ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 521/2010)

 

11 Μαΐου, 2010

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ

ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΝΙΚΗΤΑΡΙ-ΒΥΖΑΚΙΑ,

Αιτητές,

ν.

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

Καθ΄ ου η αίτηση.

_ _ _ _ _ _

Α. Πατσαλίδης, για τους Αιτητές.

_ _ _ _ _ _

 

ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 28.4.2010

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Με την υπό κρίση μονομερή αίτηση οι αιτητές ζητούν:

 

«(α) Διάταγμα του Δικαστηρίου διά του οποίου να αναστέλλονται οποιεσδήποτε διαδικασίες που αφορούν την εφαρμογή της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης ημερομηνίας 8 Απριλίου 2010 (Γνωστοποίηση Ημερομηνίας Εναρξης ισχύος της Σύμβασης Παραχώρησης Δημόσιας Υπηρεσίας Εσωτερικών Οδικών Μεταφορών σε Τακτικές Γραμμές στη Γεωγραφική Περιοχή Λευκωσίας) καθ΄ ότι σε περίπτωση που εφαρμοσθεί η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη οι Αιτητές μέχρι την 5η Ιουλίου 2010 θα απολέσουν τα δυο Λεωφορεία και τις επαγγελματικές τους άδειες με αποτέλεσμα τον οικονομικό, επαγγελματικό και προσωπικό αφανισμό τους, βλάβη η οποία θα είναι ανεπανόρθωτη σε μεταγενέστερο στάδιο.

 

Επιπρόσθετα οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη είναι έκδηλα παράνομη και αυταπόδεικτη καθ΄ ότι υπάρχει σαφής παραβίαση των προνοιών που προνοούνται από τους Νόμους Περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα 2001 μέχρι 2009 και επίσης υπάρχει αναμφισβήτητη παραγνώριση των Θεμελιωδών αρχών του Διοικητικού Δικαίου.»

 

 

 

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του κ. Χρυσοστόμου ενός εκ των ομορρύθμων μετόχων των αιτητών. Η θέση τους είναι ότι η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη είναι έκδηλα παράνομη και αν η εκτέλεσή της δεν ανασταλεί μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής θα υποστούν ανεπανόρθωτη υλική και ηθική ζημιά.

 

Ο κ. Χρυσοστόμου στην ένορκη δήλωσή του και ο ευπαίδευτος δικηγόρος των αιτητών κατά την ενώπιόν μου αγόρευσή του, δεν προσδιορίζουν την παρανομία η οποία, καθώς εισηγούνται είναι έκδηλη, καθιστώντας αναπόφευκτη την ακύρωση της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης. Με κάθε δυνατή συντομία παραθέτω τις επί του προκειμένου εισηγήσεις:

 

(α)   η προσβαλλόμενη πράξη προσβάλλει θεμελιώδη συνταγματικά δικαιώματα των αιτητών,

 

(β)   η προσβαλλόμενη πράξη είναι αντίθετη με τα οριζόμενα στις προπαρασκευαστικές εργασίες για τη ψήφιση του σχετικού νόμου προς εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) 1370/2007. Είναι επίσης αντίθετη με τα άρθρα 15, 16 και 17 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης (2007/C 303/01) και τα άρθρα 51 και 52 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση,

 

(γ)   υπάρχει σαφής παράβαση της διαδικασίας που προνοείται από το νόμο και παραγνώριση θεμελιωδών αρχών του διοικητικού δικαίου καθότι η άδεια «Ε» και η άδεια οδικής χρήσης για τα δύο λεωφορεία που κατέχουν οι αιτητές πλέον τα οκτώ που κατέχουν οι άλλοι δύο ομόρρυθμοι συνεταίροι της Κοινοπραξίας θα παύσουν οριστικά να ισχύουν από 5.7.2010. Τα εν λόγω λεωφορεία εκτελούν δρομολόγια από Νικητάρι-Βυζακιά-Ποτάμι στη Λευκωσία.

 

(δ)   Η αναθέτουσα αρχή (Υπουργείο Συγκοινωνιών και Εργων -Τμήμα Οδικών Μεταφορών κατά παράβαση των προνοιών του άρθρου 16Β του περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Νόμου 101(1)/2009 παρέλειψε να αποστείλει γραπτή ειδοποίηση στους αιτητές αμέσως μετά την υπογραφή της Σύμβασης Παραχώρησης Δημόσιας Χρήσης. Η υπογραφή των συμβάσεων έγινε στις 2.12.2009 και η γραπτή ειδοποίηση στάληκε στις 8.4.2010 δηλαδή, 3 μήνες πριν από την οριστική παύση των αδειών «Ε» που κατέχουν οι αιτητές.

 

(ε)   Δεν έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις που έθετε ο Κανονισμός (ΕΚ) 1370/07 βάσει του οποίου θεσπίστηκε ο Νόμος 101(1)/2009 ούτε έχουν τηρηθεί οι διατάξεις του άρθρου 7 του Κανονισμού που προέβλεπε τη δημοσίευση στον τύπο ένα χρόνο προηγουμένως των λεπτομερειών του σχεδιασμού για να λάβουν έγκαιρα γνώση οι επηρεαζόμενοι και να ενεργούσαν ανάλογα δηλαδή, κατά πόσο θα μετείχαν στους νέους φορείς ή θα λάμβαναν την προαναφερόμενη αποζημίωση και θα αποχωρούσαν.

 

(στ) Το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Εργων δεν επέδειξε τη μέγιστη προβλεπόμενη από τον Κανονισμό (ΕΚ) 1370/2007 διαφάνεια. Η τήρηση αυτής της προϋπόθεσης έχει ιδιαίτερη βαρύτητα εκ του γεγονότος ότι έχει επιλεγεί η μέθοδος της απ΄ ευθείας ανάθεσης και όχι της προκήρυξης διαγωνισμού.

 

(ζ)    Η προσβαλλόμενη πράξη είναι προϊόν νομικής και πραγματικής πλάνης.

 

(η)   Εφόσον οι αιτητές έχουν αποστερηθεί της περιουσίας τους αυτοί δικαιούνται να λάβουν εγκαίρως δίκαιη αποζημίωση που μέχρι σήμερα δεν έλαβαν λόγω αδράνειας των καθ΄ ων η αίτηση να προχωρήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Καθόσον αφορά το θέμα της ανεπανόρθωτης ζημιάς που λέγουν οι αιτητές ότι θα υποστούν αν δεν εκδοθεί το ζητούμενο διάταγμα αναστολής, ο κ. Χρυσοστόμου, λέγει στη δήλωσή του,

 

«Σε περίπτωση που δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα ή άλλο διάταγμα διά του οποίου να αναστέλλεται η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη οι Αιτητές θα υποστούν ανεπανόρθωτες βλάβες σε τέτοιο βαθμό που δεν θα μπορούν να αρθούν σε μεταγενέστερο στάδιο, καθ΄ ότι θα έχουν επίπτωση στα θεμέλια της οικονομικής υπόστασης των αιτητών και των οικογενειών τους (δάνεια σε τράπεζες, σπουδές παιδιών κ.λ.π.) και περαιτέρω οι αιτητές θα μείνουν χωρίς περιουσία και χωρίς εργασία.»

 

 

 

 

 

 

Στην Ιωάννης Αντωνίου ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου (2001) 3(Α) ΑΑΔ 164 λέχθηκαν τα εξής,

 

«Ο καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 είναι η δικονομική βάση για την παροχή προσωρινής προστασίας στις διοικητικές υποθέσεις. Αποτέλεσε δε και σ΄ αυτή την περίπτωση το νομικό έρεισμα της αίτησης. Είναι κοινός τόπος, αλλά πρέπει να υπογραμμισθεί, ότι η εξουσία αυτή του δικαστηρίου είναι διακριτικού χαρακτήρα και ότι ασκείται με φειδώ. Για να πετύχει ένα τέτοιο διάβημα χρειάζεται η συνδρομή δύο προϋποθέσεων: (1) έκδηλη παρανομία της πράξης, και (2) ανεπανόρθωτη ζημία, που μπορεί να προκαλέσει στο διοικούμενο η άμεση εφαρμογή της (βλ. για εκτενή ανάλυση την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση 141/89 Κροκίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας ημερ. 29/5/90 και Λοϊζίδη ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233). Δεν είναι όμως απαραίτητο να συντρέχουν και οι δύο παραπάνω όροι προτού το Δικαστήριο εκδώσει διάταγμα.»

 

 

 

 

Στην Frangos & Others v. Republic (1982) 3 CLR 53 αναφέρεται (σε μετάφραση):

 

 

«. για να ενεργήσει το Δικαστήριο, η παρανομία πρέπει να είναι προδήλως αναγνωρίσιμη χωρίς να χρειάζεται να διερευνηθούν τα αμφισβητούμενα γεγονότα. ..................................... άνκαι το τι αποτελεί έκδηλη παρανομία δεν έχει εξαντλητικά οριστεί φαίνεται ότι συνεπάγεται καθαρή παράβαση της διαδικασίας που προβλέπεται από το νόμο ή αδιαμφισβήτητη περιφρόνηση των θεμελιωδών αρχών του διοικητικού δικαίου.»

 

 

Στη Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233  η έκδηλη παρανομία προσδιορίστηκε ως εξής:

 

 

«Εκδηλη παρανομία είναι εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης.»

 

 

 

Στην Επιτρ. Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Co Ltd (2007) 3 ΑΑΔ 32, αναφέρθηκαν τα εξής:

 

«.. η εξαιρετική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για έκδοση προσωρινού διατάγματος όπως είναι πάγια νομολογημένο, αναλαμβάνεται μόνο εφόσον διαπιστώνεται πως η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση είναι έκδηλα παράνομη ή εφόσον, στο πλαίσιο του συνόλου των δεδομένων, δικαιολογείται να εκδοθεί ενόψει επαπειλούμενης, εξ αιτίας της, ανεπανόρθωτης βλάβης.»

 

 

 

 

Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι έκδηλα παράνομη γιατί, μεταξύ άλλων, το Υπουργείο δεν δημοσίευσε στον τύπο ένα χρόνο προηγουμένως λεπτομέρειες του σχεδιασμού για να λάβουν έγκαιρα γνώση οι επηρεαζόμενοι και να ενεργούσαν ανάλογα κατά πόσο θα μετείχαν στους νέους φορείς ή θα αποχωρούσαν με αποζημίωση. Δεν φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι το θέμα αυτό συνιστά έκδηλη παρανομία, στην έννοια του όρου όπως έχει ερμηνευθεί από τη νομολογία. Ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Αγροτικών Λεωφορείων, ο οποίος εκπροσωπούσε ένα μεγάλο αριθμό μελών, ανάμεσα στους οποίους και οι αιτητές, φαίνεται πως γνώριζε για τις διαδικασίες που λάμβαναν χώραν και αφορούσαν στη μετεξέλιξη των δημοσίων επιβατικών μεταφορών. Ο βαθμός της γνώσης της πορείας των διαδικασιών είναι ζήτημα πραγματικό και όχι νομικό ή καθαρά νομικό. Εξάλλου, σύμφωνα με δήλωση του δικηγόρου των αιτητών κατά την ακρόαση της αίτησης, η πλειονότητα των μελών του Συνδέσμου αποδέχεται την προσβαλλόμενη απόφαση και κατ΄ επέκταση την προβλεπόμενη ρύθμιση. Η μη δημοσίευση στον τύπο των λεπτομερειών του σχεδιασμού αποτελεί ενδεχομένως επουσιώδη παρατυπία ζήτημα το οποίο σαφώς δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της παρούσας αίτηση. Ανάλογα μπορεί να ειπωθούν και για το παράπονο των αιτητών αναφορικά με το χρόνο αποστολής των γραπτών ειδοποιήσεων μετά την υπογραφή των συμβάσεων κλπ.

 

Τόσο τα πιο πάνω θέματα όσο και το θέμα της κατ΄ ισχυρισμό λανθασμένης ερμηνείας του νόμου και του πνεύματος των προπαρασκευαστικών αυτού πράξεων, κρίνω πως δεν μπορεί να συζητηθούν στα πλαίσια εξέτασης της παρούσας αίτησης γιατί αυτά τα θέματα δεν αποκαλύπτουν με την πρώτη ματιά παρανομία η οποία να μπορεί να χαρακτηριστεί ως έκδηλη, ώστε να πληρούται η προϋπόθεση για την έκδοση διατάγματος αναστολής.

 

Το θέμα της ανεπανόρθωτης ζημιάς νομίζω πως είναι εκτός συζήτησης. Σε περίπτωση που θα ήθελε τυχόν προκύψει θέμα αποζημίωσης των αιτητών η ζημιά δεν θα είναι δύσκολο να υπολογιστεί είτε στη βάση των προνοιών του νόμου είτε και πάνω σε άλλη, ενδεχομένως πιο πρόσφορη βάση.

 

Συνεκτιμώντας όλα τα στοιχεία που οι αιτητές έθεσαν ενώπιον μου δεν διαπιστώνω την ύπαρξη έκδηλης παρανομίας ούτε την ύπαρξη κινδύνου να υποστούν οι αιτητές ανεπανόρθωτη βλάβη αν δεν εκδοθεί το ζητούμενο διάταγμα αναστολής.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

ΣΦ.

     

­­

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο