ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. αρ.1382/2008)
27 Mαϊου, 2010
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 146, 29, 30 του Συντάγματος του περί Προσφύγων Νόμου 6(1)/2000, της Διεθνούς Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και της Διεθνούς Σύμβασης του Δουβλίνου του 1990.
ΑBBASALI ABLAZIMFARD
Αιτητή,
-και -
KYΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Καθ΄ης η αίτηση.
------------------------
Κρ.Παπαλοϊζου, για τον Αιτητή.
Ε.Παπαγεωργίου (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η αίτηση
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων με την οποία είχε απορριφθεί το αίτημα για αναγνώριση του, ως πολιτικού πρόσφυγα.
Ο αιτητής είναι Ιρανός, μουσουλμανικού θρησκεύματος ο οποίος έφυγε από τη χώρα του στις 15.11.2004 και αφίχθηκε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατίας στις 18.11.2004.
Στις 10.3.2005 υπέβαλε αίτηση στην Υπηρεσία Ασύλου, ισχυριζόμενος ότι φοβόταν για τη ζωή του επειδή, βρισκόμενος στη χώρα του, έγραψε στους τοίχους αντικαθεστωτικά συνθήματα. Στις 12.9.2005 είχε διεξαχθεί συνέντευξη από Λειτουργό της Υπηρεσίας Προσφύγων. Για τους λόγους που αναφέρονται στην εισήγηση, ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας στις 30.9.2005, απέρριψε την αίτηση. Ως αποτέλεσμα τούτου ο αιτητής καταχώρισε ιεραρχική προσφυγή στις 28.11.2005. Η προσφυγή απερρίφθη, όπως έχω σημειώσει πιο πάνω, με απόφαση ημερ. 5.6.2008, το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Η όλη επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε από το συνήγορο του αιτητή είχε ως επίκεντρο την ελλιπή έρευνα και κατ΄επέκταση την απουσία ικανοποιητικής ανάλυσης και αντίκρισης των περιστατικών που συνθέτουν την υπόθεση του αιτητή. Περαιτέρω, ο αιτητής πρόβαλε ότι η μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ο ίδιος δεν δικαιούται προστασίας βάσει των προνοιών των άρθρων 1, 2 και 19Α του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000.
Η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υπεραμύνθηκε της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής τονίζοντας ότι η αιτιολογία που προβλήθηκε, σε σχέση με τον κλονισμό της αξιοπιστίας του αιτητή, ήταν ικανοποιητική και ενδελεχής. Σε συνάρτηση με την έρευνα που προηγήθηκε της απόφασης η συνήγορος εισηγήθηκε ότι η έκθεση του αρμόδιου λειτουργού εμπεριέχει όλο το αναγκαίο υλικό που προέκυψε μετά την προσωπική έρευνα και την εμπεριστατωμένη μελέτη.
Κατά το στάδιο της ακρόασης της ιεραρχικής προσφυγής δεν προβλήθηκαν οποιαδήποτε νέα στοιχεία. Διερχόμενος το φάκελο της υπόθεσης, όπως έχει κατατεθεί, διαπιστώνω ότι η ακολουθηθείσα από τους καθ΄ων η αίτηση διαδικασία ήταν η προβλεπόμενη από το Σύνταγμα και τους περί Προσφύγων Νόμους 2000-2004.
Όπως έχει καθιερωθεί από τη νομολογία και αναφέρομαι στις υποθέσεις Harpreet Singh v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 393, Shahadat v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 573, Batim Bokov ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 614, Abul Kalam Kalam v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 585, Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 609, Mehmet Nesin Aydin v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 578, το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης για να εξετάσει την ορθότητα της. Υπό κρίση είναι η νομιμότητα της, και η διαπίστωση του κατά πόσο το διοικητικό όργανο ενήργησε εντός των πλαισίων της διακριτικής του ευχέρειας.
Όπως τονίστηκε στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Zahmatkesh v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 376, το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά την κρίση του διοικητικού οργάνου ούτε προχωρά σε επανεκτίμηση των γεγονότων που τέθηκαν ενώπιον της αρμόδιας αρχής. (Βλ. επίσης Samson v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (2006) 3 Α.Α.Δ. 390). Αυτό είναι ουσιαστικά που επιζητεί ο αιτητής από το παρόν Δικαστήριο να κάμει.
Ούτε το παράπονο του αιτητή ότι δεν έτυχε ακρόασης δεν έχει έρεισμα. Όπως τονίστηκε στην απόφαση της Ολομέλειας Singh v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 393, το άρθρο 28Ζ του Νόμου Ν. 6(Ι)/2000 επιτρέπει όπως διεξαχθεί η διαδικασία ενώπιον της Αρχής, τόσο γραπτώς όσο και προφορικώς. Η Αρχή εξετάζει κάθε διοικητική προσφυγή ύστερα από διερεύνηση της υπόθεσης από αρμόδιο λειτουργό. Η δε δυνατότητα κλήσης σε προσωπική συνέντευξη, σύμφωνα με την παράγραφο (3) του άρθρου 28Ζ, ασκείται από την Αρχή. Ακόμη και σε περίπτωση υποβολής νέων στοιχείων η Αρχή έχει απόλυτη ευχέρεια είτε να καλέσει τον αιτητή σε προσωπική συνέντευξη είτε σε ακροαματική διαδικασία.
Με γνώμονα την εκτενή παράθεση του σκεπτικού, που οδήγησαν τον αρμόδιο Λειτουργό Ασύλου να καταγράψει τους λόγους που κλόνισαν την αξιοπιστία του αιτητή, και υιοθετήθηκαν από την Αναθεωρητική Αρχή, είναι, κατά τη γνώμη μου, ικανοποιητικοί έτσι ώστε να μη τεκμηριώνεται ο λόγος που πρόβαλε ο αιτητής ότι υπήρξε πλημμελής έρευνα.
Το γεγονός ότι ο αιτητής δεν έγινε πιστευτός από την αρμόδια αρχή σε σχέση με την πιθανότητα κινδύνου της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα του, συνάδει με το σύνολο των στοιχείων τα οποία παρατίθενται στη συγκεκριμένη απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής. Συνεπώς, ορθώς, κατά την άποψη μου, η Αρχή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής δεν απέδειξε την ύπαρξη φόβου, ώστε να μπορεί να ενεργοποιηθεί η προστασία που προβλέπει το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου, όπως αναλύθηκε πιο πάνω. Ούτε το παράπονο του αιτητή για την απουσία οποιασδήποτε προφορικής εμφάνισης ενώπιον της Αρχής έχει έρεισμα με γνώμονα το άρθρο 28(Ζ), όπως αυτό ερμηνεύθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Με γνώμονα τα πιο πάνω βρίσκω ότι η απόφαση λήφθηκε μετά από τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας και είναι δεόντως αιτιολογημένη.
Συνακόλουθα, η προσφυγή απορρίπτεται με €1.000,00 έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή, η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το άρθρο 146(4)(α) του Συντάγματος.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.