ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 622/2009)
31 Αυγούστου, 2010
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Δ. Παυλίδης, για τον Αιτητή.
Α. Μαππουρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης των καθ'ων η αίτηση, ημερομηνίας 13/5/2009, με την οποία τέθηκε σε διαθεσιμότητα από την εν λόγω ημερομηνία μέχρι την ολοκλήρωση πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον του, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νόμιμου αποτελέσματος.
Τα γεγονότα
Ο αιτητής είναι από το 2006 διορισμένος στη μόνιμη θέση του Διευθυντή Φυλακών Κύπρου. Στις 18/12/2008 με απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.), ο αιτητής τέθηκε σε διαθεσιμότητα, δυνάμει του Άρθρου 85 (1) των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων 1990-2008, (o Nόμος), για περίοδο 3 μηνών εκκρεμούσης πειθαρχικής έρευνας που είχε διαταχθεί εναντίον του, η οποία αφορούσε πιθανή διάπραξη σοβαρών πειθαρχικών αδικημάτων. Της σχετικής απόφασης της Ε.Δ.Υ. προηγήθηκε επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης προς την Ε.Δ.Υ. ημερομηνίας 16/12/2008, με την οποίαν ο Γενικός Διευθυντής πληροφορούσε την Ε.Δ.Υ. για το γεγονός ότι είχε διαταχθεί πειθαρχική έρευνα εναντίον του Αιτητή ενώ παράλληλα εισηγείτο και τη διαθεσιμότητα του τελευταίου.
Η Ε.Δ.Υ. απεφάσισε να θέσει τον Αιτητή σε διαθεσιμότητα, αφού πρώτα τον ενημέρωσε σχετικά, και ο Αιτητής με επιστολή του την πληροφόρησε ότι δεν έφερε ένσταση σε τυχόν απόφαση της για να τεθεί σε διαθεσιμότητα. Παράλληλα η Επιτροπή αποφάσισε όπως ο Αιτητής λαμβάνει το ½ των απολαβών του κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας του. Ο Αιτητής ενημερώθηκε γραπτώς αναφορικά με την εν λόγω απόφαση της Επιτροπής.
Με αποφάσεις της Ε.Δ.Υ. ημερομηνίας 9/3/2009 και 10/4/2009, η διαθεσιμότητα του αιτητή παρατάθηκε δυνάμει του Άρθρου 85(Ι) των Νόμων, την πρώτη φορά μέχρι 17/4/2009 και τη δεύτερη φορά μέχρι 2/5/2009. Και των δύο αποφάσεων προηγήθηκαν σχετικές επιστολές προς την Ε.Δ.Υ. του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως. Τόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη περίπτωση, ο αιτητής ο οποίος είχε τύχει σχετικής ενημέρωσης από την Ε.Δ.Υ., μέσω του δικηγόρου του πληροφόρησε γραπτώς την Ε.Δ.Υ. ότι «δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για παράταση της διαθεσιμότητας του». Και στις δύο περιπτώσεις, η Ε.Δ.Υ. απεφάσισε όπως ο Αιτητής λαμβάνει το ½ των απολαβών του κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας του. Και στις δύο περιπτώσεις, η Ε.Δ.Υ. κοινοποίησε στον Αιτητή την απόφαση της να παρατείνει την διαθεσιμότητα του.
Στις 7/5/2009 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως, με επιστολή του την οποίαν απηύθυνε προς την Ε.Δ.Υ., αναφερόταν στην πειθαρχική έρευνα που είχε διαταχθεί εναντίον του Αιτητή και απέστελλε στην Ε.Δ.Υ. το Κατηγορητήριο που είχε διατυπωθεί εναντίον του Αιτητή και άλλων εμπλεκομένων υπαλλήλων των φυλακών, μαζί με όλα τα σχετικά έγγραφα και στοιχεία, ενώ παράλληλα εισηγείτο τη διαθεσιμότητα του Αιτητή μέχρι την αποπεράτωση της πειθαρχικής υπόθεσης.
Η Ε.Δ.Υ., προκειμένου να εξετάσει την εισήγηση του Γενικού Διευθυντή για να τεθεί σε διαθεσιμότητα ο Αιτητής, ζήτησε από τον τελευταίο να υποβάλει τυχόν παραστάσεις που ενδεχομένως να είχε. Ο δικηγόρος του Αιτητή, με επιστολή του ισχυρίστηκε ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για να τεθεί ο πελάτης του σε διαθεσιμότητα πάνω σε νέα βάση. Η Ε.Δ.Υ. αφού έλαβε γνώση της επιστολής του κ. Παυλίδη, στη συνέχεια δέχθηκε ενώπιον της τον Αιτητή με τον δικηγόρο του, τους οποίους και άκουσε.
Ακολούθως, και συγκεκριμένα στις 13/5/2009, η Ε.Δ.Υ., με βάση τα ενώπιον της στοιχεία απεφάσισε την διαθεσιμότητα του Αιτητή δυνάμει του Άρθρου 85(2) του Νόμου, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, μέχρι την ολοκλήρωση της εναντίον του πειθαρχικής υπόθεσης. Παράλληλα, η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε όπως στον Αιτητή καταβάλλονται τα ¾ των απολαβών της θέσης του κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητάς του. Είναι αυτή την απόφαση που ο αιτητής προσβάλει με την παρούσα προσφυγή.
Την απόφασή της να θέσει σε διαθεσιμότητα τον Αιτητή, η Επιτροπή κοινοποίησε στον Αιτητή με επιστολή της ημερομηνίας 13/5/2009.
Για σκοπούς ολοκλήρωσης των γεγονότων, θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω και τα εξής:
Μετά την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής και ενώ ο Αιτητής ήταν σε διαθεσιμότητα, δυνάμει της προσβαλλόμενης απόφασης, η Ε.Δ.Υ., με απόφαση της που έλαβε στις 11/8/2009, έθεσε τον Αιτητή σε διαθεσιμότητα δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 85(2) του Νόμου από 11/8/2009 μέχρι την ολοκλήρωση της ποινικής υπόθεσης 8219/2009, η οποία είχε στο μεταξύ καταχωρηθεί εναντίον του. Παράλληλα αποφάσισε όπως, σύμφωνα με το άρθρο 77 του Νόμου, η πειθαρχική δίωξη του Αιτητή ανασταλεί, μέχρις ότου ολοκληρωθεί η εναντίον του ποινική υπόθεση και ότι ενόψει της εν λόγω αναστολής η διαθεσιμότητα λόγω της καταχώρισης πειθαρχικής υπόθεσης τερματισθεί πάραυτα. Εναντίον της απόφασης της ΕΔΥ ημερομηνίας 11.8.09, ο αιτητής καταχώρησε την υπ' αριθμό 1168/09 προσφυγή, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί.
Προτού ασχοληθώ με την ουσία της προσφυγής, θεωρώ σκόπιμο να ασχοληθώ με τον τερματισμό της διαθεσιμότητας του αιτητή και τις οποιεσδήποτε συνέπειες για την τύχη της παρούσας προσφυγής, ενδεχομένως το γεγονός αυτό να έχει.
Όπως έχω ήδη αναφέρει, μετά την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση εναντίον του αιτητή, η οποία οδήγησε σε νέα διαθεσιμότητα του. Η σχετική απόφαση αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής 1168/09. Ταυτόχρονα όμως με τη λήψη της απόφασης για διαθεσιμότητα του αιτητή μέχρι ολοκλήρωσης της ποινικής υπόθεσης που καταχωρήθηκε εναντίον του, με απόφαση της ΕΔΥ η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή αυθημερόν (11.8.2009) η μεν πειθαρχική δίωξη εναντίον του ανεστάλη σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 77 του Νόμου, η δε διαθεσιμότητά του για την οποία καταχώρησε την παρούσα προσφυγή, τερματίσθηκε.
Επειδή η διαθεσιμότητα του αιτητή αναφορικά με την οποία καταχώρησε την παρούσα προσφυγή, τερματίσθηκε με την πιο πάνω απόφαση της ΕΔΥ ημερ. 11.8.2009, με διαταγή του Δικαστηρίου η παρούσα υπόθεση επανανοίχθηκε με σκοπό το Δικαστήριο να ακούσει τις εκατέρωθεν απόψεις σχετικά με τις οποιεσδήποτε συνέπειες ο τερματισμός της διαθεσιμότητας του αιτητή, ενδεχομένως να συνεπαγόταν για την τύχη της παρούσας προσφυγής. Αφού άκουσα τους δύο συνηγόρους επί του συγκεκριμένου θέματος συμφωνώ με τις απόψεις τους, οι οποίες να σημειωθεί, ταυτίζονταν. Για τους πιο κάτω λόγους, η θέση τους ότι στην παρούσα περίπτωση, ο τερματισμός της διαθεσιμότητας του αιτητή δεν συνεπάγεται, λαμβανομένων υπ΄ όψη των περιστάσεων, και κατάργηση της δίκης, με βρίσκει σύμφωνο.
Σύμφωνα με τη νομολογία η προσφυγή χάνει το αντικείμενό της εκτός αν τίθεται θέμα «ζημιάς», διεκδικήσιμης κατά το Άρθρο 146.6 του Συντάγματος (Κόλωνα Ελένη ν. Δημοκρατίας (2003) 3 ΑΑΔ 204). Προκειμένου περί διαθεσιμότητας η δίκη δεν καταργείται γιατί χωρίς την ακύρωση της διαθεσιμότητας αυτή θα παραμείνει ως νομίμως ισχύουσα μέχρι τον τερματισμό της. (Βλ. Αρχή Λιμένων Κύπρου ν. Πάταλλου (1999) 3 ΑΑΔ 399).
Στην παρούσα περίπτωση είναι αρκετό να επισημάνω, ότι παρά τον τερματισμό της διαθεσιμότητας του αιτητή, εκκρεμεί η καταβολή των υπολοίπων του μισθού του που του αποκόπτοντο κατά τη διάρκεια της περιόδου που ήταν σε διαθεσιμότητα και συνεπώς εγείρεται θέμα υλικής ζημιάς στον αιτητή (βλ. Πάταλλου (πιο πάνω) και «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο του Π. Δ. Δαγτόγλου 2η έκδοση, σελ. 372»).
Εν όψει της πιο πάνω κατάληξης μου, προχωρώ να εξετάσω την ουσία της παρούσας προσφυγής.
Ο αιτητής προβάλλει αριθμό λόγων ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Τους συνοψίζω:
(α) Η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας, λήφθηκε δε χωρίς να προκύπτει δέουσα έρευνα.
Ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης έχει σαν κεντρικό άξονα την αρχή ότι η λήψη απόφασης κατ' επίκληση του δημοσίου συμφέροντος, επιβάλλει, ειδική αιτιολόγηση της απόφασης με εξειδίκευση των λόγων του δημοσίου συμφέροντος που οδήγησαν το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης. Στην υπό κρίση περίπτωση η ΕΔΥ κατά παράβαση της εν λόγω αρχής, εξάντλησε, σύμφωνα με τον κύριο Παυλίδη, τους λόγους δημοσίου συμφέροντος που την οδήγησαν στη λήψη της επίδικης απόφασης, σε μια γενική και αόριστη αναφορά στη σοβαρότητα της υπόθεσης όπως και στη φύση των καθηκόντων του αιτητή ως διευθυντή των Κεντρικών Φυλακών, στοιχείο που καθιστά την επίδικη απόφαση τρωτή.
(β) Με τη λήψη της επίδικης απόφασης παραβιάστηκε το τεκμήριο της αθωότητας.
Ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης, περιστρέφεται γύρω από τη θέση ότι ο αιτητής τέθηκε σε διαθεσιμότητα πριν καν αρχίσει η πειθαρχική έρευνα, κάτι που σε συνδυασμό με την παράλειψη της ΕΔΥ να εξειδικεύσει τους λόγους δημοσίου συμφέροντος που την οδήγησαν στη λήψη της επίδικης απόφασης, οδηγεί, σύμφωνα με τον κ. Παυλίδη, σε παραβίαση του συνταγματικά κατοχυρωμένου τεκμηρίου της αθωότητας.
(γ) Η επίδικη απόφαση παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης πειθαρχικά διωκομένων προσώπων και του ίσου μέτρου κρίσης, όπως επίσης και το δικαίωμα του αιτητή για δίκαιη δίκη.
Ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης έχει σαν κεντρικό άξονα τη θέση ότι, ενώ μαζί με τον αιτητή, για την ίδια υπόθεση ασκήθηκε πειθαρχική δίωξη εναντίον και τριών άλλων προσώπων, μόνο για τον αιτητή ζητήθηκε να τεθεί σε διαθεσιμότητα. Το γεγονός αυτό καταστρατηγεί σύμφωνα με τον κ. Παυλίδη την αρχή της ίσης μεταχείρισης και ταυτόχρονα επηρεάζει το δικαίωμά του για δίκαιη δίκη. Το δικαίωμα του αιτητή για δίκαιη δίκη παραβιάζεται επίσης, σύμφωνα πάντα με τον ευπαίδευτο συνήγορό του, και γιατί η απόφαση για να διωχθεί ο αιτητής πειθαρχικά λήφθηκε πριν την ολοκλήρωση της ποινικής έρευνας η οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο βρισκόταν σε εξέλιξη.
(δ) Η επίδικη απόφαση παραβιάζει τις πρόνοιες του άρθρου 85(1) και (2) του Νόμου γιατί ο αιτητής τέθηκε σε διαθεσιμότητα «χωρίς η διαθεσιμότητα αυτή να έχει σαφή και συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης».
Ο κ. Μαππουρίδης υποστήριξε τις αντίθετες απόψεις. Η εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις του ευπαίδευτου συνήγορου των καθ' ων η αίτηση, έχουν ως κοινό παρονομαστή τη θέση ότι η επίδικη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη και προϊόν δέουσας έρευνας. Η ΕΔΥ ορθά άσκησε, σύμφωνα με τον κ. Μαππουρίδη, τις εξουσίες που τις παρέχονται από το άρθρο 85 του Νόμου και κανένα από τα δικαιώματα του αιτητή έχει παραβιασθεί με τη λήψη της επίδικης απόφασης.
Εκείνο που με ασφάλεια προκύπτει από τη σχετική νομολογία είναι το ότι το μέτρο της διαθεσιμότητας δεν αποτελεί πειθαρχικό μέτρο ή πειθαρχική ποινή ούτε και έχει τιμωρητικό χαρακτήρα. Πρόκειται για προληπτικό διοικητικό μέτρο αποκλειστικός στόχος του οποίου είναι η διευκόλυνση της περάτωσης μιας πειθαρχικής διαδικασίας. (Βλ. Choraitis v. Republic (1984) 3 CLR 1067, Payiatas v. Republic (1984) 3 CLR 1239).
Εκείνο που επίσης προκύπτει με ασφάλεια από τη σχετική νομολογία είναι πως «το δημόσιο συμφέρον είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο ένας υπάλληλος μπορεί να τεθεί σε διαθεσιμότητα κατά τη διερεύνηση πειθαρχικών αδικημάτων εναντίον του προς αποφυγή του ενδεχομένου επηρεασμού της ομαλής διεξαγωγής της έρευνας», (Bλ. Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου (1999) 3 ΑΑΔ 695), καθώς επίσης και πως, όταν τίθεται σε διαθεσιμότητα υπάλληλος, κατ' επίκληση δημοσίου συμφέροντος, οι λόγοι του δημοσίου συμφέροντος που επέβαλαν τη λήψη της απόφασης, πρέπει να εξειδικεύονται «με αναφορά σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχτηκε η κρίση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου» (άρθρο 28(3) του Νόμου 158(1)/99).
Η εξειδίκευση του δημόσιου συμφέροντος επιβάλλεται και για την προστασία του ατομικού συμφέροντος του επηρεαζόμενου και δεν υπάρχει δυνατότητα αναπλήρωσης της από το περιεχόμενο του φακέλου. (Βλ. Πάταλλου, πιο πάνω). Τέλος, θα πρέπει να λεχθεί ότι η έννοια του δημόσιου συμφέροντος είναι συνυφασμένη με την προαγωγή των σκοπών για τους οποίους παρέχεται η εξουσία να τίθεται σε διαθεσιμότητα δημόσιος λειτουργός (Βλ. Ηλίας Κυριακίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 485).
Στην υπό κρίση περίπτωση, κατά τον κρίσιμο χρόνο, το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης, η ΕΔΥ είχε ενώπιόν της τόσο το κατηγορητήριο της πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον του αιτητή όσο και τις παραστάσεις στις οποίες ο αιτητής είχε προβεί, αρχικά γραπτώς μέσω του δικηγόρου του και σε κατοπινότερο στάδιο προφορικά όταν κλήθηκε σε ακρόαση ενώπιον της ΕΔΥ και παρέστη μαζί με το δικηγόρο του, πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης. Αντικείμενο του κατηγορητηρίου, είναι συνολικά 20 κατηγορίες. Οκτώ από αυτές στρέφονται εναντίον του αιτητή. Οι υπόλοιπες δώδεκα στρέφονται εναντίον δύο άλλων μελών του προσωπικού των Κεντρικών Φυλακών, ήτοι του Λειτουργού Φυλακών και Υπεύθυνου, κατά τον κρίσιμο χρόνο Αστυνομικού Ασφαλείας στο Τμήμα Φυλακών στη Λευκωσία και ενός δεσμοφύλακα.
Με τις «Λεπτομέρειες Πειθαρχικών Αδικημάτων», αντικείμενο των οκτώ κατηγοριών που στρέφονται εναντίον του αιτητή, καταλογίζονται στον τελευταίο σοβαρά πειθαρχικά παραπτώματα όπως παράλειψη εκτέλεσης υπηρεσιακού καθήκοντος και συμπεριφορά δυνάμενη να δυσφημήσει το κύρος της δημόσιας υπηρεσίας. Πρόκειται για σοβαρά πειθαρχικά αδικήματα η φύση των οποίων δικαιολογεί το μέτρο της διαθεσιμότητας. Υπενθυμίζω ότι με το μέτρο αυτό αναστέλλεται η άσκηση των καθηκόντων της θέσης το κύρος της οποίας, με τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου διαφυλάττεται ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζεται και η αντικειμενική διερεύνηση της υπόθεσης. Επομένως η θέση του αιτητή ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε προτού αρχίσει η πειθαρχική έρευνα εναντίον του, στερείται υπόστασης. Εξάλλου της επίδικης απόφασης είχαν προηγηθεί παρόμοιες αποφάσεις με τις οποίες ο αιτητής, είτε τέθηκε σε διαθεσιμότητα, είτε η περίοδος διαθεσιμότητας του παρατάθηκε γιατί η διερεύνηση της υπόθεσης, ενώ είχε αρχίσει, δεν είχε ολοκληρωθεί.
Αναφορικά με την ουσία των προβαλλόμενων λόγων ακύρωσης, είναι πιστεύω αρκετό να διεξέλθει ένας την επίδικη απόφαση για να διαπιστώσει τόσο το ανεδαφικό των σχετικών με τους συγκεκριμένους λόγους ακύρωσης θέσεων του αιτητή, όσο και ότι τα ενώπιον της ΕΔΥ στοιχεία έτυχαν από την Επιτροπή της δέουσας αξιολόγησης. Θα πρέπει να λεχθεί ότι η ΕΔΥ οδηγήθηκε στη λήψη της επίδικης απόφασης αφού, μεταξύ άλλων έλαβε υπ΄όψη και αξιολόγησε τη σοβαρότητα των πειθαρχικών παραπτωμάτων που ο αιτητής αντιμετώπιζε καθώς επίσης και τα όσα ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή έθεσε ενώπιον της, ιδιαίτερα στα πλαίσια της αγόρευσης του τα οποία και συνοψίζονται με περισσή λεπτομέρεια στο σχετικό πρακτικό.
Παραθέτω αυτούσιο το σκεπτικό που οδήγησε την ΕΔΥ στη λήψη της επίδικης απόφασης. Το περιεχόμενό του μαρτυρεί το ασφαλές των πιο πάνω διαπιστώσεων.
«Η Επιτροπή, μελέτησε με τη δέουσα σοβαρότητα και προσοχή το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον της, ιδιαίτερα την αγόρευση του Δικηγόρου του υπαλλήλου, καθώς και τη νομολογία στην οποία αναφέρθηκε.
Η Επιτροπή θεωρεί τα αδικήματα στα οποία φέρεται να εμπλέκεται ο Χατζηδημητρίου εξαιρετικά σοβαρά. Ο υπάλληλος ενώ κατείχε τη θέση Διευθυντή Φυλακών, την ανώτερη θέση που υπάρχει στην ιεραρχία των Φυλακών, επέδειξε τέτοια αμέλεια και/ή παρέβη τα καθήκοντα του σε τέτοιο βαθμό, με αποτέλεσμα να καταστεί δυνατή η απόδραση του ισοβίτη Αντώνη Προκοπίου Κίτα. Μια υπόθεση που συντάραξε την Κυπριακή Κοινωνία και που απασχόλησε σε μεγάλο βαθμό τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας για πολλές μέρες και που συνεχίζει να τα απασχολεί σε κάποιο βαθμό.
Η Επιτροπή, επισημαίνει, ότι στο παρόν στάδιο δεν κρίνεται η ενοχή του υπαλλήλου, αλλά κατά πόσο εξυπηρετείται ή όχι το δημόσιο συμφέρον με την τυχόν απόφαση της για διαθεσιμότητά του.
Η Επιτροπή, αφού στάθμισε και συνεκτίμησε τα πιο πάνω και αφού έλαβε υπόψη τη θέση που κατέχει ο Χατζηδημητρίου, η οποία είναι η ανώτερη θέση στις Φυλακές και τις αυξημένες ευθύνες που αυτή συνεπάγεται, τη φύση και σοβαρότητα των αδικημάτων και/ή παραβάσεων στα οποία φέρεται να εμπλέκεται και για τα οποία έχει διατυπωθεί σχετικό κατηγορητήριο, το γεγονός ότι τα αδικήματα σχετίζονται άμεσα με τα καθήκοντα της θέσης του, την πιθανότητα και/ή δυνατότητα να επηρεαστεί η ομαλή διεξαγωγή της πειθαρχικής δίκης από την επιστροφή και/ή παραμονή του στα καθήκοντα του κατά τη διάρκεια της δίκης, αφού αναμένεται να καταθέσουν μεταξύ άλλων και υφιστάμενοι του, έκρινε ότι συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος για να τεθεί σε διαθεσιμότητά και αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 85(2) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 2008 όπως ο ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Μιχάλης, Διευθυντής Φυλακών, Φυλακές, τεθεί σε διαθεσιμότητα από σήμερα 13.5.2009 και μέχρι την ολοκλήρωση της εναντίον του πειθαρχικής υπόθεσης, εκτός εάν προκύψουν εξελίξεις που να δικαιολογούν τερματισμό της διαθεσιμότητάς του.
......
Η Επιτροπή, επιπρόσθετα και ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, ενόψει της φύσης και σοβαρότητας των αδικημάτων που φέρεται να διέπραξε ο Χατζηδημητρίου, της διάστασης που έχει πάρει η υπόθεση και της δημοσιότητας που έχει δοθεί σε αυτή, θεωρεί ότι δικαιολογείται η απόφαση της να τον θέσει σε διαθεσιμότητα, εκ μόνου του γεγονότος της πιθανότητας να τρωθεί το κύρος και η εικόνα των Φυλακών της Δημοκρατίας, αλλά και της Δημόσιας Υπηρεσίας γενικότερα, από την παραμονή και/ή επιστροφή του στα καθήκοντά του, πριν από την ολοκλήρωση της εναντίον του πειθαρχικής δίκης.»
Είναι η διαπίστωση μου ότι οι λόγοι που οδήγησαν στη λήψη της επίδικης απόφασης και ιδιαίτερα οι λόγοι που για σκοπούς εξυπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος υπαγόρευσαν το μέτρο της διαθεσιμότητας του αιτητή μέχρι την ολοκλήρωση της εναντίον του πειθαρχικής υπόθεσης, εξειδικεύονται στην επίδικη απόφαση επαρκώς και με σαφήνεια. Αντίθετα, δεν έχω διαπιστώσει οποιαδήποτε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης ή του δικαιώματος του αιτητή για δίκαιη δίκη, ως ο τελευταίος ισχυρίζεται. Σύμφωνα με τη νομολογία η αρχή της ισότητας εφαρμόζεται εις τους υπό τας αυτάς συνθήκας τελούντας (Arakian and others v. Republic (1972) 3CLR 294). Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής ήταν ο Διευθυντής των Φυλακών και συνεπώς ο έχων τη διοικητική ευθύνη του τμήματος σε σχέση με το οποίο εξετάζοντο τα πειθαρχικά παραπτώματα εναντίον και των τριών μελών του προσωπικού των κεντρικών φυλακών. Κοντολογίς ήταν το πρόσωπο το οποίο «κατείχε», όπως στην επίδικη απόφαση επισημαίνεται, «την ανώτερη θέση που υπήρχε στην ιεραρχία των φυλακών». Επομένως δεν τελούσε υπό τας αυτάς συνθήκας με τους υφισταμένους του. Η ευχέρειά του να επηρεάσει μάρτυρες ήταν μεγαλύτερη. Το ενδεχόμενο δε επηρεασμού μαρτύρων, σε περίπτωση παραμονής του αιτητή στη θέση του, ήταν υπό τις συνθήκες ρεαλιστική πρόβλεψη ενώ παράλληλα η απομάκρυνση του θα διαφύλαττε το κύρος της θέσης. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι, όπως πολύ ορθά επισημαίνεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, μεταξύ των μαρτύρων ήταν και υφιστάμενοι του αιτητή. Κρίνω ότι οι συγκεκριμένοι λόγοι συνιστούν ικανοποιητική αιτιολόγηση για την προσφυγή στο μέτρο, αφού κατάδηλα έγινε προς το δημόσιο συμφέρον.
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις μου σφραγίζουν και τη μοίρα των προβαλλόμενων λόγων ακύρωσης.
Ειδικότερα, αναφορικά με τον υπό στοιχείο (δ) (πιο πάνω) λόγο ακύρωσης, παρατηρώ και τα εξής. Ο αιτητής τέθηκε σε διαθεσιμότητα στις 13.5.2002 με απόφαση (την επίδικη απόφαση) που λήφθηκε από την ΕΔΥ, σύμφωνα με το άρθρο 85(2) του Νόμου οι πρόνοιες του οποίου έχουν ως εξής:
«(2) Αν μετά το τέλος της έρευνας αποφασιστεί η ποινική ή η πειθαρχική δίωξη του υπαλλήλου, η Επιτροπή μπορεί, αν το δημόσιο συμφέρον το απαιτεί, να θέσει σε διαθεσιμότητα τον υπάλληλο μέχρι την τελική συμπλήρωση της υπόθεσης.»
Και η ΕΔΥ έπραξε ακριβώς αυτό. Η πειθαρχική έρευνα είχε ολοκληρωθεί και ενώπιον της η ΕΔΥ είχε το σχετικό κατηγορητήριο.
Επίσης, αναφορικά με τη θέση του κ. Παυλίδη ότι το δικαίωμα του αιτητή για δίκαιη δίκη, έχει παραβιασθεί, μεταξύ άλλων και γιατί η απόφαση για πειθαρχική δίωξη του λήφθηκε πριν την ολοκλήρωση της ποινικής έρευνας, παραπέμπω και στη θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου των καθ΄ων η αίτηση όπως αυτή προβάλλεται στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης του, με την οποία και συμφωνώ, ότι η πειθαρχική δίωξη αναστέλλεται αν ασκηθεί ποινική δίωξη αλλά δεν εμποδίζεται από την παράλληλη διεξαγωγή της ποινικής διερεύνησης. Η συνάρτηση των δύο διαδικασιών δεν βρίσκει έρεισμα στο νόμο.
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με €1200 έξοδα, υπέρ της καθ΄ης η αίτηση. Η επίδικη πράξη επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.