ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 414/2008)
20 Σεπτεμβρίου, 2010
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΑΓΛΑΪΑ ΑΝΤΩΝΗ ΣΚΑΡΟΥ
2. ΑΓΛΑΪΑ ΑΛΚΙΒΙΑΔΟΥ ΚΑΙ ΥΙΟΙ ΛΤΔ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Ν. Ανδρέου, για τους Αιτητές.
Αλ. Καλησπέρα-Καρή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές αξιώνουν ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση ημερομηνίας 28.1.2008, με την οποία απορρίφθηκε αίτησή τους για προσθήκες και μετατροπές σε υφιστάμενη τουριστική ανάπτυξη. Στις 14.6.2006 υποβλήθηκε από τους αιτητές στην πολεοδομική αρχή, δηλαδή στον επαρχιακό λειτουργό του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Αμμοχώστου, η αίτηση υπ΄ αρ. ΑΜΧ/0424/2006, η οποία αφορούσε προσθήκες και μετατροπές σε υφιστάμενη τουριστική ανάπτυξη.
Η πολεοδομική αρχή απέρριψε στις 28.1.2008 τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας επειδή η υφιστάμενη στο τεμάχιο ανάπτυξη, επί της οποίας προτείνονται οι μετατροπές, αποτελεί ανάπτυξη μη εξουσιοδοτημένη, χωρίς τις αναγκαίες άδειες, κατά παράβαση των προνοιών της παραγράφου 1 της Πολιτικής 3(Α) της Δήλωσης Πολιτικής. Η οικοδομή δεν έχει ανεγερθεί σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια και τους όρους της σχετικής άδειας οικοδομής.
Συγκεκριμένα, μέρος της εγκριθείσας ανάπτυξης δεν έχει ανεγερθεί επί τόπου, τμήμα της είναι ημιτελές και η ανεγερθείσα οικοδομή δεν είναι σύμφωνη με τα εγκεκριμένα σχέδια, ενώ παράλληλα η εκδοθείσα από το Δήμο Παραλιμνίου άδεια οικοδομής έληξε στις 11.12.2005 και δεν είχε ανανεωθεί.
Περαιτέρω, σύμφωνα με το Γενικό Διευθυντή του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, η υφιστάμενη ανάπτυξη επί της οποίας προτείνονταν οι μετατροπές δεν αποτελούσε εγκεκριμένο συγκρότημα οργανωμένων διαμερισμάτων (όπως δηλωνόταν στο υποβληθέν έντυπο αίτησης και στα υποβληθέντα σχέδια). Η σχετική αίτηση έγκρισης είχε απορριφθεί από τον Κ.Ο.Τ. το 1999, γεγονός το οποίο ελήφθη από την πολεοδομική αρχή ως ουσιώδης παράγων κατά την εξέταση της αίτησης.
Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι σημειώνεται παραβίαση των αρχών καλής πίστης και της αναλογικότητας, ενώ η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Περαιτέρω ισχυρίζονται παραβίαση δικαιώματος ακρόασης.
Οι αιτητές με ένα μάλλον νεφελώδη και γενικόλογο επιχείρημα προσπαθούν να στηρίξουν τον ισχυρισμό τους για παραβίαση των αρχών της καλής πίστης και της αναλογικότητας. Υποστηρίζουν ότι οι αρχές της καλής πίστης επέβαλλαν όπως χορηγηθεί η αιτηθείσα άδεια, αφού οι προτεινόμενες προσθήκες και μετατροπές δεν αλλοιώνουν την αρχική άδεια και δεν προσκρούουν στη Δήλωση Πολιτικής.
Το πιο πάνω επιχείρημα δεν ευσταθεί. Όπως προνοείται στο άρθρο 26 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972, Ν.90/72, όπως έχει τροποποιηθεί, για να καταλήξει σε πολεοδομική απόφαση δυνάμει του Νόμου, η πολεοδομική αρχή λαμβάνει υπ΄ όψιν τις πρόνοιες του εφαρμοστέου στην περίπτωση σχεδίου ανάπτυξης, καθώς και οποιοδήποτε άλλο ουσιώδη παράγοντα.
Δεν αντιλαμβάνομαι πως οι αρχές της καλής πίστης και της αναλογικότητας έχουν παραβιαστεί. Σαφώς και ρητά, όπως φαίνεται και στους λόγους άρνησης χορήγησης της άδειας, η αιτούμενη άδεια απορρίφθηκε γιατί οι μετατροπές αποτελούσαν ανάπτυξη μη εξουσιοδοτημένη με τις αναγκαίες άδειες, κατά παράβαση της Δήλωσης Πολιτικής, αφού η οικοδομή δεν έχει ανεγερθεί σύμφωνα με τα εγκεκριμένα σχέδια και τους όρους της σχετικής άδειας οικοδομής. Περαιτέρω η υφιστάμενη ανάπτυξη επί της οποίας προτείνονταν οι μετατροπές δεν αποτελούσε εγκεκριμένο συγκρότημα οργανωμένων διαμερισμάτων, όπου ανακριβώς δηλώνεται στην αίτηση που υποβλήθηκε αλλά και στα υποβληθέντα σχέδια, μια και η σχετική αίτηση έγκρισης απορρίφθηκε από τον Κ.Ο.Τ. το 1999.
Εξ ίσου αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός των αιτητών ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Το γεγονός ότι η πολεοδομική αρχή έλαβε υπ΄ όψιν ως ουσιώδη παράγοντα κατά την εξέταση της αίτησης ακόμα και την επιστολή του αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, η οποία αναφέρει ότι η υφιστάμενη ανάπτυξη δεν αποτελεί εγκεκριμένο συγκρότημα οργανωμένων διαμερισμάτων όπως είχε δηλωθεί στην υποβληθείσα αίτηση, αποδεικνύει ακριβώς το βάθος της έρευνας στην οποία προέβησαν οι καθ΄ων η αίτηση πριν τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.
Έχει επανειλημμένα λεχθεί ότι ο τρόπος και η διαδικασία έρευνας που θα ακολουθηθεί ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης (Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345) και το δικαστήριο δεν επεμβαίνει όταν η έρευνα είναι επαρκής. Πότε η έρευνα είναι επαρκής εξαρτάται πάντα από τα συγκεκριμένα περιστατικά της υπόθεσης (Δημοκρατία κ.α. ν. Γιαλλουρίδη κ.α. (1990) 3 Α.Α.Δ. 4316).
Παρά την κάποια παράθεση αυθεντιών σχετικά με τις γενικές αρχές που διέπουν το θέμα της δέουσας έρευνας, οι αιτητές παρέλειψαν να επισημάνουν σε ποιο σημείο οι καθ΄ων η αίτηση παρέβηκαν το καθήκον για δέουσα έρευνα. Αντίθετα, όπως είδαμε και πιο πάνω, θεωρώ ότι οι καθ΄ων η αίτηση έλαβαν υπ΄ όψιν όλα τα ουσιώδη στοιχεία και μέσα στα ορθά πλαίσια της διαδικασίας και διενήργησαν δέουσα έρευνα για να καταλήξουν στη προσβαλλόμενη απόφαση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Εκτίθενται όλοι οι πραγματικοί και νομικοί λόγοι οι οποίοι οδήγησαν τους καθ΄ ων η αίτηση στην απόφασή τους να απορρίψουν το αίτημα των αιτητών, παρέχοντας έτσι στο δικαστήριο όλα τα απαραίτητα στοιχεία για διακρίβωση της νομιμότητάς της.
Όπως προβλέπεται και από το άρθρο 26(1) του Νόμου 90/72, η πολεοδομική αρχή για να καταλήξει σε απόφαση δυνάμει του Νόμου, λαμβάνει υπ΄ όψιν τις πρόνοιες του εφαρμοστέου στην περίπτωση σχεδίου ανάπτυξης, καθώς και οποιοδήποτε άλλο ουσιώδη παράγοντα.
Τέλος, οι αιτητές υποστηρίζουν ότι οι καθ΄ ων η αίτηση παρέλειψαν να τους παράσχουν το δικαίωμα ακρόασης πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, κατά παράβαση και του άρθρου 43(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.158(Ι)/99. Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους αιτητές παράθεσε αριθμό αυθεντιών για να τονίσει ότι το δικαίωμα του διοικούμενου να τύχει ακρόασης είναι δικαίωμα δημόσιου δικαίου και ένα από τα βασικά δικαιώματα των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης το οποίο αν παραβιαστεί στοιχειοθετεί λόγο ακυρότητας.
Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Στους αιτητές δόθηκε καθαρά το δικαίωμα ακρόασης. Στην αίτηση που είχαν υποβάλει είχαν το δικαίωμα να αναφέρουν οποιοδήποτε ισχυρισμό που θα προωθούσε τα συμφέροντά τους, ενώ είχαν επίσης το δικαίωμα μέσα σε τριάντα μέρες από την ημερομηνία κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης να υποβάλουν ιεραρχική προσφυγή, όπου ξανά θα είχαν το δικαίωμα να καταθέσουν όλα τα εις χείρας τους στοιχεία και να εκθέσουν όλα τα επιχειρήματά τους. Οι αιτητές παρέλειψαν να το πράξουν και συνεπώς δεν μπορούν να ισχυρίζονται ότι παραβιάστηκε το δικαίωμά τους προς ακρόαση. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση συστήνεται όπως υποβληθεί νέα πολεοδομική αίτηση στην πολεοδομική αρχή για να εξεταστεί το ενδεχόμενο χορήγησης πολεοδομικής άδειας για την υλοποίηση νέας ανάπτυξης στο τεμάχιο.
Τέλος, οι αιτητές υποστηρίζουν ξανά ότι παραβιάστηκε η αρχή της αναλογικότητας. Υποστηρίζουν ότι παραβιάζεται το άρθρο 52 του Ν.158(Ι)/99, διότι οι καθ΄ ων η αίτηση άσκησαν τη διακριτική τους ευχέρεια δέσμια, τυπολατρικά και χωρίς να λάβουν υπ΄ όψιν και σταθμίσουν όλα τα άμεσα αναμεμειγμένα συμφέροντα, επιλέγοντας την επαχθέστατη των λύσεων για τους αιτητές, χωρίς να ερευνήσουν τις υπαλλακτικές λύσεις.
Δεν αντιλαμβάνομαι την επίκληση του άρθρου 52 το οποίο προβλέπει ότι το διοικητικό όργανο οφείλει να λαμβάνει υπ΄ όψιν και να σταθμίζει όλα τα άμεσα, αναμεμειγμένα στην υπόθεση συμφέροντα, ενώ τα μέσα που χρησιμοποιεί θα πρέπει να είναι ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Οι αιτητές σκόπευαν να προβούν σε μια εντελώς παράνομη ανάπτυξη οικοδομής με προσθήκες και μετατροπές σε οικοδομή, η οποία δεν ήταν σύμφωνη με τα σχέδια της άδειας και με ληγμένη άδεια οικοδομής. Περαιτέρω, τμήμα της ήταν ημιτελές. Οι αιτητές, ακόμα, δεν έλεγαν την αλήθεια στους καθ΄ ων η αίτηση όταν ισχυρίζονταν ότι οι μετατροπές θα γίνουν σε εγκεκριμένο συγκρότημα οργανωμένων διαμερισμάτων, κάτι που δεν ήταν αληθές. Εξ άλλου, δεν αντιλαμβάνομαι πως οι αιτητές παραπονούνται ότι τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν δεν ήταν ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Η διοίκηση αρνήθηκε να αποδεχτεί αίτημα για μετατροπές σε οικοδομή η οποία ήταν παράνομη.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.300 έξοδα εναντίον των αιτητών.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ