ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                   (Υπόθεση Αρ. 538/07)    

 

20 Μαΐου, 2010

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ  28,  146,  122  ΕΩΣ  125  ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΡΙΣΤΟΣ  ΠΑΝΤΕΛΙΔΗΣ,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ων η Αίτηση.

_________________________

 

Χρίστος Κληρίδης, για τον Αιτητή.

Λαμπρινή Λάμπρου-Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

΄Αντης Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

_________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Ο αιτητής, υποψήφιος για την πλήρωση της θέσης Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, με την παρούσα προσφυγή, αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (η «Ε.Δ.Υ.»), με την οποία στην πιο πάνω θέση διορίστηκε η Ζήνα Πουλλή - (ενδιαφερόμενο μέρος) - αντί ο ίδιος.  

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα, για την πλήρωση της επίδικης θέσης, η οποία είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και επρόκειτο να κενωθεί λόγω αφυπηρέτησης του κατόχου της από 1/9/2006, μετά από σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 9/6/2006, υποβλήθηκαν τρεις αιτήσεις, μεταξύ των οποίων αυτή του αιτητή και του ενδιαφερομένου μέρους. Οι αιτήσεις παραπέμφθηκαν από την Ε.Δ.Υ. στη Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, Πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, προς το σκοπό ετοιμασίας έκθεσης και καταλόγου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο ΄Αρθρο 34 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90), όπως τροποποιήθηκε.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή ασχολήθηκε με το ζήτημα σε δύο συνεδρίες της, στις 26/9/2006 και στις 13/10/2006.  Στην πρώτη συνεδρία  και αφού διαπιστώθηκε ότι και οι τρεις υποψήφιοι πληρούσαν τα προσόντα της θέσης, αποφασίστηκε η διεξαγωγή προφορικής εξέτασης, η οποία έγινε στη δεύτερη συνεδρία της.  Αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης ήταν να κριθούν: ο αιτητής ως «Εξαίρετος» και το ενδιαφερόμενο μέρος ως «Σχεδόν Εξαίρετη». 

 

Ακολούθως, η Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού συνυπολόγισε τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης, τα προσόντα, την πείρα, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων, καθώς και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων των τριών υποψηφίων που κατείχαν τη θέση του Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης, προχώρησε στην τελική αξιολόγηση των υποψηφίων, κατά την οποία κρίθηκαν: ο αιτητής ως «Εξαίρετος» και το ενδιαφερόμενο μέρος ως «Σχεδόν Εξαίρετη».  Σε ΄Εκθεσή της προς την Ε.Δ.Υ., ημερομηνίας 10/5/2006, σύστησε ομόφωνα και τους τρεις υποψηφίους.

 

Στη συνέχεια, η Ε.Δ.Υ., στη συνεδρία της της 27/12/2006, αφού υιοθέτησε τα πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής αναφορικά με τα ακαδημαϊκά προσόντα και την πείρα των υποψηφίων και αφού κατέληξε ότι οι υποψήφιοι πληρούσαν και τα υπόλοιπα απαιτούμενα προσόντα, υιοθέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και αποφάσισε να καλέσει τους τρεις συστηθέντες σε προφορική εξέταση, η οποία έγινε στις 29/1/2007 στην παρουσία της Γενικής Διευθύντριας του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού.  Η τελευταία, αφού αξιολόγησε την απόδοση του αιτητή ως «Πάρα Πολύ Καλή» και του ενδιαφερόμενου μέρους ως «Πολύ Καλή», κατέθεσε γραπτή αιτιολογημένη σύσταση υπέρ του αιτητή και αποχώρησε από τη  συνεδρία.

 

Ακολούθως, η Ε.Δ.Υ., υπό το φως και των σχετικών κρίσεων της Γενικής Διευθύντριας, αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων, κρίνοντας, κατά πλειοψηφία, τον αιτητή ως «Πολύ Καλό+» και, επίσης κατά πλειοψηφία, το ενδιαφερόμενο μέρος ως «Εξαίρετη».

 

Η Ε.Δ.Υ., κατά την τελική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων, αφού έλαβε υπόψη της την ΄Εκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Υπηρεσιακών Εκθέσεων, την αρχαιότητα, την απόδοσή τους κατά την προφορική εξέταση, ως και τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας, κατά πλειοψηφία, επέλεξε για διορισμό το ενδιαφερόμενο μέρος, σημειώνοντας ότι δεν υιοθέτησε τη σύσταση της Διευθύντριας, επειδή θεώρησε ότι αυτή έπασχε νομικά.  Μεταξύ άλλων, ετοιμάστηκε πριν τη διεξαγωγή της προφορικής εξέτασης και κατατέθηκε ενώπιόν της γραπτώς, γεγονός που την κατέστησε νομικά πάσχουσα.  Αιτιολογώντας την επιλογή της, η πλειοψηφία επισήμανε την καλύτερη απόδοση του ενδιαφερομένου μέρους κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, και τα υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα του, συνδυασμός κριτηρίων που δεν ήταν δυνατό να εξουδετερωθεί από το προβάδισμα του αιτητή σε αρχαιότητα.

 

Εκκρεμούσης της παρούσας προσφυγής και, συγκεκριμένα, μετά την συμπλήρωση των γραπτών αγορεύσεων των διαδίκων, η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση ενημέρωσε προφορικά το Δικαστήριο ότι ο επίδικος διορισμός ανακλήθηκε από την Ε.Δ.Υ. στις 11/2/2009 και ότι, κατόπιν επανεξέτασης που έγινε στις 12/2/2009, το ενδιαφερόμενο μέρος διορίστηκε αναδρομικά από 15/2/2009.

 

Με δεδομένη την  πιο πάνω εξέλιξη, η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση εισηγήθηκε ότι εξέλιπε το αντικείμενο της προσφυγής και, συνεπώς, αυτή θα έπρεπε να απορριφθεί.  Αντίθετα, ο  αιτητής υπέβαλε ότι, παρά την ανάκληση της προσβαλλόμενης απόφασης, αυτή άφησε ζημιογόνα κατάλοιπα, που δικαιολογούσαν τη συνέχισή της.  Έκρινα ότι οι εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις των συνηγόρων δικαιολογούσαν την καταχώριση γραπτών αγορεύσεων επί του θέματος, όπως και έγινε.

 

Ο αιτητής, ο οποίος έχει ήδη καταχωρίσει προσφυγές εναντίον της νέας απόφασης διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους - (Χρίστος Παντελίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 361/2009) - αλλά και εναντίον της απόφασης για ανάκληση του αρχικού διορισμού - (Υπόθεση Αρ. 362/2009) - υποστηρίζει, επικαλούμενος την Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 973, ότι η δίκη δεν καταργήθηκε και ότι διατηρεί το έννομό του συμφέρον για συνέχιση της προσφυγής.  Η προσβαλλόμενη απόφαση, υπέβαλε, δημιούργησε ζημιογόνα για τον ίδιο αποτελέσματα, που δεν εξαφανίστηκαν με την ανάκληση.  Συγκεκριμένα, πιθανολογείται εκ πρώτης όψεως ζημία, για το λόγο ότι:-

 

  (ι)   Ενδεχόμενη επιτυχία της προσφυγής του εναντίον της ανάκλησης και παράλληλη απόρριψη της παρούσας θα δημιουργήσει δικονομικό αδιέξοδο.

 

 (ιι)   Η επίδικη θέση διεκδικείτο ουσιαστικά από τον ίδιο και το ενδιαφερόμενο μέρος, γεγονός που του προσέδιδε «κάτι περισσότερο από προσδοκία διορισμού».

 

(ιιι)  Λόγω συμπλήρωσης της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης των εκπαιδευτικών - αφυπηρέτησε από 1/7/2007 - εάν διοριζόταν στην επίδικη θέση, η οποία υπάγεται στη νομοθεσία της Δημόσιας Υπηρεσίας, θα αφυπηρετούσε στην ηλικία των 62 ετών αντί του 60ου έτους, που είναι η ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης για τα μέλη της Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας.

 

 (iv)  Η εγκυρότητα της ανάκλησης και της επανεξέτασης δεν έχει ακόμη διαγνωστεί, εφόσον εκκρεμούν εναντίον τους προσφυγές· και γιατί

 

  (v)  Η ανάκληση, στο στάδιο της εκδίκασης της υπόθεσης, συνιστά προσπάθεια ματαίωσης της δικαστικής διαδικασίας και αποστερεί βασικά τον αιτητή του συνταγματικού δικαιώματος της προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Στα πιο πάνω, οι συνήγοροι των καθ' ων η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους υπέβαλαν ότι ο αιτητής δεν έχει πλέον έννομο συμφέρον να συνεχίσει την προσφυγή του.  Τυχόν ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, εισηγούνται, δε θα επηρεάσει, καθ' οιονδήποτε τρόπο, τα συμφέροντά του, αφού είναι νομολογημένο ότι δεν υπάρχει δικαίωμα για διορισμό ή προαγωγή αλλά μόνο προσδοκία για κάτι τέτοιο.  Επιπρόσθετα, η ανάκληση έχει ικανοποιήσει το αίτημα της προσφυγής του αιτητή για ένα από τους λόγους που έχουν προβληθεί και αφορούσε στη νομιμότητα της γραπτής σύστασης της Γενικής Διευθύντριας, εφόσον οι συνέπειες της ανάκλησης είναι οι ίδιες με αυτές της ακύρωσης - (αναδρομική εξαφάνιση της πράξης και καθήκον του διορίζοντος οργάνου για επανεξέταση και λήψη νέας απόφασης).  Τα δικαιώματα του αιτητή διασφαλίζονται πλήρως με την καταχώριση προσφυγής κατά του επαναδιορισμού του ενδιαφερομένου μέρους.

 

Οι ισχυρισμοί του αιτητή δεν ευσταθούν.  Οι συνέπειες της ανάκλησης έχουν, κατ' επανάληψη, διατυπωθεί στη νομολογία.  ΄Οπως λέχθηκε στην Καλλιμάχου & άλλοι ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 135:-  (σελ. 142 - 143)

 

«Η ανάκληση διοικητικής πράξης είναι νέα εκτελεστή διοικητική πράξη.  Η ανάκληση εξ ολοκλήρου διοικητικής πράξης ενεργεί ex tunc και κατά το Ελλαδικό Δίκαιο η δίκη καταργείται, γιατί επέρχεται η εξαφάνιση του αντικειμένου της. Ο αιτητής δεν συνεχίζει να έχει έννομο συμφέρον.  (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, 275, Τσάτσος - Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Έκδοση Τρίτη, παράγραφος 188, σελ. 370 και επέκεινα· Σπηλιωτόπουλου -  Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου, Δεύτερη Έκδοση, σελ. 454· Αποφάσεις Σ.τ.Ε. 302/34, 1050/34, 18/35).

 

..............................................................................................................

 

Η προσφυγή δεν μπορεί να προχωρήσει όταν παραμείνει χωρίς αντικείμενο.  Η ανάκληση της  διοικητικής πράξης οδηγεί στην εξαφάνιση της πράξης και την κατάργηση της δίκης, εκτός εάν, κατά την περίοδο πριν την ανάκληση, ο αιτητής έχει υποστεί ζημία, η οποία δεν εξαλείφθηκε με την ανάκληση.»

 

 

 

Στην Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω), την οποίαν επικαλέστηκαν όλες οι πλευρές προς ενίσχυση της επιχειρηματολογίας τους, αποφασίστηκε ότι ο αιτητής διατηρεί το έννομό του συμφέρον προς συνέχιση της δίκης, αν, παρά την ανάκληση της πράξης, διαγράφονται βλαπτικές συνέπειες στα συμφέροντά του.  Το θέμα τέθηκε ως εξής:- (σελ. 984-985)

 

«..., καταλήξαμε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν εξετάζει την έκταση των ζημιών, αλλά ερευνά αν εκ πρώτης όψεως παραμένει ζημία ή βλάβη, η οποία δεν εξαλείφθηκε από την ανάκληση, για να αποφασίσει αν η δίκη καταργείται ή συνεχίζεται.»

 

 

 

Η ορθότητα της πιο πάνω προσέγγισης επιβεβαιώθηκε στην Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 490 , στην οποία, κατόπιν ευρείας ανασκόπησης της νομολογίας, επισημάνθηκαν, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα:- (σελ. 499-500)

 

«Η απόφαση στην Παπαδοπούλλου είναι ορθή και εφαρμόζεται απόλυτα στην ενώπιόν μας περίπτωση.  Ενόψει της ανάκλησης της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους, η διοίκηση δεν θα έχει να συμμορφωθεί με τίποτε προς όφελος του αιτητή-εφεσείοντα ούτε θα έχει να ικανοποιήσει οποιαδήποτε αξίωσή του σε περίπτωση που θα επακολουθήσει ακυρωτική απόφαση.  Ταυτόχρονα δεν είναι δυνατόν, δεν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο, να υπέστη ο αιτητής-εφεσείων οποιαδήποτε ζημιά από την απόφαση που ανακλήθηκε (αφού δεν είχε αξίωση για προαγωγή αλλά μόνον προσδοκία) ώστε να τίθεται καν θέμα αξίωσης του για αποζημίωση ή άλλη θεραπεία από το Επαρχιακό Δικαστήριο, κάτω από οποιοδήποτε κεφάλαιο.»

 

 

 

Στην παρούσα περίπτωση, είναι πρόδηλο ότι οι αρνητικές συνέπειες για τα συμφέροντα του αιτητή εξαφανίστηκαν πλήρως με την ανάκληση της απόφασης, αφού αυτός προσδοκία μόνο για διορισμό στην επίδικη θέση διατηρούσε και τίποτε περισσότερο.  Η Ε.Δ.Υ. δεν είχε υποχρέωση να τον διορίσει.  Πέραν τούτου, δεν έχει τεθεί ενώπιόν μου οποιοδήποτε στοιχείο, που να θεμελιώνει τον ισχυρισμό ότι η επίδικη απόφαση υπήρξε γι' αυτόν ζημιογόνα.  Το θέμα της παράτασης της υπηρεσίας του μέχρι το 62ο έτος, σε περίπτωση διορισμού του στην επίδικη θέση, δε συνδέεται άμεσα με την επίδικη πράξη, δεδομένου πάντοτε ότι η διοίκηση δεν είχε υποχρέωση να ικανοποιήσει τις ελπίδες του για διορισμό.  Ούτε και ο ισχυρισμός περί δικονομικού αδιεξόδου γίνεται αποδεκτός, εφόσον ο αιτητής έχει, ήδη, προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο, ζητώντας την εξέταση της νομιμότητας της ανάκλησης και της πράξης επαναδιορισμού του ενδιαφερομένου μέρους.  Στα πλαίσια των δύο προσφυγών που εκκρεμούν, ο αιτητής μπορεί να εγείρει τα ζητήματα του εύλογου χρόνου της ανάκλησης και της ορθότητας της διαδικασίας επανεξέτασης, τα οποία δεν μπορούν να εξεταστούν στην παρούσα. Οι ισχυρισμοί ότι η ανακληθείσα απόφαση άφησε ζημιογόνα κατάλοιπα για τον ίδιο δε θεμελιώθηκαν και, επομένως, η δίκη κατέστη χωρίς αντικείμενο.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται.

 

Σ' ό,τι αφορά τα έξοδα, λαμβάνοντας υπόψη το προχωρημένο στάδιο της προσφυγής όταν η απόφαση ανακλήθηκε, καταλήγω ότι θα πρέπει να επιδικασθούν και επιδικάζονται υπέρ του αιτητή και καθορίζονται στο ποσό των  €1.000,00, πλέον Φ.Π.Α.

 

 

 

 

                                                                               Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                            Δ.

/Χ.Π., ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο