ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 192/2009)
25 Αυγούστου, 2010
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 15, 25, 26, 28, 29 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
INNA BODARENKO,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ,
ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ/Ή
ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Αντιγόνη Αριστείδου (κα), για Γιαννάκη Θωμά, για την Αιτήτρια.
Λουΐζα Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, η αιτήτρια ζητά όπως κηρυχθεί άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα απόφαση των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 25/11/2008, με την οποία αίτημά της όπως της αναγνωριστεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος, σύμφωνα με την Οδηγία 2003/109/ΕΚ, (η «Ευρωπαϊκή Οδηγία»), απορρίφθηκε.
Η αιτήτρια, η οποία γεννήθηκε στη Ρωσία, ήλθε στην Κύπρο για πρώτη φορά στις 20/3/1995 ως επισκέπτρια, μαζί με το σύζυγό της, ο οποίος εργαζόταν σε υπεράκτια εταιρεία στη Λεμεσό. ΄Εκτοτε και μέχρι 31/12/2002 βρισκόταν στην Κύπρο με άδεια παραμονής είτε ως επισκέπτρια είτε για σκοπούς εργασίας σε υπεράκτια εταιρεία. Στις 3/1/2003, ο τότε συνήγορός της ζήτησε νέα παράταση της παραμονής της, για το λόγο ότι εκκρεμούσε υπόθεση στο Δικαστήριο σε σχέση με τραυματισμό της θυγατέρας της. Το αίτημά της εγκρίθηκε και, στις 13/2/2003, ειδοποιήθηκε σχετικά ο συνήγορός της, με την υπόδειξη, όπως πάντοτε, ότι θα έπρεπε αυτή να διευθετήσει την παραμονή της μέσω του Επαρχιακού Κλιμακίου Αλλοδαπών της Αστυνομίας. Αντί να υποβάλει αίτηση για παραχώρηση α' αυτήν άδειας παραμονής ως επισκέπτρια, όπως το εγκριθέν αίτημα, καταχώρισε, στις 14/5/2003, αίτηση για να εργαστεί σε εταιρεία διεθνών δραστηριοτήτων, στην οποία συνεχίζει να εργάζεται, αφού της παραχωρήθηκε άδεια μέχρι 27/8/2008.
Στις 13/2/2008, η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση σ' αυτήν του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος, η οποία, στις 2/10/2008, σε συνεδρία της Επιτροπής Ελέγχου Μετανάστευσης, εξετάστηκε και απορρίφθηκε. Ειδοποιήθηκε η ίδια με επιστολή ημερομηνίας 25/11/2008 ότι το αίτημά της απορρίφθηκε, επειδή παρέμεινε παράνομα στη Δημοκρατία από τις 13/4/2003 μέχρι τις 14/5/2003, περίοδο που εμπίπτει στα πέντε χρόνια πριν από την υποβολή του αιτήματός της.
Οι καθ' ων η αίτηση εγείρουν προδικαστικά ζήτημα εκπρόθεσμου της προσφυγής. Η προσβαλλόμενη απόφαση ισχυρίζονται, η οποία φέρει ημερομηνία 25/11/2008, απεστάλη στην αιτήτρια με κανονικό ταχυδρομείο, οπόταν, σύμφωνα με τη συνήθη πορεία του, πρέπει να παραλήφθηκε από αυτή σε διάστημα δύο - τεσσάρων ημερών. Η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 17/2/2009, δηλαδή μετά τις 75 ημέρες από την ημερομηνία που η ίδια έλαβε γνώση.
Είναι νομολογημένο ότι το θέμα της προθεσμίας είναι θέμα πραγματικό και αποφασίζεται υπό το φως των περιστατικών της κάθε υπόθεσης - (βλ. Yialousa Savings Bank Limited v. Republic (Minister of Finance as Controller of Banks) and Another (1977) 3 C.L.R. 25). Το βάρος απόδειξης του εκπρόθεσμου της προσφυγής το φέρει ο διάδικος ο οποίος προβάλλει το σχετικό ισχυρισμό. Αμφιβολία ή αβεβαιότητα σε σχέση με την έναρξη της προθεσμίας επιλύεται υπέρ του αιτητή - (βλ. Costas Neophytou and The Republic of Cyprus through The Public Service Commission (an Independent Body) (1964) C.L.R. 280 και Menelaos Georghiades and Another and The Republic of Cyprus through The Public Service Commission (1966) 3 C.L.R. 827).
Είναι, επίσης, νομολογημένο ότι εάν αποδειχθεί ότι επιστολή έχει ταχυδρομηθεί και δεν έχει επιστραφεί από το ταχυδρομείο, αυτό συνιστά, εκ πρώτης όψεως, απόδειξη της παράδοσής της στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται - (βλ. Socratis Theodorou ν. The Abbot of Kykko Monastery Mr. Chrysostomos and Others (1965) 1 C.L.R. 9). Επίσης, στην Katsiantonis v. Frantzeskou (1981) 1 C.L.R. 566, αναφέρθηκε ότι το ΄Αρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, εναποθέτει το βάρος απόδειξης της μη λήψης της επιστολής στον παραλήπτη.
Οι καθ' ων η αίτηση, προς υποστήριξη του ισχυρισμού τους ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από την αιτήτρια πολύ ενωρίτερα, επικαλούνται την ημερομηνία της επιστολής - 25/11/2008 - και ότι αυτή ταχυδρομήθηκε με κανονικό ταχυδρομείο.
Σύμφωνα με τα ενώπιόν μου τεθέντα, όπως αυτά προκύπτουν από το διοικητικό φάκελο, φαίνεται ότι η επιστολή, η οποία έχει την ορθή διεύθυνση, πέραν της ημερομηνίας της, δεν περιέχει οποιοδήποτε άλλο ενδεικτικό ως προς την ημερομηνία της ταχυδρόμησής της. Η αβεβαιότητα, η οποία δημιουργείται σε σχέση με την ημερομηνία ταχυδρόμησης της επιστολής και, συνακόλουθα, της έναρξης της προθεσμίας των 75 ημερών, δεν παρέχει περιθώρια επιτυχίας της προδικαστικής ένστασης.
Με την απόρριψη της προδικαστικής ένστασης, προχωρώ να εξετάσω την προσφυγή στην ουσία της.
Προβάλλει η αιτήτρια ότι, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, ουσιώδη στοιχεία που την αφορούσαν δε λήφθηκαν υπόψη. Συγκεκριμένα, δε λήφθηκε υπόψη το περιεχόμενο της επιστολής ημερομηνίας 13/2/2003, η οποία απεστάλη προς το συνήγορό της και σύμφωνα με την οποία το αίτημά της για παραμονή της στη Δημοκρατία εγκρίθηκε μέχρι 30/6/2003.
Ο πιο πάνω ισχυρισμός της αιτήτριας δεν ευσταθεί. Προκύπτει, από την επιστολή ημερομηνίας 13/2/2003 - Τεκμήριο 26 στην ένσταση - ότι αυτή καλείτο να διευθετήσει την παραμονή της μέσω του Επαρχιακού Κλιμακίου Αλλοδαπών της Αστυνομίας, κάτι με το οποίο δε συμμορφώθηκε και αυτό ήταν υπόψη των καθ' ων η αίτηση.
Περαιτέρω, η αιτήτρια προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα και το νόμο και, γενικά, εσφαλμένης εκτίμησης των γεγονότων. Η παραμονή της στη Δημοκρατία κατά την περίοδο μεταξύ 13/2/2003 και 14/5/2003 πεπλανημένα θεωρήθηκε ότι ήταν παράνομη, αφού η άδεια που της παραχωρήθηκε δε διευκρίνιζε το καθεστώς υπό το οποίο αυτή θα παρέμενε. Εφόσον, ισχυρίζεται, δεν της προσδιορίστηκε το χρονικό διάστημα εντός του οποίου θα έπρεπε να αποταθεί στο Επαρχιακό Κλιμάκιο Αλλοδαπών της Αστυνομίας για διευθέτηση της παραμονής της, μπορούσε να αποταθεί οποτεδήποτε μεταξύ 13/2/2003 και 14/5/2003. Ο ισχυρισμός αυτός καταρρίπτεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Για κάθε προηγούμενη έγκριση που λάμβανε για παραμονή της αποτείνετο στο Επαρχιακό Κλιμάκιο Αλλοδαπών της Αστυνομίας, ως η υπόδειξη των καθ' ων η αίτηση, αμέσως. Συγκεκριμένα, για την έγκριση μέχρι 30/6/2002, η οποία ταχυδρομήθηκε στο συνήγορό της 23/11/2001, αποτάθηκε για εξασφάλιση της άδειας στις 7/12/2001, για δε την έγκριση μέχρι 31/12/2002, η οποία ταχυδρομήθηκε στον τότε συνήγορό της 28/6/2002, αποτάθηκε για εξασφάλιση της άδειας στις 19/7/2002.
Προκύπτει από την επιστολή του συνηγόρου της αιτήτριας ημερομηνίας 3/1/2003 ότι ο λόγος για τον οποίο ζητείτο η παράταση της άδειας παραμονής της οικογένειάς της δεν ήταν άλλος από την εκκρεμότητα η οποία υπήρχε, ενόψει τραυματισμού της θυγατέρας της. Η άδεια παραμονής της ως επισκέπτρια παρατάθηκε μέχρι 30/6/2003, αυτή, όμως, δεν ενήργησε, όπως της είχε υποδειχθεί με την επιστολή ημερομηνίας 13/2/2003. Η έγκριση της μεταγενέστερης αίτησής της ημερομηνίας 14/5/2003 για να παραμείνει στην Κύπρο υπό άλλο καθεστώς δε θεραπεύει το παράνομο της παραμονής της για την περίοδο για την οποία αυτή δεν εξασφάλισε σχετική άδεια.
Το ΄Αρθρο 18Η(1) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικός) Νόμου του 2007, (Ν. 8(Ι)/2007) προνοεί ότι:-
«18Η. - (1) Η Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης παραχωρεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος σε υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές νόμιμα και αδιάλειπτα κατά τα τελευταία πέντε έτη αμέσως πριν από την υποβολή της σχετικής αίτησης.»
Στην Aster Asefaw Araya ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 2097/06, 7/2/08, ο Χατζηχαμπής Δ., σε σχέση με απόρριψη αίτησης για απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος, ανέφερε τα εξής, τα οποία υιοθετώ και για τους σκοπούς της παρούσης:-
«Η Αιτήτρια δεν είχε ποτέ την απαραίτητη πενταετή νόμιμη και αδιάλειπτη παραμονή στη Δημοκρατία αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησής της, όπως απαιτείται στην εν λόγω Οδηγία εφόσον με τη λήξη της άδειας παραμονής της την 9.7.2002 η περαιτέρω παραμονή της στη Δημοκρατία κατέστη παράνομη μέχρι την παραχώρηση νέας άδειας προσωρινής παραμονής την 30.6.2004. Το διάστημα εκείνο λοιπόν διέκοπτε τη νόμιμη και αδιάλειπτη παραμονή της στη Δημοκρατία για τα απαιτούμενα στην Οδηγία πέντε τελευταία χρόνια αμέσως πριν από την υποβολή της αίτησης.»
Η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.200,00 έξοδα, υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ