ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
M' PAL C' TTEE OF LARNACA ν. GEORGHIOU (1988) 3 CLR 123
Γεωργίου Aλίκη ν. Δήμου Λάρνακας (Aρ. 2) (1998) 3 ΑΑΔ 821
Γιασουμής Ιάσων ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 27
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Παναγιώτη Ευγενίου και Άλλου (2005) 3 ΑΑΔ 257
Xατζηχάννας Bραχίμης I. ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (Aρ. 2) (2009) 3 ΑΑΔ 655
Γεωργίου ν. Δήμου Λ/σού (Αρ.1) (1992) 4 ΑΑΔ 1055
Οscar Estates Ltd ν. Δήμου Παραλιμνίου (1993) 4 ΑΑΔ 2642
Εταιρεία Ακίνητα Ι. Κυριακίδης Λτδ ν. Δήμου Λευκωσίας (1997) 4 ΑΑΔ 1974
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1008/2008)
30 Ιουνίου 2010
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΚΟΥΤΣΟΥΔΗ,
Αιτήτρια,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Καθ΄ ων η αίτηση.
------------------------------
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Θ. Πιπερή-Χριστοδούλου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια είναι ιδιοκτήτρια ακίνητης ιδιοκτησίας στο χωριό Περβόλια στη Λάρνακα, αιτήθηκε δε στις 28.11.07 από την αρμόδια αρχή το διαχωρισμό της περιουσίας της σε 40 οικόπεδα, ώστε να δυνηθεί να την αξιοποιήσει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η Πολεοδομική Αρχή, δηλαδή το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, Επαρχιακό Γραφείο Λάρνακας, γνωστοποίησε μεν στην αιτήτρια τη λήψη της αίτησης της, πληροφορώντας την ότι είχε στη διάθεση της τρεις μήνες για να αποφασίσει επ΄ αυτής, παρέλειψε δε μέχρι και την καταχώρηση της προσφυγής στις 27.6.08, να λάβει σχετική απόφαση παρά τις δύο προηγηθείσες γραπτές υπενθυμίσεις που η αιτήτρια απέστειλε στην Πολεοδομική Αρχή.
Οι καθ΄ ων, ενώ διατείνονται με την ένσταση τους, ότι η αίτηση έτυχε της δέουσας εξέτασης από όλα τα αρμόδια τμήματα, πληροφορήθηκαν δε από το Κοινοτικό Συμβούλιο Περβολιών ότι το τεμάχιο προορίζεται για την ανέγερση δημοτικού σχολείου με αποτέλεσμα να εξετάζεται και να προωθείται η διαδικασία της πιθανής απαλλοτρίωσης μέρους του τεμαχίου από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, στη γραπτή τους αγόρευση εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή είναι πρόωρη διότι η αιτήτρια δεν έχει έννομο συμφέρον, εφόσον δεν έχει ακόμη εκδοθεί οποιαδήποτε απόφαση της διοίκησης που να αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.
Η πιο πάνω προδικαστική θέση, δεν μπορεί καν να τύχει εξέτασης εφόσον κατά παρέκκλιση του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, δεν έχει εγερθεί στην ένσταση, οπότε με βάση σταθερή νομολογία στο ζήτημα δεν μπορεί να τύχει οποιασδήποτε συζήτησης (Γιασουμής ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 27, Δημοκρατία ν. Ευγενίου (2005) 3 Α.Α.Δ. 257 και Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. αρ. 35/05, ημερ. 4.12.09). Εν πάση περιπτώσει, η αιτήτρια έχει βέβαια έννομο συμφέρον, όπως θα διαφανεί και κατωτέρω στην ανάλυση που ακολουθεί, τουλάχιστον να επιδιώκει να λάβει απάντηση από τους καθ΄ ων για την τύχη της αίτησης της. Αυτό είναι και το ζητούμενο στην υπόθεση και όχι η τυχόν μελλοντική έκδοση διοικητικής πράξης απαλλοτρίωσης εναντίον της οποίας η αιτήτρια δύναται βέβαια να προσφύγει.
Οι αγορεύσεις των μερών έχουν επεκταθεί σε πλειάδα θεμάτων χωρίς όμως ουσιαστικό λόγο, εφόσον το αντικείμενο της προσφυγής είναι κατά πόσο η αιτήτρια έχει ή όχι δικαίωμα να αποταθεί στις αρμόδιες αρχές για την ανάπτυξη της ιδιοκτησίας της όπως η ίδια επιθυμεί και να τύχει σχετικής απάντησης. Αναμφίβολα, ορθά οι καθ΄ ων εντοπίζουν στην αγόρευση τους ότι υπάρχει συγκαλυμμένο αίτημα από μέρους της αιτήτριας για την εκμαίευση θετικής απάντησης από τους καθ΄ων, αλλά βεβαίως μέχρις ότου εκδοθεί σχετική απόφαση, δεν τίθεται ζήτημα η αιτήτρια να δικαιούται να ελέγξει ο,τιδήποτε άλλο εκτός από την παράλειψη των καθ΄ ων να απαντήσουν εντός ευλόγου χρόνου στο νόμιμο αίτημα της.
Διατείνονται οι καθ΄ ων ότι το Κοινοτικό Συμβούλιο Περβολιών τους είχε πληροφορήσει με επιστολή του ημερ. 13.12.07, ότι το εν λόγω τεμάχιο προοριζόταν για την ανέγερση δημοτικού σχολείου. Ακολούθησαν διαβουλεύσεις με το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού και το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο υπήρχε όντως διαδικασία απαλλοτρίωσης του τεμαχίου σε εξέλιξη, το δε Υπουργείο με επιστολή του ημερ. 14.2.08, εισηγήθηκε να μην εκδοθεί η αιτούμενη άδεια διότι το τεμάχιο αξιολογείτο αναλόγως από τα αρμόδια σώματα. Η αιτήτρια μετά την αποστολή υπενθυμίσεων για την εκκρεμότητα του αιτήματος της στις 19.4.08 και 19.5.08, ενημερώθηκε για τα πιο πάνω με επιστολή των καθ΄ ων, ημερ. 24.6.08. Οι τελευταίοι συνέχισαν διαβουλεύσεις με τις αρμόδιες αρχές, ενημερώθηκαν δε με επιστολή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ημερ. 15.7.08, ότι προωθείτο η διαδικασία απαλλοτρίωσης, ενώ αναμενόταν από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, η ετοιμασία σχεδίου ολοκληρωμένου οδικού δικτύου που θα εξυπηρετούσε το υπό σχεδιασμό σχολείο. Στις 2.12.08, οι καθ΄ ων ζήτησαν καθοδήγηση από το Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ως προς το χειρισμό της εκκρεμούσας αίτησης, το δε Τμήμα Δημοσίων Έργων με επιστολή του ημερ. 3.2.09, όρισε συνεδρία της σχετικής Επιτροπής για την Οδική Ασφάλεια Μαθητών στις 25.2.09, όπου εγκρίθηκε το συγκεκριμένο οδικό δίκτυο και αποφασίστηκε η περαιτέρω προώθηση του όλου θέματος.
Είναι σαφές ότι μέχρι και την ημέρα των διευκρινίσεων στις 8.6.10, ουδεμία συγκεκριμένη απόφαση γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια για την τύχη της αίτησης της.
Είναι πρόδηλο μέσα από τις διατάξεις του Άρθρου 23 του Συντάγματος ότι το δικαίωμα στην ιδιοκτησία, που περιλαμβάνει την απόκτηση, κατοχή, απόλαυση και διάθεση της (με αντίστοιχη βέβαια υποχρέωση σεβασμού του από τις αρχές), δεν περιορίζεται ή αποστερείται παρά μόνον στο μέτρο που επιτρέπεται από το εδάφιο 3, αυτού. Οι δεσμεύσεις ή περιορισμοί ή όροι που δυνατόν να επιβληθούν δέον να είναι απολύτως απαραίτητοι «.. προς το συμφέρον της δημόσιας ασφάλειας, της δημόσιας υγείας, των δημοσίων ηθών ή της πολεοδομίας ή της αναπτύξεως και χρησιμοποιήσεως οιασδήποτε ιδιοκτησίας προς προαγωγή της δημοσίας ωφελείας ή προς προστασία των δικαιωμάτων τρίτων.». Όλες οι νομοθετικές πρόνοιες που είναι σχετικές με τον περιορισμό αυτής της ελευθερίας και δικαιώματος, είτε κάτω από τον περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο αρ. 90/72 ή τον περί Οδών και Οικοδομών Νόμο, Κεφ. 96, ή τον περί Επιτάξεως Νόμο αρ. 21/62 ή τον περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμο αρ. 15/62, ή οποιοδήποτε άλλο Νόμο, συσχετίζονται και συναρτώνται προς το Άρθρο 23.
Σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Διακστηρίου έχει επαναληπτικά και με τον πλέον απόλυτο τρόπο, επιβεβαιώσει τη θέση ότι δεν είναι δυνατόν να γίνεται επίκληση της προοπτικής μελλοντικής ανάπτυξης ως νομιμοποιητικού παράγοντα για δέσμευση ακινήτου χωρίς την προηγούμενη απαλλοτρίωση ή άλλη νόμιμη αποστέρηση του. Η υλοποίηση πρόθεσης ανάπτυξης προϋποθέτει την προηγούμενη απαλλοτρίωση του ακινήτου, ακόμη και αν η προτεινόμενη ανάπτυξη αφορά σε μέρος του τεμαχίου ή σε σχετικά μικρή κατασκευή όπως ένα αντιλιοστάσιο (δέστε Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακα (αρ. 2) (1998) 3 Α.Α.Δ. 821). Στα πιο πάνω πλαίσια κινούνται και άλλες αποφάσεις όπως οι Ata Leza Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 34/97, ημερ. 11.8.2000, Μαρούλλα Σοφοκλή ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1141/03, ημερ. 15.4.05, Ελευθερίου ν. Δήμου Λάρνακας, υπόθ. αρ. 293/93, ημερ. 10.7.98 και Σάββα Ανδρέα Ηλία ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1921/08, ημερ. 30.10.09.
Συνάγεται ότι όσα οι καθ΄ ων επιχειρούν, μέσω της αγόρευσης τους, να προωθήσουν ως υποστηρικτικά της αναγκαιότητας δέσμευσης του ακινήτου, με έρεισμα την πιθανή ή ακόμη και αναμενόμενη ανέγερση σχολείου, δεν δικαιολογούν σε καμιά περίπτωση την εκ προοιμίου και άνευ διοικητικής πράξεως στέρηση της περιουσίας της αιτήτριας. Ιδιαίτερα δε και έτι χειρότερο, οπού η διοίκηση παρά την πάροδο μακρού χρονικού διαστήματος από την υποβολή της αίτησης για πολεοδομική άδεια, δεν έλαβε ακόμη συγκεκριμένη θέση ώστε να απαντήσει θετικά ή αρνητικά στη δικαιωματική αίτηση της ιδιοκτήτριας. Στη Σάββα Ανδρέα Ηλία - ανωτέρω - όπου είχε με καθυστέρηση απαντηθεί αρνητικά παρόμοιο αίτημα για ανάπτυξη της ιδιοκτησίας του προσφεύγοντος, το παρόν Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να τονίσει και τα εξής:
«Είναι δε αξιοκατάκριτο το γεγονός ότι η αίτηση έτυχε εξέτασης από τους καθ΄ ων κατά τρόπο που οδήγησε σε μεγάλη καθυστέρηση μέχρι τη λήψη της τελικής απόφασης. Συγκεκριμένα, ενώ η αίτηση υποβλήθηκε στις 20.6.06, η προσβαλλόμενη πράξη δεν λήφθηκε παρά μόνο στις 14.10.08, αναγκάζοντας στο μεταξύ τον αιτητή να αποταθεί και στην Επίτροπο Διοίκησης, αλλά και τους καθ΄ ων να αποστέλλουν υπενθυμητικές επιστολές στα διάφορα αρμόδια τμήματα για να επισπεύσουν την τελική τους θέση. Ένας αιτητής δεν ενδιαφέρεται βεβαίως για το ποιο ή ποια ή και πόσα τμήματα εμπλέκονται στο χειρισμό της αίτησης του. Απευθυνόμενος στο αρμόδιο κυβερνητικό τμήμα, αναμένει την εξέταση της αίτησης του το ταχύτερο και εντός των προνοιών της προθεσμίας που καθορίζει το Άρθρο 29 του Συντάγματος.»
Συνάγεται ότι η καθυστέρηση στην απάντηση αποτελεί από μόνο του γεγονός που στην ουσία ισοδυναμεί με στέρηση του δικαιώματος ανάπτυξης, χωρίς μάλιστα να έχει προηγηθεί αρνητική διοικητική πράξη. Η αιτήτρια μετεωρείται μεταξύ της εκ μέρους της επιδίωξης ενός νομίμου σκοπού και της αδράνειας της διοίκησης να προχωρήσει στο αυτονόητο, να δώσει, δηλαδή, την οφειλόμενη εκ μέρους της απάντηση, είτε θετική, είτε αρνητική, ώστε η αιτήτρια να γνωρίζει πού ακριβώς βρίσκεται, πράττουσα αναλόγως προς επίτευξη του στόχου της.
Στις συνθήκες της παρούσας υπόθεσης, υπάρχει σαφής παραβίαση του χρόνου εντός του οποίου όφειλε η διοίκηση να δώσει απάντηση. Η ίδια η Πολεοδομική Αρχή, αναγνωρίζοντας λήψη της αίτησης για πολεοδομική άδεια, καθόρισε με την επιστολή της ημερ. 28.11.07 (κυανούν 4 στο διοικητικό φάκελο, Τεκμ. «Α» κατά τις διευκρινίσεις), ότι είχε περιθώριο τριών μηνών προς απάντηση, προφανώς στη βάση των προνοιών του Καν. 5(2) της Κ.Δ.Π, 55/90, ο οποίος σαφώς οριοθετεί ότι «. μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την ημερομηνία λήψεως της αίτησης» δίνει «... γραπτή ειδοποίηση στον αιτητή για την απόφαση της ..», ενώ με βάση τον Καν. 5(1), η Πολεοδομική Αρχή μετά τη λήψη της αίτησης για άδεια, αποστέλλει ειδοποίηση στον αιτητή «.. αναγράφοντας την ημερομηνία λήψεως της αίτησης και την προθεσμία μέσα στην οποία θα δώσει ειδοποίηση στον αιτητή για την απόφαση της». Δεν συμφωνήθηκε οποιαδήποτε άλλη προθεσμία ως το διαζευκτικό σκέλος της πρόνοιας του Καν. 5(2). Επομένως, το γεγονός ότι η ίδια η διοίκηση καθόρισε την προθεσμία απάντησης, μαζί με το γεγονός ότι παρά τις δύο υπενθυμίσεις της αιτήτριας, καμιά απάντηση δεν δόθηκε, οκτώ και πλέον μήνες μετά την καταχώρηση της πολεοδομικής αίτησης και μέχρι την καταχώρηση της προσφυγής, καθιστά αδικαιολόγητο το χρόνο δεδομένων και των προνοιών του άρθρου 10 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158(Ι)/99, που συναρτά το χρόνο άσκησης της αρμοδιότητας του διοικητικού οργάνου με το εύλογο αυτού ως κριτήριο, ώστε η απόφαση του «... να είναι επίκαιρη σε σχέση με τα πραγματικά ή νομικά περιστατικά στα οποία αναφέρεται», καθώς βέβαια και των άρθρων 35 και 36 του ιδίου Νόμου, τα οποία σαφώς καθορίζουν προθεσμίες, που ασχέτως της επίπτωσης τους, αναγνωρίζουν την ευρύτερη υποχρέωση της διοίκησης να ενεργεί ταχέως και εντός ευλόγου χρόνου.
Παρόμοιο ζήτημα προέκυψε και στην υπόθεση Εταιρεία Ακίνητα Ι. Κυριακίδης ν. Δήμου Λευκωσίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1974 (απόφαση Κωνσταντινίδη, Δ.), όπου το ζητηθέν με την αίτηση ακυρώσεως ήταν, όπως και εδώ, δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη και/ή άρνηση του αρμοδίου Δήμου, να εξετάσει την αίτηση για άδεια οικοδομής, ήταν άκυρη και παράνομη. Στην υπό κρίση υπόθεση προστίθεται στο αιτητικό «... και/ή ικανοποιήσει ... την Πολεοδομική αίτηση ...». Αυτό, όπως λέχθηκε και προηγουμένως, αποτελεί συγκαλυμένη επιδίωξη εκμαίευσης θετικής απάντησης, που δεν μπορεί, βεβαίως, νομίμως, να απασχολήσει εδώ το Δικαστήριο. Κατά τα άλλα όμως, έχει εφαρμογή η προαναφερθείσα υπόθεση, όπου και εκδόθηκε η σχετική δήλωση, της προσφυγής επιτυγχάνουσας με έξοδα. Συγκεκριμένα λέχθηκε ότι:
«Οι καθ΄ ων η αίτηση είχαν καθήκον να εξετάσουν την αίτηση που τους υποβλήθηκε και να αποφασίσουν αν θα την εγκρίνουν ή αν θα την απορρίψουν και δεν υπάρχει λόγος να υπεισέλθω σ΄ αυτή την υπόθεση σε συζήτηση ως προς το αν αυτό το καθήκον επιβαλλόταν όχι μόνο από τον ίδιο τον περί Οδών και Οικοδομών Νόμο, Κεφ. 96, όπως τροποποιήθηκε, ως συνέπεια της εξουσίας που ανατίθεται στην αρμόδια αρχή αλλά και από το άρθρο 29 του Συντάγματος... Η παράλειψη των καθ΄ ων η αίτηση να εξετάσουν την αίτηση και να απαντήσουν στον αιτητή αναφορικά με την απόφασή τους, δεν συνδέεται με οτιδήποτε που θα ήταν δυνατό να ενταχθεί στις εγγενείς ανάγκες της περίστασης. (βλ. M´pal C´ttee of Larnaca v. Georghiou (1988) 3 C.L.R. 123, Ανδρούλλα Ανδρέα Γεωργίου ν. Δήμου Λεμεσού (1992) 4 Α.Α.Δ. 1055, Oscar Estates Ltd v. Δήμου Παραλιμνίου (1993) 4 Α.Α.Δ. 2642). Ουσιαστικά έχουμε ενσυνείδητη επιλογή για μη εξέταση - απάντηση, για τους λόγους που σημείωσα. Η πρόθεση, όμως, για απαλλοτρίωση αλλά και η ίδια η δημοσίευση διατάγματος απαλλοτρίωσης και επίταξης δεν αναιρούν το καθήκον για εξέταση της αίτησης, απόφαση επ΄ αυτής και απάντηση.»
Αυτή η «ενσυνείδητη επιλογή» της διοίκησης είναι φανερή και εδώ εφόσον στην επιστολή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού προς τον Επαρχιακό Λειτουργό Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ημερ. 14.208, έγινε εισήγηση όπως «.. επί του παρόντος μη εκδοθεί η αιτούμενη άδεια», ενόψει αξιολόγησης από τα αρμόδια σώματα της δυνατότητας ανέγερσης στο χώρο, δημοτικού σχολείου. Θέση που επαναλήφθηκε στην επιστολή ημερ. 11.6.08, τέσσερεις μήνες μετά, από το Επαρχιακό Γραφείο Πολεοδομίας Λάρνακας προς τον Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως στη Λευκωσία, όπου καταγράφεται εκ νέου η εισήγηση του προϊστάμενου των Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού να μην εκδοθεί η αιτούμενη άδεια. Ορθά στην εν λόγω επιστολή καταγράφεται η άποψη της Πολεοδομικής Αρχής ότι αυτή δεν νομιμοποιείται να απορρίψει την αίτηση επειδή «.. το τεμάχιο αξιολογείται για την ανέγερση εκπαιδευτηρίου». Και ορθά, περαιτέρω, γίνεται εν προκειμένω εισήγηση για έκδοση διατάγματος επίταξης σε πρώτη φάση. Πλην, όμως, στην επόμενη αλληλογραφία, όπως αποκαλύπτεται από τα έγγραφα στην ένσταση, δεν τελεσφόρησε η όλη εξέταση ώστε η αιτήτρια να τύχει της δέουσας απάντησης. Στο μεταξύ είχε καταχωρηθεί η υπό κρίση προσφυγή.
Κρίνεται ότι εδώ δεν έχουν σχέση οι διαφοροποιήσεις μεταξύ «αιτημάτων» και «αιτήσεων» που αναφέρουν οι καθ΄ ων στη γραπτή τους αγόρευση στα πλαίσια της νομολογίας που αναπτύχθηκε γύρω από το Άρθρο 29. Άλλωστε, όπως αναφέρει και ο συνήγορος της αιτήτριας στην απαντητική του αγόρευση, η προσφυγή δεν έχει ως νομικό υπόβαθρο το Άρθρο 29, παρόλο βέβαια που το σχολιάζει στην αγόρευση του. Η ουσία του θέματος, εμπίπτει εντός της ευρύτερης αρχής που κατοχυρώνει το Άρθρο 23 του Συντάγματος, έτσι ώστε ουδείς να στερείται, αμέσως ή εμμέσως, με μη νόμιμη θετική ενέργεια ή με παράλειψη, του δικαιώματος ανάπτυξης της περιουσίας του.
Ενόψει όλων των ανωτέρω, η προσφυγή επιτυγχάνει. Εκδίδεται δηλωτική απόφαση ότι η παράλειψη και/ή άρνηση των καθ΄ ων να απαντήσουν στην αίτηση της αιτήτριας είναι παράνομη και άκυρη, καθώς και διάταγμα όπως οι καθ΄ων εκτελέσουν ό,τι παραλείφθηκε.
Έξοδα €1.500 πλέον Φ.Π.Α. επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ΄ ων.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ