ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 1024/2009)

 

 

22 Ιουλίου, 2010

 

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

PETROLINA (HOLDINGS) PUBLIC LTD.,

 

Αιτήτρια,

 

ν. 

 

                            1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,

 

Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Γ. Ζαχαρίου (κα) για την Αιτήτρια.

 

Μ. Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι δημόσια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και κατά τον ουσιώδη χρόνο ασχολείτο, μεταξύ άλλων, με την εισαγωγή, αποθήκευση, μεταφορά και εμπορία πετρελαιοειδών και άλλων ενεργειακών προϊόντων.

 

Σε πρώτο στάδιο, η αιτήτρια αποταμίευε τα προϊόντα που εισήγαγε, σε δεξαμενές σε συγκεκριμένη φορολογική αποθήκη, εγκεκριμένη από το Τμήμα Τελωνείων. Η αποταμίευση των προϊόντων τελούσε υπό καθεστώς αναστολής καταβολής εισαγωγικών δασμών και/ή φόρων κατανάλωσης και/ή Φ.Π.Α., καταχωρώντας για το σκοπό αυτό ηλεκτρονική διασάφηση αποταμίευσης στην οποία η αιτήτρια δήλωνε τις εκάστοτε προς αποταμίευση ποσότητες.

 

Η αιτήτρια περιοδικά έθετε σε ανάλωση διάφορες ποσότητες των εν λόγω προϊόντων καταχωρώντας ηλεκτρονικές διασαφήσεις ανάλωσης και καταβάλλοντας τους αναλογούντες δασμούς και/ή φόρους κατανάλωσης και Φ.Π.Α., δυνάμει των προνοιών των σχετικών Νόμων.

 

Μεταγενέστερος έλεγχος που διεξήχθη δυνάμει του σχετικού Νόμου από τις αρμόδιες αρχές, απεκάλυψε την ύπαρξη ελλείμματος «ακάθαρτου πετρελαίου εσωτερικής καύσης» για το μήνα Φεβρουάριο του 2009. Σε σχέση με το διαπιστωθέν έλλειμμα στάληκε στην αιτήτρια βεβαίωση τελωνειακής οφειλής. Τη σχετική απόφαση των Τελωνειακών Αρχών η αιτήτρια προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

 

Η αιτήτρια κατέβαλε το πρόσθετο ποσό που της ζητήθηκε στις 4/6/2009 και στη συνέχεια και συγκεκριμένα στις 22/7/2009, καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

 

Στην ένσταση της, πρόσθετα με τις θέσεις και τα επιχειρήματα που αφορούν στην ουσία της προσφυγής, η Δημοκρατία εγείρει και προδικαστική ένσταση ότι η αιτήτρια στερείται έννομου συμφέροντος να προσβάλει την επίδικη πράξη, ενόψει της αδιαμαρτύρητης και ανεπιφύλακτης καταβολής στις 4/6/2009 των εκ των υστέρων βεβαιωθέντων οφειλομένων ποσών.

 

Ενόψει της φύσης της προδικαστικής ένστασης κρίθηκε ορθό όπως η εκδίκαση της προηγηθεί της εκδίκασης της ουσίας της προσφυγής. Τα εκατέρωθεν επιχειρήματα και θέσεις περιέχονται στις γραπτές αγορεύσεις που οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των δύο πλευρών καταχώρισαν με οδηγίες του Δικαστηρίου. Προτού ασχοληθώ με την ουσία τους θεωρώ σκόπιμο να συνοψίσω τις αρχές που διέπουν το υπό εξέταση θέμα.

 

Στο σύγγραμμα Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 8η ΄Εκδοση, 1997, του           Ε. Σπηλιωτοπούλου στην παράγραφο 458, διαβάζουμε τα πιο κάτω τα οποία, όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Δικαστής μ. Γαβριηλίδης στην απόφαση του στην υπόθεση Handy Andy Co. Ltd. v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 796/99, ημερομηνίας 1/2/2002, συνοψίζουν την ορθή νομική προσέγγιση επί του συγκεκριμένου θέματος:

 

"Το έννομο συμφέρον που υπάρχει κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης ή την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως εκλείπει, παύει να υπάρχει, από αντικειμενικούς λόγους, εάν διακόπηκε ο νομικός δεσμός που συνδέει τον αιτούντα με την προσβαλλόμενη πράξη (ΣΕ 2473/1970), καθώς και με αποδοχή της πράξης από τον αιτούντα (ΣΕ 2612/1982). Η αποδοχή μπορεί να είναι ρητή, δηλαδή, να προκύπτει από σχετική δήλωση του αιτούντος, ή σιωπηρή, δηλαδή, να συνάγεται από συμπεριφορά του, η οποία δεν αφήνει αμφιβολία για την έννοια της (ΣΕ 432/1983, 3547/1987), όπως π.χ. είναι ανεπιφύλακτη συμμετοχή στη διαδικασία έκδοσης της πράξης (ΣΕ 1674, 2836/1987). Η αποδοχή πρέπει: i) να είναι σαφής και ανεπιφύλακτη (ΣΕ 480/1970, 1745/1977), ii) να μην έγινε από νόμιμη υποχρέωση (ΣΕ 4528/1976, 4071/1990) ή λόγω οικονομικής ανάγκης (ΣΕ 2407/1970) ή λόγω παράνομης βίας ή απειλής (ΣΕ 2013/1959) ή διότι η παράλειψή της θα είχε για τον αιτούντα δυσμενείς συνέπειες (ΣΕ 1568/1960) και iii) να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλλου (ΣΕ 2087/1970) ή, όταν δεν είναι ρητή, να συνάγεται από αναμφισβήτητες πράξεις (ΣΕ 1341/1966)."

 

 

Πάνω στις ίδιες με τις πιο πάνω γραμμές, κυλά και η δική μας νομολογία. Νοουμένου ότι η αποδοχή διοικητικής απόφασης είναι προϊόν της ελεύθερης βούλησης του διοικούμενου και δεν επηρεάζονται θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, η αποδοχή οδηγεί, σύμφωνα με τη νομολογία μας, σε στέρηση από το διοικούμενο του απαραίτητου έννομου συμφέροντος (Piperis v. R. (1967) 3 C.L.R. 295 και Tompoli v. CYTA (1982) 3 C.L.R. 149).

 

Στην υπό κρίση περίπτωση, τα επιχειρήματα της ευπαίδευτης συνηγόρου της αιτήτριας περιστρέφονται γύρω από τη θέση ότι η πληρωμή του ποσού, κρινόμενη υπό τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες έγινε, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως προϊόν της ελεύθερης βούλησης της αιτήτριας και συνεπώς δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως ανεπιφύλακτη αποδοχή της προσβαλλόμενης απόφασης. Συγκεκριμένα, η κα Ζαχαρίου ισχυρίστηκε ότι η αιτήτρια παραπλανήθηκε και κατέβαλε το ποσό που της ζητήθηκε από την αναφορά στην επιστολή που της στάληκε ότι αν δεν καταβάλει το ποσό μέσα σε                 21 μέρες, τότε θα λαμβάνονταν εναντίον της δικαστικά μέτρα. Για να αποφύγει αυτό το ενδεχόμενο και επειδή τελούσε με την εντύπωση ότι η εξόφληση του ποσού συνιστούσε προϋπόθεση για προσφυγή στη δικαιοσύνη με στόχο την ακύρωση της διοικητικής απόφασης, η αιτήτρια κατέβαλε το ποσό που της ζητήθηκε.

 

Προς επίρρωση της πιο πάνω θέσης της η κα Ζαχαρίου επικαλέστηκε την υπόθεση Myrianthis v. The Republic (1977) 3 C.L.R. 165.

 

Το συγκεκριμένο επιχείρημα η κα Ζαχαρίου ήγειρε πολύ πρόσφατα και στα πλαίσια της υπόθεσης Petrolina (Holdings) Public Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά., Υπόθ. Αρ. 1206/2009, ημερομηνίας 7/7/2010. Το επιχείρημα απορρίφθηκε με το εξής σκεπτικό:

 

     "Φρονώ ότι η απόφαση εκείνη πόρρω απέχει από την προκειμένη. Εδώ δεν θα μπορούσε αντικειμενικά να δημιουργηθεί αυτή η εντύπωση στην Αιτήτρια, εφ' όσον η αναφορά που γίνεται στην ενδεχόμενη λήψη δικαστικών μέτρων είναι αναφορά στο νόμο ο οποίος διέπει την είσπραξη των οφειλόμενων ποσών και τα οποία δεδομένα νόμιμα οφείλονται δυνάμει της διοικητικής απόφασης. Η περαιτέρω αναφορά που γίνεται στην απόφαση στην τελευταία παράγραφο αυτής διευκρινίζει πλήρως τα πράγματα προς την κατεύθυνση αυτή, αφού επεσήμανε στην Αιτήτρια το δεδομένο δικαίωμά της να προσφύγει εις το Ανώτατο Δικαστήριο εάν θεωρεί ότι διαφωνεί με τη νομιμότητα της διοικητικής πράξης, αναφέροντας επί λέξει «Η παρούσα απαίτηση μου δυνατόν να αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη την οποία αν αμφισβητείτε, μπορείτε ενδεχομένως να την προσβάλετε στο Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος μέσα σε 75 ημέρες από την ημερομηνία λήψης της επιστολής αυτής». Η επισήμανση αυτή αναιρεί κάθε εντύπωση που μπορούσε να είχε δημιουργηθεί για υποχρέωση καταβολής χωρίς δυνατότητα αμφισβήτησης εκ των προτέρων της διοικητικής πράξης και φρονώ ότι όντως η νομολογία στην οποία παραπέμπει η ευπαίδευτη συνήγορος για τη Δημοκρατία έχει πλήρη εφαρμογή στην περίπτωση αυτή."

 

 

Επειδή το πιο πάνω σκεπτικό με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο, το υιοθετώ και για σκοπούς της παρούσας απόφασής μου.

 

 

 

 

 

 

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προδικαστική ένσταση γίνεται αποδεκτή. Συνακόλουθα, η προσφυγή απορρίπτεται. Υπό τις περιστάσεις όμως κρίνω ότι δεν ενδείκνυται να επιδικαστούν έξοδα. Ως εκ τούτου δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

 

 

 

 

 

 

 

                                                                   Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,

                                                                             Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο