ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(Υπόθεση Αρ. 1938/2008)
15 Ιουνίου, 2010
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΠΙΛΛΑΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή.
Ε. Συμεωνίδου, για την Καθ΄ ης η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδ. Μέρος.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο αιτητής αξιώνει την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ) ημερ. 20.11.08 με την οποία προήχθη ο κ. Ανδρέας Χαραλάμπους στη μόνιμη θέση του Διευθυντή Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, από 1.12.08.
Οι οκτώ αιτήσεις που είχαν υποβληθεί διαβιβάστηκαν στη Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, ως Πρόεδρο της οικείας Συμβουλευτικής Επιτροπής. Της προσβαλλόμενης απόφασης είχε προηγηθεί η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η οποία έκρινε ότι έξι υποψήφιοι ικανοποιούσαν τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας, μεταξύ των οποίων ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος. Ετοίμασε συγκριτικούς πίνακες των υποψηφίων στους οποίους καταγράφονται αναλυτικά η αξία, τα προσόντα και η αρχαιότητά τους.
Η Επιτροπή αποφάσισε να καλέσει τους υποψήφιους σε συνέντευξη, κατά την οποία ο αιτητής βαθμολογήθηκε «πάρα πολύ καλός» και το ενδιαφερόμενο μέρος «σχεδόν πάρα πολύ καλός». Τελικά τόσο ο αιτητής όσο και το ενδ. μέρος ήταν ανάμεσα στους υποψηφίους που προτάθηκαν προς την ΕΕΥ.
Στη συνεδρία της ΕΕΥ ημερ. 20.11.08 παρευρισκόταν και η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας, κα Στυλιανού, η οποία σύμφωνα με το άρθρο 35Β(9) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 2007, έκρινε την απόδοση των υποψηφίων στην προσωπική συνέντευξη που διεξήχθη. Χαρακτήρισε τον αιτητή «εξαίρετο» ενώ το ενδ. μέρος «σχεδόν εξαίρετο».
Η αξιολόγηση της απόδοσης τους από την ΕΕΥ έγινε με προκαθορισμένα κριτήρια και έχει ως ακολούθως:
«Πιλλάς Κυριάκος (Αιτητής)
Η παιδαγωγική και μεθοδολογική ενημέρωσή του όσον αφορά στις νέες τάσεις επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών λειτουργών, στους στόχους της Λισσαβόνας για την εκπαίδευση και τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης για το χειρισμό της διαφορετικότητας και τη βελτίωση της ποιότητας μέσω της δημιουργίας ελκυστικού κλίματος στην τάξη και της ανάπτυξης δεξιοτήτων στα παιδιά ήταν καλή, ωστόσο, κάλυπτε ένα περιορισμένο εύρος θεωριών και προσεγγίσεων.
Η από μέρους του κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης του Διευθυντή Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, ιδιαίτερα όσον αφορά την εκπαιδευτική έρευνα, δεν ήταν επαρκής και οι ιδέες και τρόποι ενέργειεας που ανέφερε δεν εντάσσονταν σε συγκεκριμένο σχέδιο δράσης.
Η από μέρους του προσέγγιση του θέματος που αφορά στο όραμα του Διευθυντή Παιδαγωγικού Ινστιτούτου στις νέες συνθήκες και το ρόλο του Επιστημονικού Συμβουλίου ήταν επιφανειακή και χωρίς επαρκή ανάλυση των επί μέρους πτυχών.
Ο βαθμός επικοινωνίας του ήταν σχεδόν πολύ καλός, αν και οι απαντήσεις του δεν ήταν πάντοτε σαφείς και ολοκληρωμένες και η τεκμηρίωσή του ήταν εν πολλοίς χαλαρή.
Η παρουσία του ήταν γενικά καλή, φάνηκε άνθρωπος με θέσεις, οι οποίες, ωστόσο, δεν ήταν συστηματοποιημένες και ήταν εν πολλοίς απλουστευτικές.
Ο από μέρους του χειρισμός της γλώσσας ήταν σχεδόν πολύ καλός, παρουσίασε όμως ορισμένες δυσκολίες στην απρόσκοπτη ροή της έκφρασης, στη σύνταξη και στο λεξιλόγιο.
Γενικός χαρακτηρισμός: Καλός.
Χαραλάμπους Αντρέας (ενδ. μέρος)
Η παιδαγωγική και μεθοδολογική ενημέρωση του όσον αφορά στους στόχους της Λισσαβόνας και στις νέες τάσεις της εκπαίδευσης και επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών λειτουργών είναι σχεδόν εξαίρετη. Γνωρίζει τις σύγχρονες σχετικές θεωρίες και τεκμηριώνει τις σκέψεις του με αναφορά σε πρόσφατη βιβλιογραφία, αλλά και αναπτύσσει το θέμα αναδεικνύοντας και τις δικές του απόψεις.
Εχει σχεδόν εξαίρετη κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης του Διευθυντή Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, κυρίως όσον αφορά στο θέμα της ανάπτυξης και ανάδειξης της εκπαιδευτικής έρευνας, επισημαίνοντας τα διάφορα στάδια και διαδικασίες που θα ακολουθήσει και ιεραρχώντας συγκεκριμένους τρόπους προώθησης του θέματος, στο πλαίσιο ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης.
Προσεγγίζει το μοντέλο της εκπαιδευτικής έρευνας και το ρόλο του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου με τρόπο σχεδόν εξαίρετο, επισημαίνοντας την ανάγκη δημιουργίας ασφαλιστικών δικλίδων προς αποφυγή οποιασδήποτε σύγκρουσης μεταξύ του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου. Αναλύει σχεδόν εξαίρετα το όραμα του Διευθυντή Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και επισημαίνει τους τομείς που θεωρεί σημαντικούς και συγκεκριμένες ενέργειες και εκδηλώσεις στις οποίες θα προβεί. Ο βαθμός επικοινωνίας του ήταν σχεδόν εξαίρετος και οι απαντήσεις του, με κάποιες εξαιρέσεις, ήταν σαφείς και τεκμηριωμένες, πειστικές και σύμφωνες με τις σύγχρονες παιδαγωγικές θεωρίες.
Η παρουσία του ήταν άνετη και διακρινόταν από σιγουριά για τις απόψεις του και ετοιμότητα για διαμόρφωση νέων θέσεων με δημιουργικό τρόπο. Φάνηκε άνθρωπος με ωριμότητα και ζήλο.
Ο από μέρους του χειρισμός της γλώσσας ήταν εξαίρετος, με μικρές μόνο αδυναμίες στην απρόσκοπτη έκφραση.
Γενικός χαρακτηρισμός: Σχεδόν εξαίρετος.»
Στη συνέχεια η ΕΕΥ αφού μελέτησε τους φακέλους των υποψηφίων, τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και τα στοιχεία που προσκόμισαν έκρινε ότι, τόσο το ενδιαφερόμενο μέρος, όσο και ο αιτητής είναι άτομα με έφεση για περαιτέρω μόρφωση και εκσυγχρονισμό των απόψεων και ιδεών τους. Επίσης καταγράφηκαν οι βαθμολογίες των δύο υποψηφίων για την περίοδο μεταξύ των ετών 1998-2007, με την επισήμανση ότι συνολικά οι υποψήφιοι μπορούν να θεωρηθούν περίπου ισοδύναμοι όσον αφορά τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις.
Με βάση τους επιμέρους δείκτες της αξίας (περιεχόμενο φακέλων: επιμόρφωση και δραστηριότητες, υπηρεσιακές εκθέσεις) σύμφωνα με τους οποίους, κατά τη γνώμη της ΕΕΥ, όλοι οι υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι, συμπεριλαμβανομένης και της απόδοσης των υποψηφίων στη συνέντευξη, η Επιτροπή κατέταξε το ενδιαφερόμενο μέρος πρώτο.
Αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων έγινε αναφορά στα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα δηλαδή «το Μεταπτυχιακό τίτλο στον εκπαιδευτικό τομέα με προτίμηση στα Παιδαγωγικά ή τη Φιλοσοφία ή την Ψυχολογία ή σε θέμα που σχετίζεται με την επιμόρφωση καθηγητών/δασκάλων» το οποίο κατείχε τόσο ο αιτητής (Master of Education, Kent State University, USA) όσο και το ενδ. μέρος (MSc in Educational Administration, SUNY (Albany). Πέραν αυτού σημειώθηκαν τα επιπρόσθετα προσόντα που κατείχε ο αιτητής, το MA in Psychology of Education, Institution of Education, University of London και Phd in Psychology of Education, Institution of Education, University of London. Η ΕΕΥ παρόλα αυτά δεν αναγνώρισε προβάδισμα στον αιτητή αποδίδοντας τους μόνο οριακή σημασία, αφού σύμφωνα με το οικείο σχέδιο υπηρεσίας δεν συνιστούν πλεονέκτημα.
Τελικά, η Επιτροπή συνεκτιμώντας τα τρία κριτήρια επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος. Αξίζει να σημειωθεί αυτούσια η αιτιολογία που παρατέθηκε:
«Ο υποψήφιος Χαραλάμπους Ανδρέας υπερέχει των ανθυποψηφίων του σε αξία. Πιο συγκεκριμένα, ενώ είναι ισοδύναμος με αυτούς στο περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων Υπηρεσιακών Εκθέσεων και περίπου ισοδύναμος στο σύνολο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων, υπερέχει σαφώς έναντί τους όσον αφορά στην απόδοση στην προσωπική συνέντευξη. Η Επιτροπή σημειώνει ότι, σύμφωνα με τη σχετική νομολογία, για θέσεις που είναι ψηλά στην ιεραρχία, η απόδοση στη συνέντευξη είναι ουσιαστικό στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και να του δίδεται αυξημένη βαρύτητα, όταν κρίνεται η προσωπικότητα και οι ικανότητες των υποψηφίων, που είναι σημαντικές ιδιότητες για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης (βλ. απόφασης της Ολομέλειας ημερ. 13.12.1990, στις Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ 868 και 869 - Κυπριακή Δημοκρατία Vs Ανδρέα Γιαλλουρίδη κ.α. και απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 13.1.2003 στην Προσφυγή ΑΡ. 854/2001 - Κώστας Μάρκου κ.α. Vs Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΕΕΥ)./
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο επιλεγείς υποψήφιος έπεισε την Επιτροπή ότι έχει ισχυρή προσωπικότητα και ιδιαίτερη δεξιότητα επικοινωνίας και, ταυτόχρονα, είναι άρτια ενημερωμένος για τις νέες τάσεις στην εκπαίδευση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών λειτουργών και ότι είναι σε θέση να αναλάβει τον ηγετικό ρόλο που προδιαγράφεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, το οποίο προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι ο Διευθυντής Παιδαγωγικού Ινστιτούτου έχει την ευθύνη για την αποδοτική και ομαλή διοίκηση και λειτουργία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, καθώς και για την οργάνωση και το συντονισμό της εργασίας σ΄ αυτό, συμπεριλαμβανομένης και της ευθύνης για στενή παρακολούθηση του διδακτικού και άλλου προσωπικού που υπηρετεί στο Ινστιτούτο.
Παρόλο που τα πρόσθετα προσόντα που κατέχουν οι δύο ανθυποψήφιοι του επιλεγέντος λήφθηκαν υπόψη κατά τη συνεκτίμηση των τριών νόμιμων κριτηρίων, η Επιτροπή έκρινε ότι αυτά δε δίνουν προβάδισμα σε οποιοδήποτε υποψήφιο και έχουν οριακή σημασία, εφόσον το Σχέδιο Υπηρεσίας δεν προνοεί ότι πρόσθετα προσόντα συνιστούν πλεονέκτημα.
Σε ό,τι αφορά την αρχαιότητα, ο Χαράλαμπος Ανδρέας υστερεί έναντι των ανθυποψηφίων του. Η Επιτροπή, όμως, έκρινε ότι, σύμφωνα και με σχετική νομολογία (Αναθεωρητική Εφεση Αρ. Ε3232 - Ανδρέας Π. Παπανδρέου Vs Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΕΕΥ), η υπεροχή σε αρχαιότητα δεν μπορεί να υπερσκελίσει την υπεροχή σε αξία για πλήρωση υψηλόβαθμων θέσεων.»
Ο αιτητής προβάλλει ως πρώτο λόγο ακύρωσης την πλάνη της ΕΕΥ ως προς το συμπέρασμα της ότι οι διάδικοι είναι περίπου ισοδύναμοι σε βαθμολογημένη αξία. Στη χρονολογική βάση που η ίδια η Επιτροπή χρησιμοποίησε (1998-2007), ο αιτητής προηγείται κατά 3 εξαίρετα και 3 βαθμούς. Ο αιτητής έχει 8 (Ε) για όλα τα χρόνια ενώ το ενδ. μέρος στα έτη 1998/99, 2001/02 έχει βαθμολογία 38 και 39 αντίστοιχα, το 2003 6 (Ε) και 2 (ΠΙ), το 2004 7 (Ε) και 1 (ΠΙ), το 2005-2007 από 8 (Ε).
Έστω και αν κατά την εισήγηση της δικηγόρου της καθ' ης η αίτηση, η βαθμολογία 36 και άνω σύμφωνα με τον Καν.29 των περί Επιθεώρησης και Αξιολόγησης Κανονισμών (ΚΔΠ 223/76) θεωρείται εξαίρετη, οπότε η βαθμολογία του ενδ. μέρους για τα έτη 1998/99 και 2001/02 δεν λογίζεται ως υποδεέστερη, εξακολουθεί να υπάρχει διαφορά. Η νομολογία έχει αποφανθεί ότι έστω και τέτοιας τάξεως διαφορά που προκύπτει από τις αξιολογικές εκθέσεις, εύλογα τεκμηριώνει μετρήσιμο παράγοντα κατά την επιμέτρηση της αξίας των υποψηφίων. Σημειώνοντας την τόσο συχνά παρουσιαζόμενη ισοπεδωτική βαθμολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων στις εκθέσεις αξιολόγησης στις οποίες συνήθως εμφανίζονται όλοι ως εξαίρετοι, η εν λόγω διαφορά σε αξία μπορεί να λαμβάνεται υπ΄ όψη (βλ. Γιαννούλα Κατσελλή ν. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 585, Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 651/01, ημερ. 19.11.2002).
Η ΕΕΥ θεώρησε ότι συνολικά συγκρινόμενοι οι υποψήφιοι μπορούν να θεωρηθούν περίπου ισοδύναμοι όσον αφορά το σύνολο των υπηρεσιακών τους εκθέσεων. Προκύπτει πλάνη και μάλιστα ουσιώδης, αφού το Δικαστήριο δεν μπορεί να προβλέψει αν η τελική συγκριτική αποτίμηση της γενικής αξίας των διαδίκων θα ήταν διαφορετική, αν δεν μεσολαβούσε η πεπλανημένη εκτίμηση της αντικειμενικής τους αξίας.
Λόγος ακύρωσης προβάλλεται και σε σχέση με την βαρύτητα που αποδόθηκε στις συνεντεύξεις. Ο αιτητής παραπονείται ότι ενώ υπερείχε στο σύνολο των κριτηρίων:
· σε αρχαιότητα κατά 2 έτη (ο αιτητής προήχθη στη θέση Πρώτου Λειτουργού Παιδαγωγικού Ινστιτούτου από 1.10.04 ενώ το ενδ. μέρος στη θέση Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης ΔΕ από 1.9.06)
· σε αξία (αξιολογικές εκθέσεις)
· κατ'επέκταση και κατά τεκμήριο νομολογίας και σε πείρα (Δημοκρατίας ν. Παναγιώτη Πετρίδη (1991) 3 ΑΑΔ 731, 740)
· Σε πρόσθετα προσόντα απόλυτα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης
· Προφορική εξέταση και τελική αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής
· Αξιολόγηση του Διευθυντή για την απόδοση στη συνέντευξη ενώπιον της ΕΕΥ
Εντούτοις η επιλογή του ενδ. μέρους στηρίχθηκε μονολιθικά στην αξιολόγηση του από την ΕΕΥ στις συνεντεύξεις.
Η Επιτροπή, όπως είχε βέβαια το δικαίωμα αφού οι ενδιάμεσες κρίσεις άλλων οργάνων δεν την δεσμεύουν, έκρινε πολύ διαφορετικά από τη Συμβουλευτική και τη Διευθύντρια την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις.
Η θέση του Διευθυντή του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου είναι από τις πιο ψηλές στην ιεραρχία της εκπαίδευσης και η Επιτροπή είχε ευρεία διακριτική ευχέρεια στην επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου. Ήταν επίσης εύλογο να προκρίνει ως κριτήριο την ουσιαστική και σαφή, όπως ορθά την χαρακτήρισε, διαφορά στην προφορική συνέντευξη που επαύξησε καταλυτικά την αξία του ενδ. μέρους. Ωστόσο αν συνυπολογιστούν τα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης, η υπεροχή του ενδ. μέρους στη συνέντευξη επικάλυψε τα πάντα. Η αξιολόγηση έγινε εδώ ο μόνος ουσιαστικός παράγοντας που λήφθηκε υπόψη ως υπερκριτήριο για την επικράτηση της υποψηφιότητας του ενδ. μέρους υποσκελίζοντας την αδιαμφισβήτητη υπεροχή του αιτητή στο σύνολο των υπόλοιπων κριτηρίων. Διαπιστώνεται έτσι υπέρβαση της εύλογης διακριτικής ευχέρειας της ΕΕΥ, παρά την πάγια αρχή της αυξημένης βαρύτητας που νομίμως δίνεται στα αποτελέσματα της συνέντευξης σε θέσεις όπως η επίδικη. (Βλ. σχετικά Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 862/2007, ημερ. 3.04.09).
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με €1200 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ του αιτητή.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.