ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση  Αρ. 1609/2006)

 

12 Ιουλίου, 2010

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΒΡΑΧΙΜΗΣ Ι. ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ,

Αιτητής,

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

____________________

 

Ο Αιτητής παρουσιάζεται προσωπικά.

Ρ. Παπαέτη (κα.), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η

Αίτηση.

Γ. Βαλιαντής για Λ. Παπαφιλίππου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:   Στις 19.6.06 η Επιτροπή Δημόσιας  Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) προήγαγε το Ενδιαφερόμενο Μέρος (Ε/Μ) κ. Γιώργο Θεοδώρου, στη μόνιμη θέση Διευθυντή της Υπηρεσίας Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, Υπουργείο Εσωτερικών, (πρώτου διορισμού και προαγωγής) από την 1.7.2006. 

 

Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών , με επιστολή του ημερ. 2.5.02 πληροφόρησε την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ότι η θέση Διευθυντή  Διαχειρίσεως Τ/Κ Περιουσιών αναμενόταν να κενωθεί από 1.11.02 λόγω αφυπηρέτησης του κατόχου της. Επειδή σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, η θέση Διευθυντή Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, η ΕΔΥ προέβηκε στη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα την 21.6.2002. Σε ανταπόκριση της σχετικής γνωστοποίησης υποβλήθηκαν 22 αιτήσεις.

 

Η εξέταση των αιτήσεων ξεκίνησε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Σύμφωνα με το σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης ως απαιτούμενα προσόντα καθορίζονταν τα πιο κάτω:

 

 

«3.Απαιτούμενα προσόντα:

 

1. Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστον από τα ακόλουθα θέματα ή συνδυασμό των θεμάτων αυτών: Δημόσια διοίκηση, Διοίκηση Επιχειρήσεων , Διαχείριση Ακινήτων, Πολεοδομία/Χωροταξία, Οικονομικά, Γεωγραφία, Κοινωνικές ή Πολιτικές Επιστήμες, Νομικά (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law)

 

2. Δεκαετής τουλάχιστον ευδόκιμη διοικητική πείρα σε  υπεύθυνη θέση, κατά  προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία, από την οποία  πενταετής στη διαχείριση περιουσιών .

 

4. Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και της Αγγλικής γλώσσας.

 

3. Ακεραιότητα χαρακτήρα, διοικητική και οργανωτική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.

  

5. Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος σε οποιαδήποτε από τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο (1) πιο πάνω ή/και πείρα σε θέματα που σχετίζονται με την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης θα αποτελεί πλεονέκτημα.»

 

 

Αναφορικά με το απαιτούμενο προσόν της "δεκαετούς τουλάχιστον ευδόκιμης διοικητικής πείρας σε υπεύθυνη θέση", η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε ότι αυτό θα διερευνόταν λαμβάνοντας υπόψη  τη φύση και το είδος των καθηκόντων των θέσεων που κατείχαν ή κατέχουν οι υποψήφιοι που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, το σύνολο των καθηκόντων στις θέσεις που κατείχαν ή κατέχουν και των αντίστοιχων Σχεδίων Υπηρεσίας, και παρόλο που το μισθοδοτικό επίπεδο των θέσεων εκείνων  δεν θα ήταν  καθοριστικός παράγοντας, αποφάσισε ότι θέσεις που κατείχαν οι υποψήφιοι με μισθοδοτική κλίμακα Α8 και άνω, περιλάμβαναν διοικητική πείρα σε υπεύθυνη θέση, σε συνάρτηση με όλα τα πιο πάνω. Αναφορικά με τους υποψήφιους που προέρχονταν από τον ιδιωτικό τομέα, αποφάσισε ότι αυτό θα έπρεπε να διερευνηθεί λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και το είδος των καθηκόντων των θέσεων που κατείχαν ή κατέχουν οι υποψήφιοι και το σύνολο των καθηκόντων στις θέσεις που κατείχαν ή κατέχουν που θα έπρεπε να περιλαμβάνουν εποπτεία και προγραμματισμό. Όσον αφορούσε την πρόνοια για τουλάχιστον πενταετή διοικητική πείρα στη Διαχείριση Περιουσιών αποφάσισε ότι  την κατέχουν, κατά κανόνα, υποψήφιοι που διετέλεσαν σε θέσεις τόσο στο δημόσιο όσον και στον ιδιωτικό τομέα με καθήκοντα που αφορούσαν την προώθηση της επίλυσης θεμάτων διαχείρισης περιουσιών.

 

Τόσο ο αιτητής όσο και το Ε/Μ  θεωρήθηκαν από τη Συμβουλευτική  Επιτροπή ότι ικανοποιούσαν τις πιο πάνω πρόνοιες του σχεδίου. 

 

Σχετικά με  το πλεονέκτημα της πείρας σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης, η Συμβουλευτική Επιτροπή θεώρησε ότι μεταξύ εκείνων που το κατείχαν ήταν και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Σημείωσε δε στη σχετική έκθεσή της ότι: «Αυτό το κατέχουν κατά κανόνα υποψήφιοι που εργάσθηκαν σε θέση Προϊσταμένου Κλάδου Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών σε Επαρχιακή διοίκηση ή σε συναφή θέματα στη Διοίκηση του Υπουργείου Εσωτερικών ή στην Υπηρεσία Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών, για περίοδο τριών ετών», κρίνοντας την περίοδο εκείνη υπό τις περιστάσεις και λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι σε παρόμοιου επιπέδου θέσεις, καθορίζεται συνήθως η τριετία.

Σε σχέση με την πρόνοια του πλεονεκτήματος , αναφορικά με τον αιτητή, η Συμβουλευτική Επιτροπή στην έκθεσή της σημείωσε ότι έχει το πλεονέκτημα της μετεκπαίδευσης σε θέμα που αναφέρεται στην παράγραφο (1) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης.

 

Τόσο ο κ. Χατζηχάννας όσο και ο κ. Θεοδώρου  είχαν συστηθεί μαζί με άλλους δύο υποψηφίους, στην ΕΔΥ,  από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.

 

Στις 18.10.2005, στη βάση της διεξαχθείσας ενώπιον της προφορική εξέταση, η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε τον μεν αιτητή «Σχεδόν εξαίρετο» το δε  ενδιαφερόμενο πρόσωπο ως  «εξαίρετο».

 

 Ενώπιον της ΕΔΥ, η οποία υιοθέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι οι συστηθέντες είχαν τα απαιτούμενα προσόντα, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, ο οποίος μετείχε και στη διεξαχθείσα προφορική εξέταση των τεσσάρων υποψηφίων που απέμειναν,  αξιολόγησε την απόδοση στην προφορική εξέταση του μεν κ. Χατζηχάννα  ως «πάρα πολύ καλή » του δε κ. Θεοδώρου ως «Εξαίρετη» και σύστησε τον κ. Θεοδώρου .

 

Η ΕΔΥ, κατά πλειοψηφία, με πανομοιότυπη δική της αξιολόγηση επέλεξε τον κ. Θεοδώρου με το ακόλουθο σκεπτικό:

"Ο Θεοδώρου Γεώργιος έχει αξιολογηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή κατά την τελική της αξιολόγηση, ως Εξαίρετος και από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, κατά πλειοψηφία, επίσης ως Εξαίρετος, σε υψηλότερο δηλαδή επίπεδο από τους λοιπούς υποψηφίους και στις δύο περιπτώσεις. Συγκρινόμενος με τους ανθυποψηφίους του όσον αφορά την αξία, όπως αυτή προκύπτει από τις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με ιδιαίτερη έμφαση τα πέντε τελευταία χρόνια, ο Θεοδώρου ουδενός υστερεί ή/και υπερέχει, αξιολογηθείς ως καθόλα εξαίρετος. Όσον αφορά τα προσόντα, ουδενός υστερεί ή/και υπερέχει, αφού κατέχει το προβλεπόμενο υπό του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας πλεονέκτημα, και, επιπλέον, υπερέχει όλων σε αρχαιότητα. Επίσης, ο επιλεγείς διαθέτει και τη  σύσταση του Γενικού Διευθυντή . Η πλειοψηφία δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ο Χατζηχάννας διαθέτει και κάποια επιπρόσθετα προσόντα, πέραν των απαιτούμενων και του πλεονεκτήματος, τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης και τους απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα, συνυπολογίζοντας τα και με τα υπόλοιπα κριτήρια επιλογής. Σημειώνεται, όμως, ότι ο Χατζηχάννας έχει αξιολογηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή σε χαμηλότερο επίπεδο από τον επιλεγέντα, ως Σχεδόν εξαίρετος, ενώ ο επιλεγείς ως Εξαίρετος, και από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, κατά πλειοψηφία, ως Πάρα πολύ καλός, ενώ ο επιλεγείς, κατά πλειοψηφία, ως Εξαίρετος. Επίσης, όσον αφορά την αξία, όπως αντικατοπτρίζεται  στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των πέντε τελευταίων χρόνων, ο Χατζηχάννας υστερεί του επιλεγέντος κατά δύο σημεία το έτος 2001 και κατά τρία σημεία το έτος 2002. Σημειώνεται ότι η Υπηρεσιακή Έκθεση του Χατζηχάννα για το έτος 2005 κρίθηκε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ως άκυρη. Επίσης, ο Χατζηχάννας υστερεί του επιλεγέντος και σε αρχαιότητα λόγω κλίμακας, στην οποία βεβαίως αποδίδεται περιορισμένη βαρύτητα λόγω του επιπέδου της υπό πλήρωση θέσης.»

 

 

Ο κ. Χατζηχάννας  επικαλείται αρκετούς  λόγους ακύρωσης.

 

Είναι ισχυρισμός του ότι η σύνθεση και συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής πάσχει γιατί δεν έγινε  σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32(1)(α)(i) και (ii) του Ν.1/90 όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 96(1)/2006.

 

Η  πιο πάνω εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, δεδομένου ότι η ημερομηνία συγκρότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν  προγενέστερη της τροποποίησης του άρθρου 32(1)(α)(ii) του Νόμου από τον Ν.96(1)/2006 και συνακόλουθα εφαρμόστηκε το νομοθετικό πλαίσιο που ίσχυε.

 

H σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής καθοριζόταν από το άρθρο 32(1) (α) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 1/90, ως ίσχυε πριν την τροποποίηση με το Νόμο 96(1)/06, το οποίο προνοούσε ότι για την πλήρωση κενών θέσεων σε Υπουργείο συνίστατο Επιτροπή (i) από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου που θα ενεργεί ως πρόεδρος και (ii) από τέσσερις άλλους κατά σειρά λειτουργούς που ακολουθούν ιεραρχικά το Γενικό Διευθυντή.

 

Ο Νόμος ρητά αναφέρει ότι η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής πρέπει να είναι πενταμελής.

 

Καταγράφηκαν δε  στη σχετική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής όλα όσα σχετίζονταν με το ζήτημα της σύνθεσης της  και  ότι στο τέλος η Συμβουλευτική Επιτροπή συνεδρίασε με   Πρόεδρο το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών Δρα Λ. Σαββίδη, λόγω της αφυπηρέτησης του τέως Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών κ. Κ. Τριανταφυλλίδη.

 

Η τελική σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν  καθ' όλα νόμιμη και σύμφωνη με τις διατάξεις των εδαφίων  4 και 7 του άρθρου 32 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.1/90) όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 31(1)/2004.

 

Σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 32 « Τρία από τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής συνιστούν απαρτία.» και σύμφωνα με το εδάφιο 7 του ιδίου άρθρου:

 

 «(7) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 20 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, η νομιμότητα της συγκρότησης οποιασδήποτε Συμβουλευτικής Επιτροπής και η εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης ή εργασίας δεν επηρεάζονται λόγω θανάτου, παραίτησης, αφυπηρέτησης, απουσίας ή άλλου κωλύματος μέλους της, σε οποιοδήποτε στάδιο της ενώπιόν της διαδικασίας, εφόσον τηρούνται οι διατάξεις του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου:

 

Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται και για τις διαδικασίες πλήρωσης θέσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη.»

 

 

Γίνεται ακολούθως εισήγηση ότι  η Συμβουλευτική Επιτροπή καθυστέρησε υπέρμετρα να υποβάλει την έκθεσή της στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (2006) κατά παράβαση του άρθρου 34(4) του Νόμου.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 34(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90), η Συμβουλευτική Επιτροπή συνέρχεται μέσα σε δυο εβδομάδες και φροντίζει όπως οι υποψήφιοι υποβληθούν σε γραπτή ή προφορική εξέταση.

Στο άρθρο 34(6) του Νόμου το οποίο αφορά στην ολοκλήρωση του έργου της Συμβουλευτικής Επιτροπής αναφέρονται επίσης τα εξής:

 

«(6) Στη συνέχεια η Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού λάβει υπόψη της τα αποτελέσματα της γραπτής και ή προφορικής εξέτασης των υποψηφίων, ανάλογα με το τι έχει διεξαχθεί, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων οι οποίοι είναι δημόσιοι υπάλληλοι, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, αποστέλλει στην Επιτροπή αιτιολογημένη έκθεση για όλους τους υποψηφίους και κατάλογο που περιέχει με αλφαβητική σειρά τα ονόματα των υποψηφίων τους οποίους συστήνει για επιλογή.»

 

 

 

Παρατηρώ ότι η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής υποβλήθηκε το 2006. Αναφέρεται όμως στην εν λόγω έκθεση ότι η πρώτη συνεδρία της Συμβουλευτικής ήταν στις 15.10.2002 και επομένως η υπέρμετρη καθυστέρηση αφορούσε στην ολοκλήρωση του έργου της Συμβουλευτικής Επιτροπής.   Κατά την πρώτη συνεδρία της Συμβουλευτικής Επιτροπής στις 15.10.2002, τα μέλη της ενημερώθηκαν για το περιεχόμενο της επιστολής του Προέδρου της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερομηνίας 30.9.2002, σύμφωνα με την οποία με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 17.9.2002, ακυρώθηκε η από 1.6.2000 προαγωγή του κ. Κυριάκου Φραγκόπουλου στη θέση Διευθυντή Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών. Συνεπώς, επειδή η επανεξέταση της πλήρωσης της εν λόγω θέσης, δυνατό να κατέληγε στο διορισμό/προαγωγή άλλου υποψηφίου, με ενδεχόμενο αποτέλεσμα τη μη κένωσή της, η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε ότι το θέμα θα έπρεπε να παραμείνει σε εκκρεμότητα με αποτέλεσμα τη χρονοβόρα ολοκλήρωση του έργου της Συμβουλευτικής Επιτροπής, κατά την αρχική διαδικασία πλήρωσης των θέσεων.

 

­­Τα πιο πάνω αποτέλεσαν κατά την κρίση μου νόμιμη αιτιολογία της καθυστέρησης που παρατηρήθηκε στην ολοκλήρωση του έργου της Συμβουλευτικής Επιτροπής.   Εφόσον στην προκείμενη περίπτωση το χρονοβόρο της διαδικασίας αιτιολογήθηκε και το μεγάλο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε δεν φαίνεται να επέδρασε  ουσιαστικά στα δεδομένα της απόφασης, κρίνω ότι η υπέρμετρη καθυστέρηση που παρατηρήθηκε δεν θα μπορούσε να αποτελέσει βάσιμο λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης.  Εξάλλου  και ο αιτητής ήταν ανάμεσα στους συστηθέντες  προς την ΕΔΥ.

 

Στη συνέχεια ο αιτητής υποβάλλει ότι η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι αναιτιολόγητη. Λέγει συναφώς ότι η έκθεση όχι μόνον δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αλλά, επιπλέον είναι πεπλανημένη ως προς τα προσόντα, την αρχαιότητα και την πείρα του.

 

Σε συνάρτηση με την πείρα ισχυρίζεται ο αιτητής ότι σε αντίθεση με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, ο ίδιος κατέχει το πλεονέκτημα της θέσης και μάλιστα και με τους δύο τρόπους και με βάση τα μεταπτυχιακά του προσόντα αλλά και με βάση την πείρα του.

Διατείνεται συγκεκριμένα ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν κατέχει το πλεονέκτημα που πεπλανημένα και αναιτιολόγητα του έχει αποδοθεί. Λέγει προς τούτο ο αιτητής ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν έχει εργαστεί στον κλάδο  Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών και επομένως δεν κατέχει το σχετικό πλεονέκτημα της πείρας σε αντίθεση με τον ίδιο που, καθώς ισχυρίζεται, υπηρέτησε για πέραν των οκτώ ετών ως Βοηθός και Αναπληρωτής Επαρχιακός και μετέπειτα Επαρχιακός Γεωργικός Λειτουργός όπου πολύ μεγάλο μέρος των καθηκόντων του ήταν και η Διαχείριση Περιουσιών. Λέγει επίσης ως Διευθυντής Σχεδίου, κατά την απόσπασή του, σημαντικότατο μέρος των καθηκόντων του ήταν η διαχείριση περιουσιών.

 

Προκύπτει από την έκθεση της Συμβουλευτικής επιτροπής ότι το πλεονέκτημα της πείρας σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης, αποφάσισε να το αποδώσει (η Συμβουλευτική Επιτροπή) σε όσους υποψηφίους εργάσθηκαν σε θέση Προϊσταμένου Κλάδου Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών στην Επαρχιακή Διοίκηση ή σε συναφή θέματα στη Διοίκηση του Υπουργείου Εσωτερικών ή στην Υπηρεσία Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών, για περίοδο τουλάχιστον τριών ετών.

 

Πέραν της πιο πάνω γενικής αναφοράς για την κατάληξη της (Σ.Ε.) ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και ορισμένοι  άλλοι διέθεταν το σχετικό πλεονέκτημα της πείρας δεν υπάρχει και δεν επεξηγείται, με βάση ποιά  στοιχεία, σε σχέση με την κάθε περίπτωση , άσκησε την κρίση της για την κατάληξή της ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ικανοποιούσε τη σχετική παράγραφο του σχεδίου υπηρεσίας, για 3ετή τουλάχιστον πείρα.

 

Το θέμα της ικανοποίησης του κριτηρίου της πείρας  το οποίο απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας, αποτελεί θέμα που πρέπει να εξετάζεται με βάση τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε περίπτωσης. Συνακόλουθα, η απόφαση για την κατοχή του πλεονεκτήματος της πείρας, πρέπει να λαμβάνεται μετά από δέουσα διερεύνηση των γεγονότων και στοιχείων που συνθέτουν την περίπτωση του κάθε ενός από τους υποψηφίους ξεχωριστά. Σχετικά με τον όρο πείρα όπως αυτός συναντάται στα σχέδια υπηρεσίας θέσεων στη Δημόσια Υπηρεσία, προκύπτει από τη νομολογία, ότι εκείνο που έχει σημασία δεν είναι μόνο η χρονική διάρκεια της απασχόλησης αλλά επίσης το περιεχόμενο, η φύση, το επίπεδο και η ένταση της εμπειρίας (Δέστε: Αυγερινού ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 702).

 

Συνακόλουθα κρίνω ότι η πρόσδοση πλεονεκτήματος στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν έχει αιτιολογηθεί, επαρκώς, δηλαδή σε συνάρτηση με το χρόνο, την ένταση και τη φύση των εμπειριών του, αλλά ούτε και έγινε σύγκριση με τον αιτητή προσωπικά. Το στοιχείο της πείρας, δε φαίνεται να έχει αιτιολογηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, αλλά γίνεται, μια γενική αναφορά σ' αυτή, στις τελικές αξιολογήσεις όλων των υποψηφίων και παραπομπή στο Παράτημα Β που έχει επισυναφθεί στην έκθεση.

Είναι περαιτέρω απροσδιόριστο ποιό από τα πτυχία του αιτητή μέτρησε για να αποδοθεί στον αιτητή το πλεονέκτημα της μετεκπαίδευσης και δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση των προσόντων για να διαμορφώσει κρίση επί του θέματος. Σε ό,τι αφορά τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή, η Συμβουλευτική Επιτροπή τα παραθέτει χωρίς όμως να τα αξιολογεί για να διαπιστώσει τη σημασία ή τη συνάφειά τους με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης. Ούτε και στο πλαίσιο της διαδικασίας επιλογής διαπιστώνω να έγινε οποιαδήποτε εξειδίκευση των προσόντων του αιτητή, με σκοπό τη στάθμιση της βαρύτητας τους σε σχέση με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, κρίνω ότι η Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη όπως προβλέπεται στο άρθρο 34 (6) του Νόμου 1/90, με αποτέλεσμα να συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την προσβαλλόμενη απόφαση της ΕΔΥ, που στηρίχθηκε πλήρως σε αυτή.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της.  Έξοδα €1200.-, πλέον ΦΠΑ, υπέρ του αιτητή και εις βάρος των καθ΄ ων η αίτηση. Καμία διαταγή για έξοδα για το Ε/Μ.

 

                                                      Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

/ΕΑΠ.                                                           Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο