεις και την περίπτωση όπου τα στοιχεία είναι απρόσιτα στον ενδιαφερόμενο ακόμη και αν καταβάλει την οφειλόμενη επιμέλεια. Στην πρώτη περίπτωση η γνώση είναι πλήρης "υπό την προϋπόθεσιν όμως, εάν πρόκειται περί δημοσιεύσεως, ότι προκύπτει εκ ταύτης σαφώς το ζημιογόνον αποτέλεσμα του περιεχομένου ως προς τον ενδιαφερόμενον. Εις την δευτέραν περίπτωσιν η γνώσις εκ της δημοσιεύσεως ή κοινοποιήσεως είναι ελλιπής".»
Τελικά, από τη σειρά των πρωτόδικων αποφάσεων στις οποίες επίσης εφαρμόστηκε η πιο πάνω αρχή, σημειώνω τη Μιλτιάδης Ψαλιδόπουλος ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, Προσφυγή 99/2004, ημερομηνίας 4.4.2007 η οποία ακριβώς αφορούσε και σε ενδεχόμενη έλλειψη γνώσης του ονόματος του διορισθέντος. Με αναφορά στην πιο πάνω αρχή αποφασίστηκε πως ο αιτητής είχε το βάρος να αποδείξει ότι κατέβαλε την οφειλόμενη επιμέλεια για να πληροφορηθεί το όνομα του διορισθέντος και προσέκρουσε στην άρνηση της διοίκησης.
Κατ' εφαρμογήν των πιο πάνω καταλήγω ότι οι προσφυγές είναι εκπρόθεσμες. Οι αιτητές είχαν πλήρη γνώση της εκτελεστής διοικητικής πράξης που εκδόθηκε και, βεβαίως, των επιπτώσεων της ως προς τους ίδιους. Το εύλογο ήταν να προβούν σε κατάλληλες ενέργειες, δυνατότητα η οποία ασφαλώς τους προσφερόταν για να πληροφορηθούν τα ευκόλως προσιτά, όπως κρίνω, ονόματα των διορισθέντων.
Οι προσφυγές δεν είναι παραδεκτές και δεν δικαιολογείται να με απασχολήσει οτιδήποτε άλλο. Απορρίπτονται με €1.500 συνολικά έξοδα. Δηλαδή, €750 για κάθε προσφυγή, πλέον ΦΠΑ, υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
/μσιαμπαρτά