ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1226/2008)
30 Ιουλίου, 2010
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ'ης η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Ρ. Πασιουρτίδη για Ιωαννίδης, Δημητρίου, για την Καθ'ης η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της καθ'ης η αίτηση (η Αρχή) να προάξει, από την 1/6/2008, τον Πέτρο Τσαγγαρίδη (Ε.Μ.) στη θέση Ανώτερου Τεχνικού - Τεχνικού Μηχανικού (Υποσταθμός Μεταφοράς/Διανομής) Επιχειρησιακή Μονάδα Εξυπηρέτησης Πελατών - Γραφείο Περιφέρειας Πάφου, αντί του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση ανακοινώθηκε στο προσωπικό της Αρχής στις 7/5/2008.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα προσφυγή και τα οποία συνιστούν κοινό έδαφος έχουν ως πιο κάτω.
Στις 10/12/2007 η Αρχή κυκλοφόρησε τη γνωστοποίηση κενών θέσεων που μεταξύ άλλων αφορούσε και την επίδικη θέση.
Μεταξύ εκείνων που αποτάθηκαν για πλήρωση της επίδικης θέσης ήταν ο αιτητής και το Ε.Μ.
Αρχικά επιλήφθηκε του θέματος η Μικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής και Προαγωγής Γραφειακού Τεχνικού Προσωπικού (Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής), η οποία σε συνεδρία της που έλαβε χώρα στις 13/3/2008 επέλεξε και ακολούθως εισηγήθηκε για προαγωγή στην επίδικη θέση τρεις υποψηφίους, μεταξύ των οποίων τον αιτητή και το Ε.Μ.
Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Αρχής για Θέματα Προσωπικού (Συμβουλευτική Υπεπιτροπή), στην οποία υπεβλήθη η εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής, σύστησε στην Αρχή για προαγωγή το Ε.Μ.
Του θέματος επελήφθη η Αρχή σε συνεδρία της που έλαβε χώρα στις 6/5/2008. Με ομόφωνη απόφαση της Αρχής που λήφθηκε κατά την εν λόγω συνεδρία, προήχθη το Ε.Μ. στην επίδικη θέση.
Ο αιτητής εγείρει αριθμό λόγων ακύρωσης. Οι λόγοι ακύρωσης που εγείρει περιστρέφονται γύρω από τους πιο κάτω άξονες: (α) Το Ε.Μ. δεν πληρούσε τα προσόντα που όριζε το σχέδιο υπηρεσίας και συνεπώς η απόφαση της Αρχής να θεωρήσει το Ε.Μ. προσοντούχο, πάσχει. (β) Η σύσταση του Γενικού Διευθυντή πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας και συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. (γ) (i) Η απόφαση της Αρχής είναι αναιτιολόγητη και προϊόν μη επαρκούς έρευνας. (ii) Η απόφαση της Αρχής πάσχει γιατί αγνοήθηκαν οι εκθέσεις αξιολόγησης του αιτητή, όπως και του Ε.Μ., για το έτος 2007, όπως και γιατί στηρίχθηκε σε πάσχουσα προπαρασκευαστική πράξη. (iii) Η Αρχή ενήργησε υπό το κράτος πραγματικής πλάνης για την δήθεν υπεροχή του Ε.Μ. Αντί να διεξάγει τη δική της έρευνα «υιοθέτησε δέσμια τη σύσταση του Διευθυντή».
Στην αντίπερα όχθη οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της Αρχής, οι οποίοι απορρίπτουν τις θέσεις του αιτητή, υποστηρίζουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση «είναι σύννομη, σε πλήρη σύμπνοια με το Σύνταγμα, τους Νόμους και τις αρχές του Διοικητικού Δικαίου. Όχι μόνο ο αιτητής δεν κατόρθωσε» σύμφωνα με τους ευπαίδευτους συνηγόρους «να καταδείξει έκδηλη υπεροχή όπως απαιτείται από τη νομολογία για να ανατραπεί η απόφαση της καθ'ης η αίτηση αλλά δεν έχει καταδείξει ούτε και απλή υπεροχή».
Κατ' αρχήν θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω αυτούσια τις συστάσεις των Ανδρέα Μαλιαλή, Διευθυντή Περιφέρειας Λεμεσού και Προϊστάμενου Διευθυντή του αιτητή, και Ανδρέα Αβρααμίδη, Εκτελεστικού Διευθυντή Δικτύου και Προϊστάμενου Διευθυντή του Ε.Μ., ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής. Σημειώνεται ότι οι εν λόγω Διευθυντές αφού ακούστηκαν από την Επιτροπή χωριστά ο ένας από τον άλλο αποχώρησαν και στην απουσία τους λήφθηκε η απόφαση της Επιτροπής.
"79726 Ανδρέας Αναστασίου
Ο κ. Ανδρέας Μαλιαλής, Διευθυντής Περιφέρειας Λεμεσού, ανέφερε ότι ο 79726 Ανδρέας Αναστασίου έχει ευρυτάτη πείρα στο Τμήμα Κατασκευών (Υποσταθμοί Μεταφοράς/Διανομής) της Περιφέρειας. Έχει εξαιρετικές οργανωτικές και πολύ καλές εποπτικές ικανότητες. Η απόδοσή του είναι εξαιρετική. Κρίνεται κατάλληλος για προαγωγή στην παρούσα θέση.
79738 Πέτρος Τσαγγαρίδης
Ο κ. Ανδρέας Αβρααμίδης, Εκτελεστικός Διευθυντής Δικτύων, ανέφερε ότι ο 79738 Πέτρος Τσαγγαρίδης έχει ευρυτάτη πείρα ως Ηλεκτρολόγος Εφαρμοστής στην Περιφέρεια και στη Διεύθυνση Έργων Ανάπτυξης Δικτύου της Επιχειρησιακής Μονάδας Δικτύων των Κεντρικών Γραφείων. Έχει εξαιρετικές οργανωτικές και πολύ καλές εποπτικές ικανότητες. Η απόδοσή του είναι εξαιρετική. Κρίνεται κατάλληλος για προαγωγή στην παρούσα θέση."
Όπως έχω ήδη αναφέρει η εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής υπεβλήθη στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή. Ενώπιον της εν λόγω Υπεπιτροπής κλήθηκε και έδωσε τη σύσταση του για τους υπό κρίση υποψηφίους ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής Μωϋσής Σταύρου. Παραθέτω αυτούσια τη σύσταση του εν λόγω Διευθυντή:
"Κατόπιν δικής μου έρευνας διαπιστώνω ότι ο υποψήφιος που παρουσιάζεται στον κατάλογο χρώματος ροζ, δεν πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου ΙΙΙ(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας οπόταν δεν είναι προσοντούχος υποψήφιος για την κρινόμενη θέση.
Προχωρώντας στην εξέταση των υπόλοιπων υποψηφίων, οι οποίοι παρουσιάζονται στον κατάλογο χρώματος λευκού, διαπιστώνω ότι όλοι τους κατέχουν τα προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.
Με βάση όλα τα ενώπιον μου στοιχεία, είμαι της γνώμης ότι ο καταλληλότερος υποψήφιος για την κρινόμενη θέση είναι ο Πέτρος Τσαγγαρίδης.
Καταλήγοντας στη σύσταση μου υπέρ της προαγωγής του Πέτρου Τσαγγαρίδη, έλαβα υπόψη μου το γεγονός ότι ο Πέτρος Τσαγγαρίδης υπερτερεί σε αρχαιότητα και βαθμολογημένη αξία έναντι των άλλων υποψηφίων που ακολουθούν, όπως προκύπτει από τους υπηρεσιακούς τους φακέλους.
Η υπεροχή του Πέτρου Τσαγγαρίδη σε αρχαιότητα και βαθμολογημένη αξία, συνεπάγεται και κατά τεκμήριο και υπεροχή του σε πείρα και ικανότητα.
....................
Αναφέρω επίσης ότι έλαβα υπόψη μου τα προσόντα, πέραν από αυτά που προβλέπονται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, που διαθέτουν οι υποψήφιοι και στα οποία τους προσέδωσα τη δέουσα σημασία."
Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή αφού μελέτησε και αξιολόγησε, σύμφωνα με τα σχετικά πρακτικά ημερομηνίας 6/4/2008 (Παράρτημα 3), όλα τα ενώπιον της στοιχεία που αφορούσαν τους υπό κρίση υποψηφίους, όπως τα εν λόγω στοιχεία προκύπτουν από τις αιτήσεις τους, τα επισυνημμένα σε αυτές έγγραφα, τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και τους προσωπικούς τους φακέλους, και αφού έλαβε υπόψη τη σύσταση του Διευθυντή, κατέληξε στη σύσταση υπέρ της προαγωγής του Ε.Μ. Συγκεκριμένα, τα μέλη της Επιτροπής κατέληξαν στη σύσταση τους υπέρ της προαγωγής του Ε.Μ. αφού έλαβαν υπόψη «το γεγονός ότι ο Πέτρος Τσαγγαρίδης υπερτερεί σε αρχαιότητα και βαθμολογημένη αξία έναντι των άλλων υποψηφίων που ακολουθούν, όπως προκύπτει από τους υπηρεσιακούς τους φακέλους. Τα μέλη παρατήρησαν ότι η υπεροχή του Πέτρου Τσαγγαρίδη σε αρχαιότητα και βαθμολογημένη αξία συνεπάγεται και κατά τεκμήριο υπεροχή του σε πείρα και ικανότητα. Επίσης έλαβαν υπόψη τους τα προσόντα πέραν από αυτά που προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας που διαθέτουν οι υποψήφιοι και στα οποία τους προσέδωσαν τη δέουσα σημασία».
Όπως έχω ήδη αναφέρει, η Αρχή με ομόφωνη απόφαση της που λήφθηκε σε συνεδρία της που έλαβε χώρα στις 6/5/2008 προήξε στην επίδικη θέση το Ε.Μ. Θα πρέπει να λεχθεί ότι κατά την εν λόγω συνεδρία κλήθηκε και έδωσε τις συστάσεις του ο Γενικός Διευθυντής, ο οποίος υιοθέτησε τη σύσταση του και επανέλαβε τα όσα είχε εκφράσει ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής. Η ομόφωνη απόφαση της Αρχής, η οποία λήφθηκε μετά την αποχώρηση από τη συνεδρία του Γενικού Διευθυντή, λήφθηκε με το εξής σκεπτικό:
". τα Μέλη μελέτησαν προσεκτικά και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία και δεδομένα που αφορούν τους εν λόγω υποψηφίους και τα οποία τέθηκαν ενώπιον τους.
Συγκεκριμένα, τα Μέλη ασχολήθηκαν με την εξέταση των υπηρεσιακών στοιχείων του κάθε υποψηφίου, των προσωπικών τους φακέλων, της πείρας, της αξίας, της ικανότητας, της αρχαιότητας τους στην Αρχή, των προσόντων του κάθε υποψηφίου, όπως φαίνονται στους σχετικούς υπηρεσιακούς τους φακέλους, σε συσχετισμό με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, καθώς επίσης, της επίδοσης κάθε υποψηφίου στην υπηρεσία, όπως αυτά αναφέρονται εκτενέστερα στον Κανονισμό 23(2) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986.
Τα Μέλη κατόπιν εμπεριστατωμένης μελέτης των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων και με αναφορά στις θέσεις που κατέχουν και/ή κατείχαν οι υποψήφιοι μέχρι σήμερα στην Αρχή Ηλεκτρισμού, ικανοποιήθηκαν ότι όλοι οι υποψήφιοι που έχουν αποταθεί για προαγωγή στην κρινόμενη θέση και οι οποίοι παρουσιάζονται στον κατάλογο χρώματος λευκού, πληρούν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.
........................
Στη συνέχεια τα Μέλη έλαβαν δεόντως υπόψη τους τις συστάσεις και απόψεις των προϊσταμένων Διευθυντών των προσοντούχων υποψηφίων, όπως αυτές είναι καταγραμμένες στα πρακτικά της συνεδρίας της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής για Προαγωγές του Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού (στο εξής "η Επιτροπή Επιλογής"), ημερομηνίας 13 Μαρτίου 2007, καθώς επίσης, την Εισήγηση της Επιτροπής Επιλογής, με ημερομηνία 17 Μαρτίου 2007.
Τόσο τα πρακτικά της Επιτροπής Επιλογής, ημερομηνίας 13 Μαρτίου 2007, όσο και η Εισήγηση της ημερομηνίας 17 Μαρτίου 2007, τέθηκαν ενώπιον των Μελών, κατά την παρούσα συνεδρία τους.
Τα Μέλη ερεύνησαν όλα τα πιο πάνω με τη δέουσα προσοχή για τον κάθε υποψήφιο ξεχωριστά. Επιπρόσθετα έλαβαν δεόντως υπόψη τις ομόφωνες συστάσεις και εισηγήσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, οι οποίες περιέχονται στα πρακτικά της συνεδρίας της, με ημερομηνία 15 Απριλίου 2008 και τα οποία πρακτικά έχουν τεθεί ενώπιον των Μελών, κατά την παρούσα συνεδρία τους.
Τα Μέλη έλαβαν επίσης δεόντως υπόψη τους τη σύσταση του Διευθυντή, ο οποίος πρότεινε για προαγωγή στην πιο πάνω θέση τον Πέτρο Τσαγγαρίδη, όπως καταγράφεται στα προαναφερόμενα πρακτικά της συνεδρίας της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται σ' αυτά.
Στη συνέχεια τα Μέλη μελέτησαν προσεκτικά και αξιολόγησαν τις εμπιστευτικές εκθέσεις/φύλλα αξιολόγησης των υποψηφίων στο σύνολο τους.
Τα Μέλη προχώρησαν στη δική τους ενδελεχή έρευνα, αξιολόγηση και σύγκριση όλων των υποψηφίων, όπως παρουσιάζονται στον κατάλογο χρώματος λευκού, με βάση όλα τα πιο πάνω ενώπιον τους στοιχεία και δεδομένα που αφορούν τους υποψηφίους και με βάση τα παραδεδεγμένα κριτήρια προαγωγής στο σύνολο τους, ήτοι, την πείρα, την αξία, την ικανότητα, την αρχαιότητα τους στην Αρχή, τα προσόντα τους, όπως παρουσιάζονται στις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και στους προσωπικούς τους φακέλους και την επίδοση τους στην υπηρεσία.
Αφού έλαβαν δεόντως υπόψη τους τις ομόφωνες συστάσεις και εισηγήσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, όπως επίσης τη σύσταση του Διευθυντή, με την οποία συμφωνούν και υιοθετούν, τα Μέλη αποφάσισαν ομόφωνα να προσφέρουν προαγωγή στον Πέτρο Τσαγγαρίδη, ως τον πιο κατάλληλο υποψήφιο σε σύγκριση με τους υπόλοιπους, στη θέση Ανώτερου Τεχνικού-Τεχνικού Μηχανικού (Υποσταθμοί Μεταφοράς/Διανομής), Κλίμακα Α9, στην Επιχειρησιακή Μονάδα Εξυπηρέτησης Πελατών, στο Γραφείο Περιφέρειας Πάφου, από την 1η Ιουνίου 2008.
Καταλήγοντας τα Μέλη στην πιο πάνω απόφασή τους, έλαβαν υπόψη τους το γεγονός ότι ο Πέτρος Τσαγγαρίδης υπερτερεί σε αρχαιότητα και βαθμολογημένη αξία, έναντι των άλλων υποψηφίων που ακολουθούν, όπως προκύπτει από τους υπηρεσιακούς τους φακέλους.
Τα Μέλη παρατήρησαν ότι η υπεροχή του Πέτρου Τσαγγαρίδη σε αρχαιότητα και βαθμολογημένη αξία, συνεπάγεται και κατά τεκμήριο και υπεροχή του σε πείρα και ικανότητα.
...................
Τα Μέλη ανέφεραν επίσης ότι έλαβαν υπόψη τους τα προσόντα πέραν από αυτά που προβλέπονται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, που διαθέτουν οι υποψήφιοι και στα οποία τους προσέδωσαν τη δέουσα σημασία."
Προχωρώ τώρα να εξετάσω τους λόγους ακύρωσης και τα εκατέρωθεν επί ενός εκάστου από αυτούς επιχειρήματα και εισηγήσεις, με πρώτον τον υπό στοιχείο (α) λόγο ακύρωσης, γιατί τυχόν επιτυχία του συγκεκριμένου λόγου θα σημάνει και το τέλος της προσφυγής.
(α) Η απόφαση της Αρχής με την οποία το Ε.Μ. κρίθηκε προσοντούχο, πάσχει.
Ο πιο πάνω λόγος ακύρωσης περιστρέφεται γύρω από την εξής θέση. Εφόσον το Ε.Μ. δεν υπηρετούσε στο Τμήμα Κατασκευών (Υποσταθμοί Μεταφοράς/Διανομής), αλλά στη θέση Ηλεκτρολόγου Εφαρμοστή στην Περιφέρεια και στη Διεύθυνση Έργων Ανάπτυξης Δικτύου της Επιχειρησιακής Μονάδας Δικτύων των Κεντρικών Γραφείων, δεν έχει πείρα στους Υποσταθμούς που είναι η απαραίτητη πείρα που απαιτείται από τα σχέδια υπηρεσίας για να κριθεί ένας προσοντούχος για την επίδικη θέση.
Η πιο πάνω θέση του αιτητή φέρνει στο προσκήνιο τα υπό του σχεδίου υπηρεσίας απαιτούμενα για τη θέση προσόντα, όπως και τις Σημειώσεις 1 και 2 του σχεδίου. Κάτω από την παράγραφο ΙΙΙ. ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ του σχεδίου υπηρεσίας διαβάζουμε:
"1. Kάτοχος θέσης Ανώτερου Τεχνίτη/Βοηθού Ανώτερου Τεχνικού Δικτύου (Υποσταθμοί Μεταφοράς/Διανομής).
2. Εάν δεν υπάρχει αιτητής που να πληροί την παράγραφο ΙΙΙ(1), θα γίνονται δεκτές αιτήσεις από υπαλλήλους με τουλάχιστον 14ετή υπηρεσία στην Αρχή σε θέση Ηλεκτρολόγου Εφαρμοστή."
Στη Σημείωση 1 και 2 του σχεδίου διαβάζουμε:
"ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Δικαιούχοι κρίσεως για προαγωγή θα είναι Ηλεκτρολόγοι Εφαρμοστές με 10ετή τουλάχιστον συνολική υπηρεσία στη θέση Ηλεκτρολόγου Εφαρμοστή ή/και στις προηγούμενες θέσεις Ηλεκτρολόγου Εφαρμοστή 1ης & 2ας Τάξεως, αντί των όσων αναφέρονται στην παράγραφο ΙΙΙ(2) των απαιτούμενων προσόντων, νοουμένου ότι πληρούν τα υπόλοιπα προσόντα.
2. Εκεί όπου με την εφαρμογή της σημειώσεως 1 ο αριθμός των αιτητών θα είναι ολιγότερος από τους προβλεπόμενους από τους Κανονισμούς, θα γίνονται δεκτές αιτήσεις και από υπαλλήλους με 8ετή συνολική υπηρεσία στη θέση Ηλεκτρολόγου Εφαρμοστή ή/και στις προηγούμενες θέσεις Ηλεκτρολόγου Εφαρμοστή 1ης & 2ας Τάξεως.
Οι πρόνοιες των Σημειώσεων 1 και 2 ισχύουν μόνο για όσους υπαλλήλους βρίσκονταν στην υπηρεσία της Αρχής κατά την 19.5.1998 και μόνον εάν δεν υπάρχει αιτητής που να πληροί την παράγραφο ΙΙΙ(1) των απαιτούμενων προσόντων."
Η θέση του αιτητή απορρίπτεται από τους συνηγόρους της Αρχής, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, ελλείψει προσοντούχου υπαλλήλου με βάση την υποπαράγραφο ΙΙΙ(1) (πιο πάνω), τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες της παραγράφου ΙΙΙ(2) (πιο πάνω), όπως και οι πρόνοιες των Σημειώσεων 1 και 2 του σχεδίου. Η συνδυασμένη εφαρμογή των εν λόγω προνοιών καθιστά τόσο τον αιτητή όσο και το Ε.Μ. προσοντούχους.
Η θέση των ευπαίδευτων συνηγόρων της Αρχής με βρίσκει σύμφωνο. Στην υπό κρίση περίπτωση δεν υπήρχε υποψήφιος που να πληρούσε την πρόνοια της παραγράφου ΙΙΙ(1) (πιο πάνω). Όλοι οι υποψήφιοι που κρίθηκαν προσοντούχοι ήταν κάτοχοι της θέσης Ηλεκτρολόγου Εφαρμοστή. Την εν λόγω θέση κατείχαν από το Μάρτιο του 1996 τόσο ο αιτητής όσο και το Ε.Μ. (βλ. Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων Αρ. 21/07, Παράρτημα 1 στη γραπτή αγόρευση των συνηγόρων της Αρχής, καθώς επίσης και τις εκθέσεις αξιολόγησης, Παράρτημα 5 στην ένσταση). Κατά συνέπεια, το Ε.Μ. ορθά κρίθηκε προσοντούχο με βάση τις πρόνοιες της παραγράφου ΙΙΙ(2) (πιο πάνω) και των σχετικών Σημειώσεων, βάσει των οποίων παρεπιμπτόντως κρίθηκε προσοντούχος και ο αιτητής.
Ως αποτέλεσμα ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης απορρίπτεται.
Ενόψει της κατάληξης μου σε σχέση με τον υπό στοιχείο (δ) λόγο ακύρωσης, προχωρώ να εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους.
(β) Η σύσταση του Διευθυντή πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας και γιατί συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων.
Κατ' αρχάς θεωρώ σκόπιμο να επισημάνω ότι οι πρόνοιες του Κανονισμού 23(4)(α) δεν απαιτούν αιτιολογημένη σύσταση από το Διευθυντή. Είναι αρκετό η σύσταση του να μην συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. Όμως, όταν ο Διευθυντής επιλέγει να παραθέσει τους λόγους των εισηγήσεων του, τότε προκύπτει ανάγκη δικαστικού ελέγχου και σε περίπτωση που η δοθείσα αιτιολογία πάσχει τότε η απόφαση υπόκειται σε ανατροπή (Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδη (1993) 3 Α.Α.Δ. 234).
Με οδηγό τις πιο πάνω αρχές, προχωρώ να εξετάσω τον πιο πάνω λόγο ακύρωσης.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 23(2) του περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμού του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86), οι προαγωγές αποφασίζονται βάσει της πείρας, της αξίας, της αρχαιότητας, της ικανότητας, των προσόντων σε συσχετισμό με το ισχύον για τη θέση σχέδιο υπηρεσίας και της επίδοσης.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 25(2) της Κ.Δ.Π. 291/86, η αρχαιότητα μεταξύ υπαλλήλων που κατέχουν την ίδια θέση κρίνεται με βάση την ημερομηνία διορισμού τους και σε περίπτωση ταυτόχρονου διορισμού στη συγκεκριμένη θέση, η αρχαιότητα κρίνεται με βάση την προηγούμενη αρχαιότητα των υπαλλήλων.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 25(7) σε περίπτωση που η αρχαιότητα στον αρχικό διορισμό είναι η ίδια, η προηγούμενη αρχαιότητα κρίνεται με βάση την ηλικία των υπαλλήλων.
Στην περίπτωση μας η συνδυασμένη εφαρμογή των προνοιών των Κανονισμών 25(2) και 25(7) της Κ.Δ.Π. 291/86 οδηγεί, ενόψει των προσωπικών στοιχείων του αιτητή και του Ε.Μ., όπως και των στοιχείων που αφορούν στην ανέλιξη τους, στην ασφαλή κατάληξη ότι το Ε.Μ., το οποίο γεννήθηκε στις 3/10/1959, υπερέχει ηλικιακά έναντι του αιτητή, ο οποίος γεννήθηκε στις 27/1/1965 και συνεπώς υπερέχει του αιτητή σε αρχαιότητα. (Βλ. Παράρτημα 5 στην ένσταση).
Βεβαίως από μόνη της η αρχαιότητα δεν αποτελεί ρυθμιστικό παράγοντα (Έλλη Τρύφωνος κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 123/2007, 8/7/2010). Η αρχαιότητα προσλαμβάνει αποφασιστική σημασία μόνο όταν οι υποψήφιοι είναι κατά τα άλλα ίσοι (Δημοκρατία ν. Φ. Μιχαηλίδη κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 756).
Αναφορικά με το κριτήριο αξία, εκείνο που με ασφάλεια προκύπτει από τη νομολογία είναι πως το εν λόγω κριτήριο, παρόλο που δεν έχει τοποθετηθεί από το νομοθέτη στην κορυφή των κριτηρίων αξιολόγησης, καθιερώθηκε ως το βασικό κριτήριο για προαγωγή - διορισμό. Όπως πολύ εύστοχα σημειώνει, με αναφορά σε σχετική νομολογία (Republic v. Haris (1985) 3 C.L.R. 106, Republic v. Zachariades (1986) 3 C.L.R. 852 και Republic v. Roussos (1987) 3 C.L.R. 1217), ο τότε Δικαστής Σ. Νικήτας στην υπόθεση Α. Καζαμία-Πασχαλίδου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2533, «ο υποψήφιος με υψηλότερη αξία εκτελεί αποτελεσματικότερα και αποδοτικότερα τα καθήκοντα της θέσης».
Στην περίπτωση μας μια ανασκόπηση των ετήσιων εκθέσεων αξιολόγησης αποκαλύπτει υπεροχή του Ε.Μ. η οποία, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων, δίνει στο Ε.Μ. προβάδισμα σε αξία έναντι του αιτητή. Ενδεικτικό της εικόνας που αναδύεται μέσα από τις ετήσιες αξιολογήσεις συνιστούν και τα εξής. Λαμβάνοντας υπόψη τις υπηρεσιακές εκθέσεις των τελευταίων επτά ετών (2000-2006) το Ε.Μ. συγκεντρώνει προβάδισμα 5Α (εξαίρετος) έναντι του αιτητή, προβάδισμα καθόλου ευκαταφρόνητο. Πρόκειται για διαφορά η οποία δίνει στο Ε.Μ. σημαντικό προβάδισμα και συνεπώς δεν μπορεί να αγνοηθεί. Είναι αρκετό να υπενθυμίσω την κατ' επανάληψη επισήμανση της νομολογίας μας (βλ. Γ. Κατσελλή ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 585), ότι, μπροστά στην:
". τόσο συχνά παρουσιαζόμενη ισοπεδωτική βαθμολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων στις εκθέσεις αξιολόγησης στις οποίες συνήθως εμφανίζονται όλοι ως εξαίρετοι, η εν λόγω διαφορά σε αξία μπορεί να λαμβάνεται υπ' όψιν (βλέπε μεταξύ άλλων και Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 654/01, ημερ. 19.11.2002)."
Παραπέμπω επίσης στις υποθέσεις Παναγιώτης Τσιερκέζου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 792/2002, ημερομηνίας 12/8/2003, στην οποία διαφορά 5Α (εξαίρετος) στα τελευταία επτά έτη κρίθηκε σημαντική, Τάσου Ν. Ρούσου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 381/2007, ημερομηνίας 28/11/2008, στην οποία διαφορά 4Α (εξαίρετος) κρίθηκε ικανοποιητική για να προσδώσει υπέρτερη αξία στον κάτοχο της διαφοράς και στην υπόθεση Ανδρέας Δημητρίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 1506/2008, ημερομηνίας 22/7/2010, στην οποία διαφορά κατά 6Α (εξαίρετος) κρίθηκε ως προβάδισμα σημαντικό σε αξία. Το γεγονός ότι και στις τρεις υποθέσεις το προβάδισμα έκλινε την πλάστιγγα υπέρ του αιτητή δεν δικαιολογεί τη διαφοροποίηση της παρούσας υπόθεσης από τις εν λόγω τρεις υποθέσεις, έτσι ώστε να δικαιολογείται παράκαμψη των αρχών που η νομολογία μας έχει καθιερώσει σε σχέση με το συγκεκριμένο θέμα.
Ιδιαίτερα σε σχέση με το κριτήριο της επίδοσης, το οποίο αποτελεί, σύμφωνα με τον Κανονισμό 23(2) της Κ.Δ.Π. 291/86, ένα από τα στοιχεία κρίσης βάσει των οποίων αποφασίζεται η προαγωγή στην αρχή, παρατηρώ τα εξής. Η επίδοση και η απόδοση αναφέρονται βασικά στην ποσότητα και ποιότητα εργασίας και μπορούν να αποτιμηθούν και με το κριτήριο «ζήλος για εργασία», ενώ η απόδοση πέραν τούτου και με τα κριτήρια «αξιοπιστία» και «πρωτοβουλία» (βλ. Ηλία Πετρίδη ν. Α.Η.Κ., Υπόθ. Αρ. 321/98 και 392/98 ημερομηνίας 17/3/99 (απόφαση Καλλή, Δ.) και Γ. Κωνσταντινίδης ν. Α.Η.Κ., Υπόθεση Αρ. 509/99, ημερομηνίας 6/6/2000 (απόφαση Κραμβή, Δ.)). Σε σχέση με τα εν λόγω κριτήρια ο αιτητής στην περίπτωση μας, στα τελευταία επτά έτη συγκεντρώνει στις εκθέσεις αξιολόγησης του συνολική βαθμολογία 15Α (εξαίρετος) και 6Β, ενώ το Ε.Μ. 20Α (εξαίρετος) και 1Β.
Η υπεροχή του Ε.Μ. σε αξία καταδεικνύει και την υπεροχή του στα κριτήρια ικανότητα και πείρα. Αναφορικά με το κριτήριο ικανότητα, έχει νομολογηθεί ότι η ικανότητα ενός υποψηφίου συναρτάται με τις βαθμολογίες στις ετήσιες εκθέσεις - αξιολογήσεις. Κοντολογίς κρίνεται από την αντικειμενική αξία που εξάγεται από τις βαθμολογίες των εμπιστευτικών εκθέσεων (βλ. Βασιλείου Γεωργίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1993) 3 Α.Α.Δ. 674). Αναφορικά με το κριτήριο πείρα, έχει νομολογηθεί ότι το συγκεκριμένο κριτήριο συναρτάται με την αξία του κάθε υποψηφίου. Όπως έχει πολύ εύστοχα λεχθεί από τον Καλλή, Δ. στην υπόθεση Κώστας Δ. Ιωάννου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 624, «Η πείρα καθώς έχει νομολογηθεί είναι η πρακτική γνώση που αποκτά κάποιος με το να επιδίδεται σε συγκεκριμένο είδος εργασίας. Η διάρκεια της υπηρεσίας δεν αποτελεί το μόνο οδηγό της πείρας. Η ένταση με την οποία ένας επιδίδεται σε ένα δεδομένο τομέα και τα αποτελέσματα της εργασίας του είναι ίσοι, αν όχι πιο σημαντικοί, δείκτες της πείρας. (Βλ. HadjiSavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76, 79 - απόφαση Πική, Δ., όπως ήταν τότε)». Επί του ιδίου κριτηρίου παραπέμπω επίσης στην υπόθεση Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 112.
Κατά συνέπεια η θέση του αιτητή ότι υπερέχει του Ε.Μ. στα θεσμοθετημένα με τον Κανονισμό 23(2) κριτήρια προαγωγής, δεν ευσταθεί. Αντίθετα, εκείνο που προκύπτει από τα πιο πάνω είναι ότι αυτός που υπερέχει και μάλιστα σε όλα τα κριτήρια, είναι το Ε.Μ.
Δεν έχει διαφύγει της προσοχής μου ότι ο αιτητής, προς επίρρωση της επί του προκειμένου θέσης του, επικαλείται τα πιστοποιητικά ικανότητας που η Αρχή του έχει χορηγήσει και τα οποία αφορούν την περίοδο 1999-2002 (Παραρτήματα στη γραπτή αγόρευση των συνηγόρων του). Πέραν και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τα προσόντα που αναφέρονται στα εν λόγω πιστοποιητικά δεν προνοούνται, όπως εξάλλου πολύ ορθά και οι συνήγοροι του αιτητή επισημαίνουν, από τα σχέδια υπηρεσίας, δεν αλλοιώνουν την πιο πάνω κατάληξη μου. Έχει νομολογηθεί ότι, με κάποιες εξαιρέσεις, η φύση των καθηκόντων που ανατίθενται σε υπάλληλο δεν αποτελούν νόμιμο κριτήριο για την προτίμηση υπαλλήλου έναντι συναδέλφου του, γιατί αυτό ισοδυναμεί ουσιαστικά με θυματοποίηση και άνιση μεταχείριση των υποψηφίων. (Βλ. Σταυρινίδης ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 145, στην οποία κρίθηκε ότι το είδος ή η φύση των καθηκόντων δεν αποτελούν νόμιμο μέτρο κρίσης της αξίας τους και Γεωργίου ν. Α.Η.Κ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 674, στην οποία κρίθηκε ότι η ικανότητα των υποψηφίων κρίνεται από την αντικειμενική αξία που εξάγεται από τις βαθμολογίες των εμπιστευτικών εκθέσεων. Βλ. επίσης, Δημοκρατία ν. Αλεξάνδρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 540, Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 249 και Κούλη ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 852).
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω κρίνω ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε το μεμπτό στη σύσταση του Διευθυντή. Επομένως η εισήγηση του κ. Αγγελίδη περί ασυμφωνίας της σύστασης με την υπηρεσιακή εικόνα των υποψηφίων δεν ευσταθεί. Σύσταση που συνάδει με τα υπηρεσιακά στοιχεία είναι, σύμφωνα με τη νομολογία μας, δεόντως αιτιολογημένη (Δημοκρατία ν. Χριστοδούλου κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 327).
Για όλους τους πιο πάνω λόγους θεωρώ ότι η σύσταση ήταν καθόλα έγκυρη και δεόντως αιτιολογημένη και συνεπώς ο υπό στοιχείο (β) λόγος ακύρωσης αποτυγχάνει.
(γ) Η απόφαση της Αρχής είναι αναιτιολόγητη και προϊόν μη επαρκούς έρευνας - πάσχει (i) γιατί αγνοήθηκαν οι εκθέσεις αξιολόγησης για το έτος 2007, (ii) γιατί στηρίχθηκε σε πάσχουσα προπαρασκευαστική πράξη και (iii) γιατί η Αρχή υιοθέτησε τη σύσταση του Διευθυντή αντί να διεξάγει τη δική της έρευνα ως προς την υπεροχή του Ε.Μ.
Ούτε ο πιο πάνω λόγος ακύρωσης μπορεί να πετύχει. Είναι πιστεύω αρκετό να διεξέλθει ένας το σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης για να διαπιστώσει, διαπίστωση την οποία συμμερίζομαι, ότι η Επιτροπή κάθε άλλο παρά περιόρισε την έρευνα της στα στοιχεία και στις πληροφορίες που ο Διευθυντής έθεσε ενώπιον της στα πλαίσια των συστάσεων του ή «υιοθέτησε δέσμια τη σύσταση του Διευθυντή χωρίς περαιτέρω δική της έρευνα». Έχω ήδη παραθέσει τα σχετικά αποσπάσματα από το σκεπτικό που οδήγησε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης πιο πάνω (βλ. σελ. 5, 6 και 7), γι' αυτό θεωρώ περιττό να το επαναλάβω.
Διεξήλθα προσεκτικά τους προσωπικούς φακέλους τόσο του αιτητή όσο και του Ε.Μ. Αν και οι δύο τους κατέχουν τα προσόντα που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, το Ε.Μ. υπερτερεί του αιτητή στα σχετικά κριτήρια. Πρόσθετα το Ε.Μ. έχει υπέρ του και τη σύσταση του Διευθυντή.
Συνιστά πάγια νομολογιακή αρχή, σύμφωνα με την οποία το έργο του Δικαστηρίου εξαντλείται στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση των αρχών που διέπουν το θέμα. Το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε επανεκτίμηση των γεγονότων, ούτε και υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης για να εξετάσει την ορθότητά της. Από τη στιγμή που έχει ακολουθηθεί η προβλεπόμενη από το Σύνταγμα και το σχετικό Νόμο διαδικασία και έχει διαπιστωθεί ότι το διοικητικό όργανο ενήργησε εντός των πλαισίων της διακριτικής του ευχέρειας και η απόφαση λήφθηκε στα πλαίσια της νομιμότητας και της καλής πίστης, το έργο του Δικαστηρίου τελειώνει. Με άλλα λόγια, το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά την κρίση της διοικητικής αρχής με τη δική του. Το έργο του εξαντλείται στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση των αρχών του διοικητικού δικαίου που διέπουν το θέμα (Κλ. Μιλτιάδους κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1318 και την εκεί νομολογία στην οποία η απόφαση παραπέμπει).
Έχει επίσης νομολογηθεί ότι περιθώριο δικαστικής επέμβασης σε απόφαση διοικητικού οργάνου χωρεί μόνο εκεί όπου το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι ο αιτητής υπερέχει έκδηλα του υποψηφίου που έχει επιλεγεί (Δημοκρατία ν. Μ. Παπαχριστοδούλου (2002) 3 Α.Α.Δ. 329). Το βάρος απόδειξης για την ύπαρξη έκδηλης υπεροχής βαρύνει τον αιτητή. (Alexandridou v. C.T.O. (1980) 3 C.L.R. 360).
Εξέτασα με προσοχή τα επιχειρήματα των δύο συνηγόρων σε συνάρτηση με το σύνολο των ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχείων. Είναι η κατάληξη μου ότι η Επιτροπή ενήργησε μέσα στα πλαίσια της διακριτικής της ευχέρειας και ο προσβαλλόμενος διορισμός/προαγωγή ήταν εύλογα επιτρεπτός σε αυτήν.
Δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι ο αιτητής υποστηρίζει ότι, το γεγονός ότι στις εκθέσεις αξιολόγησης που επισυνάπτονται στο Παράρτημα 5 δεν περιλαμβάνονται οι υπηρεσιακές εκθέσεις του 2007, καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση τρωτή. «Λήφθηκε και πώς η προσφορά τους (του αιτητή και του Ε.Μ.) κατά το 2007;» διερωτούνται οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του αιτητή, ενώ παράλληλα επισημαίνουν τη νομολογιακή αρχή ότι «δεν χωρούν εικασίες σε πρωτογενή κρίση». Η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα είναι απλή και δίνεται από αυτά τα ίδια τα γεγονότα, τα οποία υπενθυμίζω δεν αμφισβητούνται. Εφόσον, όπως πολύ ορθά υποδεικνύουν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της Αρχής, η επίδικη θέση γνωστοποιήθηκε στο προσωπικό της Αρχής στις 10/12/2007, προτού δηλαδή ολοκληρωθεί η περίοδος την οποία θα έπρεπε να καλύπτει η αξιολόγηση για το έτος 2007, οι αξιολογήσεις για το συγκεκριμένο έτος δεν μπορούσαν να ληφθούν υπόψη, και δεν λήφθηκαν, γιατί η σχετική διαδικασία για το συγκεκριμένο έτος δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί.
Ως εκ τούτου και ο πιο πάνω λόγος ακύρωσης αποτυγχάνει.
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.250 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α. υπέρ της καθ'ης η αίτηση. Η επίδικη πράξη επικυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ