ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.688/2007)
19 Φεβρουαρίου, 2010
[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 23, 25, 26, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
NEIL COLE,
Αιτητής,
-ν-
1. ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΠΑΦΟΥ,
2. ΔΗΜΟΣ ΠΕΓΕΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
- - - - - -
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Β. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση 1.
Γ. Φιλίππου, για τους Καθ΄ων η Αίτηση 2.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής διαμένει μόνιμα στην Πέγεια όπου διατηρεί κατοικία και γραφεία της επιχείρησής του. Όταν διαπίστωσε ότι η ιδιοκτήτρια του γειτνιάζοντος με το ακίνητό του τεμαχίου γης άρχισε την ανέγερση τριώροφης οικοδομής πάνω σε τεχνητά υπερυψωμένο έδαφος με ψηλό τοίχο αντιστήριξης, εξέφρασε την ανησυχία του προς τις αρμόδιες αρχές και ζήτησε να πληροφορηθεί κατά πόσο αυτή είχε εξασφαλίσει τις απαιτούμενες άδειες. Σύμφωνα με τον αιτητή, ο μεγάλος όγκος και ιδιαίτερα το ύψος του τσιμεντένιου τοίχου αντιστήριξης, επηρέαζε τις ανέσεις του δικού του τεμαχίου και ιδιαίτερα τη θέα προς τη θάλασσα και τη σταθερότητα του εδάφους της περιοχής γενικότερα. Τα παράπονα τα οποία υπέβαλε ο αιτητής απευθύνθηκαν προς την Επίτροπο Διοίκησης, προς τον Υπουργό Εσωτερικών και το Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας. Με μεγάλη καθυστέρηση και μετά από ετοιμασία και υποβολή της έκθεσης της Επιτρόπου Διοίκησης, η Πολεοδομική Αρχή ερεύνησε το θέμα επιτόπου και διαπίστωσε ότι, ενώ είχε χορηγηθεί πολεοδομική άδεια για την ανάπτυξη στο γειτονικό του αιτητή τεμάχιο, υπήρξε παράβαση των σχεδίων με βάση τα οποία χορηγήθηκε η άδεια και συγκεκριμένα της περίφραξης. Επιδόθηκε τότε στην ιδιοκτήτρια η σχετική Ειδοποίηση Επιβολής, δυνάμει του άρθρου 46 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου αρ. 90/1972 με την οποία αυτή εκαλείτο όπως κατεδαφίσει τον τοίχο αντιστήριξης ο οποίος παράνομα υπερέβαινε το προνοούμενο στην άδεια ύψος. Παράλληλα, το Τμήμα Πολεοδομίας απευθύνθηκε στην οικεία τοπική αρχή Δήμο Πέγειας, και ζητούσε να πληροφορηθεί κατά πόσο υφίστατο ανάγκη κατασκευής ενός τέτοιου τοίχου αντιστήριξης λόγω της μορφολογίας του εδάφους. Σε σχετική έκθεση την οποία ετοίμασε ο Δήμος Πέγειας επιβεβαίωσε την αναγκαιότητα κατασκευής του τοίχου εκείνου επί του συνόρου των δύο τεμαχίων, ενόψει της κατάστασης του εδάφους στην περιοχή. Τότε, η ιδιοκτήτρια του τεμαχίου του συνορεύοντος με το τεμάχιο του αιτητή, υπέβαλε αίτηση στο Τμήμα Πολεοδομίας για έγκριση τροποποιημένων σχεδίων σε σχέση με τον τοίχο αντιστήριξης, ο οποίος είχε ήδη ανεγερθεί. Εν τω μεταξύ, ο Δήμος Πέγειας, ως κατηγορούσα αρχή, καταχώρησε και ποινική υπόθεση εναντίον της ιδιοκτήτριας και του εργολάβου της με κατηγορίες για παράβαση των όρων της άδειας οικοδομής, η οποία υπόθεση απέληξε σε καταδίκη, επιβολή προστίμου και έκδοση διατάγματος κατεδάφισης του τοίχου αντιστήριξης. Ένα περίπου χρόνο μετά, και ενώ η ιδιοκτήτρια του τεμαχίου δεν συμμορφώθηκε ούτε με την Ειδοποίηση Επιβολής ούτε με το διάταγμα του Δικαστηρίου, εγκρίθηκαν τα τροποποιημένα σχέδια που είχε υποβάλει από το Επαρχιακό Γραφείο Πολεοδομίας Πάφου.
Με την παρούσα προσφυγή του ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης των καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 - Επαρχιακού Γραφείου Πολεοδομίας Πάφου, με την οποία εγκρίθηκε η αίτηση της ιδιοκτήτριας του γειτονικού τεμαχίου (ενδιαφερόμενο μέρος) με τα τροποποιημένα σχέδια τα οποία είχε υποβάλει. Προσβάλλει επίσης ο αιτητής και επιδιώκει την ακύρωση και της απόφασης των καθ΄ων η αίτηση αρ. 2 Δήμου Πέγειας για την έκδοση νέας άδειας οικοδομής στη βάση των εγκριθέντων από την πολεοδομία τροποποιημένων σχεδίων.
Με την Ένσταση την οποία καταχώρησαν οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 εγείρουν κατ΄ αρχάς προδικαστική ένσταση, σύμφωνα με την οποία ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος να προσβάλει τις επίδικες αποφάσεις.
Προδικαστική Ένσταση - Ύπαρξη ή μη ενεστώτος εννόμου συμφέροντος.
Όπως προτάσσει ο αιτητής στην αγόρευσή του, η παρούσα προσφυγή υποβάλλεται με βάση έννομο συμφέρον που εκπηγάζει από το γεγονός ότι ο ίδιος είναι ιδιοκτήτης γης που συνορεύει με άλλη ιδιοκτησία στην οποία γίνεται ανάπτυξη κατά παράβαση των όρων εκδοθείσας πολεοδομικής άδειας. Όμως, οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 εισηγούνται ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος, όπως απαιτείται από το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος, οι πρόνοιες του οποίου για να ικανοποιηθούν θα πρέπει ο αιτητής να καταδείξει ότι επηρεάζεται δυσμενώς το ακίνητό του. Στην παρούσα δε περίπτωση, η αρμόδια αρχή, προτού εγκρίνει την επέκταση του τοίχου αντιστήριξης, προέβηκε σε έρευνα ως αποτέλεσμα της οποίας διαπιστώθηκε ότι ο ίδιος ο αιτητής όταν εξασφάλισε άδεια οικοδομής κατασκεύασε τοίχο αντιστήριξης ύψους περίπου 3 μέτρων στο σύνορο του τεμαχίου του με το τεμάχιο του ενδιαφερόμενου μέρους για να στηρίξει το απότομο πρανές του τεμαχίου του. Αργότερα, το ενδιαφερόμενο μέρος επέκτεινε το συγκεκριμένο τοίχο μέχρι του ύψους του πλατώματος του οικοπέδου επί του οποίου ανήγειρε την οικοδομή του. Απ΄ αυτά τα στοιχεία, υποστηρίζουν οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 1, αποδεικνύεται ότι οι λόγοι που προβάλλει ο αιτητής περί επικινδυνότητας του τοίχου και αποκλεισμού της θέας του δεν είναι πραγματικοί και, επομένως, αυτός στερείται ενεστώτος εννόμου συμφέροντος.
Στο σύγγραμμα του Π. Δαγτόγλου "Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο", 2η Έκδοση, 1994, παρα. 549, αναφέρονται και τα εξής:
". Για τη θεμελίωση εξουσίας ασκήσεως ένδικου βοηθήματος, αρκεί ο εύλογος (δηλαδή όχι προφανώς ασύστατος) ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος· δεν απαιτείται δηλαδή απόδειξη, αλλ΄ αρκεί η πιθανολόγηση η οποία και αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της προσφυγής. Για την θεμελίωση της νομιμοποιήσεως απαιτείται, αντιθέτως, να αποδειχθεί ότι το θιγόμενο έννομο συμφέρον ανήκει πράγματι στον ασκούντα το ένδικο βοήθημα (ενεργητική νομιμοποίηση) και ότι εθίγη πράγματι από την εναγόμενη διοίκηση (παθητική νομιμοποίηση)· επομένως η νομιμοποίηση ανήκει στην ουσιαστική θεμελίωση της προσφυγής και η έλλειψη της καθιστά το ένδικο βοήθημα όχι απαράδεκτο, αλλά αβάσιμο."
(Βλ. επίσης Σοφούλα Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 73).
Πιστεύω ότι το πιο πάνω απόσπασμα και η διάκριση στην οποία προβαίνει απαντούν ικανοποιητικά στην προδικαστική ένσταση. Αναφέρω περαιτέρω και την απόφαση στην υπόθεση Αρίστη Κορακίδου ν. Δήμου Πάφου, Αρ. Υπόθεσης 996/1996, ημερομηνίας 30.3.1999, όπου επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος περιοίκου να στραφεί με αίτηση ακύρωσης εναντίον άδειας οικοδομής για ανέγερση οικοδομής, στις περιπτώσεις πιθανότητας πρόκλησης επέμβασης στο φως της κατοικίας του αιτητή, στον αερισμό του κλπ.
Άλλος ισχυρισμός που θα μπορούσε εξάλλου ν΄ αποδώσει έννομο συμφέρον είναι και ο ισχυρισμός ότι η οικοδομή ανεγείρεται κατά παρέκκλιση ή παράβαση ισχυουσών διατάξεων.
Σύμφωνα με τον αιτητή, τόσο η διαδικασία η οποία ακολουθήθηκε στην παρούσα περίπτωση, όπως και οι ληφθείσες προσβαλλόμενες αποφάσεις, πάσχουν νομικά και/ή είναι παράνομες. Προβάλλει προς προώθηση αυτής του της θέσης το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ανήγειρε παράνομα οικοδομή κατά παράβαση των όρων της εκδοθείσας αδείας του, και για τούτο κατέστη υπόλογη της αρνητικής έκθεσης της Επιτρόπου Διοικήσεως, κατηγορούμενη και καταδικασθείσα σε ποινική υπόθεση και μη συμμορφωθείσα προς εκδοθέν διάταγμα του Δικαστηρίου για την κατεδάφιση του παράνομα ανεγερθέντος τοίχου. Παρά δε το ιστορικό τούτο με το οποίο εβαρύνετο το ενδιαφερόμενο μέρος και με το οποίο αναγνωριζόταν η παραβίαση δικαιωμάτων του αιτητή, οι καθ΄ων η αίτηση παραγνώρισαν κάθε παρανομία και ενέκριναν σχέδια που έθεταν τέρμα στις παραβάσεις της νομοθεσίας. Αυτή η ενέργεια, σύμφωνα με τον αιτητή, ισοδυναμεί με "ανατροπή δεδικασμένου" και παραγνωρίζει τα δικαιώματά του. Οι δε ληφθείσες αποφάσεις βασίζονται σε μη επαρκή και δέουσα έρευνα η οποία μάλιστα βασίστηκε σε διερεύνηση των καθ΄ων η αίτηση αρ. 2, η οποία επίσης είχε ληφθεί χωρίς τη δέουσα έρευνα και παρουσιάστηκε με μια επιστολή που δεν καταγράφει ποιος και πότε ερεύνησε και διαπίστωσε εκείνα που προσφέρθηκαν ως δεδομένα. Άλλος προτεινόμενος από τον αιτητή λόγος ακύρωσης συνίσταται από το γεγονός ότι το κείμενο της τελικής έγκρισης των υποβληθέντων νέων σχεδίων, υπογράφεται "για" τον Επαρχιακό Λειτουργό Πολεοδομίας και όχι από τον ίδιο, χωρίς να παρουσιαστεί προς τούτο οποιαδήποτε γραπτή εντολή η εξουσιοδότηση. Λήφθηκαν δε οι επίδικες αποφάσεις, χωρίς να δοθεί στον αιτητή το δικαίωμα να ακουσθεί, πριν από τη λήψη των αποφάσεων που ήσαν ιδιαίτερα βλαπτικές για τον ίδιο.
Από την άλλη, οι καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 υποστηρίζουν τη νομιμότητα και ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασής τους, παραπέμποντας προς τούτο στα γεγονότα της υπόθεσης, στη σχετική νομοθεσία και σε νομολογία. Ως προς το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν είχε συμμορφωθεί προς την ειδοποίηση επιβολής με την οποία εκαλείτο να κατεδαφίσει τον τοίχο αντιστήριξης και εν τούτοις εκδόθηκε προς όφελος της η υπό κρίση άδεια, η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση παρέπεμψε στο άρθρο 51 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου αρ. 90/1972, όπως τροποποιήθηκε, το κείμενο του οποίου έχει ως εξής:
"51.-(1) Εάν, μετά την επίδοσιν ειδοποιήσεως τινος επιβολής, χορηγηθή πολεοδομική άδεια διά την διατήρησιν οικοδομών ή έργων επί ακινήτου ιδιοκτησίας, ή διά την συνέχισιν χρήσεώς τινος ακινήτου ιδιοκτησίας, εις την οποίαν αναφέρεται η ειδοποίησις επιβολής, αύτη παύει έχουσα ισχύν καθ΄ην έκτασιν απαιτεί την λήψιν μέτρων διά την κατεδάφισιν ή μετατροπήν των εν λόγω οικοδομών ή έργων ή, αναλόγως της περιπτώσεως, τον τερματισμόν της εν λόγω χρήσεως.
(2) Εάν, μετά την επίδοσιν ειδοποιήσεως επιβολής, χορηγηθή πολεοδομική άδεια επιτρέπουσα την διατήρησιν οικοδομών ή έργων, ή την συνέχισιν χρήσεως τινος ακινήτου ιδιοκτησίας, άνευ συμμορφώσεως προς όρον τινά υπό τον οποίον προηγουμένη πολεοδομική άδεια εξουσιοδοτούσα την τοιαύτην ανάπτυξιν είχε χορηγηθή, η ειδοποίησις επιβολής παύει έχουσα ισχύν καθ΄ ην ισχύν καθ΄ ην έκτασιν απαιτεί την λήψιν μέτρων προς συμμόρφωσιν προς τον εν λόγω όρον."
Με την πιο πάνω νομοθετική πρόνοια καθίσταται δυνατή η νόμιμη διατήρηση οικοδομής ή έργου με την έκδοση πολεοδομικής άδειας, ενώ είχε προηγουμένως επιδοθεί ειδοποίηση επιβολής απαιτούσα κατεδάφιση. Κατά παρόμοιο δε τρόπο, σε σχέση με το γεγονός ότι σε προηγηθέν χρονικό σημείο, το ενδιαφερόμενο μέρος είχε ανεγείρει τον τοίχο αντιστήριξης κατά παράβαση εκδοθείσας και τότε ισχύουσας άδειας, υπέστη προς τούτο ποινική δίωξη και καταδίκη. Το δε γεγονός ότι δεν συμμορφώθηκε προς το εκδοθέν διάταγμα με το οποίο διατάσσετο όπως κατεδαφίσει, αυτό το γεγονός δεν αποστέρησε καθ΄οιονδήποτε τρόπο την αρμόδια αρχή όπως επανεξετάσει και εγκρίνει τους νέους σχεδιασμούς που θα κάλυπταν την παρανομία. Σημειώνεται δε, ότι το σχετικό διάταγμα του ποινικού Δικαστηρίου προνοούσε όπως το ενδιαφερόμενο μέρος προβεί στην κατεδάφιση του τοίχου όχι άμεσα, ή χωρίς όρους, αλλ΄ εντός δύο μηνών, εκτός εάν εκδιδόταν εν τω μεταξύ άδεια από την αρμόδια αρχή. Σημειώνεται δε περαιτέρω, ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε ήδη από τις 20.4.2005 υποβάλει νέα αίτηση για νομιμοποίηση ουσιαστικά της υπέρβασης, η οποία και εκκρεμούσε ενώ καταχωρήθηκε και εκδικάστηκε η εναντίον της ποινική υπόθεση. Προφανώς δε γι΄ αυτό το λόγο η αρμόδια αρχή δεν προχώρησε σε λήψη μέτρων για μη συμμόρφωση προς το διάταγμα, αφού βρισκόταν ακόμα υπό μελέτη το αίτημα του ενδιαφερόμενου μέρους για έγκριση νέου σχεδιασμού. Υπ΄ αυτές τις συνθήκες, αδυνατώ να συμφωνήσω με την εισήγηση του αιτητή περί παράβασης ή "ανατροπής δεδικασμένου".
Ως προς το παράπονο του αιτητή και τη νομική του εισήγηση περί έλλειψης δέουσας έρευνας, κάτι τέτοιο δεν στοιχειοθετείται από το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Κατά τη διαδικασία διερεύνησης του όλου θέματος και λήψης τελικής απόφασης κάθε τι το σχετικό είχε τεθεί ενώπιον της αρμόδιας αρχής. Οι συγκεκριμένες και λεπτομερείς παραστάσεις του ίδιου του αιτητή συνυπολογίστηκαν. Η έρευνα που διεξήγαγε η Επίτροπος Διοίκησης επίσης λήφθηκε υπόψη. Όπως αναφέρεται στις παραστάσεις τις οποίες υπέβαλε το Τμήμα Πολεοδομίας προς την Επίτροπο Διοίκησης με την επιστολή ημερομηνίας 16.6.2005, το Τμήμα διενήργησε επιτόπια επίσκεψη στο χώρο μέσω του Επαρχιακού Λειτουργού Πάφου κ. Α. Αγαπίου και του Τεχνικού της περιοχής κ. Λεύκου Πάσιου. Κατά την επίσκεψη εκείνη διαπιστώθηκε ότι ο τοίχος αντιστήριξης κατασκευάστηκε αναγκαία λόγω της υψομετρικής διαφοράς του φυσικού εδάφους από το γειτονικό τεμάχιο του αιτητή. Ο τοίχος διαφάνηκε ότι είχε ανεγερθεί επί υφισταμένου τοίχου αντιστήριξης επί του συνόρου, που κατασκευάστηκε κατά τη διενέργεια της ανάπτυξης του κτήματος του αιτητή. Ετίθετο επομένως θέμα νομιμοποίησης του ανεγερθέντος τοίχου αντιστήριξης και εφόσον, όπως διαπιστώθηκε, εκκρεμούσε αίτηση της ιδιοκτήτριας - ενδιαφερόμενου μέρους για έγκριση τροποποιημένων σχεδίων για τον τοίχο αντιστήριξης, δεν ετίθετο θέμα λήψης άλλων μέτρων. Παρόμοιες διαπιστώσεις έγιναν και με την επιστολή ημερομηνίας 10.10.2006 του Δημάρχου Πέγειας προς τον Επαρχιακό Λειτουργό του Τμήματος Πολεοδομίας Πάφου.
Ένα άλλο θέμα που εγείρει ο αιτητής αναφέρεται στο ότι την επίδικη έγκριση της επέκτασης του τοίχου αντιστήριξης υπογράφει όχι ο ίδιος ο Επαρχιακός Λειτουργός Πολεοδομίας, αλλά κάποιος "για" τον ίδιο. Εγείρει έτσι ο αιτητής θέμα αναρμοδιότητας του αποφασίσαντος οργάνου. Η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 απορρίπτει αυτή τη θέση, παραπέμποντας στην απόφαση στην υπόθεση Μιχ. Τσιαμής ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 584/2000, ημερομηνίας 13.2.2002. Σε εκείνη την υπόθεση, αρμόδιο όργανο έκδοσης της απόφασης ήταν ο Έπαρχος, όπως και για την ανάκλησή της. Όπως δε αποφάσισε το Ανώτατο Δικαστήριο, εφόσον την επίδικη απόφαση υπέγραφε άλλος, προφανώς εξουσιοδοτημένος λειτουργός "για Έπαρχο", δεν μπορούσε να ευσταθήσει ισχυρισμός περί αναρμοδιότητος του αποφασίσαντος οργάνου.
Συμφωνώ με το σκεπτικό της απόφασης εκείνης και για τον ίδιο λόγο κρίνω πως πρόκειται για απόφαση που λήφθηκε από το αρμόδιο επίσημο όργανο της Δημοκρατίας και το θέμα της εξουσιοδότησης - εντολής για την υπογραφή της απόφασης είναι θέμα εσωτερικής ρύθμισης για το οποίο δεν απαιτείται η παρουσίαση στο Δικαστήριο έγγραφης ή άλλης εξουσιοδότησης από το αποφασίζον όργανο.
Ως προς την εισήγηση περί ακυρότητας των επίδικων αποφάσεων επειδή δεν δόθηκε στον αιτητή το δικαίωμα να ακουστεί προτού αυτές ληφθούν, σημειώνεται κατ΄ αρχάς ότι μια τέτοια υποχρέωση δεν εναποτίθεται στο αποφασίζον όργανο της διοίκησης, από την ίδια τη νομοθεσία που διέπει το θέμα. Όμως, εν πάση περιπτώσει, εκείνο που έχει σημασία ως προς το δικαίωμα κάποιου να ακουστεί ως επηρεαζόμενο πρόσωπο, είναι να του δοθεί η δυνατότητα όπως εκφέρει τις δικές του απόψεις προτού ληφθεί μια απόφαση. Στη συγκεκριμένη δε υπό εξέταση εδώ περίπτωση, οι απόψεις του αιτητή βρίσκονταν ενώπιον και λήφθηκαν υπόψη από τους καθ΄ων η αίτηση από τα αρχικά στάδια της όλης διαδικασίας μέσω των γραπτών του παραστάσεων, των παραπόνων που ενσωματώθηκαν στην έκθεση της Επιτρόπου Διοίκησης και των προφορικών επικοινωνιών του, όπως όλα αυτά τα στοιχεία αναδύονται μέσα από το διοικητικό φάκελο.
Γενικά μπορεί να λεχθεί ότι στην υπό εξέταση προσφυγή το όλο θέμα έχει ως εξής: Ένας πολίτης ανήγειρε, κατόπιν εξασφάλισης αδειών παρά των αρμοδίων αρχών, οικοδομή κατά την ανάπτυξη της οποίας τοίχος αντιστήριξης ο οποίος ανηγέρθηκε επί υφιστάμενου τοίχου, υπερέβηκε το ύψος του τοίχου που προβλεπόταν στα εγκεκριμένα σχέδια με βάση τα οποία εκδόθηκε η άδεια ανέγερσής του. Επειδή ο πολίτης εκείνος θεώρησε ότι ήταν αναγκαίο να ανεγερθεί κατ΄ αυτό τον τρόπο ο τοίχος αντιστήριξης, λόγω της μορφολογίας του εδάφους, υπέβαλε αίτηση για έγκριση τροποποιημένων σχεδίων για να νομιμοποιηθεί η παρανομία του. Εν τω μεταξύ του επιδόθηκε Ειδοποίηση Επιβολής με βάση τον περί Πολεοδομίας Νόμο και λήφθηκαν εναντίον του ποινικά μέτρα που απέληξαν σε χρηματική ποινή και έκδοση διατάγματος κατεδάφισης, εκτός εάν εξασφαλιζόταν η αναγκαία καλυπτική άδεια. Με βραδείς ρυθμούς και χωρίς τη λήψη οποιωνδήποτε άλλων μέτρων συμμόρφωσης από τις αρμόδιες αρχές, προχώρησε η εξέταση της αίτησης και τελικά, επειδή για τεχνικής φύσεως λόγους η αρμόδια αρχή έκρινε ότι ήταν αναπόφευκτη η ανέγερση του τοίχου αντιστήριξης με τον τρόπο που είχε καθ΄ υπέρβαση ανεγερθεί, εξέδωσε την αιτούμενη πολεοδομική άδεια νομιμοποιώντας την ανέγερση και η τοπική - δημοτική αρχή εξέδωσε νέα άδεια οικοδομής. Πρόκειται για μια συνήθη πρακτική η οποία ακολουθείται σε τέτοιες περιπτώσεις, χωρίς κάτι το μεμπτό σ΄ αυτήν.
Για τους λόγους που έχω εξηγήσει προηγουμένως, κανένας λόγος ακύρωσης δεν επιτυγχάνει και η προσφυγή αναπόφευκτα απορρίπτεται.
Επιδικάζονται εναντίον του αιτητή €1.000 έξοδα και υπέρ των καθ΄ων η αίτηση 1 και 2 εξ ημισείας.
Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ