ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 75/2009)
23 Ιουνίου, 2010
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Αιτήτριας,
ν.
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Ξ. Ευγενίου (κα) για Α. Σ. Αγγελίδη, για την Αιτήτρια.
Στ. Μαξούτη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, η Αιτήτρια προσβάλλει την πιο απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 30.10.2008, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου στον Κλάδο Ηλεκτρονικής Μηχανικής, περιλαμβανομένης Μηχανικής της Πληροφορικής.
Τα γεγονότα της υπόθεσης
Οι Καθ' ων η αίτηση, στο εξής «το Επιμελητήριο», αποτελούν νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και εγκαθιδρύθηκε με βάση τον περί Επιστημονικού Επιμελητηρίου Νόμο του 1990 (Ν.224/90), στο εξής «ο Νόμος». Μεταξύ των εξουσιών και αρμοδιοτήτων του Επιμελητηρίου είναι και η εγγραφή των προσοντούχων προσώπων στο Μητρώο Μελών του. Επίσης έχει αρμοδιότητα να εκδίδει τα σχετικά πιστοποιητικά και τις άδειες ασκήσεως επαγγέλματος βάσει του άρθρου 5(α) του Νόμου. Κατά τον καταρτισμό του Μητρώου Μελών του, το Επιμελητήριο υποβοηθείται από διάφορες Επιτροπές τις οποίες έχει εξουσία να συστήνει, δυνάμει του άρθρου 18 του Νόμου. Μια από αυτές είναι και η Επιτροπή Εγγραφής Μελών που ιδρύθηκε δυνάμει της Κ.Δ.Π. 133/97. Συγκεκριμένα, για την εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου, στο εξής «το Μητρώο» και για την απόκτηση της ιδιότητας του Μέλους του Επιμελητηρίου, το άρθρο 7 του Νόμου προβλέπει:-
«7.-(1) Με την επιφύλαξη των εδαφίων (1Α) και (1Γ), κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί το Μητρώο μελών του Επιμελητηρίου και να είναι μέλος του Επιμελητηρίου αν-
(α) Κατέχει πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης το οποίο να του επιτρέπει να ασκεί το επάγγελμα στη χώρα που αποκτήθηκε και να είναι αναγνωρισμένο από το Επιμελητήριο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού:
Νοείται ότι, σε περίπτωση αμφιβολίας για την ακαδημαϊκή αναγνώριση τίτλου σπουδών οποιουδήποτε αιτητή, το Επιμελητήριο μπορεί να απευθύνεται στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για γνωμοδότηση:
........................
(β)(i) είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή κατά την ημέρα της υποβολής της αίτησης είναι σύζυγος πολίτη της Δημοκρατίας και έχει τη συνήθη διαμονή του στην Κύπρο· ή
(ii) είναι πολίτης κράτους μέλους ο οποίος είναι εγκατεστημένος στη Δημοκρατία:
Νοείται ότι, εγκατάσταση δεν προϋποθέτει μόνιμη διαμονή·
(γ) έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος της ηλικίας του· και
(δ) δεν έχει καταδικαστεί σε ποινή φυλακίσεως για αδίκημα ατιμωτικής φύσης ή που ενέχει ηθική αισχρότητα το οποίο, κατά την κρίση του Γενικού Συμβουλίου, το καθιστά ακατάλληλο για να είναι μέλος του Επιμελητηρίου:
...........................»
Η Αιτήτρια, μετά από τετραετή φοίτηση στο Frederick Institute of Technology, απέκτησε τον ακαδημαϊκό τίτλο «Diploma in Computer Studies and Bachelor in Computer Science». Στη συνέχεια, αποτάθηκε στο Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥΣΑΤΣ) του Υπουργείου Παιδείας, το οποίο στις 30.5.2008 αναγνώρισε τον πιο πάνω τίτλο σπουδών της «ως ισότιμο και αντίστοιχο προς Πτυχίο Πανεπιστημιακού επιπέδου στον Κλάδο/Ειδίκευση Computer Science όπως ορίζεται στους σχετικούς Κανονισμούς».
Στη συνέχεια, η Αιτήτρια υπέβαλε στις 18.9.2008 αίτηση για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου στον Κλάδο της Ηλεκτρονικής Μηχανικής, περιλαμβανομένης της Μηχανικής της Πληροφορικής. Όπως ανέφερε στην επιστολή της ημερομηνίας 18.9.2008 προς το Επιμελητήριο, για να καταφέρει να εξασφαλίσει την «ισοτιμία και αντιστοιχία» του τίτλου σπουδών της από το ΚΥΣΑΤΣ, αναγκάστηκε να φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο Κύπρου για 2,5 χρόνια και να εξεταστεί σε 5 μαθήματα, τα οποία της υπέδειξε το ΚΥΣΑΤΣ. Η Επιτροπή Εγγραφής Μελών, επιλήφθηκε της αίτησης και στις 20.10.2008 αποφάσισε να εισηγηθεί στο ΕΤΕΚ την απόρριψη της.
Η Διοικούσα Επιτροπή του Επιμελητηρίου, ασκώντας τις εξουσίες που της παρέχει το άρθρο 14 του Νόμου, επιλήφθηκε της αίτησης της στις 30.10.2008 και με βάση τα ενώπιον της στοιχεία αποφάσισε μεταξύ άλλων, να απορρίψει την αίτηση.
Το Επιμελητήριο, με επιστολή του ημερομηνίας 10.11.2008, ενημέρωσε την Αιτήτρια για την απόφαση του. Το σχετικό σκεπτικό έχει ως εξής:-
«Το πρόγραμμα σπουδών που έχετε παρακολουθήσει προς απόκτηση του «Bachelor of Science in Computer Science», από το FREDERICK INSTITUTE OF TECHNOLOGY» της ΚΥΠΡΟΥ, δεν έχει τύχει αναγνώρισης στον εν λόγω κλάδο από το Επιμελητήριο (αρμόδιο σώμα αναγνώρισης τίτλων σπουδών, δυνάμει του άρθρου 7 του Ν. 224/90) για τους σκοπούς του Νόμου του ΕΤΕΚ.
Ειδικότερα πληροφορείστε ότι, το ακαδημαϊκό προσόν του «Bachelor of Science in Computer Science», από το FREDERICK INSTITUTE OF TECHNOLOGY» της ΚΥΠΡΟΥ, δεν ικανοποιεί τις πρόνοιες του άρθρου 7(1)(α) του περί ΕΤΕΚ Νόμου για σκοπούς εγγραφής στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ. Δεν είναι πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν στην Ηλεκτρονική Μηχανική περιλαμβανομένης της Μηχανικής της Πληροφορικής όπως απαιτείται από το αναφερόμενο άρθρο του Νόμου.
Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επικοινωνείτε με το Επιμελητήριο.»
Νομικοί Ισχυρισμοί
Ο συνήγορος της Αιτήτριας, προσβάλλει την απόφαση αυτή, με τους πιο κάτω 4 λόγους ακύρωσης: (1) Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, (2) δεν τηρήθηκε άρτιο πρακτικό από την Επιτροπή Εγγραφής Μελών του Επιμελητηρίου, (3) παραβιάστηκαν οι αρχές της χρηστής διοίκησης και (4) υπήρξε κακή σύνθεση της Διοικούσας Επιτροπής. Ο τελευταίος λόγος αποσύρθηκε κατά το στάδιο των διευκρινίσεων μετά από εξηγήσεις που δόθηκαν στους Αιτητές από το δικηγόρο των Καθ'ων η αίτηση.
Θα αρχίσω από το δεύτερο λόγο ακύρωσης.
Μη τήρηση άρτιου πρακτικού από την Επιτροπή Εγγραφής Μελών του ΕΤΕΚ - Λόγος ακύρωσης 2
Η συνήγορος της Αιτήτριας προβάλλει ότι κατά παράβαση του άρθρου 24 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99), δεν τηρήθηκαν τα απαιτούμενα πρακτικά των συνεδριάσεων της Επιτροπής Εγγραφής Μελών του Επιμελητηρίου. Επίσης προς υποστήριξη των θέσεων του, κάνει εκτενή αναφορά σε αποσπάσματα σχετικής νομολογίας. Με τον ίδιο λόγο ακύρωσης προβάλλει ότι η Επιτροπή δεν είχε νόμιμη σύνθεση, αφού στα πρακτικά της δεν καταγράφεται αν προσκλήθηκαν τα μέλη της και αν ακολούθησε συζήτηση και αιτιολογημένη απόφαση. Περαιτέρω, λόγω μη άρτιων πρακτικών, δεν καταγράφεται εάν η Υποεπιτροπή του κλάδου όταν συνεδρίασε, κατά τον ουσιώδη χρόνο, είχε απαρτία.
Οι Καθ' ων η αίτηση το απορρίπτουν και προς απάντηση για μη τήρηση άρτιων πρακτικών των συνεδριάσεων της Επιτροπής Εγγραφής Μελών του Επιμελητηρίου, επισυνάπτουν αντίγραφο αποσπάσματος από το αντίστοιχο πρακτικό της συνεδρίας της 20.10.2008. Ενώ ως προς τον ισχυρισμό για μη νόμιμη σύνθεση της, επισυνάπτουν αντίγραφα των προσκλήσεων των μελών. Ως προς τη νομιμότητα της σύνθεσης της Υποεπιτροπής απαντούν ότι και τα δύο μέλη που την απαρτίζουν ήταν παρόντα και προς τούτο παραπέμπουν στο αντίγραφο της «Έκθεσης Επιτροπής Εγγραφής Μελών», το οποίο επισυνάπτεται ως Παράρτημα 2 στην ένστασή τους, και στο οποίο καταγράφεται, ως η πάγια τακτική του Επιμελητηρίου, ότι στο «ΜΕΡΟΣ Γ (ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΟΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΛΑΔΟΥ)».
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Με βάση τα στοιχεία του φακέλου και συγκεκριμένα από το επισυναπτόμενο, στην γραπτή αγόρευση των Καθ' ων η αίτηση, αντίγραφο αποσπάσματος, από το αντίστοιχο πρακτικό της συνεδρίας της 20.10.2008, κατά την άποψη μου προκύπτει ένα άρτιο πρακτικό όπου καταγράφονται τα παρόντα και απόντα μέλη καθώς και το τι συζητήθηκε.
Επίσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η Επιτροπή Εγγραφής Μελών δεν είχε νόμιμη σύνθεση καθότι αφού στα πρακτικά της δεν καταγράφεται αν προσκλήθηκαν τα μέλη της, αν ακολούθησε συζήτηση και δεν υπάρχει αιτιολογημένη απόφαση.
Και αυτός ο ισχυρισμός είναι αβάσιμος.
Μέσα από το επισυναπτόμενο, στην γραπτή αγόρευση των Καθ' ων η αίτηση, Παράρτημα Β, προκύπτει τόσο η ημερήσια διάταξη των συνεδριών που θα ακολουθήσουν όσο και η πρόσκληση προς τα μέλη της , από τον Πρόεδρο της, για την ημερομηνία και ώρα των επόμενων δύο συνεδριάσεων της. Επίσης, δεν ευσταθεί και ο ισχυρισμός ότι δεν καταγράφεται σε άρτιο πρακτικό εάν η Υποεπιτροπή του κλάδου όταν συνεδρίασε, κατά τον ουσιώδη χρόνο, είχε απαρτία. Στην Έκθεση της Επιτροπής Εγγραφής Μελών περιλαμβάνεται, ως πάγια τακτική του Επιμελητηρίου, το «ΜΕΡΟΣ Γ (ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΟΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΛΑΔΟΥ)», υπό τύπον πρακτικού το οποίο αφορά την Υποεπιτροπή. Εκεί καταγράφεται περιεκτικά η άποψη και η αιτιολογημένη απόφαση της, καθώς και η υπογραφή των δύο μελών της, τα οποία αποτελούν και απαρτία.
Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και παραβίασης των αρχών χρηστής διοίκησης - Λόγοι ακύρωσης 1 και 3
Αναφορικά με το λόγο ακύρωσης 1, η συνήγορος της Αιτήτριας προβάλλει ότι λανθασμένα οι Καθ' ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψη το πιστοποιητικό από το ΚΥΣΑΤΣ, το οποίο ήταν και το μόνο αρμόδιο όργανο για αναγνώριση σπουδών, το οποίο αναγνώριζε ισοτιμία και αντιστοιχία του πτυχίου της με πανεπιστημιακού επιπέδου πτυχίο στον κλάδο/ειδίκευση Computer Science. Έτσι χωρίς δέουσα έρευνα και αιτιολογία έκριναν την Αιτήτρια ως μη προσοντούχο να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου στον Κλάδο Ηλεκτρονικής Μηχανικής, περιλαμβανομένης Μηχανικής της Πληροφορικής.
Αναφορικά με τον λόγο ακύρωσης 3 που αφορά στη χρηστή διοίκηση, η συνήγορος της Αιτήτριας επαναλαμβάνει ότι δεν υπήρξε δέουσα αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης κατά παράβαση των άρθρων 26 και 28 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99), αφού πρόκειται για μια δυσμενή για την Αιτήτρια απόφαση και/ ή αντίθεση προς την προηγηθείσα γνωμοδότηση αρμοδίου οργάνου, που στην προκείμενη περίπτωση είναι το ΚΥΣΑΤΣ και γι' αυτό θα έπρεπε να δοθεί ειδική αιτιολογία. Σύμφωνα με την κα Ευγενίου, η αιτιολογία που δόθηκε ήταν τόσο γενική και αόριστη, ώστε να καθίσταται ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος. Οι αρχές της χρηστής διοίκησης, όπως αυτές κατοχυρώνονται στο άρθρο 50 του Νόμου 158(Ι)/99, επιβάλλουν στο διοικητικό όργανο κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας, να ενεργεί σύμφωνα με το περί δικαίου αίσθημα ώστε σε κάθε περίπτωση να αποφεύγονται ανεπιεικείς και άδικες λύσεις. Στην προκειμένη περίπτωση, εισηγήθηκε η δικηγόρος της Αιτήτριας, το να μη ζητηθεί η γνωμάτευση του ΚΥΣΑΤΣ, αλλά ούτε και να δοθεί ειδική αιτιολογία, ισοδυναμεί με κατάχρηση εξουσίας.
Το Επιμελητήριο απορρίπτει και προβάλλει ότι, με βάση το άρθρο 7(1) του Νόμου, το μόνο αρμόδιο όργανο να αποφασίσει εάν ένας υποψήφιος είχε τα προσόντα για να εγγραφεί στο αντίστοιχο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου και στην παρούσα περίπτωση στον Κλάδο Ηλεκτρονικής Μηχανικής, περιλαμβανομένης Μηχανικής της Πληροφορικής, είναι το Επιμελητήριο. Αυτό δεν έχει υποχρέωση να απευθυνθεί στο ΚΥΣΑΤΣ, αλλά σε περίπτωση αμφιβολίας μπορεί αν επιθυμεί να το πράξει. Επίσης προβάλλει ότι το επίδικο πιστοποιητικό το είχε ενώπιον του, αλλά δεν ήταν υποχρεωμένο να το λάβει υπόψη αφού έκρινε την Αιτήτρια ως μη προσοντούχα για άλλους λόγους, ενώ δεν είχε αμφιβολία γι' αυτό, ώστε να θελήσει να απευθυνθεί στο ΚΥΣΑΤΣ. Περαιτέρω, ως αποφασίζον όργανο δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει ειδικά την κατοχή από μέρους της Αιτήτριας του επίδικου πιστοποιητικού, ενώ η αιτιολογία της απόφασης του ήταν η δέουσα.
Η δέουσα έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Ενώ η αιτιολογία μιας απόφασης για να θεωρείται πλήρης, επιβάλλεται να περιέχει τους πραγματικούς λόγους και τη νομική βάση στην οποία τους υπήγαγε για να καταλήξει στη συγκεκριμένη απόφαση (βλ. Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 270).
Στην παρούσα περίπτωση, με βάση το άρθρο 7(1) του Νόμου, το μόνο αρμόδιο όργανο να αποφασίσει εάν ένας υποψήφιος είχε τα προσόντα για να εγγραφεί στο αντίστοιχο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου, είναι το ίδιο το Επιμελητήριο, ενώ δεν είναι υποχρεωμένο να απευθυνθεί στο ΚΥΣΑΤΣ, αλλά μόνο σε περίπτωση αμφιβολίας μπορεί, αν επιθυμεί, να το πράξει. Κατά την άποψη μου, στην παρούσα περίπτωση το Επιμελητήριο, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, προέβη σε έρευνα όλων των στοιχείων της υπόθεσης, περιλαμβανομένου και του επίδικου Πιστοποιητικού του ΚΥΣΑΤΣ το οποίο είχε ενώπιον του, όμως δεν ήταν υποχρεωμένο να το λάβει υπόψη, αφού έκρινε την Αιτήτρια ως μη προσοντούχο για άλλους λόγους, ενώ δεν είχε αμφιβολία γι' αυτό ώστε να θελήσει να απευθυνθεί στο ΚΥΣΑΤΣ. Επομένως, το μέρος του λόγου που αφορά στην έρευνα, δεν ευσταθεί.
Ευσταθεί όμως ο λόγος που αφορά στην αιτιολογία. Αν δεν υπήρχε το Πιστοποιητικό του ΚΥΣΑΤΣ, η αιτιολογία θα θεωρείτο πλήρης, αφού είναι σαφής και συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου. Όμως, από τη στιγμή που υπήρχε το Πιστοποιητικό του ΚΥΣΑΤΣ, το Επιμελητήριο στην απόφασή του, κατά την άποψή μου, όφειλε πέραν από του να επισημάνει ότι η Αιτήτρια δεν κατέχει πτυχίο Πληροφορικής, να εξηγήσει γιατί το Πτυχίο της στο «Computer Science» δεν ισοδυναμεί με Πτυχίο Πληροφορικής. Προφανώς κάτι υπολείπετο. Οι αρχές της δέουσας αιτιολογίας και της χρηστής διοίκησης, εναποθέτουν καθήκον στο διοικητικό όργανο να εξηγήσει, ενόψει του Πιστοποιητικού του ΚΥΣΑΤΣ, τους ακριβείς λόγους που το ανάγκασαν να λάβει την απόφαση. Αυτό είναι αναγκαίο όχι μόνο για να αντιληφθεί η Αιτήτρια τους ακριβείς λόγους απόρριψης της αίτησης της, αλλά και το ίδιο το Δικαστήριο, ώστε να είναι εφικτός ο δικαστικός έλεγχος αναφορικά με τη νομιμότητα της πράξης. Στην προκειμένη περίπτωση όχι μόνο απουσιάζει οποιαδήποτε αιτιολογία, αλλά ούτε υπάρχουν στο διοικητικό φάκελο στοιχεία, από τα οποία να αναδύεται γιατί το Πτυχίο της Αιτήτριας δεν είναι ισοδύναμο με Πτυχίο Πληροφορικής, ώστε να μπορεί να συμπληρωθεί η αιτιολογία.
Ενόψει της μερικής επιτυχίας του λόγου ακύρωσης 1 που αφορά στην έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας και της επιτυχίας του λόγου ακύρωσης 3, που αφορά στην παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, η προσφυγή θα πρέπει να επιτύχει.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος, με €1300 έξοδα πλέον ΦΠΑ, υπέρ της Αιτήτριας.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠς