ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
THEODOROS VONDITSIANOS AND OTHERS ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1969) 3 CLR 83
CHRISTOS PETRONDAS ν. ATTORNEY-GENERAL OF THE REPUBLIC (1969) 3 CLR 214
Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. (1994) 3 ΑΑΔ 387
Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 ΑΑΔ 574
Kυπριακή Δημοκρατία, μέσω Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας ν. Mιχαλάκη Ψωμά (1997) 3 ΑΑΔ 422
Παπαδόπουλος Mάριος ν. Oργανισμού Xρηματοδοτήσεως Στέγης (1998) 3 ΑΑΔ 608
Oνουφρίου Kίκης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 833
Χατζηχάννας Βραχίμης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2001) 3 ΑΑΔ 19
Δημοκρατία της Kύπρου ν. Κατερίνας Κοντογιώργη (2001) 3 ΑΑΔ 1037
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 536/2007,
735/2007, 762/2007 και 789/2007)
22 Απριλίου, 2010
[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 536/2007)
ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΣΤΡΟΥΜΠΙΩΤΗΣ,
Αιτητής,
-ν-
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
(Υπόθεση Αρ. 735/2007)
ΚΩΣΤΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ,
Αιτητής,
-ν-
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
(Υπόθεση Αρ. 762/2007)
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ,
Αιτητής,
-ν-
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
(Υπόθεση Αρ. 789/2007)
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΗΛΙΑΔΗΣ,
Αιτητής,
-ν-
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
Μ. Καλλιγέρου, για τον Αιτητή στην Προσφυγή αρ. 536/2007.
Μ. Κοτσώνη για Α.Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή στην Προσφυγή αρ. 735/2007.
Χρ. Χριστάκη για Δ. Σύζινο, για τον Αιτητή στην Προσφυγή αρ. 762/2007.
Γ. Βαλιαντής για Λ. Παπαφιλίππου, για τον Αιτητή στην Προσφυγή αρ. 789/2007.
Κ. Χατζηιωάννου, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Γ. Χατζηπροδρόμου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 3-8 στην Προσφυγή αρ. 536/2007.
Γ. Χατζηπροδρόμου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2, 3 και 4 στην Προσφυγή αρ. 735/2007.
Γ. Χατζηπροδρόμου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2-7 στην Προσφυγή αρ. 762/2007.
Χρ. Σιακαλλή, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Α. Ζαπίτη στην Προσφυγή αρ. 536/2007, 735/2007 και 789/2007.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Κατόπιν συνεκδίκασης των προσφυγών αρ. 538/2003, 566/2003 και 613/2003, το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφασή του ημερομηνίας 18.8.2006 είχε ακυρώσει το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών Γ. Λοϊζίδη, Κ. Μακρή, Ν. Μιχαηλίδη, Σ. Πατσαλίδη, Π. Χαραλάμπους, Ελ. Χρίστου και Ηρ. Στρουμπιώτη στη μόνιμη θέση Υποτμηματάρχη (Υποτομεάρχη) (Τεχνικό Προσωπικό). Ακολούθησε επανεξέταση του θέματος, οπότε και ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη από τους Κανονισμούς διαδικασία για πλήρωση των ίδιων θέσεων. Το Συμβούλιο Προσωπικού, κατόπιν εξέτασης των ενώπιόν του δεδομένων, πρότεινε για προαγωγή τους αιτητές στις δύο από τις παρούσες προσφυγές που συνεκδικάστηκαν (αρ. 536/2007 και 762/2007) και τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ο Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής των καθ΄ων η αίτηση θεώρησε ορθή και δικαιολογημένη την πρόταση, οπότε και εισηγήθηκε την προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών Α. Ζαπίτη, Ε. Χρίστου, Π. Χαραλάμπους, Γ. Λοϊζίδη, Ν. Μιχαηλίδη, Σ. Πατσαλίδη και Φ. Λοϊζίδη, καθώς επίσης και του αιτητή στην προσφυγή 536/2007 Η. Στρουμπιώτη. Κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 27.3.2007, το Διοικητικό Συμβούλιο των καθ΄ων η αίτηση επιλήφθηκε του θέματος της πλήρωσης των επίδικων θέσεων. Σύμφωνα με τα τηρηθέντα πρακτικά, το Συμβούλιο, κατόπιν εξέτασης των διαθέσιμων στοιχείων, προέβηκε σε ξεχωριστές διαπιστώσεις αναφορικά με κάθε υποψήφιο. Αφού δε προχώρησε σε περαιτέρω αξιολόγηση των υποψηφίων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη ήσαν οι καταλληλότεροι υποψήφιοι για προαγωγή. Το σχετικό σκεπτικό του Συμβουλίου, όπως αυτό καταγράφηκε στο τηρηθέν πρακτικό έχει ως εξής:
"Ακολούθως το Συμβούλιο επικεντρώθηκε εκ νέου στα ενώπιόν του έγγραφα σχετικά με τους 16 πιο πάνω υπαλλήλους και αφού προχώρησε σε περαιτέρω αξιολόγηση και σε σύγκριση μεταξύ τους με βάση τα ακαδημαϊκά και τα επαγγελματικά τους προσόντα, την απόδοση και επίδοσή τους, καθώς και την καταλληλότητά τους για τις προς πλήρωση θέσεις, λαμβάνοντας υπόψη το περιεχόμενο των πρακτικών του Συμβουλίου Προσωπικού, την Εισήγηση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή και το περιεχόμενο των προσωπικών και εμπιστευτικών τους φακέλων, έκρινε ομόφωνα ότι οι πιο κάτω τέσσερις υπάλληλοι υπερέχουν των υπολοίπων σε ουσιαστική καταλληλότητα για τις τέσσερις από τις οκτώ προς πλήρωση θέσεις, γι΄ αυτό και αποφάσισε την προαγωγή τους στο βαθμό του Υποτμηματάρχη (Τεχνικό Προσωπικό):
Ελευθέριος Χρίστου (7887)
Πέτρος Χαραλάμπους (7886)
Γεώργιος Λοϊζίδης (7023)
Νίκος Μιχαηλίδης (1514)
Το Συμβούλιο έκρινε από τα ενώπιόν του στοιχεία ότι οι πιο πάνω τέσσερις υπάλληλοι υπερτερούν των υπολοίπων σε θέματα ανάληψης και διεκπεραίωσης σημαντικών έργων για τον Οργανισμό, στην πρωτοβουλία και εποπτεία ομάδων εργασίας. Το Συμβούλιο σημείωσε επίσης ότι από τους πιο πάνω υπαλλήλους οι Ελευθέριος Χρήστου (7887), Πέτρος Χαραλάμπους (7886) και Νίκος Μιχαηλίδης (1514) προτείνονται για προαγωγή από όλα τα έξι μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού και από τον Ανώτατο Εκτελεστικό Διευθυντή, ενώ ο Γ. Λοϊζίδης (1514) προτείνεται για προαγωγή από πέντε από τα έξι μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού και από τον Ανώτατο Εκτελεστικό Διευθυντή.
Για την πλήρωση των υπολοίπων τεσσάρων θέσεων, το Συμβούλιο προχώρησε σε περαιτέρω αξιολόγηση των υπολοίπων 12 υπαλλήλων (από τους 16 που κρίθηκε ότι υπερτερούν των υπολοίπων). Το Συμβούλιο έκρινε ομόφωνα ότι οι ακόλουθοι έξι από τους 12 υπερτερούν των υπόλοιπων έξι σε θέματα ανάληψης και διεκπεραίωσης σημαντικών έργων για τον Οργανισμό, στην πρωτοβουλία και εποπτεία ομάδων εργασίας:
Ανδρέας Ζαπίτης (664), Κωνσταντίνος Αναστασίου (191), Ηρόδοτος Στρουμπιώτης (2459), Σάββας Πατσαλίδης (7353), Κώστας Μακρής (1528) και Φαίδων Λοϊζίδης (7024).
Για την επιλογή των τεσσάρων καταλληλότερων από τους πιο πάνω έξι υποψηφίους δεν επήλθε ομοφωνία και έτσι το Συμβούλιο προχώρησε σε φανερή ψηφοφορία, το αποτέλεσμα της οποίας ήταν ως ακολούθως:
- Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου και τα Μέλη Γρ. Διάκου, Δ. Φελλάς και Γ. Τσιαττάλας τάχθηκαν υπέρ της προαγωγής των Α. Ζαπίτη, Κ. Αναστασίου, Σ. Πατσαλίδη και Κ. Μακρή, για τους οποίους έκριναν ότι υπερτερούν των Η. Στρουμπιώτη και Φ. Λοϊζίδη σε θέματα ανάληψης και διεκπεραίωσης σημαντικών έργων για τον Οργανισμό, στην πρωτοβουλία και εποπτεία ομάδων εργασίας.
- Ο Αντιπρόεδρος τάχθηκε υπέρ της προαγωγής των Η. Στρουμπιώτη, Σ. Πατσαλίδη, Κ. Μακρή και Φ. Λοϊζίδη. Ο Αντιπρόεδρος συμφώνησε με το σκεπτικό του Προέδρου και των Μελών Γρ. Διάκου, Δ. Φελλά και Γ. Τσιαττάλα όσον αφορά τους Σ. Πατσαλίδη και Κ. Μακρή, όμως όσον αφορά τους Η. Στρουμπιώτη και Φ. Λοϊζίδη έκρινε ότι υπερτερούν των Α. Ζαπίτη και Κ. Αναστασίου σε θέματα ανάληψης και διεκπεραίωσης σημαντικών έργων για τον Οργανισμό, στην πρωτοβουλία και εποπτεία ομάδων εργασίας.
- Το Μέλος Στ. Αμερικάνος τάχθηκε υπέρ της προαγωγής των Α. Ζαπίτη, Κ. Αναστασίου, Η. Στρουμπιώτη και Κ. Μακρή. Ο κ Αμερικάνος συμφώνησε με το σκεπτικό του Προέδρου και των Μελών Γρ. Διάκου, Δ. Φελλά και Γ. Τσιαττάλα όσον αφορά τους Α. Ζαπίτη, Κ. Αναστασίου και Κ. Μακρή, όμως όσον αφορά τον Η. Στρουμπιώτη έκρινε ότι υπερτερεί του Σ. Πατσαλίδη σε θέματα ανάληψης και διεκπεραίωσης σημαντικών έργων για τον Οργανισμό, στην πρωτοβουλία και εποπτεία ομάδων εργασίας.
- Το Μέλος Γ. Κορφιώτης τάχθηκε υπέρ της προαγωγής των Α. Ζαπίτη, Η. Στρουμπιώτη, Σ. Πατσαλίδη και Φ. Λοϊζίδη αποδίδοντας μεγαλύτερη βαρύτητα στην εισήγηση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή για προαγωγή τους.
- Το Μέλος Τ. Φέκκος τάχθηκε υπέρ της προαγωγής των Α. Ζαπίτη, Κ. Αναστασίου, Σ. Πατσαλίδη και Φ. Λοϊζίδη. Ο κ. Φέκκος συμφώνησε με το σκεπτικό του Προέδρου και των Μελών Γρ. Διάκου, Δ. Φελλά και Γ. Τσιαττάλα όσον αφορά τους Α. Ζαπίτη, Κ. Αναστασίου και Σ. Πατσαλίδη, όμως όσον αφορά τον Φ. Λοϊζίδη έκρινε ότι υπερτερεί του Κ. Μακρή σε θέματα ανάληψης και διεκπεραίωσης σημαντικών έργων για τον Οργανισμό, στην πρωτοβουλία και εποπτεία ομάδων εργασίας.
- Το Μέλος Γ. Χαρή τάχθηκε υπέρ της προαγωγής των Α. Ζαπίτη, Η. Στρουμπιώτη, Σ. Πατσαλίδη και Κ. Μακρή. Ο κ. Χαρή συμφώνησε με το σκεπτικό του Προέδρου και των Μελών Γρ. Διάκου, Δ. Φελλά και Γ. Τσιαττάλα όσον αφορά τους Α. Ζαπίτη, Σ. Πατσαλίδη και Κ. Μακρή, όμως όσον αφορά τον Η Στρουμπιώτη έκρινε ότι υπερτερεί του Κ. Αναστασίου σε θέματα ανάληψης και διεκπεραίωσης σημαντικών έργων για τον Οργανισμό, στην πρωτοβουλία και εποπτεία ομάδων εργασίας.
Έτσι οι έξι υποψήφιοι έλαβαν τις ακόλουθες θετικές ψήφους: Α. Ζαπίτης (8 ψήφοι), Σ. Πατσαλίδης (8 ψήφοι), Κ. Μακρής (7 ψήφοι), Κ. Αναστασίου (6 ψήφοι), Η. Στρουμπιώτης (4 ψήφοι), Φ. Λοϊζίδης (3 ψήφοι).
Σύμφωνα με την πιο πάνω ψηφοφορία, το Συμβούλιο αποφάσισε την προαγωγή στο βαθμό του Υποτμηματάρχη (Τεχνικό Προσωπικό) και των υπαλλήλων Ανδρέα Ζαπίτη (664), Σάββα Πατσαλίδη (7353), Κώστα Μακρή (1528) και Κωνσταντίνου Αναστασίου (191)."
Με τις συνεκδικασθείσες παρούσες προσφυγές οι αιτητές προσβάλλουν τη νομιμότητα και/ή ορθότητα της πιο πάνω απόφασης με την οποία προήχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στις επίδικες θέσεις αναδρομικά από την 1.5.2003, αντί των αιτητών.
Προσφυγή αρ. 536/2007
Στην προσφυγή τούτη, ο αιτητής Ηρ. Στρουμπιώτης προσβάλλει την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών Α. Ζαπίτη, Γ. Λοϊζίδη, Κ. Μακρή, Ν. Μιχαηλίδη, Σ. Πατσαλίδη, Π. Χαραλάμπους και Ελ. Χρίστου.
Ένας από τους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης της επίδικης απόφασης των καθ΄ων η αίτηση έγκειται στη θέση του αιτητή ότι η απόφαση πάσχει από έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας, ιδιαίτερα ως προς το γεγονός ότι το Συμβούλιο των καθ΄ων η αίτηση δεν ακολούθησε τη σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού, το οποίο είχε συστήσει για προαγωγή και τον ίδιο τον αιτητή. Οι καθ΄ων η αίτηση και τα ενδιαφερόμενα μέρη αντιτείνουν ότι ο αιτητής δεν μπορεί να προσβάλλει την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών τα οποία και αυτά είχαν συστηθεί από το Συμβούλιο Προσωπικού και, ταυτόχρονα, να προβάλλει ένα τέτοιο ισχυρισμό περί πάσχουσας απόφασης των καθ΄ων η αίτηση επειδή δεν ακολούθησαν τη σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού.
Αυτή η θέση των καθ΄ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων μερών δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Ο αιτητής εδώ δεν προσβάλλει απλά το γεγονός ότι οι καθ΄ων η αίτηση δεν ακολούθησαν ή ακολούθησαν εν μέρει τη σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού. Η σύσταση δεν ήταν ασφαλώς δεσμευτική αλλά συμβουλευτική και το Διοικητικό Συμβούλιο των καθ΄ων η αίτηση είχε το δικαίωμα να την ακολουθήσει ή να την απορρίψει εν όλω ή εν μέρει. Το παράπονο του αιτητή έγκειται στο ότι η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου όπως μη ακολουθήσει τη σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού αναφορικά με το άτομό του και όπως παρεκκλίνει απ΄ αυτήν, δεν ήταν αιτιολογημένη, όπως και ότι δεν ήταν αιτιολογημένη η απόφαση για προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών που επίσης τυγχάνουν σύστασης. Το δίπτυχο αυτό παράπονο του αιτητή βρίσκει πράγματι έρεισμα στο περιεχόμενο των τηρηθέντων πρακτικών. Οι καθ΄ων η αίτηση δικαιολόγησαν την απόφασή τους για προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στο γεγονός ότι κατά την κρίση τους εκείνοι ήσαν οι καταλληλότεροι και ότι υπερτερούσαν βασικά σε θέματα ανάληψης και διεκπεραίωσης σημαντικών έργων για τον Οργανισμό, στην πρωτοβουλία και εποπτεία ομάδων εργασίας. Αυτοί οι γενικοί χαρακτηρισμοί καταδεικνύουν ότι η νέα απόφαση των καθ΄ων η αίτηση δεν διέφερε ουσιαστικά από την ακυρωθείσα και χαρακτηρίζεται από την ίδια αοριστία και απλή παράθεση γενικών χαρακτηρισμών χωρίς αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία που συνέθεταν την προβαλλόμενη υπεροχή των ενδιαφερόμενων μερών έναντι του αιτητή. Αυτού του είδους η δικαιολόγηση μιας εκτελεστής διοικητικής πράξης πάσχει από έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας και καθιστά την άσκηση δικαστικού ελέγχου της ορθότητάς της αδύνατη.
Πέραν όμως από την έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας αναφορικά με τη γενική κατάληξη και προτίμηση των καθ΄ων η αίτηση, ιδιαίτερο πρόβλημα έλλειψης αιτιολογίας παρατηρείται και ως προς το γιατί το Διοικητικό Συμβούλιο, ενώ έλαβε υπόψη του τις συστάσεις του Συμβουλίου Προσωπικού, δεν έδωσε εξηγήσεις και αιτιολογία ως προς το γιατί υιοθέτησε μόνο εν μέρει τις εισηγήσεις του.
Με το ίδιο τούτο θέμα είχα ασχοληθεί και σε πρόσφατη απόφασή μου σε υπόθεση που και πάλιν αφορούσε τους ίδιους καθ΄ων η αίτηση στις Συνεκδικασθείσες Προσφυγές αρ. 204/2007 κ.ά. Ηλία κ.ά. ν. Α.Τ.Η.Κ., ημερομηνίας 17.9.2009. Το πιο κάτω απόσπασμα είναι σχετικό με το υπό εξέταση εδώ θέμα:
"Ο αιτητής εδώ δεν προσβάλλει τη νομιμότητα ή ορθότητα της συμβουλής του Συμβουλίου Προσωπικού την οποία θεωρεί αιτιολογημένη, αντικειμενική και αποτέλεσμα δέουσας έρευνας. Για τους ίδιους δε λόγους, ο αιτητής θεωρεί ότι και η εισήγηση του Εκτελεστικού Διευθυντή είναι καθόλα ορθή. Σημειώνεται βέβαια ότι ο αιτητής ήταν ένα από τα πρόσωπα τα οποία είχαν τύχει θετικής συμβουλής από το Συμβούλιο Προσωπικού και θετικής εισήγησης από τον Ανώτατο Εκτελεστικό Διευθυντή. Εκείνο το οποίο εγείρει αυτός ο αιτητής ως θέμα το οποίο καθάπτεται της νομιμότητας και/ή ορθότητας της επίδικης απόφασης είναι ότι η ίδια η προσβαλλόμενη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ΄ης η αίτηση ήταν αναιτιολόγητη, μεροληπτική και χωρίς τη δέουσα έρευνα. Ιδιαίτερα καθ΄ όσον το Συμβούλιο παρεξέκλινε από τη δοθείσα συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού και την εισήγηση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή.
Ο αιτητής έχει δίκαιο. Πέραν των άλλων τρωτών σημείων τα οποία έχουν εντοπισθεί προηγουμένως σε σχέση με την τελική απόφαση της καθ΄ης η αίτηση, και ειδικότερα του θέματος της μη επαρκούς αιτιολογίας, στην περίπτωση αυτού του αιτητή, υπήρχε και αυτό το επιπρόσθετο ζήτημα. Επανειλημμένα έχει τονισθεί στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι οι συστάσεις του προϊσταμένου ενός Τμήματος αποτελούν ένα ουσιωδέστατο, πρωτογενές και ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης το οποίο άπτεται της αξίας των υποψηφίων. Το αρμόδιο διοικητικό όργανο που λαμβάνει την απόφαση, έχει υποχρέωση να τις ακολουθήσει ή να δώσει σαφείς και ειδικούς λόγους για τυχόν παραγνώρισή τους. (Βλ. Ολυμπία Στυλιανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 ΑΑΔ 387 και Δημοκρατία ν. Μιχ. Ψωμά, ΑΕ1979, ημερομηνίας 17.10.1997).
Αναφορικά προς το θέμα του είδους, της ποιότητας και της έκτασης της απαιτούμενης αιτιολογίας σε περιπτώσεις παραγνώρισης συστάσεων προϊσταμένου, χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει και στην απόφαση στην υπόθεση Φιλοθέη Μουρτζή ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 788/1997, ημερομηνίας 30.11.1998, το αποτέλεσμα της οποίας επικυρώθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναθεωρητική Έφεση 2756, ημερομηνίας 9.11.2001.
Χωρίς αμφιβολία, η παρέκκλιση που παρατηρήθηκε στην περίπτωση του παρόντος αιτητή από τη δοθείσα συμβουλή και εισήγηση, δεν συνοδεύτηκε από ικανοποιητική ειδική εξήγηση και αιτιολογία."
Επομένως, η προσφυγή αρ. 536/2007 θα πρέπει να επιτύχει για τους πιο πάνω λόγους.
Προσφυγή αρ. 735/2007
Με τη δική του προσφυγή, ο αιτητής Κ. Οικονομίδης προσβάλλει το διορισμό των ενδιαφερομένων μερών Α. Ζαπίτη, Ν. Μιχαηλίδη, Σ. Πατσαλίδη και Π. Χαραλάμπους. Ο αιτητής, ο οποίος δεν είχε τύχει σύστασης από το Συμβούλιο Προσωπικού ή από τον Ανώτατο Εκτελεστικό Διευθυντή, προβάλλει ως ένα από τους λόγους ακύρωσης τον ισχυρισμό της μη τήρησης άρτιων πρακτικών για την απόφαση του Συμβουλίου Προσωπικού. Ότι δηλαδή δεν τηρήθηκαν ξεχωριστά πρακτικά για κάθε συνεδρία, παρά μόνο τηρήθηκε ένα ενιαίο πρακτικό για όλες τις συνεδριάσεις. Και αυτός ο λόγος ακύρωσης είναι βάσιμος και πρέπει να επιτύχει. Ο ίδιος ακριβώς τρόπος τήρησης πρακτικού από τους ίδιους καθ΄ων η αίτηση είχε κριθεί ως επιλήψιμος στην προαναφερθείσα απόφασή μου στις Συνεκδικασθείσες Υποθέσεις Ηλία κ.ά. ν. Α.Τ.Η.Κ. (ανωτέρω) από την οποία το ακόλουθο απόσπασμα είναι σχετικό:
"Η επιτακτική ανάγκη τήρησης επαρκούς και λεπτομερούς πρακτικού αποτελεί πάγια απαίτηση της νομολογίας (βλ. π.χ. Medcon Construction v. R. (1968) 3 CLR 530), όπως επίσης και νομοθετική απαίτηση με βάση το άρθρο 24 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο αρ. 158(Ι)/1999. Όπως είχε τονισθεί, μεταξύ άλλων, και στην παλαιότερη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Vondetsianos v. Republic (1969) 3 CLR 83, θα πρέπει να τηρείται ξεχωριστό πρακτικό για κάθε συνεδρία, χάριν της διοικητικής βεβαιότητας. Τα άρθρα 20-23 του προαναφερθέντος Νόμου αρ. 158(Ι)/1999 θέτουν αυστηρές πρόνοιες οι οποίες ρυθμίζουν τα θέματα ορθής συγκρότησης, σύνθεσης οργάνων, συμμετοχής σε συνεδρίες, απουσιών και απαρτίας. Αυτές οι πρόνοιες πρέπει να τηρούνται αυστηρά έτσι ώστε να είναι εφικτή η εκ των υστέρων άσκηση δικαστικού ελέγχου. Εδώ, αυτές οι πρόνοιες δεν είχαν τηρηθεί αφού δεν καταρτίστηκαν ξεχωριστά πρακτικά για κάθε συνεδρίαση και, κυρίως, δεν καταγράφηκε ποιοι παρέστησαν και ποιοι δεν παρέστησαν σε κάθε μια διαδοχική συνεδρίαση."
Άλλος λόγος ακύρωσης τον οποίο προβάλλει ο αιτητής σ΄ αυτή την προσφυγή αναφέρεται στον ισχυρισμό ότι τόσο η εισήγηση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή όσο και η τελική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των καθ΄ων η αίτηση παραβίασαν το δεδικασμένο, αναφορικά με την ακυρωτική απόφαση που είχε εκδοθεί στις προηγηθείσες συνεκδικασθείσες προσφυγές.
Η μελέτη της εκδοθείσας απόφασης στις προηγηθείσες προσφυγές καταδεικνύει ότι ο αιτητής δίκαια παραπονείται για παραβίαση του δεδικασμένου. Δεδομένου ότι υπήρξε δεδικασμένο σύμφωνα με το οποίο τόσο ο αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη ήσαν ισοδύναμοι σε αξία, σε μια τέτοια περίπτωση το Συμβούλιο Προσωπικού θα έπρεπε να διερευνήσει και το θέμα των προσόντων των υποψηφίων και της αρχαιότητας ενός εκάστου προτού προβεί σε συστάσεις. Αντ΄ αυτού όμως πουθενά δεν αναφέρεται γιατί οι συσταθέντες ήσαν συγκριτικά επικρατέστεροι, ενώ επαναλαμβάνει το Συμβούλιο τα ίδια που είχε αναφέρει και προηγουμένως, περιοριζόμενο σε γενικούς και αόριστους χαρακτηρισμούς, παραγνωρίζοντας ότι το Δικαστήριο έκρινε ήδη ως ανεπαρκή μια τέτοια διαδικασία και παραγνωρίζοντας τα όσα το Δικαστήριο είχε υποδείξει ότι θα έπρεπε να είχαν επιπρόσθετα διερευνηθεί και ληφθεί υπόψη. Όπως δε έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, παρόλον ότι πράγματι δεν απαιτείται από τους σχετικούς Κανονισμούς των καθ΄ων η αίτηση όπως η συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού τυγχάνει ειδικά αιτιολογημένη, εν τούτοις, αφ΄ ης στιγμής δίδεται αιτιολογία, αυτή υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. (Α.Τ.Η.Κ. ν. Περικλέους (1998) 3 ΑΑΔ 833).
Όπως δε επίσης επανειλημμένα έχει υποδειχθεί από τη νομολογία, επιπρόσθετα προς το πρόβλημα της μη επαρκούς αιτιολογίας της συμβουλής του Συμβουλίου Προσωπικού, ευθέως εγείρεται σε μια τέτοια περίπτωση και θέμα παραβίασης του δεδικασμένου. Ως κριθέν δε, θεωρείται κάθε ζήτημα το οποίο αφού διαγνώστηκε και αποφασίστηκε, απετέλεσε το αναγκαίο στήριγμα του δικαστικού συμπεράσματος. (Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (2001) 3(Α) ΑΑΔ 19).
Στην υπό εξέταση δε περίπτωση, ο Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής απλά παρέπεμψε στη συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού, παραλείποντας όμως να προσδιορίσει τι ήταν εκείνο το οποίο εβάρυνε την πλάστιγγα υπέρ των υποψηφίων τους οποίους προέτεινε.
Μια τέτοια πρακτική αναιτιολόγητης και γενικόλογης σύστασης καθιστά το δικαστικό έλεγχο της ορθότητας και/ή νομιμότητάς της, ανέφικτο. (Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 ΑΑΔ 574, Petrondas v. Republic (1969) 3 CLR 214).
Περαιτέρω δε και αναπόφευκτα, η προσβαλλόμενη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των καθ΄ων η αίτηση πάσχει για τους ίδιους λόγους που εξηγήθηκαν στο πλαίσιο εξέτασης της προηγούμενης προσφυγής και θα πρέπει να ακυρωθεί.
Προσφυγή αρ. 762/2007
Ο αιτητής Π. Φραγκούλης σ΄ αυτή την προσφυγή προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης για προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών Γ. Λοϊζίδη, Κ. Μακρή, Ν. Μιχαηλίδη, Σ. Πατσαλίδη, Π. Χαραλάμπους και Ελ. Χρίστου. Ο ίδιος, ως υποψήφιος είχε συστηθεί για προαγωγή από ένα μόνο μέλος του Συμβουλίου Προσωπικού, ενώ δεν είχε προηγουμένως προσβάλει με προσφυγή την αρχική απόφαση των καθ΄ων η αίτηση της οποίας η ακύρωση από το Ανώτατο Δικαστήριο είχε οδηγήσει στην επανεξέταση και λήψη της προσβαλλόμενης τώρα απόφασης. Αυτό το γεγονός απετέλεσε τη βάση για έγερση προδικαστικής ένστασης εκ μέρους των καθ΄ων η αίτηση και ενδιαφερομένων μερών σύμφωνα με την οποία ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλλει την απόφαση - αποτέλεσμα της επανεξέτασης.
Με παρόμοιο θέμα ασχολήθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο μεταξύ άλλων και στην απόφασή του στην Υπόθεση αρ. 1205/2004, Παπαϊωάννου ν. Κ.Ο.Α., ημερομηνίας 5.9.2006. Με αναφορά δε στις προηγούμενες αποφάσεις στις υποθέσεις Μ. Παπαδόπουλος ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης (1998) 3 ΑΑΔ 608 και Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη (2001) 3(Β) ΑΑΔ 1037, το Δικαστήριο υπενθύμισε πως στις περιπτώσεις επανεξέτασης μετά από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η εξέταση της υπόθεσης διεξάγεται με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της πρώτης ακυρωθείσας απόφασης. Δεδομένου δε ότι ο αιτητής κατά την προηγηθείσα διαδικασία ήταν υποψήφιος, τότε θεωρείται ότι έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει τη νέα απόφαση, ανεξάρτητα του αν δεν είχε προσβάλει την πρώτη απόφαση.
Επομένως, η προδικαστική ένσταση δεν μπορεί να επιτύχει.
Με δεδομένη δε την προηγηθείσα απόφανση στην προσφυγή αρ. 536/2007 περί πάσχουσας αιτιολογίας της απόφασης των καθ΄ων η αίτηση και αυτή η προσφυγή επιτυγχάνει για τον ίδιο προβληθέντα λόγο.
Προσφυγή αρ. 789/2007
Με την προσφυγή του ο αιτητής Δ. Ηλιάδης προσβάλλει μόνο την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους Α. Ζαπίτη, ο οποίος είχε περιληφθεί στον πρώτο κατάλογο με τους 16 υποψηφίους τους οποίους το Συμβούλιο Προσωπικού κατέταξε ως επικρατέστερους, πλην όμως στη συνέχεια της διαδικασίας, δεν είχε συστηθεί. Και στην περίπτωση αυτού του υποψηφίου έχει εγερθεί προδικαστική ένσταση ότι στερείται εννόμου συμφέροντος επειδή δεν είχε προσβάλει την αρχική - ακυρωθείσα απόφαση των καθ΄ων η αίτηση. Ασφαλώς δε για τους ίδιους λόγους όπως έχει ήδη κριθεί κατά την εξέταση της προηγούμενης προσφυγής, η ένσταση δεν μπορεί να ευσταθήσει και απορρίπτεται.
Οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλονται από τον εδώ αιτητή και καθάπτονται της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης των καθ΄ων η αίτηση, είναι οι ίδιοι με εκείνους στην προσφυγή αρ. 735/2007. Αναφέρονται στην εισήγηση περί μη τήρησης άρτιων πρακτικών από το Συμβούλιο Προσωπικού και στην εισήγηση ότι τόσο η συμβουλή του Συμβουλίου Προσωπικού, η σύσταση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή και η απόφαση του Διοικητικού Διευθυντή και η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των καθ΄ων η αίτηση δεν είναι αρκούντος αιτιολογημένες, ενώ παράλληλα παραβιάζουν και το δεδικασμένο, με βάση την προηγούμενη ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Επομένως, αυτοί οι λόγοι που έχουν ήδη εξετασθεί στις προηγηθείσες προσφυγές, δεν μπορούν παρά να επιτύχουν και για σκοπούς της παρούσας προσφυγής.
Ως αποτέλεσμα, όλες οι συνεκδικασθείσες προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρούται.
Επιδικάζονται υπέρ ενός εκάστου αιτητή και εναντίον των καθ΄ων η αίτηση €1.200 έξοδα πλέον ΦΠΑ.
Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ